Το βιβλίο του Γ.Καραμπελιά δεν στέκεται στην απλή περιγραφή των πολιτικών και των στρατιωτικών γεγονότων που οδήγησαν στην μεγάλη ήττα του 1922. Ανιχνεύει την κρίσιμη περίοδο που ξεκινά από το 1909, την επανάσταση στο Γουδί, την άνοδο του Βενιζέλου και την σύγκρουση του με την μοναρχία. Εδώ θα βρεί τους λόγους για τους οποίους ο ελληνισμός ως συλλογικό σώμα δεν στάθηκε ικανός να αδράξει την μεγάλη ιστορική ευκαιρία. Βλέπει ότι η σύγκρουση ανάμεσα στον βενιζελισμό και στον αντιβενιζελισμό αποτύπωσε την ριζικότερη διάσταση ανάμεσα στην παλαιά Ελλάδα και τον Ελληνισμό που πρόσφατα απελευθερώθηκε. Συμπεραίνει ότι η άρνηση του μοναρχικού στρατοπέδου να συμμετάσχει το 1915 στην εκστρατεία στην Καλλίπολη-πριν αυτή εξοπλιστεί από τους Τούρκους- στέρησε την χώρα από τα βέβαια κέρδη στην Κύπρο, στην Βόρειο Ήπειρο, στην Ανατολική Θράκη. Αλλά και λάθος ήταν η προκήρυξη εκλογών από τον Ε.Βενιζέλο εν μέσω πολέμου. Με την ήττα του το διχαστικό πνεύμα αλλά και η έλλειψη οργάνωσης κυριάρχησε στις επιλογές της στρατιωτικής ηγεσίας στο μικρασιατικό μέτωπο. Βεβαίως οι μοναρχικές κυβερνήσεις κλήθηκαν να συνεχίσουν τον πόλεμο που προηγουμένως είχαν αποκηρύξει, μάλιστα σε ένα εχθρικό διεθνές περιβάλλον. Η Γαλλία είχε αποχωρήσει από την Κιλικία αφήνοντας στον Κεμάλ πολυτιμο στρατιωτικό υλικό, ενώ η Ιταλία και οι μπολσεβίκοι τον ενίσχυσαν οικονομικά και στρατιωτικά. Η Ελλάδα στο τέλος παράταξε έναν στρατό 200.000 οπλιτών αλλά έλειπε η κατάλληλη ηγεσία και για αυτό δεν κατάφερε να νικήσει. Η μοιραία απόφαση στην Κιουτάχεια για την εξόρμηση στην Άγκυρα, χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία, χωρις να έχουν οργανωθεί δεύτερες γραμμές άμυνας σε περίπτωση υποχώρησης, σήμανε την αρχή του τέλους για τον μικρασιάτικό ελληνισμό .Όπως έγραψε ο Χρυσόστομος Σμύρνης "καταβαίνει πλέον εις τον Άδην, από του οποίου καμμία πλέον δύναμις δεν θα δυνηθή να το αναβιβάση και το σώση".
Στο κεφάλαιο "Καταστροφή ή γενοκτονία " θυμίζει με πόσο λάθους όρους έγινε αυτή η συζήτηση. Ο Ν.Κωνσταντόπουλος, ο Α.Ελεφάντης, ο Σ.Μάνος, ο Λ.Καλλιβρετάκης δίχως σοβαρή ιστορική θεμελίωση, περιφρονώντας μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις πολύ γνωστά αναμφισβήτητα ιστορικά γεγονότα απέρριψαν τον όρο γενοκτονία και συμπέραναν ότι για τις σφαγές που διέπραξαν οι Τούρκοι τελικά ευθύνη έχουμε εμείς. Με αυτό τον τρόπο αθωώθηκαν οι ωμότητες των Νεότουρκων και του Κεμάλ. Οι απόψεις αυτές δεν ήταν αποτέλεσμα σοβαρής επιστημονικής δουλειάς αλλά ενός ιδεολογικού λόγου που θεωρεί ότι η ελληνοτουρκική ειρήνη προυποθέτει ότι το θύμα θα υιοθετήσει όλους τους ισχυρισμούς του θύτη. Η απάντηση θα έρθει καθυστερημένα από δύο σοβαρούς ιστορικούς από το Ισραήλ τους Benny Morris και Dror Ze' evi καθηγητές στο Πανεπιστήμιο Μπέν Γκουριόν στο Ισραήλ, με βάση την πολύχρονη έρευνα στα αρχεία και στα ιστορικά τεκμήρια καταλήγουν:
"Από το 1894 έως το 1924 οι χριστιανικές κοινότητες της Τουρκίας και των γειτονικών εδαφών της Ανατολικής Θράκης, της Ούρμια και τμημάτων του Καυκάσου -Αρμένιοι, Έλληνες και Ασσύριοι- αφανίστηκαν κατά κύματα από τις διαδοχικές οθωμανικές και τουρκικές κυβερνήσεις και τους μουσουλμάνους πράκτορες τους. Η διαδικασία της εθνοτικής-θρησκευτικής κάθαρσης χαρακτηριζόταν από κύματα σφαγών μεγάλης κλίμακας, παράλληλα με συστηματικές απελάσεις, βίαιους προσηλυτισμούς και πολιτισμική καταστροφή, που ισοδυναμούσε με γενοκτονία. Στα τέλη του 19ου αιώνα οι χριστιανοί αποτελούσαν το 20% του πληθυσμού της Μικράς Ασίας. Το 1924 το ποσοστό είχε πέσει στο 2%. Ο αφανισμός των χριστιανικών κοινοτήτων ήταν το αποτέλεσμα σχεδιασμένης κυβερνητικής πολιτικής και της θέλησης των μουσουλμάνων κατοίκων της χώρας. Αξιωματούχοι διέταξαν τους φόνους, τις εκτοπίσεις και τις απελάσεις, τους προσηλυτισμούς και άλλοι αξιωματούχοι, στρατιώτες, χωροφύλακες, αστυνομικοί και συχνά μέλη διαφόρων φυλών και κάτοικοι πόλεων και χωριών εφάρμοσαν αυτά τα μέτρα. Όλα αυτά συνέβησαν με την ενεργό συμμετοχή μουσουλμάνων κληρικών και την ενθάρρυνση του τουρκικού τύπου. Αυτό είναι το αναπόδραστο συμπέρασμα που προκύπτει από την ευρεία τεκμηρίωση αμερικανικών, βρετανικών, γαλλικών, γερμανικών και αυστροουγγρικών πηγών τις οποίες μελετήσαμε την τελευταία δεκαετία. Οι εκατοντάδες χιλιάδες αναφορές, επιστολές και ημερολόγια Δυτικών διπλωματών, αξιωματικών, ιεραπόστολων, επιχειρηματιών και ταξιδιωτών που ζούσαν στην Τουρκία -ιδίως στην Ανατολία- ή περνούσαν από αυτήν την περίοδο 1894-1924 αποτελούν ξεκάθαρα και αδιαμφισβήτητα ντοκουμέντα. Επιπλέον, τα οθωμανικά και τουρκικά αρχεία, που τον τελευταίο αιώνα εκκαθαρίστηκαν από ενοχοποιητικές αποδείξεις, επιβεβαιώνουν κατά το συμπέρασμα μέσω πολυάριθμων τεκμηρίων και έμμεσες αποδείξεις... Η Τέσσα Χόφμαν ιστορικός της εθνοκάθαρσης των Οθωμανών Ελλήνων, υποστηρίζει ότι πριν από το 1914 ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία 2,7 εκατομμύρια Έλληνες και 1,2 εκατομμύριο έφθασαν στην Ελλάδα την περίοδο 1922-1925, επομένως 1,5 εκατομμύριο Έλληνες εξοντώθηκαν".
Ο Γ.Καραμπελιάς ακολουθώντας σε αυτό το σημείο την γενιά του 30 καταλήγει σε έναν ελληνο-ευρωπαϊσμό: "συναφώς, οι ευρωπαϊκές χώρες δεν έχουν τη δυνατότητα να παραμείνουν ένας σημαντικός γεωπολιτικός παράγοντας παρά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα συμπήξουν ένα κοινό οικονομικό, πολιτισμικό, πληθυσμιακό και αμυντικό μέτωπο που θα μπορούσε να διασφαλίσει την παρουσία μιας ενιαίας Ευρώπης στο νέο παγκόσμιο σκηνικό. Και η αντιμετώπιση του νεο-οθωμανισμού συνιστά προϋπόθεση της όποιας ευρωπαϊκής οικοδόμησης καθώς μια πιθανή επικράτηση του τουρκικού ισλάμ στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια θα πλήξει την όποια ευρωπαϊκη ενοποίηση στο μαλακό της υπογάστριο"(σελ.392). Τελικά "η σημερινή Ελλάδα θα μπορούσε να λειτουργήσει ως Ακρίτας και πολιτισμικός πυκνωτής της Ευρώπης, ολοκληρώνοντας ταυτόχρονα την αυτεξουσιότητα της, και να σταθεί, αν όχι ισότιμη με τη μεγάλη της ιστορική παράδοση, τουλάχιστον αντάξια της"(σελ.394).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου