Παρασκευή 17 Απριλίου 2020

Νίκος Σβορώνος: Ο εξελληνισμός της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας






Η ελληνική ιδέα στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία
Πρόκειται για την ομιλία του Ν.Σβορώνου στις 19 Μαίου 1976 κατά την ανακήρυξή του σε επίτιμο διδάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Περιλαμβάνεται στο "Ανάλεκτα της νεοελληνικής ιστορίας και ιστοριογραφίας (εκδόσεις Θεμέλιο,1999), ένα βιβλίο που έχει αφιερωθεί στον Μίμη Δεσποτίδη.
Ο Ν.Σβορώνος στρατευμένος στην εθνική αντίσταση και στην αριστερά διασώθηκε μεταπολεμικά χάρις στην αποστολή του πλοίου "Ματαρόα" με το οποίο το Γαλλικό Ινστιτούτο έστειλε στο Παρίσι πολλούς νέους που στην συνέχεια θα διακριθούν όπως ο Κ.Καστοριάδης, ο Κ.Αξελός, ο Ι.Ξενάκης.
Από την αρχή της ομιλίας του ο Ν.Σβορώνος μας προετοιμάζει για τα τελικά του συμπεράσματα: "η σειρά των σκέψεων που ακολουθεί ξεκινά από τη βασική ιδέα ότι ο ελληνισμός, τη στιγμή της ρωμαϊκής κατάκτησης, αποτελούσε ήδη μια ιστορικά συγκροτημένη ενότητα, βασισμένη σ' έναν κοινό πολιτισμό, κοινό γλωσσικό όργανο και παιδεία, δηλαδή την ελληνική εθνότητα με πλήρη συνείδηση της ιστορικής της συνέχειας. Πρόκειται για μια ιστορική κατηγορία που δεν ταυτίζεται με την κατηγορίας του έθνους κι ακόμη περισσότερο του εθνικού κράτους"(σελ.146).
Βεβαίως τελικά προς τους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου είχε πλέον σχηματισθεί το ελληνικό έθνος με τα παγιωμένα χαρακτηριστικά του: "ο ιστορικός που θα ήθελε να συνοψίσει σ' ένα γενικότατο διάγραμμα την εξέλιξη του συνειδησιακού περιεχομένου της ελληνικής εθνότητας, από την ίδρυση της Ρωμαϊκής Ανατολικής Αυτοκρατορίας ως την οριστική πτώση του Βυζαντίου μπορεί να διακρίνει στην εξέλιξη αυτή δύο αντίρροπες κατευθύνσεις: πρώτα- πρώτα, μια βαθμιαία αλλά σταθερή πορεία απομάκρυνσης από την ελληνική ιδέα . κι έπειτα, την αντίρροπη πορεία προς την ανασύνδεση με την ελληνική παράδοση, ανασύνδεση που φανερώνει την ανάπτυξη μιας ολοένα και πιο καθαρής εθνικής συνείδησης και μεταβάλλει την ελληνική εθνότητα σε ολοκληρωμένο και συγκροτημένο έθνος, με τη σημερινή σημασία του όρου:μια διαμορφωμένη σταθερή κοινότητα ανθρώπων με συνείδηση ότι αποτελεί ένα ενιαίο και αλληλέγγυο πολιτικό και πολιτισμικό σύνολο με κοινά υλικά και πνευματικά συμφέροντα και μια σταθερά εκφρασμένη βούληση πολιτικής και πολιτισμικής αυτονομίας ή ανεξαρτησίας"(σελ.147).
Συνεπώς δεν δημιούργησε το ελληνικό κράτος το ελληνικό έθνος αφού το τελευταίο προϋπήρχε πολλούς αιώνες νωρίτερα.
Ο Ν.Σβορώνος επισημαίνει "τη δημιουργική προσπάθεια των πρώτων πατέρων της Εκκλησίας να συμβιβάσουν, ως ένα βαθμό, τη χριστινική σκέψη με την ελληνική παιδεία. Χρησιμοποιούν γι' αυτό το σκοπό τα στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού, γλώσσα, διαλεκτική και ρητορική τέχνη, δηλαδή την τεχνική της έκφρασης, για τη διατύπωση και τη θεωρητική, επομένως επιστημονική, θεμελίωση της χριστιανικής κοσμοθεωρίας, και κυρίως προβάλλουν τα στοιχεία εκείνα της ελληνικής σκέψης που δημιουργούσαν τις ψυχολογικές και διανοητικές δεκτικότητες για την παραδοχή της χριστιανικής ιδεολογίας"(σελ.149). Στην προσπάθεια αυτή διακρίθηκαν ο Μ.Βασίλειος, ο Ωριγένης.
Από τον Φώτιο και τους ανθρωπιστές του 10ου αιώνα επανακάμπτει η σύζευξη ελληνισμού και χριστιανισμού: "Ο λόγιος μητροπολίτης Ιωάννης Μαυρόπους προσεύχεται στο Χριστό για τη σωτηρία της ψυχής του Πλάτωνα και του Πλουτάρχου, γιατί με τη ζωή τους και τη σκέψη τους ήταν κοντά στο νόμο που κήρυξε ο Χριστός"(σελ.151,152).
Ο Ν.Σβορώνος συμπεραίνει "ότι παρ' όλη την υπερεθνική, οικουμενική-χριστινική ιδεολογία της Αυτοκρατορίας, τα στοιχεία της πολιτισμικής, κι ως ένα σημείο, εθνολογικής συνέχειας του ελληνισμού, που, έστω και λανθάνοντα στη συνείδησή του, υπάρχουν ωστόσο και λειτουργούν στην πραγματικότητα, μας επιτρέπουν να δούμε στο βυζαντικό ελληνισμό μια νέα φάση της ίδιας εθνότητας που, πλουτισμένη με καινούργια ιδεολογικά στοιχεία, αλλάζει τη φυσιογνωμία της"(σελ.153).
Ο έγκριτος ιστορικός διαπιστώνει την ανάπτυξη ενός ισχυρού πατριωτικού αισθήματος "στους πολύπλευρους αγώνες του ελληνισμού" αφού δεν παλεύει "μόνο κατά των Φράγκων και των Τούρκων αλλά και των Σέρβων και των Βουλγάρων"(σελ.155).
Πλέον δεν είναι μόνο ο Πλήθων Γεμιστός που αναφέρεται στο "γένος των Ελλήνων" αλλά και ο Ιωάννης Αργυρόπουλος που ταυτίζει το Βυζάντιο με την αρχαία Ελλάδα ή o Κωνσταντίνος Παλαιολόγος που αναφέρει την Κωνσταντινούπολη "ελπίδα και χαρά πάντων των Ελλήνων ή ο Μάρκος Ευγενικός που γράφει "κορυφή μεν γαρ της καθ' ημάς οικουμένης η Ελλάς, οφθαλμός δε ή του Πέλοπος",ο Θεόδωρος Μετοχίτης που γράφει "εκείνων τοίνυν γένος μεν το αρχήθεν ήσαν και πατέρες Έλληνες", ο Νικόλαος Καβάσιλας που χρησιμοποιεί εκφράσεις όπως "το κοινόν του γένους των Ελλήνων", το "κοινόν τούτο πάσης Ελλάδος" και "πάνυ γαρ αν καλώς την Ελλάδα πράξαι του Χριστού παρελθόντος(σελ.159). Πλέον ο βυζαντινός πολιτισμός, στην λόγια και στην λαϊκή του μορφή , περιλαμβάνεται στην ελληνική διαχρονία.
Ο Ν.Σβορώνος επισημαίνει ότι ο πρόλογος της Ιστορίας του Χαλκοκονδύλη "εκφράζει με ενάργεια την ιδέα της αδιάκοπης συνέχειας του ελληνισμού"(σελ.161), ενώ μετά τα δραματικά γεγονότα της Άλωσης "η ελληνική εθνική ιδεολογία απομακρύνεται βέβαια από τη ρωμαϊκή ιδέα, κρατά όμως ζωντανή την ιδέα της Αυτοκρατορίας, που στα χρόνια της τουρκικής κατάκτησης θα συγχωνευθεί με την ιδέα της ορθοδοξίας"(σελ.161).
Συνεπώς η συνέχεια του ελληνισμού δεν είναι ούτε δημιούργημα του ελληνικού κράτους και των ιστορικών του , ούτε ιδεολογικό όπλο της μιας παράταξης εναντίον της άλλης, αλλά μια πραγματικότητα που προκύπτει από την διαχρονική πορεία του.

Ο εξελληνισμός της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας

Γράφει ο Ν.Σβορώνος:
"Πράγματι, αν και οι αυτοκράτορες εξακολουθούν να φέρουν τον τίτλο του "Αυτοκράτορος των Ρωμαίων" (τον τίτλο αυτό θα φέρουν άλλωστε μέχρι το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας) η διοίκηση περνάει παρ' όλα αυτά στα χέρια των Ελλήνων και των εξελληνισμένων. Τα λατινικά, αν και παραμένουν μέχρι τα τέλη του 6ου αιώνα επίσημη γλώσσα της διοίκησης και της νομοθεσίας, υποχωρούν ακόμη και σ' αυτόν τον τομέα μπροστά στα ελληνικά, που αποτελούν εξαρχής τη γλώσσα της διανόησης και το κοινό όργανο επικοινωνίας μεταξύ των λαών της Ανατολής. Τα ελληνικά χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο από τη διοίκηση στις αναφορές της προς τους διοικούμενους, συχνά δε και στη νομοθεσία. Οι λατινικοί διοικητικοί όροι μεταφράζονται ελληνικά ή εκφράζονται με τους αντίστοιχους ελληνικούς όρους. Στις αρχές του 7ου αιώνα, με την άνοδο στο θρόνο του Ηρακλείου (610), η εξελικτική αυτή διαδικασία ολοκληρώνεται: ο αυτοκράτορας γίνεται "βασιλεύς - αυτοκράτωρ". Τα ελληνικά ανακηρύσσονται σε μόνη επίσημη γλώσσα της Αυτοκρατορίας. Ο ρωμαϊκός χαρακτήρας, ιδίως μετά την αποτυχία των προσπαθειών του Ιουστινιανού για ανασύσταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, μετατρέπεται σε ένα μακρινό και ουτοπιστικό ιδεώδες. Όλες οι εκδηλώσεις του κράτους και της κοινωνίας γίνονται στην ελληνική γλώσσα και έχουν χριστιανικό περιεχόμενο.
Ν.Σβορώνος: Ανάλεκτα της νεοελληνικής ιστορίας και ιστοριογραφίας, εκδόσεις Θεμέλιο, 1999, σελ. 110,111).
Στο ίδιο έργο ο Ν.Σβορώνος επισημαίνει ότι το Βυζάντιο στην αρχή αναχαίτισε και στην συνέχεια εξελλήνισε τα σλαβικά στοιχεία ειδικά κατά την δυναστεία των Μακεδόνων των 10ο αιώνα (ό.π. σελ. 111,112)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου