Το δίλημμα που θα πρέπει να απαντήσει η ελληνική εκκλησία είναι αν επιθυμεί να είναι εκκλησία ή μια σέχτα φανατικών με όλα τα ψυχολογικά επακόλουθα του σεχταρισμού δηλαδή την απομόνωση από την κοινωνία, την προσπάθεια να μετατραπεί σε κρατική ιδεολογία που θα κυνηγά ανελέητα τον "αιρετικό", τον "αλλόδοξο". Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένα μέρος της που εκφράζεται πολιτικά κυρίως από τα κόμματα του δεξιού ριζοσπαστισμού έχει πάρει τις αποφάσεις της και προσπαθεί να την σύρει προς την επιλογή της σέχτας. Κάτι τέτοιο θα έχει δεύτερη συνέπεια την αποκοπή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κων/πόλεως και την πρόσδεση της με το ρώσικο, την " Γ΄ Ρώμη" Γνωρίζουμε από τα αυτοβιογραφικά κυρίως κείμενα του Χρήστου Γιανναρά την τραυματική εμπειρία από τις οργανώσεις, αυτές τις σχολές δικτατόρων που αποκορυφώθηκαν στις τρικλοποδιές που του έβαλαν κατά την επαγγελματική του εξέλιξη. Η εκκλησία σε όλες τις εκδοχές με τις τιμητικές εξαιρέσεις όπως του π. Αναστάσιου Γιαννουλάτου(Αλβανίας), του μητροπολίτη Κορινθίας Παντελέημονα,του π.Πυρουνάκη και του Ψαρουδάκη (και κάποιων ακόμη)ταυτίστηκε με την δικτατορία.
Όμως το διάστημα αυτό κυκλοφόρησαν ορισμένα έργα που επιδίωξαν να δώσουν άλλη προοπτική.
Το έργο του Παύλου Ευδοκίμωφ"Η πάλη με τον Θεόν "(μετ. Ι.Κ.Παπαδόπουλου, Πατριαρχικό Ιδρυμα Πατερικών Μελετών , Θεσσαλονίκη 1975) αντιμετωπίζει με αγάπη τον αθεϊσμό και τους άθεους, γράφει "ο αθεϊσμός δεν αρνείται παρά μιαν ιδεολογία, ένα σύστημα, μια θεωρία, των οποίων ο άνθρωπος τις πιο πολλές φορές έκαμε κατάχρηση, δεν αρνείται την θεία πραγματικότητα, η οποία δεν αποκαλύπτεται παρά μόνο δια της πίστεως. Η πατερική παράδοσις παραιτείται από κάθε ορισμό, γιατί ο Θεός είναι πέραν από κάθε ανθρώπινο λόγο"(σελ.16). Οι επόμενες σελίδες αναφέρονται στον Μαρξ, στον Ντοστογιέφσκι, στον Χάιντεγκερ, στον Σαρτρ, στον Μερλώ Ποντύ, στην Σιμόν Βέιλ. Σε ένα άλλο σημείο με αφετηρία τον Ιωάννη Λυκοπόλεως θίγει την έξαρση του γεροντισμού "εν τούτοις η συμβουλή εκφράζει καθαρά το ουσιώδες: καμμιά υπακοή στα ανθρώπινα στοιχεία, καμμία ειδωλολατρεία ενός πνευματικού πατρός, ακόμη και αν είναι άγιος"(σελ.180).
Το βιβλίο του Ολιβιέ Κλεμάν κυκλοφόρησε το 1973 με τον τίτλο "Η θεολογία μετά τον "θάνατο του Θεού" από τις εκδόσεις Αθηνά που διεύθυνε ο Χρήστος Γιανναράς . Το πρώτο κεφάλαιο που συγκρίνει τον Διόνυσο με τον αναστημένο Χριστό οπωσδήποτε δεν θα είχε γραφεί χωρίς να έχουν προηγηθεί τα γεγονότα του Μάη του '68.
Δύο έργα του Χ.Γιανναρά εδώ επιλέγουμε α. Το "Αντιχάρισμα στον Νίτσε"(εκδ.Ίκαρος,2020) μια διαυγή και γόνιμη προσέγγιση της φιλοσοφίας του που δεν έχει καμμία σχέση με τις συνήθεις ηθικές καταδίκες και αναθεματισμούς. Γράφει "οφείλουμε στον Νίτσε τη διαυγή πρόβλεψη και φιλοσοφημένη ανατομία των κοινωνικών εξελίξεων στην μετα-μεσαιωνική Ευρώπη του "Διαφωτισμού". Διέβλεψε και προανήγγειλε τα όσα οι μεταγενέστερες από αυτόν γενιές βίωσαν, βιώνουν και βεβαιώνουν"(σελ.12), ενώ προσθέτει "η νοηματική σημαντική της γλώσσας ταυτίζει την αγάπη με την ελευθερία"(σελ.52). β. Το "Σχεδίασμα εισαγωγής στη φιλοσοφία"(εκδ. Δόμος,1981) σημειώνει ότι "οι οντολογικές θεωρήσεις του Sartre αντιπροσωπεύουν για τη δυτική φιλοσοφία την υψηλότερη θεολογική της στιγμή - ο Sartre είναι, χωρίς άλλο, ο σημαντικότερος θεολόγος που διαθέτει η φιλοσοφική παράδοση της Δύσης"(β΄' τόμος, σελ.140).
Το έργο του Παναγιώτη Κανελλόπουλου "Ο χριστιανισμός και η εποχή μας"(εκδ.βιβλ. της Εστίας,1984) έχει την φρεσκάδα ενός στοχαστή που δεν είναι θεολόγος αλλά φιλόσοφος και κοινωνιολόγος. Το έργο γράφτηκε στην πρώτη του μορφή το 1952. Εντυπωσιακό είναι το τελευταίο κεφάλαιο αναφέρεται και στην Σιμόν Βέιλ.
Μακάρι η ελληνική εκκλησία να είναι εκκλησία και όχι σέχτα φανατικών εκτός της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής ιστορίας ενδεχομένως.