Στη β΄ φωτογραφία ο Κωνσταντίνος Τσάτσος με τον Γιώργο Κατσίμπαλη
Το 1961 κυκλοφόρησαν, από τις εκδόσεις Δίφρος, τα «Δοκίμια Αισθητικής και Παιδείας» του Κ.Τσάτσου με την επιμέλεια του
Δημήτρη Νιάνια. Περιέχουν τα δοκίμια που έγραψε στον διάλογο για την ποίηση
με τον Γιώργο Σεφέρη και άλλα με συγγενές περιεχόμενο όπως για την αισθητική
παιδεία του ελληνικού λαού, για το νόημα και αλληλουχία στη νέα ποίηση καθώς
και για την καλλιτεχνική δημιουργία και την ελευθερία της τέχνης.
Ο τόμος κλείνει με το δοκίμιο για την ρητορική τέχνη. Στο τελευταίο υπάρχει
έντονο το πολεμικό στοιχείο προς την καθαρεύουσα και ότι προηγήθηκε αυτής Όπως γράφει
«δεν είναι η καθαρεύουσα αυτή καθ’ αυτή που αντιστρατευόμαστε, κατά πρώτο λόγο,
αλλά ο λογιωτατισμός. Και για μας δεν είναι η επέμβαση στη διάπλαση της γλώσσας
το βαρύτερο αμάρτημα του λογιωτατισμού, όσο και αν προς αυτό έστρεψαν την
προσοχή τους κατά προτίμηση οι δημοτικιστές μας. Το βαρύτερο αμάρτημα σχετίζεται
με το πνευματικό περιεχόμενο. Ο λογιωτατισμός διδάσκοντας τον Έλληνα τη
λεξιλατρεία, τον απομάκρυνε από την ουσία, όπως στις κακές φάσεις του Βυζαντίου,
όπου η δημιουργική άπνοια και η στοχαστική κενότητα συνδυάσθηκαν με
αποκρυσταλλωμένα, φανταχτερά σχήματα λόγου…Έχει όμως βέβαια ένα μεγάλο, ας το
πούμε μειονέκτημα η καθαρεύουσα, που κάθε μέρα επαληθεύεται: ότι συγκαλύπτει
την κενότητα. Πλουτισμένη δια μέσου των αιώνων με άπειρα αποκρυσταλλωμένα
φραστικά καλούπια φροντίζει να σκέπτεται εκεί που η σκέψη του ομιλητή αδρανεί»[1].
Ο Κ.Τσάτσος περιγράφει την ζοφερή πραγματικότητα του λογιωτατισμού και της
καθαρεύουσας που έχουν ως πρόγονο τις κακές πλευρές του Βυζαντίου: «αυτή είναι ίσως
η κυριώτερη αιτία για την οποία η λεκτική και συντακτική εκζήτηση, η
πλατυρρημοσύνη και ο βυζαντινός εκκλησιαστικός στόμφος, όλες οι αμαρτίες του
Βυζαντίου και της εκκλησιαστικής μας φιλολογίας,
χωρίς τις υπέροχες αρετές τους, χάρις στο λογιωτατικό σνομπισμό, άρεσαν όλο
σχεδόν το 19ο αιώνα στο ελληνικό κοινό και που γι’ αυτό τέτοια έσπευδαν
να μάθουν και να προσφέρουν οι ρήτορες της εποχής. Μέσα από πέλαγος στομφώδους κενολογίας ξεχωρίζεις ελάχιστα
δείγματα γνήσιας πνευματικότητας. Χωρίς την επίδραση του λογιωτατισμού δεν ξέρω
τι περισσότερο θα είχε δημιουργηθεί στο νεοελληνικό λόγο⸱ θα ήταν όμως απαλλαγμένα
όσα δημιουργήθηκαν από πολλά στίγματα. Στο ρητορικό κυρίως λόγο τα στίγματα αυτά
είναι εμφανέστερα»[2].
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου