Youtube

Youtube
Βρείτε το κανάλι μας στην ψηφιακή πλατφόρμα youtube.

Τετάρτη 14 Ιουνίου 2023

Σπύρος Γεωργίου, Θέματα Παιδείας στον Βασίλειο Λαούρδα 1912-1971, εκδόσεις Ντουντούμη, Αθήνα Φεβρουάριος 2023

 



 

Στο τελευταίο δοκίμιο ο Σ.Γεωργίου μας θυμίζει τον Βασίλειο Λαούρδα έναν σημαντικό φιλόλογο και κριτικό. Παρότι σήμερα οι αναφορές στο έργο του σπανίζουν  στην εποχή που έζησε είχε μια έντονη παρουσία. Για παράδειγμα αναφέρεται από τον Ρόδη Ρούφο στο μυθιστόρημα του για τον Κίτσο Μαλτέζο Μακρυγιάννη ως ένα από τα πρόσωπα που δίδασκαν φιλοσοφία και στοχασμό στην μη αριστερή πανεπιστημιακή νεολαία. Η κριτική που έκανε στο έργο του Ν.Καζαντζάκη ήταν ιδιαίτερα εύστοχη και ο τελευταίος την έλαβε σοβαρά υπόψην. Άλλες όπως αυτή στο  έργο του Η.Βενέζη δεν ήταν εξίσου επιτυχής. Αλλά και αυτή μαρτυρούσε ένα σοβαρό κριτικό λόγο.

Ο Σ.Γεωργίου επισημαίνει: «Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ευτύχησε να μαθητεύσει κοντά στον υφηγητή Ιωάννη Συκουτρή, έναν από τους ελάχιστους ακαδημαϊκούς διδασκάλους στην Ελλάδα που δημιούργησαν «Σχολή». Ο στενός δεσμός τους άνοιξε νέους κόσμους στον Βασίλειο Λαούρδα και σημάδεψε τη μελλοντική του πορεία. Μετά το θάνατο του Συκουτρή μεταλαμπάδευσε το δίδαγμα του διδασκάλου του, αποβαίνοντας ο κήρυκας ενός νέου ανθρώπου, ανθρώπου εκλεκτικού, διανοούμενου με ευρείς ορίζοντες, ελληλονολάτρη, με πλατύ πεδίο ενδιαφερόντων, με ανοιχτό νου και καρδιά στα καινούργια ρεύματα»(σελ.13).

Ο Β. Λαούρδας  υπήρξε θαυμαστής του Α.Κοραή «σε κείμενό του με τίτλο Η Νεοελληνική Πολιτεία κατά το Αδαμάντιο Κοραή εκθέτοντας τις πνευματικές προϋποθέσεις που προτάσει ο Α.Κοραής, για την οργάνωση του νεοελληνικού κράτους, σημειώνει: «οι νεώτεροι Έλληνες αν πράγματι θέλουν να δημιουργήσουν αληθή πολιτείαν, θα πρέπει να προσέξουν όλως ιδιαιτέρως την παιδείαν, διότι την συνείδησιν της ελευθερίας μόνον η παιδεία είναι δυνατόν να δημιουργήση και να καλλιεργήση»(σελ.42).

Από το δοκίμιο του Σ.Γεωργίου, που συστήνουμε να διαβαστεί ας κρατήσουμε και την επισήμανση : «στην περίπτωση του νέου ελληνισμού το θέμα της «γνωριμίας του ίδιου του εαυτού μας» (μας λέγει, εν κατακλείδι, ο Β.Λαούρδας) είναι μείζονος σημασίας προκειμένου να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο (και) στα Γράμματα, στο διάβα του χρόνου»(σελ.68).

 

Κυριακή 11 Ιουνίου 2023

Πολιτική Θεολογία-εσχατολογία: Ιστορία και το μυστήριο των εσχάτων, εκδόσεις Αρμός , Αθήνα , Φεβρουάριος 2023, σελ.428 (Δ.Γερούκαλης, Κ.Γκίνης, Αθ.Μουστάκης, Δ.Ούλης, επιμέλεια Δημήτριος Γερούκαλης)

 



 

Από την Κω και με την επίνευση και την φροντίδα  του Δημήτρη Γερούκαλη μας έρχεται το ανά χείρας βιβλίο που ερευνά τις διαστάσεις που λαμβάνει η πολιτική θεολογία.

Η σχέση της εκκλησίας, της πολιτικής, της εξουσίας  είναι ένα ενδιαφέρον και πολυσήμαντο κεφάλαιο του χριστιανισμού  που οι διαφορετικές ερμηνείες τους επέτρεψαν να υπηρετηθούν  τελείως διαφορετικά πολιτικά προγράμματα και καθεστώτα. Από τον ευαγγελικό λόγο που ορίζει ότι όποιος επιθυμεί να είναι πρώτος θα πρέπει να είναι λειτουργεί ως έσχατος και διάκονος των υπολοίπων, ως την επιστολή του Απόστολου Παύλου που ορίζει μεν την εξουσία «εκ Θεού» αλλά να της αποδίδουμε ότι της αξίζει αλλά και ως την αποδοκιμασία του πλούτου στην επιστολή του Ιάκωβου του Αδελφόθεου  σχηματίζεται ένα φάσμα νοημάτων που μπορεί να συμβιβαστεί με ένα καθεστώς μοναρχικής εξουσίας, με ένα δημοκρατικό καθεστώς αλλά και μια «θεολογία της απελευθέρωσης».  Ειδικά μετά το βιβλίο του Χάντιγκτον για  την σύγκρουση των πολιτισμών, όπου οι τελευταίοι καθορίζονται δεσμευτικά από την επικρατούσα θρησκεία, η σημασία της τελευταίας στις διεθνείς σχέσεις έχει αποκτήσει αυξημένη βαρύτητα. Ο χριστιανισμός, όμως δεν μπορεί να αφομοιωθεί σε καμίας μορφής πολιτική εσχατολογία, ακριβώς γιατί η δική του εσχατολογία ταυτίζεται με την Ανάσταση και την νίκη πάνω στον θάνατο.

Από αυτή την οπτική ο προβληματισμός που αναπτύσσεται είναι εξαιρετικά αναγκαίος,  χρήσιμος, και όχι αποκλειστικά  για αυτόν που είναι ενεργό μέλος της εκκλησίας.

Το δοκίμιο του Κωνσταντίνου Γκίνη «Θρησκεία, θρησκευτική αναγέννηση και διεθνής πολιτική» εστιάζει σε θέματα όπως η εκκοσμίκευση  της εκκλησίας και η επίδραση των θρησκειών στις διεθνείς σχέσεις. Μεταξύ άλλων επισημαίνει ότι «τα κράτη πρέπει να εκπονούν εθνικές στρατηγικές για την επιβίωση, την ασφάλεια και την προάσπιση των εθνικών τους συμφερόντων. Αυτό επιβάλει να συμπεριλάβουν μεταξύ των άλλων παραγόντων και τη θρησκεία σε συνδυασμό με το ρόλο που διαδραματίζει, στη διαμόρφωση του ισοζυγίου ισχύος στις περιοχές του εθνικού τους ενδιαφέροντος»(σελ.63).

Το δοκίμιο του Δημήτρη Γερούκαλη αποτελεί παράδειγμα ολοκληρωμένου φιλοσοφικού και θεολογικού λόγου που συνδυάζεται με άρτια γνώση της επιστημολογίας και των κατευθύνσεων των θετικών επιστημών. Ξεκινά με μια βαρυσήμαντη επισήμανση  για τον χαρακτήρα του σύγχρονου κόσμου και την θέση του ελληνισμού ανάμεσα σε ανατολή και δύση: «ο ελληνικός πολιτισμός μας καθοδηγεί ούτως ώστε να θεωρούμε και άλλοτε να αναζητούμε τα όντα και τον κόσμον πέρα από τον χρησιμοθηρισμόν και τον ωφελισμόν. Να θεωρούμε δηλαδή τα όντα ως όντα και ως «φορείς» αληθείας, την οποίαν καλείται ασκητικοερωτικώς να αποκωδικοποιήσει ο άνθρωπος. Αυτός είναι και ο βαθύτερος πυρήν και η κινητήριος δύναμις της ελληνικής επιστήμης. Άλλοι πολιτισμοί, αρχαιότεροι ή σύγχρονοι του αρχαιοελληνικού, μυούσαν τον άνθρωπον εις την μεταφυσικήν φυγήν από τον κόσμον προς την ιδεατήν περιοχήν της «ψυχικής γαλήνης». Δηλαδή μυούσαν τον άνθρωπον εις την μεταφυσικήν αδιαφορίαν ως προς τον ορατόν και αισθητόν κόσμον»(σελ.87).

Η αποφατική θεολογία συναντά την σύγχρονη επιστήμη καθώς «ο Θεός δεν υπόκειται εις την απόφασιν κάθε λογικής κατηγορίας. Επομένως δεν είναι δυνατή η απόφασις υπάρξεως ή μη υπάρξεως του . Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής αναφέρει ότι το αποφατικόν «μη είναι» θα ταίριαζε περισσότερον εις το Θεόν. Προχωρώντας εν βήμα περαιτέρω  θα μπορούσαμε να δώσουμε μιαν αναλογίαν και να πούμε ότι ο Θεός είναι όπως το κενόν σύνολον: Είναι μοναδικόν, και παρά το ότι είναι κενόν, θεμελιώνει τα Μαθηματικά (βλέπε δια παράδειγμα τον ορισμόν των φυσικών αριθμών με την χρήσιν της θεωρίας τύπων του B.Russell)»(σελ.112). Έχω κάποιες επιφυλάξεις όμως για μια επισήμανση, που είναι αρκετά διαδεδομένη ανάμεσα στους ορθόδοξους θεολόγους και στοχαστές, καθώς προϋποθέτει την ύπαρξη, ένθεν και ένθεν, μιας μονοδιάστατης πραγματικότητας: «ο πολιτισμός της Ρωμανίας, (ο συνήθως λεγόμενος Βυζαντινός), καθώς και όλοι οι πολιτισμοί που προηγήθηκαν του δυτικοευρωπαϊκού, είναι κατεξοχήν οντολογικός  πολιτισμός, δηλαδή πολιτισμός της σχέσεως και της κοινωνίας ή μετοχής. Αντιθέτως, συμφώνως προς όσα προηγήθηκαν, ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός μετά τον 10ον αιώνα εξελίσσεται εις οντικόν πολιτισμόν όπου κυριαρχεί η εξατομίκευσις και ο υποκειμενισμός»(σελ.140). Σημαντικά είναι όσα αναφέρονται για το έργο του Ιωάννη Δαμασκηνού.

Το δοκίμιο του Δ.Ουλή  εξετάζει το έργο δύο σπουδαίων θεολόγων του δυτικού χριστιανισμού του I.B.Metz και του Jurgen Moltmann. Ο συγγραφέας επισημαίνει την σκέψη του Metz ότι «το Άουσβιτς δεν συνιστά κάποιο ατυχές «λοξοδρόμισμα» από  το πρόγραμμα της Νεωτερικότητας, αλλά μάλλον την έσχατη λογική απόληξη – και την ολοκληρωτική αποτυχία- αυτού του προγράμματος»(σελ.235). Ο Metz αναγνωρίζει ως πρόδρομο της Νέας Πολιτικής Θεολογίας τον Κάντ του Πρακτικού Λόγου, αλλά και τον K.Barth και τον D.Bonhoeffer(σελ.250).

Ο Α.Μουστάκης στο δοκίμιο του με τον τίτλο «Ατενίζοντας τα έσχατα: Θεός και άνθρωπος σε διάλογο» συμπεραίνει ότι «ο Χριστός είναι ο έσχατος Αδάμ. Στο μυστήριο του προσώπου Του η εσχατολογία βρίσκει την τελική ερμηνεία. Έτσι η ορθή χριστολογία οδηγεί σε ορθή εσχατολογία και θεολογικά ορθή κατανόηση της ιστορίας.  Η ένωση των  δύο φύσεων δίνει στην εσχατολογία την αληθινή της διάσταση και θέτει την εσχατολογική προοπτική του ανθρώπου και του κόσμου σε σωστή βάση»(σελ.294). Επίσης επισημαίνει τις αρνητικές επιρροές από τον «συντηρητικό αμερικάνικο προτεσταντισμό, τη ρώσικη ιδιότυπη (συχνά προβληματική) ευσέβεια, τον πανταχού παρόντα θαλερό γεροντισμό, την αναζήτηση ορθόδοξων «γκουρού», «προφητολόγων» και «καθοδηγητών»(σελ.298).

Τα δοκίμια που απαρτίζουν το ανά χείρας έργο αποτελούν σημαντική συνεισφορά στον προβληματισμό, ιδιαίτερα επίκαιρο, για την σχέση της πολιτικής και της θεολογίας, της εκκλησίας του κόσμου και της εξουσίας, της θέσης του ανθρώπου στον σύγχρονο κόσμο και την πορεία προς τα έσχατα. Σίγουρα αν η εκκλησία προσπαθήσει να υποκαταστήσει την πολιτική θα αποτύχει, όπως και οι πολιτικές που ενδύθηκαν εσχατολογίες δημιούργησαν τερατουργήματα. Ο λόγος των συγγραφέων είναι ώριμος, ενδιαφέρον και για αυτό μπορεί να δημιουργεί ταυτίσεις με όσα ισχυρίζονται αλλά και ίσως    σε ορισμένες περιπτώσεις αποκλίσεις Μα αυτό συνιστά ένα πρόσθετο λόγο, μια πρόσθετη απόδειξη ότι έχουμε μπροστά μας όχι έναν νεκρό αλλά ζωντανό λόγο.

Ιωάννα Τσιβάκου: Η αναζήτηση του Νοήματος, η λειτουργική χρησιμότητα και οι ζωντανές ανθρώπινες σχέσεις

 Ιωάννα Τσιβάκου, Περίπλους στις ακτές του Νοήματος, εκδόσεις Ι.Σιδέρης, Αθήνα Μάιος 2023, σελ.487.


 


Στο τελευταίο βιβλίο της Ι.Τσιβάκου η αναζήτηση του Νοήματος γίνεται η αιτία για να ταξιδεύσουμε στις διαδρομές που ακολούθησε ο φιλοσοφικός στοχασμός από την αφετηρία του ως την σύγχρονη εποχή.

Ο περίπλους, όπως ονομάζει η συγγραφέας το έργο της, προϋπέθεσε την εις βάθος γνώση της φιλοσοφίας, συχνά και της θεολογίας, και την ετοιμότητα να διατυπώσει έναν ώριμο κριτικό λόγο.

Με αυτό τον τρόπο ξεκινώντας από τον Αριστοτέλη και τους Πατέρες της Εκκλησίας, θα περάσει στον Σπινόζα, στον Χέγκελ, στον Μάρξ, στον Βέμπερ, στον Ζίμελ, στον Καστοριάδη  για να καταλήξει στον Μπουρντιέ, στον Φουκώ και στο Ν.Λούμαν. Προκύπτει ότι ανεξάρτητα από τις εποχές και τους επικρατούντες κοινωνικούς σχηματισμούς η ανάλυση και η γνώση του πραγματικού βαδίζει μαζί με την αναζήτηση του Νοήματος , δηλαδή τον καθορισμό των λόγων  που αποδίδουν στην ζωή σκοπό και στόχο. Δίχως την νοηματοδότηση η ζωή  και η πραγματικότητα  θα μετεωρίζονται ανάμεσα στην άνια, την πλήξη και τον μηδενισμό. Συνεπώς με σαφή τρόπο τίθεται το ζήτημα και οι υποχρεώσεις του στοχασμού: η περιγραφή της πραγματικότητας αναγκαστικά συμπλέκεται με κανονιστικές θεμελιώσεις.

Όπως επισημαίνει η συγγραφέας: «συμπερασματικά, επιδίωξη αυτού του μικρού περίπλου σε κάποιους σημαντικούς σταθμούς της σκέψης  -οι οποίοι συνέβαλαν στη δημιουργία του σύγχρονου χάσματος μεταξύ ενός νοήματος αποβλέποντας στην ερμηνεία αλλά και στη συνεκτικότητα του κόσμου κι ενός νοήματος καταφάσκοντος  στη σύγχρονη τεχνολογική του χρηση-, είναι να φανεί ότι ο ρόλος της σκέψης  είναι ισοδύναμος μ’ αυτόν των απρόσωπων   κοινωνικών θεσμίσεων ή της ανθρώπινης βούλησης, όσον αφορά την εξέλιξη των κοινωνιών⸱ επίσης η ανάλυση της λογίας και της επιστημονικής σκέψης, όπως και της τέχνης γενικότερα, να μην αξιολογείται από τη συμβολή τους στη γνώση ή στην αισθητική του καιρού τους, αλλά και ως προς τις ευθύνες τους απέναντι στις νοηματικές κατευθύνσεις ενός πολιτισμού»(σελ.60).

Η μετάβαση της σκέψης από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη στους Πατέρες της Εκκλησίας οδήγησε σε ριζικούς προβληματισμούς για την ουσία, την υπόσταση, το πρόσωπο παρέχοντας εδραία θεολογική θεμελίωση στο νόημα: «δεν ήλθε η χριστιανική διδασκαλία να συζητήσει την αλήθεια των πραγμάτων  του κόσμου ή ηθικούς κανόνες συμβατούς με την Πολιτεία και τις ανάγκες της. Ήλθε να προτείνει έναν άλλο τρόπο ζωής⸱ έναν τρόπο που φανέρωσε η ενανθρώπιση του Θείου Λόγου και η δυνατότητα της νίκης του ανθρώπου επί του θανάτου. Σε σύμπνοια μ’ αυτόν τον Λόγο, η αγάπη ως ιδιότης του θείου, αλλά και οι αξίες της προσωπικής ευθύνης και εντιμότητας, της συμπόνιας και της ευχαριστίας έδωσαν όχι μόνο νόημα ζωής, αλλά αποτέλεσαν επί μακρόν οδηγούς κοινωνικής συμπεριφοράς και κατάφασης στο μυστήριο της θεϊκής κτίσεως. Μαζί με τις αξίες, οι θεραπείες του Ευαγγελίου, σε γλώσσα κατανοητή και όχι λογία- όχι επιστημονική θα λέγαμε σήμερα- προσέτρεξαν με το φερόμενο από αυτές νόημα να θεραπεύσουν τα πάθη του σώματος και της ψυχής»(σελ.93).

Η εξέταση της νεωτερικότητας οδηγεί  στην αναμέτρηση με τον λόγο στοχαστών όπως ο Σπινόζα στον οποίο «ο Θεός αδιαφορεί για την ανθρώπινη τύχη⸱ είναι η φυσική του αναγκαιότητα που τον κινητοποιεί κι όχι κάποια αγαθή προαίρεση, γι’ αυτό μόνο από τα αποτελέσματα των επιλογών μας μπορούμε να διαπιστώσουμε πόσο κοντά ή μακριά είμαστε από τη θεϊκή Υπόσταση»(σελ.113). Ως εξέλιξη της σκέψης αυτής εμφανίζεται ο οντολογικός ατομικισμός που καθιστά το άτομο δημιουργό της κοινωνίας. Η εδραίωση του φιλελευθερισμού εναρμονίζεται με την κυριαρχία της σκέψης του Χιούμ, της φιλοσοφίας του Port Royal, της Εγκυκλοπαίδειας , του Ντεκάρτ.

Η Ι.Τσιβάκου  διακρίνει τις πνευματικές προϋποθέσεις του φιλελευθερισμού: «ο σχετικισμός στη σκέψη, ίδιον της φιλοσοφίας του φιλελευθερισμού, συντείνει στον σχετικισμό και για το νόημα της κοινωνίας. Καθώς η σκέψη εστιάζει στη σχέση ανθρώπου-κοινωνίας διερωτώμενη αν είναι ο άνθρωπος δημιουργός της κοινωνίας ή δημιούργημα της, το Είναι αποσύρεται από τη σκηνή του στοχασμού. Ο δυτικός φιλελευθερισμός τοποθετήθηκε ήδη υπέρ ενός εξατομικευμένου Εγώ, κυρίαρχου και κυριαρχούμενου από τον Ορθό Λόγο»(σελ.125). Όμως το επόμενο διάστημα, αυτό το πνευματικό σύμπαν αντιμετωπίζει αμφισβητήσεις ακόμη και από φιλελεύθερους στοχαστές όπως ο Α.Τοκβίλ ώστε ο οντολογικός ατομικισμός αντικαθίσταται σε ένα βαθμό από τον οντολογικό ολισμό  που εκπροσωπείται από το έργο του Χέγκελ και του Μαρξ. Ο τελευταίος δεν μπορεί να ερμηνευθεί δίχως να εντοπιστούν οι σημαντικές οφειλές του προς τον πρώτο. Σύμφωνα με την εμβληματική  φράση του Μαρξ ο στοχασμός δεν αρκεί να ερμηνεύσει τον κόσμο αλλά θα πρέπει να τον αλλάξει. Με αυτή την οπτική «το νόημα δεν είναι αυτό που δομεί την κοινωνία, ούτε είναι κινητήριος δύναμη της συλλογικής συνείδησης, παράγεται εντός της κοινωνίας τιθέμενο στην υπηρεσία της»(σελ.167). Τα στοιχεία που έχουν θεμελιώδη σημασία είναι οι «παραγωγικές δυνάμεις», η τεχνική ώστε «αρχής γενομένης από τα Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, όπου η τεχνική θεωρείται ως μέσον αυτοθέσμισης του ανθρώπινου εαυτού, φθάνει στο Κεφάλαιο να αντιμετωπίζεται –υπό τη μορφή των παραγωγικών δυνάμεων- ως ο πρωταγωνιστής των κοινωνικών μετασχηματισμών»(σελ.173). Στα πλαίσια αυτά η εργασία έχει την ίδια σημασία που είχε ο Θεός ή η Ιδέα στο Χέγκελ: «τη θέση τους καταλαμβάνει η εργασία, η οποία καθοδηγεί το γίγνεσθαι, δίνοντας κάθε φορά στη σύζευξη των παραγωγικών δυνάμεων και των κοινωνικών σχέσεων την ιστορική δυνατότητα να αναδεικνύουν νέες μεγα-μορφές, όπως είναι οι εκάστοτε κοινωνικοί σχηματισμοί  (π.χ., της δουλοκτησίας, της  φεουδαρχίας ή του καπιταλισμού)»(σελ.175).  Ορθά η συγγραφέας επισημαίνει: «ο Μαρξ ενώ κατηγορεί τον Χέγκελ για ιδεαλισμό, στην πραγματικότητα οι βασικοί θεμελιακοί παράγοντες της ανάλυσης του δεν είναι παρά εννοιοκρατικές κατηγορίες, οι οποίες μπορεί να στηρίζονται σε φυσικά υλικά ή άυλα αντικείμενα, όμως η γενίκευση και η μετάπλαση τους σε εννοιακές μορφές προδίδει τη χεγκελιανή καταγωγή τους»(σελ.178). Η αλλοτρίωση,  ο φετιχισμός του εμπορεύματος, έννοιες που έγιναν διάσημες μετά τον Μαρξ από μαρξιστές όπως ο Λούκατς δεν μπορούν να κατανοηθούν χωρίς ή έξω από την χεγκελιανή φιλοσοφία.

Ο Βέμπερ μάλλον θεμελιώνεται εξίσου στον μεθοδολογικό ατομικισμό και στον μεθοδολογικό ολισμό εφόσον η πρωταρχική αξία του ατόμου συνδυάζεται με την μελέτη της θρησκείας, της γραφειοκρατίας, του εργαλειακού ορθολογισμού, την χαρισματική ηγεσία, την  ηθική της ευθύνης κλπ. Το  σημαντικό έργο του εξακολουθεί να αποτελεί βασική στοιχείο για να κατανοήσουμε την νεωτερικότητα. Συνεχίζεται με το έργο του Ζίμελ  όπου το χρήμα «δεν είναι μόνο, όπως στον Μαρξ, ένα γενικό ισοδύναμο ανταλλαγής, αλλά ταυτόχρονα, ένα πολιτισμικό μέσον, ικανό να συνδέει την αντικειμενική με την υποκειμενική κουλτούρα»(σελ. 218). Ο Κ.Καστοριάδης θα δείξει τα όρια της «συνολο-ταυτιστικής λογικής» και την αξία του κοινωνικού φαντασιακού. Στον δομισμό αποκορυφώνεται η κρίση του νοήματος εφόσον  αντικαθίσταται από τον σχετικισμό: «εν προκειμένω, δεν έχουμε μόνο αποσύνδεση της σχέσεως σημαίνοντος-σημαινόμενου που ανέπτυξε ο δομισμός, αλλά κι ένα σκόρπισμα του νοήματος σε όλη την ακολουθία των σημαινόντων, έτσι που το νόημα δεν μπορεί ποτέ να ολοκληρωθεί μιας και είναι συνεχώς αναβαλλόμενο και αμφισβητούμενο»(σελ.326). Η ευθύνη της αποδομητικής θεωρίας του Ντεριντά, έγκεινται στο ότι «παραμένοντας εγκλωβισμένη στα σημαίνοντα της γλώσσας, αντικαθιστά τον πραγματικό κόσμο με σημεία, με οντότητες χωρίς ουσία, ευρισκόμενες στο έλεος μιας απροσδιοριστίας, η οποία καθώς έχει αφαιρέσει από το σημείο το συμβολικό, αφήνει τη συνείδηση έρμαιο γλωσσικών παιγνίων, άδεια από κάθε υπόσταση που θα μπορούσε να την παρηγορήσει, μετατρέποντας το μέλλον σ’ ένα ουδέποτε αφικνούμενο παρόν»(σελ.327).

Η Ι.Τσιβάκου σε αυτό τον περίπλου στον φιλοσοφικό στοχασμό, εισάγει τον αναγνώστη στον κριτικό λόγο, συμπεραίνει ότι η ερμηνεία του κόσμου δεν ήταν ποτέ ανεξάρτητη  από τον εντοπισμό του νοήματος, καταλήγει ότι σε μια πραγματικότητα όπου κυριαρχεί η λειτουργική χρησιμότητα ή πιο απλά η χρησιμότητα, η λύση είναι οι ζωντανές ανθρώπινες σχέσεις όπου «η ψυχή του κάθε ενός συντροφεύεται απ’ την ψυχή του άλλου, το νόημα της αγάπης, ζυμωμένο με τον βιωματικό χρόνο, διαστέλλεται κι αγκαλιάζει όλη την ύπαρξη»(σελ.450).    



Παρασκευή 9 Ιουνίου 2023

Κυκλοφορεί η Ρήξη Ιουνίου

 

9 Ιουνίου 2023

Κυκλοφορεί στα περίπτερα το φύλλο Ιουνίου

Ρήξη φ. 184 – Ιούνιος 2023: Ο ενταφιασμός της
μεταπολίτευσης

Η Τουρκία του Ερντογάν και οι «Πρέσπες του Αιγαίου»

Το πόσο ευεπίφορες είναι οι πολιτικές και μιντιακές ελίτ στην αναζήτηση μιας ψευδούς αφήγησης σχετικά με την Τουρκία καταδείχτηκε με αδιάψευστο τρόπο κατά τη διάρκεια των τελευταίων εκλογών στο κράτος του Ερντογάν, όσο και σχετικά με την αντιμετώπιση της νέας τουρκικής κυβέρνησης.
Παρά τη σκληρή εμπειρία αιώνων, παρά την πρόσφατη εμπειρία της αναζωπύρωσης της τουρκικής επιθετικότητας στον Έβρο και στην Ανατολική Μεσόγειο, παρά τη σκανδαλώδη συμπεριφορά των Τούρκων αξιωματούχων έναντι των Ελλήνων ομολόγων τους, παρά τις απροκάλυπτες απειλές και τις διεκδικήσεις των Τούρκων στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, τη Θράκη και την Κύπρο, ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού συστήματος και των ΜΜΕ ψελλίζει και πάλι ένα νέο αφήγημα ελληνοτουρκικής συνεννόησης, αν όχι και «φιλίας».
Ο υπηρεσιακός Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, ως μη όφειλε, μετέβη στην Τουρκία για να χαιρετίσει, όπως οι υποτελείς της αυτοκρατορίας, την ενθρόνιση του Ερντογάν στην προεδρία. Άραγε συμβαίνει κάτι ανάλογο όταν ορκίζεται η κυβέρνηση στην Ελλάδα;

……………………………………………….

Της Σύνταξης

Διαβάστε στη Ρήξη που κυκλοφορεί

Πολιτική: Αφιέρωμα εκλογές 2023

Γιώργος Καραμπελιάς: Ένα νέο οικονομικό μοντέλο για την Ελλάδα

Γιώργος Γκόντζος: Ακροβασίες

Γιάννης Ξένος: Τι δείχνουν τα exit poll – Μια ακτινογραφία της κάλπης

Γιάννης Ξένος: Η συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ κρύβει τη διπλή εικόνα της ΝΔ

Νίκος Ντάσιος: Όσα δεν ακούγονται προεκλογικά για την οικονομία

Γιώργος Ρακκάς: ΠΑΣΟΚ: Νέο ύφος, μπαγιάτικο περιεχόμενο και φορολογικοί τυχοδιωκτισμοί

Αντώνης Σπυρόπουλος: Ορθοδοξία: Πίστη, και όχι Πολιτική Οργάνωση

Αναστάσης Μπαλτατζής: Τι σηματοδοτούν οι μετεκλογικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ;

Γιάννης Ξένος: Έχει αλλάξει η Ζωή;

Αλέξανδρος Δρίβας: Ένα όραμα για τον Ελληνισμό του 21ου αιώνα

Γιάννης Σαΐνης: Ολοκληρωτισμοί και Δημοκρατία

Κίνημα Woke

Γιώργος Καραμπελιάς: «Οι δυτικές κοινωνίες σε διαδικασία μετάβασης»

Τζόελ Κότκιν: Πόλεμος των φύλων – Οι γυναίκες νίκησαν, αλλά με τι κόστος;

Οικολογία:

Δημήτρης Μπούσμπουρας: Γιγαντιαία φωτοβολταϊκά χιλιομέτρων σε όλη την ύπαιθρο

Διεθνή:

Μάικλ Ρούμπιν: «Μήπως ο Μπάιντεν καταστρέψει το ΝΑΤΟ, κατευνάζοντας την Τουρκία για το ζήτημα της Σουηδίας;»

Χερσώνα: Ένα στυγερό έγκλημα πολέμου

François-Joseph Schichan: Όχι πια Βrexit, αλλά Βregret

Αναστάσης Μπαλτατζής: Η γερμανική ακροδεξιά σε νέα υψηλά

Ιδέες – Βιβλίο- Κινηματογράφος – Θέατρο

Σπύρος Κουτρούλης: Παναγιώτης Κονδύλης και Alexandre Kojeve – Όταν η πολιτική φιλοσοφία συναντά τη διεθνή πολιτική & Σπύρος Γεωργίου – Θέματα Παιδείας στον Βασίλειο Λαούρδα 1912-1971

Τάσος Χατζηαναστασίου: «Αγόρια στο ντους», εκπαιδευτικοί στο απόσπασμα

Μανώλης Εγγλέζος – Δεληγιαννάκης: Γενοκτονία και γενοκτόνοι

Κωνσταντίνος Μαυρίδης: Μαύρη Κλεοπάτρα και πράσινα άλογα

Κώστας Σαμάντης: Το θέατρο ως παίδευση

Κωνσταντίνος Μπλάθρας: cινερήξη – Το αγόρι & Black Stone

Διδύμιος: Έχασε…

Ενισχύστε την προσπάθειά μας κάνοντας μια δωρεά στο Άρδην πατώντας ΕΔΩ.

Πέμπτη 8 Ιουνίου 2023

Κριτική στο βιβλίο του Σ.Ράμφου:"Το αδιανόητο τίποτα"



Σ।ΡΑΜΦΟΣ: «Το αδιανόητο Τίποτα» ως αποκορύφωμα ενός αδιεξόδου



(δημοσιεύθηκε στην ΡΗΞΗ Τ.69,70,71)


Α’:Τα παράδοξα του Σ.Ράμφου και η πραγματικότητα της νεοελληνικής παρακμής


Το νέο βιβλίο του Σ.Ράμφου , όπως μαρτυρά ο τίτλος του «Το αδιανόητο Τίποτα – φιλοκαλικά ριζώματα του νεοελληνικού μηδενισμού – δοκίμιο φιλοσοφικής ανθρωπολογίας » (Εκδόσεις Αρμός ,Αθήνα 2010 , σελ.490), έχει μια διπλή στόχευση. Να αποτελέσει μια πρωτότυπη και γόνιμη μελέτη ενός έργου που έχει σημαδέψει , τον ανατολικό τουλάχιστον Χριστιανισμό , δηλαδή την Φιλοκαλία και κατά δεύτερο να αναδείξει τον τρόπο που επηρέασε την ελληνική κοινωνία σε μια προοπτική μηδενιστική.
Αν περιοριζόταν ,στον πρώτο στόχο , θα ήταν μια ακόμη αξιόλογη μελέτη , που σίγουρα δεν θα ενδιέφερε αποκλειστικά τους θεολόγους. Όμως δεν αρκέστηκε σε αυτό .Θέλησε να χρησιμοποιήσει μία συγκεκριμένη πλευρά της Φιλοκαλίας , την ερμηνείας της οποίας προηγουμένως απολυτοποίησε για να ερμηνεύσει με τρόπο δεσμευτικό την εξέλιξη του νεοελληνισμού .Φυσικά μία τέτοιους είδους κατανόηση προϋποθέτει τον αποκλεισμό πολλών άλλων παραγόντων , ώστε να μπορεί να εκπληρώνει τους στόχους που η ίδια έχει θέσει. Έτσι η οικονομία , η μορφή του πολιτικού συστήματος ,το δίκαιο , η εξέλιξη των διεθνών και διακρατικών σχέσεων απουσιάζουν εντελώς. Φυσικά ο Ράμφος δεν είναι Μ .Βέμπερ – που κατάφερε να συνδέσει τον προτεσταντισμό με τον καπιταλισμό - , αλλά ούτε και Μπερδιάγεφ- που έδειξε την πορεία του ρώσικου λαού από την ορθοδοξία στον ρώσικο κομμουνισμό και μηδενισμό ως μια ενιαία εξέλιξη. Το αποτέλεσμα είναι μια σειρά από παράδοξες σκέψεις που φρόντισε ο ίδιος να διαδοθούν και να διευρυνθούν ,με συνεντεύξεις , σε δημοσιογράφους που ή δεν είχαν διαβάσει το έργο του ή δεν ήθελαν -πιθανόν- να του θέσουν ορισμένες κρίσιμες και διαφωτιστικές , ερωτήσεις .
Είναι αναμφισβήτητο ότι ο Ράμφος κόπιασε με τα κείμενα της Φιλοκαλίας .Έσκυψε με πάθος και για πολλά χρόνια πάνω σε αυτά. Ερεύνησε μεθοδικά και με συγκριτικό τρόπο κάθε μελέτη που θα μπορούσε να αναδείξει τις σημασίες που περιέχουν .Όμως η προσπάθεια του να ερμηνεύσει μονοδιάστατα τον νεοελληνισμό και να χρησιμοποιήσει τα πορίσματα του ,για τρέχουσες πολιτικές επιδιώξεις (όπως την «επιχειρηματικότητα» , την «καινοτομία») , που είχε άλλωστε προαποφασίσει ,έβλαψαν συνολικά το συγκεκριμένο έργό του. Η προβληματική πλευρά του έργου επιδεινώθηκε από ένα άλλο γεγονός. Ότι θα έπρεπε να τεκμηριώσει , το λαμβάνει ως δεδομένο. Έτσι μπορεί να θεωρεί ότι ο ατομικισμός και μόνο προάγει ιστορικά τις κοινωνίες ή ότι το τέλος του Βυζαντίου προήλθε από την απουσία του ατόμου , αλλά οι σκέψεις αυτές παραμένουν ταυτολογικοί αφορισμοί , οι οποίοι δεν θεμελιώνονται πάνω στην ιστορική έρευνα και σπουδή. Επίσης γενικεύσεις ή μονομέρειες της κοινωνικής εξέλιξης της Ανατολής και της Δύσης , όπως ότι στην Δύση υπάρχει μόνο ατομισμός και στην βυζαντινή Ανατολή μόνο κοινωνισμός , παραβλέπουν ότι στην Δύση υπήρχαν συντεχνίες , κοινότητες και στην συνέχεια συνδικαλισμός , όπως και στο Βυζάντιο , ο άνθρωπος βρήκε συχνά ένα ευρύ πλαίσιο για να αναπτυχθεί – ευρύτερο μάλιστα από αυτό που συναντούμε σε άλλες κοινωνίες την ίδια εποχή. Η άποψη του Ράμφου , ότι η παραδοσιοκρατία ,σε κάθε περίπτωση δεν συνάπτεται με την εκτεχνικευμένη κοινωνία είναι πρόδηλα έωλη .Για παράδειγμα η Αλ Κάιντα δεν πήγε στην Νέα Υόρκη με τον αραμπά , αλλά με BOEING 767, ενώ δεν χρησιμοποιεί τόξα , αλλά καλάσνικοφ και πυραύλους stinger.
Ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος σε απαντητικό κείμενο με τον τίτλο «Η Φιλοκαλία , ο μηδενισμός και η κρίση» (βλέπε www.alopsis.gr) υποστηρίζει ότι η Φιλοκαλία δεν περιέχει μόνο μια ανθρωπολογία , αλλά περισσότερες. Ιδιαίτερα θεωρεί «ως εντελώς παράδοξη την θέση του Ράμφου πως ο ανατολικός χριστιανισμός δεν διαθέτει καν ανθρωπολογία: η απόλυτη ισότητα και ακεραιότητα των δύο φύσεων του Χριστού στη Δ’ Οικουμενική Σύνοδο , καθώς και ο μακρύς αντι-μονοφυσιτικός αγώνας , που κατέληξε στη λαμπρή διατύπωση της απόλυτης ελευθερίας της ανθρώπινης βούλησης , για πρώτη φορά στην Ιστορία ,στον Μάξιμο τον Ομολογητή και την Στ’ Οικουμενική Σύνοδο ,ενάντια στην παθητικότητα της βουδιστικής Ανατολής , θα αρκούσαν για να αποδείξουν αυτό. ».Αλλά ο Ράμφος κάνει και άλλες αστοχίες . Παραβλέπει το γεγονός ότι η Φιλοκαλία δεν περιέχει το σύνολο της ορθόδοξης παράδοσης .Επίσης ότι δεν δίνει πρωτοκαθεδρία στο αίσθημα αλλά «τόσο το αίσθημα όσο και ο νους περιορίζονται στην διαδικασία της προσευχής».H Φιλοκαλία δεν θεμελιώνει τον μηδενισμό , αλλά αξίες .Ο μηδενισμός κατά τον Χάιντεγκερ στηρίζεται «στην αυτοτοποθέτηση του σκεπτόμενου υποκειμένου ως προυπόθεση κάθε αντικειμενικής μεταφυσικής του Είναι και η βούληση για δύναμη που ακολουθεί » , όπως και από το γεγονός ότι το «φίλαυτο υποκείμενο » χάνει την επαφή με την κοινότητα και σχετικοποιεί κάθε αξία.
Στην ελληνική περίπτωση η απουσία κανονιστικών δεσμεύσεων ή αναφοράς σε ένα συλλογικό όραμα , όπως ήταν παλαιότερα η Μεγάλη Ιδέα και κατόπιν η Εθνική Αντίσταση , δημιουργεί ένα μηδενισμό υπό την μορφή ενός άγριου ,ανορθολογικού και αντικοινωνικού ατομικισμού, πολύ διαφορετικού από το άτομο που δημιούργησε ο προτεσταντισμός και χρησιμοποίησε ο καπιταλισμός ως την αρχική καύσιμη ύλη του. Έτσι ο υπάλληλος που τα «παίρνει» για να μην κάνει σωστά την δουλειά του , ο πολιτικός που παίρνει μίζες –από την SIEMENS για παράδειγμα- προξενώντας τεράστια ζημιά στην πατρίδα του , αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στο όφελος του ατόμου του ,χωρίς να αισθάνεται καμιά υποχρέωση απέναντι στην κοινωνία και στον τόπο του. Ένας ασκητισμός – σαν των ιερών νηπτικών - που ελέγχει τις επιθυμίες και αντικαθιστά το ίδιο όφελος από το κοινωνικό , το αύταρκες εγώ από το δόσιμο στον άλλο , προσφέρει στην κοινωνία μια έλλογη , συλλογική διέξοδο .Είναι μια απάντηση -χωρίς να είναι η μοναδική - στον μηδενισμό του ατομικισμού. Ο Ράμφος επικρίνοντας την ασκητική παράδοση-ιδιαίτερα τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά και την θεωρία του για την θεία ουσία και τις άκτιστες ενέργειες- , όπως και κάθε συλλογική ταυτότητα, σαν την οικογένεια ή την κοινότητα , συνειδητά ή όχι , προωθεί και δικαιώνει ένα ατομικισμό που είναι η μήτρα , όχι ενός υψιπετούς μηδενισμού σαν αυτού του Σιοράν , αλλά ενός μηδενισμού θλιβερού και παρακμιακού, σαν αυτόν που απηχεί ο πολιτικός που ξεροσταλιάζει μπροστά από τα ταμεία της SIEMENS για να λάβει το «δώρο» του.
Σε συνέντευξη στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (25.5.2010) , με σκοπό να παρουσιάσει το καινούργιο βιβλίο του διατυπώνει διάφορες παράδοξες σκέψεις , πολλές από τις οποίες δεν περιέχονται – τουλάχιστον με αυτή την μορφή και ένταση – στο «Αδιανόητο Τίποτα».Βεβαίως μπορεί να υπάρχει το ελαφρυντικό του προφορικού λόγου ,αλλά επιβαρύνεται από το γεγονός ότι απευθύνεται σε ένα κοινό που δεν έχει ιδιαίτερη εξοικείωση με τις φιλοσοφικές έννοιες και άρα έχει αυξημένη ευθύνη απέναντί του. Λέγει λοιπόν «Εάν δεχθούμε ότι , για να φτάσουμε στον Θεό , όπως ήθελαν οι ασκητές , πρέπει να εξοντώσουμε κάθε στοιχείο λογικό από μέσα μας , να το αφανίσουμε , τότε μένουμε στη θεότητα ως απόλυτο αίσθημα και βρισκόμαστε ένα βήμα από το μηδέν .Γιατί αν το απόλυτο είναι κενό και δεν έχει καμία λογική , τότε δεν έχεις παρά να κυνηγάς σκιές. Η διαδικασία αυτή , που απορρίπτει τη λογική , διαμορφώνει ψυχολογίες ακράτητα συναισθηματικές ,σαν αυτές που βλέπουμε στην σύγχρονη κοινωνία».Βεβαίως παραλείπει να πει ότι αυτός που ισχυρίστηκε , ότι δεν μπορούν να σταθούν οι λογικές αποδείξεις του Θεού είναι ο εισηγητής του κριτικού ορθολογισμού ο Ε. Κάντ. Όπως γράφει ο Π.Κανελλόπουλος «Λογική απόδειξη για την ύπαρξη της Ελευθερίας και για την ύπαρξη του Θεού αποκλείεται κατά τον Κάντ. Τις σελίδες του για τις «Αντινομίες » , τις ακολουθούν , στην «Κριτική του Καθαρού Λόγου», οι σελίδες , όπου αποκρούει και τις «τρείς αποδείξεις »για την ύπαρξη του Θεού » . Παραδόξως ο Ράμφος δεν στρέφεται διόλου κατά του καντιανισμού , όπως κάνει με την Φιλοκαλία , ούτε τον θεωρεί ως εμπόδιο σε αυτό που ονομάζει «νεώτερη δημοκρατική κοινωνία»
Σε δύο- τρία σημεία του έργου του (στην σελίδα 53 και αλλού) , ο Ράμφος ,αναφέρεται στο σπουδαίο βιβλίο του Λουί Ντυμόν «Δοκίμια για τον Ατομικισμό », χωρίς όμως να τον λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη του. Σύμφωνα με τον Ντυμόν ο χριστιανισμός – ανατολικός ή δυτικός – ανάπτυξε ένα ξεχωριστό ατομικισμό , που τον διαφοροποίησε από την ινδική για παράδειγμα κοινωνία «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία σχετικά με τη θεμελιώδη αντίληψη περί ανθρώπου , που πήγασε από τη διδασκαλία του Χριστού:όπως το είπε και ο Τραίλτς , ο άνθρωπος είναι ένα άτομο- σε- σχέση με –το-Θεό , πράγμα που σημαίνει , για τη δική μας χρήση , άτομο που ουσιαστικά είναι έξω από τον κόσμο…Από τη διδαχή πρώτα του Χριστού και έπειτα του Παύλου απορρέει ότι ο χριστιανός είναι «ένα άτομο- σε σχέση-με -το Θεό. Στη σχέση με το Θεό , λέει ο Τραίλτς ,υπάρχει «απόλυτος ατομικισμός και απόλυτος οικουμενισμός ( universalisme) » . Ένας τέτοιος ατομικισμός , που στρέφει τον άνθρωπο προς τα μέσα , μπορεί να στέκεται εχθρικά σε ορισμένες εξουσίες (η αγάπη είναι το κριτήριο για την αποδοχή ή την αντίσταση στην εξουσία ) , συγχρόνως όμως εντάσσει το άτομο σε κοινωνικές συσσωματώσεις , όπως είναι η κοινότητα.



Β’:Η μονοδιάστατη σκέψη , ο μηδενισμός και το ξερίζωμα της παράδοσης

Τα κυριότερα ρεύματα του δυτικού χριστιανισμού – ο καθολικισμός και η διαμαρτύρηση – εξιδανικεύονται , ενώ στην εκκοσμίκευσή τους, ο Ράμφος μόνο θετικά στοιχεία αναγνωρίζει. Είναι σαν από το βιβλίο της ιστορίας να έχουν κοπεί ορισμένες κρίσιμες σελίδες και να έχουν απομείνει μόνο οι φωτεινές όψεις. Κατηγορείται «η χριστιανική Ανατολή ότι ανήγαγε την θεωρία σε αυτοσκοπό εις βάρος των αισθήσεων και της φαντασίας» (σελ.160) .Όμως τίποτε αρνητικό δεν εντοπίζει στην διαμαρτύρηση , ούτε αυτά που μαθαίνουμε με μια απλή ανάγνωση του έργου του Μάξ Βέμπερ .Αλλά και στην καθολική εκκλησία δεν αποκαλύπτει κάτι να τον προβληματίσει , παρότι η θεολογική της σκέψη στήριζε πάντα τις μοναρχικές λύσεις , σύμφωνα με το αξίωμα : ο Θεός στον ουρανό , ο Πάπας και ο Πρίγκιπας στην γη .Η αντιδραστική σκέψη της Δύσης ήταν πάντα καθολική. Αν διαβάσουμε τον Μπονάλ, τον Ντέ Μαίστρ ,τον Ν.Κορτές , θα δούμε ότι η ευλογημένη από τον Θεό μοναρχία είναι απαραίτητη προυπόθεση για την ενότητα της κοινωνίας και την ύπαρξη της θρησκείας. Σε μια τέτοια κατάσταση τα περιθώρια για να κινηθεί το άτομο δεν είναι μόνο στενά ,αλλά και συγκεκριμένα. Παρότι δεν το αποδέχεται ο Ράμφος η φαντασία στο Βυζάντιο είχε μια σημαντική θέση , δίπλα βέβαια στην θεολογία. Διότι δίχως την συνδρομή της δεν θα μπορούσε να υπάρξει ούτε η βυζαντινή ζωγραφική –μια από τις πιο πρόσφατες επιρροές της είναι ο Β.Καντίνσκυ -, μα ούτε και τα έπη του Διγενή Ακρίτα. Έτσι η άποψη του Ράμφου ότι στην ορθόδοξη Ανατολή η θεωρία είναι αυτοσκοπός , ενώ στην Δύση «παραπέμπει σε ενεργό ύπαρξη »(σελ. 161) είναι τόσο γενικευτική και αόριστη , ώστε στην πραγματικότητα δεν μας προσφέρει τίποτε.
Όμως η απόφανση ότι «Αναγέννηση και Μεταρρύθμιση έθεταν υπό αμφισβήτησι ό,τι συνιστούσε ακλόνητη βεβαιότητα »(σελ.162), παραγνωρίζει το γεγονός ότι αποτελούσαν δύο πολεμικές ερμηνείες απέναντι στην δεσμευτική ερμηνεία του χριστιανισμού από τον καθολικισμό. Από όλες τις εξελίξεις , που συμβαίνουν στον δυτικό κόσμο ,ο Ράμφος απομονώνει αποκλειστικά τις δύο πράγματι θαυμαστές περιπτώσεις του Μιχαήλ Άγγελου και του Μποτιτσέλι. Από αυτούς θα συμπεράνει ότι «από την φυσική ομορφιά αναδύεται η νέα αυτοσυνείδησι στο όνομα μιας ανώτερης πραγματικότητος , ενός απείρου στο πέρας που δίνει οριστικό τέλος στην λογοκρισία της Εκκλησίας , τιμά την φαντασία και ελευθερώνει την ζωή από την συμβατικότητα η οποία διερμηνεύει την καταδίκη του σώματος και τον αποκλεισμό από το πνεύμα »(σελ. 163). Αλλά παραλείπει να πει είναι ότι η καθολική εκκλησία δεν έπαψε να είναι αυστηρή με τα ήθη, η τέχνη που αποδεχόταν είχε κυρίως θεολογικά χαρακτηριστικά , ενώ με τα index και τις απαγορεύσεις βιβλίων προσπαθούσε να ελέγξει ασφυκτικά την πνευματική ζωή. Η κάποια ελευθεριότητα στα ήθη , που διαπιστώνει και ο Μάξ Βέμπερ ,δεν οφειλόταν στις προθέσεις της , αλλά προήλθε από το αδυνάτισμα και την παρακμή της επιρροής της .Ο προτεσταντισμός αντικατάστησε μια πλαδαρή θρησκευτική εξουσία «με μια ρύθμιση του συνόλου της συμπεριφοράς που εισχωρούσε σε κάθε σφαίρα της ιδιωτικής και δημόσιας ζωής , που ήταν άπειρα επαχθής και επιβαλλόταν αυστηρά» .Όπου κυριάρχησε ακολούθησε ,μοιραία, για πολύ καιρό , το μαράζωμα της τέχνης.
Αν ο Ράμφος δεν είχε την σπουδή της καινοτομίας μαζί με μια προσπάθεια να εξιδανικευτεί ο δυτικός κόσμος θα μπορούσε να αντλήσει χρήσιμες απόψεις ,ενδεικτικά από δύο βιβλία :την «Βυζαντινή Φιλοσοφία » του Β.Τατάκη (Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας ,Αθήνα ,1977) και του Γ.Καραμπελιά το «1204 ,Η διαμόρφωση του νεώτερου ελληνισμού»(Εναλλακτικές Εκδόσεις).Ο πνευματικός διάλογος με τέτοια έργα , πιθανόν να τον οδηγούσε σε άλλα συμπεράσματα. Οι επισημάνσεις που κάνει για το πέρασμα για παράδειγμα από τον Καλβίνο στον Λόκ συνιστούν τεράστια λογικά άλματα , που καλούνται να στηρίξουν εκ των υστέρων μια παραδείσια εικόνα του δυτικού κόσμου .Έτσι η θεολογία του Καλβίνου , που τουλάχιστον από τον Μ.Βέμπερ γνωρίζουμε πόσο καταθλιπτική για την ανθρώπινη ύπαρξη ήταν , καταλήγει να ανοίγει τον «δρόμο για τον ορισμό από τον Λόκ του προσώπου ως συνειδήσεως , ως «λογικής υποστάσεως , η οποία έχει την ικανότητα να θεωρή τον εαυτό της » (σελ. 259).Σημειωτέον δε ότι όλοι αυτοί οι αφορισμοί δεν αποτελούν διακριτά δοκίμια , παρά δευτερεύοντα σημεία σε κάθε κεφάλαιο που αναφέρεται σε καθένα από τους συγγραφείς της Φιλοκαλίας.
Η βυζαντινή παρακμή ,η οθωμανική κατάκτηση , η μοναρχική παρέκκλιση στην Ρωσία και κατόπιν ο κομμουνιστικός ολοκληρωτισμός, που θα τον διαδεχθεί , πάντα κατά τον Ράμφο, μια δημοκρατία εντός εισαγωγικών οφειλόταν σε ένα γεγονός :ότι κατά τον 11ο και τον 12ο αιώνα «κυοφορείτο στο Βυζάντιο μια ατομικότης ανέκδοτη»(σελ. 319), που οδηγήθηκε σε ναυάγιο με αποτέλεσμα οι «ορθόδοξοι λαοί δεν βρήκαν ακόμη τρόπο να συμφιλιωθούν δημιουργικά με την ιστορικότητα του υποκειμενικού ανθρώπου ».(σελ.319).Όμως αυτό που θα έπρεπε να αποδείξει , δηλαδή ότι η αναιμική ατομικότητα της ορθόδοξης ανατολής , αυτή και αποκλειστικά μόνο αυτή και όχι άλλοι λόγοι , διαμόρφωσε τις εξελίξεις της Ανατολικής Ευρώπης δεν το αποδεικνύει πουθενά. Είναι μια αξιολογική κρίση του , που κρέμεται στο κενό. Μοιάζει η Δύση, να ξεκινά και να τελειώνει την ιστορία της με την μεταπολεμική δημοκρατία ,ενώ οι αιώνες μοναρχίας , αποικιοκρατίας , ιμπεριαλισμών, ολοκληρωτισμών να είναι σαν να μην έχουν υπάρξει ποτέ. Η επίκριση της μονομέρειας της ανατολικής χριστιανοσύνης (σελ. 320), παραβλέπει το γεγονός ότι στα όρια της διατυπώθηκε ο «σπερματικός λόγος» , κατά τον οποίο όλοι οι άνθρωποι μετέχουν της αλήθειας.
Στο έργο του Π.Κονδύλη, διαβάζουμε ότι ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός τοποθετεί στην θέση του Θεού τον Άνθρωπο , που αποκτά με την σειρά του παρόμοια χαρακτηριστικά .Ο Ράμφος ισχυρίζεται ότι η εξέλιξη αυτή , στον δυτικό κόσμο σημειώθηκε πολύ νωρίτερα .Συμπληρωματικά υποστηρίζει ότι στην ορθόδοξη ανατολή αυτό δεν συνέβη ποτέ. Ο μοιραίος στοχαστής στάθηκε ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ,με δυσάρεστα αποτελέσματα , που δεν αλλοιώθηκαν στο ελάχιστο στο πέρασμα του αιώνα. Είναι σαν τα Βαλκάνια και η Ρωσία να έχουν παγώσει ιστορικά και καμία εξωτερική επιρροή να μην μπορεί να αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά τους.
Γράφει λοιπόν: «η διάκριση μεταξύ θείας ουσίας και ακτίστων ενεργειών συνεπάγεται , όπως είδαμε , μια ανθρωπολογία κλειστού αισθήματος που αποκλείει την διαμόρφωσι του αυτοσυνειδήτου υποκειμένου και μια εσχατολογία που αποκλείει ή ακρωτηριάζει την ιστορικότητα .Αλλά χωρίς υποκείμενο και ιστορικότητα ο ορθόδοξος κόσμος είναι καταδικασμένος σε ψυχικό διχασμό , αφού ο άνθρωπος του θα ζή σε δημοκρατικά πολιτεύματα χωρίς να διαθέτη ατομικό εαυτό , και σε παθητικότητα , αφού οι κοινωνίες του θα συνεχώνται έξωθεν από το κράτος. Και είτε θα σέρνεται με την λογική όμηρο του αισθήματος είτε θα μαραίνεται σε ανίατη κρίσι ταυτότητος παραδίδοντας το συναίσθημα σε υπερκόσμιες συμβολικές μορφές ,είτε θα πετύχη δυναμική συνύπαρξι λόγου και αισθήματος .Στην τελευταία όμως περίπτωσι πέρα από το ευχολόγιο πρέπει να γνωρίζη σε ποια βάσι και με ποια κριτήρια θα πορευθή ώστε να υπερβή μεταμορφωτικά τον εαυτό του.Αυτή η απαίτησι με προκάλεσε να γράψω τούτο το βιβλίο.Να το πω καθαρότερα :Η παλαμική θεολογία θα ανοίξη πεδίο ζωντανού διαλόγου με την σημερινή σκέψι εφ’όσον διαβαστή ιστορικά σαν αντίδρασι στο πνεύμα του νεώτερου ανθρωπισμού , το οποίο ηττήθηκε μεν ως επείσακτο και καταστροφικό στο Βυζάντιο , κυριάρχησε εν τούτοις στην λατινική χριστιανοσύνη και έβαλε τα θεμέλια του οικουμενικού δυτικού πολιτισμού της εποχής μας » (σελ. 383).
Ο Ράμφος αντιλαμβάνεται τον «δυτικό ανθρωπισμό » να κυοφορεί μια ευθύγραμμη εξέλιξη , που καταλήγει στις «νεώτερες δημοκρατικές κοινωνίες».Βεβαίως γνωρίζουμε ότι μια τέτοια πορεία ,δεν υπήρξε ποτέ. Η δημοκρατία που ζούμε μεταπολεμικά στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ , είναι ένα παιδί με πολλούς γονείς. Δεν ήταν το μοναδικό πολίτευμα που υπήρξε στην Δύση και ούτε επικράτησε την ίδια χρονική στιγμή παντού .Αν θεωρήσουμε την δυτική θεολογία και τον ανθρωπισμό ότι επέδρασαν τόσο δεσμευτικά στην εξέλιξη του πολιτικού στοιχείου , θα πρέπει αναγκαστικά να τον θεωρήσουμε υπεύθυνο και για κάθε άλλο πολίτευμα , συνεπώς και για τα ολοκληρωτικά. Άλλωστε δεν είναι πολύ μακρινή εποχή που μία δυτική δημοκρατία ,υπέθαλπε για πολύ πεζούς λόγους σε άλλα κράτη αυταρχικά πολιτεύματα.
Οι ασκητές της ερήμου , οι αναχωρητές , καλλιεργούν έναν ανθρωπολογικό ατομικισμό, που είναι αρεστός στον Ράμφο .Αντίθετα το κοινόβιο , η μοναστική κοινότητα της ορθόδοξης ανατολής τον απελπίζει καθότι στέκεται εμπόδιο στην συγκρότηση του ατόμου. Η μετοχή του ανθρώπου στις άκτιστες και η κατά χάριν θέωσή του είναι ο λόγος που οι ορθόδοξοι λαοί δυσκολεύονται «να παρακολουθήσουν τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό »(σελ.385).Αρνητικά και αποπνικτικά χαρακτηριστικά θα λάβουν «η οικογένεια ,η χωρική κοινότητα , η τοπική εκκλησία»(σελ. 394), ενώ ο άνθρωπος της χριστιανικής ανατολής χαρακτηρίζεται από μία παθητικότητα «η οποία μειώνει δραματικά τους συντελεστές της αυτονομίας» (σελ.395).
Δείγμα της ανιστορικότητας ή ακόμη και της απουσίας κοινωνικής εμπειρίας είναι η ακόλουθη σκέψη του Ράμφου: «Είναι χαρακτηριστικό ότι οι νέοι στον τόπο μας συντηρούνται ακόμη σε υψηλότατο ποσοστό από την οικογένεια και μετά την ηλικία των 30 ,ενώ ταυτόχρονα κάνουν την δική τους ζωή»(σελ. 459).Έτσι απολυτοποιεί ένα γεγονός που είναι προσδιορισμένο χρονικά και παραβλέπει το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις νέοι εργάζονταν και σπούδαζαν .Θα αναφέρω ένα οικογενειακό στοιχείο .Ο πατέρας του γράφοντος στην δεκαετία του ’30 μαζί με άλλους έφηβους αναγκάστηκαν και έφυγαν μακριά ,πολλά χιλιόμετρα , από τις οικογένειές τους , επειδή στο χωριό τους δεν υπήρχε Γυμνάσιο. Δηλαδή υπάρχουν σε αυτή την περίπτωση , οικονομικοί λόγοι που προσδιόρισαν τις αποφάσεις και τις ζωές των , που η ανάλυση του Ράμφου , τους περιφρονεί εντελώς.
Η επιλογή του Ράμφου να ενωθούμε βαθιά και ψυχικά με την Ευρώπη και με τις πολιτικές , οικονομικές και αξιακές προτεραιότητές της, τον ωθεί σε μία ανάλυση που παραλείπει , ουσιώδη στοιχεία της πραγματικότητας , τόσο στην Δύση όσο και στην ορθόδοξη ανατολή. Ως αποτέλεσμα της σκέψεως του είναι να φαντάζει ως περισσότερο υπεύθυνος ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς , αλλά και η ορθοδοξία γενικά ,για την σημερινή αθλιότητα , δηλαδή για τις συμμορίες που ως ακρίδες πέσανε στο κράτος , για τις αντιδημοκρατικές ελίτ που ευτέλισαν την δημοκρατία , παρά οι σημερινοί αυτουργοί , που και ο ανενημέρωτος Έλληνας πλέον τους γνωρίζει πλέον καλά ποιοι είναι .
Μία δεύτερη συνέπεια της σκέψης του Ράμφου είναι να θεωρείται ως προαπαιτούμενο της φωτεινής μας πορείας το ξερίζωμα της παράδοσης (ειδικά κάποιων στοιχείων όπως η οικογένεια , η κοινότητα , το μοναστήρι που διασώζουν την προσωπική διάσταση του συλλογικού ) με μεθόδους που φαίνεται να νοσταλγούν αυταρχικές συμπεριφορές και να υποθάλπουν αντιδημοκρατικές εκτροπές . Η Ιαπωνία αποτελεί για αυτόν ένα γοητευτικό παράδειγμα , της οποίας : « περί τα μέσα του 19ου αιώνος η εκεί άρχουσα τάξι αποφάσισε άτεγκτα τον ραγδαίο εκσυγχρονισμό της κοινωνίας : Αστυνομία και στρατός ερεύνησαν όλες τις κατοικίες της χώρας , αφαίρεσαν και έκαψαν κάθε στοιχείο παραδοσιακό για να εξαλείψουν την ενεργό μνήμη. Το επίτευγμά της αποτελεί σήμερα για τους λαούς εκείνων των περιοχών παράδειγμα προς μίμησιν , όχι όμως και η μέθοδος .Για να ζήσουν πρέπει να δημιουργούν οι ίδιοι χρόνο με τα έργα τους »(σελ. 159). Εδώ είναι το αποκορύφωμα της αποτυχίας στην σκέψη Ράμφου. Δεν μπόρεσε να κατανοήσει ότι αν δεν συγκεράσουμε ότι θετικό στοιχείο έχουμε , ότι αντέχει από την παράδοσή μας και μας δίνει δύναμη , δεν μπορούμε να πετύχουμε καμία νέα σύνθεση , ούτε να αφομοιώσουμε γόνιμα και δημιουργικά ότι μας είναι αναγκαίο από την δύση και κάθε άλλο πολιτισμό.