Δύο ομιλίες στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας τον Νοέμβριο του 2013
1.Οκτωβριανή Επανάσταση
Κυρίες και κύριοι
Απόψε θα μιλήσουμε για ένα ιστορικό
γεγονός, το οποίο χωρίς αμφιβολία και άσχετα από το πρόσημο που του δίνουμε,
θετικό ή αρνητικό, συνιστά ένα από τα σημαντικότερα του 20ού αιώνα και όχι
μόνον.
Θα μιλήσουμε για την Οκτωβριανή
επανάσταση στη Ρωσική αυτοκρατορία, το 1917.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, οι
επαναστάσεις ήταν δύο. Καθώς έχει προηγηθεί αυτή του Φεβρουαρίου, όταν
ανατράπηκε ο τσάρος Νικόλαος ο Β΄, ο τελευταίος ηγεμόνας της δυναστείας
Ρομανόφ, που κατείχε το θρόνο για περίπου τρεις αιώνες.
Αναφερόμενοι στα συμβάντα, θα
προσπαθήσουμε να διακρίνουμε πίσω τους το ιστορικό βάθος και τις γενεσιουργές
αιτίες που τα προκάλεσαν. Διότι, ένα γεγονός δεν συμβαίνει ως κεραυνός εν
αιθρία. Χωρίς βεβαίως να αποκλείουμε τον παράγοντα τύχη ως προς την έκβασή του,
η προετοιμασία του έχει ωστόσο ξεκινήσει πολύ καιρό πριν.
Για να κατανοήσουμε λοιπόν όσα
συνέβησαν στη Ρωσία του 1917, και τα οποία σημάδεψαν την παγκόσμια ιστορία για
τις επόμενες δεκαετίες θα πρέπει να εξετάσουμε, την κατάσταση που βρισκόταν η ρωσική
αυτοκρατορία τις παραμονές της επανάστασης, την δημιουργία και ανάπτυξη του
επαναστατικού κινήματος στη χώρα, τις ιδέες και τη δράση του κόμματος των
μπολσεβίκων που κατόρθωσε να βγει νικητής από αυτήν την σκληρή σύγκρουση.
Η Ρωσία είναι μια χώρα μεταξύ Ευρώπης και Ασίας όχι μόνον
γεωγραφικά αλλά και πολιτισμικά. Μέσα της συνυπάρχουν και η ανατολή και η δύση
σε μια ιδιόμορφη και πολλές φορές εκρηκτική σύνθεση. Η ρωσική αυτοκρατορία των
τσάρων τον 19ο αιώνα επεκτείνεται γεωγραφικά, μεγαλώνει πληθυσμιακά,
δημιουργεί πνευματικά, αλλά ταυτόχρονα έχει ένα αντιδραστικό και αυταρχικό
πολιτικό σύστημα, εκατομμύρια δουλοπάροικους, και οικονομία που υστερούσε σε
σχέση με αυτήν της δύσης.
Αν θελήσουμε να απαριθμήσουμε τις
αιτίες αυτής της υστέρησης, η οποία αποτέλεσε το κατάλληλο θερμοκήπιο για την
ανάπτυξη ακραίων επαναστατικών κινημάτων, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε:
Α. το ταταρο-μογγολικό ζυγό, που
κράτησε τους Ρώσους σε μια μακρά ασιατική απομόνωση για κάποιους κρίσιμους αιώνες.
Β. την έλλειψη θαλάσσιων οδών, που αποτελούσε
μόνιμο πρόβλημα των τσάρων, και άρα τον περιορισμό των εμπορικών συναλλαγών.
Γ. την ύπαρξη, δεκάδων εθνοτήτων σε μια
τεράστια έκταση, και ως εκ τούτου η απίστευτη ανομοιογένεια που εμπόδιζε την
μετάβαση στην καπιταλιστική οικονομία. Η ρωσική αυτοκρατορία στις παραμονές του
Α΄ Παγκοσμίου πολέμου είχε πληθυσμό περίπου 170 εκ. Τα 136 εκ. απ’ αυτά ζούσαν στο ευρωπαϊκό τμήμα.
Οι Ρώσοι, ή Μεγαλορώσοι για να διακρίνονται από τους Μικρορώσους Ουκρανούς και
τους Λευκορώσους, αποτελούσαν μόλις το 43%. Οι εθνότητες και οι λαοί που
κατοικούσαν στην αυτοκρατορία είχαν μεταξύ τους τεράστιες πολιτισμικές διαφορές.
Από τους Φιλανδούς και τους Πολωνούς στα δυτικά, έθνη εξελιγμένα οικονομικά, που
γειτόνευαν με τις αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες της Δυτικής Ευρώπης μέχρι τους
τουρκόφωνους πληθυσμούς της Κεντρικής Ασίας και τις μογγολικές φυλές της Ανατολικής
Σιβηρίας και του βορρά, όπου κυριαρχούσε ακόμη η νομαδική ζωή, και ο
αναλφαβητισμός ήταν σχεδόν καθολικός.
Έτσι κοινωνικές, οικονομικές πολιτικές,
εθνικές και εδαφικές αντιθέσεις σπάραζαν το κράτος, που προσπαθούσε να
αφομοιώσει όλους αυτούς τους ανόμοιους μεταξύ τους λαούς. Όμως ο εκρωσισμός, ενίοτε
και βίαιος, δεν έφερνε τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Αυτή η εθνοτική και θρησκευτική
πανσπερμία, η συνύπαρξη των ανόμοιων ταυτοτήτων θα αποτελέσει έναν καθοριστικό
παράγοντα των ρωσικών επαναστάσεων. Το εθνικό ζήτημα θα είναι μονίμως παρόν
στις πολιτικές εξελίξεις της χώρας, μέχρι και τη διάλυση της ΕΣΣΔ, αλλά ακόμη
και στη σημερινή Ρωσία. Αρκεί να φέρουμε στο μυαλό μας τη Τσετσενία, την
Οσσετία ή το Νταγκεστάν. Όλα αυτά δεν είναι σημερινά ζητήματα.
Δ. τον κρατικό συγκεντρωτισμό, που δεν
άφηνε ελεύθερα τα αστικά στρώματα να διαμορφώσουν τις κατάλληλες πολιτικές συνθήκες
που ήσαν απαραίτητες για την κεφαλαιοκρατική οικονομία, τουλάχιστον με τους
όρους της δύσης. Παντού υπήρχαν τα εμπόδια της γραφειοκρατίας, της λογοκρισίας,
του αυταρχισμού, της τυπολατρίας. Για δημοκρατικές διαδικασίες ούτε λόγος, παρ’
όλο που από τη δεκαετία του 1860 λειτουργούσαν τοπικά όργανα, αγροτικές και
αστικές δούμες, η πραγματική εξουσία ασκείτο από την παντοδύναμη κρατική
ιεραρχία, που καθιερώθηκε από τον Μ. Πέτρο και προέβλεπε 14 τάξεις (ή τσιν-
λέξη από τα κινεζικά), και τον κρατικό μηχανισμό, στον οποίο ανήκε ακόμη κι η
εκκλησία. Αυτή η πραγματικότητα, που ήλθαν οι επαναστάσεις να την ανατρέψουν,
τελικά επανάκαμψε με άλλη μορφή, πολύ σύντομα, μετά την δημιουργία του νέου σοβιετικού
κράτους-Λεβιάθαν. Για να αντιληφθούμε έτσι τις βαθύτερες ιστορικές διεργασίες.
Στ. Την αναχρονιστική ηγεμονική ελίτ
της στρατιωτικής αριστοκρατίας των γαιοκτημόνων, που ιδεολογικά και κοινωνικά
αδυνατούσε να προσαρμοστεί στις ανάγκες των καιρών. Αν και από τους κόλπους της
γεννήθηκαν σπουδαία πνεύματα της συγκλονιστικής ρωσικής λογοτεχνίας του 19ου
αιώνα, όπως ο Πούσκιν, ή ο Λέρμοντοφ, σύντομα έχασε τη σκυτάλη από τους
εκπροσώπους των κατώτερων τάξεων, οι οποίοι έδωσαν το δικό τους στίγμα στην
πνευματική ζωή και στην πολιτική δραστηριότητα.
Ζ. Την ύπαρξη φεουδαρχικών
χαρακτηριστικών, με κυριότερο τη δουλοπαροικία που ίσχυε μέχρι και το 1861. Και
όταν αναφερόμαστε στη δουλοπαροικία εννοούμε τη κατοχή του χωρικού από τον
γαιοκτήμονα ως εργαλείο παραγωγής. Ακόμη, όμως, και μετά την κατάργησή της, η
εκμετάλλευση των μουζίκων, των Ρώσων αγροτών ήταν απάνθρωπη, όπως και οι
συνθήκες ζωής τους. Στη Ρωσία μέχρι και τις παραμονές του πολέμου το 80-85% του
πληθυσμού ασχολείτο με τη γεωργία και ο αγροτικός τομέας έδινε πάνω από το 50%
του εθνικού προϊόντος. Στις πόλεις διέμενε μόνον το 16% του πληθυσμού. Ενώ τα ¾
των αγροτών ήσαν εντελώς αγράμματοι. Σε κάποιες περιοχές η τάξη των
γαιοκτημόνων ανήκε σε άλλο έθνος από αυτό των χωρικών. Στην Πολωνία για
παράδειγμα οι γαιοκτήμονες ήσαν κυρίως Γερμανοί, στην Βαλτική Γερμανοί και
Λετονοί, στην Ουκρανία Πολωνοί. Εκεί, λοιπόν, η ταξική αντίθεση έπαιρνε και
εθνικά χαρακτηριστικά. Στα χωριά βασίλευε όπως έγραψε ο Τολστόι η εξουσία του
σκότους –πείνα, επιδημίες. Στις ίσμπες (καλύβες) των χωρικών ο χρόνος είχε
σταματήσει. Και μόνο τους αποκούμπι ήταν η πίστη τους στην Ορθοδοξία και στο
τσάρο. Όσο οι χωρικοί πίστευαν στον τσάρο, στον πατερούλη, στην αυθεντία, η
εξουσία θα ήταν αδιαμφισβήτητη. Από τις αρχές, όμως, του 20ού αιώνα η πίστη
αυτή θα αρχίσει να θαμπώνει και τελικά να σβήνει. Τουλάχιστον για τον τσάρο,
γιατί η επιβίωση της λατρείας του πατερούλη δεν θα τελειώσει μαζί με τον
τελευταίο Ρομανόφ αλλά θα αναβιώσει ενισχυμένη στη σταλινική περίοδο.
Σχετικά με τα χαρακτηριστικά της
καπιταλιστικής ανάπτυξης θα διαπιστώσουμε ότι αυτή δεν βασίστηκε στον ελεύθερο
ανταγωνισμό. Υπήρξε, κυρίως, αποτέλεσμα
της κρατικής παρέμβασης αλλά και του ξένου κεφαλαίου, που λειτουργούσε με όρους
αποικίας. Κι αυτό συνιστούσε μια μεγάλη αντίφαση, καθώς η Ρωσία βρισκόταν σε
μια περίεργη θέση όπου ταυτοχρόνως ήταν και αυτοκρατορία.
Αυτή η σχέση εξάρτησης με τη Δύση αποδεικνύεται
από τον ξένο δανεισμό, τον έλεγχο σημαντικών τομέων της οικονομίας, την
εκμετάλλευση πλουτοπαραγωγικών πηγών. Ο τεράστιος όγκος των δανείων θα
προέρχεται από τη Γαλλία, αλλά και την Αγγλία και η Γερμανία. Όχι τυχαία, η
Γαλλία θα είναι η χώρα που θα πρωταγωνιστήσει μετά την επανάσταση στην ανατροπή
των μπολσεβίκων από την εξουσία, ώστε να μπορέσει να εισπράξει τα δάνειά της.
Αποικιακό χαρακτήρα θα έχουν, όμως, και οι ρωσικές εξαγωγές καθώς θα αποτελούνται
αποκλειστικά από αγροτικά προϊόντα και πρώτες ύλες.
Αλλά, όπως είπαμε, η Ρωσία ήταν αυτοκρατορία
αλλά και ιμπεριαλιστική χώρα. Διότι και η ίδια είχε αποικίες, εσωτερικές
αποικίες. Τις περιοχές που κατέκτησε στρατιωτικά και ενέταξε στο ρωσικό κράτος.
Στη κεντρική Ασία, στον Καύκασο, στην Σιβηρία και στην άπω ρωσική ανατολή. Εκεί,
συστηματικά και με σχέδιο εγκαταστάθηκαν χιλιάδες σλάβοι άποικοι, ενώ ταυτόχρονα
οι περιοχές αυτές ήταν πηγή φθηνών πρώτων υλών αλλά και αγορές κατανάλωσης
βιομηχανικών προϊόντων.
Μετά απ’ όλα τα παραπάνω θα μπορούσε να
εξαχθεί ίσως το συμπέρασμα ότι η Ρωσία ήταν μια καθόλα καθυστερημένη χώρα.
Αυτό, όμως δεν ίσχυε. Ως συνήθως η πραγματικότητα είναι πολύπλευρη. Παράλληλα
με τα αναχρονιστικά της στοιχεία παρουσιάζει και μια τρομερή δυναμική, τόσο στη
βιομηχανική της ανάπτυξη, τη δημιουργία υποδομών, τις τέχνες, τα γράμματα, αλλά
και τους δημογραφικούς δείκτες. Ακόμη και η επέκταση και η προσπάθεια
αφομοίωσης νέων, πολιτισμικά καθυστερημένων περιοχών, θα έχει και θετικά
χαρακτηριστικά. Δεν θα είναι μια στείρα κατάκτηση.
Είναι σημαντικό επομένως να
κατανοήσουμε ότι η επανάσταση δεν γίνεται σε μια χώρα σε παρακμή, σε μια χώρα
που υποχωρεί από το ιστορικό προσκήνιο. Αντιθέτως, εισέρχεται με μεγαλύτερη
ορμή στο παγκόσμιο προσκήνιο. Κι αυτό συμβαίνει παρά τις αντιθέσεις, ή ορθότερα
οι αντιθέσεις οξύνονται γιατί ακριβώς η χώρα ανέρχεται. Κι αυτό θεωρούμε ότι είναι
ένα γενικότερο συμπέρασμα για τη φύση των επαναστάσεων. Οι επαναστάσεις
πραγματοποιούνται όπου υπάρχει ζωτικότητα, ακμή, δημογραφική ευρωστία, οικονομική
κινητικότητα. Όπως και στη Γαλλία του 1789 έτσι και στη Ρωσία του 1917.
Και έτσι θα συμβεί το απρόβλεπτο. Θα
πραγματοποιηθεί η ρωσική κομμουνιστική επανάσταση, η επανάσταση της εργατικής
τάξης, όπως την είχε περιγράψει ο Καρλ Μαρξ, ή περίπου έτσι. Γιατί θα
πραγματοποιηθεί όχι στην αναπτυγμένη καπιταλιστική Δύση. Όχι στην Γαλλία, στη
Γερμανία ή στην Αγγλία. Και δεν θα είναι αποτέλεσμα της ωρίμανσης του
κεφαλαιοκρατικού σταδίου. Αφού η Ρωσία μόλις τότε άρχιζε να εισέρχεται σε αυτό.
Και ούτε ήταν καθαρά εργατική επανάσταση, καθώς η πλειοψηφία των εξεγερμένων
ήταν αγρότες. Και τέλος, η ρωσική επανάσταση δεν προκάλεσε την παγκόσμια
προλεταριακή επανάσταση, όπως ανέμεναν οι κομμουνιστές ηγέτες.
Ποιο είναι, όμως, το πολιτικό παρελθόν,
που προετοιμάζει την Οκτωβριανή επανάσταση. Αν θέλουμε να βρούμε τις ρίζες του
θα πάμε αρκετά πίσω. Και θα ξεκινήσουμε από το 1825, και την αποτυχημένη
επανάσταση των Δεκεμβριστών. Στη
συνέχεια, σε όλο τον 19ο αιώνα θα αντιπαλεύουν στη Ρωσία δύο μεγάλα ρεύματα.
Οι δυτικόφιλοι και οι σλαβόφιλοι. Ανάμεσα τους τα σύνορα δεν είναι εντελώς
ευδιάκριτα. Ο στόχος όμως και των δύο είναι ο ίδιος. Η δημιουργία μιας νέας αναγεννημένης
Ρωσίας, όπου ο μουζίκος να καταστεί ελεύθερος άνθρωπος, και όπου θα επικρατήσει
η απόλυτη δικαιοσύνη. Τα οράματά τους δεν σταματούν στη Ρωσία. Διαμορφώνεται
στη σκέψη των Ρώσων διανοουμένων του 19ου αιώνα μια μεσσιανική
αντίληψη της αποστολής της Ρωσίας. Αντίληψη που είναι βαθιά ρωσική. Με ρίζες στη
θεωρία της τρίτης Ρώμης, αλλά και στα δυαδικά κινήματα των παλαιόπιστων, στον
ασκητισμό και στην απόλυτη αφοσίωση στον υπέρτατο σκοπό. Έτσι οι ιδέες που
έρχονται από τη δύση θα παίρνουν εντέλει ρωσικό χαρακτήρα. Ο Χέρστεν, ο
Τσερνισέφσκι, ο Μπακούνιν, οι μηδενιστές, η τρομοκρατία του Νετσάγιεφ, η Ναρόντναγια
Βόλια «Λαϊκή Θέληση», όλ’ αυτά θα προετοιμάσουν την επανάσταση και την έλευση
των μπολσεβίκων. Άμεσος πρόγονός τους ήταν η οργάνωση «Χειραφέτηση της Εργασίας»
του Πλεχάνωφ, κίνημα περισσότερο δυτικόστροφο, που προσδοκούσε την επανάσταση
από τους εργάτες, σύμφωνα με την μαρξιστική ορθοδοξία, και όχι από τους
μουζίκους. Πάντως, οι Ρώσοι επαναστάτες ήσαν σε διαρκή επαφή με τα δρώμενα στη
Δύση. Είναι χαρακτηριστικό ότι πρώτη μετάφραση του «Κεφαλαίου» του Μαρξ σε ξένη
γλώσσα έγινε στα ρωσικά.
Το 1898, στο Μινσκ της Λευκορωσίας
γεννιέται λοιπόν το ρωσικό σοσιαλ-δημοκρατικό εργατικό κόμμα, το μετέπειτα
κομμουνιστικό. Το κόμμα θα αποκτήσει την ισχύ του, αρχικώς ιδεολογικά, στην
συνέχεια οργανωτικά και εντέλει ως επιρροή στις πλατιές μάζες χάρις στην
χαρισματική προσωπικότητα του Βλαδίμηρου Ίλιτς Ουλιάνωφ, που έμεινε γνωστός ως Λένιν.
Η ιστορία δεν είναι μια νομοτελειακή
διαδικασία, και δεν είναι απρόσωπη. Η προσωπικότητα παίζει σημαίνοντα ρόλο στη
πορεία των γεγονότων. Και ο ρόλος του Λένιν στη προετοιμασία και στην νίκη της
επανάστασης των μπολσεβίκων ήταν ανεκτίμητος. Ο άνθρωπος αυτός κατόρθωσε να
συνδυάσει την ρωσική επαναστατική παράδοση με την πείρα του κομμουνιστικού
κινήματος της Ευρώπης. Αφοσιωμένος ψυχή τε και σώματι στην επανάσταση, είχε ένα
μοναδικό προσόν. Να συγκεντρώνει όλες του τις δυνάμεις στην κατάκτηση της
εξουσίας. Ο Λένιν δεν χανόταν σε αλλότριες θεωρητικές αναζητήσεις. Στόχος του
ήταν η εξουσία, και προσάρμοζε την πολιτική του σε αυτό το στόχο. Καλό και
ηθικό ήταν ότι εξυπηρετούσε την επανάσταση, κακό ότι ήταν εναντίον της.
Ο Λένιν γεννήθηκε το 1870 στο Σιμπίρσκ
του Βόλγα. Ο πατέρας του ήταν επαρχιακός υπάλληλος που κατάφερε κάποτε να γίνει
ευγενής. Ο πρωτότοκος γιός του όμως, αδελφός του Βλαδίμηρου, συνελήφθη και
εκτελέσθηκε για τρομοκρατική δράση. Ο πατέρας εξοβελίζεται από την τοπική καλή
κοινωνία. Τα θλιβερά αυτά γεγονότα θα αφήσουν ανεξίτηλα τα ίχνη τους στον Λένιν
και θα καθορίσουν την πορεία του.
Χάρις, λοιπόν, σ’ αυτόν τον ευφυή επαναστάτη,
μετά το ΙΙ συνέδριό του το ΡΩΣΔΕΚ, το 1903, κινείται προς την κατεύθυνση της
μετατροπής του σε επαναστατική πρωτοπορία της εργατικής τάξης, του
προλεταριάτου, όπως ο ίδιος το περιγράφει στο βιβλίο του «τι να κάνουμε». Το
κόμμα δεν θα ήταν πλέον μια χαλαρή συλλογικότητα, αλλά ένας σφιχτός και
αυστηρός οργανισμός επαγγελματιών επαναστατών, αφοσιωμένων ολότελα στην
επανάσταση.
Λόγω της διαφωνίας των υπολοίπων ηγετών
του κόμματος δημιουργείται εσωτερικός διχασμός. Οι οπαδοί του Λένιν υπερισχύουν
και ονομάζονται μπολσεβίκοι (πλειοψηφούντες). Οι αντίπαλοί τους μενσεβίκοι
(μειοψηφούντες).
Ο κομματικός μηχανισμός θα χαλυβδωνόταν
από την διαρκή πάλη ενάντια στην κρατική καταστολή, άριστος για την κατάληψη
της εξουσίας. Όμως, όπως θα γράψει προφητικά ο Τρότσκι το 1904, στο κόμμα όπως το
θέλει ο Λένιν τελικά η κομματική οργάνωση θα υποκαταστήσει το κόμμα, μετά η
κεντρική επιτροπή θα υποκαταστήσει τον μηχανισμό και στο τέλος ο μοναδικός
δικτάτωρ θα υποκαταστήσει την κεντρική επιτροπή. Πολύ σύντομα η πορεία των
γεγονότων θα επαληθεύσει τον άλλο σημαντικό άνδρα της επανάστασης Λέων Μπρονστάιν
Τρότσκυ. Μόνον που ο δικτάτωρ θα είναι ένας Γεωργιανός, που εκείνα τα χρόνια
ξεκινούσε τη δράση του μέσα από τις γραμμές των μπολσεβίκων, υπεύθυνος για τις
απαλλοτριώσεις δηλαδή ληστείες τραπεζών για τη χρηματοδότηση της δράσης του
κόμματος, έχοντας το ψευδώνυμο Κόμπα και αργότερα Στάλιν.
Το 1905, στη Ρωσία ως αποτέλεσμα της
ταπεινωτικής ήττας από τους Ιάπωνες αλλά και της ανέχειας και της πείνας που θα
βασανίζουν εκατομμύρια πολίτες της αυτοκρατορίας θα ξεσπάσει η πρώτη
επανάσταση, ή, όπως την χαρακτήρισαν, η τελική πρόβα της μεγάλης επανάστασης.
Για δύο χρόνια, με αφετηρία την λεγόμενη «ματωμένη Κυριακή», όπου οι Κοζάκοι
κτύπησαν στο ψαχνό τους χωρικούς με τις εικόνες και τα πορτραίτα του τσάρου στα
χέρια, θα πραγματοποιηθούν μαζικές απεργίες, στρατιωτικές στάσεις –τότε έχουμε
το γνωστό από τη ταινία θωρηκτό Ποτέμκιν- και σημαντικές αγροτικές εξεγέρσεις,
ενώ θα προκληθούν μια σειρά από εθνικές αναταραχές σε όλη τη χώρα. Η επανάσταση
θα κατασταλεί. Όμως τα αποτελέσματά της θα είναι καθοριστικά για την εξέλιξη
των γεγονότων.
Ο τσαρισμός θα υποστεί ανεπανόρθωτο
πλήγμα στη συνείδηση των χωρικών. Η εικόνα του προστάτη πατερούλη απέναντι στην
αυθαιρεσία του γαιοκτήμονα κατέπεσε. Ο τσαρισμός θα βασίζεται πλέον μόνον στην
παρηκμασμένη αριστοκρατία.
Επίσης θα δημιουργηθούν τα πρώτα σοβιέτ
στα εργοστάσια, σε μερικά από τα οποία η συγκέντρωση εργατών θα ανέρχεται σε
χιλιάδες. Άρα ιδανικά για τη προπαγάνδα των επαναστατών.
Τα μέτρα εκδημοκρατισμού θα είναι δειλά
και ατελέσφορα. Οι Δούμες καταργούνται και αλλάζουν για να είναι ευνοϊκές στη
τσαρική εξουσία. Οι μεταρρυθμίσεις του Στολίπιν (1908), παρ’ όλο που είχαν
πρόθεση να φιλελευθεροποιήσουν την οικονομία εντέλει δημιούργησαν στρατιές ανέργων
πρώην γεωργών. Κι αυτό διότι τα μέτρα συνέτριψαν την αγροτική κοινότητα Μιρ, η
οποία διένεμε εσωτερικά κατά περιόδους τον κλήρο. 4 εκ. άνθρωποι θα
μεταναστεύσουν στην ανατολή, χωρίς να βελτιώσουν την κατάστασή τους. Τότε
δημιουργείται και η τάξη των κουλάκων και των πλουσίων αγροτών, για τους
οποίους θα έχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε όταν θα κάνουμε αναφορά στη
διαδικασία της κολλεκτιβοποίησης.
Η επανάληψη της επανάστασης ήταν
επομένως αναμενόμενη. Αργά ή γρήγορα το καθεστώς των τσάρων θα κατέρρεε. Οι
αντιθέσεις ήσαν τόσο οξείες, και η ανικανότητα της πολιτικής ελίτ τέτοια, που
το τέλος ήταν νομοτελειακό. Αυτό που δεν ήταν νομοτελειακό ήταν η επανάσταση να
είναι κομμουνιστική.
Κι αυτό συνέβη λόγω του τραγικού,
κυρίως για την ευρωπαϊκή ήπειρο, πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Η Ρωσία θα έχει σ’
αυτόν απίστευτες απώλειες. Ανέτοιμη, χωρίς εξοπλισμό, χωρίς ικανή διοίκηση, με
τον έκφυλο μοναχό Ρασπούτιν να ελέγχει τη τσαρική οικογένεια μέχρι να
δολοφονηθεί, ηττάται από τις κεντρικές αυτοκρατορίες. Εκατομμύρια νέοι νεκροί,
ακόμη περισσότερα εκατομμύρια εξαθλιωμένοι, χωρίς όπλα, χωρίς σίτιση, χωρίς
ελπίδα. Τα αγροτόπαιδα της Ρωσίας δεν είχαν τίποτα να χάσουν από ένα
ολοκληρωτικό πόλεμο με το πολιτικό σύστημα. Μοναδική τους επιθυμία θα είναι η
επιστροφή στα χωριά τους και στα χωράφια τους.
Εκεί, λοιπόν, μέσα σε φρικτά
χαρακώματα, κρέας για τα κανόνια, βρέθηκαν παρέα με εργάτες που είχαν ήδη
εμπλακεί στην πολιτική. Ανάμεσά τους οι μπολσεβίκοι θα έχουν αυξήσει σημαντικά
την επιρροή τους. Το μπολσεβίκικο κόμμα θα είναι χωρίς αμφιβολία ένα κόμμα εργατών,
με ελάχιστη ακόμη επιρροή στους αγρότες, όπου εκεί οι σοσιαλεπαναστάτες εσέροι
θα έχουν απόλυτη πλειοψηφία. Θα είναι όμως και κόμμα μειονοτήτων. Γιατί στους
κόλπους του οι Εβραίοι, οι Πολωνοί και οι Λιθουανοί θα ξεπερνούν τους Ρώσους. Ο
Λένιν, λοιπόν, θα καλέσει τους στρατιώτες σε μετατροπή του ιμπεριαλιστικού,
όπως τον χαρακτήριζε, πολέμου σε πόλεμο ταξικό, σε πόλεμο εσωτερικό. Και αυτό
το σύνθημα θα αποκτά πολλούς οπαδούς μεταξύ των στρατιωτών.
Τον Φεβρουάριο του 1917, μετά από τρεις
αιώνες ηγεμονίας των Ρομανώφ η τσαρική εξουσία ανατρέπεται με εξαιρετική
ευκολία. Απέναντι στις ογκούμενες απεργίες και διαδηλώσεις ο στρατός αρνείται
να τις καταστείλει. Αντιθέτως ενώνεται με τους εργάτες και οι σιδηροδρομικοί αρνούνται
να μεταφέρουν ενισχύσεις από το μέτωπο.
Η επανάσταση του Φεβρουαρίου είναι
αυθόρμητη, διότι καμία πολιτική δύναμη δεν την καθοδήγησε και κανείς δεν
γνώριζε που θα οδηγούσε. Δημιουργήθηκε μια δυαδική εξουσία, της Προσωρινής κυβέρνησης
και των Σοβιέτ. Η προσωρινή κυβέρνηση στην οποία αρχικά επικεφαλής τίθεται ο
πρίγκηπας Λβοφ έχει γύρω του ως υπουργούς, εκπροσώπους του προοδευτικού μπλοκ,
των συντηρητικών και συνταγματικών και των αντιδραστικών Οκτωβριστών.
Χωρίς, όμως, τα σοβιέτ η κυβέρνηση δεν
μπορούσε να κάνει τίποτε. Τα σοβιέτ πολλαπλασιάζονται σαν μανιτάρια, καθώς μόνο
το Μάρτιο δημιουργήθηκαν 600 σοβιέτ των πόλεων, που παραμέρισαν τα έως τότε
τοπικά όργανα.
Η πολιτική δραστηριότητα αυτούς τους
μήνες είναι πραγματικά εκρηκτική. Παντού συγκεντρώσεις, ομιλίες, διακηρύξεις, προγράμματα,
προκηρύξεις. Εκατομμύρια Ρώσοι πολίτες μπαίνουν σε μια πρωτόγνωρη διαδικασία
πολιτικής συνειδητοποίησης.
Τα κεντρικά συνθήματα που συνεπαίρνουν
είναι κυρίως τρία:
- δήμευση
των μεγάλων τσιφλικιών, και μοίρασμα της γης στους αγρότες
- οκτάωρη
εργασία και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας για τους εργάτες
- ανθρώπινη
συμπεριφορά προς τους στρατιώτες, και τερματισμό του πολέμου.
Σημείο καμπής στην περίοδο αυτή,
συνιστά η επιστροφή του Λένιν από την Ελβετία στη Ρωσία. Αυτή κατέστη δυνατή με
το περίφημο μολυβένιο βαγόνι, που πέρασε από τα εδάφη της Γερμανίας με ειδική
άδεια. Αυτό έδωσε λαβή για την υπόθεση ότι ο μπολσεβίκος ηγέτης λειτούργησε ως
πράκτορας των γερμανικών συμφερόντων, καθώς ήταν υπέρμαχος της ειρήνης χωρίς
όρους, κάτι που συνέφερε τους Γερμανούς. Αντίθετα οι εξόριστοι επαναστάτες που
ήσαν υπέρ της συνέχισης του πολέμου αναγκάστηκαν να ταξιδέψουν μέσω της
Αγγλίας.
Ο Λένιν, επιστρέφοντας, επέβαλε
αποφασιστικότερη γραμμή στο κόμμα πιστεύοντας ότι η σοσιαλιστική επανάσταση
ήταν κοντά και δεν χρειαζόταν μια μεταβατική περίοδος αστικής δημοκρατίας.
Το πρόγραμμά του θα συμπυκνωθεί στα
σημεία της πολιτικής διακήρυξης που έμειναν στην ιστορία ως Απριλιανές Θέσεις.
Σ’ αυτές θα υποστηρίξει:
- Καμία
στήριξη στην προσωρινή κυβέρνηση
- Όλη η
εξουσία στα σοβιέτ
- Αγώνας
για την ανατροπή του καπιταλισμού
- Δήμευση
των τσιφλικιών και εθνικοποίηση της γης
- Συμμαχία
με τους διεθνιστές και μετατροπή του πολέμου σε ταξικό
- Αλλαγή
της ονομασίας του κόμματος, που θα γίνει Κομμουνιστικό Κόμμα μπολσεβίκων
Η 7η Πανρωσική συνδιάσκεψη
του ΡΣΔΕΚ εγκρίνει αυτές τις θέσεις που ήταν, όμως, ακόμη μειοψηφία στα σοβιέτ.
Τον ίδιο μήνα θα ξεσπάσουν σοβαρές
ταραχές. Η αιτία θα είναι η αποκάλυψη ότι ο υπουργός Εξωτερικών Μιλιούκοφ βεβαίωνε
για συνέχιση του πολέμου μέχρι την ήττα της Γερμανίας. Αυτό δηλαδή που ζητούν
οι δυνάμεις της Αντλαντ, οι οποίες έχουν ανάγκη το ανατολικό μέτωπο, για να
δεσμεύει τις στρατιωτικές δυνάμεις των κεντρικών αυτοκρατοριών.
Η κυβέρνηση ανασχηματίζεται και σ’
αυτήν εισέρχονται ως υπουργοί στελέχη των μενσεβίκων και των εσέρων. Τα δύο
κόμματα στις πρώτες δημοτικές εκλογές έρχονται πρώτα με διαφορά. Η ηγεμονία
τους πιστοποιείται και στο 1ο συνέδριο των Σοβιέτ τον Ιούνιο. Στο
εσωτερικό τους, όμως, είχαν ανάλογα με τις θέσεις τους για τον πόλεμο και την
πορεία της επανάστασης διαχωριστεί σε τρεις πτέρυγες. Στους εσέρους θα
ξεχωρίσει ο ηγέτης της δεξιάς πτέρυγας Αλέξανδρος Κερένσκι.
Σ’ αυτή τη φάση της επανάστασης,
τίθεται το ζήτημα του εξοπλισμού του λαού. Το δίλημμα για την κυβέρνηση ήταν
πραγματικό: για να κερδηθεί ο πόλεμος έπρεπε να μοιραστούν όπλα, για να εξασφαλισθεί
η εξουσία έπρεπε οι επιτροπές των εργατών και αγροτών να είναι άοπλες.
Με προτροπή του Λένιν δημιουργούνται
ένοπλα τμήματα ερυθροφρουρών. Τον Ιούλιο, οι επαναστατικές εκρήξεις πληθαίνουν
–ξεπερνούν τις 1100. Τα κύρια αιτήματα είναι πάντα ειρήνη – γη –εργατικός
έλεγχος. Η κατάσταση εκτραχύνεται. Μια ένοπλη διαδήλωση εργατών κα στρατιωτών
στην Πετρούπολη καταστέλλεται. Ο Λένιν καταγγέλλεται επισήμως ως πράκτωρ των
Γερμανών. Αναγκάζεται να φύγει από την Πετρούπολη. Επικεφαλής της κυβέρνησης
μπαίνει ο Κερένσκι.
Τον Αύγουστο ο στρατηγός Κορνίλοφ
επιχειρεί φιλομοναρχικό πραξικόπημα. Με στρατιωτικές δυνάμεις κινείται κατά της
Πετρούπολης. Ένοπλα επαναστατικά τμήματα, με επικεφαλής τους μπολσεβίκους, τον
αναχαιτίζουν. Οι συσχετισμού δυνάμεων πλέον αλλάζουν. Ο Κερένσκι έχοντας κατηγορηθεί
ως συμμέτοχος στο πραξικόπημα του Κορνίλοφ έχει απωλέσει το κύρος του. Και το
Σεπτέμβριο, η πλειοψηφία των Σοβιέτ περνάει στους μπολσεβίκους. Η κατάσταση
ξεφεύγει από τον έλεγχο της κυβέρνησης. Παντού επικρατεί το χάος, ο στρατός δεν
υπακούει. Οι χωρικοί εξεγείρονται και καίνε τις περιουσίες των γαιοκτημόνων. Τα
εθνικιστικά κινήματα στη Φινλανδία, στην Ουκρανία και στον Καύκασο φουντώνουν
και απειλούν την ενότητα του κράτους. Τα γερμανικά στρατεύματα κινήθηκαν στο
βόρειο μέτωπο και χωρίς να πέσει τουφεκιά κατέλαβαν το λιμάνι της Ρίγας. Βρέθηκαν
έτσι έξω σχεδόν από την Πετρούπολη.
Ο Λένιν από το Ελσίνκι προωθεί την ιδέα
της ένοπλης εξέγερσης. Στέλνει επιστολές στην κεντρική Επιτροπή που δηλώνει «μέσος δρόμος δεν υπάρχει. Είτε όλη η εξουσία
στα σοβιέτ είτε κορνιλοφισμός, ή ιακωβινισμός ή αντεπανάσταση».
Το κόμμα αντιδρά στις παραινέσεις του
Λένιν. Δεν μοιράζονται οι προτάσεις του στις οργανώσεις, προκαλώντας τον
εκνευρισμό του, βάζοντας θέμα ακόμη και αποχώρησής του από την Κεντρική
Επιτροπή.
Τελικά, ο Λένιν επιστρέφει στην
Πετρούπολη. Στις 23 Οκτώβρη, γίνεται η κρίσιμη συνεδρίαση των στελεχών του
κόμματος για την ένοπλη κατάληψη της εξουσίας. Υπέρ της πρότασης του Λένιν
ψηφίζουν οι 10, κατά 2, ο Ζηνόβιεφ και ο
Κάμενεφ. Κέντρο προετοιμασίας της εξέγερσης γίνεται το Σμόλνι, πρώην
παρθεναγωγείο για κορίτσια της αριστοκρατίας.
Ο Κερένσκι και η στρατιωτική ηγεσία
συγκεντρώνουν τα στρατεύματά τους στα χειμερινά ανάκτορα, όπου είχε
εγκατασταθεί η Προσωρινή Κυβέρνηση και στο Ανάκτορο της Ταυρίδας όπου είχε
συγκροτηθεί ένα όργανο με την ονομασία προκοινοβούλιο.
Εν τω μεταξύ, αποφασίζεται το συνέδριο
των Σοβιέτ να πραγματοποιηθεί στις 25 Οκτωβρίου (7 Νοεμβρίου με το νέο
ημερολόγιο). Οι μπολσεβίκοι πρέπει να δράσουν πριν απ’ αυτήν ημερομηνία ώστε να
υπάρξουν τετελεσμένα.
Η επανάσταση ξεκινά. Ο στόλος της
Βαλτικής έρχεται από την Κροστάνδη για βοήθεια προς τους επαναστάτες. Οι
αριστεροί εσέροι αποχωρούν από το προκοινοβούλιο. Οι μονάδες που διατάσσονται
από τον Κερένσκι να έλθουν σε βοήθεια της προσωρινής κυβέρνησης αρνούνται να
υπακούσουν.
Το βράδυ της 25ης Νοεμβρίου ο
Λένιν, παρά την εντολή του κόμματος να παραμείνει κρυμμένος, πηγαίνει στο
Σμόλνι, ξυρισμένος και μεταμφιεσμένος με περούκα και γυαλιά. Αναλαμβάνει τον
έλεγχο της εξέγερσης. Καταλαμβάνονται όλα τα στρατηγικά σημεία και απομένουν τα
χειμερινά ανάκτορα. Ο Κερένσκι εγκαταλείπει τα ανάκτορα και καταφεύγει στα
στρατεύματα του στρατηγού Κρασνόφ. Το καταδρομικό Αβρόρα στρέφει τα κανόνια του
κατά των ανακτόρων. Ξεκινά η συνεδρίαση των Σοβιέτ. Ο Λένιν οργισμένος διατάζει
άμεση κατάληψή των ανακτόρων. Αυτό θα συμβεί στις 2.10 τη νύχτα. Οι υπουργοί
της Προσωρινής κυβέρνησης συλλαμβάνονται. Η εξουσία πλέον ανήκει στα σοβιέτ,
δηλαδή στους μπολσεβίκους που έχουν την
πλειοψηφία. Ο Λένιν πληροφορεί από το βήμα του συνεδρίου τη νίκη της
επανάστασης. Μέσα σε θύελλα χειροκροτημάτων θα αναγγείλει: «και τώρα περνάμε
στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής τάξης πραγμάτων!». Ψηφίζονται οι πρώτες αποφάσεις.
- Τερματισμός
του πολέμου
- Κατάργηση
της μεγαλοϊδιοκτησίας
- Εργατικός
έλεγχος της παραγωγής.
Στις 6 το πρωί η συνεδρίαση περαιώνεται
με τους συνέδρους να τραγουδούν την Διεθνή. Οι μπολσεβίκοι είχαν πλέον την
εξουσία. Το γεγονός έμοιαζε εξωπραγματικό. Τώρα, όμως, έμπαινε όμως ένα πολύ
πιο δύσκολο καθήκον, το πώς θα κρατηθεί η εξουσία. Η επανάσταση του Οκτώβρη δεν
είχε μεγάλες και πολύ αιματηρές μάχες. Οι νεκροί στις 25 Οκτωβρίου ήταν μόνον
200, ελάχιστοι για το μέγεθος των γεγονότων, και συνολικά από την επανάσταση
του Φεβρουαρίου οι νεκροί από τις πολιτικές συγκρούσεις θα είναι γύρω στους 1.000.
Πριν προχωρήσουμε θα πρέπει να
απαντήσουμε σε ένα σημαντικό ερώτημα, που τίθεται από κάποιους ιστορικούς. Αυτό
που συνέβη τον Οκτώβρη του ’17 στη Ρωσία ήταν πράγματι επανάσταση, ή
πραξικόπημα; Η αμφισβήτησή τους εδράζεται στο επιχείρημα ότι η κατάληψη της
εξουσίας γίνεται από μια καλά οργανωμένη μειοψηφία και ήταν περιορισμένη αρχικά
στην πρωτεύουσα. Θεωρώ ότι όσοι υποστηρίζουν αυτή τη θέση δεν αποδίδουν ορθά
την ιστορική διάσταση όσων συνέβησαν.
- Πράγματι
οι μπολσεβίκοι ήσαν μειοψηφία, όμως αυτό που έκαναν ήταν επανάσταση. Κατ’
αρχάς ήταν επανάσταση μέσα στην επανάσταση, που είχε αρχίσει από το
Φεβρουάριο του ιδίου έτους. Μέχρι τότε κανείς δεν είχε τον απόλυτο έλεγχο
της κατάστασης.
- Οι
μπολσεβίκοι ήσαν όντως μερικές δεκάδες χιλιάδες, είχαν όμως σημαντική
ανάπτυξη στις γραμμές τους, και δεν επρόκειτο για μια αποκομμένη ελίτ από
το λαό. Ήταν και λαός.
- Και
το σημαντικότερο στοιχείο που αποδεικνύει ότι ήταν επανάσταση ήταν ότι εάν
επρόκειτο για πραξικόπημα αυτό δεν θα είχε τη δυνατότητα της επικράτησής του
σε όλη την τεράστια έκταση της χώρας, με την τέτοια ανομοιογένεια, ακόμη
κι αν υποθέσουμε ότι ευνοήθηκαν οι μπολσεβίκοι από την ιστορική
συγκυρία.
Οι μπολσεβίκοι θα σχηματίσουν κυβέρνηση,
της οποίας οι υπουργοί θα ονομάζονται Επίτροποι του Λαού. Πρόεδρος ο Λένιν,
Εξωτερικών ο Τρότσκι, Εθνοτήτων ο Στάλιν. Μέλη της Κεντρικής Επιτροπής σχεδόν
όλοι, όπως και ο Κάμενεφ πρόεδρος των Σοβιέτ. Η νέα κομμουνιστική κυβέρνηση
- καταργεί
τη μυστική διπλωματία.
- εκδίδει
το διάταγμα για την ειρήνη
- εκδίδει
το διάταγμα για τη δήμευση της γης των τσιφλικάδων
Μια σειρά από ωραίες ιδέες, από
ιστορικές αποφάσεις, που σύντομα θα αποδειχθεί με οδυνηρό τρόπο η ουτοπική τους
σύλληψη.
Η σοβιετική διπλωματία θα γίνει
κατεξοχήν μυστική, ο πόλεμος θα δικαιολογείται για την υπεράσπιση της
σοσιαλιστικής πατρίδας, η οικονομία θα στρατιωτικοποιηθεί, η γη αντί να πάει
στους αγρότες θα την πάρει το κράτος για τις ανάγκες της εκβιομηχάνισης, τα
εργοστάσια θα ελέγχονται από τον κεντρικό σχεδιασμό και όχι από τους εργάτες
που εργάζονται σε αυτά.
Η ιστορία, όμως, είναι μια σύνθεση
απρόβλεπτων γεγονότων και συνισταμένων. Έτσι η ουτοπία γίνεται ιστορικός
παράγων, που μπορεί ενίοτε να οδηγεί στο αντίθετο της αρχικής σύλληψής της, δεν
παύει όμως να συνιστά δύναμη αλλαγής, μετά την οποία δεν υπάρχει επιστροφή.
Και βεβαίως δεν συνεπάγεται ότι
απορρίπτονται a
priori οι ουτοπίες λόγω της διάψευσής τους.
Αυτό που μας φαίνεται κάποτε ως ρεαλισμός μπορεί να συνιστά απλώς τον μίζερο
συμβιβασμό με την παρακμή, με τη διάλυση, με την άδικη και ανήθικη φορά των
πραγμάτων. Σε όσους δε, επιθυμούν μια ασπρόμαυρη προσέγγιση της ιστορίας και
της πολιτικής, με ξεκάθαρα τα όρια του σωστού και του λάθους, τους πληροφορούμε
ότι αυτή τις περισσότερες φορές δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει γιατί ο άνθρωπος και
οι ανθρώπινες κοινωνίες είναι σύνθεση άπειρων στοιχείων. Και τέλος, εμείς οι
ίδιοι δεν είμαστε εξωτερικοί παρατηρητές. Συμμετέχουμε όλοι ως μέλη του θιάσου
του ανθρώπινου δράματος ή της Θείας Κωμωδίας.
Επιστρέφοντας στη Ρωσία την επαύριο της
επανάστασης διαπιστώνουμε ότι η κατάσταση είναι εξαιρετικά συγκεχυμένη.
Στις νότιες περιοχές της χώρας ο
στρατηγός Καλέντιν ελέγχει τη δημοκρατία των κοζάκων. Στη Δυτική Ουκρανία
σχηματίζεται ανεξάρτητο κράτος με πρωτεύουσα το Κίεβο. Η Φινλανδία ανακηρύσσεται
ανεξάρτητη, σχηματίζονται αντι-μπολσεβίκικες κυβερνήσεις στην Αρμενία, στην Γεωργία,
το Αζερμπαϊτζάν και στο Βόρειο Καύκασο, και στο Τουρκεστάν, αυτό που σήμερα
ονομάζουμε Κεντρική Ασία. Ο Κερένσκι και ο Κρασνόφ κατέλαβαν την Γκάτσινα τριάντα
χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Πετρούπολης.
Στη Μόσχα τα τμήματα του στρατηγού
Ριάμπτσεφ καταλαμβάνουν το Κρεμλίνο και εκτελούν μερικές εκατοντάδες φαντάρους,
που ήταν άοπλοι.
Ο εμφύλιος πόλεμος Ερυθρών και Λευκών είχε
μόλις αρχίσει, ενώ ο πόλεμος συνεχίζεται και οι Γερμανοί προελαύνουν.
Πώς θα εδραιωθεί λοιπόν η εξουσία των
μπολσεβίκων; Ποια είναι τα στοιχεία που θα τους κάνουν να αντέξουν απέναντι στη
θύελλα που τους κτυπά από παντού;
- Το
πρώτο είναι η συμπαγής οργάνωση που διαθέτουν. Το εξαιρετικά συντονισμένο
και αρραγές δίκτυό τους σε όλη τη χώρα.
- Το
δεύτερο είναι η πολυδιάσπαση των αντιπάλων τους. Οι μοναρχικοί, οι κεντρώοι
και οι αριστεροί, καθώς και τα διάφορα εθνικά κινήματα δραστηριοποιούνται
ασυντόνιστα χωρίς να συνεννοούνται και μάλλον αντιπαλεύουν το ένα το άλλο.
- Ο
πόλεμος, εν τω μεταξύ, ενδυναμώνει τη διάθεση των φαντάρων να υποστηρίξουν
τους μπολσεβίκους που προωθούν την ειρήνευση με κάθε κόστος.
- Το
ίδιο ισχύει μερικώς και για τα εθνικά κινήματα, κάποια από τα οποία, τουλάχιστον
στην αρχή, η νέα μπολσεβίκικη εξουσία τα υποστηρίζει. Ήδη στις 15
Νοεμβρίου, δημοσιεύθηκε η Διακήρυξη για τα δικαιώματα των λαών της Ρωσίας,
όπου προβλέπεται η ισοτιμία και κυριαρχικά δικαιώματα για όλους τους λαούς
της Ρωσίας ακόμη και το δικαίωμα για αυτοδιάθεση ως τον αποχωρισμό και το
σχηματισμό ανεξάρτητου κράτους.
Μέχρι τον Δεκέμβριο οι μπολσεβίκοι
κατορθώνουν να συντρίψουν την αντεπανάσταση στη Πετρούπολη και στη Μόσχα, να
νικήσουν τον Κερένσκι, να απομακρύνουν από το κόμμα όσους επιθυμούσαν τη
συμφιλίωση με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις.
Σχετικα με το τελευταίο αξίζει να
αναφέρουμε ότι στα μέσα Νοεμβρίου θα γίνουν εκλογές για τη Συντακτική
Συνέλευση. Οι τελευταίες ελεύθερες εκλογές μέχρι το 1991! Ψήφισαν 36
εκατομμύρια εκλογείς. Τα αστικά κόμματα πήραν 13%, οι μενσεβίκοι 4%, οι εσέροι
58% και οι μπολσεβίκοι 25%. Η Συνέλευση συνήλθε στις 18 Ιανουαρίου, συνεδρίαζε
όλη νύχτα, αλλά την επομένη οι ερυθροφρουροί τη διέλυσαν...
Λίγες εβδομάδες αργότερα συγκροτήθηκε η
Πανρωσική Έκτακτη Επιτροπή για την καταπολέμηση της αντεπανάστασης, της
κερδοσκοπίας και του σαμποτάζ, γνωστή ως Τσεκά. Μια υπηρεσία, γέννημα
οπωσδήποτε μιας ανώμαλης εποχής, η οποία όμως θα έμελλε να παίξει με διάφορα
ονόματα, Γκεπεού, Ογκεπεού, Νικαβεντέ, καθοριστικό ρόλο στην εδραίωση της
εξουσίας των μπολσεβίκων αλλά και στην εγκαθίδρυση του ολοκληρωτισμού και της
σταλινικής παντοδυναμίας.
Επιπλέον, καταργήθηκε η τσαρική
δικαιοσύνη, οι βαθμοί της ιεραρχίας, καθιερώθηκε ο πολιτικός γάμος, χωρίστηκε
το κράτος από την εκκλησία, ενώ ψηφίσθηκαν μέτρα για την κοινωνική ασφάλιση και
τις αρρώστιες, και την ανεργία.
Ασφαλώς, οι τελευταίες αυτές αποφάσεις ήσαν
δίχως αντίκρισμα στη συγκεκριμένη στιγμή και για πολλά χρόνια ακόμη. Στην
πραγματικότητα αυτό που συνέβη ήταν η ισχυροποίηση του κρατικού μηχανισμού, που
ονομάστηκε ως φάση της δικτατορίας του προλεταριάτου, ώστε να στερεωθεί η νέα
εξουσία, σε ένα αντίξοο περιβάλλον, καθώς ο εμφύλιος γιγαντωνόταν ημέρα με την
ημέρα και ο πόλεμος συνέχιζε να μαίνεται.
Στις 5 Δεκεμβρίου υπογράφεται η ανακωχή
στο Μπρεστ Λιτόφσκ με τις Κεντρικές Δυνάμεις. Το διάστημα αυτό οι μπολσεβίκοι
πιστεύουν ακόμη ότι η πανευρωπαϊκή προλεταριακή επανάσταση είναι προ των πυλών.
Για το λόγο αυτό στελέχη τους, όπως ο Μπουχάριν, υποστήριζαν ότι οι μπολσεβίκοι
πρέπει να κάνουν εξαγωγή του επαναστατικού πολέμου, όπως έκαναν οι Γάλλοι
επαναστάτες το 1793. Πόλεμο που θα ανατρέψει τον καπιταλισμό σε όλη την Ευρώπη.
Ο Τρότσκι θα υποστηρίξει τη θέση ούτε ειρήνη ούτε πόλεμος. Μονομερής
αποστράτευση και μονομερής τερματισμός του πολέμου ώστε να βοηθηθεί η
επανάσταση στη Γερμανία.
Τα γεγονότα όμως τρέχουν. Οι Γερμανοί απειλούν
το Κίεβο και η Πετρούπολη. Η σύγκρουση για την σύναψη ειρήνης θα είναι σφοδρή
στο εσωτερικό του κόμματος. Οι όροι άλλωστε που θέτουν οι κεντρικές
αυτοκρατορίες θα είναι επαχθείς. Η Ρωσία θα εγκατέλειπε την Πολωνία, τη
Λιθουανία, τη Λετονία, την Εσθονία, τη Φινλανδία, ένα μέρος της Λευκορωσίας, το
μεγαλύτερο μέρος της Ουκρανίας, θα παραχωρούσε εδάφη στην Τουρκία, θα έκανε
αποστράτευση στρατού και ναυτικού και θα πλήρωνε 6 δισεκατομμύρια χρυσά φράγκα για
επανορθώσεις.
Η πραγματικότητα ήταν πολύ σκληρή για
τους μπολσεβίκους, οι οποίοι τελικά στις 3 Μαρτίου θα υπογράψουν τη ταπεινωτική
και επονείδιστη συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ. Από τις υποχρεώσεις της οι
μπολσεβίκοι θα απαλλάσσονταν μόνο μετά την ήττα των κεντρικών δυνάμεων το 1918.
Μια εξέλιξη που τότε που υπογράφηκε δεν μπορούσε να προβλεφθεί αλλά, όμως, αν παρέμενε
σε ισχύ θα ήταν τελείως διαφορετικός ο χάρτης της Ευρώπης και μάλλον και η τύχη
της οχτωβριανής επανάστασης.
Τότε λαμβάνεται και η απόφαση για τη
μεταφορά της πρωτεύουσας στη Μόσχα, διότι ήταν λιγότερη εκτεθειμένη από την Πετρούπολη,
λόγω της γεωγραφικής της θέσης. Έδρα της κυβέρνησης θα γίνει το Κρεμλίνο, πίσω
από τα κοκκινωπά τείχη, που έκτισαν Ιταλοί αρχιτέκτονες τον 15ο
αιώνα.
Το 1918 στο έδαφος της Ρωσίας θα είναι
το πεδίο δράσης πολλών δυνάμεων. Στην ανατολή δρα σώμα 60 χιλιάδων
Τσεχοσλοβάκων. Οι Γερμανοί προχωρούν στο έδαφος της Ουκρανίας καταλαμβάνοντας την
Οδησσό, και φθάνοντας μέχρι το Ντονμπας. Οι Ιάπωνες καταλαμβάνουν το
Βλαδιβοστόκ και ετοιμάζονται να καταλάβουν μέρος της Σιβηρίας. Στο Μούρμανσκ καταφθάνουν
αγγλικά και γαλλικά πλοία που αποβιβάζουν χιλιάδες στρατιώτες. Στη Μόσχα τον
Απρίλιο του ιδίου έτους γίνεται εξέγερση αναρχικών που καταστέλλεται. Στρατοί
από αγρότες με αναρχικούς ηγέτες θα δρουν και σε όλες περιοχές, όπως στην
Ουκρανία με τον περίφημο Νέστορα Μαχνό. Αφού οι δυνάμεις αυτές θα συμβάλλουν
καθοριστικά στην συντριβή των Λευκών και των ξένων δυνάμεων στο τέλος θα
εξολοθρευθούν από τους μπολσεβίκους.
Η κυβέρνηση, λόγω της έκτακτης
κατάστασης, παίρνει αυστηρά οικονομικά μέτρα.
Εθνικοποιούνται οι βιομηχανικές και
εμπορικές επιχειρήσεις, καταργείται η ατομική ιδιοκτησία πάνω στην ακίνητη
περιουσία, στις οικοδομές, στα οικόπεδα. Ως αντίδραση υπήρξαν πολλές αγροτικές
αλλά και εργατικές εξεγέρσεις. Αυτές όμως σταδιακά εξασθένησαν. Εκτός από τα
κατασταλτικά μέτρα του καθεστώτος σε αυτό επέδρασε και το γεγονός ότι οι
αγρότες αντιλαμβάνονταν πώς οι λευκοφρουροί θα επανέφεραν την προεπαναστατική
κατάσταση και την ιδιοκτησία των μεγαλο-γαιοκτημόνων.
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο μέσα στο
χάος οι αποκαμωμένοι από τους πολέμους, τα δεινά και την πείνα πολίτες της
Ρωσίας αποζητούσαν τη δύναμη αυτή που θα επιβάλλει τη τάξη και την ασφάλεια.
Και σε αυτές τις περιπτώσεις το πρώτο λόγο τον έχει η δύναμη που κατέχει ήδη
την εξουσία.
Οι μπολσεβίκοι κατορθώνουν να
οργανώσουν έναν τεράστιο Κόκκινο Στρατό όπου ήδη το 1918 μετρά στις τάξεις του
5 εκατομμύρια άνδρες. Στις 6 Ιουλίου δολοφονείται ο πρέσβυς της Γερμανίας στην
Μόσχα από τους εσέρους, ενώ εκδηλώνεται πραξικόπημα στη Μόσχα, στη Πετρούπολη,
και άλλες πόλεις. Οι μπολσεβίκοι θα ελέγξουν την κατάσταση μετά από σκληρές
μάχες. Η απόπειρα πραξικοπήματος θα σημάνει και το τέλος της συνεργασίας των
μπολσεβίκων με τη μοναδική δύναμη που συμπορεύτηκε μαζί τους, τους αριστερούς
εσέρους. Στο εξής θα είναι μόνον το Κομμουνιστικό Κόμμα νόμιμο κόμμα στη χώρα
μέχρι και το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης, το 1991…
Ταυτοχρόνως εκτελούνται στο
Αικατερίνεμπουργκ ο τσάρος Νικόλαος Β΄ η σύζυγός του και όλα τα μέλη της
αυτοκρατορικής οικογένειας. Τον Αύγουστο η Φανή Καπλάν, ένα στέλεχος των εσέρων
προσπαθεί να δολοφονήσει τον Λένιν, ο οποίος θα τραυματιστεί βαριά στους
πνεύμονες και στον αυχένα. Τότε ξεκινά και η λεγόμενη κόκκινη τρομοκρατία, ως
απάντηση όπως υποστηρίζουν οι μπολσεβίκοι, στη λευκή τρομοκρατία. Με τη θέση ότι
τα συμφέροντα της επανάστασης απαιτούν τη φυσική εξόντωση της αστικής τάξης
θεσπίζονται απεριόριστες εξουσίες για τη Τσεκά, γίνονται συλλήψεις
αντιφρονούντων, και εκτελέσεις χωρίς δίκη.
Δυστυχώς, ο εμφύλιος πόλεμος εκδηλώνει
όλη την ανθρώπινη αγριότητα. Και εκεί δεν υπάρχουν καλοί και κακοί. Όλοι
σκοτώνουν, για την νίκη ή την επιβίωση. Χωρίς οίκτο. Το αίμα φέρνει πάντα αίμα.
Πέρα από τις πολιτικές προθέσεις. Παντού και πάντα.
Εν τω μεταξύ εγκρίνεται νέο Σύνταγμα, και
σύμφωνα με το οποίο η Ρωσία ανακηρύσσεται ως Δημοκρατία των Σοβιέτ των εργατών,
στρατιωτών και αγροτών βουλευτών. Επίσης, καταργείται επισήμως κάθε ατομική
ιδιοκτησία στη γη, κρατικοποιούνται οι τράπεζες. Καθιερώνεται εκλογικός νόμος
που προβλέπει ότι εκλέγεται ένας βουλευτής για κάθε 25 χιλιάδες εκλογείς στις
πόλεις και ένας βουλευτής για κάθε 125 χιλιάδες εκλογείς στην ύπαιθρο. Εκλογικό
δικαίωμα δεν έχουν όσοι απασχολούν μισθωτούς, είναι εισοδηματίες, έμποροι,
μοναχοί, ιερείς, ψάλτες, όπως και οι ποινικοί, οι ψυχοπαθείς, οι πρώην
χωροφύλακες και αστυνομικοί…
Στην οικονομία επιβάλλεται ο «πολεμικός
κομμουνισμός». Τιμωρούνταν με έως και δέκα χρόνια καταναγκαστικά έργα όσοι
αγόραζαν πουλούσαν ή αποθήκευαν τρόφιμα για να κερδοσκοπήσουν. Οι άνεργοι
έπρεπε να δεχθούν όποια δουλειά τους υποδεικνυόταν από το κράτος. Οι αγρότες
κρατούσαν ένα μικρό προκαθορισμένη ποσότητα από την παραγωγή ίσα για να
επιβιώσουν κι όλα τα υπόλοιπα τα έδιναν στο κράτος. Ομάδες εργατών στέλνονταν
στα χωριά για να ελέγξουν τη σοδειά. Στις πόλεις μπαίνει δελτίο στο ψωμί
Το Φθινόπωρο του 1918 τελειώνει και ο
πρώτος παγκόσμιος πόλεμος με την ήττα των κεντρικών αυτοκρατοριών. Τώρα οι
δυτικές δυνάμεις θα ασχοληθούν περισσότερο με την επέμβαση στη σοβιετική Ρωσία,
όπου επιζητούν την επιστροφή των δανείων τους. Οι μπολσεβίκοι περικυκλώνονται.
Στη Σιβηρία ο Κόλτσακ, στο βορρά οι αγγλο-γάλλοι, στον νότο ο Ντενίκιν, οι
Γιαπωνέζοι όπως είπαμε στο Βλαδιβοστόκ.
Τι γίνεται όμως με την πολύ-αναμενόμενη
επανάσταση στην Ευρώπη, για την οποία ήσαν τόσο σίγουροι οι μπολσεβίκοι ηγέτες;
Απόπειρες κατάληψης της εξουσίας θα
γίνουν, όμως θα αποτύχουν. Στη Γερμανία συντρίβονται οι Σπαρτακιστές της
Λούξεμπουργκ και του Λήμπνεχτ, μια σοβιετική δημοκρατία της Βαυαρίας στο Μόναχο
δεν θα έχει συνέχεια, το ίδιο και η σοβιετική δημοκρατία στην Ουγγαρία υπό τον
Μπέλα Κουν.
Η Ρωσία είναι λοιπόν μόνη της. Και
συνειδητοποιώντας το αυτό θα προσαρμόσει ανάλογα τη στρατηγική της. Αυτό που
αργότερα διατυπώθηκε ως οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μια μόνον χώρα.
Θα ήταν όμως σωστό να σημειώναμε ότι
αυτή η μοναξιά δεν είναι απόλυτη. Διότι ένα κύμα αλληλεγγύης μεταξύ των λαών
της δυτικής Ευρώπης, όπου ο πόλεμος έχει εξοντώσει μια ολόκληρη γενιά θα
προσφέρει πολύτιμη βοήθεια. Οι στρατιώτες που βρίσκονται στα εδάφη της Ρωσίας
δεν έχουν διάθεση να πολεμήσουν, στο εκστρατευτικό σώμα των Γάλλων που βοηθά
τον Ντενίκιν γίνεται εξέγερση από τους ναύτες, που δεν επιθυμούν να πολεμήσουν.
Τον Μάρτιο του 1919 συνήλθε στη Μόσχα το 1ο συνέδριο της Κομμουνιστικής
Διεθνούς, που έμελλε να παίξει σημαντικό ρόλο στην εξωτερική πολιτική της
Σοβιετικής Ένωσης.
Το 1919, ο κόκκινος στρατός αναχαιτίζει
τους Λευκούς και τους ξένους εισβολείς. Τον Ιούλιο επιβιβάζονται στα πλοία τους
για να αναχωρήσουν τα αγγλογαλλικά στρατεύματα στο βορρά. Βορειοδυτικά ηττάται
ο στρατός υπό τον Γιουντένιτς. Το Δεκέμβρη ηττάται ο στρατός του Ντενίκιν στο
νότο. Τον Ιανουάριο του 1920 κατατροπώνεται ο στρατός του Κόλτσακ, ο οποίος
συλλαμβάνεται και εκτελείται.
Ενώ η Σοβιετική Ρωσία αναγνωρίζει την
ανεξαρτησία των τριών βαλτικών χωρών καθώς και της Φινλανδίας, δέχεται επίθεση
από την Πολωνία που εισβάλλει στην Ουκρανία.
Η αντεπίθεση του Κόκκινου στρατού θα
είναι κεραυνοβόλα. Θα φθάσει μέχρι τα περίχωρα της Βαρσοβίας. Με την βοήθεια
των Γάλλων οι Πολωνοί αντεπιτίθενται και εντέλει υπογράφεται ειρήνη τον Μάρτιο
του 1921, σύμφωνα με την οποία η Ρωσία παραχωρεί σημαντικά εδάφη της δυτικής
Λευκορωσίας και δυτικής Ουκρανίας. Ταυτόχρονα σε συμφωνία με τον Κεμάλ Ατατούρκ,
κατορθώνουν να ανακτήσουν τον έλεγχο σε όλον τον Καύκασο και στην Υπερκαυκασία.
Ήδη το 1920 όλη η κεντρική Ασία βρίσκεται υπό την σοβιετική εξουσία, ενώ και τα
τελευταία στρατεύματα Λευκών, του στρατηγού Βράγκελ, μετά την ήττα τους στην
Κριμαία θα αποχωρήσουν από τη Ρωσία.
Στις αρχές του 1921 έπαψε λοιπόν ο
εμφύλιος πόλεμος. Απομένουν μερικές εστίες αντίστασης στο Τουρκεστάν και οι Ιάπωνες
που κατέχουν το Βλαδιβοστόκ. Μέσα στο 1922 η σοβιετική εξουσία θα λύσει και
αυτά τα προβλήματα ανακαταλαμβάνοντας τις περιοχές αυτές.
Μια τεράστια γεωγραφική περιοχή θα βρίσκεται
υπό την εξουσία των μπολσεβίκων και του σοβιετικού καθεστώτος. Μπορεί να έχασε
την Πολωνία, τη Λιθουανία, τη Λετονία, τη Φινλανδία την Εσθονία, τη Βεσσαραβία,
και το Καρς, και να έχει 30 εκατομμύρια λιγότερους κατοίκους, όμως πρόκειται
για ένα τεράστιο κράτος με τεράστιο πληθυσμό και τεράστιες πλουτοπαραγωγικές
πηγές.
Η χώρα όμως ήταν τότε εντελώς
ερειπωμένη. Η παραγωγή είχε μειωθεί στο ελάχιστο. Η μισή καλλιεργήσιμη έκταση
ήταν χέρσα. Ο λιμός απειλούσε τους κατοίκους. Τον χειμώνα του 1921-1922 25
εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν από πείνα. Οι πεινασμένοι έτρωγαν βελανίδια,
φλούδες δένδρων, ψοφίμια ακόμη και πτώματα. Ζητιάνοι και ληστές πλημμύρισαν τη
χώρα. Οι θάνατοι ανήλθαν σε πολλά εκατομμύρια. Απολογιστικά το 1920 η Ρωσία θα
έχει χάσει 2,5 εκατομμύρια στον παγκόσμιο πόλεμο, 1 εκατομμύριο στον εμφύλιο, 3
εκατομμύρια από τις επιδημίες.
Την εποχή αυτή θα ξεκινήσει η Νέα
Οικονομική Πολιτική, που αντικαθιστώντας τον πολεμικό κομμουνισμό, θα δώσει μια
παροδική φιλελεύθερη πνοή στην οικονομία.
Σε κάθε περίπτωση, αυτή τη Σοβιετική
Ένωση θα αφήσει πίσω του ο Λένιν, πεθαίνοντας στις αρχές του 1924, κι ενώ για μεγάλο
διάστημα ήδη θα είναι εκτός πολιτικής, καθώς θα έχει υποστεί εγκεφαλικά
επεισόδια.
Ήταν ικανοποιημένος από την εξέλιξη της
επανάσταση. Σίγουρα όχι κι αυτό διαφαίνεται στα τελευταία του γραπτά. Όμως,
σίγουρα διατηρούσε τηνελπίδα ότι είχαν τεθεί οι βάσεις για τη σοσιαλιστική
οικοδόμηση.
Τελικά, αν και δεν το επιθυμούσε ο
ίδιος, μετά το θάνατό του σχεδόν θα θεοποιηθεί. Τα πορτραίτα, τα αγάλματά του,
τα αποσπάσματα από τα έργα του θα κατακλύσουν όλη τη χώρα. Και το σώμα του θα
ταριχευθεί και θα τοποθετηθεί σε μαυσωλείο. Για προσκύνημα. Παρά τις προτροπές
της συζύγου του Κρούπσκαγια, ότι ο Λένιν δεν ενδιαφερόταν για όλα αυτά εν ζωή,
και ότι θα ήταν ορθότερο να έφτιαχναν σχολεία, νοσοκομεία ή βιβλιοθήκες. Το νέο
καθεστώς είχε ανάγκη από μύθους και σύμβολα. Και αυτή τη γραμμή θα ακολουθήσει ο
επόμενος ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Στάλιν, ο
οποίος θα κυβερνήσει με σιδερένια χείρα τη χώρα, έως και το 1953, και θα την
μετατρέψει σε παγκόσμια υπερδύναμη. Τον τρόπο, τις μεθόδους και το κόστος θα το
συζητήσουμε την επόμενη φορά…
2.Από τον Λένιν στον Στάλιν
Αγαπητοί φίλοι,
Σήμερα, η ομιλία μας είναι αφιερωμένη στα
γεγονότα που έλαβαν χώρα στη Σοβιετική Ένωση, μετά την Οκτωβριανή επανάσταση
και το τέλος του εμφυλίου πολέμου, σε όλη την περίοδο του μεσοπολέμου.
Είναι η εποχή που το νέο κράτος,
διάδοχο της τσαρικής αυτοκρατορίας, σταδιακά σταθεροποιείται και εξελίσσεται σε
μια υπολογίσιμη παγκόσμια δύναμη. Οι δύο αυτές δεκαετίες, θα σφραγισθούν από
την επικράτηση ενός ολοκληρωτικού μοντέλου διακυβέρνησης, τη διαμόρφωση μιας
παντοδύναμης κρατικής γραφειοκρατίας, και κυρίως την επιβολή της υπερεξουσίας
του ενός και απόλυτου ηγέτη, του Στάλιν, που παίρνει διαστάσεις προσωπολατρίας.
Κατά τα έτη αυτά, πραγματοποιήθηκε ένας
πρωτοφανής κοινωνικός και οικονομικός μετασχηματισμός. Ιδιαίτερα μετά το 1928-29
και την εφαρμογή του πρώτου πενταετούς σχεδίου επιταχύνεται η εκβιομηχάνιση της
χώρας με απίστευτους ρυθμούς. Ο σκοπός αυτός, όμως επιτεύχθηκε με διοικητικά
μέτρα που δεν υπολόγισαν κοινωνικές αντιδράσεις και κόστος σε ανθρώπινες
απώλειες. Το αποτέλεσμα θα είναι, βεβαίως, η Σοβιετική Ένωση να γίνει ένα
συμπαγές κράτος, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις να ανταποκριθεί στον επικείμενο
πόλεμο απέναντι στη γερμανική υπερδύναμη του Χίτλερ και να καταστεί η ίδια στη
συνέχεια παγκόσμια υπερδύναμη.
Θα μπορούσε αυτό άραγε να συμβεί χωρίς
τις τραγικές για εκατομμύρια ανθρώπους συνθήκες;
Είναι ένα ερώτημα που, όπως όλα τα
ιστορικά «Αν», ποτέ δεν θα λάβει καταληκτική απάντηση. Αρχικώς, αυτό που
μπορούμε να κάνουμε είναι να παρακολουθήσουμε την αλληλουχία των γεγονότων που
μας οδήγησαν ως εκεί.
Όπως σημειώσαμε και στην προηγούμενη
ομιλία μας, η κατάσταση της Ρωσίας με το τέλος του εμφυλίου πολέμου και της
ξένης επέμβασης ήταν κάτι παραπάνω από τραγική.
Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι σε πολλές
περιοχές της χώρας λιμοκτονούσαν, έτρωγαν χόρτα, βελανίδια, φλούδες από δένδρα,
ψοφίμια, καταγράφηκαν ακόμη και περιπτώσεις κανιβαλισμού. Αυτό το τελευταίο δεν
αποτελεί, δυστυχώς, υπερβολή, και, μάλιστα, θα επαναληφθεί σε μια περίπου δεκαετία,
στα χρόνια της βίαιης κολεκτιβοποίησης. Οι νεκροί θα είναι εκατομμύρια και θα
προστεθούν στους νεκρούς του παγκοσμίου πολέμου και του εμφυλίου. Εκατομμύρια
άλλοι έφυγαν στο εξωτερικό. Ανάμεσά τους η πλειοψηφία της ρωσικής διανόησης,
που ανήκε στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Μεταξύ αυτών η συντριπτική πλειοψηφία,
έως και πάνω από 80%, του εξειδικευμένου τεχνικού ανθρώπινου δυναμικού, το
οποίο είχε ζωτική ανάγκη η χώρα για την ανοικοδόμησή της.
- Ποια
θα έπρεπε να είναι, όμως, η οικονομική πολιτική που θα αντιμετώπιζε αυτή
την απελπιστική κατάσταση, που θα έβγαζε τη χώρα από το τέλμα της καταστροφής;
- Πώς
θα γινόταν κατορθωτό να επιστρέψει η οικονομία στους προπολεμικούς
τουλάχιστον δείχτες, και θα προμήθευε τους πολίτες με τρόφιμα;
- Και στη
συνέχεια, μετά από αυτή τη πρώτη φάση, με ποιο τρόπο θα μπορούσε να τεθούν
οι βάσεις για την εκβιομηχάνιση του παραγωγικού μοντέλου;
- Πώς
θα ήταν δυνατόν να μεταβεί η οικονομία σε μια πιο ώριμη φάση, όπου θα
μειωνόταν ο αγροτικός τομέας και θα αυξανόταν η δευτερογενής παραγωγή και
ιδιαίτερα η βαριά βιομηχανία;
- Κι
όλα τα παραπανω να συμβούν, χωρίς να παρεκκλίνει η σοβιετική ηγεσία από το
όραμα της δημιουργίας μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας, χωρίς καπιταλιστές και
χωρίς εκμετάλλευση;
Οι κομμουνιστές ηγέτες είχαν όντως
αποδείξει ότι στον πόλεμο είχαν την ικανότητα να ανταπεξέλθουν περίφημα.
Κατανίκησαν όλους τους εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς τους. Επικράτησαν σε
όλα τα μέτωπα, ενάντια σε στρατούς 14 χωρών.
Η οικονομική πολιτική του πολεμικού
κομμουνισμού είχε αποδώσει. Το παρακράτημα στην αγροτική παραγωγή, η προσαρμογή
της παραγωγής στους στρατιωτικούς στόχους, παρά τις τρομερές ελλείψεις που
προκάλεσε, είχε βοηθήσει στην τελική νίκη των μπολσεβίκων.
Τώρα έπρεπε να αποδείξουν ότι μπορούν
να ανταπεξέλθουν στην ειρηνική οικοδόμηση. Και γρήγορα έγινε κατανοητό ότι το
όραμα του κομμουνισμού ήταν ακόμη πολύ μακριά. Έπρεπε πρώτα να γίνουν πολλά,
πάρα πολλά βήματα.
Ο Λένιν σε άρθρο του στη Πράβντα για τα
4 χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης, το 1921, είχε ομολογήσει: «Η ζωή μας έκανε να δούμε το λάθος μας. Είναι
αναγκαίο να περάσουμε πρώτα από μια σειρά μεταβατικές βαθμίδες: τον κρατικό
καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, για να προετοιμάσουμε με μια μακρόχρονη εργασία
το πέρασμα στον κομμουνισμό».
Ο ρεαλισμός, λοιπόν, επέβαλλε την
αλλαγή της οικονομικής πολιτικής. Ήδη από τα τέλη του 1920 παίρνονται μέτρα που
τείνουν σε μια φιλελευθεροποίηση των κανόνων της αγοράς, ενώ εκπονείται και ένα
στρατηγικό σχέδιο για τον εξηλεκτρισμό της χώρας, που ονομάστηκε ΓΚΟΕΛΡΟ. Ο
Λένιν ενθουσιασμένος από το σχέδιο θα αναφωνήσει: κομμουνισμός ίσον σοβιετική
εξουσία και ΓΚΟΕΛΡΟ!
Η νέα φάση της οικονομίας θα ονομασθεί
Νέα Οικονομική Πολιτική ή από το αρκτικόλεξο ΝΕΠ. Στο πλαίσιο αυτό, το οποίο
εξειδικεύθηκε από το 10ο συνέδριο του κόμματος,
- Έγιναν
εκχωρήσεις στο ξένο κεφάλαιο για την πραγματοποίηση επενδύσεων.
- Αποκαταστάθηκε
η ελευθερία των ανταλλαγών, το εσωτερικό εμπόριο αφέθηκε σχετικά ελεύθερο,
και για ένα διάστημα ακόμη και το εξωτερικό
- Ο
αγρότης μπορούσε να πουλήσει το περίσσευμα της παραγωγής του, και το
κράτος τον φορολογούσε σε είδος, αναλογικά με τη ποσότητα της παραγωγής
του
- Ο
εργάτης επιτρεπόταν να αλλάξει εργασία.
- Τα
εργοστάσια με μέχρι 10 εργάτες δόθηκαν στους παλιούς ιδιοκτήτες τους.
- Οι
παροχές δημόσιας ωφέλειας, έγιναν πάλι επί πληρωμή, καθώς η κυβέρνηση μέσα
στην έξαρση των πρώτων χρόνων τα παρείχε δωρεάν.
- Ένα νέο
νόμισμα, των 10 ρουβλίων, που αποδείχθηκε ιδιαίτερα ανθεκτικό, μπήκε σε
κυκλοφορία.
Χωρίς αμφιβολία αυτή η διαδικασία φαινόταν
και ήταν μια παρέκκλιση ή πισωγύρισμα, όπως χαρακτηρίστηκε από τους ίδιους τους
μπολσεβίκους. Επρόκειτο για σαφή παραχώρηση στην καπιταλιστική οικονομία, που
υποτίθεται ότι θα ξεπερνούσε η νέα σοσιαλιστική οικονομία. Η πραγματικότητα
όμως επίτασσε άλλα. Προέκυπτε το ζήτημα «ποιος ποιόν», δηλαδή ποιος θα
επικρατούσε, τα σοσιαλιστικά στοιχεία της οικονομίας ή τα καπιταλιστικά. Ο
Λένιν καθησύχαζε τους συντρόφους του ότι η μεταβατική αυτή φάση θα είχε ως
κατάληξη τη νίκη του σοσιαλισμού.
Η νέα οικονομική πολιτική θα έχει
εξαιρετική επιτυχία. Σταδιακά οι δείχτες της οικονομίας άρχισαν να ανακάμπτουν.
Η παραγωγή πλησίαζε στα προπολεμικά επίπεδα. Παράλληλα, αύξηση παρουσίαζε και ο
δείχτης των γεννήσεων, ενώ μειώθηκε σημαντικά αυτός της θνησιμότητας. Αυξήθηκε
ο πληθυσμός των πόλεων που είχε μειωθεί τα προηγούμενα χρόνια. Η Πετρούπολη από
2.217.500 κατοίκους το 1914 είχε φθάσει το 1920 μόνο στις 740 χιλιάδες, για να
ξεπεράσει το εκατομμύριο το 1923. Βελτιώθηκε η κατάσταση με τους αστέγους, με
την εφαρμογή της πολιτικής των επιτάξεων σπιτιών, όπου δίνονταν δωμάτια σε
οικογένειες.
Όμως, η ΝΕΠ θα έχει και άλλες επιπτώσεις.
Θα δημιουργηθούν κοινωνικά στρώματα τα οποία θα ωφεληθούν από την ελεύθερη
οικονομική δραστηριότητα. Στις πόλεις, αυτοί θα είναι, κυρίως, όσοι ασχολούνται
με το εμπόριο και τις επιχειρήσεις, και θα ονομαστούν Νεπμεν. Στα χωριά επίσης
αρκετοί αγρότες θα ανεβάσουν το επίπεδο των εισοδημάτων τους. Το φαινόμενο θα
προκαλέσει αντιδράσεις μεταξύ των κομουνιστών, οι οποίοι έδειχναν μια ιδιαίτερη
απέχθεια απέναντι στο εμπόριο το οποίο το θεωρούσαν ως κερδοσκοπία.
Στα εργοστάσια, πάλι, όπου βρίσκεται ο
κύριος όγκος των κομμουνιστών, τα διαστήματα πληρωμής των εργατών
σταθεροποιήθηκαν, όμως το ύψος του μισθού σταδιακά θα αποφασίζεται όχι
απευθείας από το εργατικό σωματείο, όπως στα χρόνια της επανάστασης, αλλά από
μια τρόικα: σωματείο, κομματικός πυρήνας και Διευθυντής. Ταυτόχρονα ξεκινούν
και οι ημέρες εθελοντικής εργασίας, τα περίφημα κόκκινα Σάββατα.
Ένα ακόμη πεδίο στο οποίο θα υπάρξει
σημαντική πρόοδος, θα είναι αυτό της ανόδου του μορφωτικού επιπέδου. Όπως
είπαμε, οι περισσότεροι διανοούμενοι είχαν διαφύγει στο εξωτερικό, οι χωρικοί
δεν γνώριζαν καν ανάγνωση και γραφή, ενώ ανάμεσα στους λαούς της Κ. Ασίας, του
Β. Καυκάσου και της Σιβηρίας ο αναλφαβητισμός έφθανε ακόμη και στο 100%.
Αυτό το στοιχείο ήταν, όμως, εξαιρετικά
κρίσιμο για την επιτυχία των στόχων που είχαν θέσει οι κομμουνιστές. Η
πολιτισμική καθυστέρηση, και κυρίως η αγραμματοσύνη, αλλά και η έλλειψη
πνευματικής καλλιέργειας, δεν επέτρεπαν τις ριζικές μεταρρυθμίσεις στο
παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Η γοργή εκβιομηχάνιση και η υπέρβαση των φεουδαρχικών
καταλοίπων απαιτούσαν εργατικό δυναμικό με μόρφωση.
Τέλος, σημαντικές αλλαγές θα γίνουν στο
πεδίο της εθνικής πολιτικής. Οι γλώσσες των εθνοτήτων θα αρχίζουν να
διδάσκονται στα σχολεία, και θα μιλιούνται στα όργανα του κράτους και του
κόμματος. Θα ιδρυθούν εθνικά αγροτικά σοβιέτ. Και γενικά θα δημιουργηθούν
ελπίδες σε δεκάδες εθνότητες που δεν είχαν ανάλογες δυνατότητες κατά τη τσαρική
περίοδο να αναπτύξουν τη κουλτούρα τους, να ενισχύσουν την εθνική τους
συνείδηση, στα πλαίσια βεβαίως της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Η πολιτική αυτή
που θα ονομαστεί «κορενιζάτσια», βασίστηκε περισσότερο στην επιμονή του Λένιν
να κερδηθούν οι εθνότητες του νέου κράτους στην υπόθεση της οικοδόμησης του
σοσιαλισμού, ελπίζοντας ότι σύντομα η εθνική ταυτότητα θα ξεπερνιόταν από τη
νέα σοβιετική ταυτότητα. Αρχικά η νέα εθνική πολιτική θα έπρεπε να ισορροπήσει
μεταξύ του μεγαλορωσικού σωβινισμού και των τοπικών εθνικισμών. Η αρχή πάντως
ήταν ελπιδοφόρα για την Ένωση των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών που θα
ιδρυθεί με την έγκριση του σοβιετικού συντάγματος του 1922, και θα περιλαμβάνει
ομόσπονδες και αυτόνομες Δημοκρατίες και μικρότερα διοικητικά διαμερίσματα με
εθνικό προσδιορισμό.
Το νέο τοπίο που διαμορφώνεται στην
οικονομία και στην πολιτική, θα προκαλέσει αντιδράσεις. Καθώς οι όποιες εξωκομματικές
κινήσεις καταστέλλονται και εξαλείφονται με τη βία (αγροτικές εξεγέρσεις, ανταρσία
των ναυτών στην Κροστάνδη, εξέγερση των Μενσεβίκων στη Γεωργία, αντιμπολσεβίκικα
κινήματα των μουσουλμάνων στο Ταταρστάν, στο Βόρειο Καύκασο, και στην Κεντρική
Ασία) οι οξύτερες αντιθέσεις θα εκδηλώνονται στο εσωτερικό του κόμματος.
Το κόμμα, ήδη σχεδόν αμέσως μετά τον
εμφύλιο πόλεμο, θα παραμείνει το μοναδικό νόμιμο κόμμα σε όλη την επικράτεια.
Θα έχει τον αποκλειστικό λόγο στην πολιτική και ιδεολογική ζωή της χώρας. Και
οι κανόνες που θα διέπουν την εσωτερική λειτουργία του κόμματος θα ισχύσουν και
για το κράτος. Με την ίδια αυστηρότητα, την ίδια προσήλωση που θα οδηγήσουν
εντέλει στον ολοκληρωτισμό.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα το 1917 είχε
μόνον 24 χιλιάδες μέλη. Το 1921, στο 10ο συνέδριο, είχε φθάσει τα 730 χιλιάδες.
Προφανώς, χιλιάδες καιροσκόποι είχαν εισρεύσει και το κόμμα προχώρησε σε
εκκαθαρίσεις των γραμμών του, διώχνοντας πάνω από 200 χιλιάδες. Το κόμμα
αποτελείτο κατ΄ εξοχήν από εργάτες πάνω από 60%, ενώ οι αγρότες μόνον 20%. Επίσης,
οι Ρώσοι ήσαν πάνω από τους μισούς, ενώ σημαντικό ήταν το ποσοστό των Εβραίων,
που αν και μόλις 1,8% του πληθυσμού, ξεπερνούσαν τό 10% στις γραμμές του
κόμματος.
Η ισχύς του κόμματος αποκαλύπτεται από το
γεγονός ότι η Κεντρική Επιτροπή του ενώ το 1919 είχε μόνον 30 υπαλλήλους, το
1920 ξεπέρασε τους 600 ώστε να μπορεί να διεκπεραιώνει τια αναφορές των πολιτών
που κατά δεκάδες χιλιάδες κατέκλυζαν τα κεντρικά γραφεία.
Στο εσωτερικό, λοιπόν, του κόμματος θα
δημιουργηθούν, από πολύ νωρίς, συγκροτημένες τάσεις ως ένα είδος εσωκομματικής
αντιπολίτευσης. Οι κυριότερες από αυτές θα είναι:
- Του Τρότσκι,
που θα προτείνει ένα αυστηρό μοντέλο στρατιωτικοποιημένης οικονομίας, με
τους εργαζόμενους να εντάσσονται σε μια συγκεντρωτική δομή
- Η λεγόμενη
εργατική αντιπολίτευση, με επικεφαλής τους Σλιαπνικοφ και Κολλοντάι, που
υποστήριζε το αντίθετο, ότι δηλαδή η παραγωγή θα έπρεπε να διευθύνεται από
τα συνδικάτα και
- Οι
ντετσιστές –οπαδοί του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού- που επιδίωκε την
νομιμοποίηση όλων των τάσεων μέσα στο κόμμα.
Το 10ο συνέδριο με την καθοδήγηση του
Λένιν θα καταδικάσει τις παραπάνω απόψεις, χωρίς το φαινόμενο της
αντιπολίτευσης στη κεντρική γραμμή να σταματήσει να υφίσταται, τουλάχιστον
μέχρι το 18ο συνέδριο, το 1938.
Στην εξωτερική πολιτική, η σοβιετική
διπλωματία, έντεχνα, εκμεταλλεύθηκε τις αντιθέσεις μεταξύ των καπιταλιστικών
χωρών. Αρχικά θα προχωρήσει σε μια σειρά από διμερείς συμφωνίες με χώρες που
συνορεύει ώστε να εξασφαλίσει το απρόσβλητο, δηλαδή με το Αφγανιστάν, το Ιράν
και την Τουρκία του Κεμάλ, συμφωνία που θα αποβεί καταστροφική για την ελληνική
επιχείρηση στο πόλεμο της Μικράς Ασίας. Επίσης, θα μετατρέψει το βουδιστικό
μεσαιωνικό κράτος της Μογγολίας σε «σοσιαλιστικό» δορυφόρο. Το σημαντικότερο θα
είναι όμως η συμφωνία με τη Γερμανία στο Ράπαλλο της Γένουας. Στη συνέχεια, με
εξαίρεση τις ΗΠΑ που θα καθυστερήσει, ένα ένα τα κράτη της Δύσης θα αναγνωρίσουν
τη Σοβιετική Ένωση.
Η περίοδος αυτή θα είναι, όμως,
καθοριστική για την εξέλιξη της σοβιετικής Ρωσίας, κυρίως, διότι πραγματοποιείται
η φάση της διαδοχής του Λένιν. Το 1921, λοιπόν, ήταν ο ίδιος ο Λένιν που θα
προτείνει για τη θέση του γενικού γραμματέα του κόμματος τον Στάλιν, θέση που
αρχικώς δεν είχε ιδιαίτερη ισχύ, αλλά περισσότερο διοικητικό χαρακτήρα.
Ποιος, όμως ήταν ο αυτός ο
επαγγελματίας επαναστάτης που κατόρθωσε να γίνει απόλυτος ηγέτης στο αχανές
κράτος της Σοβιετικής Ένωσης και ουσιαστικά διαμορφωτής του.
Ο Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Ντζουγκασβίλι
γεννήθηκε στη μικρή πόλη Γκόρι της Γεωργίας το 1879. Ο πατέρας του ήταν
τσαγκάρης, μέθυσος και βίαιος. Η μητέρα του ξενοδούλευε. Ο ικανός Ιωσήφ ή Σόσο,
πήγε σε εκκλησιαστικό σχολείο και συνέχισε τις σπουδές του σε εκκλησιαστικό
σεμινάριο στο Τμπιλίσι ή Τιφλίδα. Μοναδική επιλογή ανώτερης μόρφωσης για τα
φτωχά παιδιά της Γεωργίας τότε.
Εκεί αναμείχθηκε ενεργά στο εθνικιστικό
αντι-ρωσικό γεωργιανό κίνημα, το οποίο ανθούσε στα τέλη του 19ου
αιώνα. Τελικά όμως ο Ιωσήφ θα προσχωρήσει στους κύκλους των σοσιαλιστών και
διώχνεται από το σεμινάριο. Καταφεύγει στην παρανομία, εκδίδει επαναστατική
εφημερίδα και υιοθετεί τις θέσεις του Λένιν. Ως μέλος των μπολσεβίκων θα πάρει
το ψευδώνυμο Κόμπα.
Θα συλληφθεί και θα σταλεί στην εξορία,
στη Σιβηρία, απ’ όπου θα δραπετεύσει. Αυτό θα συμβεί κι άλλες φορές στο μέλλον.
Ο σκληροτράχηλος Κόμπα, που το 1913 θαπάρει το προσωνύμιο Στάλιν (ατσαλένιος)
θα επιφορτισθεί με το καθήκον να συντονίζει τη δράση ομάδων κρούσης, που διαπράττουν
ληστείες -οι επονομαζόμενες «απαλλοτριώσεις»- με σκοπό τη χρηματοδότηση των
αναγκών του κόμματος.
Το 1913 θα δημοσιεύσει, ενώ βρίσκεται
στην Ευρώπη. μια εξαιρετική μελέτη με τίτλο «το Εθνικό ζήτημα και η Σοσιαλδημοκρατία»,
που θα προκαλέσει το θαυμασμό του Λένιν, βάζοντας τη σφραγίδα του στη
διαμόρφωση της πολιτικής των μπολσεβίκων επάνω στο εθνικό ζήτημα. Και γι’ αυτό
το λόγο στη πρώτη σοβιετική κυβέρνηση θα γίνει Επίτροπος Εθνοτήτων. Θα αναλάβει
και άλλες υπεύθυνες θέσεις, αν και στην επανάσταση δεν θα έχει πρωτεύοντα ρόλο
όπως θα θελήσει ο ίδιος και οι βιογράφοι του να παρουσιάσουν αργότερα.
Ο Στάλιν μετά την εκλογή του ως Γενικού
Γραμματέα θα συγκεντρώνει στα χέρια του ολοένα και περισσότερη εξουσία. Αυτό
βεβαίως δεν θα γίνει χωρίς αντίδραση.
Ο Λέων Μπρονστάιν Τρότσκυ θα είναι ο
κυριότερος αντίπαλός του, ένας Εβραίος διανοούμενος, επαναστάτης, από την νότιο
Ουκρανία, πέμπτο παιδί μια φτωχής αγροτικής οικογένειας, που συντάχθηκε με τους
μπολσεβίκους μόλις το 1917.
Ο Λένιν, λίγους μήνες πριν πεθάνει,
κλινήρης έξω από τη Μόσχα, θα υπαγορεύσει κάποιες σημαντικές επιστολές, ως
κατευθυντήριες γραμμές, γνωστές ως υποθήκες. Σε κάποιες απ’ αυτές θέλησε να προειδοποιήσει
τους αντιπροσώπους του 12ου συνεδρίου για τους κινδύνους από την
εσωκομματική διαμάχη αλλά και τα ελαττώματα των ηγετών που είχαν τώρα τον πρώτο
λόγο. Το Πολιτικό Γραφείο θα αποκρύψει αυτές τις επιστολές μέχρι το 1927, που
θα διακινηθούν μόνον μεταξύ των μελών της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος.
Ο Λένιν γράφει εκεί «Οι μεταξύ τους
σχέσεις –Στάλιν και Τρότσκυ- αποτελούν κατά τη γνώμη μου, τον κύριο κίνδυνο μια
διάσπασης». Και αφού περιγράφει τον Τρότσκυ ως άνθρωπο με ροπή προς τη
γραφειοκρατική άσκησγ πολιτικής, για τον Στάλιν θα γράψει «ο σύντροφος Στάλιν από τη στιγμή που έγινε γενικός γραμματέας
συγκέντρωσε στα χέρια του απεριόριστη εξουσία. Δεν είμαι σίγουρος αν θα μπορέσει
να τη χρησιμοποιεί πάντοτε με αρκετή περίσκεψη» και λίγο αργότερα «ο Σταλιν είναι πολύ βάναυσος, κι αυτό το
ελάττωμα παύει να είναι ανεκτό για τη θέση του Γενικού Γραμματέα». Ήταν
πλέον, όμως, αργά. Ο Λένιν, άρρωστος και ανήμπορος, δεν θα έχει καμία δυνατότητα
παρέμβασης στις εξελίξεις. Σύντομα, τον Ιανουάριο του 1924 θα πεθάνει. Η
λατρεία του θα πάρει θρησκευτικό χαρακτήρα. Σε πολλές ίσμπες, στις καλύβες των
χωρικών, στη θέση των θρησκευτικών εικόνων μπήκε η δική του φωτογραφία. Το νέο καθεστώς
τροφοδότησε αυτή τη λατρεία, και με συνέπεια συνέχισε να τη τροφοδοτεί, μέχρι
υπερβολής, την σταλινικη περίοδο.
Η σύγκρουση για την ηγεσία, που θα οδηγήσει
στην εξόντωση της πλειοψηφίας της παλαιάς φρουράς του κόμματος, θα πάρει εξ
αρχής ιδεολογικά χαρακτηριστικά.
Ως κύρια διαφωνία θα αναδειχθεί η
διχογνωμία μεταξύ της άποψης για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μια χώρα και
αυτής για την μετατροπή της ρωσικής επανάστασης σε πανευρωπαϊκή και παγκόσμια.
Ο Τρότσκυ θα είναι ο εκφραστής της
θεωρίας της διαρκούς επανάστασης, ενώ ο Στάλιν ήταν υπέρμαχος της άποψης της
οικοδόμησης του σοσιαλισμού μόνον στην ΕΣΣΔ, υποστηρίζοντας βέβαια ότι αυτό θα
ήταν η αρχή και η προϋπόθεση της παγκόσμιας επανάστασης.
Ποια ήταν όμως η κατάσταση στην Ευρώπη,
αυτή την περίοδο; Είχαν ελπίδες τα σχέδια του Τρότσκυ και των οπαδών του;
Ήταν φανερό ότι οι επαναστάσεις που
αναμένονταν στην ευρωπαϊκή ήπειρο δεν θα πραγματοποιούνταν τουλάχιστον σύντομα.
Η κατάσταση είχε αρχίσει να εξομαλύνεται και τα αριστερά κόμματα βρίσκονταν σε
κάμψη. Ο Λένιν θα γράψει για το 4ο συνέδριο της Κομμουνιστικής
Διεθνούς το 1922. «Εδώ και πέντε χρόνια είμαστε μόνοι για την ώρα δεν έχει γίνει
επανάσταση στις άλλες χώρες […]. Είμαστε άραγε καταδικασμένοι να χαθούμε;» Μια
εξαγωγή της επανάστασης σήμαινε στην πραγματικότητα κήρυξη πολέμου με απρόβλεπτες
συνέπειες. Οι ιδέες του Τρότσκι για τη διαρκή επανάσταση ανησύχησαν πραγματικά και
τον λαό και το κόμμα. Όλοι ήσαν εξαντλημένοι από τις μακροχρόνιες αιματηρές συγκρούσεις
και τις στερήσεις. Κανείς δεν είχε διάθεση για νέες, μάλλον δονκιχωτικές
περιπέτειες και θυσίες σε πολεμικά μέτωπα.
Αντιθέτως, εκδηλωνόταν η διάθεση,
ιδιαίτερα μεταξύ των κομματικών μελών και των μελών της Κομσομόλ, της νεολαίας
του κόμματος, να κτισθεί κάτι καινούργιο μέσα στη χώρα. Να οικοδομηθεί ένας
άλλος κόσμος, χωρίς αυτός να είναι ξεκάθαρος, ούτε γνωρίζοντας πώς θα
πραγματοποιηθεί. Ένα πατριωτισμός, με σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά συνέπαιρνε
μεγάλο τμήμα της κοινωνίας. Άλλωστε ο πατριωτισμός αυτός συνετέλεσε και στην
νίκη απέναντι στους ξένους εισβολείς που συνέδραμαν τους Λευκούς κατά τον
εμφύλιο. Κι αυτός ο πατριωτισμός, θα εμφανισθεί εκ νέου, όταν θα εκδηλωθεί η
γερμανική εισβολή στη ρωσική γη.
Ο Στάλιν επομένως εξέφρασε πράγματι
εκείνη την εποχή το λαϊκό αίσθημα. Η γραμμή της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε
μια μόνο χώρα φαινόταν ρεαλιστική και ήταν αποδεκτή. Ταυτόχρονα, μέσω της Γ΄ διεθνούς
θα δημιουργηθεί ένα παγκόσμιο δίκτυο κομμουνιστικών κομμάτων, των οποίων η πολιτική
θα είναι εναρμονισμένη στην υπεράσπιση της πατρίδας των εργατών, της Σοβιετικής
Ένωσης.
Ο Τρότσκυ θα διαγραφεί από το κόμμα,
όπως και, παροδικά σε εκείνη τη φάση, απομακρύνονται ο Ζηνόβιεφ και ο Κάμενεφ,
σύντροφοι του Λένιν, αλλά και άλλοι που είχαν συνταχθεί μαζί τους, το 1927,
στην αριστερή αντιπολίτευση». Ήδη στο 14ο συνέδριο το 1925 ο Κάμενεφ
θα τολμούσε να πει ότι «ο σύντροφος
Στάλιν δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει το ρόλο του στην αποκατάσταση της
ενότητας του μπολσεβίκικου επιτελείου. Είμαστε αντίθετοι στο δόγμα της εξουσίας
ενός μόνου ανθρώπου, είμαστε αντίθετοι στη δημιουργία αρχηγού.»
Μπροστά στην συστηματική προσπάθεια του
Στάλιν να ελέγξει απόλυτα το κόμμα και να καταστείλει κάθε αντιπολιτευτική φωνή
γίνεται προσπάθεια να επιτραπεί κάποια εσωκομματική δημοκρατία. Η πλατφόρμα που
κατεβάζει ηαντιπολίτευση στις εσωκομματικές εκλογές του 1927 παίρνει μόνο 4
χιλιάδες ψήφους, ποσοστό 1%.
Ο Τρότσκυ θα εξοριστεί από το καθεστώς
στην Κεντρική Ασία και από εκεί εκτός της Σοβιετικής Ένωσης. Στο εξωτερικό, θα
συνεχίζει τον αγώνα του εναντίον του σταλινισμού, συγκροτώντας τη λεγομένη 4η
διεθνή. Τελικά θα δολοφονηθεί στο Μεξικό, το 1940, από πράκτορα της ΚαΓκεΜπε.
Η ισχύς του Στάλιν στην ηγεσία του
κόμματος θα επιβληθεί σταδιακά με την καθοριστική συνδρομή της Γκεπεού, ΟΓκεπεού,
και τέλος του Νικαβεντέ (Λαϊκόυ Επιτροπάτου των Εσωτερικών). Με έναν τεράστιο
μηχανισμό εσωτερικής ασφαλείας δηλαδή, ο οποίος, κάτω από τους πιστούς στον
Στάλιν κατά διαστήματα, Γιάκοντα, Γιεζόφ και Μπέρια, θα μεταμορφωθεί στο μακρύ
χέρι της ολοκληρωτικής εξουσίας.
Η δράση του μηχανισμού αυτού εναντίον
οποιουδήποτε χαρακτηριζόταν ως εχθρός του σοσιαλισμού και του κόμματος θα
παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του ολοκληρωτικού σοβιετικού συστήματος
τόσο αυτή την περίοδο όσο και για τα επόμενα έτη.
Παράλληλα, με την καταστολή των
διαφωνούντων στο κόμμα, το διάστημα αυτό θα σημαδευτεί από την καταλυτική
αλλαγή στην αγροτική πολιτική, και την έναρξη της μαζικής κολεκτιβοποίησης, την
εισαγωγή του πρώτου πεντάχρονου πλάνου, στο οποίο βασικός πυρήνας θα είναι η
επιτάχυνση της εκβιομηχάνισης της οικονομίας, τη δημιουργία μιας κομματικής νομεκλατούρας
γραφειοκρατών, την ίδρυση και εξάπλωση στρατοπέδων συγκέντρωσης για κουλάκους,
αντιφρονούντες, θρησκευόμενους, μέλη εθνικών ομάδων και εντέλει εσωκομματικούς
αντιπάλους ή διαφωνούντες.
Πριν προχωρήσουμε στην παράθεση των
γεγονότων είναι αναγκαίο να εξετάσουμε τα αίτια και τους λόγους αυτής της
εξέλιξης προς τον ολοκληρωτισμό και να θέσουμε εδώ το ερώτημα εάν τελικά θα
μπορούσαν τα πράγματα να εξελιγχθούν διαφορετικά. Εάν θα μπορούσε να
οικοδομηθεί το σοσιαλιστικό κράτος με διαφορετικό τρόπο, με κάποια δημοκρατία, με
οικονομία σχετικά φιλελεύθερη. χωρίς καταστολή, χωρίς το κράτος του τρόμου,
χωρίς το συγκεντρωτισμό
Θεωρούμε ότι η επιβολή του
συγκεντρωτισμού και της καταστολής ήταν μια εξέλιξη, λίγο-πολύ προδιαγεγραμμένη.
Όπως είπαμε η προσωπικότητα παίζει τεράστιο ρόλο στην ιστορία. Και η τροπή που
πήρε η οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μια μόνον χώρα είχε, σε κάθε περίπτωση, τη
σφραγίδα της προσωπικότητας του Στάλιν. Ο Στάλιν όμως δεν θα μπορούσε να δράσει
ποτέ κατ’ αυτόν τον τρόπο αν δεν υπήρχαν συγκεκριμένοι παράγοντες που το
επέτρεψαν.
- Ο
πρώτος σχετιζόταν με τη ρωσική παράδοση. Παράδοση αυταρχισμού, από την
εποχή ακόμη του Ιβάν του Τρομερού και του Μεγάλου Πέτρου. Τα λαϊκά
στρώματα είχαν ελάχιστη έως καμία συμμετοχή στα πολιτικά δρώμενα. Στη
Ρωσία ο λαός είχε συνηθίσει οι αποφάσεις να παίρνονται πάντοτε σε κεντρικό
επίπεδο, και το χειρότερο χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψη ακόμη και οι
ανθρώπινες απώλειες. Επιπλέον, η μεσαία τάξη, που θεωρείται ο βασικός
κορμός μιας δημοκρατικής κοινωνίας, και που είχε αρχίσει να σχηματίζεται
στη Ρωσία κατά την περίοδο μετά το 1890, εξοντώθηκε ή έχασε τη θέση που
είχε. Και όσοι εξελίσσονταν οικονομικά και κοινωνικά κατά τα χρόνια της
ΝΕΠ στη πόλη και στο χωριό σύντομα θεωρήθηκαν απειλή για τον σοσιαλισμό.
Και στοχοποιήθηκαν ανοιχτά.
- Ο
δεύτερος, ήταν οι συνθήκες μέσα από τις οποίες επικράτησαν οι
κομμουνιστές. Ήταν συνθήκες πολέμου, εμφυλίου πολέμου και άγριων
συγκρούσεων. Η ανθρώπινη ζωή είχε μικρή σημασία για ανθρώπους που είχαν
συνηθίσει το βίαιο θάνατο. Τα πάντα στα μάτια τους ήταν πόλεμος.
- Ο
τρίτος, ήταν το διεθνές περιβάλλον που πραγματοποιείτο η επιβολή του
σταλινισμού. Οι διάφορες εκφάνσεις του ολοκληρωτισμού εκδηλώνονταν με
μεγάλη δυναμική. Μερικές από αυτές γίνονταν ανεκτές ακόμη και από τη
φιλελεύθερη Δύση. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η φασιστική Ιταλία του
Μουσολίνι, η ουδετερότητα που κράτησε η Δύση απέναντι στον ισπανικό
εμφύλιο, που ευνόησε τον Φράνκο, ακόμη και απέναντι στον Χίτλερ μέχρι και
το 1938 και τη συμφωνία του Μονάχου. Το περιεχόμενο της δημοκρατίας, όπως ίσως
το αντιλαμβανόμαστε σήμερα, δεν ήταν αυτονόητο στα χρόνια του μεσοπολέμου.
- Ταυτοχρόνως,
όμως, και αυτό είναι ο τέταρτος παράγων, σχετικός με τον προηγούμενο και
οπωσδήποτε καθοριστικός για τη «στρατιωτικοποίηση» της σοβιετικής
παραγωγής ήταν η εξωτερική απειλή για τη Σοβιετική Ένωση. Όλοι προέβλεπαν
ότι ο πόλεμος ερχόταν. Παρά τις προσπάθειες για ειρηνική διευθέτηση των
διαφορών, μέσα από διάφορες συμφωνίες και την Κοινωνία των Εθνών, και ιδιαίτερα
μετά την παραγωγή αποτυχία της, κανείς δεν είχε αυταπάτες. Το καθεστώς,
λοιπόν, μπήκε σε μια τρελή κούρσα προετοιμασίας. Και σε μια τέτοια
διαδικασία όλα επιτρέπονταν.
- Ο
πέμπτος παράγων ήταν η ανάγκη της ενότητας του κράτους. Οι αντιθέσεις στο
εσωτερικό του, αντιθέσεις κυρίως εθνικές, θρησκευτικές, πολιτισμικές αλλά
και ταξικές, ήσαν τόσο οξείες που το κράτος ήταν πολύ πιθανό να διαλυθεί.
Όπως ήταν έτοιμο να διαλυθεί και το τσαρικό. Κατά μια άποψη ολοκληρωτισμός
διέσωσε τον κορμό του τσαρικού ρωσικού κράτους, πριν αυτό αποσυντεθεί
ολότελα.
- Αφήσαμε
τελευταίο τον πλέον αμφισβητούμενο παράγοντα, τη φύση του κομμουνιστικού
κινήματος και της κομμουνιστικής ιδεολογίας, όπως τουλάχιστον είχε αναπτυχθεί
μέχρι εκείνο το διάστημα. Παρά τη προσμονή για την εγκαθίδρυση ενός επίγειου
παράδεισου ειρήνης, αρμονίας και δημιουργίας, η πραγματικότητα ήταν ακόμα πάντα
αντίξοη. Κι όσο υπήρχε αυτή η πραγματικότητα συνεχιζόταν η πάλη, η ταξική
πάλη εναντίον του εχθρού, όπου ο σκοπός αγίαζε τα μέσα. Η χωρίς αναστολές
επιδίωξη της εξουσίας από τους μπολσεβίκους αποτελούσε την ευνοϊκότερη
προϋπόθεση για την ανάπτυξη του ολοκληρωτισμού και της γενικής καταπίεσης.
Η μόνιμη στοχοποίηση του Άλλου, του όποιου άλλου, που δεν συμφωνούσε με την
επίσημη άποψη, θα οδηγούσε μοιραία και στην παντοδυναμία του ενός και στη
δίωξη των διαφωνούντων. Έτσι στην αρχή ήταν οι μοναρχικοί, οι αστοί, και
τα κόμματά τους, μετά οι μενσεβίκοι, οι εσέροι, οι νέπμεν, οι κουλάκοι, οι
χριστιανοί, οι εθνικιστές, στο τέλος η εσωκομματική αντιπολίτευση, τα
ανεπιθύμητα κομματικά στελέχη, τα στελέχη από άλλα κομμουνιστικά κόμματα
που δεν ήταν πιστά στην κεντρική γραμμή, όσοι εντέλει αντιδρούσαν στην
τρομοκρατία. Θα πρέπει, πάντως, να τονίσουμε ότι οι Ρώσοι κομμουνιστές
εφάρμοσαν μια πλευρά του μαρξισμού, που ήταν και η πιο αμφιλεγόμενη. Ως
συνέχεια της αισιοδοξίας της εποχής των φώτων, και ακόμη της θετικιστικής
φιλοσοφίας, δικαιολογείτο η «πρόοδος» με κάθε μέσο. Ο Μαρξ είχε
ξιφουλκήσει με τη πένα του υπέρ της αγγλικής αποικιοκρατίας στην Ινδία και
της επέκτασης των γιάνκηδων στην αμερικανική ήπειρο, θεωρώντας ότι αυτό
που είχε σημασία ήταν να πραγματοποιηθεί η οικονομική πρόοδος, να
επικρατήσει παντού ο καπιταλισμός, ως προϋπόθεση του κομμουνισμού. Υποτιμούσε
το κόστος και χαρακτήριζε όσους δρούσαν προς όφελος της ανάπτυξης, ακόμη
κι αν εγκληματούσαν, ως ασυνείδητα όργανα της ιστορίας. Βεβαίως, ο Μαρξ
δεν ήταν μόνον αυτό. Ήταν και οπαδός της ελευθερίας, όπως την οραματιζόταν
στο μεσσιανικό βασίλειο του κομμουνισμού, εκεί όπου ο άνθρωπος θα είναι
απελευθερωμένος από την ανάγκη και την οικονομία. Άλλωστε η μαρξιστική
ιδεολογία, με την αναμφίβολη συνεισφορά και του Λένιν έγινε η κυρίαρχη
ιδεολογία στα περισσότερα απελευθερωτικά πατριωτικά και
αντι-αποικιοκρατικά κινήματα του κόσμου, σε μια εκδήλωση της περιβόητης
ιστορικής ειρωνείας.
Το πρόβλημα με τους μπολσεβίκους ήταν,
λοιπόν, ότι θεωρούσαν και τους εαυτούς τους όργανα της ιστορίας και της
επιβολής της απόλυτης δικαιοσύνης, και επομένως τα πάντα τους επιτρέπονταν.
Ακόμη και η αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής. Όπως είχε, όμως, γράψει ο Ντοστογιέφσκυ
τα μέσα πρέπει να συνάδουν με το σκοπό. Γιατί ακόμη κι αν ένας κόσμος που για
να γίνει δίκαιος θα χρειαζόταν μόνον τα δάκρυα ενός παιδιού, και πάλι δεν θα
ήταν ποτέ δίκαιος.
Επιστρέφοντας στην αλλαγή της
οικονομικής πολιτικής βασικός στόχος ήταν η με κάθε τρόπο εκβιομηχάνιση της
χώρας, ιδιαίτερα στον τομέα της βαριάς βιομηχανίας. Γι’ αυτό το λόγο θα
μεταφερθούν παραγωγικές δυνάμεις και κεφάλαια από τους χωρικούς στη βιομηχανία
και στις πόλεις.
Η κρίση της συλλογής των φόρων στα τέλη
του 1927, έδωσε στο Στάλιν το πρόσχημα που γύρευε. Οι αγρότες, αν και η σοδειά
ήταν καλή, δεν παρέδωσαν παρά μόνον 4,8 εκ τόνους αντί 6,8 της προηγούμενης χρονιάς.
Στις πόλεις υπήρξε πρόβλημα τροφοδοσίας.
Τότε εγκαινιάζεται η πολιτική της κολεκτιβοποίησης
που θα σημάνει το τέλος του φιλελεύθερου διαλλείματος της Νέας Οικονομικής
Πολιτικής. Το μικρό αγροτικό νοικοκυριό καταργείτο, ιδρύονταν τεράστιες
αγροτικές μονάδες, και ο αγρότης γινόταν κρατικός υπάλληλος. Τα πάντα
διευθύνονταν από το κέντρο και στόχευαν στον εφοδιασμό των πόλεων με τρόφιμα
και το σπουδαιότερο στην αγορά βιομηχανικού εξοπλισμού και βαρέων οχημάτων από
το εξωτερικό. Ενώ κατά τη ΝΕΠ 15-20% πήγαινε στο κράτος, 12-15% για σπορά,
25-30% ζωοτροφές, και το υπόλοιπο για κατανάλωση, το 1931 το κράτος θα έπαιρνε
από τα κολχόζ 40 με 50% της παραγωγής.
Αυτός ο γιγαντιαίος και βίαιος
μετασχηματισμός της οικονομίας και της κοινωνίας, δεν ήταν όμως δυνατόν να
πραγματοποιηθεί ειρηνικά και αναίμακτα. Η αφαίρεση γης από τους αγρότες δεν
μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε εθελοντική βάση. Και δεν περιορίστηκε στους
λεγόμενους πλούσιους χωρικούς ή κουλάκους, όπως επαγγελλόταν το κόμμα αλλά στη
μεγάλη μάζα των χωρικών, των λεγόμενων σερεντιάκ (μεσαίων).
Αυτό που επικράτησε κατά την εκστρατεία
του 1929-1931 ήταν άνευ προηγουμένου. Η αυθαιρεσία των οργάνων που είχαν
αναλάβει την επιβολή της εγγραφής των χωρικών στα κολχόζ και την διάλυση της
τάξης των κουλάκων ήταν πραγματικά απερίγραπτη.
Σε αρκετά χωριά σημειώνονται απεργίες,
εξεγέρσεις, άρνηση παράδοση του σταριού. Οι περιουσίες όσων υποστηρίζουν την
κολεκτιβοποίηση καίγονται. Τον Ιανουάριο του 1930 η Γκεπεού κατέγραψε 402
αγροτικές εξεγέρσεις, τον Μάρτιο έφθασαν τις 6.528. Πραγματοποιούνται
εκατοντάδες δολοφονίες αγροτών. Καθώς οινωνικοποιούνται τα πάντα (γουρούνια,
αγελάδες, πρόβατα, χήνες πάπιες, κότες) οι χωρικοί σφάζουν τα ζώα τους πριν
τους τα πάρει το κράτος. Η κυβέρνηση γίνεται ακόμη πιο αυστηρή. Χρησιμοποιεί το
σύστημα της κοντρακτάτσιας. Τα χωριά υποχρεώνονται να υπογράψουν συμβόλαιο με
την κυβέρνηση. Μόνον εφ’ όσον τηρούνται οι όροι του συμβολαίου παραχωρούνται
εργαλεία, σπόροι, βοήθεια από το κράτος.
Διενεργούνται μαζικές συλλήψεις και
εκτοπισμοί των κουλάκων, δηλαδή όσων χαρακτηρίζονται έτσι από το κόμμα και την Γκεπεού.
Και εννοείται ότι εκτοπίζονται εκτός κολχόζ και εκτός των χωριών τους μαζί με
τις οικογένειές τους. Οι κρατούμενοι σε φυλακές, στρατόπεδα, στην εξορία θα
ανέλθουν στους 800.000.
Η κατάσταση θα πάρει ανεξέλεγκτες
διαστάσεις. Οι υπερβάσεις των οργάνων του κράτους και των κομματικών οργανώσεων
θα πολλαπλασιαστούν. Σε μια αναφορά, που θα δημοσιευθεί στον τύπο για να
στηλιτευθεί η αυθαιρεσία, θα αναγραφεί: «στο
χρονικό διάστημα από τις 5 το απόγευμα ως τις 7 το πρωί η τάξη των κουλάκων
εξαλείφθηκε!».
Ο Στάλιν αντιλαμβανόμενος την υπερβολή
θα παρέμβει με άρθρο του με τίτλο «Ο ίλιγγος από τις επιτυχίες», στο οποίο
καλεί τα κρατικά όργανα να κινούνται στην κατεύθυνση της εθελοντικής εισόδου
στα κολχόζ.
Εκατμμύρια αγροτικά νοικοκυριά γίνονται
πάλι ιδιωτικά και η κολεκτιβοποίηση θα συνεχιστεί με πιο αργούς ρυθμούς, αν και
η αντίδραση των χωρικών θα συνεχισθεί σθεναρή.
Η πολιτική της κολεκτιβοποίησης καθώς
και οι κακές μετεωρολογικές συνθήκες θα επιδεινώσουν την επισιτιστική κρίση στην
Ουκρανία, και ειδικότερα η δυτική, όπου ολόκληρες επαρχίες είχαν ξεφύγει από
τον έλεγχο του καθεστώτος, αλλά και στη νότιο Ρωσία, στο Βόρειο Καύκασο. Το
1932 έως και το 1934 εκδηλώνεται καταστροφικός λιμός ιδιαίτερα στην περιοχή της
Ουκρανίας οι θάνατοι από την πείνα θα είναι εκατοντάδες χιλιάδες. Αρκετοί
ιστορικοί αλλά και το μετασοβιετικό ουκρανικό κράτος στην επίσημη ιστορία του ονομάζει
αυτό που συνέβη στη χώρα ως χολοντομόρ, και θεωρείται ως γενοκτονία. Κι αυτό
γιατί θεωρούν ότι ο λιμός ήταν αποτέλεσμα ηθελημένης απόφασης, κεντρικού
σχεδιασμού του σοβιετικού κράτους για να κάμψει τις αντιδράσεις των χωρικών
αλλά και το εθνικιστικό ουκρανικό κίνημα, το οποίο παρέμενε πάντοτε ζωντανό,
ιδιαίτερα στις κεντρικές και δυτικές επαρχίες της χώρας.
Δεν γνωρίζουμε επακριβώς τον αριθμό των
θυμάτων αυτής της περιόδου. Πάντως από την εκστρατεία της κολεκτιβοποίησης
πέθαναν από την πείνα αρκετά εκατομμύρια (ο μετριοπαθέστερος αριθμός είναι δύο
εκ.), ενώ εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι κατέληξαν στην εξορία.
Την ώρα, βέβαια, που εκατομμύρια
πέθαιναν από την πείνα, οι εξαγωγές σταριού συνεχίζονταν κανονικά. Το 1931, 18 εκ. εκατόκιλα (καντάρια) εξήχθησαν για τις
ανάγκες της εκβιομηχάνισης.
Εν τω μεταξύ, το 1928 μπήκε σε εφαρμογή
το πρώτο πεντάχρονο πλάνο. Σύμφωνα μ’ αυτό έπρεπε η βιομηχανική παραγωγή να
αυξηθεί κατά 179%. Η πραγματοποίηση του πλάνου φαινόταν στη Δύση ως ουτοπία. Ένας
μπολσεβίκος οικονομολόγος, όμως, έγραψε: «δεν
δεσμευόμαστε από κανέναν νόμο. Δεν υπάρχει φρούριο που να μην μπορούν οι
μπολσεβίκοι να το καταλάβουν εξ εφόδου. Το θέμα του ρυθμού εξαρτάται από την
απόφαση των ανθρώπινων όντων…».
Το σχέδιο Θα βασισθεί σε μια εξαιρετική
μελέτη, που διήρκεσε χρόνια, σε όλη τη χώρα με καταγραφή όλων των παραγωγικών
δυνάμεων και των πόρων. Οι συντάκτες της μελέτης θα απολυθούν και θα δικαστούν
το 1930 και 1931 στη δίκη των «βιομηχάνων» και των «μενσεβίκων». Μεταξύ αυτών
και ο γνωστός, από τους οικονομικούς κύκλους του καπιταλισμού που ανακάλυψε,
Κοντράτιεφ.
Στις 7 Μαρτίου 1929, ο Στάλιν θα δημοσιεύσει
στη Πράβντα ένα άρθρο με τον τίτλο «Ο
χρόνος της μεγάλης στροφής», στο οποίο υποστηρίζει ότι «η σοβιετική ένωση γίνεται η χώρα του μετάλλου, χώρα του αυτοκινήτου,
χώρα του τρακτέρ, κι όταν θα βάλουν τη χώρα να καθίσει στο αυτοκίνητο και το
μουζίκο στο τρακτέρ» θα ξεπεράσει τις καπιταλιστικές χώρες.
Ο Στάλιν παράλληλα, με οξυδέρκεια
οπωσδήποτε, δικαιολόγησε το στόχο για το άλμα προβλέποντας έναν πόλεμο κατά της
Σοβιετικής Ένωσης, που θα ήταν ταυτόχρονα και μια λύση στα εσωτερικά προβλήματα
του καπιταλισμού. Μην λησμονούμε ότι το 1929 εκδηλώνεται το κραχ στις Ηνωμένες
Πολιτείες που εξαπλώθηκε σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο.
Η βιομηχανική παραγωγή θα αυξάνεται με
αλματώδεις ρυθμούς. Η παραγωγική δομή της Σοβιετικής Ένωσης θα αλλάξει: υδροηλεκτρικοί
σταθμοί, μεταλλουργία, ανθρακωρυχεία, εργοστάσια τρακτέρ, εργοστάσια αυτοκινήτων,
σιδηροδρομικές γραμμές, καινούργιες πόλεις, το μετρό της Μόσχας. Σε σκληρές συνθήκες
για τους εργαζόμενους πραγματοποιείται ένα θαύμα. Σε σοσιαλιστική άμιλλα, με
πρωτοπόρους εργάτες (ουντάρνικοι) το όραμα συνεπαίρνει σημαντικό τμήμα της
εργατικής τάξης, πρώην γεωργοί οι περισσότεροι, που αμείβονται σαφώς καλύτερα
από τον αγροτικό πληθυσμό και απολαμβάνουν περισσότερες υπηρεσίες. Το κίνημα
των πρωτοπόρων εργατών, το 1935 ονομάστηκε σταχανοφικό από το όνομα του Αλεξέι
Σταχάνοφ, που ξεπέρασε τη νόρμα κατά 14 φορές.
Για να αντιληφθούμε το μέγεθος των
αλλαγών, ας αναλογισθούμε ότι ανάμεσα στα 1927 και 1932, ο αστικός πληθυσμός
αυξήθηκε κατά 13 εκατομμύρια κατοίκους. Αυτή η αύξηση οφείλεται κατά τα 9/10
στην έξοδο των αγροτών προς τις πόλεις.
Αυτή ήταν η μια πλευρά της θυελλώδους αυτής
εποχής. Από την άλλη η αυστηροποίηση του καθεστώτος θα γινόταν με γοργούς
ρυθμούς.
- Τιμωρητικά
μέτρα θα ληφθούν εναντίον όσων δεν ανταποκρίνονται στα καθήκοντα τους
- Το
ιδιωτικό εμπόριο εξαφανίσθηκε.
- Τα
καταστήματα ήταν πολύ λίγα.
- Τα
προϊόντα έλειπαν κι οι ουρές ήταν τεράστιες.
Τα χειρότερα, όπως είπαμε, συνέβησαν την
εποχή αυτή στην επαρχία.
Μια άλλη αρνητική εξέλιξη θα είναι η δημιουργία
πολλών στρατοπέδων συγκέντρωσης τα λεγόμενα Γκουλάγκ. (Κεντρικής Διεύθυνσης
αναμορφωτικών εργατικών Στρατοπέδων του Λαϊκού Επιτροπάτου Εσωτερικών Υποθέσεων).
Ήδη το 1923 η Γκεπεού εγκατέστησε το
πρώτο τεράστιο στρατόπεδο στο αρχιπέλαγος Σολόφκι, ένα συγκρότημα πέντε νήσων
της Λευκής Θάλασσας, ανοιχτά του Αρχάνγκελσκ, όπου υπήρχε ένα από τα μεγαλύτερα
μοναστήρια της Ορθοδοξίας. Το 1928 θα βρίσκονται ήδη εκεί 38 χιλιάδες
κρατούμενοι.
Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου θα
κλειστούν εκατομμύρια άνθρωποι με κάθε είδους κατηγορία, δεν είχε μόνο ή κυρίως
τιμωρητικό χαρακτήρα. Στη πραγματικοτητα, εντασσόταν σε μια προσπάθεια
εκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών σε αντίξοες συνθήκες και τη δημιουργία
υποδομών που θα εξυπηρετούσαν την ανάπτυξη. Πρόκειται δηλαδή για δωρεάν
εργατικό δυναμικό, χωρίς δικαιώματα και απαιτήσεις που θα θυσιαζόταν στο βωμό
της τεχνολογικής προόδου.
Στην αρχή οι εκατοντάδες χιλιάδες
εκτοπισμένοι, σύμφωνα με το αρχειακό υλικό που διαθέτουμε, υπέφεραν τα πάνδεινα.
Παρατημένοι στη μέση της τάιγκας πεινασμένοι, παγωμένοι, πέθαιναν σε μεγάλους
αριθμούς μέχρι να δημιουργηθούν οι εγκαταστάσεις και να λειτουργήσουν ως
παραγωγικές μονάδες.
Αναφέρουμε για παράδειγμα, το 1930:
40 χιλιάδες κρατούμενοι κατασκεύαζαν το
δρόμο που οδηγούσε προς το Αρχάνγκελσκ για τη μεταφορά ξυλείας.
Άλλοι τόσοι έφτιαχναν αυτοκινητόδρομο
και σιδηρόδρομο (Ουστ, Συσόλκ, Ούχτα).
Στην Άπω Ανατολή 15 χιλ. κατασκεύαζαν
τη σιδηροδρομική γραμμή του Μπιγκατσατσίνκ.
20 χιλ εργάζονταν στη χημική βιομηχανία
του Μπερεζνίκι
24 χιλιάδες στη σιδηροδρομική γραμμή Τομσκ-Γιενισέισκ.
Τον Ιούνιο του 1930, αποφασίστηκε να
κατασκευαστεί ένα κανάλι 240 χλμ. που θα σκαβόταν πάνω σε γρανιτένιο
βράχο και θα ένωνε τη Βαλτική με τη Λευκή Θάλασσα. Ένα φαραωνικό έργο μόνον με
την εργατική δύναμη των κρατουμένων χωρίς αποτέλεσμα. Τα Γκούλαγκ θα γίνουν
γνωστά πολύ αργότερα, μετά τον θάνατο του Στάλιν και ιδιαίτερα από τα βιβλία
του Αλέξανδρου Σολτζενίτσιν, που υπήρξε κι ο ίδιος κρατούμενος εκεί.
Τότε ο λαός δεν γνώριζε τη
πραγματικότητα. Στη πλειοψηφία του πίστευε πράγματι ότι ο «πατερούλης» Στάλιν
υπεράσπιζε την πατρίδα και τους ίδιους από τους προδότες και τους
εκμεταλλευτές.
Με τον ίδιο τρόπο αντιμετώπισε μια
σειρά από δίκες που ξεκινούν το 1928 και συνεχίζονται μέχρι τα τέλη της
δεκαετίας του 1930.
Στα 1928 μια ομάδα μηχανικών του Σάχτι
της Ουκρανίας κατηγορήθηκε για σαμποτάζ στα ανθρακωρυχεία της Ουκρανίας. Πέντε από
αυτούς εκτελέστηκαν. Δικαστής ήταν ο περιβόητος Βυσίνσκι.
Το 1930 καταδικάζεται ομάδα
οικονομολόγων που είχε ιδρύσει ένα παράνομο αγροτικό κόμμα.
Την ίδια χρονιά καταδικάζονται τα μέλη
του λεγόμενου Βιομηχανικού κόμματος
Το 1931 γίνεται η δίκη του μενσεβικικού
αντεπαναστατικού κέντρου.
Οι καταδικασθέντες εξαφανίστηκαν στα
στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας.
Σε αυτά τα οποία αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται
καταλήγουν όπως είπαμε οι χωρικοί που χαρακτηρίζονται ως κουλάκοι, πρόσωπα που
χαρακτηρίζονται ως τροτσκιστές, ιερείς και άτομα που έχουν σχέση με την
εκκλησία, μέλη εθνικών ομάδων, με την κατηγορία του εθνικισμού, απλοί
εργαζόμενοι με την κατηγορία του σαμποτάζ.
Το 17ο Συνέδριο το 1934, εν
τω μεταξύ διαπίστωσε τις αναμφισβήτητες και σημαντικές επιτυχίες στους τομείς
της εκβιομηχάνισης και της πολιτιστικής επανάστασης. Στη Σοβιετική Ένωση το
αποκάλεσαν «Συνέδριο των Νικητών». Εμφανίστηκαν δέιγματα εκδημοκρατισμού και το
άρθρο 57 του καταστατικού που εγκρίθηκε όριζε ότι «η ελεύθερη συζήτηση της πολιτικής του Κόμματος μέσα στις επιμέρους
οργανώσεις ή μέσα στο Κόμμα στο σύνολό του είναι απαράγραπτο δικαίωμα κάθε
μέλους του Κόμματος». Παράλληλα θα γίνουν οι τελευταίες προσπάθειες να
αντικατασταθεί ο Στάλιν. Οι Γραμματείς των αγροτικών περιοχών και των Κεντρικών
Περιοχών των Ομόσπονδων Σοβιετικών Δημοκρατιών πρότειναν ως Γενικό Γραμματέα τον
Κίροφ, Γραμματέα τότε της οργάνωσης στο Λένινγκραντ. Ο Κίροφ όμως δεν αποδέχτηκε
την υποψηφιότητα, με τη δικαιολογία θα μπορούσε να εκδηλωθεί κρίση στο εσωτερικό
του κόμματος, την ίδια στιγμή που ο ναζισμός δυνάμωνε στην Γερμανία. Πάντως
στις εκλογές της ΚΕ 270 αντιπρόσωποι δεν ψήφισαν το Στάλιν και μόνον 3 τον
Κίροφ.
Πράγματι, τα σύννεφα του πολέμου και η
αυξανόμενη απειλή της χιτλερικής Γερμανία θα επηρεάσουν το δίχως άλλο και τις
εξελίξεις στην Σοβιετική Ένωση και θα οδηγήσουν στην ενδυνάμωση της θέσης του
Στάλιν. Κι αυτός, όμως, θα εκμεταλλευθεί τη συγκυρία για να εξαπολύσει έναν
άνευ προηγουμένου διωγμό εναντίον όχι μόνον των εχθρών, όπως τους θεωρούσαν του
κόμματος και του κράτους, αλλά και εναντίον των στελεχών και των μελών του
κόμματος, που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν τη παντοδυναμία του.
Την 1η Δεκέμβρη δολοφονείται
ο Κίροφ. Ο δολοφόνος του, Νικολάγιεφ, ήταν μέλος του κόμματος. Τα γεγονότα
δείχνουν ότι η Νικαβεντέ άφησε τον Νικολάγιεφ να τον σκοτώσει. Ο σωματοφύλακας
του Κίροφ περιέργως έλειπε εκείνη την ημέρα ενώ κατά την ανάκριση σκοτώθηκε σε
αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Η δολοφονία του Κίροφ χρησίμευσε στον Στάλιν ως
πρόφαση για την εξαπόλυση γενικού διωγμού.
Ανακοινώνεται ότι ο δολοφόνος ανήκε στο
Κέντρο Αντιπολίτευσης του Λένινγκραντ, όπου ανήκαν και οι σύντροφοι του Λένιν,
Ζηνόβιεφ, Κάμενεφ και άλλοι της παλιάς φρουράς. Θα ξεκινήσουν μια σειρά από δημόσιες
δίκες, με κατηγορουμένους τα παλαιά κομματικά στελέχη και χαλκευμένες
κατηγορίες.
Το 1936 οι Ζηνόβιεφ, Κάμενεφ, Ευδοκίμοφ
καταδικάζονται σε θάνατο. Στη συνέχεια έρχεται η σειρά του Πιατακόφ του Ράντεκ
του Μπουχάριν, του Ρίκοφ, ο Τόμσκι αυτοκτονεί, ο Ορτζονικίτζε αυτοκτονεί. Οι
εκκαθαρίσεις στο κόμμα γενικεύονται.
Ξεκινούν γενικές εκκαθαρίσεις στις
γραμμές του κόμματος. Οι καταγγελίες μεταξύ μελών του κόμματος ήταν χιλιάδες. Η
Νικαβεντέ θα μετατραπεί σε κράτος εν κράτει.
Σύμφωνα με τα όσα αποκάλυψε ο
Χρουστστόφ το1956, 98 από τα 139 μέλη της ΚΕ συνελλήφθησαν και εκτελέστηκαν,
από τους 1966 αντιπροσώπους του 17ου συνεδρίου οι 1108 είχαν την
ίδια τύχη.
Το ίδιο έγινε και στην περιφέρεια.
Όποιος ύψωνε το ανάστημά του και μιλούσε ενάντια στη σταλινική τρομοκρατία διώκετο,
μέχρι θανάτου.
Από το 1919 έως το 1935 είχαν εκλεγεί
συνολικά 30 μέλη του Πολιτικού Γραφείου: 13 από αυτούς πέθαναν κατά τους
σταλινικούς διωγμούς, ο Κίροφ δολοφονήθηκε, δύο αυτοκτόνησαν, ο Τρότσκυ
δολοφονήθηκε στο εξωτερικό.
Διώκονται και εκτελούνται επίσης
στελέχη του στρατού με δίκες της μιας μέρας, όπως ο θρυλικός Τουχασέφσκι – με
την κατηγορία της κατασκοπίας υπέρ της Γερμανίας και της Ιαπωνίας.
3 στρατάρχες στους 5, 13 διοικητές
στρατιάς στους 15, 57 διοικητές σωμάτων στρατού στους 85, 75 μέλη του στρατιωτικού
συμβουλίου στους 80 και χιλιάδες άλλοι χαμηλότερου βαθμού είχαν την ίδια τύχη.
Διώκονται ηγέτες και στελέχη της Κομμουνιστικής
Διεθνούς και κομμουνιστικών κομμάτων που βρίσκονται στη Ρωσία, όπως όλη ηγεσία
των Πολωνικού ΚΚ, ο Ούγγρος Μπέλα Κουν, Βούλγαροι, Γιουγκοσλάβοι, Γερμανοί,
Ρουμάνοι.
Διώκονται διανοούμενοι, φιλόσοφοι,
ιστορικοί, βιολόγοι, φυσικοί, συγγραφείς, καλλιτέχνες.
Διώκονται εθνικές μειονότητες, και
κυρίως η διανόησή τους. Μεταξύ αυτών και η ελληνική στη περιοχή της Αζοφικής
αλλά και του Καυκάσου και της νότιας Ρωσίας όπου είναι ισχυρό το ποντιακό
στοιχείο.
Μετά
την αντικατάσταση του Γιεζόφ από Επίτροπο του Λαού επί των Εσωτερικών από τον
Μπέρια στο 1939 εξασθένησαν κάπως οι διώξεις, και αρκετοί επέστρεψαν από τα στρατόπεδα
συγκέντρωσης.
Ο Στάλιν αναγνώρισε κατά το 18ο
συνέδριο ότι κατά τις εκκαθαρίσεις έγιναν και λάθη αλλά τις χαρακτήρισε
αναπόφευκτες και ότι τελικά είχαν θετικά αποτελέσματα.
Ενώ σε όλες τις πόλεις υψώνονται
αγάλματα του αρχηγού και η λατρεία του παίρνει πρωτοφανείς διαστάσεις, το συνέδριο
ήταν ο απόλυτος θρίαμβος για τον Στάλιν. Ο Χρουτσόφ στην ομιλία του θα αναφωνήσει:
«ζήτω η πιο εξαίρετη μεγαλοφυΐα της
ανθρωπότητας, ο δάσκαλος κι ο οδηγητής που μα οδηγεί νικηφόρα στον κομμουνισμό,
ο αρχηγός μας Στάλιν!». Το 1956 ο ίδιος άνθρωπος θα αποκαλύψει τη φρικτή
πραγματικότητα, που έκρυβε η οικοδόμηση του σοβιετικού σοσιαλισμού αυτή τη
περίοδο.
Εν τω μεταξύ ο πόλεμος πλησίαζε. Ήδη,
το 1938, θα αντιπαρατεθούν σοβιετικά με ιαπωνικά στρατεύματα στα σοβιετο-μογγολικά
σύνορα. Με τη συμφωνία του Μονάχου την ίδια χρονιά, ο κλοιός που νοιώθει η
Μόσχα θα γίνει πιο απειλητικός. Ήταν προφανές ότι οι δυτικοί ήλπιζαν Γερμανία
και Σοβιετική Ένωση να αλληλοεξοντωθούν. Με τη συμφωνία Ρίμπεντροφ-Μολότοφ την
επόμενη χρονιά η Μόσχα θα επιδιώξει να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο. Σύντομα,
τον Ιούνιο του 1941, απεδείχθη ότι ο Χίτλερ ήταν αποφασισμένος να κτυπήσει και
να κατακτήσει τα σοβιετικά εδάφη. Η εξέλιξη του πολέμου, η νίκη της Ρωσίας, με
την απαράμιλλη αυτοθυσία και τον πατριωτισμό των Ρώσων θα δώσουν αίγλη στο
καθεστώς και στον Στάλιν τον ίδιο. Τα όσα συνέβησαν πριν από τον πόλεμο θα
λησμονηθούν προσωρινά, ή και θα δικαιολογηθούν ακόμη και από δυτικούς
διανοούμενους.
Σήμερα, έχοντας πιο ολοκληρωμένη εικόνα
μπορούμε να εξάγουμε περισσότερο ασφαλή και αντικειμενικά συμπεράσματα για την
εποχή, τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους.
Λυπηρό το γεγονός ότι η κομμουνιστική ουτοπία δεν είχε ρομαντικά στοιχεία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔημ.Δάβαρης