Youtube

Youtube
Βρείτε το κανάλι μας στην ψηφιακή πλατφόρμα youtube.

Τρίτη 5 Απριλίου 2011

NOVALIS :Υμνοι στη Νύχτα

Novalis : «Οι ύμνοι στη Νύχτα »

«Δάση της Ρηνανίας πριν καιρό σταματημένα μέσα μου»

Ο.Ελύτης : Ελεγείο του Gruningen

Για τον Novalis (ψευδώνυμο του Georg Philipp Friedrich Freiherr von Hardenberg, 2 Μαΐου 1772 - 25 Μαρτίου 1801), , έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του γερμανικού ρομαντισμού , παρ’ ότι δεν έχουν αποδοθεί πολλά από τα έργα του , μπορούμε να σχηματίσουμε μιαν αρκετά καθαρή εικόνα του , έμμεσα από τις διαπιστωμένες και επαρκώς τεκμηριωμένες πλέον επιρροές στον Δ.Σολωμό[1] και στον Ο.Ελύτη και άμεσα από το ποίημα του «Ύμνοι στην Νύχτα» , που μετέφρασε ο Γ.Ν.Πολίτης.

Ο Αλέξης Πολίτης , ο επιμελητής της έκδοσης «Ύμνοι στη Νύχτα»[2] , μας πληροφορεί ότι μεταφράστηκαν για πρώτη φορά στην νεοελληνική στο περιοδικό «Κριτική και Ποίηση» (τεύχος XIII-IX Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 1916 ) από τον Γ.Ν.Πολίτη , και δημοσιεύθηκαν πάλι σε επεξεργασμένη μορφή στο περιοδικό Κύκλος το 1938 ( χρονιά Δ’ , αρ. 6 , σελ. 178- 194).Από το ίδιο περιοδικό επανεκδόθηκαν το 1939 με μια σύνθεση του Ν.Χατζηκυριάκου- Γκίκα. Είναι βέβαιο ότι οι δημοσιεύσεις αυτές προβλημάτισαν την διανόηση της εποχής εκείνης , δεδομένου ότι έγραψαν κριτικά κείμενα η Έλλη Λαμπρίδου, ο Κ.Θ.Δημαράς ,ο Δ.Γ.Τσάκωνας , ο Κ.Παράσχος , ο Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος , ο Λ. Παυλίδης , ο Τέλλος Άγρας και ο Α.Χουρμούζιος.

Η απώλεια του αγαπημένου προσώπου γίνεται στον Novalis – όπως και στον Kierkegaard- η αιτία της δημιουργίας και ταυτόχρονα μίας αισθαντικώτερης ερμηνείας του κόσμου. Διότι η βαθύτατη οδύνη προκαλεί μια ριζικά διαφορετική αντίληψη του πραγματικού. Όπως παρατηρεί ο Αλέξης Πολίτης ο Novalis αντίκρισε την πραγματικότητα «μέσα από ένα φίλτρο που τη μετέτρεπε σε ωχρή αντανάκλαση του αληθινού κόσμου .Δηλαδή του επέκεινα , του θανάτου , της νύχτας και της αιωνιότητας συνάμα. » [3]

Αν δεν γνωρίζαμε ότι το έργο του Novalis είναι απότοκος κυρίως ενός βαθύτερου υπαρξιακού τραύματος , θα θεωρούσαμε ότι αντιμετωπίζουμε άλλο ένα , επεισόδιο της μακράς πορείας του στοχασμού , όπου ο πραγματικός κόσμος θα πρέπει να υποτιμηθεί , να δυσφημισθεί , για να αντικατασταθεί κατά περίπτωση ή από τον κόσμο των ιδεών ή τον κόσμο της μεταφυσικής .Όμως ο λόγος του Novalis δεν είναι απόρροια διανοητικής κυρίως προσπάθειας , αλλά εκείνης της κατάστασης όπου η καταστροφή της σχέσης με τον άλλο – την αγαπημένη στην συγκεκριμένη περίπτωση – γίνεται η αιτία ο κόσμος να απολέσει κάθε σημασία.

Παράλληλα ο Novalis , ως κεντρική μορφή του ρομαντισμού , εξέφρασε ανορθολογικά την άρνηση στην μηχανοκρατία και στον ανερχόμενο καπιταλισμό. Το άτομο βγαίνοντας από τις παλαιές ιεραρχίες της μεσαιωνικής και προκαπιταλιστικής κοινωνίας , δεν γίνεται ισχυρότερο , αλλά αντίθετα απαλλοτριώνεται εντός της καπιταλιστικής «ορθολογικότητας».

Σύμφωνα με τον Α. Πολίτη , « η λαχτάρα για τον θάνατο » του Novalis δεν συνιστά διόλου παραίτηση , μελαγχολία , διάλυση. Αντίθετα εκφράζει εξέγερση , άρνηση του κόσμου που ανατέλλει - και που στην τροχιά του ζούμε ως σήμερα. Ο Novalis γύρεψε ν’ ανατρέψει το πιο ουσιώδες της καινούργιας κοσμοθεωρίας , την εμπιστοσύνη στις ανθρώπινες δυνάμεις: είδε τη ζωή σαν ένα τμήμα , πρόσκαιρο , μιας αιώνιας ύπαρξης ενωμένης με μυστικούς δεσμούς με ολόκληρο το Σύμπαν , με το θείο σε τελευταία ανάλυση – τη μοναδική πηγή της χαράς και της ευδαιμονίας »[4].

Ο Novalis επιγραμματικά σημειώνει : « Η ποίηση είναι το αληθινά απόλυτα πραγματικό. Αυτό είναι το βάθος της φιλοσοφίας μου».[5] Η ποίηση κατ’ αυτόν τον τρόπο αποσπάται από τη «τρέχουσα » πραγματικότητα , για να μετατραπεί σε ένα όπλο κατά της ίδιας της πραγματικότητας. Ο ριζικός ανορθολογισμός – υπαρξιακός και όχι μεθοδολογικός – διανοίγει τον δρόμο σε άλλες δυνατότητες , στην κυριαρχία του υπέρλογου και του φαντασιακού. Έτσι ο ρομαντισμός δεν συναντάται μόνο με τον υπερρεαλισμό αλλά και με άλλες μορφές ρήξης με τον εργαλειακό ορθολογισμό , όπως τα κοινωνικά κινήματα που ξεπήδησαν από τον Μάη του ΄68 ή πνευματικά ρεύματα , όπως η Σχολή της Φρανκφούρτης , ο Καστοριάδης και ένα σημαντικό μέρος της υπαρξιακής σκέψης.

Οι ύμνοι του Novalis στην Νύχτα είναι ύμνοι στο θάνατο. Όπως η αναζήτηση του Έρωτα μετατρέπεται σε μελέτη θανάτου , έτσι και η εντατική αίσθηση του εντεύθεν καταλήγει στην μετατόπιση της ύπαρξης στο εκείθεν.

Ξεκινώντας από το ερώτημα « Ποιος ζωντανός , προικισμένος με νόηση , δεν αγαπά , περισσότερο απ’ όλα τα θαυμαστά φαινόμενα του διάπλατου χώρου γύρω του , το πασίχαρο φως , με τις θωριές του , με τις αχτίδες του και τα κύματα ; »[6] θα αποφανθεί τελικά : « κατ’ αλλού γυρίζω εγώ , κατά την ιερή , την άφραστη Νύχτα , τη μυστική. Πέρα μακριά βρίσκεται ο κόσμος – σε χάσμα βαθύ βουλιαγμένος – έρημη κι αρφανή ΄ναι η θέση του. Στις χορδές του στήθους βαρυθυμιά βαριά πνέει ».[7]

Σε έναν λόγο πεζό – ποιητικό νοσταλγεί την Νύχτα, το Τέλος : «Όλο θα ξανάρχεται η αυγή; Ποτές δε θα τελειώσει του γήινου η τυραννία ;».[8] Στο σκοτάδι του θανάτου ο Novalis αντικρίζει την φυσιογνωμία της αγαπημένης. Μέσα του αναμετρόνται το «γελαστό φως», η « χαρούμενη ζωή » με την «αφοσίωση στη Νύχτα ». Αναρωτιέται «ποια ηδονή , ποιες χαρές προσφέρει η ζωή σου , που ν’ αντιζυγιάζουν του θανάτου τις αναγάλλιες ; Δεν έχουν όλα όσα μας συναρπάζουν της Νύχτας τη θωριά;»[9]Novalis ζει την νύχτα , σαν την γενέθλια γη, σαν την αληθινή πατρίδα : «πίστη όλος και θάρρος τη μέρα εγώ ζω πεθαίνω τις νύχτες με ζήλο ιερό».[10]

Ο ύμνος στον θάνατο , η «λαχτάρα για τον θάνατο», αναμειγνύεται με χριστιανικές προσδοκίες , με την καταφυγή στον Εσταυρωμένο , όπου «Ζωή απ’ τον θάνατο αιώνια πρωτοφάνη - ο θάνατος εσύ’σαι , να μας γιάνει. »[11]Η προσμονή της αναστάσιμης ώρας περιβάλλεται από οράματα θανάτου.

«Μια νύχτα ηδονής όλο-

μια αιώνια μουσική-

και θα’ ναι ήλιος μας όλων

Του Θεού η μορφή»[12]

Εικόνες που έχουν συλλεχθεί από την αρχαία μυθολογία προβάλλονται , για να περιγράψουν το πέρασμα από την ζωή στον θάνατο.

« Μακριά από του φωτός τη σφαίρα ,- κάτω στης γης την αγκαλιά !- του πόνου η άψη κι η φοβέρα – μηνούν του μισεμού χαρά.- Γοργά η βαρκούλα μας θα φτάσει – πέρα στο ουράνιο ακροθαλάσσι-Η αιώνια Νύχτα βλογημένη , - ο αιώνιος Ύπνος βλογητός - Όσο κι η μέρα αν μας ζεσταίνει , - μας μάρανε άσωτος καημός. »[13]

Η επιστροφή στην Νύχτα είναι επιστροφή στην « πατρική στέγη » , στην κατάκτηση της « άρρητης ηδονής».

«Κάτω , στη Νύφη τη γλυκιά, - στον λατρεμένο Εσταυρωμένο – Θάρρος , νυχτώνει τώρα πια – για όποιον θλιμμένο , ερωτεμένο.- Τα δεσμά τ’όνειρο τα σπάζει – στην πατρική αγκαλιά μας βάζει ».[14]

Ο ποιητής νοσταλγεί την συμπαντική ενότητα , όπου τα καθετί έχει ξεπεραστεί , αλλά και «καθένας είναι μόνος με ό,τι αγαπά ».

«Κάποτε θα’ναι κάθε σώμα – ένα σώμα – σ’ ουράνιο αίμα θα πλέχει – το μακαριστό ζευγάρι.»[15]

Η επιθυμία του θανάτου , ως αποτέλεσμα του αδιέξοδου ή του ανέφικτου της αγάπης απεικονίζεται με ένα τρόπο εξίσου έντονο και τραγικό στο τραγούδι και στη ποίηση που βρέθηκε στα χείλια του λαού , που δέθηκε γερά με την ίδια την ζωή του, όπως είναι τα ρεμπέτικα τραγούδια[16] .

Είναι αξιοπερίεργο , και ενδιαφέρον συγχρόνως , πως ο Ο.Ελύτης , γοητευμένος με την ζωή , με την ύλη , με τις αισθήσεις , με το ανθρώπινο σώμα , μύστης του αιγαιακού φωτός και της διάφανης ελληνικής γραμμής , έλκεται από τον Novalis , τον υμνητή της νύχτας και των σκοτεινών τόνων του γερμανικού δάσους.

Την απάντηση στο ερώτημα την δίνει ο ίδιος ο Ελύτης , στο δοκίμιο του η «Η μαγεία του Παπαδιαμάντη» , όπου συγκαταλέγει τον Novalis ανάμεσα σ’αυτούς που έχουν διατρέξει το μαύρο « ως την έσχατη άκρη του έτσι που να πατήσει από το άλλο μέρος πάλι στο λευκό .» [17]

Ο Ελύτης , σε μια από τις τελευταίες συλλογές του , «Τα ελεγεία της Οξώπετρας», όπου η πραγματικότητα του θανάτου είναι παρούσα – ψηλαφιέται- αφιερώνει στον Novalis το «Ελεγείο στο Gruningen».Στην ίδια συλλογή στο ποίημα «Ρήμα το σκοτεινόν» καταλήγει « Η αλήθεια μόνον έναντι θανάτου δίδεται».[18] Αν δεν υπάρχει , συνεπώς , η λαχτάρα του θανάτου , όπως στο έργο του Novalis, υπάρχει σίγουρα η μελέτη του θανάτου και η ανάδειξη στο γεγονός , που ξεκλειδώνει τις σημασίες και τα νοήματα.

Στο «Ελεγείο στο Gruningen» , ο Ελύτης , διατρέχει , την κοινωνική καταγωγή και το αισθητικό- κοινωνικό περιβάλλον του Novalis , καθώς και όλα τα τραυματικά γεγονότα της ζωής του: « Νύχτα – μέρα εργάζεται .Και τι ντο φαιά τι σολ ιώδη ανεβαίνουν – Στον αέρα .Που κι οι βράχοι πιο ιερείς τέτοιο κλάμα το ευλαβούνται - Και τα δέντρα πιο πουλιά συλλαβές ομορφιάς ανερμήνευτης – Ομολογούνε .Ότι ο έρωτας δεν είναι αυτό που ξέρουμε μήτε αυτό – που οι μάγοι διατείνονται – Αλλά ζωή δεύτερη ατραυμάτιστη στον αιώνα. »[19]

Η σύνθεση του Ελύτη ολοκληρώνεται με την αναφορά στο αισθητικό περιβάλλον , που καθόρισε τις επιλογές του Novalis : «Δάση της Ρηνανίας , ποταμοί των κοιλάδων , άμαξες , ιππείς , αυλές με κρήνες κι αετώματα. Η καθημερινή πρώτη σελίδα του μετα-θανάτου.»[20]

Η φωτεινότητα και η σκοτεινότητα αποτυπώνουν την τοπικότητα του Ελύτη και του Novalis αντίστοιχα , δηλαδή την βαρύτητα που έχει ο χώρος στην διαμόρφωση του έργού τους ,όσο και των ξεχωριστών ιδιοσυγκρασιών τους .Όμως συντάσσουν τον μυστηριακό τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουν ομοιότροπα το πραγματικό. Ακριβέστερα τα γεγονότα και τα επεισόδια της προσωπικής ζωής των , λαμβάνουν θέση σε συνειδήσεις , όπου το φυσικό περιβάλλον ασκεί κυρίαρχο ρόλο.

Ο Ελύτης στο δοκίμιό του «Η μαγεία του Παπαδιαμάντη» , χρησιμοποιεί τις σκέψεις του Novalis , όπως παρατίθονται στο « Die Lehrlinge zu Sais» , για να δείξει ότι ο ύμνος της κτίσης που συναντούμε στον Παπαδιαμάντη δεν είναι μια απλή φυσιολατρία , αλλά μαρτυρά ένα «ήθος προσωπικό».Συγκεκριμένα ο Novalis λέει τα ακόλουθα : «Μιλώ γι’ αυτό το μυστηριακό αίσθημα που νιώθουμε κάποτε ν’ αναπηδάει απ’ όλο το είναι μας και ν’ ακτινοβολεί γύρω από έναν βαθιά κρυμμένο μέσα μας πυρήνα : ότι προσιτή ή απρόσιτη στα αισθητήρια μας , η φύση , κατά έναν θαυμαστό τρόπο , μας κυκλώνει απ’ όλες τις μεριές , έτσι που να πιστεύουμε στο τέλος ότι αυτό που νιώθουμε δεν είναι παρά ένα μυστικό της κάλεσμα , ένα σημάδι ότι όλα θα πάνε καλά ανάμεσά μας. Με τη διαφορά ότι εκεί που ο ένας ψάχνει πίσω από τις γαλάζιες άχνες των μακρινών οριζόντων να βρει μια χαμένη πατρίδα , μιαν αγαπημένη των πρώτων νεανικών του χρόνων , γονείς ή αδέλφια και παλιούς φίλους , τέλος πάντων ένα παρελθόν προσφιλές , ο άλλος , την ίδια στιγμή , βαυκαλίζεται με την ιδέα ότι κάπου εκεί μακριά υπάρχει γι’ αυτόν ένα μέλλον γιομάτο ζωή , και τον βλέπεις να τεντώνει κατά κει τα χέρια του , κατ’ αυτόν τον κόσμο τον άγνωστο , μ’ ένα πάθος κρυφό που σιγοκαίει.

Μερικοί μόνον – ελάχιστοι – παραμένουν ατάραχοι ανάμεσα στα θαύματα που τους περιτριγυρίζουν , με μόνη τους έγνοια να τα συλλάβουν στην πληρότητά τους και στην τάξη τους την υπέρτατη.

Ώστε , λοιπόν, υπάρχουν δύο τρόποι διαφορετικοί να παρατηρεί κανένας τη φύση .Κι αν τα αισθήματα που εμπνέει αυτή δεν είναι γι’ άλλους παρά χαρές και γιορτάσια , για μερικούς ,βεβαιότατα , συνιστούν μιαν άκρας περισυλλογής θρησκεία , ικανή να υπαγορεύει σε μιαν ύπαρξη την κατεύθυνσή της , τη στάση της , το βαθύτερο νόημά της. »[21]

Η μυστική , αθώα , παιδική σχέση με την φύση – ή με την κτίση - , στον Novalis , στον Ελύτη , στον Παπαδιαμάντη , υπαγόρευσε τις αξίες και τις αισθητικές προτεραιότητες , που πρυτανεύουν στο έργό τους[22].

Η ποιητική του Novalis αποτυπώνει την προσωπική του απελπισία και οδύνη. Όμως , παράλληλα , η ρήξη με την πραγματικότητα του καιρού του , το άνοιγμα της σκέψης του στο υπέρλογο και στο φαντασιώδες σημαίνει ότι ο λόγος του , δεν στερείται κοινωνικών συνεπαγωγών. Η υποτίμηση και η εκμετάλλευση του φυσικού κόσμου από τον κόσμο της τεχνικής , η παράλογη εξέλιξη του πολιτισμού που θεμελιώθηκε πάνω στην πίστη στον εργαλειακό ορθολογισμό , καθιστά επίκαιρη και αναγκαία την μελέτη ποιητών όπως ο Novalis, στο έργο των οποίων , η ποίηση αναδεικνύεται ως η απόλυτη , η αληθινή πραγματικότητα.



[1] Γ.Βελουδής : «Δ.Σολωμός: ρομαντική ποίηση και ποιητική : Οι γερμανικές πηγές του Δ.Σολωμού» , Αθήνα , Γνώση ,1984.Σύμφωνα με τον Βελουδή ο Λούντζης μετέφρασε για χάρη του Δ.Σολωμού το έργο του Novalis , «το οποίο θα ήταν παράδοξο , αν ο πιο αγαπημένος , μαζί με το Shiller , γερμανός συγγραφέας του Σολωμού δεν άφηνε καθόλου ίχνη στο έργο του νεότερου ομοτέχνου του .» (σελ.91).Ο Γ.Βελουδής περιγράφει στην συνέχεια με λεπτομερή τρόπο τις επιδράσει του Novalis στο Σολωμό (σελ.91-102).

[2] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986.

[3] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ.85

[4] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ.87.

[5] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ.69

[6] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ. 9

[7] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ. 10

[8] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ. 13

[9] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ. 19

[10] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ 22

[11] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ 29

[12] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ 36

[13] Novalis: «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ 37

[14] : «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ 40

[15] : «Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα» , Εκδόσεις Διάττων μετάφραση Γ.Ν.Πολίτη ,Επιμέλεια Αλέξη Πολίτη , Αθήνα 1986. σελ 65

[16] Είναι χαρακτηριστικοί οι στίχοι από το τραγούδι του Μ.Βαμβακάρη : «Τι μ’ ωφελούν οι άνοιξες»:

«Τι μ' ωφελούν οι άνοιξες, τι οι ομορφιές του κόσμου,
αφού ο κόσμος χάνεται, ψεύτη ντουνιά κι έξαφνα ο εμπρός μου,
αφού ο κόσμος χάνεται, ψεύτη ντουνιά κι έξαφνα ο εμπρός μου.

Τι και αν λιώσαν μάνα μου, απ' τα βουνά τα χιόνια,
τι και αν θα 'ρθει η άνοιξις, ψεύτη ντουνιά, αχ και κελαηδούν αηδόνια,
τι και αν θα 'ρθει η άνοιξις, ψεύτη ντουνιά, αχ και κελαηδούν αηδόνια.

Όλα στο κόσμο μάταια, τα πάντα ματαιότης
κι ένα λουλούδι ψεύτικο, ψεύτη ντουνιά, είναι η ανθρωπότης,
κι ένα λουλούδι ψεύτικο, ψεύτη ντουνιά, είναι η ανθρωπότης »

[17] Ο.Ελύτης : «Εν Λευκώ», Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ 1993 , σελ. 59.

[18] Ο.Ελύτης : «Ποίηση», Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ 2002, σελ. 570

[19] Ο.Ελύτης : «Ποίηση», Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ 2002, σελ. 556

[20] Ο.Ελύτης : «Ποίηση», Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ 2002, σελ. 556

[21] Ο.Ελύτης : «Εν Λευκώ», Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ 1993 , σελ. 91,92

[22] Ο Νίκος Δήμου καταπιάστηκε με το θέμα των επιρροών του Novalis στον Ελύτη στο δοκίμιο του «Από το φως στο σκοτάδι – και πάλι στο φως » (περιοδικό Λέξη , Νοέμβρης – Δεκέμβρης 1991 , τεύχος 106 , σελ. 848-855). Δίχως αναφορές στο έργο συνολικά του Ελύτη που δείχνουν την διαχρονική του συσχέτιση με το έργο του Novalis, επισημαίνει με βάση το ποίημα του Ελύτη Ελεγείο στο Gruningen » , την παλινδρομική – σπειροειδή και όχι ευθύγραμμη πορεία του, ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι , ώστε «Η εσωστρεφής αυτή εποχή καθιερώνει τον Ελύτη σαν μεγάλο μυστικό και θρησκευτικό ποιητή ( με την ευρύτατη έννοια του θρησκεύεσθαι).Σε αυτήν φαίνεται να έχει πια υπερβεί την αντίθεση Φως – Νύχτα.. Ακολουθεί την κλασική πορεία του μυστικού , που ανεβαίνοντας προς το Ένα ξεπερνάει , αίρει τις φαινομενικές αντιθέσεις »(σελ . 849).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου