Youtube

Youtube
Βρείτε το κανάλι μας στην ψηφιακή πλατφόρμα youtube.

Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2019

Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο μου: Φιλοσοφία και Ιστορία-πέντε δοκίμια



Φιλοσοφία και Ιστορία 
Συγγραφέας: Σπύρος Κουτρούλης
Σελ. 160

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Ο Σπύρος Κουτρούλης σε πέντε διαφορετικά δοκίμια επιχειρεί να διερευνήσει τη συνάντηση της φιλοσοφίας με την κοινωνία και την ιστορία· εξαρχής, άλλωστε, ο φιλοσοφικός λόγος στάθηκε πάντα μέσα στον κοινωνικό χώρο και δεν περιορίστηκε στον προβληματισμό για την αφετηρία της ύπαρξης.
Το πρώτο δοκίμιο πραγματεύεται την πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνα, την ερμηνεία της από τον Καρλ Πόππερ –που τον θεωρεί προπομπό του ολοκληρωτισμού– και την απάντηση του Eρνστ Κασσίρερ, που θα υποστηρίξει ότι, στην πλατωνική πολιτεία αποδοκιμάζεται με εμφατικό τρόπο η τυραννία.
Στο δεύτερο, για την πολιτική, την κοινωνία και τη δημοκρατία στον Αριστοτέλη, παρατίθενται οι απόψεις των Καρλ Πόππερ, Καρλ Μαρξ και Κορνήλιου Καστοριάδη. Ο Αριστοτέλης θέτει σε αξιακή προτεραιότητα την κοινωνία έναντι του ατόμου, όχι για να το εξαφανίσει, αλλά για να πλέξει το απαραίτητο «κουκούλι», εντός του οποίου ο άνθρωπος θα καταφέρει να αναπτύξει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του.
Στο τρίτο δοκίμιο παρουσιάζεται η αντίληψη της Χάνα Άρεντ πως το ξερίζωμα του ανθρώπου αποτελεί την πηγή του ολοκληρωτισμού, ενώ παράλληλα η δυτική δημοκρατία κατατρύχεται από την εμπορευματοποίηση και τον μηχανικισμό.
Στο τέταρτο δοκίμιο «Αντιεθνικισμός και αυτοκρατορίες: οι παρερμηνείες και τα αδιέξοδα της μεταμοντέρνας ιστοριογραφίας» παρουσιάζονται οι απόψεις –και οι παρερμηνείες αυτών– των Έρνεστ Γκέλνερ, Άντονι Σμιθ, Mπένεντικτ Άντερσον και Έλι Κέντουρι για τις προϋποθέσεις, τους όρους και την εξέλιξη των ιστορικών εθνών.
Τέλος, το βιβλίο ολοκληρώνεται με την μελέτη της αντίληψης του Ιμμάνουελ Καντ για την κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον Κόσμο και στη Φύση· αντίληψη που επηρέασε τη φιλοσοφική σκέψη που ακολούθησε, ακόμη και αυτή που επεδίωξε να σταθεί απέναντί του, όπως η μαρξική.

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2019

Στις 9 Δεκεμβρίου 2019 : η συζήτηση στο δημοτικό ραδιόφωνο του Δήμου Ηρακλείου Αττικής για το "Το ξερίζωμα του ανθρώπου"

Η συζήτηση έγινε με τους δημοσιογράφους του σταθμού την Χ.Κυριακοπούλου και τον Δ.Πολίτη. Για να την ακούστε πατήστε πάνω στον σύνδεσμο και κατόπιν κάντε Download.

https://wetransfer.com/downloads/18806c1435ff11287b0c45a1501ad35020191209170231/e03ca05112c5ac1bbf34095f429c831720191209170231/e93537?fbclid=IwAR0f4CwytBCxFu0WavNWyvgxGCO__GH4T-5QqCCB37meVhkAZD7iuJBZMkI




Νέος Ερμής ο Λόγιος τεύχος 19/β' εξάμηνο 2019



Κυκλοφορεί σε βιβλιοπωλεία και περίπτερα το νέο τεύχος του νέου Ερμή του Λόγιου. Για ηλεκτρονικές παραγγελίες επισκεφτείτε το ηλεκτρονικό μας βιβλιοπωλείο
Περιεχόμενα
Αφιέρωμα:
Οι μεγάλες αφηγήσεις, η Νέα Τάξη των διανοουμένων και ο Μετάνθρωπος
Εισαγωγικό σημείωμα
Οκτάβιο Παζ, Ο διάβολος και ο ιδεολόγος
Ρίτσαρντ Ρόρτυ, Φιλόσοφοι και μυθιστοριογράφοι
Χάιντεγκερ και Νίτσε vs Κούντερα, Ντίκενς και Όργουελ
Μισέλ Ονφρέ, «Βιώνουμε ήδη έναν νέο ολοκληρωτισμό!»
Γιώργος Καραμπελιάς, Ο Μαρξισμός και η πρακτική του
Άλβιν Γκούλντνερ, To μέλλον των διανοουμένων και η άνοδος μιας νέας τάξης
*****
Τομά Πικετύ, Κεφαλαίο και Ιδεολογία
ΦΑΚΕΛΟΣ: Η «θεωρία του φύλου» και η κρίση της οικογένειας
Νικόλας Δημητριάδης, Εισαγωγικό σημείωμα
Κρίστοφερ Λας, Η Δεξιά, η Αριστερά και η κατάρρευση της οικογένειας
Ευάγγελος Κοροβίνης, Για τις έμφυλες ταυτότητες και τις τροπές τους
Μπερενίς Λεβέ, Η πολιτική της θεωρίας του φύλου
Γιάννης Παπαμιχαήλ, Μύθοι και στερεότυπα της ριζοσπαστικής πολιτικής ορθότητας:
επί τη ευκαιρία του Νόμου για την αναδοχή παιδιών από ομόφυλα ζεύγη
Απόστολος Βακαλόπουλος, Καταγωγή & πνευματική συνέχεια του ελληνικού έθνους 
Σπύρος Κουτρούλης, Γεώργιος Θεοτοκάς: Η ιστορική συνέχεια του ελληνισμού
και η θέση του στον σύγχρονο κόσμο
Άγγελος Γουνόπουλος, Bartolomé de Las Casas: Ο απόστολος των ιθαγενών
στην αποικιοκρατούμενη Λατινική Αμερική
Αντώνης Ραγκούσης, Ελληνισμός και Δύση: Η σύλληψη της έννοιας του «ηθικού
πρέποντος», η κατανόησή του και ο δρόμος προς αυτό μέσα από την Ηθική της
Αρετής, τη Δεοντολογία και τον Ωφελιμισμό
Βιβλιοπαρουσιάσεις
Χρήστος Μούλιας: Γιώργος Καραμπελιάς, Εκκλησία και Γένος εν αιχμαλωσία
Σπύρος Κουτρούλης: Δ. Ξυδερός, Αθλοφόροι
Μ. Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας Γαβριήλ: Ν. Κακαδιάρης, Νεωτερικότητα
& Μενταμοντέρνο στη βυζαντινή τέχνη

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

Ο μεταμοντερνισμός του Αλέξη Ηρακλείδη




Στα σημερινά ΝΕΑ 8.12.2019 γράφει ο ομότιμος καθηγητής και επί σειρά ετών έμμισθος συνεργάτης του Υπουργείου Εξωτερικών Αλέξης Ηρακλείδης το άρθρο με τον τίτλο "Αυτοεκπληρούμενες προφητείες και εθνικά θέματα". Διαπρεπής υποστηρικτής του σχεδίου Ανάν εκπροσωπεί μια σχολή σκέψης που θεωρεί αναγκαία μια σειρά σοβαρών υποχωρήσεων στα εθνικά θέματα. Στην πραγματικότητα η επιχειρηματολογία του δεν είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη αλλά επαναλαμβάνει την ίδια που επιστράτευσαν στο παρελθόν ο Ε.Αβέρωφ και ο πρέσβης Α.Βλάχος για να υποστηρίξουν την Συμφωνία της Ζυρίχης (που κατά τον Γ.Σεφέρη και τον Βύρωνα Θεοδωρόπουλο ήταν η αφετηρία των μετέπειτα προβλημάτων).
Το ενδιαφέρον σε αυτό το άρθρο είναι δύο στοιχεία:
α. Θεωρεί ότι δεν έχει σημασία η αντικειμενική πραγματικότητα αλλά η ιδέα που έχουμε για αυτή. Στην φιλοσοφία η ορολογία για αυτή την ερμηνεία λέγεται ιδεαλισμός, ή μεταφυσική ή μεταμοντερνισμός όπου "δεν υπάρχει πραγματικότητα αλλά υποκειμενικές (βέβαια) ερμηνείες της". Γράφει λοιπόν " η εξωτερική πολιτική των κρατών δεν καθορίζεται τόσο από την αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά από το τι "νομίζουμε ότι είναι η πραγματικότητα αυτή". από το νόημα που προσδίδουμε σε αυτήν". Με αυτή την προσέγγιση η λογική και ψύχραιμη ανάλυση της συγκεκριμένης πραγματικότητας υποκαθίσταται από την κάθε είδους υποκειμενική αυθαιρεσία ώστε είναι αδύνατος οποιαδήποτε σχεδιασμός που να έχει πιθανότητες να τελεσφορήσει. Πολύ περισσότερο μπορεί να είναι η αιτία εξαιρετικά οδυνηρών επιλογών. Εντυπωσιακή είναι η περιφρόνηση του στην διαφορά της γεωπολιτικής ισχύος ως καθοριστικής παραμέτρου στις διεθνείς σχέσεις.
β. Θεωρεί ότι δεν υπάρχει ενδογενής τουρκική επιθετικότητα, αλλά αυτή την προκαλεί η στάση της Ελλάδας. Γράφει "η ala carte θέση κάνει έξαλλους τους Τούρκους, με αποτέλεσμα τελικά όντως να γίνονται προκλητικοί και διεκδικητικοί στο Αιγαίο, όπως φάνηκε και πιο πρόσφατα με το μνημόνιο με τη Λιβύη". Βέβαια σύμφωνα με αυτή την άποψη αν η Ελλάδα υποχωρούσε σε μια σειρά θέματα η στάση της Τουρκίας θα ήταν ανάλογη. Όμως παρόμοιους λογικούς ακροβατισμούς χρησιμοποίησε στο παρελθόν για να αποδοκιμάσει την βενιζελική εξόρμηση όσο και να επιδοκιμάσει το σχέδιο Ανάν.
Φυσικά αν συγκρίνουμε τα κείμενα αυτά με τα δοκίμια του Π.Κονδύλη θα δούμε την διαφορά ποιότητας. Παρόλα αυτά από ότι φαίνεται ο Ηρακλείδης (υιός πρέσβη) όπως και το ΕΛΙΑΜΕΠ έχουν παίξει έναν κρίσιμο ρόλο στην ελληνική εξωτερική πολιτική. Το ερώτημα είναι γιατί;

Αντώνης Μπουντούρης: Εκμαγεία ανέμων, η νέα ποιητική συλλογή από τις εκδόσεις Κουκκίδα




ΕΚΜΑΓΕΙΑ ΑΝΕΜΩΝ

1
Αφού καψαλίσω τις άκρες τους
Ανάβω τους ανέμους
Τρελός χορός.

2
Φυσάει δεν αστειεύεται
για να σπρωχτεί το πέλαγο
σ ΄ανήκουστη σφαγή.
Πάνω απ΄τις Μυκήνες τα Ψαρά
το Μοναστήρι τη Σμύρνη
και το Δίστομο.
Θα κομπιάζει η φωνή μας μια ζωή.
3
Αχτένιστη περνά από πάνω μας η Ιστορία
και φυσά.
Τεντώνω την ηχώ
Συνάζω σιωπές.
Κι όλο φυσά.
4
Τρεκλίζει απόψε ο βοριάς
Σκορπά το ξεραμένο αίμα
από τότε.
Ατλάζι που λερώθηκε
και δε θυμάμαι πότε.
5

Ψιχαλίζει στα γυμνά μας πόδια
κι ακούω πως
ο καιρός θα χαλάσει κι άλλο.

Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2019

Ευάνθης Χατζηβασιλείου: Ο διάλογος Γ.Σεφέρη-Ε.Αβέρωφ: Οι συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2019, σελ.346.



Tο έργο κυκλοφόρησε με σκοπό να απαντήσει στο αντίστοιχο έργο του Γ.Γεωργή: Σεφέρης- Αβέρωφ: Η ΡΗΞΗ( εκδόσεις Καστανιώτη, 2018). Ο Γ.Σεφέρης στο επίμαχο διάστημα των τελικών διαπραγματεύσεων για τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου υπήρξε πρέσβης της Ελλάδος στο Λονδίνο. Έγκαιρα με δύο σημειώματα , εκ των οποίων το δεύτερο πρωτοκολλήθηκε, προειδοποιούσε τον προϊστάμενο του υπουργό Ε.Αβέρωφ για τις δυσμενείς συνέπειες που θα είχε για τον κυπριακό ελληνισμό η σχεδιαζόμενη συμφωνία. Η αντίρρηση του ήταν η αιτία αφενός να ακολουθήσει ένας έντονος διάλογος με τον Κ.Τσάτσο, αφετέρου να αντιμετωπιστεί με εχθρότητα από την συντηρητική παράταξη με αποκορύφωμα όταν επέστρεψε με το Νόμπελ στην Ελλάδα να μην τον αναμένουν παρά μερικά συγγενικά του πρόσωπα.
Ο Ε.Χατζηβασιλείου επιχειρεί να υπερασπιστεί την συμφωνία της Ζυρίχης . Βεβαίως η κριτική της από διπλωμάτες όπως ο Β.Θεοδωρόπουλος είναι καταλυτική. Το θετικό στοιχείο του έργου είναι το μετριοπαθές ύφος που έχει γραφεί αλλά και η αποτύπωση του ιστορικού κλίματος. Όμως κάποια επιχειρήματα όπως ότι ο αποκλεισμός του Σεφέρη από το τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων δεν οφείλονταν στις αντιρρήσεις του, αλλά σε άλλους λόγους δεν πείθει. Ο συγγραφέας ακολουθώντας τον Ε.Αβέρωφ ισχυρίζεται ότι η τελική συμφωνία απέτρεψε το σχέδιο Μακμίλλαν. Βέβαια κανένα σχέδιο όσο αρνητικό και να ήταν, όση και διεθνή υποστήριξη και να διέθετε δεν θα μπορούσε να επιτύχει αν δεν είχε την αποδοχή της ελληνικής πλευράς. Ενδιαφέρον είναι ότι ο συγγραφέας περιγράφει τους φόβους που υπήρχαν το διάστημα εκείνο, ότι η δυσαρέσκεια της Ελλάδος για το Κυπριακό μπορούσε να την οδηγήσει σε συμμαχία με την Γιουγκοσλαβία και την Αίγυπτο. Επίσης η διαπραγμάτευση στο τελικό της στάδιο διεξάχθηκε κυρίως μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας διότι η δεύτερη εκτιμούσε ότι μια δυσαρέσκεια ή μια καθαρή ήττα της Ελλάδος στην Κύπρο δεν ωφελούσε ούτε την ίδια την Τουρκία. Ο Ε.Αβέρωφ στο βιβλίο του "Ιστορία χαμένων ευκαιριών" γράφει ότι σε ένα σημείο των διαπραγματεύσεων ο Μακμίλλαν του ανέφερε ότι γνώριζε το ακριβές σημείο που κρυβόταν ο Γρίβας, αλλά παρόλα αυτά δεν τον συνέλαβαν. Όμως μια σύλληψη του ή ο θάνατος του θα απομάκρυνε κάθε πιθανότητα λύσης που την επιθυμούσε και η βρετανική πλευρά εξίσου με τους υπόλοιπους.
Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η συνεπή εφαρμογή της συμφωνίας της Ζυρίχης θα οδηγούσε αναγκαία στην Ένωση. Στην πραγματικότητα όχι μόνο την ενταφίασε αλλά εξάρτησε την τύχη της ελληνικής πλειοψηφίας από το δικαίωμα αρνησικυρίας της τουρκικής μειοψηφίας σε μια σειρά από κρίσιμα θέματα. 
Ο Ε.Αβέρωφ στο βιβλίο του με τον παραπλανητικό τίτλο "Ιστορία χαμένων ευκαιριών - Κυπριακό 1950-1963" παραδέχεται το λάθος του να δεχθεί το δικαίωμα βέτο των Τουρκοκυπρίων για φορολογικά θέματα, που το απέδωσε στην κούραση της διαπραγμάτευσης(τόμος β΄, σελ.239). Βεβαίως το μη εσκεμμένο λάθος του αφενός ήταν ένας από τους λόγους για να μην μπορεί να λειτουργήσει το νεότευκτο κράτος αφετέρου αποδεικνύει την σπουδή της ελληνικής πλευράς να κλείσει την διαπραγμάτευση.
Η Συμφωνία της Ζυρίχης αποκατέστησε τις σχέσεις της Ελλάδος με την Αγγλία και την Τουρκία. Όμως οι αγώνες του κυπριακού ελληνισμού δεν δικαιώθηκαν. Οι πρόνοιες ενός δημοκρατικού συντάγματος θα ήταν αρκετές για να προστατεύσουν τη τουρκική μειονότητα από τις πιθανές αρνητικές προθέσεις της ελληνικής πλειοψηφίας. Όλες οι άλλες παραχωρήσεις υπονόμευσαν από την πρώτη στιγμή το κυπριακό κράτος. Στην συνέχεια έγιναν πολλά λάθη με αποκορύφωμα το χουντικό πραξικόπημα που προκάλεσε την τουρκική εισβολή. Όμως η αφετηρία των ελληνικών λαθών ήταν η Ζυρίχη.

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2019

Κρίστοφερ Λας: Ποιο είναι το σφάλμα της δεξιάς- γιατί η αριστερά δεν έχει μέλλον; Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2019, μετάφραση – εισαγωγή Γιώργος Ρακκάς

Το video της εκδήλωσης






Σε ένα σύντομο, αλλά εξαιρετικά πυκνό δοκίμιο, που μετάφρασε και προλόγισε άριστα ο Γιώργος Ρακκάς, ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Κρίστοφερ Λας επιτυγχάνει να θέσει τους λόγους για τους οποίους το δίπολο αριστερά και δεξιά έχασε την σημασία του και δεν μπορεί πλέον να εμπνεύσει ελπίδα. Θεμελιώνει με επιχειρήματα μια αίσθηση κοινή σε καθένα που παρακολουθεί και ερμηνεύει τις εξελίξεις στην χώρα μας και στον κόσμο.
Το βιβλίο για την αποτυχία της αριστεράς και της δεξιάς είναι το δεύτερο του Λας που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις. Το πρώτο ονομαζόταν «Η κουλτούρα του εγωϊσμού» και αφορούσε την συζήτηση του Κρίστοφερ Λας με τον Κορνήλιο Καστοριάδη, με επίλογο και σχόλια του Ζαν Κλωντ Μισεά. Τα συμπεράσματα που προέκυψαν από αυτό τον διάλογο αφενός ερείδονται στο συνολικό έργο του Κ.Λάς για τον ελάχιστο εαυτό και την κουλτούρα του ναρκισσισμού αφετέρου τροφοδοτούν και θεμελιώνουν το συμπέρασμα της αμοιβαίας έκλειψης των δύο βασικών πόλων του πολιτικού συστήματος. Στο ίδιο βιβλίο ο Ζαν Κλωντ Μισεά επισημαίνει το συμπέρασμα που είχε διατυπώσει ο Καστοριάδης ήδη από το 1986 πως « εδώ και καιρό, ο διαχωρισμός αριστερά-δεξιά, στη Γαλλία, όπως και αλλού, δεν ανταποκρίνεται πια στα μεγάλα προβλήματα του καιρού μας, ούτε σε ριζικά διαφορετικές πολιτικές επιλογές»(Λας, Καστοριάδης, Μισεά, Η κουλτούρα του εγωϊσμού, Μετάφραση Χ.Σταματοπούλου, Επιμέλεια Γ.Καραμπελιάς, Εναλλακτικές Εκδόσεις σελ. 58).
Όπως θα δούμε τα συμπεράσματα από το βιβλίο του Κ.Λας αφενός αξιοποιούν το υπόλοιπο έργο του, το οποίο στο μεγαλύτερο μέρος του έχει κυκλοφορήσει στην χώρα μας, και αφετέρου διασταυρώνεται με δύο σημαντικά έργα , του Ντάνιελ Μπέλ «ο πολιτισμός της μεταβιομηχανικής Δύσης»( μετάφραση Γ.Λυκιαρδόπουλος, επιμέλεια Σ.Ροζάνης, εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1999) και του Π.Κονδύλη «Η παρακμή του Αστικού Πολιτισμού- από την μοντέρνα στη μεταμοντέρνα εποχή και από το φιλελευθερισμό στη μαζική δημοκρατία»(εκδόσεις Θεμέλιο 1995).
Ο Κ.Λας κατηγορεί την αριστερά πως «έχει χάσει την επαφή της με τον κοινό λόγο» (σελ.38), ενώ «έφτασε να θεωρεί την κοινή λογική –την παραδοσιακή σοφία και τις κοινοτικές παραδόσεις ως εμπόδιο για την πρόοδο και τον διαφωτισμό. Επειδή ταυτίζει την παράδοση με την προκατάληψη, έχει καταστεί πλέον ανήμπορη να συνομιλήσει με τους απλούς ανθρώπους στην κοινή τους γλώσσα. Ολοένα και περισσότερο μιλάει το δικό της ιδίωμα, το θεραπευτικό ιδίωμα των κοινωνικών επιστημών και των επαγγελματιών των κοινωνικών υπηρεσιών, ιδίωμα που μοιάζει να υπηρετεί μάλλον την αμφισβήτηση όλων εκείνων που οι πάντες θεωρούν αυτονόητα»(σελ.30). Η αριστερά χρησιμοποιεί μια «νέα γλώσσα», «new speak” κατά τον Όργουελ που συγκαλύπτει παρά ονομάζει την πραγματικότητα. 
Αξίες και συλλογικές ταυτότητες όπως η οικογένεια, που υποτίθεται ότι της υπερασπίζεται η δεξιά, δέχονται καίρια κτυπήματα από την κυριαρχία του καταναλωτισμού, δηλαδή των συνεπειών της ελεύθερης οικονομίας. Έτσι η ανάγκη να εργάζονται και τα δύο μέλη της οικογένειας περιορίζει τον χρόνο που της αφιερώνεται και αφετέρου ο καταναλωτισμός διαφημίζει, ίσως κάποτε επιβάλλει, μια ζωή δίχως τις υποχρεώσεις και την προσφορά που προϋποθέτει η οικογενειακή ζωή. Γράφει εν προκειμένω ο Λας: « η ιδέα ότι οι άνδρες έχουν υποχρέωση να στηρίξουν τη γυναίκα και την οικογένειά τους μπήκε στο στόχαστρο όχι από φεμινιστές διανοούμενους ή γραφειοκράτες της κυβέρνησης αλλά από τον Χιου Χέφνερ και άλλους υποστηρικτές του καταναλωτισμού. Είναι η λογική του καταναλωτισμού που υπονομεύει τις αξίες της αφοσίωσης και της διάρκειας και προωθεί ένα σύνολο από άλλες αξίες καταστροφικές όχι μόνο για την οικογενειακή ζωή. Η Κράμερ υποστηρίζει ότι οι αρετές της παλιάς αστικής τάξης θα πρέπει να επανεκτιμηθούν σοβαρά, προτού να απεμπολήσουμε στο όνομα της αυτοπραγμάτωσης ή του αλτρουϊσμού. Αλλά αυτές οι αξίες εγκαταλείπονται σήμερα, ακριβώς γιατί δεν υπηρετούν πια τις ανάγκες ενός συστήματος παραγωγής που στηρίζεται στην εξελιγμένη τεχνολογία, την ανειδίκευτη εργασία και τη μαζική κατανάλωση;»(σελ.37,37).
Ο Λας επισημαίνει την μεταφορά του ιστορικού βάρους από την παραγωγή στην κατανάλωση αλλά και την μεταβολή των αξιακών προϋποθέσεων. Έτσι η προτεραιότητα στην παραγωγή και στον εργαλειακό ορθολογισμό απαιτούσε εγκόσμιο ασκητισμό, αφοσίωση στην εργασία, αποταμίευση και στην συνέχεια επένδυση. Αντίθετα η προτεραιότητα στην καταναλωτισμό απαιτεί ανορθολογισμό, κυριαρχία της εικόνας και των συμβόλων έναντι του λόγου, εκμετάλλευση των ενστίκτων. Γράφει ο Λας «η ίδια ιστορική διαδικασία που μετέβαλε τον πολίτη σε πελάτη, μεταμόρφωσε τον εργάτη από παραγωγό σε καταναλωτή. Έτσι, η ιατρική και ψυχιατρική επίθεση στην οικογένεια ως έναν τεχνολογικά οπισθοδρομικό κοινωνικό θεσμό ήρθε μαζί με την εκστρατεία της διαφημιστικής βιομηχανίας να πείσει τους ανθρώπους ότι τα έτοιμα προϊόντα που αγοράζει κανείς από τις από τις μεγάλες αλυσίδες λιανικής πώλησης είναι καλύτερα από αυτά που φτιάχνονται στο σπίτι»(σελ.38). Με αυτό τον τρόπο κάθε προϊόν έχει μια βραχύβια διάρκεια ζωής, αφού η αξία χρήσης του έχει αντικατασταθεί από την ανάγκη για καινοτομία. Κατά αυτό τον τρόπο «μια κοινωνία που οργανώνεται γύρω από τη μαζική παραγωγή δημιουργεί εξάρτηση από την αίσθηση του κατέχειν. Η ανάγκη για καινοτομία και νέα διέγερση γίνεται ακόμα πιο επιτακτική, ενώ παρεμβάλλονται σ’ αυτήν μεσοδιαστήματα ανίας ολοένα και πιο δυσβάσταχτης. Έτσι είναι αρκετά εύστοχή η παρατήρηση του Γουίλλιαμ Μπάροουζ που λέει ότι ο σύγχρονος καταναλωτής συμπεριφέρεται ως «πρεζάκι της εικόνας»(σελ. 42).
Ο Λας αποδεικνύει τις αντιφάσεις που εγκλωβίζονται οι δεξιές ιδεολογίες: « αυτές οι ατομικιστικές αξίες είναι εντελώς αντι-παραδοσιακές, στο εσώτερο νόημα και τις επιπτώσεις τους. Είναι αξίες ενός ρευστού ανθρώπου, που βρίσκεται σε αποσύνδεση από τους προγόνους του, από την οικογενειακή συνθήκη, από οτιδήποτε δημιουργεί δεσμούς και περιορίζει την ελευθερία των κινήσεων. Τι το παραδοσιακό έχει η απόρριψη της ίδιας της παράδοσης, της συνέχειας, και η αποθέωση της ανεστιότητας; Ο συντηρητισμός που ταυτίζεται με τις δυνάμεις της αδιάκοπης κινητικότητας είναι ένας επίπλαστος συντηρητισμός. Όπως είναι εκείνος που προπαγανδίζει υπέρ της αισιοδοξίας, καταγγέλλει την «καταστροφολογία» και αρνείται να ανησυχήσει για το μέλλον»(σελ.48). 
Η επίθεση κατά της οικογένειας είναι χαρακτηριστικό ότι γίνεται το ίδιο έντονα από αυτούς που επικαλούνται μια δεξιά όσο και αριστερή οπτική ώστε ο Λας συμπεραίνει: « η οικογένεια δεν απειλείται μόνο από την οικονομική πίεση, αλλά και από μια ιδεολογία που απαξιώνει τη μητρότητα, ταυτίζει την προσωπική εξέλιξη των ανθρώπων με τη συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας και προσδιορίζει την ελευθερία ως ατομική ελευθερία επιλογής, ως απελευθέρωση από τους δεσμούς αφοσίωσης»(σελ.52).
Ο Λας καταλήγει εξίσου αρνητικός προς την αριστερά και την δεξιά γράφοντας: « η ιδέα μιας «Αριστεράς» έχει εξαντλήσει την ιστορική της ύπαρξη και πρέπει να εγκαταλειφθεί, όπως πρέπει να εγκαταλειφθεί και ένας συντηρητισμός που, σε μεγάλο βαθμό, με τη δική του ρητορική, συγκαλύπτει τις παλαιότερες φιλελεύθερες παραδόσεις. Οι παλιές ταμπέλες δεν έχουν κανένα νόημα πλέον. Το μόνο που καταφέρνουν είναι να μπερδεύουν ακόμα περισσότερο τη συζήτηση αντί να την ξεδιαλύνουν. Αποτελούν προϊόντα μιας παλαιότερης εποχής, της εποχής του ατμού και του χάλυβα, και είναι εντελώς ακατάλληλες για την εποχή της ηλεκτρονικής, του ολοκληρωτισμού και της μαζικής κουλτούρας. Ας αποχαιρετήσουμε αυτούς τους παλιούς μας φίλους, ένθερμα μα ειλικρινά, και ας αναζητήσουμε αλλού έμπνευση και ηθική υποστήριξη»(σελ.55).
Όπως ήταν αναμενόμενο στις θέσεις του Λας ακολούθησε η αντεπίθεση της αμερικάνικης αριστεράς. Σε αυτές θα απαντήσει με το δεύτερο δοκίμιο του βιβλίου με τον τίτλο «γιατί η Αριστερά δεν έχει μέλλον;» Περισσότερα αιχμηρά θα γράψει ότι η αριστερά δεν μπορεί ούτε να παρατηρήσει ούτε να αναλύσει την πραγματικότητα, ενώ διακρίνεται από την πνιγηρή της τάση για αυτοδικαίωση. Εξίσου αδιέξοδη είναι η φιλελεύθερη ιδεολογία που « προσδιορίζοντας το άτομο ως έναν ορθολογικό ωφελιμιστή δεν μπορούσε να αναγνωρίσει καμιά άλλη μορφή συσχέτισης πέραν εκείνης που στηριζόταν στον υπολογισμό του αμοιβαίου οφέλους- δηλαδή, σε ένα συμβόλαιο. Ο φιλελευθερισμός δεν αφήνει κανένα χώρο για εκείνες τις μορφές συσχέτισης που βασίζονται στην αυθόρμητη συνεργασία – ή, στην καλύτερη περίπτωση, καταδικάζει αυτές τις σχέσεις στην ανασφάλεια και το περιθώριο»(σελ.70).
Ο Κ.Λας θα ταχθεί τελικά με τον κοινοτισμό : « η διαμάχη μεταξύ των φιλελεύθερων και των κοινοτιστών στηρίζεται στις διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν πάνω στην έννοια του εαυτού. Ενώ οι πρώτοι τον προσεγγίζουν ως θεμελιωδώς ελεύθερο, ώστε να μπορεί απρόσκοπτα να επιλέγει πάντα μεταξύ μιας πληθώρας εναλλακτικών επιλογών, οι κοινοτιστές επιμένουν ότι ο εαυτός τοποθετείται και συγκροτείται μέσω μιας παράδοσης, είναι μέλος μιας ιστορικά ριζωμένης κοινότητας»(σελ.76). Δεν χαρίζεται ούτε στην δεξιά, ούτε στην αριστερά αφού θα αποκαλύψει τον πυρήνα των κοινών τους παραδοχών.
Τα πορίσματα αυτά δεν στέκονται στον αέρα, αλλά θεμελιώνονται σε ένα σημαντικό έργο που κατά ένα μεγάλο μέρος έχει μεταφραστεί στην χώρα μας .
Στο έργο του «Η κουλτούρα του ναρκισσισμού»(μετ.Βασίλης Τομανάς, εκδόσεις Νησίδες,1999) γράφει ότι «η διόγκωση της γραφειοκρατίας, η λατρεία της κατανάλωσης με τις άμεσες εκπληρώσεις της, αλλά κυρίως η διάλυση της αίσθησης της ιστορικής συνέχειας έχουν μετασχηματίσει την προτεσταντική ηθική ενώ συγχρόνως οδήγησαν στη λογική τους κατάληξη τις υποβαστάζουσες βασικές αρχές της καπιταλιστικής κοινωνίας… Σε μια κοινωνία που έχει περιστείλει τον Λόγο σε σκέτον υπολογισμό, ο Λόγος δεν μπορεί να επιβάλλει όρια στο κυνήγι της ηδονής –στην άμεση εκπλήρωση οποιασδήποτε επιθυμίας, ανεξάρτητα από το πόσο διεστραμμένη, νοσηρή, εγκληματική ή απλώς ανήθικη είναι. Γιατί οι γνώμονες που θα καταδίκαζαν το έγκλημα ή την ωμότητα απορρέουν από τη θρησκεία, τη συμπόνια ή το Λόγο που απορρίπτει τις καθαρά εργαλειακές εφαρμογές ⸱ και καμία από αυτές τις ξεπερασμένες μορφές σκέψης ή αίσθησης δεν έχει λογικά θέση σε μια κοινωνία που βασίζεται στην εμπορευματική παραγωγή»(σελ.76). 
Στο έργο του «Λιμάνι σ’ έναν άκαρδο κόσμο- η οικογένεια υπό πολιορκίαν» (μετ.Β.Τομανάς, εκδόσεις Νησίδες, 2007) ερευνά το μέλλον της οικογενειακής ζωής στον δυτικό κόσμο ξεκινώντας από το δυσοίωνο ερώτημα «μήπως οι ίδιες θύελλες που γεννούν την ανάγκη για ένα τέτοιο λιμάνι απειλούν να καταβροχθίσουν και την οικογένεια; »(σελ.17).
Τέλος το έργο του Λας «Ο ελάχιστος εαυτός»( μετ.Β.Τομανάς, εκδόσεις Νησίδες, 2006) συμπεραίνει ότι στις σημερινές συνθήκες «η εαυτότητα γίνεται κάτι σαν πολυτέλεια, εκτός τόπου σε μια εποχή επικείμενης λιτότητας. Η εαυτότητα υποδηλώνει προσωπική ιστορία, φίλους, οικογένεια, μια αίσθηση τόπου. Σε κατάσταση πολιορκίας ο εαυτός συστέλλεται σ’ έναν αμυντικό πυρήνα εξοπλισμένο ενάντια στις αντιξοότητες. Η συναισθηματική ισορροπία απαιτεί έναν ελάχιστο εαυτό και όχι τον επιβλητικό εαυτό του πρόσφατου παρελθόντος(σελ.11). Ο Λας θα εντοπίσει τους κινδύνους από την απεριόριστη οικονομική μεγέθυνση, την απεριόριστη τεχνολογική ανάπτυξη και την απεριόριστη εκμετάλλευση της φύσης, ενώ εμφατικά επισημαίνει ότι «οι άνθρωποι που δεν έχουν ρίζες δεν ενδιαφέρονται για το μέλλον ούτε για το παρελθόν»(σελ.12).
Η μετάβαση του καπιταλισμού από το καλβινιστικό ιδεώδες της εργασίας και της αποταμίευσης στην αρχή της ηδονής και η τοποθέτηση σε προτεραιότητας της κατανάλωσης αντί της παραγωγής επισημάνθηκε από τον Ντάνιελ Μπέλ στο έργο του « Ο πολιτισμός της μεταβιομηχανικής Δύσης». Με μεγαλύτερη αναλυτική σαφήνεια ο Π.Κονδύλης τονίζει πως «η μαζική δημοκρατία δεν χρειάζεται μονάχα την τεχνική ορθολογικότητα και την απόδοση για να λειτουργήσει. Εξ ίσου χρειάζεται –για πρώτη φορά στην ίσαμε τώρα ιστορία – ηδονιστικές στάσεις και αξίες, οι οποίες εν μέρει κάνουν ψυχολογικά ελκυστική και εν μέρει δικαιώνουν ηθικά την οικονομικά αναγκαία μαζική κατανάλωση των μαζικά παραγόμενων καταναλωτικών προϊόντων. Στο εύρος του φάσματος των ηδονιστικών στάσεων και αξιών αντιστοιχεί το εύρος των καταναλωτικών δυνατοτήτων»( Π.Κονδύλη «Η παρακμή του Αστικού Πολιτισμού- από την μοντέρνα στη μεταμοντέρνα εποχή και από το φιλελευθερισμό στη μαζική δημοκρατία»(εκδόσεις Θεμέλιο 1995, σελ.245). Βεβαίως η κυριαρχία του ηδονισμού θα έχει συνέπεια τα πάντα να συνδυάζονται με τα πάντα και όλες οι προηγούμενες αξιολογήσεις να αντικατασταθούν από το σύνολο των στάσεων που ο Π.Κονδύλης ονόμασε «χαρούμενο μηδενισμό». 
Η πτώση των καθεστώτων που επικαλούνταν τον μαρξισμό δεν θα σημάνει την νίκη του φιλελευθερισμού αλλά σύμφωνα με τον Π.Κονδύλη τον ταυτόχρονο θάνατο αριστεράς και δεξιάς γράφοντας: « από την άποψη αυτήν αποτελεί βέβαια οπτική απάτη να ερμηνεύσουμε την κατάρρευση του μαρξισμού ως νίκη του φιλελευθερισμού. Μάλλον πρέπει να πούμε ότι μαζί με τον μαρξισμό εξαφανίσθηκαν τα τελευταία κατάλοιπα της αστικής κοσμοθεωρίας. Άλλωστε ο μαρξισμός ήταν η τελευταία μεγάλη κοσμοθεωρητική σύνθεση που διαμορφώθηκε σε στενή επαφή με την αστική σκέψη και συμμεριζόταν τις ουσιαστικές της προϋποθέσεις: οικονομισμός και ανθρωπισμός συμπορεύονταν και στο δικό του πλαίσιο, και μάλιστα συνάπτονταν με μια αίσθηση του κόσμου προσανατολισμένη κατά πρώτο λόγο στον χρόνο και στην ιστορία»(ό.π. σελ.300,301).
Το δοκίμιο του Κ.Λας μας επισημαίνει ότι η δεξιά ακολουθώντας την μεταβιομηχανική κοινωνία είναι ανακόλουθη και δεν μπορεί να υπερασπιστεί κοινωνικά αναγκαία συλλογικότητες όπως την οικογένεια. Ο ατομικισμός και ωφελιμισμός του φιλελευθερισμού επιτείνει τα προβλήματα. Η αριστερά από την πλευρά της ή δεν μπορεί να ερμηνεύσει ρεαλιστικά την πραγματικότητα ή προσχωρεί στον πολιτιστικό σχετικισμό που αντιστοιχεί στην κυριαρχία της ηδονής και του χαρούμενου μηδενισμού της μαζικής δημοκρατίας. Τελικά ο Λας στην πτώση της δεξιάς και της αριστεράς μας προτείνει ως θετική διέξοδο τον κοινοτισμό ακριβώς γιατί ο άνθρωπος δεν είναι άτομο, ούτε νάρκισσος, ούτε ο ελάχιστος εαυτός αλλά «συγκροτείται μέσω μιας παράδοσης» δηλαδή ως «μέλος μιας ιστορικά ριζωμένης παράδοσης»(σελ.76).

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2019

Μνημονεύετε Στρατηγό Μακρυγιάννη: " για την ματοκυλισμένη μικρή πατρίδα"



Την ελευθερία της πατρίδας δεν την κατέκτησαν οι χαβαλέδες, οι φιλοτομαριστές, οι απαίδευτοι, την κατέκτησαν αυτοί που είχαν την αίσθηση της θυσίας, από τον Στρατηγό Μακρυγιάννη,με τον απελέκητο λόγο που έλεγε ο Γ.Σεφέρης, ως τον Κ,Κανάρη (απόψε Κωνσταντή θα πεθάνεις, έλεγε,όταν ανατίναζε την τουρκική ναυαρχίδα). Ακολουθούν αποσπάσματα από τα απομνημονεύματα του Στρατηγού Μακρυγιάννη (Εκδόσεις Μπαυρον, Αθήνα χ.χ.)
" Ο Θεός , οπού μας έδωσε αυτό το μικρό βασίλειον, μπορεί να μας δώση και τρανό. Και τότε αυτός ο ίδιος θα βασιλέψη. Εγώ τόση τύχη έχω -σολντάτος είμαι. Αν δεν με πέθανε το ντουφέκι του Τούρκου, θα με πεθάνη το σκαλιστήρι. Όμως εγώ δεν ξέρω κολακείες και πάντοτες είπα την αλήθεια. Ό,τι γράφω εδώ του το είπα και στοματικώς πολλάκις, ότι 'σ αυτείνη την πατρίδα, οπού βασιλεύει αυτός, όσο να γένη έτοιμον το βασίλειον έλυωσαν λιοντάρια -εγώ 'μπρός 'σ εκείνους ειμ' ένας ψύλλος.Όμως έκαμα κ' εγώ ό,τι μπορούσα. Είχα δυό ποδάρια, τζακίστη το ένα, είχα δυό χέρια, έχω ένα, την κοιλιά μου τρύπια, το κεφάλι με δυό τρύπες. Το λοιπόν, αν θέλωμεν, τό λίγον να γένη μεγάλον, πρέπει να λατρεύομεν Θεόν, ν' αγαπάμε πατρίδα, νάχωμεν αρετή, τα παιδιά μας να τα μαθαίνωμεν γράμματα κ' ηθική. Αυτό μου κόβει το κεφάλι μου και λέω. Κι' ο Βασιλέας ναχη κυβέρνησες πατριωτικές, κι ο ίδιος να είναι αλάργα από τους γλυκόγλωσσους, τους κόλακες, και να μην τους δίνη και πολυτρώνε και σκάσουν από την πολυφαγία, ενώ οι αγωνισταί μένουν γυμνοί και πεθαίνουν της πείνας. Όποιος δουλεύει θέλει το μεριατικόν του"(σελ.460).
" Η αρετή κι ο πατριωτισμός και η φρονιμάδα κάνουν την πατρίδα να υπάρξη και να ευτυχήση. Η κακία και η διοτέλεια χάνουν την πατρίδα και την χάνουν και ζημιώνονται όσοι μένουν ζωντανοί"(σελ.467).
Απευθυνόμενος στον Όθωνα γράφει:" και καταγίνετε να γυρίση από την θρησκεία τους τους απογόνους των παλιών Ελλήνων, τα παιδιά του Ρήγα, του Μάρκου Μπότζαρη, του Καραϊσκάκη, του Δυσσέα, του Διάκου, του Κολοκοτρώνη, του Νικήτα, του Κυργιακούλη, του Μιαούλη, του Κανάρη, των Υψηλάντων κι αλλουνών πολλών, οπού θυσίασαν και τη ζωή τους και την κατάστασιν τους δι' αυτείνη την ορθόδοξη θρησκεία και δι' αυτείνη την ματοκυλισμένη μικρή τους πατρίδα"(σελ.479)
"Κι᾿ ὅσα σημειώνω τὰ σημειώνω γιατί δὲν ὑποφέρνω νὰ βλέπω τὸ ἄδικον νὰ πνίγη τὸ δίκιον. Διὰ ῾κεῖνο ἔμαθα γράμματα εἰς τὰ γεράματα καὶ κάνω αὐτὸ τὸ γράψιμον τὸ ἀπελέκητο, ὅτι δὲν εἶχα τὸν τρόπον ὄντας παιδὶ νὰ σπουδάξω· ἤμουν φτωχὸς κ᾿ ἔκανα τὸν ὑπερέτη καὶ τιμάρευα ἄλογα κι᾿ ἄλλες πλῆθος δουλειὲς ἔκανα νὰ βγάλω τὸ πατρικό μου χρέος, ὁποῦ μας χρέωσαν οἱ χαραμῆδες, καὶ νὰ ζήσω κ᾿ ἐγὼ σὲ τούτην τὴν κοινωνίαν ὅσο ἔχω τ᾿ ἀμανέτι τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ σῶμα μου. Κι᾿ ἀφοῦ ὁ Θεὸς θέλησε νὰ κάμῃ νεκρανάστασιν εἰς τὴν πατρίδα μου, νὰ τὴν λευτερώσῃ ἀπὸ τὴν τυραγνίαν τῶν Τούρκων, ἀξίωσε κ᾿ ἐμένα νὰ δουλέψω κατὰ δύναμη λιγώτερον ἀπὸ τὸν χερώτερον πατριώτη μου Ἕλληνα. Γράφουν σοφοὶ ἄντρες πολλοί, γράφουν τυπογράφοι ντόπιοι καὶ ξένοι διαβασμένοι γιὰ τὴν Ἑλλάδα – ἕνα πράμα μόνον μὲ παρακίνησε κ᾿ ἐμένα νὰ γράψω, ὅτι τούτην τὴν πατρίδα τὴν ἔχομεν ὅλοι μαζί, καὶ σοφοὶ καὶ ἀμαθεῖς καὶ πλούσιοι καὶ φτωχοὶ καὶ πολιτικοὶ καὶ στρατιωτικοὶ καὶ οἱ πλέον μικρότεροι ἄνθρωποι· ὅσοι ἀγωνιστήκαμεν, ἀναλόγως ὁ καθείς, ἔχομεν νὰ ζήσωμεν ἐδῶ. Τὸ λοιπὸν δουλέψαμεν ὅλοι μαζί, νὰ τὴν φυλάμεν κι᾿ ὅλοι μαζὶ καὶ νὰ μὴν λέγη οὔτε ὁ δυνατὸς «ἐγώ», οὔτε ὁ ἀδύνατος. Ξέρετε πότε νὰ λέγη ὁ καθεὶς «ἐγώ»; Ὅταν ἀγωνιστῆ μόνος του καὶ φκειάση, ἢ χαλάση, νὰ λέγη ἐγὼ· ὅταν ὅμως ἀγωνίζονται πολλοὶ καὶ φκειάνουν, τότε νὰ λένε «ἐμεῖς». Εἴμαστε εἰς τὸ «ἐμεῖς» κι᾿ ὄχι εἰς τὸ «ἐγώ». Καὶ εἰς τὸ ἑξῆς νὰ μάθωμεν γνώση, ἂν θέλωμεν νὰ φκειάσωμεν χωριόν, νὰ ζήσωμεν ὅλοι μαζί. Ἔγραψα γυμνὴ τὴν ἀλήθεια, νὰ εἰδοῦνε ὅλοι οἱ Ἕλληνες ν᾿ ἀγωνίζωνται διὰ τὴν πατρίδα τους, διὰ τὴν θρησκεία τους, νὰ ἰδοῦνε καὶ τὰ παιδιά μου καὶ νὰ λένε· «Ἔχομεν ἀγῶνες πατρικούς, ἔχομεν θυσίες», ἂν εἶναι ἀγῶνες καὶ θυσίες. Καὶ νὰ μπαίνουν σὲ φιλοτιμίαν καὶ νὰ ἐργάζωνται εἰς τὸ καλό της πατρίδας τους, τῆς θρησκείας τους καὶ τῆς κοινωνίας. Ὅτι θὰ εἶναι καλὰ δικά τους. Ὄχι ὅμως νὰ φαντάζωνται γιὰ τὰ κατορθώματα τὰ πατρικά, ὄχι νὰ πορνεύουν τὴν ἀρετὴ καὶ νὰ καταπατοῦν τὸν νόμον καὶ νά ῾χουν τὴν ἐπιρροὴ γιὰ ἱκανότη(σελ.517,518).

Π.Κονδύλης: οι κλασσικοί του μαρξισμού και οι στρατοί- δίκαιοι και άδικοι πόλεμοι, η αναγκαιότητα να οργανωθούν στρατιωτικά τα πάντα



Στην "Θεωρία του Πολέμου" ο Π.Κονδύλης εξετάζει αναλυτικά όχι μόνο τις απόψεις του Κλαούζεβιτς αλλά και αυτές των Μάρξ. Ενγκελς, Λένιν. Αφενός δείχνει τις διακυμάνσεις που έχουν αυτές αφετέρου την προτίμηση τους στον τακτικό στρατό έναντι του ανταρτοπόλεμου. Οι Μαρξ και Ενγκελς ενώ θεωρούσαν τον στρατό "ως εργαλείο στα χέρια της εκάστοτε κυρίαρχης τάξης" , αποδέχονταν ότι η μαζική υποχρεωτική θητεία του έδωσε λαϊκά χαρακτηριστικά ενώ τόσο ο Μάρξ όσο και ο Ένγκελς κατέληγαν ότι αφού η Ρωσία έχει τόσο ισχυρό στρατό θα πρέπει όλα τα ευρωπαϊκά κράτη να διατηρούν στρατούς. Συγκεκριμένα "και ο Engels συνηγορούσε υπέρ της αναδιοργάνωσης του πρωσσικού στρατού μεταξύ άλλων με το επιχείρημα ότι ο ετοιμοπόλεμος στρατός χρειάζεται έτσι κι αλλιώς "όσο κανείς έχει από τη μια τον γαλλικό στρατό κι από την άλλη τον ρώσσικο". Επί πλέον πίστευε ότι η εσωτερική πολιτική δεν είναι δυνατόν να καθορίζει από μόνη της την αριθμητική δύναμη του στρατού, αλλά ότι πρωταρχικό και αυτοτελή παράγοντα αποτελεί εδώ η εξωτερική πολιτική, δηλαδή ο ανταγωνισμός στο διεθνές επίπεδο, ο οποίος διεξάγεται ανεξάρτητα από το πολίτευμα των κρατών"(σελ.213). Παρά λοιπόν ότι μετά την Κομμούνα του Παρισιού ζητούν οι μόνιμοι στρατοί να αντικατασταθούν με λαϊκές πολιτοφυλακές όμως "όταν ζητούσαν τον "'ένοπλο λαό", την "πράγματι γενική στρατιωτική θητεία", "έναν στρατό με βραχύ χρόνο εκπαίδευσης και μακρά υποχρέωση υπηρεσίας", το έκαναν πάντοτε έχοντας κατά νούν την υποτιθέμενη συνάφεια μεταξύ γενικής υποχρεωτικής θητείας και εσωτερικού εκδημοκρατισμού"(σελ.263) 
Ο Λένιν θεωρεί τους εμφύλιους ως το ανώτατο στάδιο , την οξύτερη μορφή του ταξικού αγώνα, ακόμη και αν αυτοί που πολεμούσαν προέρχονταν από την ίδια τάξη, για παράδειγμα την αγροτική. Την ίδια ερμηνεία ακολουθούν συνήθως τα περισσότερα Κ.Κ.,παρότι σε αρκετές περιπτώσεις προσθέτουν μια εθνικοαπελευθερωτική διάσταση. Σε ένα σημείο θα γράψει "δεν είμαστε ειρηνιστές και δεν μπορούμε ν' αρνηθούμε έναν επαναστατικό πόλεμο"(σελ.302). Επίσης "ο Λένιν ονομάζει όλους τους δίκαιους πολέμους αμυντικούς ανεξαρτήτως του ποιός επιτίθεται πρώτος. Τούτο υποδηλώνει μια διάκριση ανάμεσα στην πολιτική και στην στρατηγική έννοια της επίθεσης και της άμυνας"(σελ.302).
Γράφει ο Κονδύλης ότι ο Λένιν υποστήριζε ότι σύγχρονος στρατός μπορεί να είναι μοχλός ανάπτυξης για όλη την οικονομία: "Πριν από το 1917 ο Λένιν είχε επισημάνει τον πρότυπο οργανωτικό χαρακτήρα του στρατού υπό την πολιτική έννοια: "Ας δούμε τον σύγχρονο στρατό. Εδώ έχουμε ένα καλό πρότυπο οργάνωσης . Και καλή είναι η οργάνωση αυτή μόνον και μόνον επειδή είναι αρκετά ελαστική, ενώ συνάμα μπορεί να καθοδηγήσει με ενιαία βούληση εκατομμύρια ανθρώπους...Το ίδιο ισχύει και για τον αγώνα της εργατικής τάξης ενάντια στην αστική". Μετά το 1917 μίλησε επανειλημμένα για την αναγκαιότητα μεταφοράς του προτύπου της στρατιωτικής οργάνωσης στην οργάνωση της οικονομίας. Όλες οι δυνάμεις, όσες ενεργοποιήθηκαν κατά τη συγκρότηση του στρατού, θα έπρεπε τώρα να επιστρατευθούν για τη συγκρότηση της οικονομίας. Σκοπός των εργατικών τούτων στρατιών θα ήταν να "εντείνουν και να οργανώσουν όλες τις υπάρχουσες δυνάμεις με στρατιωτικό τρόπο, για να θέσουν υπό τον έλεγχό τους μεγάλα αποθέματα τροφίμων και να τα προωθήσουν στα κέντρα της βιομηχανικής ανοικοδόμησης. Για το σκοπό αυτό πρέπει να συγκροτηθούν με κάθε θυσία εργατικές στρατιές και να οργανωθούν στρατιωτικά τα πάντα". Το γεγονός ότι στον στρατό πρωτοχρησιμοποιήθηκαν "αστοί ειδικοί" φαινόταν ν' αποτελεί ένα καλό παράδειγμα της καταλληλότητας του στρατού ως πεδίου πρωτοπόρων κοινωνικών πειραμάτων: " την ίδια εμπειρία πρέπει να την εφαρμόσουμε και στη βιομηχανία" "(σελ.316).
Πράγματι στην πρώην ΕΣΣΔ ο στρατιωτικός τομέας πάντα ανθούσε σε αντίθεση με την υπόλοιπη οικονομία, ειδικά αυτή που αφορούσε τα καταναλωτικά προϊόντα που παρήκμασε και ήταν η κυριότερη αιτία της γενικότερης δυσαρέσκειας.

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2019

Στις 11 Νοεμβρίου 2019 στην Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών συζητάμε για τον Παναγιώτη Κονδύλη

Στις 11 Νοεμβρίου 2019 στις 6.μ.μ., καλεσμένοι στην Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών , Ιπποκράτους 63, 3ος όροφος, 
με τον Γιώργο Καραμπελιά για την εξέλιξη του στοχασμού του Παναγιώτη Κονδύλη και τον τρόπο που ερμήνευσε το εθνικό ζήτημα.






Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2019

Σώτη Τριανταφύλλου, ιδιαίτερα εύστοχη στα ΝΕΑ 19.10.2019 για την Τουρκία






Δυστυχώς τα ΝΕΑ δεν δημοσιεύουν ελεύθερα στο διαδίκτυο τα άρθρα των συνεργατών τους, γι' αυτό και θα αναπαράγω ένα τμήμα από το άρθρο της Σώτης Τριανταφύλλου με τον τίτλο "Το ματς" που περιγράφει με τεκμηριωμένο τρόπο, δίχως υπεκφυγές, τις συνέπειες που έχει η στάση της Τουρκίας.
Συμπεραίνει ότι "ο στόχος της Τουρκίας δεν ήταν να γίνει "μέλος" της Ευρώπης, στόχος της ήταν και παραμένει η κυριαρχία της μέσω της δημογραφίας, της θρησκείας και του πολιτικού ισλάμ, της προοπτικής του χαλιφάτου. Ο κεμαλισμός δεν υπάρχει:η Τουρκία κινείται προς το πακιστανικό μοντέλο μέσα στη γενική αδιαφορία ή μέσα στην τρελή ευρωπαϊκή αισιοδοξία. Η ιστορία της είναι μια σειρά από γενοκτονίες, διπλωματική διπροσωπία, παντουρκισμό, κοινωνικό δαρβινισμό - προπάντων, η Τουρκία εμφορείται από το σύμπλεγμα κατωτερότητας των ελλειμματικών πολιτισμών έναντι της Ευρώπης που εκδηλώνεται με ευθυξία, σπασμωδικότητα, με τον φόβο της ταπείνωσης".
Γράφει λοιπόν η Σώτη Τριανταφύλλου αρχικά: "το χρονικό της μάταιης προσπάθειας για συνεννόηση Ευρώπης-Τουρκίας συμπυκνώνει την ευρωπαϊκή παθολογία και καταδεικνύει την αποτυχία της πολιτικής του κατευνασμού. Ο τουρκο-γερμανός ευρωβουλευτής Βουράλ Εζερ, που εκφράζει με άνεση τις τουρκικές βλέψεις, στρογγυλοκάθεται στα έδρανα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος: "Θα ολοκληρώσουμε αυτό που άρχισε ο Σουλεϊμάν με την πολιορκία της Βιέννης το 1529. Θα κατακλύσουμε την Ευρώπη χάρη στους καρπερούς άνδρες μας και στις υγιείς γυναίκες μας. Το 2100 στη Γερμανία θα ζουν 35 εκατομμύρια Τούρκοι και 20 εκατομμύρια Γερμανοί". Η ΕΕ απαντάει: Βάλτε τα δυνατά σας, θα σας βοηθήσουμε κι εμείς. Ήδη σας βοηθάμε. Το 1949, η Τουρκία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ αν και κράτησε φιλογερμανική στάση στο Β' παγκόσμιο Πόλεμο. Στη συνέχεια, ζήτησε και πέτυχε ειδική μεταχείριση από την ΕΟΚ(π.χ. τελωνειακές διευκολύνσεις) κι όταν υπέβαλε αίτημα ένταξης η ευρωπαϊκή Αριστερά τη στήριξε ενθουσιωδώς. Ως αιθεροβάμων (αν είμαστε καλοπροαίρετοι) ή ως υπονομευτική του ευρωπαϊκού πολιτισμού (πράγμα πιθανότερο) έβλεπε τους Τούρκους σαν κλώνους του Ναζιμ Χιμέτ και του Γιλμάζ Γκιουνέι. Το 1989, όταν λέγαμε ότι μια μουσουλμανική χώρα, με τέτοιο μέγεθος, δίχως δημοκρατικούς θεσμούς και με ιστορία επιθετικότητας και κατακτήσεων έναντι της Ευρώπης δεν μπορεί να γίνει δεκτή στην ΕΟΚ, η Αριστερά απαντούσε "Αχά! Ώστε η Ευρώπη είναι μια κλειστή λέσχη χριστιανών..." Μάλιστα, είναι".
Η Σώτη Τριανταφύλλου επισημαίνει ότι αρχικά η Ε.Ε έδινε ετήσια βοήθεια στην Τουρκία περίπου 800 εκατ. ευρώ, τα οποία τα διαχειριζόταν κατά βούληση, χωρίς μάλιστα να προχωρήσει σε θεσμικές μετταρυθμίσεις. Η παροχή αυτή συνεχίστηκε και μετά το 2007 οπότε διαπραγματεύσεις πάγωσαν με πρωτοβουλία της Γαλλίας-Γερμανίας. Στην συνέχεια "η Τουρκία υιοθετούσε όλο και πιο αυταρχική και ισλαμική φυσιογνωμία: η σύγκρουση με τους Κούρδους επιδεινώθηκε, τα εσωτερικά κινήματα κατεστάλησαν βιαίως, οι προκλήσεις έναντι της Ευρώπης και της Ελλάδας πολλαπλασιάστηκαν, ενώ μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 το καθεστώς Ερντογαν απελευθερώθηκε από κάθε πρόσχημα".
Βεβαίως "η ΕΕ δεν τιμώρησε την Τουρκία για την εισβολή στην Κύπρο, αν και , κάπου-κάπου, κάτι μουρμουρίζει ότι θα περικόψει την οικονομική βοήθεια και τα επενδυτικά δάνεια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας. Σκασίλα της της Τουρκίας! Εισδύει άνετα στην οικονομική ζώνη της Κύπρου (πετρέλαιο, φυσικό αέριο) και καθοδηγεί μέσω των τζαμιών το σουνιτικό Ισλάμ στη Δύση. Και μολονότι πρόκειται για rogue state που θα μπορούσε να γονατίσει από οικονομικές, όχι στρατιωτικές κυρώσεις, εμείς υπογράφουμε συμφωνίες όπως αυτή του 2016 περί της αναχαίτισης των μεταναστών έναντι έξι δις ευρώ. Η Τουρκία δεν τήρησε τη συμφωνία: διοχέτευσε στην Ευρώπη όσους περισσότερους μπορούσε και όσους ήξερε ότι πρόσκεινταν στους τζιχαντιστές: με την υποχώρηση του ISIS στη Συρία και στο Ιράκ, αυτοί που ήθελαν να φύγουν ήταν οπαδοί του ISIS.
Τα "κριτήρια της Κοπεγχάγης" περί κράτους δικαίου, θεμελιωδών δικαιωμάτων, προστασίας της αντιπολίτευσης και των μειονοτήτων, διαχωρισμού των εξουσιών και τα τοιαύτα δεν μπορούν να εφαρμοστούν σε κοινωνίες σαν την τουρκική. Αλλά η ΕΕ πίστευε ότι όλοι οι άνθρωποι, όλοι οι λαοί, έχουν τις ίδιες αξίες και επιθυμίες. Κι όταν, με τα πολλά, κατάλαβε την γκάφα, άρχισε να κωλυσιεργεί στις δήθεν διαπραγματεύσεις ένταξης και να δείχνει αποστροφή για το τουρκικό καθεστώς, τότε ο Ερντογαν τσαντίστηκε ακόμα περισσότερο. Αλλά η επιρροή που ασκεί η Τουρκία στις τουρκικές κοινότητες στην Ευρώπη, με ντιρεκτίβες όπως εκείνη στους Τούρκους της Γερμανίας να ψηφίσουν εναντίον της Άνγκελα Μέρκελ (να τη "χαστουκίσουν") και με ένα περίπλοκο και ευρύτατο δίκτυο ισλαμικής διείσδυσης δεν είναι αποτέλεσμα εκνευρισμού είναι το σχέδιο που περιέγραψε ο Βουράλ Εζέρ.
Η προπαγάνδα περί της μεγάλης κοσμικής δημοκρατίας του μουσουλμανικού κόσμου περιέχει όλες τις αυταπάτες και τα ψέματα της ευρωπαϊκής Αριστεράς και της πολιτικής ορθότητας. Έχουν περάσει πολλές δεκαετίες από τότε που ο Ατατούρκ προσπάθησε να μεταρρυθμίσει τη χώρα του΄ αλλά ο δυτικός τροπισμός ήταν στάση των ελιτ, δεν είχε βάθος. Μερικές φορές νομίζω πως όταν οι ευρωπαίοι αριστεροί μιλάνε για τους Τούρκους εννοούν την ευρωφιλική νεολαία της Ιστανμπούλ -σαν να μην έχουν ιδέα τι συμβαίνει στις τεράστιες αγροτικές μάζες της ενδοχώρας".

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2019

Πέτρος Πιζάνιας: Επανάσταση και έθνος, μια ιστορική-κοινωνιολογική προσέγγιση του'21:ιδεολογική μονομέρεια και επιστημονική τεκμηρίωση



Η εφημερίδα ΒΗΜΑ διανέμει κάθε Κυριακή την "Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-1871" μια έκδοση υπό την διεύθυνση του ιστορικού Βασίλη Παναγιωτόπουλου. Στον τρίτο τόμο περιέχεται το δοκίμιο του του ομότιμου καθηγητή του Ιόνιου Πανεπιστημίου Πέτρου Πιζάνια.
Νομίζω ότι έχει τις ακόλουθες αδυναμίες που υπονομεύουν την ευστοχία του:
Χρησιμοποιεί αξιολογικά, ιδεολογικά, φορτισμένους όρους που δεν ταιριάζουν σε μια επιστημονική εργασία. Μάλιστα οι ιδεολογικοί όροι χρησιμοποιούνται με τέτοιο υποτιμητικό - πολεμικό ύφος ώστε η εργασία του να προσεγγίζει έντονα προς ένα ιδεολογικό μανιφέστο παρά μια νηφάλια επιστημονική προσέγγιση. Λαμβάνει ως δεδομένο ισχυρισμούς του που πρέπει να τεκμηριώσει. Η βιβλιογραφία που χρησιμοποιεί, ειδικά ως προς το θέμα των κοινοτήτων, είναι μονομερής και ανεπαρκής ώστε ο αναγνώστης δεν μπορεί να σχηματίσει ορθή εικόνα.
Στην πρώην ΕΣΣΔ αναφερόταν ότι κανείς δεν γνώριζε το μέλλον του παρελθόντος με την έννοια ότι η ιστορία ξαναγραφόταν κάθε φορά ώστε να εξυπηρετεί τρέχοντες πολιτικούς σκοπούς.
Έτσι ο Γ.Κορδάτος για να θεμελιώσει την μαρξιστική εξελικτική πορεία ανέδειξε στο 1821 την σημασία της αστικής τάξης. Αλλά κατά την διάρκεια της κατοχής όταν επιδιωκόταν η ενίσχυση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα προβλήθηκε η ερμηνεία του 1821 από τον Γ.Ζεύγο που τόνιζε την συμβολή του λαϊκού παράγοντα.
Ο Π.Πιζάνιας ισχυρίζεται ότι η "εθνοκεντρική ιστοριογραφία συστηματοποιήθηκε το 19ο αιώνα από τον Κ.Παπαρρηγόπουλο ως μικρή περιφερειακή κοσμοθεωρία του ελληνικού έθνους. Θεμελιώθηκε σε μια μεταφυσική έκπτωση και ταυτοχρόνως σε μια υποτυπώδη τυποποίηση της φιλοσοφίας του Εγέλου για την ιστορία και τον ιστορικό χρόνο, την οποία διατύπωσε ίσως παράλληλα, αλλά πάντως ήδη από το 1850, ο Σπ.Ζαμπέλιος. Ο Κ.Παπαρρηγόπουλος βλέπει το επαναστατικό φαινόμενο του 1821 ως αναμενόμενο και αυτονόητο γεγονός εντός της τρισχιλιετούς συνέχειας του ελληνικού έθνους. Για το ρομαντικό ιστορικό η μακρά συνέχεια του έθνους προκύπτει από ένα λογικό και πραγματολογικό αμάλγαμα"(σελ.33).
Βεβαίως είναι δύσκολο σε ένα τόσο περιορισμένο κείμενο να συγκεντρωθούν τόσες πολλές αθεμελίωτες κατηγορίες. Όμως τον Κ.Παπαρρηγόπουλο θαύμαζε ο Κ.Δημαράς ο οποίος του αφιέρωσε μια ομιλία και μια ανεξάρτητη μονογραφία. Ο Π.Κιτρημολίδης θεωρεί την ιστορία του Κ.Παπαρρηγόπουλου το σημαντικότερο διανοητικό επίτευγμα του 19ου αιώνα. Αλλά την πολιτιστική συνέχεια του ελληνισμού την υποστηρίζουν οι σημαντικότεροι ιστορικοί και βέβαια ο Ν.Σβορώνος, που υπήρξε ο δάσκαλος ιστορικών όπως ο Π.Πιζάνιας αλλά ο Άρης Βελουχιώτης στον διάσημο λόγο του στην Λαμία. Η πολιτιστική συνέχεια δεν είναι προϊόν ρομαντισμού αλλά ιστορία θεμελιωμένη στα γεγονότα και στις πηγές. Αν ήταν συνεπής σε ότι υποστηρίζει θα έπρεπε τις κατηγορίες που εγείρει κατά του Παπαρρηγόπουλου να τις εγείρει και κατά των Δημαρά, Σβορώνου, Βελουχιώτη. Όμως είναι τουλάχιστον οξύμωρο ένας ιστορικός με μαρξιστικές αφετηρίες να κατηγορεί τον Ζαμπέλιο για τον υποτιθέμενο εγελιανισμό του, όταν η μαρξιστική σκέψη καθορίστηκε από την σχέση της με τον Έγελο.
Επίσης ,ο Π.Πιζάνιας κατηγορεί τον Παπαρρηγόπουλο ότι υπερασπιζόταν την μοναρχική μεγάλη ιδέα και την "επέκταση της ελληνικής επικράτειας με στρατιωτικά μέσα". Βέβαια η Μεγάλη Ιδέα διατυπώθηκε κατά τον ιστορικό Κ.Σβολόπουλο , αρχικά από τον Καποδίστρια και στην συνέχεια από τον Κωλέττη και φαντάζομαι ότι δεν θα υπήρχαν αλλά μέσα από τα στρατιωτικά για να απελευθερωθούν εδάφη από την τουρκική κυριαρχία.
Το ελληνικό έθνος δεν κατασκευάστηκε από την ελληνική επανάσταση. Σε αυτό συμφωνούν ιστορικοί όπως Ε.Γκέλλνερ που συμπεραίνουν ότι στην χώρα μας διαψεύδεται η θεωρία τους ότι τα έθνη δημιουργούνται από την σύμπτωση του προτεσταντισμού, (που ευνόησε τις εθνικές γλώσσες) ,με την βιομηχανική επανάσταση. Μάλιστα με γλαφυρό τρόπο γράφει ότι ενώ το Ναύπλιο δεν ήταν Μάντσεστερ υπήρχε ήδη ένα επαναστατημένο έθνος. Τις απόψεις αυτές που δεν συνηγορούν περί "την κατασκευή νέου έθνους" ο Π.Πιζάνιας τις αποσιωπά.
Αναφέρεται σε αρκετές περιπτώσεις ο Πιζάνιας, στον "εκκλησιαστικό σκοταδισμό". Όμως παραλείπει να αναφέρει τα γεγονότα που αναιρούν τον ισχυρισμό αυτό όπως τον εκπαιδευτικό ρόλο του Πατριάρχη Κύριλλου Λούκαρη που δημιούργησε το πρώτο τυπογραφείο αλλά και πολύ περισσότερο ότι σημαντικοί Διαφωτιστές όπως ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Ν.Θεοτόκης, ο Ιώσηπος Μοισιόδακας υπήρξαν συγχρόνως κορυφαίοι κληρικοί. Η συμβολή του κλήρου είναι σημαντική τόσο στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό όσο και σε κινήσεις κριτικές σε αυτόν. Κληρικοί όπως ο πατρό Κοσμάς συνέβαλαν όσο λίγοι στην επέκταση της πρωταρχικής παιδείας του ελληνικού λαού.Έτσι το ερώτημα του "πως δημιουργείται ένας Έλληνας διαφωτιστής διανοούμενος, πως ξεπερνάει τον οθωμανικό και εκκλησιαστικό σκοταδισμό;" (σελ.40) είναι ψευδές διότι αυτούς που θεωρεί ως σκοταδιστές είχαν διπλή ιδιότητα: διακεκριμένοι κληρικοί και διακεκριμένοι διαφωτιστές.
Γράφει , ο Π.Πιζάνιας,ότι ο Ρήγας Φεραίος "δεν ενδιαφερόταν για το έθνος ή τη δημιουργία έθνους"(σελ. 37). Πρόκειται για εξόφθαλμη διαστρέβλωση της πραγματικότητας που μπορεί να την διαπιστώσει καθένας με μια απλή ανάγνωση του "Θούριου" και των άλλων έργων του. Διότι η αφετηρία και τα κίνητρα του Ρήγα είναι κατεξοχήν πατριωτικά ενώ ο στόχος του ήταν η δημιουργία μιας βαλκανικής ομοσπονδίας με χαρακτηριστικά βυζαντινά, αντιτουρκικά και όχι απλά φιλελεύθερα. Άλλωστε μεταξύ των εκδόσεων του Ρήγα περιλαμβάνονται οι προφητείες του Αγαθάγγελου.
Επίσης η αναφορά του Π.Πιζάνια στις κοινότητες είναι μονοσήμαντη αφού δεν αναφέρει τους πολλούς , τους πολλαπλούς ρόλους που είχαν. Περιορίζεται στο πατριαρχικό και δημοσιονομικό τους χαρακτήρα. Αλλά δεν γράφει ότι διέσωζαν αμεσοδημοκρατικά και συνεργατικά χαρακτηριστικά, ότι στα Αμπελάκια όπως και σε άλλες περιοχές του τουρκοκρατούμενου ελληνισμού διαμορφώθηκε ένα ιδιαίτερο συνεταιριστικό πρότυπο, ότι στις "ναυτικές συντροφίες" της Ύδρας, των Σπετσών , των Ψαρών οι ναύτες συμμετείχαν στα κέρδη του καραβιού. Επίσης παραλείπει να αναφέρει ότι τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο διεξάγονταν συνελεύσεις των κατοίκων και εκλογές. Όλα αυτά τα λάθη θα μπορούσαν να μην είχαν συμβεί αν λαμβάνονταν υπόψην το έργο του Ν.Πανταζόπουλου, του Κ.Καραβίδα, του Ι.Μοσχοβάκη και άλλων που ασχολήθηκαν με το εθιμικό δίκαιο και τον ελληνικό κοινοτισμό.
Ο Π.Πιζάνιας χρησιμοποιεί τον όρο "νομοκατεστημένες τάξεις" που αφορά αυστηρά την δυτική φεουδαρχία για να περιγράψει τους επικεφαλής των κοινοτήτων: "Ως προεστοί του κάθε νησιού αποτελούσαν νομοκατεστημένες ελιτ της αυτοκτατορίας με αμιγώς τοπικές αρμοδιότητες, χωρίς φυσικά να απαλλάσσονται από την υποτέλεια στους Οθωμανούς"(σελ.40). Το ανεξήγητο είναι ότι ένα μεγάλο μέρος του υπόλοιπου δοκιμίου αφιερώνεται στο να αποδείξει ότι η χρήση του όρου "νομοκατεστημένες ελίτ" δεν είναι δόκιμος για τον ελληνικό χώρο καθώς εδώ δεν συναντάμε κλειστές ομάδες, κάστες κλπ (σελ.42). Η ρευστότητα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού δεν ήταν συνεπώς εφεύρεση των "εθνοκεντρικών ιστορικών " αλλά αποτέλεσμα ενός λαού που προσπαθούσε να επιβιώσει κάτω από τον ασιατικό δεσποτισμό. Επίσης αναφέρεται στο έργο της Βάσως Ψιμούλη και στα συμπεράσματά του για τους Σουλιώτες αλλά παραλείπει κάθε μνεία στην αναίρεση τους από τον Γ.Καραμπελιά.
Τέλος ο Π.Πιζάνιας συμπεραίνει ορθά ότι "η αυθαιρεσία και η αρπαγή συνυπήρχαν, ήταν εξαρχής στον τρόπο αναπαραγωγής του οθωμανικού εξουσιαστικού συστήματος"(σελ.51) αλλά και ότι "ότι μέλη σχεδόν όλων των ηγετικών ελληνικών ομάδων εγκατέλειψαν θέσεις, ισχύος, πλούτο, προνόμια, περαιτέρω δυνατότητες κοινωνικής ανόδου, ακόμη απλά και μια άνετη εγκατάσταση στην Ευρώπη και αλλού. Και κάθε δύναμη που διέθεταν, την έθεσαν στην ικανοποίηση της υπόθεσης της ελευθερίας και του έθνους"(σελ.51). Όμως σε αυτό το σημείο, σε αυτές τις παραδοχές, σε αυτά τα συμπεράσματα, η σκέψη του διασταυρώνεται με τα αντίστοιχα συμπεράσματα του Κ.Παπαρρηγόπουλου, του Κ.Δημαρά, του Ν.Σβορώνου καθώς η σκέψη των τελευταίων ήταν αποτέλεσμα ενδελεχούς γνώσης των γεγονότων, δηλαδή ότι πραγματικά συνέβη και όχι ρομαντικών ενατενίσεων ή ιδεοληπτικών δεσμεύσεων.

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2019

Στις 25 Οκτωβρίου παρουσιάζουμε το νέο βιβλίο του Μιχάλη Πάτση για τον Παναϊτ Ιστράτι



Το Video της εκδήλωσης


Ακολουθεί το κείμενο που διαβάστηκε 25.10.2019


Μιχάλη Πάτση: Παναϊτ Ιστράτι,  Ο σημερινός συγγραφέας/ Ζωή, έργο, ελληνική μοίρα, Αθήνα 2019

Το μνημειώδες, επτακοσίων τριάντα σελίδων, έργο του Μιχάλη Πάτση αποτελεί ένα ώριμο υπόδειγμα κριτικού λόγου που προϋπόθεσε μεγάλο κόπο και προσπάθεια ώστε  να καταλήξει  να  ανατέμνει ολοκληρωμένα όχι μόνο την ζωή και το έργο του ελληνορουμάνου συγγραφέα Παναϊτ Ιστράτι αλλά και το πνεύμα της εποχής του. Έρχεται και συμπληρώνει το προηγούμενο έργο του για τον Νίκο Καζαντζάκη που χαρακτηρίζεται από τις ίδιες αρετές δηλαδή κοπιώδης προσπάθεια να έρθουν στο φως όλα τα στοιχεία που καθορίζουν και το έργο αλλά και  έντιμη ερμηνεία δίχως ιδεολογικές ή άλλου είδους αξιολογικές φορτίσεις που να επιβαρύνουν την προσπάθεια για την αναζήτηση της αλήθειας.
Ο Π.Ιστράτι ονομάστηκε ως “Γκόρκυ των Βαλκανίων” αφού το έργο του επικεντρώθηκε  γύρω από τους ταπεινούς και τους καταφρονεμένους, τους πλάνητες, τους αλήτες. Ο ίδιος περιπλανήθηκε σε αρκετές χώρες, ασχολήθηκε με κάθε είδους ταπεινά επαγγέλματα, έζησε μια ζωή ανάλογη των  ηρώων του, πριν καταλήξει στην Γαλλία και αναδειχθεί το ταλέντο του από συγγραφείς όπως ο Ρομαίν Ρολλάν. Φίλος του Ν.Καζαντζάκη επισκέπτεται την Αθήνα προσκαλεσμένος του "Ελεύθερου Βήματος", θα μιλήσει στις 11 Ιανουαρίου 1928 στο θέατρο Αλάμπρα , θα επισκεφτεί φυλακισμένους κομμουνιστές και στην συνέχεια θα εκδιωχθεί και απελαθεί από την χώρα για την φιλοκομμουνιστική του δραστηριότητα. Θα του συμπαρασταθεί ο Α.Μοναστηριώτης που δεν είναι παρά το φιλολογικό ψευδώνυμο του Θεοφύλακτου Παπακωνσταντίνου τότε δραστήριου αρχειομαρξιστή διανοούμενου  και στην συνέχεια επιφανή δημοσιογράφου και συγγραφέα και τελικά υπουργού της δικτατορίας των συνταγματαρχών.
Όμως τι ένωσε τον Π.Ιστράτι και τον Ν.Καζαντζάκη σε μια βαθιά και ακατάλυτη φιλία. Ο Μ.Πάτσης μας απαντά: « Ο Καζαντζάκης αναζητούσε μια ξεχωριστή ελληνική φωνή που να ανανεώνει τις μέχρι τότε γνώσεις του για την Ελλάδα. Και στο πρόσωπο του Ιστράτι την βρήκε με την ένταση που περίμενε. Δεν βρήκε διάρκεια αλλά βρήκε ένταση. Ο Ιστράτι τι αναζητούσε στον Καζαντζάκη; Έναν ξεχωριστό άνθρωπο. Ήθελε ένα φίλο, ονειροπόλο κυρίως αφού ήταν Έλληνας, ακόμα είδε τον Έλληνα πατριώτη και αγωνιστή. Έναν άνθρωπο που δεν είχε συναντήσει πάλι και δεν είχε πάλι συναναστραφεί. Και για τους δύο ήταν κοινός ο στοχασμός για το μέλλον και για την κοινή θέαση της πραγματικότητας στην Ελλάδα   και στο εξωτερικό. Κοινή η αγάπη για την Ελλάδα και τον Άνθρωπο αλλά και για τη δημιουργία»(σελ.354,355). 
 Η επιστροφή του Π.Ιστράτι από την ΕΣΣΔ θα έχει απρόβλεπτη εξέλιξη αφού θα αναδειχθεί σε έναν από τους πρώιμους οξύτερους κριτικούς του καθεστώτος, ακολουθώντας σε αυτό το σημείο την αριστερή αντιπολίτευση και τον τροτσκισμό. Το γεγονός αυτό δεν θα του συγχωρεθεί από την διανόηση της κομμουνιστικής αριστεράς   που τότε ακολουθούσε πιστά, με θρησκευτική προσήλωση τον Στάλιν. Άμεσα το κλίμα θα γίνει εχθρικό γι΄αυτόν , θα ανακαλυφθούν αδυναμίες στο έργο του που πριν δεν υπήρχαν, άλλοτε θα αποσιωπάται και στο τέλος ως αποκορύφωμα της εκστρατείας εναντίον του θα κατηγορηθεί από τον Ανρύ Μπαρμπύς και τους σοβιετικούς ως πράκτορας του εχθρού και πιο συγκεκριμένα της ρουμανικής μυστικής αστυνομίας. Φυσικά όλες αυτές οι κατηγορίες αποδείχθηκαν αναληθείς, αφού ο Ιστράτι έζησε μέχρι το τέλος του μια ζωή γεμάτη από ελλείψεις.
 Η ΕΣΣΔ ήταν ένα από τα κράτη που κατανόησαν πρώτα την σημασία της διανόησης για τον έλεγχο της εξουσίας και για αυτό αφενός προσπαθούσε να διαμορφώσει με διάφορα μέσα ένα φιλικό κύκλο από διακεκριμένους στοχαστές, ενώ δεν αποδεχόταν καμία απόκλιση ή διαφωνία. Για αυτό τον σκοπό διοργάνωνε συνέδρια συγγραφέων στην ΕΣΣΔ, όπως αυτό που παρευρέθηκαν ο Καζαντζάκης και ο Ιστράτι, όπου μετά την γενναιόδωρη φιλοξενία τους ανέμενε την εξύμνηση της κοινωνίας που δημιουργείτο, ενώ η παραμικρή αμφισβήτηση ερμηνευόταν ως προδοσία. 
Ο Π.Ιστράτι με δύο άλλους κορυφαίους διαφωνούντες τον Μπόρις Σουβάριν και τον Βίκτωρα Σέρζ θα εκδώσουν στην Γαλλία το τρίτομο έργο "Προς την άλλη φλόγα" όπου αναπτύσσουν την αριστερή κριτική στο σοβιετικό πείραμα. Συγκεκριμένα ο πρώτος τόμος έχει υπότιτλο «η Ρωσία  γυμνή» και γράφτηκε από τον Μπόρις Σουβάριν, ο  δεύτερος «ΕΣΣΔ-1929» και γράφτηκε από τον Βίκτορα Σερζ και ο τρίτος τόμος «Μετά από δεκαέξι μήνες στην ΕΣΣΔ» γράφτηκε από τον Παναϊτ Ιστράτι.Ο Μ.Πάτσης συμπεραίνει ότι «η σημασία του έργου είναι πως αυτό συστηματοποίησε για πρώτη φορά την αριστερή και δημοκρατική κριτική έναντι της Σοβιετικής Ρωσίας, ένα έργο που έγινε από έναν πιστό οπαδό της κατά το παρελθόν και έχει ξεκάθαρο στόχο, τον ίδιον τον Στάλιν. Και τα τρία παραπάνω στοιχεία, κριτική στη χώρα και στον ηγέτη της, αλλά και συγγραφή από έναν πιστό της χώρας, έκαναν το έργο αυτό να μπορεί να έχει μεγάλη απήχηση και αποδοχή. Η πραγματικότητα είναι πως το έργο αυτό προξένησε μεγάλη αίσθηση τόσο για τη Ρωσία, όσο και για τον Ιστράτι, αλλά προξένησε στον εμπνευστή του και πολλά προβλήματα. Το έργο δεν είχε την αναμενόμενη απήχηση. Πολλούς ενόχλησε η μεταστροφή του Ιστράτι. Ο ίδιος δεν φαίνεται  να έγινε πλουσιότερος από αυτή την έκδοση. Ο Ιστράτι υπήρξε αρκετά ευφυής και η κριτική των σοβιετικών παραγόντων που μας άφησε στο έργο του είναι ρεαλιστική και αληθινή. Ασκεί κριτική σε αυτούς που σε βάθος χρόνου κράτησαν την εξουσία στην ΕΣΣΔ και καταπίεσαν το λαό και το κόμμα, πρώτα και κύρια στον Στάλιν κατά δεύτερο στον Καλίνιν και στα άτομα του περιβάλλοντός του. Μιλά με συμπάθεια για τον Τόμσκι, ο οποίος θα αυτοκτονήσει την περίοδο των εκκαθαρίσεων»(σελ.423,424).
Ο λόγος της μεταστροφής του Ιστράτι σε δεινό κριτή της ΕΣΣΔ θα πρέπει σύμφωνα με τον συγγραφέα να αναζητηθεί στο γεγονός ότι «το δικό του ιδεώδες δικαιοσύνη δεν μπόρεσε να αντιστοιχίσει με αυτό των μπολσεβίκων. Η παιδεία του αλλά και η προσωπική γνώμη που είχε οικοδομήσει , φαίνονταν να χάνονταν με τις διώξεις που έβλεπε δίπλα του»(σελ.428).
Ο Π.Ιστράτι  «από παιδί του προλεταριάτου», «προλετάριο συγγραφέα», «άνθρωπο ζυμωμένο με τον πόνο και την πίκρα της σκληρής βιοπάλης» μετατρέπεται σε πράκτορα της ρουμανικής αστυνομίας. Ενδεικτικό των αντιδράσεων της ελληνικής αριστεράς είναι ότι ο Αιμίλιος Χουρμούζιος, που τότε περνούσε την περίοδο του τροτσκισμού του αποδοκίμασε την κριτική του Π.Ιστράτι. Την ίδια εχθρική στάση θα ακολουθήσει και ο Π.Πικρός διευθυντής της επιθεώρησης της αριστεράς "Πρωτοπόροι" από την οποία θα εκδιωχθεί μερικά χρόνια αργότερα.( εν τω μεταξύ είχε προλάβει να γράψει ένα υμνητικό προς τον Στάλιν άρθρο όπου τον χαρακτήριζε "ως ατσαλένιο Σπαρτιάτη του Βορρά" , σελ.596). Η φιλόλογος Έλλη Λαμπρίδη και αυτή με πολύ ενθουσιασμό θα υπερασπιστεί το σταλινικό καθεστώς και με κυνισμό θα γράψει: «Ήθελα να ξέρω τι θέλουν οι θαυμαστές του Ιστράτι – ως απόστολου ιδεών, ως ηθικής προσωπικότητας, κλπ.-να τον πιστέψουμε: ηλίθιο ή κακόπιστο; Γιατί τρίτο μεταξύ των δύο δεν υπάρχει. Ή ξέρεις τι θα πει κομμουνισμός, παραδέχεσαι την επανάσταση με όλες τις αναγκαίες και μη συνέπειες της, ποδοπατάς κάθε παραδομένη ηθική αξία, δικαιοσύνη, ελευτερία της σκέψης, συνείδηση, αξία του ανθρώπινου ατόμου καθαυτό, συναισθήματα, λαχτάρες, φιλίες, κλπ και βάζεις ένα θεό σου –την επανάσταση,- ένα σκοπό σου σου- την επικράτησή της –κι ένα μέσο- τη βία- ή δεν είσαι. Κι αν δεν είσαι το λες εγκαίρως»(σελ. 236). Αλλά και ένας δεξιός κριτικός ο Λ.Πηνιάτογλου θα διατυπώσει μια παρόμοια ύφους αρνητική επιχειρηματολογία αφού και αυτός εντυπωσιάστηκε από την αριστερή κριτική στην ΕΣΣΔ. Ο Στρατής Μυριβηλής ήταν από αυτούς που υπερασπίστηκαν μέχρι τέλους το πρόσωπο και το έργο του Π.Ιστράτι αλλά και επιτυχώς ερμήνευσε τους λόγους που διάφοροι στοχαστές επέλεξαν από την ελευθερία της σκέψης την κομματική πειθαρχία. Αρκετά χρόνια μετά τον θάνατο του, το 1975, ο Μενέλαος Λουντέμης  θα τον αποτιμήσει με θετικό τρόπο.
Ο Μ.Πάτσης συμπεραίνει τελικά ότι ο «σκοπός της κομμουνιστικής αριστεράς της εποχής ήταν να εξοντώσει πνευματικά και ηθικά τον συγγραφέα και σε ένα μεγάλο βαθμό το κατόρθωσε»(σελ.237) αλλά και συνολικότερα «ένα χαρακτηριστικό των χωρών που αναπαράγουν τον ολοκληρωτισμό τα παλαιότερα χρόνια, αλλά και σήμερα παρέμεινε η πνευματική και ψυχική εξόντωση του ελεύθερου ανθρώπου και ατόμου»(σελ.237).
 Μετά από αρκετές δεκαετίες μπορούμε με βεβαιότητα να συμπεράνουμε ότι η κριτική του Τρότσκυ ήταν εξαιρετικά προσεκτική και  δεν έφτανε στην ουσία των καθεστώτων αυτών, αφού μιλούσε για "εκφυλισμένα εργατικά κράτη" και όχι για την κυριαρχία της νέας τάξης της γραφειοκρατίας, ούτε για κρατικό καπιταλισμό. Το γεγονός της αποτυχίας του τροτσκισμού μπορεί εύκολα να ερμηνευθεί, αφού ο Τρότσκυ υπήρξε επιφανές στέλεχος της γραφειοκρατίας, ως υπουργός Άμυνας είχε καταστείλει την εξέγερση των ναυτών της Κροστάνδης, είχε πρωτοστατήσει στην κυριαρχία του τρόμου και στον διωγμό κάθε διαφωνούντα είτε βρισκόταν εντός είτε βρισκόταν εκτός του κόμματος ενώ πολλές από τις πολιτικές που στην συνέχεια εφάρμοσε ο Στάλιν, όπως ο διωγμός των αγροτών και η βίαιη κολλεκτιβοποίηση ήταν αυτός που πρώτος τις εμπνεύστηκε.  
               Ο Μ.Πάτσης θα αναφερθεί και σε άλλα σημαντικά θέματα όπως την πρωτοπόρα οξύτατη κριτική του Γκόρκι στον Λένιν και στον Τρότσκυ τους οποίους συνέκρινε με τον Νετσάγιεφ. Γράφει ο Μ.Γκόρκι "εξαναγκάζοντας το προλεταριάτο να συμφωνήσει με την καταστροφή της ελευθερίας του τύπου ο Λένιν και τα τσιράκια του νομοθέτησαν κάτι τέτοιο για τους εχθρούς της δημοκρατίας φιμώνοντάς την, απειλώντας με την πείνα και με τα πογκρόμ όλους όσου δεν συμφωνούν με τον δεσποτισμό τον δικό του και του Τρότσκι. Αυτοί οι "ηγέτες" δικαιολογούν τον δεσποτισμό, εναντίον όσων μαρτυρικά αγωνίστηκαν σε τόσες γενιές ανθρώπων...Θεωρώντας τον ίδιο τους τον εαυτό Ναπολέοντες του σοσιαλισμού οι λενινιστές εξαφανίζουν και σφάζουν, ολοκληρώνοντας την καταστροφή της Ρωσίας: ο ρώσικος λαός θα πληρώσει για όλα αυτά ποτάμια αίμα"(σελ.315,316). Η κριτική του Γκόρκι θα εμπνεύσει και άλλους συγγραφείς, όπως τον Ν.Μπερδιάγεφ, αλλά ο ίδιος θα συμπλεύσει με το σοβιετικό καθεστώς.
Επίσης ο Μ.Πάτσης αναφέρεται σε ένα άλλο Έλληνα ποιητή της ΕΣΣΔ τον Γιώργη Κωστοπράβ, από την Μαριούπολη,  που έγραψε ποιήματα που υμνούσαν τον Κόκκινο Στρατό αλλά οι σταλινικοί τον συνέλαβαν και τον εκτέλεσαν(σελ.411), μαζί με πολλές χιλιάδες Έλληνες Πόντιους.
      Ο Μ.Πάτσης συμπεραίνει ότι ο Ν.Καζαντζάκης και ο Π.Ιστράτι προάγουν το ανθρωπολογικό πρότυπο που δεν είναι ούτε αριστερό, ούτε δεξιό, ούτε αναρχικό, ούτε φιλελεύθερο:"είναι ένα σύγχρονο ανθρωπολογικό πρότυπο, το οποίο στον ελληνικό χώρο θα μπορούσε να αναχθεί στο κοινοτικό πλαίσιο αναφοράς των ελληνικών κοινοτήτων της λαϊκής παράδοσης, αλλά που δεν έχει βρει την επιβίωση του στη σύγχρονη εποχή". Αυτό το πρότυπο στη Δύση ίσως μοιάζει με τη διανοητική αναζήτση και τον θεωρητικό λόγο. Όπου στην Ελλάδα υπήρχαν οι κοινότητες επί τουρκοκρατίας στη Δύση υπήρχε η προσπάθεια θεωρητικής τεκμηρίωσης της κοινωνικής συμμετοχής, όπου στην Ανατολή υπήρχε ο κοινοτισμός του ελληνικού χωριού και των ελληνικών πόλεων με την εισδοχή των προσφύγων στη Δύση υπήρχε ο θεωρητικός λόγος των αναζητητών φιλοσόφων (σελ.399).
 Υπό αυτή την έννοια αισθανόμαστε μια μεγάλη διανοητική συγγένεια με τους δύο αυτούς στοχαστές.
Πολύ ενδιαφέρον είναι το κεφάλαιο του βιβλίου που αναφέρεται στην αναζήτηση της ελληνικότητας από τον Ιστράτι μέσα στο έργο του. Γράφει ο Μ.Πάτσης : «Η Ελλάδα αποτελεί για τον ίδιον μια ξεχωριστή έκταση κατανόησης του εαυτού. Αυτό επιτυγχάνεται με τα εκφραστικά μέσα που διαθέτει ο συγγραφέας. Η μνήμη είναι γλωσσική και λογοτεχνική. Είναι επίσης μνήμη ζωής»(σελ.295). Έτσι στο έργο του «Κυρά Κυραλίνα», «η Κυρά με τη μητέρα της χορεύουν ελληνικούς χορούς και τραγουδούν ελληνικά τραγούδια, γνωρίζουν την ελληνική και αρκετοί φίλοι είναι Έλληνες. Οι ήρωες γνωρίζουν αρχαία ιστορία και διαλογίζονται για τον Μέγα Αλέξανδρο και τον Παρμενίωνα. Οι ελληνικοί χαρακτήρες των έργων του ιδίως στην αρχή της σταδιοδρομίας του είναι εμβληματικοί Ανδριανός Ζωγράφι,Μπάρμπα Γιάννης, Κυρ-Λεωνίδας, Μπάρμπα Ζανέτος, Καπετάν Μαυρομάτης, Ανθούλα, Κωνσταντίνος, κλπ)(σελ.297).
Το έργο του ο Μ.Πάτσης το συμπληρώνει με εκτενή αναφορά σε ελάσσονες συγγραφείς του μεσοπόλέμου που όμως η γραφή τους έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον όπως ο Νίκος Βέλμος, ο Πέτρος Πικρός,ο Νίκος Νικολαϊδης, ο Νίκος Κατηφόρης, ο Γιώργης Ζάκρος, ο Τεύκρος Ανθίας, ο Δημοσθένης Βουτυράς.
Το τελευταίο κεφάλαιο αποτελεί την αναλυτική παρουσίαση και κριτική αποτίμηση των έργων του Π.Ιστράτι. Στο «Θείο Αγγελή» εντοπίζεται επιρροές του Νίτσε. Στο παράρτημα περιέχονται οι επιστολές που αντάλλαξαν ο Ιστράτι με τον Καζαντζάκη.
Στο πρόλογο του βιβλίου ο Μιχάλης Πάτσης μας δίνει την απάντηση γιατί κατέβαλε, χρόνο, κόπο, προσπάθεια για την συγγραφή του: το χρέος που αισθάνθηκε απέναντι στον Π.Ιστράτι(σελ.15), το χρέος που είναι η αιτία   δημιουργίας, ηθική προσταγή και έλλογο πάθος συγχρόνως.