Πέμπτη 23 Μαρτίου 2023

Για τον Γιώργο Ιωάννου

 



Στα ΝΕΑ της 21 Μαρτίου 2020 ο Μιχάλης Πάγκαλος παρουσίασε το τομίδιο της Εθνικής Βιβλιοθήκης , για τον Γιώργο Ιωάννου που κυκλοφόρησε το 2019 και γράφουν Σοφία Ιακωβίδου, Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Άρης Δρουκόπουλος και Σταύρος Ζουμπουλάκης.
Ο Γ.Ιωάννου ένας από τους σημαντικότερους πεζογράφους της μεταπολεμικής γενιάς έγινε γνωστός από έργα του όπως "Η πρωτεύουσα των προσφύγων" που συνδύαζε τον εσωτερικό λόγο με την γοητευτική, την αδρή περιγραφή της πραγματικότητας. Όπως και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος υπήρξε παιδί των εκκλησιαστικών οργανώσεων της Θεσσαλονίκης. Και αν σε αυτές πρυτάνευε πολλές φορές ένα πνεύμα όμοιο και ανάλογο με αυτό των ευσεβιστικών οργανώσεων της Δύσης, που και ο Χ.Γιανναράς έζησε και στα βιβλία του ζωντάνεψε με κριτική διάθεση, επέτυχαν όμως χάρις στα συσσίτια που οργάνωσαν κατά την διάρκεια της κατοχής να σώσουν την νεολαία της Θεσσαλονίκης από την πείνα και τον θάνατο, αλλά και πολύ περισσότερο κατάφεραν να δημιουργήσουν ισχυρούς ψυχικούς δεσμούς ανάμεσα στους ιερείς που ηγούνταν και διακονούσαν συγχρόνως και τα νέα παιδιά. Ένα μη επιδιωκόμενο αποτέλεσμα των πράξεων τους είναι πως ευνόησαν την συγκρότηση προσωπικοτήτων εσωτερικότητας και έντονου συναισθηματισμού όπως ο Ιωάννου και ο Χριστιανόπουλος. Κοντά τους ήταν ο Δ.Μαρωνίτης με τον οποίο όμως ο Γ.Ιωάννου θα έρθει αργότερα σε μια έντονη και ανειρήνευτη σύγκρουση (έγραφε μάλιστα αν εγώ είμαι Ελλάδα, ο Μαρωνίτης είναι Τουρκία).
Ο Ν.Δ.Τριανταφυλλόπουλος γράφει για την συνεργασία που είχε μαζί του στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης στο πολύ καλό περιοδικό " Ελεύθερη γενιά" που έβγαζε το Υπουργείο Παιδείας και μοιραζόταν στους μαθητές κυρίως του Λυκείου.
Ο Σ.Ζουμπουλάκης αναφέρεται στο διήγημα "Ο Χριστός αρχηγός μας..." που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του " Η πρωτεύουσα των προσφύγων". Σε αυτό ο Ιωάννου παρότι δεν αναιρεί τις παλαιότερες κριτικές αποτιμήσεις του όμως δεν δέχεται πως " η φριχτή παραγνώριση, η κακότητα πέρα για πέρα, η διάθεση για εξόντωση και κονιορτοποίηση, απλώς επειδή πρόκειται περί πιστών χριστιανών".
Ο Ιωάννου γράφει "ο Εσταυρωμένος της αίθουσας ήταν ο σκλαβωμένος, φυλακισμένος, τουφεκισμένος και πεινασμένος ελληνικός λαός... Το πράσινο πανί των τραπεζιών μας συμβόλιζε την ελπίδα, που αντιπροσωπεύαμε εμείς, τα νεαρά μα ατροφικά βλαστάρια των Ελλήνων. Ο Χριστός αναστήθηκε και ο λαός θα αναστηνόταν...Σ' αυτό το περιβάλλον ετελείτο το μέγα μυστήριο".
Συγκινητικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα του Γ.Ιωάννου: "το χρονικό αυτό είχε κιόλας γραφτεί , όταν ο πατήρ Λεωνίδας Παρασκευόπουλος πέθανε στις 27 Απριλίου 1984 στην αγαπημένη πόλη. Και αμέσως έγινε το θαύμα. Ξεχάστηκαν μονομιάς όλα,και τα πολιτικά και οι μικρότητες, και αναδύθηκε το έργο, η αγάπη, η συμπαθέστατη φωνή και μορφή. Χιλιάδες των χιλιάδων συνέρρευσαν να τον αποχαιρετήσουν. Αναδύθηκαν τα Συσσίτια, που έσωσαν χιλιάδες παιδιά. Τα καζάνια, οι κουτάλες, τα τραπέζια με τα πράσινα τραπεζομάντηλα, ο Εσταυρωμένος με το γαλάζιο φόντο, η αίθουσάς μας- η Αίθουσα! Αναδύθηκε, όπως έμαθα στην Αθήνα, το τραγούδι: " Ο Χριστός Αρχηγός μας και στρατιώτες εμείς..." που το έψαλαν με ραγισμένη φωνή τα παλικάρια και τα κορίτσια της γενιάς μου. Ω, ναι, ο Παρασκευόπουλος, ο πάτερ Λεωνίδας! Ήταν σπουδαίο, πολύ ελπιδοφόρο σημάδι για την πόλη μας το ξέσπασμα αυτό της ευγνωμοσύνης. Ο Παρασκευόπουλος μαζί με τον Αθανάσιο Φραγκόπουλο και τους άλλους συμπαραστάτες, δημιούργησαν για εμάς μια μεγάλη εποχή. Εκός οι βέβηλοι"

Κυριακή 19 Μαρτίου 2023

Το τελευταίο έργο του Σωτήρη Γουνελά

 


Ο Σ.Γουνελάς είναι ένας από τους συγγραφείς που κάθε βιβλίο του, το διαβάζουμε με ενδιαφέρον και μας οδηγεί σε γόνιμες σκέψεις. Με αφετηρία τον ευαγγελικό λόγο, την πατερική σκέψη, αλλά έχοντας στην αποσκευή του σύχρονους σημαντικούς στοχαστές όπως τον Κώστα Παπαϊωάννου, τον Σπύρο Κυριαζόπουλο, τον Χρήστο Μαλεβίτση, τον Γ.Καλιόρη,την Σιμόν Βέιλ αντιμετωπίζει με κριτικό λόγο τον σύγχρονο κόσμο. Με βασική του προτεραιότητα του και έγνοια να διασωθεί το ανθρώπινο πρόσωπο σε ένα κόσμο που εξυμνεί την ποσότητα και τον αριθμό ασχολείται τόσο με το επιμέρους όσο και το γενικό. Βεβαίως οι συνέπειες του δυτικού πολιτισμού τον απασχολούν και τον ανησυχούν έντονα. Αλλά τι είναι Δύση και τι μη Δύση. Για παράδειγμα η κομφουκιανή και στην συνέχεια κομμουνιστική και στην συνέχεια καπιταλιστική Κίνα είναι Ανατολή ή μετέχει και αυτή με τον δικό της τρόπο και με τα δικά της μέτρα στον δυτικό πολιτισμό; Και μεις μπορούμε να απομονωθούμε από αυτόν ή η απάντηση είναι στη φράση του Γ.Σεφέρη που μνημονεύει ο Σ.Γουνελάς: "το δίλημμα είναι αμείλικτο: είτε θ' αντικρύσουμε τον δυτικό πολιτισμό, που είναι κατά μέγα μέρος και δικός μας, μελετώντας με λογισμό και με νηφάλιο θάρρος τις ζωντανές πηγές του-κι αυτό δε βλέπω πως μπορεί να γίνει αν δεν αντλήσουμε τη δύναμη απο τις δικές μας ρίζες και χωρίς ένα συστηματικό μόχθο για τη δική μας παράδοση- είτε θα του γυρίσουμε τις πλάτες και θα τον αγνοήσουμε, αφήνοντας τον να μας υπερφαλαγγίσει, με κάποιο τρόπο από τα κάτω, με τη βιομηχανοποιημένη, την αγοραία, τη χειρότερη μορφή επίδρασης του"(σελ.110).
Ο Σ.Γουνελάς επισημαίνει ως μια από τις αιτίες των προβλημάτων μας ότι "ο σημερινός νέος μαθητής ή φοιτητής είναι σχεδόν ολότελα αποξενωμένος από τις εντόπιες ρίζες του- όποιες κι αν είναι αυτές- και στις περισσότερες περιπτώσεις η ενσκύψασα τα τελευταία χρόνια πολιτικοποίηση δεν τον βοηθά να λύσει κανένα πρόβλημα. Τον εγλωβίζει στον ναρκισσισμό της ηλικίας του, του ατομικισμού του και του πολιτικού Κόμματος στο οποίο ανήκει, διαιωνίζοντας συνακόλουθα ένα διχασμό που εδώ και πολλά χρόνια κόβει στα δύο αυτό τον τόπο"(σελ.124). Επίσης θέτει ως κρίσιμο υπαρξιακό ερώτημα αν μας ενδιαφέρει μόνο το παγκοσμιοποιημένο παρόν ή μια παιδεία που να "ενσωματώνει μέσα της την αρχαιοελληνική και χριστιανική παράδοση με ό,τι σημαντικότερο περιλαμβάνουν ή γονιμοποιούν στη νεώτερη ιστορία, θεωρώντας τες βάσεις ζωής για τον άνθρωπο"(σελ.127). Στα πλαίσια αυτά υπενθυμίζεται ότι η εργασία είναι άσκηση και διακονία προς τον άλλο. Ως προς την ρώσικη εισβολή στην Ουκρανία αναρωτιέται "γιατί θα πρέπει να καταστραφεί ένας εν πολλοίς ομόδοξος λαός, να υπάρξουν ένθεν και ένθεν χιλιάδες νεκροί"(σελ. 263) όπως να αναρωτηθούμε "προτού προβούμε σε κρίσεις, ποιός ήταν ο λόγος που οι σοβιετικές σοσιαλιστικές δημοκρατίες ζήτησαν να ανεξαρτοποιηθούν, η μια μετά την άλλη, όταν κατέρρεε η Σοβιετική Ένωση. Ήταν αυτό λαχτάρα ελευθερίας ή κάτι άλλο;"(σελ.263).
Η νηφάλια σκέψη του Σ.Γουνελά έχει από προηγούμενα βιβλία του διακριθεί από ορισμένα χαρακτηριστικά κάποιων ορθόδοξων στοχαστών που επιγραμματικά τα συνοψίζουμε : η εμμονή σε έναν ελληνικό εξαιρετισμό και σε ένα τυφλό αντιδυτικισμό που υψώνει μόνιμα την Δύση και τον δυτικό χριστιανισμό.ώς τον μόνιμο έχθρο ο οποίος διαρκώς μας επιβουλεύεται και επιχειρεί να μας διαφθείρει. Με αυτό τον τρόπο συγκροτείται ένα χαρμάνι όπου βρίσκει θέση ο αντιδυτικός εθνικισμός ο οποίος συνδυάζεται συνήθως με την αθώωση κάθε "ανατολικού" καθεστώτος όσο δεσποτικού ή ολοκληρωτικού και να είναι, όσο και με τον λαϊκισμό και την δημοκοπία. Απόληξη αυτών των καταστάσεων ήταν ο συνωμοσιολογικός τρόπος που αντιμετωπίστηκε από κάποιους "ζηλωτές" η τελευταία πανδημία αλλά και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, εφόσον η πρώτη θεωρήθηκε ως "δική" μας ενώ η δεύτερη αν και ορθόδοξη σε ένα μεγάλο ποσοστό ερμηνεύεται ως "σατανική".

Π.Κονδύλης και James Burnham: Για τον Μακιαβέλλι

 


Η μετάφραση του έργου του Ν.Μακιαβέλλι από τον Π.Κονδύλη συνοδεύτηκε από την εισαγωγή που αποτελεί μια αυτόνομη μελέτη. Ο J.Burnham, πρώην τροτσκιστής, έγινε γνωστός από το έργο του "Η επανάσταση των διευθυντών"(εκδόσεις Κάλβος). Η μονογραφία του για τον Μακιαβέλλι και τους Μακιαβελλιστές αποτελεί την πολιτική τους αποκατάσταση.
Ο Π.Κονδύλης στην μελέτη του για τον Μακιαβέλλι υποστηρίζει ότι "από την άποψη αυτή, ο ηγεμόνας είναι φαινόμενο "δημοκρατικό", δηλαδή μπορούσε θαυμάσια να κατάγεται από οποιοδήποτε κοινωνικό στρώμα και να επιβάλλεται μονάχα χάρη στις ικανότητές του, όπως κι ένας λόγιος ή καλλιτέχνης - και μάλιστα η ταπεινή του καταγωγή τον βοηθούσε ν' ανέβει ψηλά, γιατί τον απάλλαζε προκαταβολικά από τα ηθικά και θρησκευτικά δεσμά ή από το δίκαιο της διαδοχής, που αποδεχόταν η τάξη των ευγενών, καθώς κι από τα φεουδαλικά-ιπποτικά αισθήματα τιμής κτλ"(Ν.Μακιαβέλλι, Έργα, μετ.Π.Κονδύλη, εκδόσεις Κάλβος σελ. 30,31). Επίσης ο Κονδύλης αποσαφηνίζει ότι ο "Μακιαβέλλι εκτιμάει την ισχύ και βλέπει ότι ο κόσμος κυβερνιέται από την ισχύ, όμως η ισχύς αυτή γίνεται αντιληπτή κατά μεγάλο μέρος σα νοημοσύνη, σαν ορθή άσκηση της τεχνικής και σωστή τοποθέτηση απέναντι στις καταστάσεις, δηλ. σα μέγεθος εν μέρει πνευματικό"(ό.π. σελ.57). Για να καταλήξει: "Βλέπουμε λοιπόν ότι ο Μακιαβέλλι αντιμετωπίζει το πρόβλημα του πολιτεύματος από τη σκοπιά της κρατικής λογικής. Θα δεχόταν κάθε μορφή που θα λειτουργούσε αποδοτικά για το κράτος , η κρατική λογική φέρνει έτσι τον ωφελιμισμό κι ο ωφελιμισμός στο σχετικσμό: απόλυτες αξίες δεν υπάρχουν, καλό είναι ότι ωφελεί το κράτος"(ό.π. σελ. 136). Ο μακιαβελλισμός χρησιμοποιήθηκε ως κατηγορία από κάθε πλευρά και από τον θύτη και το θύμα: "Το τρομακτικό παράδοξο του αιώνα μας, να μάχεται για την Ουτοπία με εκατομμύρια μαχητές αποφασισμένους και να παραδέρνει μέσα στον πιο τυφλό ολοκληρωτισμό, έδωσε καινούργια μορφή στη διαλεκτική των σχέσεων του θύτη προς το θύμα, κι ο "μακιαβελλισμός" αποτελεί κατηγορία που εκτοξεύεται απ' την πλευρά των δύο. Στις δίκες της Μόσχας ο θύτης με τη φωνή του Βισίνσκι , μέμφεται για "μακιαβελλισμό" το θύμα,τον Κάμενεφ, συγγραφέα ενός μεστού εισαγωγικού σημειώματος σε μιαν έκδοση των έργων του Μακιαβέλλι: υπερασπίζοντας (ο θύτης!) τη δυνατότητα μιας άσπιλης πολιτικής και κατακεραυνόντας υποκριτικά τον "μακιαβελλισμό" αναζητάει ένα άλλοθι, ένα ιδεολογικό προσωπείο, για να καλυφθεί και να δράσει ελεύθερα, η στάση του δεν διαφέρει από τη στάση του αστικού φιλελευθερισμού. Μα λίγο πριν το 1956, όταν τα ρωσικά άρματα θα αιματοκυλίσουν τους επαναστάτες εργάτες της Βουδαπέστης, η μομφή του "μακιαβελλισμού" διατυπώνεται από το θύμα, τον Ίμρε Νάγκυ, εναντίον του θύτη. Και του θύτη και του θύματος οι κατηγορίες είναι εξίσου μακριά από την επιστημονική αλήθεια σχετικά με τον Μακιαβέλλι, όμωως η πρώτη εμπνέεται από την υποκρισία, ενώ η δεύτερη από την αγωνία και τη διαμαρτυρία, κι ύστερα, οι λειτουργίες που επιτελούν είναι διαμετρικά αντίθετες: η πρώτη συγκαλύπτει, ενώ η δεύτερη αποκαλύπτει"(ό.π. σελ.167).
Ο J.Burnham υποστηρίζει: "Ο Μακιαβέλλι είχε συμπεράνει ότι η Ιταλία μπορούσε να ενοποιηθεί μόνο υπό έναν ηγεμόνα, ο οποίος θα έπαιρνε την πρωτοβουλία να συνενώσει όλες τις αυτόνομες οντότητες της χώρας σε ένα έθνος. όσοι σκέφτονται συναισθηματικα και όχι επιστημονικά για τα πολιτικά πράγματα ασφαλώς παρερμηνεύουν αυτό το συμπέρασμα. Ο Μακιαβέλλι δεν κατέληξε σ' αυτό διότι προτιμούσε τη μοναρχία ή την απολυταρχική διακυβέρνηση -θα δούμε αργότερα ποιες ήταν οι προτιμήσεις του. Κατέληξε σ' αυτό το συμπέρασμα διότι ανακάλυψε ότι το υπαγόρευαν οι πραγματικές καταστάσεις"(J.Burnhham, Οι Μακιαβελιστές-υπέρμαχοι της ελευθερίας, μετάφραση Μ.Α. Αλαβάνου, εκδόσεις Κέδρος, σελ.61). Στον "Ηγεμόνα" διακρίνει τις κυβερνήσεις σε μοναρχίες (πριγκιπάτα) και "κοινοπολιτείες"(δημοκρατίες). Συμπεραίνει δε:"Ο Μακιαβέλι θεωρεί ότι το άριστο πολίτευμα είναι η δημοκρατία, την οποία αποκαλούσε "κοινοπολιτεία". Όχι μόνο προτιμά μια δημοκρατική διακυβέρνηση, υπό λοιπές κανονικές συνθήκες , θεωρεί μια δημοκρατία ισχυρότερη, πιο ανθεκτική στο χρόνο, πιο συνετή και πιο ευέλικτη από οποιαδήποτε μορφή μοναρχίας. Η θέση αυτή αποσαφηνίζεται πάνω απ' όλα στο πιο σημαντικό του έργο, τις Διατριβές πάνω στην πρώτη δεκάδα του Τίτου Λίβιου, αλλά υπονοείται τουλάχιστον σε όλα τα κείμενα του. Όταν στην επιστολή του προς τον Ζηνόβιο απαντά στην κατηγορία ότι σε όλα τα γραπτά του "υπαινίσσεται" τη "μεγάλη του θέρμη για το Δημοκρατικό Πολίτευμα' αποδέχεται με ειλικρίνεια το δίκαιο της κατηγορίας"(ό.π. σελ.92,93

Τόμας Χόμπς:Λεβιάθαν, ή ύλη, μορφή και εξουσία μιάς Εκκλησιαστικής και Λαϊκής κοινότητας,μετάφραση Γρηγόρης Πασχαλίδης, Αιμίλιος Μεταξόπουλος, εκδόσεις Γνώση, Αθήνα 2006


 

Στην σειρά της "Γνώσης" που διηύθυνε ο Παναγιώτης Κονδύλης κυκλοφόρησε το αριστούργημα του Τ.Χόμπς, που έγινε ευρύτερο γνωστό με τον τίτλο "Λεβιάθαν". Ακολουθεί την παράδοση του πολιτικού ρεαλισμού που ξεκίνησε από τον Θουκυδίδη και συνεχίστηκε από τον Ν.Μακιαβέλλι.
Τα ερωτήματα στα οποία απαντά ο Χόμπς είναι; τι σημαίνει ισχύς, ποιά είναι η φυσική κατάσταση του ανθρώπου, ποια είναι η προέλευση του κράτους, πως μπορεί να αποτραπεί ο εμφύλιος πόλεμος.
Ξεκινώντας ο Χόμπς ορίζει την έννοια του Λεβιάθαν, δηλαδή του κράτους: "Η τέχνη προχωρεί ακόμα παραπέρα, μιμούμενη εκείνο το έλλογο και ανυπέρβλητο έργο της φύσης, τον άνθρωπο. Πράγματι, με την τέχνη δημιουργήθηκε αυτός ο μέγας Λεβιάθαν, ο αποκαλούμενος πολιτική κοινότητα ή κράτος, στα λατινικά civitas, που άλλο δεν είναι παρά τεχνητός άνθρωπος. Είναι, βεβαίως, αυτός μεγαλύτερος και ισχυρότερος από τον φυσικό άνθρωπο, στην προστασία και υπεράσπιση του οποίου αποσκοπεί. Η κυριαρχία αποτελεί την τεχνητή ψυχή αυτού του τεχνητού ανθρώπου, εμφυσώντας ζωή και κίνηση σ' ολόκληρο το σώμα"(σελ.77).
Ένα σημαντικό κεφάλαιο του "Λεβιάθαν" ασχολείτο την έννοια της ισχύος. Ανάμεσα στις πολλές πτυχές της ξεχωρίζει αυτή που αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην ύπαρξη πολιτικής κοινότητας και στην απόκτηση φίλων: "η μεγαλύτερη ανθρώπινη ισχύς είναι εκείνη που συγκροτείται από την επιμέρους ισχύ πολλών ανθρώπων, οι οποίοι συναινετικά ενώνονται σ' ένα πρόσωπο φυσικό ή πολιτικό, το οποίο διαθέτει την ισχύ του καθενός κατά τη βούλησή του, όπως συμβαίνει στην περίπτωση μιας πολιτικής κοινότητας, ή τις διαθέτει σύμφωνα με την κάθε ατομική βούληση, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της ισχύος μιας φατρίας ή μιας ένωσης φατριών"(σελ.157).
Η φυσική κατάσταση του ανθρώπου, δίχως την ύπαρξη εξουσίας, είναι ο πόλεμος όλων: "Είναι λοιπόν φανερό ότι όσο οι άνθρωποι ζουν χωρίς μια κοινή εξουσία που θα τους κρατούσε όλους υποταγμένους, βρίσκονται σε κατάσταση πολέμου. Και μάλιστα αυτός ο πόλεμος είναι πόλεμος των πάντων εναντίον των πάντων. Διότι ο πόλεμος δεν συνίσταται μόνο σε μάχες ή στην έμπρακτη σύγκρουση, αλλά καλύπτει όλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο η βούληση για ένοπλη αναμέτρηση είναι επαρκώς γνωστή συνεπώς, η έννοια του χρόνου πρέπει να ληφθεί υπόψη στον προσδιορισμό της φύσης του πολέμου, όπως λαμβάνεται υπόψη και στον προσδιορισμό της φύσης μιας κακοκαιρίας"(σελ.195,196).
Πριν την συγκρότηση του Λεβιάθαν, δεν υπάρχει δίκαιο και δικαιοσύνη: "Συνέπεια του πολέμου όλων εναντίον όλων είναι ότι τίποτα δεν μπορεί να είναι άδικο. Οι έννοιες του ορθού και του σφάλματος, της δικαιοσύνης και της αδικίας, δεν έχουν εδώ καμιά θέση. Εκεί όπου δεν υπάρχει κοινή εξουσία, δεν υπάρχει νόμος, και εκεί όπου δεν υπάρχει νόμος, δεν υπάρχει και αδικία. Στον πόλεμο οι δύο ύψιστες αρετές είναι η δύναμη και η απάτη. Η δικαιοσύνη και η αδικία δεν συγκαταλέγονται ούτε στις πνευματικές ούτε στις σωματικές μας ιιδιότητες. Αν ανήκαν σ' αυτές, θα ενυπήρχαν και σ΄έναν άνθρωπο που θα ζούσε μόνος του στον κόσμο, όπως ακριβώς ενυπάρχουν οι αισθήσεις και τα πάθη. Ωστόσο, πρόκειται για χαρακτηριστικά που σχετίζονται με τους ανθρώπους μέσα σε μια κοινωνία και όχι κατά μόνας. Μια περαιτέρω συνέπεια της κατάσταση πολέμου είναι ότι δεν υπάρχει ιδιοκτησία, ούτε κυριότητα, ούτε σαφής διάκριση ανάμεσα στο δικό μου και στο δικό σου, και στο καθένα ανήκει οτιδήποτε μπορεί να αρπάξει , και μάλιστα για τόσο διάστημα, όσο μπορεί να το διατηρήσει"(σελ.198).
Περισσότερα συγκεκριμένος ο Χόμπς υποστηρίζει: "για όσον καιρό ισχύει αυτό το φυσικό δικαίωμα όλων πάνω σε όλα, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος, οσοδήποτε δυνατός ή σώφρων κι αν είναι, ότι θα εξαντλήσει την φυσιολογική διάρκεια του βίου του...Όσο κάθε άνθρωπος διατηρεί το φυσικό δικαίωμα του να κάνει ό,τι θέλει, όλοι οι άνθρωποι βρίσκονται σ' εμπόλεμη κατάσταση"(σελ.200).
Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η κατάσταση πολέμου όλων εναντίον όλων; Με την εκχώρηση μέρους της ελευθερίας μας σε έναν τρίτο που θα εξασφαλίζει την ειρήνη και την ελευθερία. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται το κράτος, το Λεβιάθαν: "Υπάρχει ένας και μοναδικός τρόπος συγκρότησης κοινής εξουσίας, ικανής να προστατεύει τους ανθρώπους από τις έξωθεν εισβολές και τις μεταξύ τους αδικοπραγίες, και να τους παρέχει ασφάλεια έτσι ώστε να ζουν ικανοποιημένοι, συντηρούμενοι από την εργασία τους και τους καρπούς της γης. Ο τρόπος είναι ο εξής: όλοι εκχωρούν ολόκληρη την δύναμη και την ισχύ τους σ' έναν άνθρωπο ή σε μια συνέλευση ανθρώπων, στο πλαίσιο της οποίας είναι δυνατή, με βάση την αρχή της πλειοψηφίας, η αναγωγή όλων των βουλήσεων σε μία. Με άλλα λόγια, αναθέτουν σ' ένα άτομο ή σε μια συνέλευση ατόμων να τους εκπορσωπεί, έτσι ώστε ο καθένας να ορίζει και να αναγνωρίζει τον εαυτό του ως αυτεξούσιο εντολοδότη οποιασδήποτε ενέργειας επιτεί ή προκαλεί ο εκπρόσωπος όλων για θέματα σχετικά με την κοινή ειρήνη και ασφάλεια, υποτάσσοντας ο καθένας τη βούλησή του στη βούληση του τελευταίου και την κριση του στην κρίση του"(σελ.240,241). Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται ενοποίηση όλων ώστε το "πλήθος που ενοποιείται έτσι σε ένα πρόσωπο ονομάζεται Πολιτική Κοινότητα και στα λατινά civitas. Ιδού, λοιπόν, η γένεση εκείνου του μεγάλου Λεβιάθαν, ή μάλλον (για να μιλήσουμε με μεγαλύτερο σεβασμό) εκείνου του θνητου θεού, στον οποίο οφείλουμε, ύστερα από τον αθάνατο Θεό, την ειρήνη και την διαφέντεψή μας"(σελ.241).
Στην συνέχεια ο Χόμπς θα ορίσει τα τρία είδη της πολιτικής κοινότητας: "Όταν ο αντιπρόσωπος είναι ένας άνθρωπος, η πολιτική κοινότητα είναι μοναρχία. Όταν είναι η συνέλευση όλων, όσοι συναθροίζονται, είναι δημοκρατία ή λαϊκή πολιτική κοινότητα, ενώ όταν είναι συνέλευση ενός μόνον μέρους, είναι αριστοκρατία"(σελ.255). Αφού θα εκθέσει τα μειονεκτήματα και τα πλεονεκτήματα κάθε πολιτεύματος:"ο ισχυρισμός ότι αποτελεί μειονέκτημα η ανάθεση της άσκησης της κυρίαρχης εξουσίας σ' έναν άνθρωπο ή σε μια συνέλευση ανθρώπων, ισοδυναμεί με τον ισχυρισμό ότι όλα τα είδη διακυβέρνησης είναι χειρότερα από τη σύγχυση και τον εμφύλιο πόλεμο"(σελ.259). Βεβαίως θα διατυπώσει και άλλα επιμέρους συμπεράσματα που είναι τουλάχιστον υπό συζήτηση, δηλαδή ότι τα μακροβιότερες πολιτικές κοινότητες είναι αυτές που δεν αμφισβητούνται, ενώ στην Αθήνα και στην Ρώμη διαπιστώνεται πως "δεν είναι η ελευθερία των επιμέρους ατόμων, αλλά η ελευθερία της πολιτικής κοινότητας"(σελ.281). Ορθότατα επισημαίνει πως "Νόμοι υφίστανται πραγματικά μόνο μετά την ίδρυση πολιτικής κοινότητας και είναι οι διαταγές της, άρα το θετικό της δίκαιο: γιατί υπάρχει κυρίαρχη εξουσία, που επιβάλει την υπακοή προς αυτό"(σελ.329). Θεμελιώδης νόμος είναι εκείνος με τον οποίο "οι υπήκοοι δεσμεύονται να επικυρώσουν την οποιαδήποτε εξουσία παραχωρείται στον κυρίαρχο, είτε πρόκειται για μονάρχη είτε για κυρίαρχη συνέλευση (εξουσία αναγκαία, για τη διατήρηση της πολιτικής κοινότητας), όπως η εξουσία για διεξαγωγή πολέμου και σύναψη ειρήνης, για απονομή δικαιοσύνης, για εκλογή αξιωματούχων, καθώς επίσης και για την λήψη οποιουδήποτε μέτρου κρίνει ως αναγκαίο για το δημόσιο όφελος. Μη θεμελιώδης είναι ο νόμος, του οποίου η κατάργηση δεν επιφέρει την κατάλυση της πολιτικής κοινότητας -όπως οι νόμοι που αφορούν τις διαφορές μεταξύ των υπηκόων"(σελ.348).
Από την σκέψη του Χόμπς αλλά και τις εμπειρίες που έχουμε από τους αιώνες που μεσολάβησαν από τότε που έγραψε το Λεβιάθαν νομίζω ότι επαληθεύεται ότι η κατάργηση του κράτους δεν είναι κανένα ιδανικό που θα αξίζει να ασπαστούμε, καθώς η επέλευση ενός τέτοιου γεγονότος σημαίνει την επιστροφή την προπολιτική κατάσταση του πολέμου όλων εναντίον όλων.

Κυριακή 12 Μαρτίου 2023

Για τον Δημήτρη Τσάκωνα







 

Υπήρξε υπουργός όλων σχεδόν των κυβερνήσεων της απριλιανής δικτατορίας ακόμη και αυτής του Ιωαννίδη. Επηρέασε την ιδεολογίας της παρότι η αφετηρία του ήταν από το κλίμα του Π.Κανελλόπουλου. Συμμεριζόταν όπως ο Παπαδόπουλος και ο Γεωργαλάς τα περί ελληνοτουρκικής ομοσπονδίας. Στο έργο του "Εισαγωγή εις τον νέον ελληνισμόν" γράφει ότι έκφραση της Μεγάλης Ιδέας είναι και "η δυαδική ελληνοτουρκική αυτοκρατορία, με πρωτεύουσαν την Κωνσταντινούπολιν. Η κατεύθυνση αυτή εμπνέεται από μιαν πολιτικήν συνεννοήσεως με την οθωμανικήν αυτοκρατορίαν (οσονδήποτε και αν πρακτικώς ωδήγει εις ανασύστασιν ενός νεοελληνικού Βυζαντίου)"(σελ.49). Στο τελευταίο δραματικό υπουργικό συμβούλιο όταν η χούντα ήταν παντελώς απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει την τουρκική εισβολή κατάλαβε που μας οδήγησε ο Ιωαννίδης. Μετά την δικτατορία ζούσε μεταξύ Ελβετίας και Ελλάδας. Τον συναντούσαμε σε ένα λιτό διαμέρισμα στο Χολαργό. Τον γνώρισα από τον Μελέτη Μελετόπουλο, ο οποίος τον γνώρισε στην Ελβετία όπου σπούδασε. Επεδίωκε τον διάλογο με νέους που δεν συμμερίζονταν απαραίτητα τις απόψεις του ή είχαν διαφορετικές αφετηρίες και για αυτό είχαμε συζητήσει πολλές φορές. Αλλωστε προσπαθούσε να καλλιεργήσει φιλικές σχέσεις και με άλλους ανθρώπους με αντίθετες απόψεις όπως ο Θωμάς Γκόρπας και ο Ρένος Αποστολίδης. Συγκρούστηκε με τον Δ,Βεζάνη. Η σύγκρουση ξεκίνησε ως διάλογος για την θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Σε ένα από τα άρθρα του, κατά του Θ.Φαρμακίδη, κατά μαρξιστικό τρόπο γράφει: "το Έθνος υπήρξε προιον της πολιτικής χειραφετήσεως της αστικής τάξεως εν τη Δύσει, στραφέν προς αποκλειστικήν επιδίωξιν συμφερόντων"(Κοινωνία και Ορθοδοξία, Αθήνα 1956, σελ.147). Η σύγκρουση όμως συνεχίστηκε και στο έργο του "Ιδεαλισμός και μαρξισμός στην Ελλάδα"(Κάκτος,1988) όπου αναφέρεται στο "ο φασιστικών τάσεων καθηγητής της πολιτειολογίας και κριτικός ιδεών Δ.Βεζανής(σελ.366) και "είχε ιδεώδες του να γίνει ο Χίτλερ της Ελλάδος"(σελ.374). Ανεξάρτητα από τις λανθασμένες πολιτικές επιλογές, που τον οδήγησαν στην απομόνωση στην μεταπολίτευση, το έργο του είναι και μεγάλο σε έκταση και ενδιαφέρον και ο αναγνώστης θα οφεληθεί από αυτό.

Μίμης Ανδρούλακης: Πριν τα φώτα σβήσουν




 Πρόκειται για ένα βιβλίο που διαβάζεται απνευστί. Περιγράφει την ιστορία της οικογένειας του και με αυτό τον τρόπο περιγράφει την μακρά ιστορία του ελληνισμού στην Κρήτη και τον αντιστασιακό του χαρακτήρα. Η εμπλοκή του στο καταδιωκόμενο κομμουνιστικό κόμμα κατά την διάρκεια της δικτατορίας μας δίνει αυθεντικά ντοκουμέντα της εποχής. Αφετηριακά νομίζω είχε διαμορφώσει μια ιδιοσυγκρασία που επεδίωκε την εθνική συμφιλίωση για αυτό και βρέθηκε δίπλα στον Χ.Φλωράκη. Ενδιαφέροντες είναι οι διάλογοι του με πολιτικούς όπως ο Κ.Μητσοτάκης και ο Μ.Κοθρής. Θεωρεί ότι είχε ευθύνες και ο Γ.Παπανδρέου για την εξελίξεις μετά την αποστασία που κατέληξαν στην δικτατορία. Αναγνωρίζει στην αποστασία ότι απέλυσε τους τελευταίους κομμουνιστές κρατούμενους. Το ελληνικό σχολείο της δεκαετίας του 60 διευκόλυνε την κοινωνική κινητικότητα αφού ο M.Ανδρουλάκης, παιδί ενός τσάγκαρη, κατάφερε να εισαχθεί και να τελειώσει το ΕΜΠ.Οι αριστεροί φοιτητές επιδίωκαν να αριστεύουν στα μαθήματα.Αναγνωρίζει την σημασία της ελεύθερης αγοράς στην ύπαρξη της δημοκρατίας. Σε αυτό το σημείο ίσως να έχει επηρεαστεί από τον φιλόσοφο Κώστα Παπαϊωάννου. Γράφει ότι η βίαιη εξάλειψή της αγοράς "προκαλεί μεγάλες παραμορφώσεις και οδηγεί σ' έναν υπερσυγκεντρωτισμό και στη γραφειοκρατική στρέβλωση της κεντρικής εξουσίας. Ακόμα κι αν επικρατούσε η υποτιθέμενη αντιγραφειοκρατική σκέψη του Τρότσκι ή ο ακραίος δημοκρατισμός της Ρόζας Λούξεμπουργκ ή ακόμα και η ηθικοπολιτική έννοια της ηγεμονίας του Αντόνιο Γκράμσι, το αποτέλεσμα θα ήταν εντέλει περίπου το ίδιο -κάποιος "σταλινισμός"- εφόσον εμπεριείχε την κατάργηση της Αγοράς. Μην ξεχνάμε, λόγου χάρη, ότι η Ρόζα πίστευε στη φενάκη της αυτόματης κατάρρευσης του καπιταλισμού, ενώ ο Τρότσκι εισηγήθηκε την κρατικοποίηση των πάντων -την κρατικοποίηση ακόμη και των συνδικάτων-, τη"βίαιη εκβιομηχάνιση" και την εξάλειψη των εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων, άρα έναν "σταλινισμό" δίχως τον Στάλιν"(σελ.423,424). Τέλος το περίφημο φύλλο της "Πανσπουδαστικής", Νο8, που κυκλοφόρησε μετά το Πολυτεχνείο και το οποίο το απέδιδε σε έργο 350 προβοκατόρων(αναφέρονταν σε μαοικούς όπως ο Δ.Μαυρογένης) θεωρεί ότι ήταν ασυγχώρητο λάθος της καθοδήγησης της σπουδάζουσας της ΚΝΕ(πρόκειται για στελέχη με αστική καταγωγή, που στην συνέχεια στελέχωσαν το ΝΑΡ και απεβίωσαν πριν αρκετά χρόνια).Όλα αυτά τα έγραφε, το φύλλο της "Πανσπουδαστικής", παρότι μέσα στο Πολυτεχνείο ήταν πολλά μέλη της Αντι ΕΦΕΕ(δηλαδή φοιτητές της ΚΝΕ).



Όλες οι αντι

Κυριακή 5 Μαρτίου 2023

Νίκου Κρανιδιώτη "Ανοχύρωτη πολιτεία, Κύπρος 1960-1974",εκδόσεις του βιβλιοπωλείου της "Εστίας": Σχόλια



 Το δίτομο έργο του Νίκου Κρανιδιώτη "Ανοχύρωτη πολιτεία, Κύπρος 1960-1974"(εκδόσεις του βιβλιοπωλείου της "Εστίας") αποτελεί πολύτιμη πηγή για τον ιστορικό, για τον ερευνητή, για τον κάθενα που θέλει να πληροφορηθεί για την εξέλιξη του Κυπριακού. Ειδικά όσοι θεωρούν ότι στην Κύπρο υπάρχει ένα ανεπούλωτο τραύμα του ελληνισμού και προσπαθούν να διαγνώσουν τις αιτίες του, θα βρούν σε αυτό και άλλους σημαντικούς λόγους, πέρα από τους επιστημονικούς, για να το μελετήσουν. Είναι εντυπωσιακό ότι ο ελληνισμός της Κύπρου διχάστηκε παρότι ότι σύμπας θεωρούσε ότι αποτελούσε μέρος του ελληνικού έθνους και όλοι συμφωνούσαν ότι στρατηγικός τους στόχος ήταν η αυτοδιάθεση-Ένωση.

Ξεκινάμε με την αντίδραση του Νίκου Κρανιδιώτη στην απόσυρση από την χούντα της ελληνικής μεραρχίας και θα συνεχίσουμε και με άλλα ενδιαφέροντα θέματα.

Στις 25 Νοεμβρίου 1967 ο Υπουργός Εξωτερικών της δικτατορίας Π.Πιπινέλλης όταν τον κάλεσε για να του ανακοινώσει την απόφαση να αποχωρήσει ο ελληνικός στρατός από την Κύπρο απάντησε: "επέμεινα ότι η Ελληνική Κυβέρνηση δεν έπρεπε να ενδώσει στην Τουρκική αξίωση και να απογυμνώσει την Κύπρο από την άμυνά της. "Η Ελληνική Μεραρχία -είπα πρέπει να παραμείνει σαν μια εγγύηση για την ασφάλεια του Νησιού. Η απομάκρυνσή της θα ισοδυναμούσε με πράξη προδοσίας"(Ανοχύρωτη Πολιτεία, α΄τόμος, σελ.470).
Συνεχίζει εμφατικότερα ο Ν.Κρανιδιώτης: "Οι προσπάθειές μου να πείσω τη στρατιωτική Κυβέρνηση των Αθηνών να τηρήσει σθεναρή στάση, και να μην αποσύρει τα Ελληνικά στρατεύματα από την Κύπρο απέτυχαν. Λίγο πριν επέλθει η συμφωνία, έστειλα στον Πιπινέλη και τον Αρχιεπίσκοπο ένα εκτενές σημείωμα, στο οποίο υποστήριζα ότι απομάκρυνση της Ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο όχι μόνο δεν θα απέτρεπε, αλλά θα αύξαινε τις πιθανότητες Τουρκικής εισβολής στο Νησί: "Πάντοτε υπήρχε φόβος", έγραφα, "Τουρκικής επεμβάσεως εις την Κύπρον. Η εν Κύπρω όμως παρουσία του Ελληνικού στρατού καθίστα το ενδεχόμενον μιας τοιαύτης επεμβάσεως μάλλον απίθανον: Πρώτον, διότι εισβολή, υπό τας υφιστάμενας εν τη νήσω στρατιωτικάς συνθήκας, δεν θα ήτο εύκολον εγχείρημα, και δεύτερον, διότι, μοιραίως, μια τοιααύτη ενέργεια θα ενέπλεκεν εις πόλεμον δύο χώρας του ΝΑΤΟ, πράγμα το οποίον ουδέποτε θα επέτρεπον η Αμερική και τα άλλα κράτη-μέλη της Ατλαντικής Συμμαχίας. Ήδη, δια της μελετώμενης απομακρύνσεως των Ελληνικών στρατευμάτων, πιστεύω, τουναντίον, ότι αυξάνονται αι πιθανότητες Τουρκικής εισβολής εις την Κύπρον. Πρώτον, διότι η άμυνά μας θα είναι τότε ασθενεστέρα, και δεύτερον, διότι, δια της αποχωρήσεως των Ελληνικών στρατευμάτων, ενδεχόμενη Τουρκική επέμβασις εις Κύπρον θα εσήμαινεν, εις την πρώτην τουλάχιστον φάσιν της, Τουρκοκυπριακόν και ουχί Ελληνοτουρκικόν πόλεμον, πράγμα το οποίον δεν θα ηνώχλει εις ην έκτασιν ενοχλεί εκείνους, οι οποίοι σήμερον έχουν παν συμφέρον να αποτρέψουν μιαν Ελληνοτουρκικήν σύρραξιν, και οι οποίοι, τότε θα παρμείουν ίσως απαθείς, διότι εις Τουρκοκυπριακός πόλεμος δεν θα αποτελεί πλέον ενδονατοϊκήν διένεξιν"(ό.π. σελ.478,479)

Στο βιβλίο μου "Εθνισμός και κοινοτισμός" υποστήριξα μεταξύ άλλων ότι η πολιτική των δύο ελληνικών κρατών του αρχιεπίσκοπου Μακάριου συνεχίζει τις σκέψεις του Ίωνα Δραγούμη. Γράφει ο Νίκος Κρανιδιώτης: " Η γραμμή Μακαρίου συμφωνούσε, στο σημείο αυτό, με την άποψη που είχε διατυπώσει το 1916 ο Έλληνας οραματιστής και ιδεολόγος Ίων Δραγούμης: " Η πολιτική αποκατάστασις της φυλής" έγραφε στους "Πολιτικούς Στοχασμούς" του ο συγγραφέας της "Σαμοθράκης", "ημπορεί να γίνη υπό μορφήν ενός ή περισσοτέρων κρατών. Η σύστασις περισσοτέρων του ενός Ελληνικών κρατών ημπορεί να χρησιμεύση ως ενδιάμεσος σταθμός, δια να φθάση μιαν ημέραν η Φυλή εις το ένα της και μέγα κράτος"(Ανοχύρωτη Πολιτεία, β΄ τόμος, εκδόσεις του βιβλιοπωλείου της Εστίας, σελ. 157,158).

Ο Ν.Κρανιδιώτης στην "Ανοχύρωτη Πολιτεία" αναφέρεται στην συνέντευξη του Γ.Παπαδόπουλου στην τουρκική εφημερίδα "Μιλλιέτ" στις 29 Μαίου 1971, όπου ο δικτάτορας αναφέρει ότι "ημείς οι μεγάλοι δεν είμεθα διατεθειμένοι να προστρέξωμεν εις τα όπλα και να πολεμήσωμεν, δια χάριν των, τότε και αυτοί θα προσεπάθουν να επιλύσουν ειρηνικώς τας διαφοράς των"(σελ.85) δηλαδή πρακτικά σήμαινε ότι παρείχε την διαβεβαίωση ότι και να γινόταν στην Κύπρο αυτό δεν θα ήταν αιτία ελληνοτουρκικού πολέμου.
Στην ίδια συνέντευξη ο δικτάτορας προχώρησε ένα βήμα παραπέρα που αν γινόταν θα αναιρούσε τα αποτελέσματα της επανάστασης του 1821, λέει: "Εγώ προσωπικώς πιστεύω ότι αι εξελίξεις οδηγούν προς μιαν Ομοσπονδίαν Τουρκίας και Ελλάδος. Τούτο ίσως πραγματοποιηθή μετά 20 ή 50 έτη. Όμως θα πραγματοποιηθή"(σελ.87).

Υπήρξαν διάφορες εκδοχές του σχεδίου Άτσεσον. Στην αρχή ζητείτο ως αντάλλαγμα για την Ένωση της Κύπρου την παραχώρηση από την Ελλάδα μέρους της Δυτικής Θράκης, στην συνέχεια προτάθηκε η Ρόδος ή το Καστελλόριζο. Τελικά επέμεναν στην παραχώρηση μέρους του κυπριακού εδάφους περίπου του 4,5% ως στρατιωτικής βάσης της Τουρκίας στην περιοχή της Καρπασίας καθώς και στην ευρύτατη αυτονόμηση τουρκοκυπριακών δήμων. Ουσιαστικά με την βάση αυτή η Τουρκία θα δημιουργούσε ένα στρατιωτικό προγεφύρωμα με το οποίο θα εκβίαζε την ελληνική πλευρά. Ο Γ.Γρίβας ήταν αντίθετος στην τουρκική βάση και συνεπώς αντίθετος και στο σχέδιο Άτσεσον. Σε δήλωση του ο Σ.Κυπριανού 6 Απριλίου 1967 δηλώνει μεταξύ άλλων: "Το ερώτημα μου επομένως απέβλεπεν εις το να διαπιστώσω, κατά πόσον πράγματι ο Στρατηγός Γρίβας απεδέχετο την παραχώρησιν βάσεως εις την Τουρκίαν. Κατά την συζήτησιν ο Στρατηγός συνεφώνησεν ότι η παραχώρησις βάσεως εις την Τουρκίαν, είτε κατά κυριαρχίαν είτε επί μισθώσει, θα εσήμαινε διχοτόμησιν της Νήσου"(Ανοχύρωτη Πολιτεία, β΄τόμος, σελ.24). Ο δε Γλαύκος Κληρίδης δήλωσε :" Υπέβαλον εις το Στρατηγόν ερώτημα σχετικώς προς το θέμα της παραχωρήσεως βάσεως εις την Τουρκίαν ως ανταλλάγματος δια την Ένωσιν. Κατά την συζήτησιν ο Στρατηγός συνεφώνησε ότι η παραχώρησις βάσεως εις την Τουρκίαν -είτε κατά κυριαρχίαν είτε επί μισθώσει- θα εσήμαινε διχοτόμησιν της Νήσου"(ό. π. σελ. 24,25). Αλλωστε και ο Π.Γαρουφαλιάς όταν επέστρεψε από την Κύπρο είπε στον Γ.Παπανδρέου ότι το σχέδιο Άτσεσον δεν το αποδέχονται "ούτε ο Μακάριος, ούτε ο Γρίβας"(ό.π., α΄τόμος, σελ.238).

Δήλωσε ο Γ.Κληρίδης: "Τάσσομαι υπέρ της γνησίας Ενώσεως συμφώνως προς το υπό της Βουλής εγκριθέν Ψήφισμα της 30ης Ιουλίου 1964, αλλά αντιτίθεμαι εις οιανδήποτε παραχώρησιν Κυπριακού εδάφους προς την Τουρκίαν, είτε υπό μορφήν κυριάρχου βάσεως, είτε υπό μορφήν εκμισθώσεως τοιαύτης, ως επίσης και εις την αναγνώρισιν χωριστών εξουσιών εις τους Τουρκοκυπρίους", και ο γενικός γραμματέας του ΑΚΕΛ Ε.Παπαϊωάννου στην ίδια συνεδρίαση δήλωσε: "Πολιτική του Κόμματος μας είναι: Ένωσις με την Ελλάδα χωρίς εδαφικά και διοικητικά ανταλλάγματα"(Ν.Κρανιδιώτης, Ανοχύρωτη Πολιτεία, α' τόμος, σελ.430,431)

Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος υπέρ της Ένωσης με την Ελλάδα
Μετά την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο η δικτατορία Παπαδόπουλου απομακρύνεται από τον στόχο και πιέζει την ελληνοκυπριακή πλευρά να προχωρήσει σε υποχωρήσεις έναντι των τουρκοκυπρίων. Ο υπουργός εξωτερικών Ξανθόπουλος Παλαμάς πιέζει τον Μακάριο να δεχθεί Τουρκοκύπριο υπουργό για την τοπική αυτοδιοίκηση. Ο Γ.Παπαδόπουλος καταλήγει ότι η Ένωση είναι ανέφικτη. Ο εκδότης της εφημερίδας της δικτατορίας "Ελεύθερος Κόσμος", ο Σάββας Κωνσταντόπουλος, σε επιστολή προς τον Μακάριο στις 5 Μαρτίου 1972 γράφει γιατί η Ένωση δεν πραγματοποιείται:"διότι θα έπρεπε να αποδεχθή η Ελλάς το βέβαιον ενδεχόμενον πολέμου με την Τουρκία. Και θα ήτο παραφροσύνη, κατά την παρούσαν ώραν, να αντιμετωπίσωμεν παρόμοιαν αναμέτρησιν. Κατελήξαμεν εις την λύσιν της ανεξαρτησίας"(Ν.Κρανιδιώτης, Ανοχύρωτη Πολιτεία, β΄τόμος, 639). Βεβαίως αυτές οι παραχωρήσεις προς τους Τουρκοκύπριους που δεν μπορούσαν να γίνουν τότε δεκτές φαντάζουν ειδυλιακές σε σχέση με ότι επακολούθησε την εισβολή του 1974.
Εν τω μεταξύ, ενώ ο Παπαδόπουλος δεν έχει καμία διάθεση να συγκρουστεί με την Τουρκία, εμφανίζεται στην Κύπρο ο Στρατηγός Γρίβας που πλειοδοτεί σε πατριωτισμό. Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος στις δηλώσεις του στις 29.10.1971 μεταξύ άλλων δηλώνει: "Ενωτικοί είναι όλοι οι Έλληνες της Κύπρου και ουχί μόνον η μικρά ομάς των οπαδών του Στρατηγού Γρίβα. Αλλ΄η Ένωσις δεν επιτυγχάνεται δι' εκδηλώσεων και πράξεων ηρωϊκής μωρίας. Ανεξαρτήτως, όμως, του υπό τας σημερινάς συνθήκας και δεδομένα εφικτού ή ανεφίκτου της Ενώσεως, ο Κυπριακός Ελληνισμός θα παραμείνη σταθερώς προσηλωμένος προς την Ελλάδα και τα Ελληνικά ιδεώδη. Ψυχικώς ηνωμένος θα παραμείνη πάντοτε μετά της Ελλάδος, και ουδέποτε θα αποβάλη τον εθνικόν του χαρακτήρα"(Ν.Κρανιδιώτη, Ανοχύρωτη Πολιτεία, β' τόμος, σελ. 153).
Στις Μαρτίου 1971 ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος έκανε στη Γιαλούσα της Καρπασίας τα αποκαλυπτήρια του ήρωα της ΕΟΚΑ Σταύρου Στυλιανίδη. Στην ομιλία του μεταξύ άλλων είπε:"Επί της γης της Καρπασίας υψούνται προτομαί ηρώων και υπό τα χώματά της υπάρχουν τάφοι εθνομαρτύρων. Τα σπλάχνα της γης της Καρπασίας και όλης της Κύπρου περικλείουν λείψανα και μαρτύρια πανάρχαια διαλαλούντα την ελληνικότητα της νήσου μας. Ελληνική ήτο η Κύπρος από της αυγής της ιστορίας μας και Ελληνική θα παραμείνη, Αι επ' αυτής βλέψεις και αι επ' αυτής επιβουλαί και σχέδια θα προσκρούουν πάντοτε εις την αντίστασιν μας"(ό. π. σελ.73).
Μακάρι οι λογοι του αρχιεπίσκοπου Μακάριου να είναι οδηγός του κυπριακού ελληνισμού.


Η επιλογή του κινήματος των Αδεσμεύτων: μια λανθασμένη γεωπολιτική επιλογή του αρχιεπισκόπου Μακάριου
Το κίνημα των Αδεσμεύτων εξαρχής δεν είχε προοπτική επιβίωσης. Μετά τον θάνατο του Νάσερ η Αίγυπτος ακολούθησε τις ΗΠΑ, η Γιουγκοσλαβία μετά τον θάνατο του Τίτο διαλύθηκε, ενώ την Κύπρο δεν υπεράσπιστηκε κανείς από τους αδέσμευτους. Η επιλογή της Κύπρου θα έπρεπε να ήταν ξεκάθαρα με την Δύση, μόνο έτσι θα μπορούσε να διεκδικήσει τα δίκαια της ένατι της Τουρκίας. Αλλά και μετά τον θάνατο του Χρουτσώφ, αυτοί που τον διαδέχθηκαν ήταν πιο φιλικοί προς τις επιδιώξεις της Τουρκίας. Ο Ν.Κρανιδιώτης επισημαίνει ότι η ΕΣΣΔ μετά την επίσκεψη του Ν.Ποντγκόρνυ στην Άγκυρα τον Ιανουάριο του 1965 και του Τούρκου πρωθυπουργού Χ.Ουργκιουμπλού στην Μόσχα τον Αύγουστο του 1965 συμμερίζεται τις τουρκικές επιδιώξεις. Μάλιστα ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Α,Γκρομύκο "σε συνέντευξη του προς την "Ισβέστια" (21 Ιανουαρίου 1965) ταυτίστηκε απόλυτα με τις Τουρκικές απόψεις περί δύο χωριστών αυτόνομων διοικήσεων, υποδεικνύοντας σαν λύση του Κυπριακού την ομοσπονδία"(ό.π. σελ., α΄τόμος, σελ.252).Η Κύπρος, ακόμη και μαζί με την Ελλάδα, ήταν πολύ μικρή για να ακροβατεί μεταξύ των δύο συνασπισμών. Φυσικά εντελώς απροετοίμαστη ήταν η προσπάθεια για την αναθεώρηση 13 σημείων του συντάγματος. Αλλά κανείς δεν υπαναχωρεί από μια συμφωνία-όσο επαχθής και να είναι- χωρίς να κληθεί να πληρώσει ένα μεγάλο τίμημα. Σήμερα η Κύπρος έχει κατανοήσει το λάθος αυτό για αυτό προσχώρησε στην Ευρώπη και αναπτύσσει στρατηγικές σχέσεις με ΗΠΑ, Αίγυπτο, Ισραήλ.



Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2023

Κώστας Κουλουφάκος, Τα δημοσιευμένα έργα, τόμος 1: Πρωτότυπα, τόμος 2: Μεταφρασμένα, φιλολογική επιμέλεια και επίμετρο Γιώργος Ανδρειωμένος, εκδόσεις Κίχλη, Αθήνα 2022

 






«Ήρθαμε, κάναμε το καθήκον μας και φύγαμε»

Κ.Κουλουφάκος

 

Οι παραπάνω από 2.400 σελίδες από το έργο του Κώστα Κουλουφάκου μας αποκαλύπτουν έναν άοκνο, χαρισματικό στοχαστή  του οποίου η γραφή επεκτείνεται στην ποίηση, στο διήγημα, στην κριτική του θεάτρου  αλλά και στην κριτική του πεζού και ποιητικού λόγου όσο και στην επιτυχή μετάφραση μυθιστορημάτων, ποίησης και δοκιμιακού λόγου.

Η περιπέτεια του Κ.Κουλουφάκου ξεκινά με την συμμετοχή του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα κατά των δυνάμεων κατοχής και την δημιουργία της οργάνωσης «Αδούλωτοι Έλληνες».Τα ιταλικά δικαστήρια , μετά την σύλληψή του, τον καταδικάζουν σε 30 χρόνια φυλακή, κλείνεται  αρχικά στις φυλακές Αβέρωφ  κατόπιν  σε στρατόπεδο στην Λάρισα και στην συνέχεια στην Ιταλία από όπου δραπετεύει για να φτάσει με περιπετειώδη τρόπο και να καταταχτεί στο ελληνικό ναυτικό. Η συμμετοχή του στο κομμουνιστικό κίνημα υπήρξε η αιτία για τίς πρώτες του διώξεις που θα συνεχιστούν κατά την διάρκεια του εμφυλίου με εξορίες στην  Μακρόνησο και στο Άγιο Ευστράτιο. Εκεί όμως θα γνωρίσει την ομάδα που θα αναλάβει την έκδοση της «Επιθεώρησης Τέχνης», δηλαδή το ημιεπίσημο περιοδικό πολιτισμού της αριστεράς. Πρόκειται για ένα επιτυχημένο εκδοτικό εγχείρημα, που δεν οφείλει την ύπαρξη και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κυρίως ή αποκλειστικά στην κομματική υποστήριξη. Αντίθετα την επιτυχία του θα πρέπει να την αναζητήσουμε στην φρεσκάδα, στην γνησιότητα, στην πρόθεση του να επικοινωνήσει με τα ρεύματα του σύγχρονου δυτικού μαρξισμού, αλλά και να δημοσιεύσει σημαντικά έργα  μη αριστερών στοχαστών όπως το «Άξιον εστί» του Ο.Ελύτη. Ακόμη περισσότερο να δημοσιεύσει το έργο του σοβιετικού  Ντ.Γκράνιν που αποτελούσε μια μετρημένη κριτική των γραφειοκρατικών παραμορφώσεων του σοβιετικού μοντέλου, που όμως κατέληγε «αντισταθείτε σε κάθε περιορισμό του ελέγχου και της κριτικής…αντισταθείτε και τσακίστε τον θανάσιμο και πολυκέφαλο εχθρό που λέγεται γραφειοκρατία και κονφορμισμός»(α’ τόμος, σελ. 1206) . Πρόκειται βέβαια για πράξη υψηλού ρίσκου αφού ο κύριος εργοδότης της «Επιθεώρησης Τέχνης» ήταν το ΚΚΕ το οποίο υπεράσπιζε σταθερά την «σοβιετική πατρίδα». Το αποτέλεσμα  ήταν να οδηγηθεί η συντακτική ομάδα της Ε.Τ  σε κομματικό δικαστήριο με δικαστές παλαιότερους κομματικούς διανοούμενους  όπως τον Μ.Αυγέρη και τον Θ.Κορνάρο και αλλά τον Λ.Κύρκο. Ενδιαφέρον είναι ότι φύλακες της κομματικής πειθαρχίας το διάστημα αυτό ήταν στελέχη τα οποία στην συνέχεια θα απαρτίσουν το «αναθεωρητικό» ΚΚΕ εσωτ.  όπως ο Μ.Δεσποτίδης, ο Α.Μπριλλάκης, ο Μ.Δρακόπουλος, ο Λ.Κύρκος. Τα περιστατικά κριτικής του σοβιετικού μοντέλου, που θεωρούνται ως παρέκκλιση από το θεωρητικό πρότυπο ώστε το τελευταίο να διασωθεί αλώβητο, έγιναν εφικτά χάρις στο 20ο συνέδριο και την κριτική προς τον σταλινισμό. Παρότι ο κριτικός λόγος περιορίστηκε  στην κριτική προς την προσωπολατρία, αφήνοντας ανέγγιχτα τα βασικότερα χαρακτηριστικά του σοβιετικού μοντέλου, άνοιξε σταδιακά ο χώρος για να διατυπωθούν βαθύτερες και πιο ολοκληρωμένες κριτικές προσεγγίσεις προς αυτό.

Ο ποιητικός λόγος του Κ.Κουλουφάκου εμπνέεται βέβαια από τα καθοριστικά γεγονότα της κατοχής και του εμφύλιου που έζησε με έντονο τρόπο , δίχως να απουσιάζουν οι πιο προσωπικές-υποκειμενικές  στιγμές. Όπως και άλλοι ποιητές της αριστεράς χρησιμοποιεί εικόνες που προέρχονται από την εκκλησιαστική ζωή. Στο ποίημα με τον τίτλο εκκλησία γράφει: «Μισισκόταδο-Τα καντήλια ανοιγοκλείνουν-τα βλέφαρα.-Κέρινη μελαγχολία περιρρέει- της Παναγίας τα χέρια-Αυστηρός-από ψηλά ο ψηφιδωτός- Παντοκράτορας-απειλεί- και υπόσχεται.-Σ’ ένα παλιό εικόνισμα- ένας γέρος άγιος με φύκια στα γένια»(Α’ τόμος,σελ.31). Αλλά και στο «Μυστράς» γράφει: «τούτος ο τόπος είναι μια κραυγή-γιομάτη μακρινούς αντίλαλους και με καλεί κοντά του.- Κοίταξε τον ανήφορο!- Δίψα θα σ’ εύρει και λιγοθυμιά- σαν κάνεις να τον πάρεις!- Τούτος ο τόπος είναι μια πηγή- μ’ εφτά κρουνούς και με ποτίζει.- Που θες να πάς; Δεν έχει φως! –Το κάστρο είναι λαμπάδα ακοίμητη- και φέγγει μου στη σκοτεινή σπηλιά του χρόνου….Κάτω από τις κωδωνοκρουσίες των γκρεμισμένων τοίχων- Προχώρα!- Κ’ έτοιμος για δόξα και θάνατο- κοινώνησε απ’ το σώμα και το αίμα της Πατρίδας»(α’ τόμος, σελ. 46). Στο ποίημα «Εξόριστοι» καταλήγει «Μάνα, σαν θα ξανάρθουμε μην παραξενευτείς- που δε θ’ αναγνωρίσεις τα χέρια μας- Πλατιά κι αδέξια και σκληρά  από τις γροθιές που σφίγγαμε- σαν αποχαιρετούσαμε όσους παίρναν για στρατοδικείο- Μια χρονιά κι άλλη χρονιά…Μην παραξενευτείς! Ακόμα κ’ η φωνή- κ’ η μυρουδιά του κορμιού μας θάχουν αλλάξει- μια κι ο καθένας έχει ζήσει τη ζωή πολλών-μια κι ο καθένας από μας σκοτώνονταν- μαζί με κάθε εκτελεσμένο»(α΄τόμος, σελ.51). Στο ποίημα « Η  Κυριακή των Βαϊων» τα σύγχρονα πολιτικά  γεγονότα μεταγράφονται  στην εκκλησιαστική γλώσσα ώστε να τονιστεί η δραματική τους διάσταση: «… Και σ’ όλα τα μέτωπα λάμπει η εξαγγελία της Ανάστασης- Καταντίκρυ του εχθρού- ιερούργησε η πόλη- Θανάτω πατήσασα Θάνατον- Με την πίστη στου δίκιου τη δύναμη- μεταβάλλει το νερό σε αγίασμα- Μονάχη της προσφέρει- το σώμα της άρτον- το αίμα της οίνον- Μετά θάρρους και πίστεως και αγάπης προσέρχεστε- οι γενιές των Ελλήνων»(α΄τόμος, σελ.70).

Τα διηγήματα του Κ.Κουλουφάκου είναι ολιγάριθμα αλλά ο δοκιμιακός και κριτικός λόγος είναι εκτενής και εύστοχος. Γράφει για τον Λόρκα, για τον Βάρναλη, για τον Ρίτσο, για το θέατρο στο Βυζάντιο, για τον Σικελιανό , για τον Σινόπουλο, για τον Πικάσσο, για τον Θερβάντες, για την ρωσική λογοτεχνία. Στο δοκίμιο για τον Ν.Βρεττάκο  επισημαίνει ιδιαίτερα εύστοχα: «και μόνο το γεγονός ότι οι καινούργιοι ποιητικοί τρόποι επιβλήθηκαν σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα αποτελεί την καλύτερη επιβεβαίωση. Έτσι η Ελληνική ποίηση, δίχως να χάσει την Ελληνικότητά της, σ’ ό,τι πιο ουσιαστικό είχε να πει, ευθυγραμμίστηκε, και κατά τη γνώμη μερικών ξένων όπως ο Andre Gide η ο Jack Linday, ξεπέρασε τα πιο προχωρημένα τμήματα της παγκόσμιας και βρέθηκε στην πρώτη σειρά»(α΄τόμος, σελ.178). Αλλά δεν περιορίζεται σε αυτά και γράφει  για την λιγότερο οικεία κινέζικη ποίηση.

Σημαντικό είναι το «Το χρονικό της λευτεριάς στο Μωριά» όπου εξιστορεί και αναλύει την επανάσταση του 1821 με κέντρο το Μωριά. Ορθότατα επισημαίνει: «Τα έθνη σφυρηλατούνται και διαμορφώνονται χάρη στις μεγάλες πράξεις  που τις επιτελεί όλος ο λαός εμπνεόμενος από ένα υψηλό ιδανικό. Πάνω στην εκτέλεσή τους αποχτάει ο λαός συνείδηση του εαυτού του, των δυνάμεων που κλείνει μέσα του, της ικανότητας του να καθορίζει ο ίδιος τα πεπρωμένα του. Αυτές οι μεγάλες συλλογικές πράξεις στέκουν σαν φάροι και ορόσημα στη ροή του χρόνου. Συγκροτούν την Ιστορία. Κι αυτή, με τη σειρά της, εξασφαλίζει τη συνέχεια του έθνους, γαλουχώντας τις νέες γενιές με το παράδειγμα των παλαιότερων και παροτρύνοντας τες σε ανώτερα ή τουλάχιστον ισάξια επιτεύγματα. Φυσικά, ανάμεσα στις μεγάλες αυτές συλλογικές πράξεις που διαμορφώνουν και στηρίζουν τα έθνη, την πρώτη θέση την έχουν οι αγώνες για την ελευθερία. Η Νεώτερη Ελληνική Ιστορία είναι εξαιρετικά πλούσια σε τέτοιους αγώνες. Αρχίζοντας απ’ την ηρωϊκή παράδοση της Κλεφτουργιάς, η πορεία της νεώτερης Ελλάδας καταυγάζεται από τη λάμψη μιας σειράς εθνικών-παλλαϊκών εξάρσεων. Η επανάσταση του 1821, οι ξεσηκωμοί της Κρήτης, οι πόλεμοι 1912-1913, και στα χρόνια μας το Έπος της Αλβανίας, η Αντίσταση και ο σημερινός επικός αγώνας της Κύπρου είναι οι καλύτερες αποδείξεις που μας βεβαιώνουν για τη ζωτικότητα του έθνους μας για την ικανότητα του λαού μας να επιβάλλει τα δικαιώματά του, να δημιουργεί το παρόν του και να βλέπει μ’ αισιοδοξία προς το μέλλον του»(α’ τόμος, σελ. 204).

Ένα άλλο σημαντικό κεφάλαιο του έργου του Κ.Κουλουφάκου είναι οι πρόλογοι σε έργα όπως αυτός στο βιβλίο του Γ.Κοτζιούλα «Όταν ήμουν με τον Άρη» αλλά και οι εξαιρετικά αναλυτικές κριτικές σε έργα ποίησης όπως αυτά του Θ.Φραγκόπουλου, του Β.Λεοντάρη, του Τ.Πατρίκιου,του Γ.Θέμελη, του Μ.Αναγνωστάκη, του Ν.Φωκά, του Γ.Ρίτσου, του Δ.Δούκαρη, του Τ.Βαρβιτσιώτη, του Κ.Κοβάνη, του Μ.Σαχτούρη, του Ν.Καρούζου, του Α.Καραντώνη, της Ζ.Καρέλλη, του Κ.Κύρου, του Ο.Ελύτη, του Δ.Σολωμού, του Γ.Σεφέρη, του Τ.Λειβαδίτη  και πολλών ακόμη. Όλο αυτό το κριτικό έργο δίνει αναμφίβομα στο Κ.Κουλουφάκο μια εξέχουσα θέση στον μεταπολεμικό ελληνικό κριτικό λόγο.

Βεβαία οι πολυπληθείς κριτικές θεάτρου δεν τεκμηριώνουν μόνο τις γνώσεις του συγγραφέα τους αλλά αποτελούν μια αποκαλυπτική μαρτυρία για την ζωή και την δράση του μεταπολεμικού ελληνικού θεάτρου, αξιέπαινου οπωσδήποτε αφού δημιουργήθηκε σε μια εποχή όχι μόνο με πενία οικονομικών μέσων αλλά  και ένα κοινό το οποίο διαβιούσε κάτω από ποικιλία δυσκολιών που δεν ήταν αποκλειστικά, ούτε ίσως κύρια οικονομικές. Οι κριτικές για παράδειγμα στην θεατρική απόδοση των έργων του Ιονέσκο αποτελούν συγχρόνως σημαντική εισαγωγή σε αυτό.

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα  για τον χαρακτήρα και την εξέλιξη της ελληνικής πεζογραφίας είναι η συζήτηση ανάμεσα στους : Α.Αργυρίου, Α.Ζήρα, Α.Κοτζιά, Κ.Κουλουφάκο. Ειδικότερα για τις επιδράσεις του μαρξισμού στην ελληνική πεζογραφία πολλά έχει να μας προσφέρει –ειδικά ως προς την κριτική ερμηνεία του μαρξισμού- η συζήτηση μεταξύ του Κ.Κουλουφάκου,Α.Αργυρίου,Μ.Αναγνωστάκη, Λαταφώση, Μιχαηλίδη, Μ.Λαμπρίδη, Χ.Προκοπάκη, Τ.Πατρίκιο. Ο Α.Αργυρίου τονίζει ότι πρώτος που μίλησε για την διαταξικότητα της τέχνης ήταν ο Μ.Λαμπρίδης από τις στήλες της Επιθεώρησης Τέχνης. Ο Τ.Πατρίκιος συμπεραίνει ότι «ο Τρότσκι παρά τη μεγαλύτερη κουλτούρα που είχε, ήταν συχνά εξίσου δογματικός με τον Στάλιν»(α’ τόμος, σελ.1158).

Σημαντική είναι η διάλεξη του Κ.Κουλουφάκου για το δημοτικό τραγούδι για παράδειγμα επισημαίνει ότι το «Δημοτικό Τραγούδι τηρεί με θρησκευτική θα έλεγα ευλάβεια τον αισθητικό κανόνα της αρχαίας τραγωδίας, να μην παρουσιάζονται ποτέ πράξεις φόνου ή θανάσιμου τραυματισμού επί σκηνής, αλλά να γίνονται αυτά στα παρασκήνια και μόνο να εξαγγέλονται ενώπιον των θεατών»(α’ τόμος, σελ. 1119) και συμπληρώνει ότι σε αυτό διασώζονται η «υψηλή φιλοσοφική και ανθρωπιστική παράδοση του Ελληνισμού, αφομοιωμένες ως καθημερινά περίπου βιώματα»(α’ τόμος, σελ.1121).

Για τον Άρη Αλεξάνδρου, έναν οξύτατο κριτικό των πεπραγμένων της κομμουνιστικής αριστεράς, ο Κ.Κουλουφάκος συμπεραίνει ότι «ήταν φοβερά ακέραιος άνθρωπος» και με μεγάλη ευσυνειδησία όταν μετάφραζε στον Γκοβόστη το έργο του Ντοστογιέφσκι.

Ο δεύτερος τόμος περιέχει τις μεγάλου εύρους μεταφράσεις του Κ.Κουλουφάκου. Διαβάζουμε Θερβάντες, Φλωμπέρ,Μωρουά, Ι.Βέρν, αλλά και Μαρκούζε, Μ.Κόρνφορθ, Αραγκόν, Λούκατς,Ντέλλα Βόλπε, Μπρέχτ, Ρ.Μιλλιέξ, Χ.Σεμπρούν, Φ.Κοέν, Α.Γκράμσι, Ι.Καμαρινέα, όπως και θεατρικά έργα του Ν.Χικμέτ και του Μ.Μπρέχτ. Πιο δύσκολη είναι η μετάφραση της ποίησης των Λόρκα, Μαγιακόφσκυ, Αραγκόν, Νερούντα, κινέζων ποιητών.

Ο Κ.Κουλαφάκος ανήκε στη γενιά που διαμορφώθηκε από τον αγώνα για την εκδίωξη του ξένου κατακτητή και την εθνική απελευθέρωση. Ακολούθησε τα πάθη της μεταπολεμικής αριστεράς: τους διωγμούς, τις φυλακίσεις, τις εξορίες. Συμμετείχε πρωταγωνιστικά στην «Επιθεώρηση Τέχνης» που πέτυχε γιατί ξεφεύγοντας από τα κομματικά ιερατεία διαμόρφωσε ένα ύφος και μια εικόνα αυθεντικά, γνήσια, φρέσκια, ζωντάνια, με κριτικό λόγο και ελεύθερο φρόνημα. Μετά τα σιδερένια χρόνια του εμφυλίου πλέον διαμορφωνόταν μια νεοελληνική συνείδηση που επιδίωκε να ξεφύγει από τις μιζέριες και τις αθλιότητες των εμφύλιων  διαμαχών  και τις ποικίλες  δουλείες που γέννησαν αυτές, προς έναν ελεύθερο, ακηδεμόνευτο κριτικό λόγο. Ορθά λοιπόν στο Επιμέτρο, ο Γ.Ανδρειωμένος τον χαρακτηρίζει: «αγνό-αδογμάτιστο ιδεολόγο, συνειδητοποιημένο ενεργό πολίτη, ασυμβίβαστο κοινωνικό αγωνιστή, ανοιχτόμυαλό διαλλακτικό στοχαστή, ρομαντικό πολιτικό οραματιστή, ευαίσθητο και ανεξίγνωμο διανοούμενο»(β’ τόμος, σελ. 1007).

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2023

Ο ελληνικός τόπος και ο ελληνικός τρόπος

 


Για όποιον είναι εξοικειωμένος με το έργο του Χ.Γιανναρά ό "ελληνικός τρόπος" έχει μια ιδιαίτερη βαρύτητα. Ο ελληνικός τόπος είναι βέβαια άμεσα αντιληπτός και αισθητός σε καθένα μας. Έχει υμνηθεί από συγγραφείς όπως ο Π.Γιαννόπουλος όταν μιλούσε για την ελληνική γραμμή, την ελληνική διαφάνεια δηλαδή για την σημασία του φωτός στην ελληνική γη.
Όμως ο ελληνικός τρόπος είναι ένα εξόχως πιο περίπλοκο θέμα και αναγκαστικά καταλήγει στον διάλογο περί ελληνικότητας ανάμεσα στον Κ.Τσάτσο και τον Γ.Σεφέρη. Αν καταφέρουμε να ορίσουμε τον ελληνικό τρόπο θα πρέπει να βάλουμε όρια για το τί είναι ελληνικός τρόπος και τι μη ελληνικός τρόπος ύπαρξης. Ένα εξίσου σημαντικό ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί είναι αν αυτός παραμένει αναλλοίωτος στον χρόνο, ή αν τροποποιείται κατά το πέρασμα του . Και αν αλλάζει τι νόημα έχει να μιλάμε για "ελληνικό τρόπο ύπαρξης". Για παράδειγμα ο Έλληνας του 4ου αιώνα π.Χ. και ο Έλληνας της τουρκοκρατίας και σημερινός Έλληνας έχει τον ίδιο τρόπο ντυσίματος, φαγητού, κατοικιών και τρόπου ζωής τελικά; Νομίζω ότι κάθε απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα θα περιπλέξει παρά θα αποσαφηνίσει τα πράγματα αφού ο πλουραλισμός σε πολιτεύματα, ιδέες κλπ είναι το χαρακτηριστικό του ελληνισμού. Για παράδειγμα αν λέγαμε ότι ο ελληνικός τρόπος ύπαρξης είναι κάθε πράξη που πράττουν οι Ελληνες και οι Ελληνίδες τότε θα βρεθούμε σε μια ποικιλία καταστάσεων που επιβεβαιώνει ότι τέτοιοι όροι δεν βοηθούν να κατανοήσουμε την πραγματικότητα.
Αντι αυτού υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που έχουν σημασία:
α. Ο ελληνισμός έδειξε την σημασία της πολιτικής ελευθερίας και όχι μόνο της εσωτερικής ελευθερίας. Η αποκάλυψη αυτή παρότι δεν ήταν ένα σταθερό και αναμφισβήτητο δεδομένο αποτελεί ένα στοιχείο έμπνευσης τουλάχιστον στην ελληνοδυτική ιστορία.
β. Δίχως πολιτική ελευθερία δεν μπορεί να ανθίσει ο ελληνικός πολιτισμός. Τι πολιτισμός μπορεί να υπάρξει σε ένα καθεστώς αυταρχισμού, ολοκληρωτισμού, όπου κυριαρχεί η λογοκρισία, οι φυλακίσεις, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης; Τι πολιτισμός μπορεί να υπάρξει σε καθεστώς ξένης κατοχής; Για παράδειγμα στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο μπορεί να υπάρξει ελληνικός πολιτισμός;
γ. Η ελληνική γλώσσα με αδιάκοπή παρουσία πάνω από 3000 χρόνια και ότι σημαντικό γράφτηκε σε αυτή καθορίζει τον πολιτισμό μας.
δ. Η ορθόδοξη εκκλησία αποτελεί ισχυρή πνευματική συνισταμένη του ελληνισμού.
Δίχως ελεύθερο ελληνικό κράτος, δεν μπορεί να ανθίσει ο ελληνικός πολιτισμός. Κάθε εθνότητα που έχασε το κράτος της δεν έχασε μόνο τον πολιτισμό του αλλά κινδύνευσε να απωλέσει ολοκληρωτικά την ύπαρξη του όπως έγινε με τους Αρμένιους, του Εβραίους. Το ελληνικό κράτος είναι η τελευταία γραμμή άμυνας απέναντι σε έναν γείτονα ιμπεριαλιστικό, επεκτατικό (εφόσον του το επιτρέπουν οι συνθήκες).
Όλες οι αντιδράσε

Άρης Αλεξάνδρου: "Το κιβώτιο"

 


Το βιβλίο του Άρη Αλεξάνδρου "Το κιβώτιο" αποτελεί μια από τις πρώτες εκ των ένδον κριτικές της πολιτείας της κομμουνιστικής αριστεράς κατά τον εμφύλιο που επεκτείνεται τελικά γενικά σε όλες τις εκδοχές εφαρμογής της ιδεολογίας της. Παρότι φυλακίζεται και εξορίζεται από το 1948 ως το 1952 και στην συνέχεια ως το 1958 καθώς αρνείται να αποκηρύξει εγγράφως την αριστερή ιδεολογία, όπως το εμφυλιακό κράτος του ζητά, σε προφορικές συζητήσεις επικρίνει αυστηρά τον τρόπο που αυτή πραγματοποιείται. Το ερώτημα είναι με ποιον τρόπο δικαιώνονται οι προσωπικές θυσίες εφόσον η πραγματικότητα δείχνει ότι η ιδεολογία είναι ένα "πουκάμισο αδειανό". Μαθαίνουμε από τον Κώστα Κουλουφάκο ότι υπήρξε "ένας ακέραιος άνθρωπος" αλλά το κόμμα προσπάθησε να τον απομονώσει στους τόπους εξορίας από τους υπόλοιπους εξόριστους. Του οφείλουμε την πολύ καλή μετάφραση του Ντοστογιέφσκι που εκδόθηκε από τον Γκοβόστη. Κατά την διάρκεια της δικτατορίας αυτοεξορίστηκε στην Γαλλία όπου έζησε ως χειρώνακτας εργάτης, ή εργαζόμενος στις υπηρεσίες καθαριοτητας κλπ. Στο "Κιβώτιο" βλέπουμε ότι από το ολοκληρωτικό κόμμα μόνο η ολοκληρωτική κοινωνία μπορεί να προκύψει κι όπου οι αντιφρονούντες δεν έχουν καμία θέση και για αυτό απομονώνονται, οδηγούνται σε δίκες και σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το βιβλίο βρίσκει τον συγγραφέα έγκλειστο στην κομματική φυλακή όπου γράφει:

"Σύντροφε ανακριτά, σπεύδω πρώτα απ' όλα να σας εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου για το χαρτί, το μελάνι και την πένα που μου στείλατε με τον δεσμοφύλακα. Συμφωνώ απολύτως με την διαδικασία που διαλέξατε, γιατί έτσι θα μπορέσω να καταγράψω τα γεγονότα με την ησυχία μου, χωρίς να φοβάμαι πως θα με διακόψετε, πως θα μου υποβάλετε ερωτήσεις, χωρίς δηλαδή να έχω την αίσθηση ότι τελώ υπό κράτησιν και δίνω λόγο των πράξεων μου. Διότι είναι βέβαια ολοφάνερο ότι πρόκειται για παρεξήγηση"(σελ.9). Ένα λεξιλόγιο που θυμίζει το λεξιλόγιο των υποδίκων κατά τις σταλινικές δίκες.
Όλες οι αντιδ