Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2024

Κωνσταντίνος Τσάτσος: Δημοκρατία και Ευρώπη

 


Το  σύντομο έργο του Κ.Τσάτσου «Δημοκρατία και Ευρώπη» (από τις εκδόσεις Αστρολάβος/Ευθύνη, Αθήνα 1982)  αποτελεί  απόσταγμα και σύνοψη συνολικά του φιλοσοφικού και πολιτικού του λόγου. Περιλαμβάνει δύο ομιλίες, η πρώτη με τίτλο «Θεμέλια Δημοκρατίας» δόθηκε στις 22 Απριλίου 1982 στην Σχολή Εθνικής Αμύνης και η δεύτερη με τίτλο «Τα θεμέλια της Ευρώπης» δόθηκε στις 9 Απριλίου 1982 στην Σχολή Ευελπίδων. Απευθύνεται λοιπόν κατ’ αρχάς σε ένα κοινό στρατιωτικών, που μετά την στρατιωτική επταετή εκτροπή, θα έπρεπε να διαπαιδαγωγηθούν με τις σημασίες της Δημοκρατίας και της Ευρώπης. Η πρώτη ομιλία ξεκινά με την πολυσήμαντη φράση του  Αριστοτέλη ότι ο άνθρωπος είναι ζώον πολιτικόν «δηλαδή πρέπει από τη φύση του να ζει σε μια πολιτικά οργανωμένη κοινωνία»[1] για να συνεχίσει πως η ιστορία του πολιτισμού είναι ιστορία εθνών ενώ «ο πολιτισμός διέσωσε την Ελλάδα μέσα σε θύελλες 3 χιλιάδων ετών και όχι η ικανότητα της φυλής να στέκεται ακλόνητη στο κοινωνικό consensus. Αντίθετα, στους Έλληνες αυτό το πνεύμα συνοχής και το πνεύμα της πρωταρχίας της πολιτικής ενότητος ήταν πάντα χαλαρό»[2]. Τα άτομα αναγνωρίζονται και μάλιστα τα πιο σημαντικά από αυτά ως αυτά που δίδουν μορφή, κατεύθυνση και τελικά ώθηση σε μια κοινωνία. Ακολουθώντας την ρεαλιστική σχολή, ο Κ.Τσάτσος, συμπεραίνει ότι τα άτομα «κατά το πλείστον και κατά κύριο λόγο κινούνται από εγωιστικά κίνητρα, από συμφέροντα»[3] ενώ η ανισότητα με διάφορες μορφές είναι αυτή που κυριαρχεί. Η λύση είναι η μέση λύση «όπου επιχειρείται, χωρίς την πλήρη κατάπνιξη του ατομικού συμφέροντος, να κρατήσει η μεγαλύτερη δυνατή οικονομική ισότητα μεταξύ των ανθρώπων. Η αριστοτελική αρχή της μεσότητας είναι ίσως και σε αυτό το πρόβλημα η μόνη βατή διέξοδος»[4].

Ο Κ.Τσάτσος θεμελιώνει την δημοκρατική αρχή όπου «η πολιτική εξουσία έχει πηγή τη βούληση του κοινωνικού συνόλου. Στηρίζεται στο consensus, την ομοψυχία για την οποία στην αρχή μιλήσαμε. Με την εξουσιοδότηση ή την έγκριση του κοινωνικού συνόλου η πολιτική εξουσία ορίζει τους βασικούς κανόνες υπό τους οποίους θα την ασκεί. Και μόνο όσο η πολιτική εξουσία την ασκεί σύμφωνα με αυτούς τους συντακτικούς της πολιτείας κανόνες, μόνο τότε δικαιώνεται η εξουσία της. Η πολιτική εξουσία επομένως αντλεί το κύρος της από την κυρίαρχη βούληση του κοινωνικού συνόλου και είναι η έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας»[5] Συνακόλουθη αρχή  είναι η αρχή του κράτους δικαίου δηλαδή «το σύνολο της κοινωνικής ζωής, της δραστηριότητας των ατόμων, των εξουσιαζόντων και των εξουσιαζόμενων πρέπει να διέπεται από πάγιους γενικούς κανόνες δικαίου, που μεταβάλλονται μόνο κατά μια πάγια προκαθορισμένη διαδικασία. Έτσι προστατεύονται όλων τα δικαιώματα, ο καθένας ξέρει μέσα σε τι πλαίσια μπορεί να κινηθεί, τι του επιτρέπεται, τι του απαγορεύεται. Έτσι προστατεύεται η τάξη στις ποικίλες σχέσεις που δημιουργεί η ζωή, υπάρχει ασφάλεια στις συναλλαγές, εμπιστοσύνη αμοιβαία μεταξύ εξουσιαζόντων και εξουσιαζομένων και γενικά εξαφανίζεται ο κίνδυνος της αυθαιρεσίας»[6]. Η συνταγματική τάξη και το κράτος δικαίου «προστατεύουν την ύπαρξη του συνόλου και την ελευθερία του» αλλά «προστατεύουν την ακεραιότητα και την πολιτική ανεξαρτησία του κράτους»[7]. Σε αυτό το σημείο ο Κ.Τσάτσος επανέρχεται για να οριοθετήσει τις έννοιες: «το κράτος δικαίου όπου όλοι έχουν ίσα δικαιώματα τις ίδιες ατομικές ελευθερίες, τις ίδιες δυνατότητες να ζήσουν εναλλάξ ως άρχοντες και αρχόμενοι και όπου όλοι μετέχουν κατά κάποιο τρόπο στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας, το κράτος δικαίου όπου δεν εξουσιάζει ένας όπως στη μοναρχία, ούτε λίγοι όπως στην ολιγαρχία, αλλά το σύνολο, το ονομάζουμε Δημοκρατία»[8]. Στοιχεία απαραίτητα για την επιτέλεση των σκοπών αυτών είναι η διάκριση των εξουσιών και η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων που καθιερώθηκε από τον Ε.Βενιζέλο το 1911 και αποδείχθηκε θετικός παράγων καθώς τα πλεονεκτήματα είναι περισσότερα από τα μειονεκτήματα[9], αλλά και ο έλεγχος που ασκείται από τον Τύπο.

Παρά το γεγονός ότι ο κομματισμός μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να αποθαρρύνει το ανεξάρτητο πνεύμα και να ευνοεί το αγελαίο, ο πολυκομματισμός εξουδετερώνει αντίθετες ροπές «αποτρέπει  την επικίνδυνη μονομέρεια, συμβάλλει στην επικράτηση συμβιβαστικών λύσεων και αν και καθιστά πιο βραδυκίνητη τη λειτουργία του κράτους, τη μεθοδεύει προς μετριοπαθείς λύσεις. Προ παντός όμως ο πολυκομματισμός, έκφραση της πολυγνωμίας, επιβεβαιώνει ως ένα σημείο τη σχετική ελευθερία της πολιτικής σκέψης, που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της αληθινής δημοκρατίας και επιτρέπει το διάλογο μεταξύ των διαφωνούντων, που πολλά μπορεί να διορθώσει και να διασώσει»[10].

Ο Κ.Τσάτσος τονίζει ότι η ύπαρξη παιδείας είναι η προϋπόθεση για την παγίωση της δημοκρατίας: «η δημοκρατία είναι το πολίτευμα των μορφωμένων λαών, των ηθικά, πολιτικά και πολιτιστικά μορφωμένων»[11] και συμπληρώνει «η δημοκρατία χρειάζεται παιδεία. Και όχι μόνο τεχνική αλλά και ανθρωπιστική παιδεία. Χρειάζεται ήμερα ήθη, αντικειμενικές γνώσεις και σεβασμό της ελευθερίας του πλησίον»[12]. Ο πολίτης της δημοκρατίας είναι ο αντίποδας της μάζας και της αγέλης  και με αριστοτελικό τρόπο καταλήγει «η αρετή  αυτή, για να γίνει θεμέλιο μιας πολιτικά ελεύθερης δημοκρατικής συνείδησης, πρέπει να συνυπάρξει με τη συνείδηση του μέτρου που δεν συμβιβάζεται με το κραυγαλέο και το έξαλλο, του μέτρου της ανώτατης αυτής αρχής που χάρισε στον πολιτισμό της ανθρωπότητας η σοφία των αρχαίων Ελλήνων»[13].

Στην δεύτερη ομιλία με θέμα τα «Θεμέλια της Ευρώπης» αφού πρώτα καθορίζει τους γεωγραφικούς και ιστορικούς όρους της, και αναδεικνύει την κυριαρχία της αυτοδιάθεσης των εθνών απαντά σε δύο κρίσιμα ερωτήματα. Ποια θα είναι η μοίρα των εθνών μέσα στην ενωμένη Ευρώπη και ποια πολιτική μορφή θα λάβει η πολιτική της συγκρότηση. Στο πρώτο ερώτημα απαντά ότι «κάθε έθνος θα διατηρήσει ό,τι του είναι απαραίτητο για να αναπτύξει την εθνική του φυσιογνωμία, την πολιτική του ιδιοτυπία, το εθνικό του ήθος. Με άλλα λόγια, μια τέτοια ενότητα εθνών δεν θα έπρεπε να φύγει από την καθιερωμένη αρχή της πρωταρχίας της ιδέας του έθνους»[14]. Στο δεύτερο ερώτημα απαντά ότι η ευρωπαϊκή ενότητα θα πρέπει να έχει τα χαρακτηριστικά μιας αυτοκρατορίας  αλλά της δημοκρατίας ώστε «κάθε έθνος να διαφυλάξει την ιδιομορφία του, την προσωπικότητα του, όπως μόνο σε μια δημοκρατική κυβερνώμενη πολιτεία διατηρεί κάθε άτομο την οντότητά του και τη δημιουργική του ελευθερία»[15]

Υπάρχουν συμφέροντα και αναγκαιότητες που μας οδηγούν στην ενωμένη Ευρώπη: «καμμιά χώρα της Ευρώπης δεν μπορεί ούτε πολιτικά, ούτε στρατιωτικά, ούτε οικονομικά να αντιμετωπίσει, είτε σε έργα ειρήνης, είτε σε έργα πολέμου, κανέναν από αυτούς τους όγκους. Η Ευρώπη κατακερματισμένη μπορεί την κάθε στιγμή να συνθλιβεί από τους δύο πρώτους από τους κολοσσούς αυτούς, (ο τρίτος αποτελεί κίνδυνο μόνο στο απώτερο μέλλον). Ο κατακερματισμός αποτελεί μια θανάσιμη αδυναμία και είναι μόνιμος κίνδυνος για όλη την Ευρώπη. Η ελπίδα ότι μπορεί κανένας να εξαιρεθεί  από την εξόντωση είναι ουτοπία, εκτός αν υποταγεί άνευ όρων σε έναν κολοσσό. Σήμερα επιζεί η ελεύθερη από τον σοβιετικό ιμπεριαλισμό Ευρώπη, διότι την στηρίζει η Αμερική. Κατά βάση η Αμερική είναι σύμμαχος. Αλλά η συμμαχία έχει τα όρια της. Από ένα σημείο και πέρα ανακύπτουν και διαφορετικά και αντίθετα ακόμη συμφέροντα. Μια κατακερματισμένη Ευρώπη σε μια τέτοια αντίθεση είναι ανίσχυρη και οικονομικά και πολιτικά. Αντιθέτως μια ενωμένη Ευρώπη αποτελεί ένα νέο κολοσσό, με πολλές δυνατότητες, και εκεί όπου συμμαχεί με την Αμερική εναντίον τρίτων να αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα και εκεί όπου αντιδικεί μαζί της να την ανταγωνίζεται αποτελεσματικά. Με άλλα λόγια η Ευρώπη, μόνο ενωμένη μπορεί να παίξει έναν ιστορικό ρόλο, μόνο αν γίνει και αυτή ένας κολοσσός μπορεί αυτοδύναμα να επιζήσει»[16]. Ο στόχος λοιπόν είναι η ευρωπαϊκή ένωση να «πάρει τη μορφή μιας συνομοσπονδίας δημοκρατικών πολιτειών. Τα σύνορα προς τις έξω από τη  συνομοσπονδία πολιτείες θα είναι κοινά σύνορα. Τα σύνορα λ.χ. της Ελλάδος θα είναι συγχρόνως και σύνορα αυτής της ευρωπαϊκής πολιτείας»[17].

Ορθά επισημαίνει ο Κ.Τσάτσος ότι δεν είναι αρκετή η ύπαρξη κοινών συμφερόντων αλλά χρειάζεται ένα κοινό αξιακό θεμέλιο: «αυτό το σύστημα αξιών γεννήθηκε πρώτα εδώ στην Ελλάδα και σε όσα σ’ αυτό βασικά έδωσε η Ελλάδα προστέθηκαν οι αξίες που έδωσε η Ρώμη και ο Χριστιανισμός. Αυτό το σύστημα αξιών είναι το κοσμοθεωρητικό βάθρο απάνω στο οποίο οικοδομήθηκε  και μορφώθηκε η σύγχρονη Ευρώπη»[18]. Η συμβολή του ελληνισμού επιγραμματικά αναφέρεται: «εδώ πρωτοφανερώθηκε ο ευρωπαίος άνθρωπος, ο ελεύθερος άνθρωπος, ο μη αγελαίος, το άτομο. Εδώ εμφανίζονται οι πρώτες κοινωνίες ελευθέρων ανθρώπων που αυτόνομα και ελεύθερα σκέπτονται και ζουν ελεύθερα. Εδώ εκράτησε η αρχή ότι οι ίδιοι ελεύθεροι άνθρωποι μπορεί να είναι εναλλάξ και άρχοντες και αρχόμενοι, διότι όλοι έχουν ίσα πολιτικά δικαιώματα. Εδώ γεννήθηκε η δημοκρατία. Εδώ γεννήθηκε η σκέψη η απαλλαγμένη από τον φόβο των υπερφυσικών δυνάμεων, από προκαταλήψεις, από τις μυθικές ερμηνείες των φυσικών φαινομένων –η σκέψη που αναζητά το «τι εστί» μόνο με τη λογική, μόνο με τον λογικό ειρμό και τη μαθηματική αναγκαιότητα»[19]. Αν η Ελλάδα συμβάλλει με την δημοκρατική σκέψη και οργάνωση, η Ρώμη προσφέρει το δίκαιο και την νομική σκέψη, ενώ ο χριστιανισμός επικρατεί χάρις του συνδυασμού του με την ελληνική μεταφυσική σκέψη.

Τελικά «η ελληνικότητα δεν είναι πια γνώρισμα μόνο των Ελλήνων, αλλά όλων των ευρωπαίων είτε βρίσκονται στον ευρωπαϊκό γεωγραφικό χώρο, είτε έχουν ξεχυθεί σε άλλους ηπείρους, ιδίως στην Αμερική. Είναι η ατίμητη δωρεά του Ελληνισμού, όχι μόνο των κλασσικών, αλλά και των μεταγενεστέρων αιώνων προς τον άνθρωπο, που έχει τα κοινά γνωρίσματα του ευρωπαίου, την ανθρωπιά, τη λατρεία της ελευθερίας, μέσα στη συνείδηση και μέσα στη κοινωνία, τη λογικότητα, το πνεύμα αναζήτησης»[20].

Στα πλαίσια αυτά ούτε η «ελληνικότητα», ούτε τα ελληνικά χαρακτηριστικά αναιρούνται μέσα στην ενωμένη Ευρώπη, αλλά γίνονται αυτό που πάντα ήταν:

«Δεν νοείται Ευρώπη χωρίς Ελλάδα. Οι Ευρωπαίοι, όλοι, έχουν την Ελλάδα μέσα τους, μέσα στον πολιτισμό τους, μέσα στα ήθη τους, μέσα στους νόμους των, μέσα στους μύθους των, μέσα στον τρόπο που σκέπτονται και γράφουν. Αλλά δεν νοείται και Ελλάδα χωρίς Ευρώπη. Η Ευρώπη είναι ο τόπος μας. Δεν έχουμε ανάγκη να ξενητευθούμε για να ζήσωμε στην Ευρώπη. Είμαστε επί τρεις χιλιετηρίδες οι ακρίτες αυτής της γης. Τα σύνορα μας δεν είναι μόνο σύνορα της Ελλάδας. Είναι και τα σύνορα της Ευρώπης.Και της μεγάλης αυτής πατρίδας τα σύνορα θα τα φυλάξομε όλοι μαζί, όλοι οι ελεύθεροι πολίτες των αληθινών δημοκρατιών. Για να μπορούμε  όμως να μιλάμε και τέτοια να διεκδικούμε εμείς οι Έλληνες, πρέπει πρώτα εμείς οι ίδιοι, να μην ξεχνούμε την ελληνικότητά μας και τη σημασία που έχει και για την προσωπική μας και για την εθνική μας ζωή, να την φυλάμε ως κόρην οφθαλμού και να μην παραδινόμαστε επιπόλαια σε αλλότριες οθνείες επιδράσεις. Η Ευρώπη μας θέλει ως Έλληνες και όχι ως απαρνητές της ελληνικότητας μας. Και γι’ αυτό χρειάζεται η παιδεία μας να είναι ελληνική, διαποτισμένη από την γνήσια, όχι την παραποιημένη παράδοση της ιστορίας μας»[21]. Ο  Κ.Τσάτσος τελειώνει με ένα απόσπασμα από την ομιλία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη προς τους νέους της Ελλάδας, στην Πνύκα, στις 8 Οκτωβρίου 1838 που μεταξύ άλλων  τουεσυμβουλεύει «να σκλαβωθήτε στα γράμματά σας»[22].

 

 



[1] Κ.Τσάτσος, Δημοκρατία και Ευρώπη, εκδόσεις Αστρολάβος/Ευθύνη, Αθήνα 1982, σελ.9.

[2] Ό. π. σελ.11.

[3] Ό. π. σελ.15.

[4] Ό . π. σελ.15,16.

[5] Ό. π. σελ.17.

[6] Ό. π. σελ. 18.

[7] Ό. π. σελ.19.

[8] Ό. π. σελ.21.

[9] Ό. π. σελ.26.

[10] Ό. π. σελ.30,31.

[11] Ό. π. σε.34.

[12] Ό. π. σελ.35.

[13] Ό. π. σελ.36.

[14] Ό. π. σελ.49.

[15] Ό. π. σελ. 49.

[16] Ό. π. σελ.53,54.

[17] Ό. π. σελ.61.

[18] Ό. π. σελ.64.

[19] Ό. π. σελ. 65.

[20] Ό. π. σελ.68,69.

[21] Ό. π. σελ. 69,70.

[22] Ό. π. σελ. 70.

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2024

Κωνσταντίνος Τσάτσος: 27 Οκτωβρίου 1941- πράξη ανυπακοής στο κατοχικό καθεστώς

            




Στις 27 Οκτωβρίου 1941 ο Κ.Τσάτσος, εν μέσω κατοχής, θα μιλήσει στους φοιτητές για την αντίσταση στην γερμανο-ιταλική εισβολή. Ήδη από το πρωί της 24 Οκτωβρίου τοιχοκόλλησε την ανακοίνωση «την Τρίτην εικοστήν ογδόην Οκτωβρίου κωλύομαι να διδάξω». Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου προσπάθησε να τον αποτρέψει. Στις 27 Οκτωβρίου εισέρχεται στο Πανεπιστήμιο: «Φθάνοντας στο Πανεπιστήμιο ήρθανε προς προϋπάντηση μου ο Δεσποτόπουλος, ο Καστοριάδης και ο Γόντικας, για να μου πουν ότι η αίθουσα του Κεντρικού Αμφιθεάτρου, όπου θα δίδασκα, ήταν ασφυκτικά γεμάτη και τα παιδιά με μεγάλες εκδηλώσεις περίμεναν να τους μιλήσω…Ύστερα μπήκα στην αίθουσα  διδασκαλίας. Απάνω από 500, όρθιοι όλοι, μόλις μπήκα, με χειροκρότησαν επί πολλά λεπτά της ώρας. Τα χέρια μου τρέμαν. Αμέσως ύστερα ψάλλανε τον Εθνικό Ύμνο με στεντόρια φωνή, αλλά με συγκίνηση και με τέλεια-έτσι την αισθάνθηκα- ακρίβεια και μέτρο. Στο τέλος φώναξαν τα παιδιά «Ζήτω η Ελλάς». Και σήκωσα και εγώ το χέρι μου και φώναξα: « Ζήτω η Ελλάς». Ύστερα έγινε ησυχία. και είπα στα παιδιά –μέσα σε απόλυτη σιγή- αυτά τα λόγια…» Στον λόγο του ο Κ.Τσάτσος θα αναφέρει μεταξύ άλλων «τοποθετημένη στο σύνορο του ευρωπαϊκού πολιτισμού η φυλή μας δέχτηκε τις επιθέσεις συχνά των βαρβάρων που έρχονταν να τον καταλύσουν. Στην αρχαιότητα, με τους Μηδικούς Πολέμους, δεν έσωσε τον θησαυρό που ονομάζομε ευρωπαϊκό πολιτισμό; Είναι νοητός ευρωπαϊκός πολιτισμός χωρίς μια ελεύθερη Αθήνα; Στους μέσους χρόνους, επί χίλια χρόνια έφραζε τις πύλες της νότιας Ευρώπης και προφύλαγε την αρχαία κληρονομιά ως που να ανδρωθούν άλλοι λαοί και να την αξιοποιήσουν. Και στους νέους χρόνους ανάλογους αγώνες αγωνίσθηκε η φυλή μας. Συχνά μέσα στους αγώνες αυτούς η χώρα ολόκληρη κατακτιόνταν και φαινόταν σα να ήταν να σβήση για πάντα πια το μεγάλο γένος. Και όμως, μέσα από την τέφρα αναζητούσε πάντα ξανά ο φοίνικας της  ψυχής μας, με τις ίδιες αρετές, τις ίδιες δυνάμεις και τις ίδιες κακίες και άρχιζε ξανά η εθνική ζωή προς καινούργια πεπρωμένα. Ό,τι τόσες φορές συνέβαινε στους αιώνες, γιατί ν’ αμφιβάλλομε πως θα συμβεί ξανά και τώρα; Είστε μια ευλογημένη γενεά. Εμάς,  μας  μάρανε τα παιδικά χρόνια ο πρώτος πόλεμος. Ζήσαμε τα νιάτα μας μέσα στις ατασθαλίες και τις αμαρτίες της μεταπολεμικής περιόδου και τώρα, στα ώριμα χρόνια που θάπρεπε να είμαστε εν πλήρει δράσει, βρισκόμαστε σκλάβοι, αδύναμοι να δώσωμε ό,τι μας ανήκει να δώσομε. Εσείς, μόλις εγκαταλείψτε τα φοιτητικά εδώλια θα βρήτε μιαν ελεύθερη χώρα, ένα πιο αναπεπταμένο παρά ποτέ πεδίο δράσης. Όσα κατακτήσανε αυτοί που κοιμούται στα χιόνια της Αλβανίας, αυτοί που γυρίζουν χωρίς πόδια, χωρίς χέρια, και χωρίς μάτια στους δρόμους, εσείς θάχετε την τιμή και την ευτυχία να τα καρπωθήτε, και να τα αξιοποιήσετε. Γι’ αυτό η θέση της γενεά σας θα είναι σημαντική Δεν πρέπει να σταθήτε στο επίπεδο των ενθουσιασμών, πρέπει να ανεβήτε στο επίπεδο της πολιτικής συνείδησης»[1].

Η ομιλία του Κ.Τσάτσου δημιούργησε ενθουσιασμό στο πλήθος των φοιτητών που την άκουσε ή στην συνέχεια την πληροφορήθηκε. Όταν επέστρεψε στο σπίτι του διηγήθηκε τα όσα συνέβησαν στην σύζυγό του Ιωάννα και στον Κίτσο Μαλτέζο που τον επισκέφτηκε. Κατόπιν μετά από παραίνεση ανώνυμου αστυνομικού εγκαταλείπει το σπίτι του και κρύβεται στο σπίτι του φίλου του νομικού Γ.Λάππα. Ακολούθησαν διαδηλώσεις συμπαράστασης φοιτητών έξω από το σπίτι του. Αλλά «την επόμενη η Κυβέρνηση με απέλυσε από καθηγητή με ένα απλό Διάταγμα και με στερούσε από κάθε συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Ήθελε να δείξη ζήλο απέναντι των Αρχών Κατοχής. Δεν αρκούσε η καταδίωξη και η σύλληψή μου που δεν κατορθώθηκε διότι,  όπως ήδη είπα, κρύφτηκα εγκαίρως. Ήταν οικονομικά ένα γερό χτύπημα. Στερήθηκα το μισθό μου απάνω από δυο χρόνια. Ύστερα, ο φίλος μου ο Λούβαρις, ο ευγενικός και τραγικός αυτός άνθρωπος, με ξαναδιόρισε στο τέλος του 1943, αν θυμάμαι καλά»[2].

Η Ιωάννα Τσάτσου περιγράφει και αυτή τα γεγονότα: «η αλληλεγγύη μεταξύ των σκλάβων Ελλήνων πήρε όλη της τη διάσταση στις 28 Οκτώβρη 1941. Οι Πανεπιστημιακές Αρχές είχαν κηρύξει τη μέρα αυτή της Νίκης καθημερινή. Στις 27, την παραμονή, ο Τσάτσος μίλησε με συγκίνηση στους φοιτητές και τους είπε: «Αύριο 28 Οκτώβρη δεν θα γίνει μάθημα, είναι αργία. Είναι η εθνική μας γιορτή.» Φίλος μας ειδοποίησε πως υπάρχει αυστηρή διαταγή στην αστυνομία να τον συλλάβουν. Δεν γνωρίζαμε αν είναι ελληνική ή ιταλική εντολή. Σκόπιμο ήταν να φύγει από το σπίτι. Κι έφυγε»[3].

 

 



[1] Κ.Τσάτσου, Η λογοδοσία μιας ζωής, τόμος α’, εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 2001, σελ.288,289,290

[2] Ό. π. σελ.293.

[3] Ιωάννας Τσάτσου, Κυδαθηναίων 9,Αστρολάβος/Ευθύνη, Αθήνα 1994, σελ. 82.







Οι 4 αποτυχημένες προσπάθειες του Κωνσταντίνου Καραμανλή να στείλει μια μεραρχία στην Κύπρο τον Αύγουστο του 1974 -από το βιβλίο του Σωτήρη Ριζα:Το χρονικό της κυπριακής τραγωδίας(εκδόσεις Ψυχογιός, Αθήνα,2024)

 






Διαβάζουμε στο σημαντικό βιβλίο του Σ.Ριζά που προσφατα κυκλοφόρησε τις 4 ατελέσφορες προσπάθειες του Κ.Καραμανλή να στείλει στρατό στην Κύπρο. Οι κύριοι λόγοι της αποτυχίας ήταν ότι η τότε στρατιωτική ηγεσία-που προηγουμένως είχε διατάξει το πραξικόπημα κατά του αρχιεπισκόπου Μακαρίου- σε όλες τις περιπτώσεις ομολόγησε ότι χρειαζόταν περίπου δέκα μέρες για να ετοιμάσει μια μεραρχία, ότι η χώρα δεν ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει σε ένα συνολικό πόλεμο με την Τουρκία και ότι τα αεροπλάνα που θα αποστέλλονταν στην Κύπρο δεν θα είχαν καύσιμα να επιστρέψουν και άρα θα είχαν απωλεσθεί σε μια γενικευμένη πολεμική σύρραξη. Συγχρόνως ομολογούσε ότι η κατάσταση στο Έβρο ήταν καλή-παρότι ακόμη πολλά άρματα βρίσκονταν στο λεκανοπέδιο- ενώ η κατάσταση στο Αιγαίο ήταν εξαιρετικά ανησυχητική. Επίσης δήλωσε ότι δεν ήταν απόλυτα ασφαλείς οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις της χώρας σε περίπτωση τουρκικής επίθεσης.
Γράφει ο Σ.Ριζάς:
α . " Στις 3 Αυγούστου πραγματοποιήθηκε μια σημαντική σύσκεψη στην οποία προσήλθε με κάποια καθυστέρηση ο Καραμανλής, με συμμετοχή των Μαύρου, Αβέρωφ και των αρχηγών των Ενόπλων Δυνάμεων. Το βασικό ζήτημα ήταν η δυνατότητα της Ελλάδας να παρέμβει στρατιωτικά στην Κύπρο...Ο Καραμανλής, ωστόσο, παρατήρησε καταληκτικά ότι, αν στην Κύπρο δεν αποκαθίστατο κάποια ισορροπία, τότε η Ελλάδα θα έπρεπε να αποστείλει μια ισχυρή μεραρχία. Διέταξε την προετοιμασία για την αποστολή της, αν και διευκρινίστηκε ότι η απόφαση δεν είχε ληφθεί. Οι στρατιωτικοί ανέφεραν ότι χρειάζονταν έξι έως δέκα μέρες για την προετοιμασία της"(σελ.123,124).
β. " Στις 12 Αυγούστου σε πολιτικοστρατιωτική σύσκεψη υπό την προεδρία του στρατηγού Γκιζίκη, διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχαν δυνατότητες για μείζονες επιθετικές ενέργειες στον Έβρο ή στο Αιγαίο, ενώ έτεινε να απασχολεί τους συμμετέχοντες η πιθανότητα αξιοποίησης ελληνοτουρκικής εμπλοκής από την πλευρά της Βουλγαρίας...Σε ερώτημα του Καραμανλή σχετικά με τη δυνατότητα αποστολής μεραρχίας στην Κύπρο, οι αρχηγοί απάντησαν ότι το εγχείρημα αυτό θα απασχολούσε το σύνολο των αεροπορικών και ναυτικών δυνάμεων και η έκβαση του ήταν αμφίβολη λόγω της παρουσίας ισχυρών τουρκικών αεροπορικών και ναυτικών δυνάμεων στην περιοχή"(σελ.133).
γ. "Στις 13 Αυγούστου ο Αβέρωφ συγκάλεσε και πάλι σύσκεψη με τους αρχηγούς των Ενόπλων Δυνάμεων. Ο στρατηγός Μπονάνος υποστήριξε ότι η ελληνική στρατιωτική δύναμη υπό τον στρατηγό Καραγιάννη στην Κύπρο δεν ήταν σε θέση να προβάλει αντίσταση σε τουρκική προέλαση. Ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων πίστευε επίσης ότι δεν εφικτή η αποστολή ενισχύσεων. Με τον στρατηγό Μπονάνο συμφώνησε και ο αρχηγός Στρατού αντιστράτηγος Γαλατσάνος, ο οποίος τόνισε ότι ενδεχόμενη άμυνα μέχρι εσχάτων δε θα είχε αποτέλεσμα, αλλά πιθανώς θα έτρεπε τους Τούρκους σε διεύρυνση των εδαφικών στόχων τους"(σελ.133,134).
δ. "Όταν τα ξημερώματα της 14ης Αυγούστου ο Καραμανλής κάλεσε σε σύσκεψη τον Αβέρωφ και τους αρχηγούς των Ενόπλων Δυνάμεων, με την παρουσία και του υπουργού παρά τω πρωθυπουργώ Γεωργίου Ράλλη, ο Αβέρωφ, σε αντίθεση με τον Ράλλη συντάχθηκε με την άποψη των αρχηγών ότι η αποστολή της μοίρας των αεροσκαφών F-4 και των τριών συγχρόνων υποβρυχίων δεν επρόκειτο να επιδράσει στην πορεία των επιχειρήσεων στην Κύπρο, ενώ, αντίθετα, θα στερούσε την Ελλάδα από χρήσιμες μονάδες σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου. Ο Καραμανλής ζήτησε εναλλακτικά την αποστολή μίας μεραρχίας, αλλά οι αρχηγοί επανέλαβαν ότι χρειάζονταν αρκετές ημέρες για να τη συγκροτήσουν, ενώ είχαν και επιφυλάξεις για τη δυνατότητα μεταφοράς της με ασφάλεια στο θέατρο των επιχειρήσεων. Δεν απέμενε συνεπώς, εναλλακτική λύση από την επιδίωξη διπλωματικής υποστήριξης από την πλευρά των Δυτικών δυνάμεων, πρωταρχικά των Αμερικανών και του ΝΑΤΟ"(σελ.135).
Η Ελλάδα στις 15 Αυγούστου απεχώρησε από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, συγχρόνως ζήτησε από την Αγγλία "την αεροπορική κάλυψη μιας νηοπομπής η οποία θα μετέφερε στην Κύπρο μια ελληνική μεραρχία"(σελ.136). Η απάντηση που δόθηκε ήταν αρνητική. Η αποχώρηση από το ΝΑΤΟ για την Ελλάδα στρατιωτικά ήταν ζημιογόνος αλλά πολιτικά ήταν επιτυχής(σελ.149).



Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

Οι διώξεις του Κωνσταντινου Τσάτσου από την δικτατορία Ι.Μεταξά

 






Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ή να αποσιωπούμε  ότι ο Κ. Τσάτσος δεν αποδέχθηκε την δικτατορία Μεταξά, ούτε την στελέχωσε όπως έκαναν άλλοι σαν τον Α. Τερζάκη, για παράδειγμα, που ανέλαβε την διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου, αλλά εξορίστηκε από αυτή στην Σκύρο και στις Σπέτσες. Επίσης στην διάρκεια της τριπλής κατοχής, παύτηκε για ένα διάστημα από καθηγητής στο Πανεπιστήμιο μετά από πατριωτικό λόγο που εκφώνησε στις 27 Οκτωβρίου 1941 ενώπιον των φοιτητών του.

Ο Κ.Τσάτσος γράφει για την δικτατορία Μεταξά: «όσο για τον Μεταξά, και αυτός γλυκάθηκε με την άνετη διακυβέρνηση υπό δικτατορικό καθεστώς και άρχισε να οικοδομή όνειρα που συνδέονταν με την διαιώνισης της εξουσίας. Ενώ δεν έκανε καμμιά ουσιαστική μεταρρύθμιση στον οικονομικοκοινωνικό χώρο, ούτε στην παιδεία ή ακόμη και στο στρατό, έκανε μερικά πυροτεχνήματα με την νεολαία της ΕΟΝ και τα εργατικά συνδικάτα για να δείξη, ενώ δεν ήταν, μεταρρυθμιστής. Εκτός, λοιπόν, του πολιτικού κόσμου, βαρειές είναι και οι ευθύνες τόσο του βασιλιά όσο και του Μεταξά που  δεν φρόντισαν να επαναφέρουν τον τόπο στην ομαλότητα, ή τουλάχιστον να σκεφθούν για το μέλλον…Στην αρχή η δικτατορία δεν με πείραξε προσωπικά. Με τραυμάτισε μόνο με την εξορία του Μίστου. Πολιτική δραστηριότητα δεν σκέφθηκα να αναπτύξω. Με συγκλόνιζαν όμως ηθικά, και μένα και τους μαθητές μου, τα πολιτικά γεγονότα. Στο Πανεπιστήμιο τον Σεπτέμβριο, μαζί με τα μαθήματα άρχισε διακριτικά ο χαφιεδισμός, ο πρώτος που γνώρισα. Χαφιέδες παρακολουθούσαν τα μαθήματά μου για να δουν αν μιλώ εναντίον της δικτατορίας. Ήταν παιδιά που ούτε γυμνάσιο δεν είχαν τελειώσει και δεν καταλάβαιναν καν τι έλεγα. Με κοίταζαν με κοιμισμένα μάτια και μόνο όταν πρόφερα τις λέξεις «δημοκρατία» ή «δικτατορία» ξυπνούσαν, χωρίς φυσικά να μπουν στο νόημα»[1]

Το 1938 οργανώθηκε τον «Παρνασσό» επιστημονικό μνημόσυνο για τον Ι.Συκουτρή το οποίο παρακολούθησε και ο ίδιος ο Ι.Μεταξάς. Η ομιλία του Κ.Τσάτσου δημοσιεύθηκε στην «Νέα Εστία». Κατόπιν ο δικτάτορας τον κάλεσε στο Υπουργείο Εξωτερικών όπου συζήτησαν για δύο ώρες: « Ο Μεταξάς είχε κάποια μόρφωση, ήταν έξυπνος και στοχαστικός άνθρωπος. Ήταν πολύ απλός και μου έδειξε πολλή συμπάθεια. Ήξερε φυσικά τα φρονήματά μου και απέφυγε θέματα που μπορούσαν να κρυώσουν το κλίμα της συνομιλίας μας. Είναι φανερό πως ήθελε να με κερδίση. Δεν πέρασαν άλλωστε πολλές μέρες και μου έγινε, νομίζω από τον Αλέκο Κανελλόπουλο, πρόταση να αναλάβω κάποιο ανώτατο αξίωμα στην περίφημη ΕΟΝ. Φυσικά αρνήθηκα και από τότε αισθάνθηκα να μαζεύονται σύννεφα τριγύρω μου. Ο φάκελλός μου άρχισε να βαραίνη. Δυο-τρία ταξίδια στην Κύθνο και στην Κάρυστο, τόπους εξορίας του Παναγιώτη(σημ.Κανελλόπουλου), πρόσθεσαν μερικούς κακούς βαθμούς στον έλεγχο μου ώσπου το καλοκαίρι του 1939,μόλις επιτέθηκε ο Χίτλερ κατά της Πολωνίας, έστειλα στον Παναγιώτη ένα μακρύ γράμμα όπου εξέφραζα τις ελπίδες μου για το σύντομο τέλος των δικτατοριών»[2].  Στην επιστολή του ο Κ.Τσάτσος αναφέρεται στον «σάπιο φασισμό» και στους χυδαίους επιβήτορες της εξουσίας με τις «ιταμές ρατσιστικές και φασιστικές θεωρίες τους»[3].

Αν και ανώνυμη η επιστολή, η ασφάλεια αναγνώρισε τον γραφικό του χαρακτήρα. Συνελήφθη και εξορίστηκε στην συνέχεια στην Σκύρο. Με παρέμβαση του Βαρβαρέσου, ο Μανιαδάκης τον μετέφερε στις Σπέτσες. Νοίκιασε σπίτι στην περιοχή της Κουνουπίτσας, σε ένα σπίτι όπου πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής της η Μπουμπουλίνα. Εδώ θα ολοκληρώσει ένα μεγάλο μέρος από το έργο του για την «Κοινωνική φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων».

Εδώ θα τον επισκεφτούν ο Γιώργος Κατσίμπαλης και ο Χένρυ Μίλερ. Την συνάντηση περιγράφει ο τελευταίος στο βιβλίο του «Ο κολοσσός του Μαρουσιού»(σελ.83-σελ.87): «Στεκόμουν στην είσοδο θαυμάζοντας το κτίριο και καθώς γυρισα να φύγω  είδα τον Κατσίμπαλη να πλησιάζει παίζοντας το μπαστούνι του. Έσερνε από πίσω του ένα φίλο του- τον κύριο Ύψιλον, έτσι θα τον πω, για να μην είμαι αδιάκριτος. Ο κύριος Ύψιλον ήταν πολιτικός εξόριστος, όπως έμαθα. Είχε μεταφερθεί στις Σπέτσες από κάποιο άλλο νησί εξαιτίας της κακής του υγείας. Ο κύριος Ύψιλον μου άρεσε αμέσως, από τη στιγμή της χειραψίας. Μιλούσε γαλλικά, καθώς δεν ήξερε καθόλου αγγλικά, αλλά με γερμανική προσφορά. Ήταν τόσο Έλληνας όσο μπορεί να είναι ένας Έλληνας, αλλά είχε σπουδάσει στη Γερμανία. Εκείνο που μου άρεσε σ’ αυτόν ήταν η κοφτερή, ζωηρή του φύση, η ευθύτητά του, το πάθος του για λουλούδια και τη μεταφυσική. Μας πήγε στο δωμάτιο του σ’ ένα μεγάλο εγκαταλειμμένο σπίτι, σε αυτό το ίδιο σπίτι όπου είχαν πυροβολήσει την περίφημη Μπουμπουλίνα. Όσο εμείς μιλούσαμε, αυτός έβγαλε έξω μια μπανιέρα από λαμαρίνα και τη γέμισε ζεστό νερό για το μπάνιο του. Σ’ένα ράφι κοντά στο κρεβάτι είχε μια συλλογή βιβλίων. Έριξα μια ματιά στους τίτλους, που ήταν σε πεντέξι γλώσσες: η Θεία Κωμωδία, ο Φάουστ, ο Τόμ Τζόουνς, μερικοί τόμοι του Αριστοτέλη, ο Φτερωτός όφις, οι Διάλογοι του Πλάτωνος, δυο τρεις τόμοι Σαίξπηρ και τα λοιπά»[4]. Ο Κατσίμπαλης ανέφερε ότι ό Τσάτσος ήταν «σπουδαίος άνθρωπος»[5]. Σε ένα σημείο της συζήτησής τους ο Τσάτσος λέγει ότι η μετάφραση δεν μπορούσε να αποδώσει «το άρωμα και την ομορφιά της νεοελληνικής»[6], απήγγειλε ποίηση του Σεφέρη, εδάφια της Βίβλου, Σικελιανό και Π.Γιαννόπουλο.

Τον Ιανουάριο του 1940 ο Κ.Τσάτσος επέστρεψε από την εξορία. Με το ξέσπασμα του πολέμου ο Τσάτσος, με τον Ι.Θεοδωρακόπουλο και τον Ι.Κακριδή απηύθυναν επιστολή προς τον Ι.Μεταξά για να καταταγούν ως εθελοντές, η οποία απορρίφθηκε με παρέμβαση του Κ.Μανιαδάκη και του Γεώργιου Βλάχου.

 



[1] Κ.Τσάτσος, Η λογοδοσία μιας ζωής, τόμος α’, εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 2001, σελ.265.

[2] Ό. π. σελ.266,267.

[3] Ό. π. σελ. 267,268.

[4] Χένρι Μίλλερ, Ο κολοσσός του Μαρουσιού,πρόλογος Αλέξανδρος Αργυρίου, μετάφραση Ιωάννα Καρατζαφέρη, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2014, σελ.83.

[5] Ό. π. σελ.84.

[6] Ό. π. σελ. 85.

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2024

Ί.Δραγούμης: Γιατί θα πρέπει να πολεμήσουμε με την Αντάντ- μια σκέψη κόντρα στις μοναρχικές επιλογές που οδήγησαν στον εθνικό διχασμό

Από το  έργο του  Γ.Βεντήρη, Η Ελλάς του 1910-1920, α' τόμος, εκδόσεις Ικαρος, Αθήνα 1970, σελ.299.






Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Κ.Καστοριάδης: δεν είναι ο Αριστοτέλης αλλά ο Μαρξ ο μεταφυσικός

 



Ένα από τα πιο σημαντικά δοκίμια του Κ.Καστοριάδη είναι το "Αξία, ισότητα, δικαιοσύνη, πολιτική: από τον Marx στο Αριστοτέλη και από τον Αριστοτέλη σ' εμάς" το οποίο είναι αφιερωμένο στον Κ.Δεσποτόπουλο και περιλαμβάνεται στο βιβλίο του "Τα σταυροδρόμια του λαβύρινθου"(εκδόσεις Ύψιλον,1991,μετ.Ζήση Σαρίκα). Αντικείμενο είναι η θεωρία της αξίας του Μαρξ, τα αδιέξοδα που πέφτει και ο μεταφυσικός της τελικά χαρακτήρας της. Άλλωστε θεωρεί το α' μέρος του "Κεφαλαίου" μεταφυσικό(σελ.307).
Το πιο βασικό πρόβλημα που εντοπίζει είναι ότι δεν μπορεί να προσδιοριστεί ο "κοινωνικά αναγκαίος χρόνος" , αλλά και επίσης η εργασιακή δύναμη δεν είναι ένα εμπόρευμα ανάμεσα στα άλλα.
Ανάμεσα στα συμπεράσματα του Καστοριάδη είναι: " ο μεταφυσικός στην προκειμένη περίπτωση είναι ο συγγραφέας του Κεφαλαίου και όχι ο συγγραφέας του Μετά τα φυσικά"(σελ.360).
Σε ένα πιο σύντομο βιβλίο του με το τίτλο "Το επαναστατικό πρόβλημα σήμερα"(εκδόσεις Βέργος,1976) που περιλαμβάνει συνεντεύξεις και ομιλίες μεταξύ άλλων επαναλαμβάνει: "ή η εργατική δύναμη είναι εμπόρευμα ή το βιοτικό επίπεδο των εργατών καθορίζεται απ' την πάλη τους. Τα δύο μαζί είναι αδύνατα. Ένα εμπόρευμα δεν μπορεί να ¨δρα" για να μεταβάλλει την "ανταλλαχτική του αξία". Είδατε ποτέ το κάρβουνο να απαιτεί ύψωση της τιμής του;"(σελ.62).

Σκέψεις για την δαιμονοποίηση της "Δύσης"

 





α. Όλος ο κόσμος βρίσκεται σε διαδικασία εκδυτικισμού. Αφομοιώνει μάλλον πιο εύκολα ότι δυσαρεστεί κάποιους δυτικούς διανοούμενους, την επιστήμη και την εφαρμοσμένη επιστήμη, τον εργαλειακό ορθολογισμό, την τεχνική και την τεχνολογία την άμετρη ροπή για κατανάλωση. Όμως όσο καλοί μαθητές αναδεικνύονται στην υιοθέτηση της εφαρμοσμένης επιστήμης τόσο κακοί μαθητές αποδεικνύονται στην υιοθέτηση των δημοκρατικών θεσμών και του κράτους δικαίου. Στην Κίνα το καθεστώς το μόνο στοιχείο που διατήρησε από την ιδεολογία του είναι το μονοπώλιο της πολιτικής εξουσίας και τον απηνή διωγμό των διαφωνούντων. Στο Ιράν ο λαός καλείται να επιλέξει μεταξύ υποψηφίων με την ίδια ακριβώς ισλαμική ιδεολογία. Στην Ρωσία η αντιπολίτευση συχνά διακινδυνεύει την βιολογική της ύπαρξη. Στην Τουρκία οι εκπρόσωποι των Κούρδων βρίσκονται στην φυλακή εδώ και αρκετά χρόνια. Σε άλλες χώρες όπως στην Συρία η απόπειρα να αλλάξει η κυβέρνηση οδήγησε σε εμφύλιο πόλεμο. Και αν η Δύση κατηγορείται για τις παλαιότερες αμαρτίες, όπως την αποικιοκρατία δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η Τουρκία όπως και οι Άραβες είχαν διακριθεί στην υποδούλωση άλλων λαών και στην καταστροφή των πολιτισμών τους.
β. Ανοχή στην διαφορετική άποψη και απεριόριστος σεβασμός στον κριτικό λόγο,ελεύθερες εκλογές, ομαλή εναλλαγή στην εξουσία συμβαίνουν μόνο σε αυτό τον χώρο που ο Καστοριάδης ονόμασε ελληνοδυτικό κόσμο εκεί δηλαδή που κυριαρχού,ν αυτές που ο ίδιος ονόμασε,οι φιλελεύθερες ολιγαρχίες. Η κατάσταση αυτή προυπόθεσε τους αγώνες των λαών της Ευρώπης, τις πικρές εμπειρίες των ολοκληρωτισμών και των πολέμων αλλά και ένα ιδιαίτερο πνευματικό κλίμα που καλλιέργησαν οι τρείς διαφορετικές παραδόσεις του αρχαιοελληνισμού, της Ρώμης και του ιουδαιοχριστιανισμού.
γ. Η κριτική, στην Δύση, όχι μόνο δεν αποτρέπεται αλλά θεωρείται απαραίτητη για να διορθώνουμε τα λάθη μας. Πολύ περισσότερο πλέον ταιριάζει στην αισθητική και στον τρόπο ζωής μας που ταυτίζεται με την πολυφωνία και τον πλουραλισμό. Μια σειρά σημαντικοί στοχαστές από τον Ρεμπώ, την Σιμόν Βείλ, τον Νίτσε ως τον Έλιοτ, τον Χέντερλιν, τον Σαρτρ, τον Καμύ, τον Ματίς και πολλούς ακόμη έκριναν την Δύση ακριβώς γιατί έζησαν στην Δύση. Θα μπορούσε να ζήσει ο Μπρετόν σε ένα ισλαμικό καθεστώς;
δ. Αν ο αντιδυτικισμός μπορούσε να μας οδηγήσει στην εθνική απομόνωση, στην εθνική ομφαλοσκόπηση τότε θα είχαμε μια "μικρά και έντιμο Ελλάδα", φτωχή με ολοκληρωτικό καθεστώς που θα ομοιάζει με την Αλβανία του Εμβέρ Χότζα, η την Ρουμανία του Τσαουσέσκου.

Δίχως λογική σκέψη στην εξωτερική πολιτική οδηγούμεθα σε ανεπανόρθωτες εθνικές καταστροφές






Η λογική σκέψη και ανάλυση είναι περισσότερο αναγκαία στην εξωτερική πολιτική από ότι στην εσωτερική. Διότι τα λάθη στην εξωτερική πολιτική μπορούν να οδηγήσουν σε απώλειες που πιθανόν να είναι ανέφικτο να ανακτηθούν.
Στην πολιτική θα πρέπει να γνωρίζουμε τον εκάστοτε συσχετισμό δυνάμεων αλλά και τις διεθνείς συμμαχίες. Η τακτική συνεπώς δεν μπορεί να έχει δογματικό χαρακτήρα αλλά να είναι ευέλικτη και προσαρμοστική. Η επίτευξη ενός στρατηγικού στόχου προϋποθέτει όχι μόνο κινήσεις προς τα μπρος αλλά κάποτε στασιμότητα ακόμη και οπισθοχώρηση.
Η τακτική του Ε.Βενιζέλου είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Όταν η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα κατανόησε ότι είναι ανέφικτη αντικαταστάθηκε με την αυτονομία. Μάλιστα δεν δέχθηκε οι Κρήτες βουλευτές να μπούν στο ελληνικό κοινοβούλιο αν δεν είχαν ωριμάσει πρώτα οι συνθήκες. Και όταν ήρθε η ώρα του α΄ παγκοσμίου πολέμου κατάλαβε ότι μια νίκη των κεντρικών δυνάμεων θα είχε ως συνέπεια να ενισχυθούν η Βουλγαρία και η Τουρκία εις βάρος της Ελλάδος.
Ο Ίων Δραγούμης από την Πετρούπολη που υπηρετούσε ως διπλωμάτης τηλεγραφούσε στην ελληνική κυβέρνηση να μπούμε στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Ως προς την Μικρά Ασία επιχειρηματολογούσε ότι δεν θα έπρεπε να πάμε μόνοι μας αλλά μαζί με τις υπόλοιπες δυνάμεις. Κατά κάποιο τρόπο αυτό έγινε αφού τον ελληνικό στρατό τον συνόδευε το αγγλικό ναυτικό ενώ σε διάφορες περιοχές της Μικράς Ασίας επιχειρούσαν οι Γάλλοι και οι Ιταλοί για τα δικά τους συμφέροντα. Παράδειγμα λογικής ανάλυσης υπήρξε ο λόγος του Ι.Μεταξά προς τους ανταποκριτές των εφημερίδων μετά την ιταλική επίθεση.
Αντίθετα λανθασμένη ήταν η εμμονή του Δ.Γούναρη για εκστρατεία προς την Άγκυρα. Στο κυπριακό αμέσως μετά την ίδρυση του κυπριακού κράτους έγιναν το ένα λάθος μετά το άλλο.. Ίσως αν ακολουθούσαμε μια τακτική παρόμοια με αυτή του Ε.Βενιζέλου στην Κρήτη και είχαμε θεωρήσει την κολοβή ανεξαρτησία ως ένα σκαλοπάτι που θα κατοχύρωνε πρώτα την ύπαρξη του δεύτερου ελληνικού κράτους και σε βάθος χρόνο θα πετύχαινε τον στρατηγικό μας στόχο.
Λάθος η απροετοίμαστη συνάντηση της Κεσσάνης που "οργάνωσε " η χούντα και ακολουθήθηκε από τα επεισόδια στην Κοφίνου και την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας. Λάθος η δράση της ΕΟΚΑ Β', λάθος η έλλειψη αποφασιστικότητας του Μακάριου να αποδεχθεί την υποχώρηση του Ντεκτάς στις διαπραγματεύσεις με τον Κληρίδη το 74 λίγους μήνες πριν την ανατροπή του. Βέβαια το κορυφαίο λάθος ήταν το πραξικόπημα του Ιωαννίδη που ανέτρεψε τον Μακάριο.Το εντυπωσιακό είναι ότι δεν ήταν ενταγμένο σε μια ακολουθία κινήσεων που θα υπηρετούσε τον στόχο της Ένωσης. Έτσι σε μια ετερογονία των σκοπών της ιστορίας αδιάλλακτοι πατριώτες όπως Ν.Σαμψών και ο Σ.Παπαγεωργίου ταυτίσαν την ολιγοήμερη κυβερνητική τους παρουσία με την καταστροφή του κυπριακού ελληνισμού.
Σήμερα θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί απέναντι στην Τουρκία καθώς καιροφυλακτεί να επωφεληθεί από κάποιο λάθος μας. Η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να γίνεται με κριτήρια εσωτερικής πολιτικής, ούτε να επιτρέψουμε στην πατριδοκάπηλη ρητορική να μας οδηγήσει σε εγκληματικά λάθη παρόμοια με αυτά που έγιναν στην Κύπρο το '74.. Τις τελευταιες δεκαετίες διευρύνθηκε το χάσμα με την Τουρκία όχι μόνο στον στρατιωτικό εξοπλισμό αλλά και στην οικονομία και στην δημογραφία. Άρα όχι μόνο θα πρέπει να κερδίσουμε χρόνο μα ενεργά να τον αξιοποιήσουμε ενισχυόντας την οικονομία μας , την βιομηχανία μας, να καλλιεργήσουμε τις αξιόπιστες διεθνείς συμμαχίες μας και να ολοκληρώσουμε τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων.