Youtube

Youtube
Βρείτε το κανάλι μας στην ψηφιακή πλατφόρμα youtube.

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2018

Ο Παναγιώτης Κονδύλης σε μετάφραση Ρεϋμόνδου Πετρίδη στο σημαντικό περιοδικό των ΗΠΑ Telos




Ο Παναγιώτης Κονδύλης, σε μετάφραση Ρεϋμόνδου Πετρίδη, ουσιαστικά για πρώτη φορά στην αγγλική γλώσσα, στο έγκυρο σημαντικό περιοδικό φιλοσοφίας των ΗΠΑ Telos. Πρόκειται για μετάφραση του σημαντικού δοκιμίου "Οικουμενισμός, Σχετικισμός και Ανοχή" που ευρίσκεται στο βιβλίο Από τον 20ο στον 21ο Αιώνα (εκδ. Θεμέλιο 1998 σελ. 45-60).  Έχουν προηγηθεί  βέβαια τα μικρότερης έκτασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το αντίστοιχο για τον Heidegger, αλλά είναι το πρώτο πιο εκτενές άρθρο.Είναι βέβαιο ότι σύντομα ότι ο αγγλοσαξωνικός κόσμος και οι ΗΠΑ θα ανακαλύψουν την σημασία του Παναγιώτη Κονδύλη. Η αρχή έγινε.

Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018

Δημήτρης Ξυδερός, Αθλοφόροι, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2018.



Πρόκειται για την δεύτερη ποιητική συλλογή του Δημήτρη Ξυδερού. Παρά την νεαρή ηλικία του, διαθέτει εκτός από ορμή και διάθεση προσφοράς μια σπάνια ωριμότητα λόγου. Ήδη έχει εκδώσει μια ποιητική συλλογή, έχει ανεβάσει ένα θεατρικό μονόπρακτο, και έχει μεταφράσει Blake, T.Eliot , E.Pround ένα εγχείρημα εξαιρετικά σύνθετο που περιέχει πολλές δυσκολίες και κινδύνους.
Εκτός αυτού έχει ασχοληθεί με τον δοκιμιακό λόγο γράφοντας για τον Δ.Πικιώνη.
Όπως οι πρώτοι Έλληνες μοντερνιστές εγκαταλείπει την ορθοδοξία του μοντερνισμού και τις εκφραστικές προσταγές του υπερρεαλισμού για να ακολουθήσει μια γραφή περισσότερο στρωτή και προσιτή στον αναγνώστη. Τα θέματα της ιστορίας στήνουν μια γέφυρα για συνδεθεί η εσωτερικότητα του ποιητή με τον εξωτερικό κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Κ.Παλαμάς από τους παλαιότερους, ο Κ.Καβάφης και ο Γ.Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Εγγονόπουλος, ο Ρίτσος, ο Παπαδίτσας από τους μεταγενέστερους προμηθεύονται από την ελληνική ιστορία τις αφορμές για να πλάσουν ποίηση.
Ο Δ.Ξυδερός λαμβάνει από το Βυζάντιο και τους σημαντικότερους σταθμούς της πορείας του τα θέματα τα οποία η γραφή του θα τα μεταπλάσει σε ποιητικό λόγο.
Το έργο χωρισμένο σε οκτώ τμήματα έχει τα χαρακτηριστικά της μεγάλης σύνθεσης. Μπορούμε να ανιχνεύσουμε τις επιρροές που δέχθηκε από άλλους μείζονες ποιητές.
Στο Λόγο Α’ με τον τίτλο «Ο Άθλος» γράφει: « αυτή η πόλη καλά κρατεί.- Είναι βαρύ το χώμα,- που σκεπάζουν οι αιώνες.- Είναι το χρονικό της κιβωτός, -φέρει τα ιερά και τα όσια» (σελ. 9). Στο μνήμη μας φέρνει την Βασιλεύουσα, την Κωνσταντινούπολη και τους αγώνες που δόθηκαν πάνω στις επάλξεις της για να κρατηθεί όρθια και ελεύθερη. Στο Λόγο Β’ με τον τίτλο « η διαθήκη» καταλήγει « Στον κώδικα αυτόν κρύβω-τη διαθήκη μιας ολάκερης γενιάς.- Αγωνιστές ενάρετοι, που έπεσαν στα τείχη του Βοσπόρου,-μ’ αρνήθηκαν να χτιστούν εκεί.- Μου άφησαν μονάχα ένα πρόσταγμα: Επίστρεψέ μας, επίστρεψέ μας στην πατρίδα»(σελ.12).
Στο Λόγο Γ’ , χειρόγραφο α΄, με τον τίτλο «το Νεώριο της Θεσσαλονίκης» φανερώνει την τέχνη και τις δυνατότητες που έχει να πλάθει εικόνες « κι είδαμε ν’ αναδύονται- τα πρόσωπα των μαρτύρων- άγνωστα, μα γνωστά- εκεί στα μαύρα τα νερά να επιπλέουν.- κι έψαλλαν μια θρηνωδία,- που το αίμα μας πάγωνε.-κι είδαμε ένα κάτεργο- να πλέει δίχως πλήρωμα- μ’ αιματοβαμμένους τους ιστούς,- πού έλεγες απ’ το βυθό της κόλασης είχε ανέλθει»(σελ.14).
Οι τόποι και οι χρόνοι του ελληνισμού συνάζονται μέσα στον ποιητικό λόγο: « κι ένας τοξότης των Κρητών, τότε έβγαλε τη λύρα- και καβαλλάριοι Κύπριοι χόρδισαν τις πανδούρες-κι οι χτύποι σαν ακούστηκαν απ’ τα βαριά στιβάνια- ξεσήκωσαν με τ’ άσματα δαίμονες και θεούς. Με βακχικούς χορούς κι όμορφες καπηλίδες, πως σείστηκε ο κόσμος μας μ’ όλα τα τραγικά!»(σελ. 15).
Στην κεφάλαιο με τον τίτλο «Ημέρα της κρίσης» θρηνείται η απώλεια της Πόλης: « και με το βήμα μετρήσαμε την αδικία- και με το βήμα μετρήσαμε την αδικία- και με το βήμα μετρήσαμε τις πληγές- Και δε μιλούσαμε πια για την πατρίδα, εμείς που πολεμήσαμε υπέρ βωμών κι εστιών, εμείς που επιστρέψαμε από κάθε μάχη, βρήκαμε ένα λαό δεσμώτη, που μήτε πόλη είχε πια, μήτε ελευθερία»(σελ.17). Πιο εμφατικά και πιο δραματικά γράφει «Ποιος θα θρηνήσει αυτή την πόλη,- ποιος θα σταθεί για να τη μνημονεύσει,- ποιος στα σαράντα της θ’ ανάψει το καντήλι;- Ποιος ήταν που το μύθο ακολούθησε,- ποιος μύθος έπειτα, θα τον ακολουθούσε;- Ω Πόλη, πόλη των πόλεων! – Στις ζωφόρους, πόσες χρειάζεσαι ψυχές!- Ποια μοίρα πρόσφορο θα σου τις αποστείλει;- Σε ποια αγορά θα στέκεται- και ποιες γενιές θα γράψουν τα ονόματα στη στήλη;»(σελ.18).
Στους παρακάτω στίχους αφομοιώνονται και ανανεώνονται οι καλύτερες στιγμές της ελληνικής ποίησης: «το γένος μας είναι πολεμικό,-δεν ξέρει να γερνάει,-ξέρει να χάνεται σ’ εμφύλιους-και να θρηνεί πικρά.- Έπειτα ψάχνει νικητές, μα στέκει νικημένο, Στοιβάζει ο Αχέροντας ψυχές,- όλες μακάριες αφικνούνται, -Ναύλο πληρώνει ο Έκτορας,-ναύλο κι ο Αχιλλέας…κι εκεί ο Αινείας άγεται σαν έρθει κι ο Οδυσσέας…- Στην εκπνοή κάθε αιώνα,- η θάλασσα ανοίγει τα μάτια της, -Αμέτρητα μάτια… Είναι τα μάτια των μαρτύρων,-δεν ξέρουν ότι χάθηκαν,-δεν το ξέρουν! – Όμως δικαίωση ζητούν»(σελ.21).
Η πτώση της Αγίας Σοφίας και της Πόλης δεν είναι αιτία απελπισίας αλλά ενθάρρυνσης: «Ω ξένε, εσύ που πέρασες έφιππος-απ΄ το Ναό της Αγίας Σοφίας,-θώρησε ετούτα εδώ-τα μαρμαρένια σκαλοπάτια- κι αν είσαι φιλότιμος,- μην αγροικάς τις προφητείες,-ξεπέζεψε κι ορκίσου στη σπάθη-Μονάχα θυμήσου,-εμείς, με το λαό το γράψαμε το έπος μας.-Κι εκείνοι, με τους βαρβάρους-ενθάδε κείται η πόλη.(σελ.29).Ο δύσμοιρος λαός, που ζει την εποχή της ύστατης παρακμής και δέχεται επιθέσεις από Ανατολή και Δύση αναζητά δικαιοσύνη: «Δικαιοσύνη, δικαιοσύνη, -ζητούσαν οι εφιάλτες μας μονάχα δικαιοσύνη»(σελ.32).
Ο Ξυδερός υμνεί την πτώση και το σήκωμα του γένους, το φως τίθεται απέναντι από το πένθος: «με φως γεννήθηκα- σ’ έναν κόσμο που πενθεί.-Και θάνατο στο θάνατο,- έψαλλα τα Πάθη των λαών.- Με πένθος ανέβηκα- στου ναού τη σκαλωσιά-και με τους λύχνους- του αιώνιου μας κόσμου,- ζωγράφισα το Θείο Δράμα.- Με φως εποίησα –σ’ ένανκόσμο που πενθεί.- Και θάνατο στο θάνατο,- στην Πύλη την ξυλόγλυπτη, - που ωραία άνθιζε η άμπελος,- φύλαξα τάματα ασημένια.- Κι έψαλλα μ’ ολάκερο το φως,- μ’ ολάκερο τροπάριο- τούτος εδώ ο θάνατος- θα νικηθεί με γέννα!»(σελ.39).
Εικόνες βυζαντινές ζωγραφίζονται στο Χειρόγραφο ί με τίτλο «Το πλήρωμα του χρόνου». Ο ιππόδρομος και ο Αη-Γιώργης, ο Βόσπορος και η Πύλη των Λεόντων: « κι ήταν ετούτος ο λαός – μάρτυρες απ’ τους μάρτυρες,-πηγή απ’ τις πηγές μας.- Κι ήταν ετούτος ο λαός- σάρκα από τις σάρκες μας,- ψυχή απ’ τις ψυχές μας.»(σελ.43). Στο χειρόγραφο ιβ΄ με τίτλο « στα τείχη του Βοσπόρου» οι εικόνες δείχνουν το τέλος : «καιρός πανιά, καιρός κουπιά.-παραμονή της Ινδίκτου,- φρουρούσαμε τα παράλια τείχη του Βοσπόρου- θωρώντας τους θεοφύλακτους πύργους.- και με το ίδιο βήμα βαδίσαμε,- όπως βάδισαν στις ψυχές μας- οι νύχτες που περάσαμε στον Άδη»(σελ.47). Στα κάστρα ο ποιητής αντικρίζει τα λάβαρα με τις εικόνες της Οδηγήτριας, ενώ στους αιώνιους πύργους προβάλουν οι σκιές των αγωνιστών.
Στην συνέχεια ο ποιητής μεταβαίνει εκεί όπου αναγεννιέται η ελπίδα στη Σπάρτη, αλλά και στη Φιλαδέλφεια και στη Τραπεζούντα: « και περπάτησα έφηβος- όπως κάθε Έλληνας της Ρωμανίας,- περπάτησα ανάμεσα στις τοιχογραφίες-ανάμεσα σε μάρτυρες και ήρωες- ανάμεσα σ’ αγίους και θεούς,- γεμάτος από έναν τέτοιο παράδεισο.- Άλλον παράδεισο δεν είχα κι άλλον ύπνο- και θέλησα ήσυχος να κοιμηθώ- Με χειρόγραφα σκεπάζεται ο τρούλςο.- Φωτιές ανάβουν στα βιγλατόρια.- Πάντοτε νυν και αεί- και εις τους αιώνας των αιώνων»(σελ.54).
Η ποιητική σύνθεση ολοκληρώνεται με την αισιόδοξη βεβαιότητα, με ένα μέλλον φωτεινό «εδώ δεν υπάρχει χρόνος- Οι λόγιοι αφήνουν τις βιβλιοθήκες.- Σημαίνουν χαρμόσυνα οι καμπάνες- στο μοναστήρι της Καισαριανής-κι έπειτα όλες οι καμπάνες της πόλης.- Με θαυμασμό σηκώθηκαν αγωνιστές και άγιοι- Ξεδίψασαν στην ιερή κρήνη-κι αγκαλιασμένοι με τις μυροφόρες,- από τους ανθισμένους λόφους- με θαυμασμό κατηφορίσανε στεφανωμένοι»(σελ.58).
Καθώς ο ποιητής συναντά το ιερό πρόσωπο βλέπει την πόλη σε διαφάνεια και φωτεινότητα: « Σ’ αυτό που σου ταιριάζει,- μόνο σε ‘σένα ταιριάζει.- Κανένας δεν σ’ έχει δει σ’ αυτό το φως,- μονάχα εγώ.- Μ’ αυτό το φως,-μέσα σου η Αθήνα άλλαζε,- κι έλαβε σώμα, το σώμα σου. Κι έλαβε μέσα της, μέσα σου- τον καρπό της αγιοσύνης.- Ήταν η πόλη που αναζητήσαμε- στα χειρόγραφα των φιλοσόφων- Ήταν η πόλη που κοιτάζαμε,- όσο χάναμε το δάσος.- Κι εμείς που ριζώσαμε εδώ,- γίναμε δέντρα, γίναμε σύντροφε, το ιερό άλσος»(σελ.61).
Ο Μύθος συναντά την Ουτοπία, η πρώτη εποχή του παραδείσου όπου η ελευθερία έχει αντικαταστήσει την κόσμο της ανάγκης είναι η εποχή των Ηλυσίων, εκεί η γέννα γίνεται εκπλήρωση του Μύθου.
Ο ποιητή κλείνει την σύνθεση με αναφορά στο φως και στη ζωή:
«Κι εσείς λάβετε φως!- Δεν υπάρχει φόβος,- τα όνειρα τέλεψαν,- οι ζωντανοί με τους ζωντανούς…-Πάντοτε να πιστεύετε- και τα θαύματα αρχίζουν!- Αυτή η πόλη καλά κρατεί»(σελ.62).

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018

Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος Περί εθνικισμού και πατριωτισμού Με αφορμή τις μαθητικές καταλήψεις και τα επεισόδια στη Γαλλία. Πηγή: www.lifo.gr





Οι μαθητικές καταλήψεις αυτών των ημερών δεν είναι μόνο ευκαιρία να αναδειχθούν οι ευθύνες όσων ενθάρρυναν και εκμεταλλεύτηκαν επί δεκαετίες αυτή την αυτοκαταστροφική μορφή νεανικής διαμαρτυρίας. Είναι, επίσης, αφορμή να επανεξετάσουμε την ανιστόρητη διαστρέβλωση και παραμόρφωση που έχει υποστεί ο εθνικισμός ως έννοια και ως όρος. Ο εθνικισμός, γενικά, έχει αποκτήσει κακό όνομα, είτε εξαιτίας εγκλημάτων που έγιναν πρόσφατα στο όνομά του (π.χ. στην πρώην Γιουγκοσλαβία) είτε εξαιτίας ακραίων ή και διεστραμμένων μορφών του, όπως η Χ.Α. στη χώρα μας και άλλα ακροδεξιά κινήματα αλλού. Ωστόσο, χρειάζεται να θυμηθούμε ότι ο εθνικισμός ως ιδεολογία γεννήθηκε φιλελεύθερος και δημοκρατικός. Υπήρξε καρπός δύο ελπιδοφόρων επαναστάσεων κοσμοϊστορικής σημασίας: της Αμερικανικής το 1776 και της Γαλλικής το 1789. Με τους όρους μιας διάκρισης που γεννήθηκε ακριβώς τότε, ο εθνικισμός αρχικά ήταν αποκλειστικά «αριστερός». Μόνο στη διάρκεια του 19ου αιώνα και από αντίδραση στη Γαλλική Επανάσταση εμφανίστηκαν «δεξιές» έως και «ακροδεξιές» εκδοχές ή παραμορφώσεις του, με απώτατη συνέπεια τα παραληρήματα του φασισμού και του ναζισμού τον 20ό αιώνα.   Το να εκχωρούμε συνολικά τον εθνικισμό στη Χ.Α. και να την αφήνουμε να παριστάνει ότι τον μονοπωλεί αποτελεί ένδειξη έσχατης πνευματικής οκνηρίας και ασυναρτησίας. Είναι αυτόχρημα τραγελαφικό να παριστάνουν τους Έλληνες εθνικιστές όσοι λατρεύουν και αναπολούν Γερμανούς ακραίους εθνικιστές, όπως ο Χίτλερ και το κόμμα του, που επιτέθηκαν στην Ελλάδα ως εχθροί και την αιματοκύλισαν. Για τον αρχέγονο φιλελεύθερο εθνικισμό, τα έθνη είναι καταρχήν ισότιμα. Ισχύει, δηλαδή, ό,τι ισχύει και για τα άτομα. Για να ταυτιστείς με το έθνος στο οποίο ανήκεις δεν χρειάζεται να μισείς ούτε να υποτιμάς τα άλλα. Άλλωστε, είσαι πάντα ελεύθερος να αλλάξεις έθνος, αν θέλεις. Επιπλέον, ο φιλελεύθερος εθνικισμός μπορεί ασφαλώς να συνδυαστεί αρμονικά με διεθνισμό ή και άλλες υπερεθνικές ταυτότητες, όπως είναι για μας η ευρωπαϊκή. Έλληνας, Ευρωπαίος, πολίτης του κόσμου. Προσωπικά, έτσι νιώθω από παιδί και δεν χρειάστηκε (ευτυχώς) να διαλέξω.    Η άνοδος της ακροδεξιάς και ο βαθύς κοινωνικός διχασμός που έρχεται ορμητικότερος Η λεγόμενη «πολιτική ορθότητα» έχει επιβάλει σήμερα να αποφεύγεται σαν αναθεματισμένος ο όρος «εθνικισμός» και να προτιμάται ο όρος «πατριωτισμός». Ο Γάλλος Πρόεδρος Μακρόν έφτασε μάλιστα στο σημείο να θεωρήσει τις δύο έννοιες διαμετρικά αντίθετες. Πρόκειται και εδώ για τεράστια και τελείως ανιστόρητη παρανόηση. Ο πατριωτισμός είναι έννοια ευρύτερη, επειδή είναι νοητός και σε κράτη που δεν είναι εθνικά, όπως, για παράδειγμα, οι πόλεις-κράτη της Αρχαιότητας ή της Αναγέννησης και πολυεθνικές αυτοκρατορίες έως σχετικά πρόσφατα.   Όταν, όμως, αναφέρεται σε ένα απροσχημάτιστα εθνικό κράτος, ο πατριωτισμός λογικά δεν μπορεί παρά να αποτελεί μία εκδοχή του εθνικισμού – όχι κάτι «άλλο», διαφορετικό. Έτσι π.χ. όρισα ως «εσωστρεφή πατριωτισμό» την αντιβενιζελική εκδοχή του νεοελληνικού εθνικισμού την εποχή του Εθνικού Διχασμού. Η βενιζελική εκδοχή του ίδιου εθνικισμού ήταν τότε ο αλυτρωτισμός, δηλαδή η απελευθέρωση («λύτρωση») των ομοεθνών που ζουν υπό ξένη κυριαρχία και η προσάρτηση των περιοχών τους στο εθνικό κράτος. Τέλος, παρανόηση ή ευσεβή πόθο αποτελεί και η εντύπωση ότι ο εθνικισμός είναι τάχα ιστορικά ξεπερασμένος στην πραγματικότητα. Τον αρχέγονο φιλελεύθερο εθνικισμό εξακολουθεί να αποτυπώνει καταρχήν η εσωτερική, αλλά και η διεθνής έννομη τάξη. Όλα σχεδόν τα κράτη είναι (ή παριστάνουν ότι είναι) εθνικά. Συναποτελούσαν προπολεμικά την Κοινωνία των Εθνών και μεταπολεμικά συναποτελούν, ακριβώς, τα Ηνωμένα Έθνη. Όσο, λοιπόν, το κράτος μας παραμένει, με την ελεύθερη θέληση της συντριπτικής πλειοψηφίας του, ένα εθνικό κράτος –φιλελεύθερο, δημοκρατικό, κοινωνικό, φιλειρηνικό, φιλόξενο, αλλά πάντως εθνικό–, χρειάζεται να αποκτούν οι πολίτες του την αντίστοιχη εθνική ταυτότητα. Χρειάζεται δηλαδή να μαθαίνουν από το σχολείο έναν ιστορικά τεκμηριωμένο εθνικισμό, απαλλαγμένο από αβάσιμες μυθολογίες και αστόχαστη μισαλλοδοξία. Παρά τις τυπικές τελετές και παρελάσεις, το σχολείο στη χώρα μας έχει προ πολλού πάψει να εκπληρώνει ικανοποιητικά αυτόν το ρόλο. Στο κενό έχουν πλέον παρεισφρήσει η Χ.Α. και άλλα ακροδεξιά κυκλώματα, προσφέροντας στους μαθητές αυτό που δεν προσφέρει το σχολείο. Το να εκχωρούμε συνολικά τον εθνικισμό στη Χ.Α. και να την αφήνουμε να παριστάνει ότι τον μονοπωλεί αποτελεί ένδειξη έσχατης πνευματικής οκνηρίας και ασυναρτησίας. Είναι αυτόχρημα τραγελαφικό να παριστάνουν τους Έλληνες εθνικιστές όσοι λατρεύουν και αναπολούν Γερμανούς ακραίους εθνικιστές, όπως ο Χίτλερ και το κόμμα του, που επιτέθηκαν στην Ελλάδα ως εχθροί και την αιματοκύλισαν. Οι θαυμαστές τους σήμερα διαιωνίζουν συμβολικά την εσχάτη προδοσία που διέπραξαν τότε οι κατοχικοί συνεργάτες των Γερμανών. Είναι τάχα αυτό «εθνικισμός»; Επιπλέον, το να αφήνουμε την εθνική διαπαιδαγώγηση των ελληνόπουλων στη Χ.Α. και παρόμοια κυκλώματα (διαδικτυακά και μη) ισοδυναμεί με αυτοκτονία – όχι μόνο για το δημοκρατικό πολίτευμα αλλά και για το ίδιο το έθνος μας. Αν όντως η Χ.Α. έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στις τωρινές μαθητικές καταλήψεις, αυτές αποτελούν ίσως μια τελευταία προειδοποίηση. Πηγή: www.lifo.grhttps://www.lifo.gr/articles/opinions/217985/peri-ethnikismoy-kai-patriotismoy?fbclid=IwAR2DFZWOLl65etndrgCfDCwRzzRBovHChnrkNBNv-HNUVbjMdMYlkFFzsv8

Ανδρέα Ανδριανόπουλου: Τι γίνεται με το migration pact; Οι μουσουλμανικές χώρες που προΐστανται της σχετικής πρωτοβουλίας θα ανεχθούν ποτέ ελεύθερη πρόσβαση χριστιανικών (η ακόμη και άλλων ετερόδοξων ισλαμικών) πληθυσμών στα εδάφη τους;

Τι γίνεται με το migration pact; | in.gr

Μέσα στις διάφορες «ασυνήθιστες» πρωτοβουλίες του, ο ΟΗΕ αποφάσισε να προωθήσει ένα Σύμφωνο Μετακίνησης (Migration) για τους πολίτες όλων των χωρών της γης. Το περιεχόμενο αυτού του Συμφώνου είναι ουσιαστικά η κατάργηση του «παράνομου» για κάθε μεταναστευτική κίνηση. Με την υπογραφή του η κάθε χώρα αναγνωρίζει το δικαίωμα του καθενός στη μετακίνηση.
Εγκριση αυτού του Pact επιβάλλει στις χώρες σεβασμό δικαιωμάτων των μεταναστών και καθιέρωση απαιτήσεών τους στη φροντίδα, στις όποιες κοινωνικές παροχές, στην προστασία και βέβαια στην απόδοση υπηκοότητας. Πέραν του ότι ένα τέτοιο Σύμφωνο νομιμοποιεί απόλυτα την προτροπή για hijiria (μετακίνηση / μετανάστευση) που σύμφωνα με το Κοράνι αποτελεί εντολή του Προφήτη, αφαιρεί από τα κυρίαρχα κράτη – παρά κάποιους ισχυρισμούς – το δικαίωμα ανάπτυξης μιας ξεχωριστής μεταναστευτικής πολιτικής. Και το χειρότερο: Κάθε επικριτικό σχόλιο για τη μαζική μετανάστευση γίνεται ποινικό αδίκημα!
Δημιουργείται ένα καθεστώς αλλαγής θεσμικών πλαισίων. Εφόσον ο καθένας έχει δικαίωμα μετακίνησης όπου επιθυμεί, ντε φάκτο έτσι καταργούνται τα κρατικά σύνορα. Εύλογα αναδύονται σύνθετα νομικά και εθνικά ζητήματα. Μαζικές μετακινήσεις, εισβολές, ανεπιθύμητες εθνικές διεισδύσεις περιπλέκονται σε έναν κυκεώνα ερμηνειών και αμφισβητήσεων. Το χειρότερο είναι πως είναι αμφίβολο αν χώρες που θα το υπογράψουν θα το εφαρμόσουν.
Οι μουσουλμανικές χώρες που προΐστανται της σχετικής πρωτοβουλίας θα ανεχθούν ποτέ ελεύθερη πρόσβαση χριστιανικών (η ακόμη και άλλων ετερόδοξων ισλαμικών) πληθυσμών στα εδάφη τους; Το χειρότερο είναι πως καταργούνται παραδοσιακά νομικά θέσφατα και πράξεις παράνομες γίνονται νόμιμες.
Πολλές χώρες αρνήθηκαν το σχετικό σύμφωνο. Ανάμεσά τους η Ελβετία, η Αυστραλία, η Αυστρία, οι ΗΠΑ, η Εσθονία κ.ά. Η Ελλάδα τι θα κάνει;
Ποια είναι η θέση των κομμάτων πάνω στο θέμα; Ρωτήστε τους βουλευτές σας. Πριν είναι αργά…
Πηγή:https://www.in.gr/2018/11/28/apopsi/ti-ginetai-migration-pact/

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018

Με τον τρόπο του Γιώργου Σεφέρη: Μέρες Η' ,2 Γενάρη 1961-16 Δεκέμβρη 1963, εκδόσεις Ίκαρος , Αθήνα 2018, φιλολογική επιμέλεια Κατερίνα Κρίκου - Davis






Με πολύ ενδιαφέρον αναμέναμε τον νέο τόμο από το Ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη και μας δικαίωσε. Πρόκειται κατ' αρχήν για φροντισμένη αισθητικά έκδοση του "Ίκαρου".
Από τις καταγραφές αυτές που αναφέρονται στην παραμονή του ως πρέσβης στο Λονδίνο είναι οι λιγότερο ίσως σημαντικές. Αναφέρονται σε συναντήσεις στα πλαίσια κυρίως των υπηρεσιακών του καθηκόντων που ο Σεφέρης τις αποτυπώνει ίσως κάπως βαρύθυμα. Συναντήσεις με υπουργούς, εστεμμένους κλπ. μάλλον προκαλούν πλήξη στον Σεφέρη. Όμως στις συναντήσεις με τον Γ.Σαββίδη και τους ομότεχνους του, τον Έλιοτ, τον Ελύτη, τον Γκάτσο, τον Γιώργη Παυλόπουλο αισθάνεται σαν το ψάρι μέσα στο νερό. Στις 9 Νοέμβρη 1961 συναντάται με τον Έλιοτ και τον Cyr Connolly. Στην Αθήνα στη ταβέρνα του "Αβέρωφ" βρισκόντουσαν με τον Ελύτη και τον Γκάτσο. Δείγμα της τέχνης του είναι οι περιγραφές - σε μια πολύ ωραία δημοτική- ελληνικών τόπων όπως των Δελφών, της Νάξου και της Αμοργού. Στις 16 Σεπτέμβρη 1961 παρακολουθεί στο Ηρώδειο την "Ερωφίλη". Σχολιάζει "Χρειάζεται καιρός ακόμη για να μάθουν οι ηθοποιοί μας να λένε τέτοιους στίχους -κακές τομές- προσθέτουν ν εκεί που η κρητική γλώσσα δεν τα'χει (βλέπεις, έχουνε μάθει να κουδουνίζουν). Μου κάνει εντύπωση, όπως το σημείωσα και στον "Ερωτόκριτο", η ωριμότητα αυτής της γλώσσας- τα σημερινά ελληνικά δεν έχουν φτάσει ακόμη στη στάθμη της, σ' αυτή την ευλυγισία, αυτή τη φυσικότητα της άρθρωσης. Πλάι μου ήρθε και κάθισε η Μελίνα Μερκούρη - τη χειροκρότησαν- αυτόγραφα- φυσικά δεν καταλαβαίνει τίποτε απ' όλα αυτά. Προσέχει μόνο την πρωταγωνίστρια και τα ντυσίματά της. Έπειτα με τον Κατσίμπαλη στον Πλάτανο όπου φάγαμε. Δε με τραβά πια διόλου το είδος ταβέρνα στην Αθήνα. Ο Κ. μιλά πολύ- πάντα μιλούσε πολύ. Τώρα ακούει λιγότερο τι του λέει ο άλλος. Σήμερα με Θεοτοκά κατεβήκαμε στο Τουρκολίμανο - όμορφο μεσημέρι- έχει κάτι πράο και σταθερό που αναπαύει...Κατά βάθος όταν ξανακούσεις και ξανακοιτάξεις κάμποσο την κρητικό δεκαπεντασύλλαβο φτάνεις στο συμπέρασμα πως μόνο σ' αυτή τη γλώσσα και μ' αυτό το μηχανισμό μπορεί να γραφεί ακόμη 15σύλλαβος ελληνικά. Φυσικά, υπάρχει ο Σολωμός, ο αποσμασματικός. ωστόσο μπροστά σ' εκείνον μοιάζει ψέλλισμα. Βέβαια μιλώ για στίχο- για ρυθμό γλώσσας. Ξέρω, μπορεί να είμαι άδικος: Παλαμάς, άλλοι, ίσως- όμως εκεί είναι που δε βρίσκεις τίποτε τεχνητό ή φτιαχτό(σελ. 192, 193).
Στις 8 Αυγούστου 1961 επισκέπτεται μαζί με τους Σαββίδηδες του Δελφούς: " Δελφοί - στο ξενοδοχείο που έφτιαξε ο Πικιώνης. Ταξιδέψαμε με τ' αυτοκίνητο των Σαββίδηδων ήρθαμε νωρίς τ' απόγεμα. Οι Σαββίδηδες γύρισαν αμέσως στην Αθήνα. Βράδυ, ο ήλιος βασίλευε στη Γκιόνα αφήνοντας μια μαλαματένια πάχνη. Περάσαμε απ' το σπίτι του Σικελιανού -ένα ρημάδι. Στα πρόθυρα του ' χουν στήσει και την προτομή του, φορά ακόμη λοξά απ' τον ώμο δυο στεφάνια, απελπιστικά ξερά το ένα δάφνη...Καθόμαστε στο άδειο Στάδιο, ακουμπισμένοι στο τελευταίο σκαλοπάτι προς Παρνασσό, σχεδόν νύχτα, η πέτρα ακόμη ζέστη, δε βλέπω να γράψω άλλο. Φαίνεται πίσω μας η Άρκτος κι απέναντι της μεγαλοπρεπής ο Σκορπιός"(σελ.164,165).
Στις 14 Αυγούστου 1961 περιμένοντας του Σαββίδηδες να έρθουν να τους πάρουν με το αυτοκινητό τους γράφει: " είναι πράγμα άλλου καιρού και αυτός ο ρυθμός της κουδούνας του μουλαριού και τα πέταλά του στα κακοτράχαλα μονοπάτια του Παρνασσού- αυτός ο ίαμβος που κράτησε την ακοή μου καταμεσήμερα"(σελ.171).
Στις 4 Σεπτέμβρη 1961 γράφει: " Προτού φύγω από την Αθήνα, ο Κατσίμπαλης μου ' γραψε πως η Αμοργός ήταν το αγαπημένο νησί του Περικλή Γιαννόπουλου, πως είχε μάλιστα γράψει ένα βιβλίο για το νησί(που έκαψε προτού πεθάνει). Σίγουρα η Αμοργός, όταν βάλει τα καλά της έχει έξοχο φως, που πλησιάζει πάρα πολύ προς το αττικό΄και μια γύμνια καταπληκτική , όλο πέτρα'τουλάχιστο όσο μπόρεσα να ιδώ από τη Γιάλη, το λιμάνι όπου βρισκόμαστε- δεν πήγα πιο κάτω από το βουνό της Μινώας. Σε ξαφνίζει η χάρη των γραμμών και των σκιών του όπως παίζει ο ήλιος πάνω τους...Είχα μια εύκολη οικειότητα με τους χωριάτες εδώ΄αισθανόμουν στο σπίτι μου ΄συλλογίζομαι πως έχω, στις καλές περιπτώσεις , οικειότητα ή τουλάχιστο δεν αισθάνομαι χωρίς άνεση με τους ανθρώπους στις μεγάλες πρωτεύουσες του σημερινού πολιτισμού. Είναι διχασμός αυτό΄τον παρακολουθώ ως τη ρίζα του εκεί είμαι ένας"(σελ.190,191).
Στις 26 Σεπτέμβρη 1961 θα φάνε μαζί με τον Ελύτη στην ταβέρνα του Αβέρωφ. Του διάβασε τους "Δελφούς". Στον Ελύτη δεν άρεσε το ταξίδι στις ΗΠΑ. Μιλούν για τον Λορεντζάτο. Από τους νέους ποιητές ο Ελύτης ξεχωρίζει τον Ν.Καρούζο και τον Ν.Φωκά.
Στις 6 Γενάρη 1962 ο Κύπριος φίλος του Ευάγγελος Λοίζος , που τον λέει Μάστρο, τον ενημερώνει ότι ο Ρόδης Ρούφος "τορπίλισε τις συνομιλίες Μακάριου- Harding".
Στις 17 Φεβρουαρίου 1962 σημειώνει πως "ο λαϊκός άνθρωπος (εννοώ της υπαίθρου) άλλαξε περισσότερο στα τελευταία 35 χρόνια από τα προτελευταία 130 τόσα ή και περισσότερα (ας πω από το Μακρυγιάννη ως τον Σωτήρη της Σκιάθου)' με άλλα λόγια οι άνθρωποι αυτοί άλλαξαν περισσότερο από τον καιρό που έγραψα τη Στροφή ή το Μυθιστόρημα ως τα σήμερα"(σελ.235).
Στις 11 Οκτώβρη 1962 επισκέπτεται τα Καμμένα Βούρλα και μένει στο ξενοδοχείο "Γαλήνη", επισημαίνει: "..από την άλλη μερικοί απλοί άνθρωποι σ' αυτή την Ελλάδα της Κοινής Αγοράς - που πάει να γίνει Ελλαδίξ."(σελ.279).
Το 1961 κυκλοφορεί με την ευκαιρία των 30 χρόνων από την έκδοση της "Στροφής" τιμητικός τόμος αφιερωμένος στον Γ.Σεφέρη που περιλαμβάνει το δοκίμιο του Ζ.Λορεντζάτου "Το χαμένο κέντρο". Ο Σεφέρης γράφει μια επιστολή την οποία δεν στέλνει τελικά ίσως γιατί διατυπώνει κάποιες ουσιώδεις επιφυλάξεις στον Ζ.Λορεντζάτο. Συνοψίζει κατ' αρχήν τις σκέψεις του τελευταίου προσπαθώντας να τις φωτίσει. Ο Λορεντζάτος συμπεραίνει ότι "α.πήγε στράφι η Ευρώπη από το Δάντη και πέρα γιατί με την Αναγέννηση έχασε το κέντρο της ή τη μεταφυσική της παράδοση. β. Εμείς, από το '21 και πέρα, μόλις λευτερωθήκαμε από τον Τούρκο αγκαλιάσαμε την Ευρώπη κι από αυτή προσδιοριζόμαστε' έτσι η χαλασμένη Ευρώπη μας κόλλησε την αρρώστια της' χάσαμε κι εμείς το Κέντρο μας ή τη μεταφυσική μας παράδοση για το χατήρι της. γ. Άν δεν ξαναβρεθεί το χαμένο κέντρο , σ' εμάς ή και στους έξω από εμάς, πάμε κι εμείς κι αυτοί κατά διαβόλου. δ. Κέντρο (το χαμένο)= "το εν ου εστι χρεία"= μεταφυσική παράδοση= παράδοση της Χριστιανικής Ανατολής= παράδοση του Ορθόδοξου Χριστιανού (δεν ξέρω αν πρέπει να προσθέσω του Έλληνα Χριστιανού, ούτε αν το έν ου εστι χρεία είναι ακριβώς η χριστιανική πίστη)"(σελ.313,314). Με αυτό τον τρόπο ο Σεφέρης συνοψίζει τις σκέψεις του Ζ.Λ. Όμως στην συνέχεια ξεκινούν κάποιες αντιρρήσεις του: " οι παραδόσεις των λαών είναι εγκόσμιο πράγμα' η πίστη είναι του Θεού, είναι μεταφυσική, είναι οικουμενική, είναι το αιώνιο"(σελ.314,315). Για να συνεχίσει: "ας έρθουμε στην παράδοση που μ' ενδιαφέρει τώρα με πιο επείγοντα τρόπο γιατί κινδυνεύει περισσότερο."(σελ.315). Πρόκειται για ότι έζησε ως παιδί στα Βουρλά:
"μικρός γνώρισα τον κόσμο της παράδοσης που λες, αυτόν τον κόσμο όπου οι άνθρωποι είχαν δεσμούς (αλληλεγγύη) μεταξύ τους (ήταν μια μεγάλη φαμίλια), και την ευσέβεια ριζωμένη μέσα τους σαν την ελιά και σαν τ' αμπέλι, φυσικά, χωρίς ξάφνισμα. Ήταν στο χωριό μου, σε μια μικρασιατική αχτή' εκατό τόσες ψυχές, όλοι άνθρωποι λίγο-πολύ του πατέρα της μάνας μου, που δεν έφτασα. Εκείνη (την έχασα νωρίς, στα ' 26 , μου τη θύμισαν οι καθυστερημένες γριές που διηγείσαι) κρατούσε την παράδοση, αν την κράτησε ποτέ κανείς. Θυμάμαι μια εποχή στα πολύ μικρά μου χρόνια που είχε τάξει να νηστέψει εφτά Μεγάλες Σαρακοστές' και το είχε κρατήσει το τάξιμό της. Το Δεκαπενταύγουστο που ήταν η γιορτή της, θα' ρχουνταν μια μικρή συνοδεία για να πάρει την εικόνα της Παναγίας από το σπίτι μας για να την πάει στη μικρή εκκλησία. Ήταν ο κόσμος που αγαπούσα' όπου ένιωθα ελεύθερος, εν-αντιθέσει προς τον κόσμο της πολιτείας που με έπληττε (εκεί ήταν και το σχολειό)' ο Ευρωπαίος (ο Φράγκος, όπως έλεγαν) ήταν ο ξένος, συχνά ο αντίπαλος για τον κόσμο του χωριού μου. Όλα αυτά, όλη εκείνη η μαγεία, είναι μέσα ακόμη φυσική, δεν τη συζητώ, άνετη. Έπειτα ξενιτιά: Αθήνα, Ευρώπη- μαθητεία-δεν ξέρω κανέναν που να μαθήτεψε -γυρισμός στην Αθήνα με ό,τι μάζεψα από δω κι απο κεί, όχι πολύ συστηματικά, αλλά εκείνα τα παλιά, τα πρώτα, δεν άλλαξαν, όπως και τώρα, πολλές φορές το διαπιστώνω, δεν άλλαξαν τόσο που το πρώτο συναπάντημα μου με τον Μακρυγιάννη 1926(νομίζω) έπιασε κι από τότε δεν τον άφησα' πολύ κοινωνικά, πολύ φυσιολογικά, καλοδεχούμενος, ήρθε και βολεύτηκε σ' εκείνον τον κόσμο(σελ.315,316). 
Πιστεύω ότι οι παρατηρήσεις αυτές έχουν μεγάλη σημασία για να κατανοήσουμε την ιδιοσυγκρασία και την εξέλιξη του Γ.Σεφέρη.
Τι τελικά σώζει την παράδοσή μας ; " χάσαμε καιρό, χάσαμε πολύν καιρό, και τώρα ακόμη αδιαφορούμε εγκληματικά. Χρειαζόμαστε παιδεία, και την παιδεία την έχουμε γράψει στα παλιά μας τα παπούτσια' χρειαζόμαστε καλούς υπηρέτες του Θεού και έχουμε τους τρισχειρότερους. Χρειαζόμαστε αγάπη και γλεντάμε κάθε τόσο φορώντας το πετσί του λύκου. Μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση, αναρωτιέμαι, μη δε θα να ' ταν καλύτερο να οικονομάμε τις σαίτές μας εναντίον στην λογοτεχνία, όπως την παρασταίνεις, για να τις έχουμε διαθέσιμες για εκείνα τα χάλια μας; Έπειτα, τ κάτω-κάτω της γραφής, μπορεί αυτοί οι αιρετικοί της λογοτεχνίας να τύχει και να ρίξουν καμιά φορά ένα λόγο σπερματικό, χρήσιμο για τα ανώτατα του πνεύματος. Ενώ αλλιώς υπνοβασία και αυτοματισμός"(σελ.319).
Φαντάζομαι ότι από τότε που έγραψε αυτές τις σκέψεις ο Γ.Σεφέρης που απευθύνονταν στον Ζήσιμο,Λορεντζάτο τα πράγματα τράβηξαν το δικό τους δρόμο, όχι αυτόν που χρειαζόμαστε και αυτόν που έδειχνε ο Σεφέρης.

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018

"Ο Βασίλης ο Αρβανίτης" του Στρατή Μυριβήλη, ο Σολωμός Σολωμού και ο Κ.Κατσιφάς

ΡΗΞΗ φ.149




H κοντινότερη λογοτεχνικά μορφή στον Σ.Σολωμού και στον Κ.Κατσιφά είναι "ο Βασίλης ο Αρβανίτης" του Σ.Μυριβήλη. Από κριτικούς όπως ο Ρένος Αποστολίδης , ο Α.Σαχίνης, ο Κ.Δεσποτόπουλος έχει υποδειχθεί ως ένα από τα σημαντικότερα διηγήματά του. Περιγράφει το παλικάρι, τον μάγκα, που οδηγείται αποκλειστικά από την ανδρεία του δίχως να λογαριάζει την παροδική του ύπαρξη. Με αυτόν τον τρόπο ο Σ.Σολωμού μόνος απέναντι από τις κατοχικές δυνάμεις ανεβαίνει στον ιστό για να κατεβάσει την τουρκική σημαία. Αντίστοιχα ο Κ.Κατσιφάς αρνείται τις εντολές του αλβανικού κράτους για να υποστείλει την ελληνική σημαία. Ούτε ο ένας , ούτε ο άλλος λογάριασαν την ζωή τους.
Αλλά ας δούμε τι γράφει, σε μια γνήσια δημοτική, ο Στρατής Μυριβήλης, για τον ήρωα του:
"Είναι λογής παλικαριές, είναι και λογής παλικάρια. Το κάθε τι στη ζωή το αγναντεύεις και το χαίρεσαι μέσα στον περίγυρό του. Όμως μέσα του είναι κ' ένας σκοπός που το κυβερνά, κι αυτός είναι που του δίνει το νόημά του. Κάθε καρπός θέλει τη γης και το κλίμα του για να μελώσει, θέλει κ' ένα στόμα να τον βυζάξει. Κάθε καράβι θέλει τα νερά του για να πλέψει, όμως η μοίρα του, εκεί σ' ένα μακρινό λιμάνι στέκεται και το καρτερεί. Έτσ' είναι. Μόνο το Βασίλη τον Αρβανίτη, που στάθηκε μέσα στα παιδιάτικά μου όνειρα ο αρχάγγελος της παλικαριάς, τόσα χρόνια περνούσαν από πάνω μου, μέστωναν τη στόχασή μου, και μολαταύτα δε μπορούσα να καταλάβω το θάμα της ορμής του. Τι γύρευε, που τραβούσε και τι πίστευε. Και μόνο τώρα, που ωρίμασε ο καημός στην ψυχή και στέριωσε ο καιρός την αντριά μου, τον κατάλαβα."(σελ.9,10).
Πιο αδρά συνεχίζει ο Μυριβήλης: "και μέσα στην καρδιά του μαγικού κόσμου, στέκεται τροπαιοφόρος ένας ξανθός παλίκαρος. Πότε χαμογελά καλοσυνάτος και ζευγαρίζει πίσω με τ' άσπρα δάχτυλα κάτι ξανθά μαλλιά σαν από φως. Πότε πάλι συννεφιάζουν τα μαβιά μάτια του. Γίνουνται μολυβιά σα δυο σφαίρες του γκραδιού και το κάτω χείλι ξεβγαίνει με το μορφασμό του ερεθισμένου αγριμιού, που οσμίζεται να χιμήξει. Σαν τι γύρευε και χτυπιόταν με τόσον καημό η παλικαριά του Βασίλη του Αρβανίτη; Με τους ανθρώπους και με το Θεό χτυπιόταν, με ξένους και δικούς, με το καλό και με το κακό έπιανε αμάχη. Και ποτές δεν έλεγε να καταλαγιάσει ο παραδαρμός του"(σελ.11). Ο πατέρας του Βασίλη ήταν οικοδόμος , αψύς και πεισματάρης τον είχαν βγάλει για αυτούς τους λόγους Αρβανίτη. Ο Βασίλης ήταν το δεξί του χέρι , τον βοηθούσε στα χτισίματα.
Ο Σαμπρής ο Τούρκος σκότωσε τον πρώτο παλικάρι του χωριού τον Ζαχαριά, που έφερνε "κοντραμπάντο γκράδες απ' το Ελληνικό". Το σκηνικό θυμίζει αρχαία τραγωδία: "το κουφάρι , απόμεινε ξαπλωμένο δυό μέρες στη μέση του δρόμου, δαγκάνοντας το χώμα. Κόσμος περνούσε και το ' βλεπε, κανένας δεν τ' άγγιζε, ώσπου να' ρθουν από το Μόλυβο αστυνόμοι και δικαστάδες. Μόνο σαν ξημέρωσε η Δευτέρα βρέθηκε κάτω από το κεφάλι του νεκρού ένα κεντητό μαξιλάρι και πλάι ένα κλωνί ανθισμένη ρωδιά. Ο Ζαχαριάς είχε ανοιχτά από τη μιά κι από την άλλη τα μπράτσα. Λες κι αγκάλιαζε ολάκερη τη γης στο στέρνο του να την παλέψει και να την καταπονέσει. Κάτι γριές του' βαλαν ένα αναμμένο φανάρι κοντά στο κεφάλι, κολλήσαν κεράκια στις τριγυρινές πέτρες"(σελ.41,42). Ο Βασίλης θα συναντήσει σε ένα χωράφι τον Σαμπρή και θα πάρει εκδίκηση για τον Ζαχαριά. Τον ρωτά "γιατί, βρε Σαμπρή, τόνε σκότωσες το Ζαχαριά;" Η απάντηση του Σαμπρή δεν θα είναι βέβαια ικανοποιητική και "ο Βασίλης τραβά την κάμα, την καρφώνει τέσσερις φορές, σταυρωτά , στα στήθια του Σαμπρή. Το αυλάκι κατεβάζει κόκκινο το νερό. Ποτίζει τις ντοματιές που μυρίζουν δυνατά στον ήλιο, κι όλο τραγουδά και σπιθοβολά. Ο Βασίλης σκουπίζει προσεχτικά το μαχαίρι στο βρακί του Τούρκου. Το βάζει στο ζουνάρι, ακουμπά με τα δύο μπράτσα, τσομπάνικα περασμένα στην κοντινή απιδιά και κοιτάζει το κουφάρι. Έτσι που έχει απλωμένο το χέρι, πιάνει στην τύχη ένα αχλάδι. Το κόβει μηχανικά, το μασσάει από γύρω-γύρω χωρίς να βιάζεται. Ύστερα πετά το κοτσάνι στο σκοτωμένο και φεύγει. Σφυρίζει και φεύγει"(σελ.44,45).
Το διήγημα του Σ.Μυριβήλη περιέχει και μια από πρώτο χέρι αναφορά στον Θεόφιλο : " και τούτος ο καφενές είναι σημαντικός και περίφημος, μπορεί να πει κανείς, σαν το νερό της Καρύνης γιατί μέσα κι όξω οι τοίχοι του είναι στολισμένοι με λογής πλουμίδια και ζουγραφιές του Θεόφιλου του Τσολιά. Ήταν ένας παράξενος άνθρωπος, για μισοπάλαβο τον είχαν, έρεψε φτωχός και έρμος μέσα στις λερές φουστανέλες του. Θα πεις, που βρέθηκε νησιώτης άνθρωπος και να' ναι φουστανελάς. Να, έτσι από μεράκι περίμενε τις Απόκριες κάθε χρόνο, να βάλει τις φουστανέλες και να βγει στο δρόμο. Για "μακεδόνας" θα 'βγαινε, για εύζωνας. Ήταν ένας ανθρωπάκος κοντός, χλωμός και κακομοίρης στο παρουσιαστικό, μολαταύτα μέσα του τον έτρωγε το μαράζι της λεβεντιάς, που του αρνήθηκε ο Θεός...Ο καημό του ήταν να στορίσει ηρωικά θέματα. Από την ιστορία του Αλή-πασά κι από τα κυνήγια. Σαν πέθανε κ' ύστερα, οι γραμματιζούμενοι από το Παρίσι και την Αθήνα, τον τελάληξαν μεγάλο ζωγράφο και τα κάδρα του έκοβαν μονέδα"(σελ.66,67).

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2018

Ψηφίδες και χρώματα: συλλογή ποιημάτων και πεζών μαθητών του 6ου Γυμνασίου Ν.Ιωνίας

Σε επιμέλεια του καθηγητή φιλολογίας και συγγραφέα Μιχάλη Πάτση ποιήματα και διηγήματα μαθητών που αναφέρονται στην ιστορία της Νέας Ιωνίας και σε στοχαστές που έζησαν σε αυτή όπως στον Τ.Σινόπουλο, Μ.Φιλήντα, Ρ.Μηλιώρη, Τ.Καίμη. Μια αξιέπαινη προσπάθεια.


Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

Κατερίνα Πάπαρη, Ελληνικότητα και αστική διανόηση στον μεσοπόλεμο: το πολιτικό πρόγραμμα των Π.Κανελλόπουλου, Ι.Θεοδωρακόπουλου και Κ.Τσάτσου, εκδόσεις Ασίνη, Αθήνα 2017, σελ.389.




 Η αναζήτηση των στοιχείων και των χαρακτηριστικών του ελληνισμού, της ελληνικότητας κατά μια άλλη έκφραση, απασχόλησε  το σύνολο της ελληνικής διανόησης κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου. Δεν ήταν μονάχα ο Άγγελος Σικελιανός και οι διανοούμενοι, υπό την ευρύτερη έννοια που τον ακολούθησαν στην πνευματική προσπάθεια  να συνδυαστεί η αναζήτηση του ελληνισμού με ένα όραμα που θα έχει οικουμενικές διαστάσεις. Όλοι οι στοχαστές της γενιάς το ’30 ή και άλλοι που για λόγους  ηλικίας ή ιδιοσυγκρασίας θα πρέπει να ενταχθούν σε αυτή ανάλωσαν ένα μέρος των δυνάμεων τους στην αναζήτηση των στοιχείων του ελληνισμού. Μάλιστα πολλοί από αυτούς προχώρησαν σε δύο κινήσεις αντίθετες μεταξύ τους αλλά εξισορροπητικές. Υιοθέτησαν τον μοντερνισμό ως στοιχείο νέων εκφραστικών τρόπων αλλά και αναζήτησαν τα στοιχεία του νέου ελληνισμού.
Ο Σεφέρης κατ’ αρχήν αλλά και ο Ελύτης, ο Εγγονόπουλος, ο  Τσαρούχης, ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Δ.Πικιώνης αναζητούν το μοντέρνο αλλά εμβαθύνουν στο λαϊκό και παραδοσιακό. Έτσι η μοντέρνα ποίηση συνδυάζεται με την ανακάλυψη της αξίας του Θεόφιλου, του Μακρυγιάννη, του Ερωτόκριτου, των δημοτικών τραγουδιών, του καραγκιόζη, της λαϊκής αρχιτεκτονικής. Ο Γ.Θεοτοκάς από την πρώιμη εποχή του «Ελεύθερου Πνεύματος» αλλά και με τα μεταγενέστερα κείμενά του αφενός επαναλαμβάνει την επιχειρηματολογία του Σεφέρη αφετέρου διατυπώνει αναλυτικά την σχέση ανάμεσα στον ελληνισμό και την οικουμενικότητα.
Ο διάλογος Σεφέρης- Τσάτσου για την μοντέρνα ποίηση τελικά κατά ένα μέρος κατευθύνεται στην αναζήτηση των στοιχείων της ελληνικότητας. Ο Κ.Τσάτσος θέτει ως αξιολογικό κριτήριο του ποιητικού λόγου την πιστότητα στην ελληνικότητα. Ο Σεφέρης αντιπαραθέτει τον «ελληνικό ελληνισμό» σίγουρα πιο γνήσιο και αυθεντικό στον «ευρωπαϊκό ελληνισμό» του Κ.Τσάτσου.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους στοχαστές είναι Βενιζελικοί ή κινούνται στον χώρο του κέντρου. Αλλά και η αριστερά που ως αφετηρία θέτει σε δεύτερη μοίρα τα έθνη προβληματίστηκε για τα στοιχεία του ελληνισμού και σε ορισμένες περιπτώσεις επιχείρησε να την καθορίσει με βάση την λαϊκή του παράδοση.
Όλα αυτά δείχνουν ότι το επιχείρημα της συγγραφέως ότι η ελληνικότητα αναζητήθηκε και τελικά χρησιμοποιήθηκε μόνο από την αστική διανόηση είναι τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό λανθασμένο. Διότι δεν ήταν οι μόνοι που επικαλέστηκαν την ελληνικότητα, αλλά και ούτε έχει το ίδιο νόημα για όσους την επικαλέστηκαν.
Όμως από τρείς στοχαστές Π.Κανελλόπουλος, Κ.Τσάτσο και Ι.Θεοδωρακόπουλος μόνο οι δύο ταυτίστηκαν άμεσα με την πολιτική πορεία του ελληνικού συντηρητισμού. Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι στην  συνέχεια δεν αντικαταστάθηκαν  από ίσης αξίας πρόσωπα που να μπορούν να συνδυάζουν τον φιλοσοφικό λόγο με την πολιτική σκέψη ίσως και με την πολιτική πράξη. Αλλά η αναζήτηση της ελληνικότητας και η ύψωση της σε αλάνθαστο αξιολογικό κριτήριο δεν τους οδήγησε στον πολιτικό απομονωτισμό. Αντίθετα πίστευαν ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να διατηρήσει τα χαρακτηριστικά της και με αυτά να συμμετάσχει στην Ευρώπη. Αντί λοιπόν της εθνικής μοναδικότητας τελικά ωθούν τον ελληνισμό να συναντηθεί με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά έθνη. Ίσως δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά γιατί και οι τρείς τους σπουδάσανε στα Πανεπιστήμια της Δυτικής Ευρώπης και επηρεάστηκαν ουσιαστικά από τα εκεί φιλοσοφικά ρεύματα. Η προσέγγιση του ελληνισμού συνεπώς γίνεται μέσα από το πρίσμα αυτών των φιλοσοφικών θεωριών. Ένα πρώτο διακριτό αποτέλεσμα είναι ο σκεπτικισμός με τον οποίο αντιμετωπίζουν την βυζαντινή φιλοσοφία. Η αφετηρία του Κ.Τσάτσου είναι νεοκαντιανισμός και σε ένα δεύτερο βαθμό ο εγελιανισμός. Ο Π.Κανελλόπουλος γνωρίζει καλύτερα από τους τρείς το έργο του  Μάρξ αλλά έχει επηρεαστεί από Γερμανούς  στοχαστές όπως ο Ταίνις, ο Ζίμμελ, ο Σ.Γκεόργκε που τον βοηθούν να συνθέσει μια συντηρητικής προέλευσης  κριτική του καπιταλισμού. Η αντιπαράθεση τους με την αριστερή διανόηση, όπως με τον Δ.Γληνό και τον τότε αρχειομαρξιστή Θ.Παπακωνσταντίνου, υπήρξε σφοδρή και ίσως δεν θα ήταν εντελώς άδικη η κατηγορία πως έκλειναν σε ένα καθεστώς έκτακτης ανάγκης.  Παρόλα αυτά και οι δύο συνελήφθησαν και στην συνέχεια εξορίστηκαν από την δικτατορία Μεταξά(σε αντίθεση με άλλους στοχαστές που συνεργάστηκαν). Μεταπολεμικά την κυβέρνηση Π.Κανελλόπουλου θα ανατρέψει η στρατιωτική δικτατορία. Αυτή την φορά δεν θα τους εξορίσει αλλά θα τους περιορίσει.
 Η αναζήτηση της ελληνικότητας κατά συνέπεια μπορεί να εξυπηρετεί μικροκομματικούς ευτελείς σκοπούς. Το ίδιο μπορεί φυσικά να συμβεί για οποιαδήποτε αξία όπως την αγάπη ή την  ιστορική δικαίωση της εργατικής τάξης. Το γεγονός αυτό δεν αναιρεί την αναγκαιότητα ένας λαός να αναζητεί την αυτογνωσία του, τα στοιχεία που τον στηρίζουν, τα αγκωνάρια του.  Εάν μάλιστα στην διαδικασία αυτή συμμετέχει το σύνολο σχεδόν των στοχαστών ενός τόπου τότε η αναζήτηση του ελληνισμού έχει ξεφύγει από τα όρια μικροκομματικού ανταγωνισμού.
Η συγγραφέας  ακολουθώντας την μεταπολιτευτική πολιτική ορθοφροσύνη (σε αυτό ενδεχομένως να έπαιξε κάποιο ρόλο το γεγονός ότι επόπτης της τριμελούς επιτροπής του διδακτορικού της ήταν ο Α.Λιάκος) θέλει να αποδείξει ότι η αναζήτηση της ελληνικότητας  εξυπηρετούσε τους εκλογικούς και πολιτικούς σχεδιασμούς της δεξιάς παράταξης ειδικά σε σχέση με την αντιπαράθεση με την αριστερά. Γράφει: « η ελληνικότητα ως θεωρητικό, πολιτισμικό εργαλείο νομιμοποιούσε λοιπόν μια εθνική ιδεολογία αντικομμουνιστική, συγκροτούσε το αστικό μπλόκ έναντι στον ιστορικό υλισμό και την αριστερά, ήδη πριν από το τέλος της δεκαετίας του 1930 και τη μεταξική δικτατορία, που με την επιβολή της θα αξιοποιήσει και θα παγιώσει αυτό το σχήμα»(σελ.155). Πρόκειται για κλασσική αντιστροφή της πραγματικότητας. Η αναζήτηση της ελληνικότητας έγινε από στοχαστές, ποιητές, εικαστικούς εκτός αυτής της τριάδας και σε κάποιες περιπτώσεις σε αντιπαράθεση με αυτή. Οι περισσότεροι προέρχονταν από τον βενιζελισμό, γεωγραφικά κυρίως από τον μικρασιάτικό ελληνισμό, ενώ κάποιοι όπως ο Α.Σικελιανός κατά την διάρκεια της κατοχής  συνεργάστηκαν στην εθνική αντίσταση με την αριστερά. Ο Γ.Σεφέρης  συζήτησε και αντιπαρατέθηκε τελικά με τον Κ.Τσάτσο για την έννοια του ελληνισμού και την σχέση ανάμεσα στον μοντερνισμό και την παράδοση. Ο Ι.Θεοδωρακόπουλος έμεινε μάλλον έξω από αυτή την συζήτηση  αλλά μας άφησε ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα κείμενα για τον ελληνισμό.  Την σκέψη του Π.Κανελλόπουλου δεν την απασχολεί διόλου ο προσδιορισμός των στοιχείων της ελληνικότητας. Η αφετηρία του ήταν αποκλειστικά αρχαιοκεντρική και μόνο μετά τις παραινέσεις άλλων στοχαστών αποφάσισε να ασχοληθεί με τον βυζάντιο.  Tα ενδιαφέροντα του ήταν άλλου είδους και απηχούν  σε μεγάλο βαθμό τον προβληματισμό της γερμανικής κοινωνιολογίας και φιλοσοφίας. Τελικά όμως παρουσιάζεται το οξύμωρο σχήμα κατά την συγγραφέα: οι Τσάτσος, Θεοδωρακόπουλος, Κανελλόπουλος κατασκευάζουν ένα ιδεολόγημα το οποίο χρησιμοποιεί η δικτατορία Μεταξά, η οποία όμως  δεν θα επιδιώξει να συνεργαστεί μαζί τους αλλά θα τους εξορίσει.
Σε δύο σημεία του βιβλίου (σελ.69,σελ.173) ο νομικός Χάνς Κέλσεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στους οπαδούς του εθνικοσοσιαλισμού. Πρόκειται για σημαντικό ατόπημα. Γιατί ό Κέλσεν αφενός αντιπαρατέθηκε με τον Κ.Σμίτ αφετέρου υπερασπίστηκε την δημοκρατία.
Οι αναφορές που γίνονται στο έργο του Κ.Τσάτσου είναι ανεπαρκείς. Περισσότερο ανεπαρκείς όμως είναι οι αναφορές στον Ι.Θεοδωρακόπουλο.  Αν ήθελε, η συγγραφέας, να μας δώσει μια πληρέστερη εικόνα θα έπρεπε να σταθεί στο γεγονός ότι ο Τσάτσος χαρακτήρισε τον ελληνισμό «ανάδελφο έθνος», αλλά παρόλα αυτά δεν συμπέρανε ως πολιτικό δέον την πολιτική  του απομόνωση και αναδίπλωση. Θα έπρεπε επίσης να σχολιάσει το γεγονός ότι ο Κ.Τσάτσος χαρακτήρισε την ΕΟΚΑ «εγκληματική οργάνωση» και αποδοκίμασε τον αντι-αποικιακό αγώνα του κυπριακού ελληνισμού. Σε αντίθεση με τον Γ.Σεφέρη που διαφώνησε με την συμφωνία της Ζυρίχης αυτός την υπερασπίστηκε. Άλλωστε κάτι τέτοιο ήταν προϋπόθεση για όποιον ήθελε τότε να σταδιοδρομήσει πολιτικά. Αλλά και ο Π.Κανελλόπουλος είχε δηλώσει «ότι η μετανάστευση ήταν ευλογία για τον τόπο». Όλα αυτά που χρήζουν σχολιασμού η συγγραφέας τα παράκαμψε  ακριβώς γιατί η αφετηρία της είναι «αντιεθνικιστική»  και επιδίωξη της είναι να αποδείξει ότι η αναζήτηση των στοιχείων του ελληνισμού αφορά αποκλειστικά την δεξιά ιδεολογία.
Η  μάλλον πρόχειρη αναφορά στον Ι.Θεοδωρακόπουλο επικεντρώνεται στο γεγονός ότι αυτός διαπιστώνει ότι η ανθρωπιστική θεμελίωση του αρχαίου ελληνισμού και ο χριστιανικός ανθρωπισμός  δίδουν νόημα της επανάστασης του 1821. Την συγγραφέα την ξενίζει το γεγονός αυτός που γνωρίζουμε πολύ καλά από τα κείμενα των αγωνιστών του 1821. Η χριστιανική πίστη του λαού με την υποσυνείδητη σε κάποιο βαθμό ανάμνηση του κλασσικού ελληνισμού έδειχνε το παράλογο της υποδούλωσης και ότι η ζωή χωρίς την ελευθερία είναι αδύνατο να γίνει αποδεκτή.
Η παρουσίαση του πολιτικού και πνευματικού  έργου του Π.Κανελλόπουλου είναι επαρκέστερη αν και δεν έχει θέση σε μια εργασία που έχει κύριο αντικείμενο την ελληνικότητα.  Αναδεικνύεται η προσπάθεια του Ενωτικού Κόμματος να ξεπεράσει τις διαιρέσεις και να συγκεράσει τις   αντιθέσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι συμμετείχαν στο κόμμα αυτό στελέχη βενιζελικά όσο και του Λαϊκού κόμματος. Στην διάρκεια της κατοχής ενέπνευσε την δράση της ΠΕΑΝ  μια οργάνωση αποτελεσματική στην δράση κατά των κατακτητών που πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος. Φυσικά μετά τον πόλεμο ακολούθησε τους ανέμους του εμφυλίου πολέμου αλλά μετά την μεταπολίτευση θα ακολουθήσει μια πολιτική εθνική συμφιλίωσης.
Η ενασχόληση με το έργο των Π.Κανελλόπουλου, Ι.Θεοδωρακόπουλου και Κ.Τσάτσου θα ήταν μια καλή ευκαιρία για να δούμε το έργο τους στις πραγματικές τους διαστάσεις. Αντί αυτού διαβάσαμε άλλο ένα έργο στα πλαίσια της μεταπολιτευτικής πολιτικής ορθοφροσύνης, που αποσκοπεί να αναποδογυρίσει την πραγματικότητα, να την χειριστεί ιδεολογικά ώστε να δυσφημιστεί τελικά κάθε προσπάθεια για εθνική αυτογνωσία και να περιοριστεί η  προσπάθεια που αφορά όλο τον ελληνικό λαό σε ευτελές μικροκομματικό σχέδιο της εμφυλιοπολεμικής μάλιστα περιόδου.

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

Βάσος Λυσσαρίδης: Αν εθελούσια δεν γονατίσεις, ούτε νεκρό δεν μπορούν να σε γονατίσουν



«Ομιλία Επίτιμου Προέδρου του Κ.Σ. ΕΔΕΚ Βάσου Λυσσαρίδη σε Διεθνές Συνέδριο στην Αθήνα με θέμα: “Τρεις Γενοκτονίες μια στρατηγική” στις 17 Σεπτεμβρίου 2010»
Ατιμώρητα εγκλήματα υποτροπιάζουν. Ο Ταλαάτ δημιούργησε τον Αϊχμάν. Οι Τοπάλ Οσμάν και Κεμάλ πρόδρομοι για τα Νταχάου, το Δίστομο και τον ορφανό Πενταδάκτυλο.

Η σιωπή ισοδυναμεί με συνενοχή και η απάθεια διευκολύνει την συνέχιση.

Όταν γυρίζω πίσω χάνω την πυξίδα και τον χρόνο, τη γλώσσα, τη φυλή, την εθνότητα, γιατί κοινός ο πόνος, κοινή η οργή, κι η εμμονή για δικαίωση.

Σαμψούντα, Άδανα, Σμύρνη, Κερύνεια με κυνηγούν και στερεότυπα καταγράφω.
Αν ξεχάσω την Αμισό, τη Σάντα, την Κόνικα, τη Σασσούν, το Ασσυριακό Khoy, τη Σμύρνη θα’ χω ενταφιάσει την αξιοπρέπεια μου,

Αν παραγνωρίσω την Ποντιακή κραυγή «Μ΄ αοιλή εμάς και βάϊ εμάς η Ρωμανίαν πάρθεν», τους σταυρωμένους νέο-Σπάρτακους που μεταθανάτια σταυρώνουν τους σταυρωτήδες θάχω χάσει τον αυτοσεβασμό μου.

Γιατί θα με κυνηγούν οι κραυγές των θρυμματισμένων από τους Τσέτες νηπίων στους Ποντιακούς βράχους, οι ρόγχοι των απαγχονισμένων Αρμένιων διανοούμενων, οι πατημασιές των πεταλωμένων, ο άφωνος πόνος των βιασθέντων, το περήφανο βλέμμα του Πόντιου με την εθνική συνείδηση που δεν πεθαίνει ούτε στη διασπορά ούτε στην πατρώα γη με το στα φανερά Μαχμούτ αγάς και στα κρυφά Νικόλας τα ζωντανά μάτια των αποκεφαλισθέντων Αρμενίων, η Αρμένισσα μάνα που θηλάζει το βρέφος με πηχτό αίμα, τα ακρωτηριασμένα σώματα των Ασσυρίων, οι καμένες σάρκες στη Σμύρνη, και ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος, οι εξόριστοι σοφοί της Ιωνίας που χωρίς του Όμηρου τα ποιητικά αδημονούν κι αγανακτούν κι αναζητούν τους τραγωδούς, τους ποιητές, τ΄Απόλλωνα τη λύρα και την απέριττη τη γνώριμη αρχιτεκτονική.

Καμένη Ιωνία.

Δεν κάηκαν μονάχα οι άνθρωποι. Έριξαν στην πυρά θεούς, θεάνθρωπους άφθαστους στίχους, σκέψεις που το σκοτάδι έκαψαν κι έμεινε τώρα ορφανή με μόνο σιωπηλούς θεούς να καρτερούν.

Θα με κυνηγάνε οι αποδιωγμένοι της Κωνσταντινούπολης, οι χωρίς ελεύθερη πατρίδα της Αλεξανδρέττας, τα ξεροπήγαδα με τους δολοφονημένους Κύπριους και τα ορφανά αχνάρια του Κανάρη στη Λάπηθο.

Ακόμα και οι στρατολογίες θανάτου με την έφηβο Πόντιο ν΄αναφωνεί.

Μάνα παρακαλάω τον Θεό

σολτάτος να μην πάω

σιαπκαν να μην σκεπάουμε

ταλήν να μη εφτάω.
Θα με κυνηγά ο Τουμανιάν με την κραυγή της ερήμου οργής, ο Τζελαλιάν με το «Σήκω καϋμένε μου ραγιά», ο εξόριστος Σεφέρης αλλά και ο Αυξεντίου ο όρθιος με καμένη σάρκα ζωντανός στον Μαχαιρά.

Η νέο-οθωμανική πολιτική της Τουρκίας είχε ως δόγμα αφομοίωση ή αφανισμός.

Χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του Abdul Hamid «Για να λύσουμε το Αρμενικό πρέπει να εξαφανίσουμε τους Αρμένιους και του Αρχιστράτηγου Σιερκέρ» προς τον Πατριάρχη Ιωακείμ. «Θα σας κάψουμε όλους. Ή εσείς ή εμείς». Φυλετικά και οικονομικά τα κίνητρα.

Ο Ταλάτ με άμετρο κυνισμό απαντάει στην έκκληση του Μόργενταου να μη προχωρήσει σε απαγχονισμούς Αρμενίων ότι θα δώσουμε αμνηστία μετά τους απαγχονισμούς.

Οι Κούρδοι διασώθηκαν τότε ως αφομοιώσιμοι παρά την θέση του Νazim ότι όλα τα μη Τουρκικά έθνη θά’ πρεπε να εξολοθρευθούν.

Ενώ ο Φερίντ πασάς ομολογεί την ενοχή στη διάσκεψη Παρισίων ο Σακίρ δηλώνει ότι αν είχαμε εξαφανίσει τους Ρουμάνους τους Βούλγαρους, τους Σέρβους, τους Ελληνες αυτά τα εδάφη θα ήσαν τώρα δικά μας και ο Τσάβιτ ομολογεί και τους οικονομικούς λόγους.

Και προκλητική η προσπάθεια να επιρριφθεί ευθύνη στα θύματα των γενοκτονιών.

Ο Κεμάλ δηλώνει στον Αράλωφ ότι οι Πόντιοι ευθύνονται για τον αφανισμό τους και το ίδιο επαναλαμβάνεται για τους Αρμενίους.

Και δυστυχώς αυτή η νέο-οθωμανική πολιτική συνεχίζεται διαφοροποιημένη με όχι μόνο την ανοχή αλλά και την ενίσχυση της Τουρκίας που βαρύνεται όχι μόνο με παρελθοντικά εγκλήματα αλλά και με την συνεχιζόμενη κατοχή στην Κύπρο, την εθνοκάθαρση την δολοφονία 1,5% του πληθυσμού, την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενός ολόκληρου λαού.

Έτσι η νέο-οθωμανική πολιτική προωθείται με τον Νταβούτογλου να απαιτεί κηδεμονία των Μουσουλμανικών μειονοτήτων στον πρώην Οθωμανικό χώρο προβάλλοντας το Κυπριακό ως πρότυπο με την προκλητική δήλωση ότι τα εγγυητικά δικαιώματα στην Κύπρο πρόσφεραν την «νομική» ευκαιρία για την εισβολή και τον βίαιο διαχωρισμό.

Προχωρεί ακόμα πιο πέρα. Ότι η Τουρκία θα πρέπει να ελέγχει τις Κυπριακές εξελίξεις κι αν ακόμα δεν υπήρχε ένας Τουρκοκύπριος γιατί αποτελεί απαραίτητο στοιχείο στους σχεδιασμούς της να αποβεί περιφερειακή υπερδύναμη με παγκόσμια εμβέλεια. Έτσι αποτελεί αφέλεια ότι η προσφορά οποιονδήποτε παραχωρήσεων προς τους Τουρκοκύπριους θα οδηγήσει σε λύση. Η επιλογή είναι ή προσαρμογή προς τις τουρκικές απαιτήσεις και μετατροπή της Κύπρου σε κηδεμονευόμενο μεταποικιοκρατικό μόρφωμα της Τουρκίας ή στρατηγική που να καθιστά τους τουρκικούς στόχους ανέφικτους ή οδυνηρούς για τις ευρύτερες προοπτικές της Τουρκίας, κυρίως τις Ευρωπαϊκές.

Σήμερα η Τουρκία απαιτεί ανταμοιβή για το έγκλημα της κατά της Κύπρου όπως ο Ταλαάτ απαιτούσε να εισπράξει τις ασφάλειες ζωής των απαγχονιζομένων Αρμενίων.

Γι΄αυτό επιβάλλεται ευρύτερα μια νέα στρατηγική βασισμένη στις πικρές εμπειρίες του παρελθόντος.

Γι΄αυτό συναισθηματικά αλλά και ρεαλιστικά δηλώνω:

Αν λησμονήσω τον χορό του Ζαλόγγου στην Κόνακα θα με κυνηγούν οι Ακριτίδηδες, οι Χαραλαμπίδιδες πρόδρομοι των Καραολήδων.

Αν λησμονήσω τις αφηγήσεις του Χοβιβιάν και τις γυναίκες στη Σασσούν θα με κυνηγούν οι στρατιές των δολοφονημένων και ο Αρμένιοι της διασποράς.

Αν λησμονήσω το Khoy θα με κυνηγά ο Agha Petros και το Gawar και γενικά το Ασσυριακό Seyfa.

Αν λησμονήσω τη Σμύρνη θα με κυνηγά η πανάρχαια Ιωνία και οι δικοί μου στα Βουρλά.

Αν διαγράψω τις γενοκτονίες θα με κυνηγά ο Sortiaux με τη δραματική διαπίστωση ότι οι νεκροί ήσαν τυχερότεροι των ζωντανών, αλλά ακόμα και ο Τσέρτσιλ και ο Κλεμανσώ με τις έστω δειλές αναγνωρίσεις του εγκλήματος και ο Ανατόλ Φρανς που χαρακτήρισε τον Ταλάατ τύραννο του τρόμου.
Θέλουμε φιλία με όλους τους λαούς. Συμπάσχουμε με τον Τούρκο κρατούμενο στα λευκά κελιά.

Όμως φιλία σημαίνει σεβασμό των εθνικών δικαιωμάτων και των διεθνών συνθηκών. Μονόπλευρη φιλία ισοδυναμεί με εθελοδουλία.

Ο Νταβούτογλου δυστυχώς εννοεί την φιλία ως προσαρμογή προς τις παράλογες και παράνομες Τουρκικές αξιώσεις.

Απαιτεί συγκυριαρχία στο Αιγαίο, κηδεμονία στη Θράκη αλλά και στις Μουσουλμανικές κοινότητες των Βαλκανίων και Αλεξανδρετοποίηση της Κύπρου και συγχρόνως Ευρωπαϊκή πορεία a la carte.

Η μεταοθωμανική Τουρκία όχι μόνο αρνείται την αναγνώριση εγκλημάτων αλλά θεωρεί τα θύματα ως υπεύθυνα.

Αυτοπεταλώθηκαν οι Πόντιοι, αυτοαπαγχονίσθηκαν οι Αρμένιοι, αυτοπυρπολήθηκαν οι Μικρασιάτες, αυτοκτόνησε ο Χρύσανθος, τα μαθηματικά στην Αλεξανδρέττα πήραν καινούρια διάσταση, οι Ασσύριοι αυτοκατακρεουργήθηκαν, οι Κωνσταντινοπολίτες πήραν τον δρόμο της φυγής εθελούσια κι οι Κύπριοι γενναιόδωρα παραχώρησαν εθελοντικά τη γη τους στους έποικους.

Θα χαιρετίζαμε μια αληθινά καινούρια Τουρκία με σεβασμό στις παγκόσμιες αξίες όμως δεν είναι μόνο που μας κυνηγά το παρελθόν μας ταλανίζει το παρόν.

Δίπλα στην Κόνακα, τα Άδανα, τη Σμύρνη αν επισκεφθείτε την Κύπρο θα σκοντάψετε στο συρματόπλεγμα της ντροπής που κρατάει διχοτομημένη την Ευρωπαϊκή Κύπρο, θα αντικρύσετε την τεράστια κατοχική σημαία που πληγώνει τον Πενταδάκτυλο και την αξιοπρέπεια μας, θα μαρτυρήσετε βιασμένες εκκλησίες, πλαστογραφημένες παραδόσεις με μια ανθρωπότητα όχι απλώς βουβή, αλλά με επιβράβευση της Τουρκίας με παρουσία στο Συμβούλιο Ασφαλείας και προεδρία στο Συμβούλιο Ευρώπης.

Κι έτσι και πάλι καταναγκαστικά οι Πόντιοι με ταξιδεύουν στο Μπεϊλάν, με τους Καδίογλου, τον Ιστύλ, τον Αντων πασά, πρόδρομους του Καραολή.

Οι Αρμένιοι με συνοδεύουν στην πορεία θανάτου με τη σκελετωμένη μάνα και να με ρωτάει ιτσιουν.

Οι Σμυρνιοί καταριούνται όχι μονάχα τους σφαγείς αλλά και τους χθεσινούς συμμάχους.

Οι Κωνσταντινοπολίτες σαρκάζουν για τη νέα τάξη πραγμάτων κι οι Κύπριοι ρωτούν πως το θύμα οδηγείται στο εδώλιο του κατηγορούμενου από Άννες και Καϊάφες με τους Πόντιους Πιλάτους να μην νίπτουν καν τας χείρας.

Ο Νταβούτογλου διακηρύσσει μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες εφόσον οι γείτονες προσαρμόζονται στην επεκτατική τους πολιτική.

Στην Κύπρο προτείνουν δυο κράτη, δυο λαούς, φυλετικά καθεστώτα και κυριαρχία της μειοψηφίας.

Ευρωπαϊκά δικαστήρια έμμεσα αποφαίνονται ότι η βία δημιουργεί δίκαιο και ότι οι αποδιωγμένοι ιδιοκτήτες περιουσιών χάνουν τα δικαιώματα τους μια και για μακρό χρονικό διάστημα απουσιάζουν. Δεν απουσιάζουν. Ο κατοχικός στρατός εμποδίζει την επάνοδο. Ζητά συγκυριαρχία στο Αιγαίο.

Όμως παρά τη διεστραμμένη Παγκοσμιοποίηση με υπεροχή του οικονομικού ενάντι του πολιτικού, παρά τη νέα διεθνή τάξη δυο μέτρων και δυο σταθμών, με επιλεκτική εφαρμογή διακηρυγμένων αρχών, παρά το τεράστιο χάσμα κατανομής πόρων και τεχνογνωσίας ένα καινούριο σύννεφο πλανάται πάνω στον πλανήτη που προμηνεί μια άλλη πορεία έστω κι αν η πολυδιάσπαση των εργαζομένων παρακωλύει κοινή δράση.

Η στέρηση εθνικών δικαιωμάτων εκτρέφει την τρομοκρατία και η κρατική τρομοκρατία την συντηρεί.

Η αποπολιτικοποίηση και η αποεθνοποίηση αποτελούν τα σύγχρονα όπλα της παγκόσμιας άρχουσας ελίτ και των εθνικών παραρτημάτων τους, όμως η λαϊκή αντίδραση ανακόπτει παγκόσμιες κηδεμονίες και δημοκρατικά ελλείμματα. Μοιραία η πρόοδος. Μοιραία η εποικοδομητική αλλαγή και οι παθόντες και πάσχοντες λαοί αποτελούν την αιχμή του αγώνα για μια άλλη παγκόσμια τάξη. Η Τραπεζούντα κατηγορεί, το Αραράτ υπενθυμίζει, ο Πενταδάκτυλος καταριέται τους βουτυροσπόνδυλους, η Σμύρνη κι η Πόλη εμβολιάζουν.

Όταν αναφερόμαστε σε εθνικές ρίζες μας καθορίζουν ως ρομαντικούς και εθνικιστές.

Αν εθνικισμός είναι να σέβεσαι την εθνότητα όλων και να διαφυλάττεις την δική σου τότε δηλώνω αδιόρθωτος εθνικιστής.

Χρειαζόμαστε μια νέα διεθνή τάξη πραγμάτων.

Χρειαζόμαστε μια παλινόρθωση αξιών.

Η κοινωνία της ζούγκλας οδηγεί στην έκρηξη.

Η κοινωνία της αδικίας οδηγεί σε ανωμαλία.

Αν με μοιρολατρικό ρεαλισμό αγνοήσω τη κραυγή του Ποντίου, αν αποδεχθώ ότι αποσιώπηση της γενοκτονίας των Αρμενίων είναι απαραίτητη για εξομάλυνση στην περιοχή.

Αν διαγράψω τον αφανισμό του Ελληνισμού της πανάρχαιας Ιωνίας θα με κυνηγούν ο Παντέλ Χαραλαμπίδης ο Κότσα Αναστάς, ο Χρυσόστομος, ο Μπαλακάν, ο Μνασιάν, ο Βαρανζαν που ζητάει μια χούφτα στάχτη από το πατρικό σπίτι ο Τεχλιριάν, και θα χάσω τον αυτοσεβασμό και την αξιοπρέπεια μου.

Τα αρχεία του Χαλεπιού αναφέρουν εκτελέσεις νηπίων.

Ναι απαιτούμε δικαίωση. Αναγνώριση εγκλημάτων και θεραπεία όπου είναι εφικτή.

Και θ’ αγωνισθούμε γι΄αυτό. Και στα ενενήντα μου χρόνια δεν αναζητώ προσχήματα απουσίας.

Μου είπαν: Γιατί αγωνίζεσαι αφού έχει χαθεί η μάχη

Είπα: Γιατί αν δεν συνεχίσω δεν θα υπάρξει άλλη μάχη.
Στο δρόμο προς τον Πόντο

απ΄την νεοπατρίδα

προς το Αραράτ προς τη Σμύρνη

μυριάδες οι σταυρωμένοι

Όμως όπου και νάναι

ο σταυρωμένος Σπάρτακος

θα σταυρώσει τους σταυρωτήδες.
Τo’ πα πολλές φορές.

Ούτε ο θάνατος δεν είναι δικαιολογητικό απουσίας.

Η σκυτάλη προχωρεί. Θα χτίσουμε ένα καλύτερο κόσμο.

Θα τερματίσουμε μόνο με τη δικαίωση.

Κι εγώ τώρα τερματίζω.

Θεέ της οργής και του τρόμου

Αυτή τη φορά δεν σου ζητώ να

μου χαρίσεις δυο τελευταίες ώρες

για να ζητήσω συγχώρεση απ΄όσους

αδίκησα

αλλά για να μαρτυρήσω τη

δικαίωση της Ποντιακής, της

Αρμενικής, της Μικρασιατικής, της Ασσυριακής

γενοκτονίας και της

Κυπριακής τραγωδίας.
Στην Κόνακα και στη Σασσούν

συνεχίζεται ο μακάβριος Ζαλόγγειος χορός

και στην Σαμψούντα ο αιώνιος Πόντος αναμένει

Στα Άδανα η βιασμένη Αρμένισσα ρωτάει ιτσιν κι ας έχει εκτελεσθεί ο Ταλαάτ

Η Ιωνία καταριέται όχι μονάχα τους δολοφόνους μα και τους άφωνους

Στην Αλεξανδρέττα μοιρολογούν για χαμένες πατρίδες

Ο Πενταδάκτυλος μουντζώνει με πέντε δάκτυλα μια παγκόσμια γενιά

Η μνήμη δεν δολοφονείται

Χωρίς δικαίωση δολοφονεί τους δολοφόνους

Οι νεκροί ξεπηδούν επαναστατημένοι απ΄τα μνήματα

Αυτή η ιστορία έχει μόνο ένα τέλος

Την αληθινή δικαίωση.

Κι γι΄αυτή θ΄αγωνισθούμε ως το τέλος.

Και να θυμάσθε:

Αν εθελούσια δεν γονατίσεις, ούτε νεκρό δεν μπορούν να σε γονατίσουν.
http://www.efylakas.com/archives/7775

https://infognomonpolitics.blogspot.com/2010/09/blog-post_167.html

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018

Βασίλης Α.Μπογιατζής, Μετέωρος μοντερνισμός:Τεχνολογία, ιδεολογία της επιστήμης και πολιτική στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου(1922-1940), εκδόσεις Ευρασία, Αθήνα 2012

Άρδην τεύχος 117-2.2020

Πρόκειται για μια άρτια επιστημονικά εργασία που αντιμετωπίζει με έντιμο τρόπο μια πολύ ενδιαφέρουσα εποχή για τον ελληνισμό. Η έκδοση είναι η διδακτορική διατριβή του συγγραφέα. Η οργανωμένη γλώσσα δεν απωθεί την ζωντάνια του λόγου του.
Ο μεσοπόλεμος δεν υπήρξε εποχή παρακμής για τον ελληνισμό αλλά μια περίοδο εξαιρετικά ζωντανή όπου τα πνεύματα κονταροχτυπήθηκαν και οι ιδέες αν και σε πολλές περιπτώσεις υπήρξαν άμεσο προϊόν εισαγωγής υπήρξαν ενδιαφέρουσες και γόνιμες. Στην φωτιά της Σμύρνης έληξε η εκτατική περίοδος της Μεγάλης Ιδέας και τέθηκε ως αναγκαιότητα η δημιουργία ενός σύγχρονου κράτους που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τα νέου είδους προβλήματα. Σε μια κοινωνία βασικά αγροτική, όπου δειλά άρχισε να αναπτύσσεται η βιομηχανία και η βιοτεχνία χάρις στο εμπορικό δαιμόνιο των προσφύγων αλλά και τα χαμηλά ημερομίσθια ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός είναι ένα απαραίτητο στοιχείο των νέων δεδομένων που σχηματίζονται. Βεβαίως ο αστισμός εξυμνεί την τεχνολογική καινοτομία. Ο μαρξισμός σε αυτό τον θαυμάζει βέβαια αλλά θεωρεί ότι είναι το σημείο της αποτυχίας του. Οι παραγωγικές δυνάμεις δεν μπορούν να αναπτυχθούν, άρα συμπεραίνει ότι ήρθε η δική του ώρα. Προφανώς ήταν εξαιρετικά πρόωρο να αναρωτηθούν και οι μεν και οι δε που μπορεί να οδηγήσει η ιδεολογία του προόδου, τι παρενέργειες μπορεί να προκαλέσει στον κόσμο και στον άνθρωπο. Προς το παρόν συναγωνίζονταν σε τεχνολογική αισιοδοξία.
Και όμως ο μοντερνισμός μπορεί να είναι μετέωρος. Προφανώς υπήρξαν κάποιες δειλές κριτικές στην τεχνική κυρίως από την πλευρά που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε συντηρητική. Συγχρόνως ο συγγραφέας παρακολουθεί τις εξελίξεις στον χώρο της ιδεολογίας και στον χώρο του κράτους. Σχεδόν όλες οι πλευρές στον μεσοπόλεμο συμφωνούσαν ότι θα έπρεπε να ενισχυθεί η εκτελεστική εξουσία, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που λίγο θα διέφερε από ένα καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Μάλιστα κάθε κοινωνική παραχώρηση θα έπρεπε να συνδυαστεί με την ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας.
Ο Β.Μπογιατζής εξετάζει τον Ε.Βενιζέλο, τον Ι.Μεταξά, τον Γ.Θεοτοκά, τον Ηλία Ηλιού και την διαμάχη ανάμεσα στον Δ.Γληνό και στο "Αρχείον της Φιλοσοφίας και Θεωρίας των Επιστημών"(των Π.Κανελλόπουλου, Κ.Τσάτσου. Ι.Θεοδωρακόπουλου). Είναι βέβαιο ότι όλοι τους είχαν μια υψηλή και στέρεη πνευματική συγκρότηση. Είχαν πράγματι μια ολοκληρωμένη αντίληψη για το πως θα πρέπει να προχωρήσει η ελληνική κοινωνία και από αυτό το σημείο πήγαζαν οι συγκλίσεις και οι αποκλίσεις.
Ο Β.Μπογιατζής επισημαίνει "κρίσιμο στοιχείο στη γερμανική, λ.χ. διαμάχη σχετικά με την τεχνολογία συνιστούσε το πως ήταν δυνατό να ενσωματωθεί η Μηχανή στη γερμανική κουλτούρα. Εκεί πραγματοποιήθηκε η διασταύρωση δύο δρόμων: από τη μία πλευρά, οι διανοούμενοι κινήθηκαν στην κατεύθυνση ελέγχου και ποδηγέτησης της τεχνολογίας. Από την άλλη πλευρά, οι μηχανικοί επιχείρησαν να οικειοποιηθούν την Kultur και να αποδείξουν ότι η τεχνολογία συνιστά ένα από τα ουσιώδη στοιχεία της, πράγμα το οποίο σχετιζόταν ρητά με την αναγνώριση του επαγγέλματος τους και την επιδίωξη ανώτερης κοινωνικής θέσης, από τη στιγμή μάλιστα που η αυξανόμενη κινητοποίηση του προλεταριάτου έθετε εν αμφιβόλω την αξία της τεχνολογίας και και της επιστήμης και, κατά συνέπεια , τη θέση τους... Η τεχνοκρατική όψη της ναζιστικής Νέας Τάξης, η οποία εκπροσωπείτο άλλωστε από εξέχοντες τεχνοκράτες, όπως ήταν οι Robert Ley, Fritz Todt και Albert Speer, συνιστούσε διασταύρωση αρχαϊσμού και μοντερνισμού, ανορθολογισμού και τεχνικισμού"(σελ. 84,85).
Ο Ε.Βενιζέλος επιχειρεί να συνδυάσει την επιστημονική εξέλιξη με την οικονομική ανάπτυξη , τον εσωτερικό εκσυγχρονισμό αλλά και την "καλλιέργεια περισσότερο ορθολογικών ιδανικών, τα οποία στο σκεπτικό του αποτελούσαν το ασφαλέστερο ανάχωμα στην ανάπτυξη οποιασδήποτε υλιστικής νοοτροπίας"(σελ.118).Βεβαίως ο συγγραφέας καταλήγει ότι το πρότυπο της ισχυρής- σταθερής κυβέρνησης και της ενισχυμένης εκτελεστικής εξουσίας για τον Βενιζέλο , Πλαστήρα, Μεταξά, Κονδύλη δεν είναι άλλο από αυτό του Μουσολίνι(σελ.153). Η ερμηνεία που θα πρέπει να δοθεί είναι ότι το στοιχείο που δέσποζε στις σκέψεις τους ήταν η αποτροπή του εμφύλιου πολέμου. Από αυτή την πλευρά δεν είναι διόλου ανεξήγητο που κάποιοι βενιζελικοί συνεργάστηκαν με την δικτατορία Μεταξά.
Πολύ ενδιαφέρον είναι το κεφάλαιο για τον Ι.Μεταξά όπου εξετάζεται ο ιδεολογικός λόγος του καθεστώτος και η πρακτική που ακολούθησε δηλαδή αναδεικνύονται τα "συντηρητικά και ουτοπικά στοιχεία της μεταξικής σκέψης, όπως και φασιστικά αντίστοιχα, στην αντιπαράθεσή τους με τις ορθολογικές αξιώσεις και την απόπειρα υπονόμευσης αυτών"(σελ.195). Καταλήγει ότι δεν αποτελεί ρήξη με την πρότερη πολιτική κατάσταση "αλλά μάλλον αποκορύφωσή της"(σελ.265).
Το κεφάλαιο για τον Γ.Θεοτοκά εξετάζει εξαντλητικά τις κυμάνσεις που γνώρισε ο στοχασμός του από την φουτουριστική εξύμνηση στην αποδοκιμασία.του επιστημονισμού. Το δαιμόνιο, οι ακατέργαστες ψυχικές δυνάμεις μπορεί να είναι το φάρμακο στην πλήρη κυριαρχία της επιστήμης και της τεχνικής.
Ο Η.Ηλιού ο μετέπειτα αρχηγός της ΕΔΑ γράφει το "Κουτιών εγκώμιο" όπου αποδοκιμάζει δειλά τις παραδοσιακές κατοικίες και προβάλλει ως ιδεώδες τις πολυκατοικίες. Ως μαρξιστής είναι συνεπής σε αυτά που υποστηρίζει, αλλά διαφεύγουν αλλά πιο ουσιώδη θέματα όπως: η ύπαρξη πολεοδομικού σχεδιασμού, της ορθής ρυμοτομίας,η πρόβλεψη αναλογίας πρασίνου που να αντιστοιχεί στις φυσιολογικές ανάγκες του ανθρώπου.
Το "Αρχείο Φιλοσοφίας" είναι το πιο σημαντικό βήμα της συντηρητικής και φιλελεύθερης σκέψης στο μεσοπόλεμο. Εκτός από την διαμάχη με τον Γληνό ενδιαφέρον έχει η διαμάχη με τον τότε αρχειομαρξιστή Θ.Παπακωνσταντίνου που στην συνέχεια άλλαξε στρατόπεδο. Ο Π.Κανελλόπουλος και ο Κ.Τσάτσος διατυπώνουν μια συντηρητικής αφετηρίας κριτική στον καπιταλισμό που θα πρέπει όμως να συνδυαστεί με την ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας. Ο Β.Μπογιατζής επισημαίνει ότι " ο Κανελλόπουλος προέβαινε στην οξύτατη κριτική της φιλελεύθερης νεωτερικότητας"(σελ.424), ενώ τις απόψεις του Κ.Τσάτσου τις συγκρίνει με αυτές του Ortega y Gasset. Ο Π.Κανελλόπουλος εστιάζει στην καταστροφή από τον καπιταλισμό των κοινοτικών δεσμών. Ο συγγραφέας τελικά φαίνεται να υιοθετεί τον χαρακτηρισμό του Δ.Τσάκωνα για τον Π.Κανελλόπουλο ως "παρα-φασιστικό ολοκληρωτισμό". Βεβαίως ο όρος είναι αδόκιμος και θεωρώ ότι δεν μπορεί να περιγράψει την ιδεολογική εξέλιξη του Π.Κανελλόπουλου.
Διάβασα με μεγάλη προσήλωση το έργο του Β.Μπογιατζή. Είναι ανιχνεύσιμες σε αρκετά σημεία οι επιρροές του Π.Κονδύλη. Πρόκειται για κοπιαστική προσπάθεια, επιστημονικά έντιμη, σε μια γλαφυρή γλώσσα που κρατά αδιάπτωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη.

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2018

Ρόδης Ρούφος, Επιλογή- λογοτεχνικά κείμενα , Κέδρος 1973

ΡΗΞΗ φ.148


Οφείλω στον καλό μου φίλο τον Παναγιώτη Κόρπα την ανακάλυψη αυτού του βιβλίου. Το τελευταίο διάστημα ασχολούμαι με το έργο του Ρόδη Ρούφου και το εξαντλημένο από καιρό βιβλίο περιλαμβάνει κάποια δυσεύρετα έργα του. Κυκλοφόρησε το 1973, έναν χρόνο μετά τον θάνατό του σε ηλικία 48 ετών, εν μέσω δικτατορίας, για την ακρίβεια περίπου στο διάστημα της φιλελευθεροποίησης. Ο Ρ.Ρούφος είχε παραιτηθεί από το διπλωματικό σώμα μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας και συμμετείχε σε αντιδικτατορικές κινήσεις συγγράφεων όπως τα 18 κείμενα μαζί με τον Θ.Φραγκόπουλο και τον Μ.Αναγνωστάκη.
Περιλαμβάνει ένα ποίημα που αναφέρεται στην ελληνικότητα της Κύπρου και είναι αφιερωμένο μάλλον ειρωνικά στον Λ.Ντάρελ. Ο τελευταίος υπήρξε εγκάρδιος φίλος πολλών της γενιάς του 30 αλλά κατά την διάρκεια του κυπριακού αγώνα στρατεύθηκε με την αποικιοκρατία και έγραψε στην λογική αυτή τα "Πικραλέμονα". Ο Ρ.Ρούφος του απάντησε με την " Χάλκινη Εποχή¨". Αλλά ας επανέλθουμε σε αυτό το έργο. Πρόκειται για μια αλληγορική κριτική της απριλιανής δικτατορίας. Δεν είναι δύσκολο ο αναγνώστης να καταλάβει πως όταν αναφέρεται σε στρατιωτικές δικτατορίες στις Νότια Αμερική περιγράφει αδρά την ελληνική κατάσταση.. Στο θεατρικό η "Μυρωδιά" γράφει για μια πολιτεία που έχει καλυφθεί και βασανίζεται από μια απαίσια μυρωδιά. Ελάχιστοι αντιδρούν , όλοι αποδέχονται την κατάσταση αυτή από φόβο ή ιδιοτέλεια. Στον Αγροφύλακα που έχει αναλάβει την τήρηση της τάξης αντιδρά μόνο ο δάσκαλος ο οποίος γι' αυτόν τον λόγο φυλακίζεται. Η αγωνία είναι πότε θα ανασάνουμε πάλι . Γι αυτό γίνεται έκκληση " στον αγώνα για να φυσήξει πάλι αέρας καθαρός στον τόπο μας!.. Δίχως αφέντη, δίχως ψέμα και συμβιβασμό!... Όπου και νάστε, φυλακισμένα αδέρφια μας, η καρδιά μας είναι μαζί σας! Μαζί θα γιορτάσουμε τον άνεμο το δυνατό που μια μέρα θα ξεπλύνει τα πλεμόνια και την ψυχή μας απ' το δηλητήριο!... Αέρα, αέρα καθαρέ !(σελ.283,284). Το διήγημα "για την άμυνα του ελεύθερου κόσμου" είναι η διπλή καταδίκη των δεξιών και αριστερών δικτατοριών. Το διήγημα "Βίβα Βολιγουάη" αναφέρεται στα στρατιωτικά πραξικοπήματα στην Νότια Αμερική αλλά η ομοιότητες με την ελληνική περίπτωση είναι περισσότερο από προφανείς.
Αλλά ας δούμε το ποίημα για την Κύπρο:

Ίωνες αιχμάλωτοι στην Κύπρο , 498 π.Χ.

Στον L.Durell


Είπαμε στους αρχόντους των Κυπρίων
προτού ν' αρχίσει η μάχη:
"Εμάς μας στέλνει των Ιώνων το κοινόν
-βοήθεια λιγοστή συμβολική,
σημάδι αδελφοσύνης των Ελλήνων-
για να φυλάξουμε τη θάλασσα.
Χρέος δικό σας πια να θυμηθείτε
όσα υποφέρετε δουλεύοντας στους Μήδους
και να παλαίψτε στη στεριά σαν άνδρες αγαθοί".
Πολέμησαν παλικαρίσια οι Κύπριοι
τόσο που τον Ονήσιλο, το βασιλιά αρχηγό τους
τον τίμησαν σαν ήρωα, μετά το θάνατό του,
ακόμα κι οι προδότες Αμαθούσιοι.
Ωστόσο οι Μήδοι ήταν πολλοί.
Λιποψυχήσαν και καμπόσοι από το Κούριο
μαζί με τ' άρματα της Σαλαμίνας
και χάσαμε τη μάχη.
Σωθήκαν τα καράβια μας και φύγαν
μας εμείς οι λίγοι μείναμε στα χέρια των οχτρών
κι η Κύπρος δούλη του Μεγάλου Βασιλιά.
Δε μετανιώνουμε για την παράτολμη προσπάθεια,
την άξιζε τέτοιο νησί.
Έλληνες είμασταν, συχνά δε λογαριάζουμε
συμφέροντα και απώλειες:
τα σύμβολα του κέρδους των εμπόρων
στη γη μας έγιναν κλειδιά της λευτεριάς του ανθρώπου.
Έλληνες είμασταν, εδώ αρχινά η δική μας γη.
Από την άμορφη φοινικική θεά
στην αφρογέννητή μας χάρη
σε τούτα τ' ακρογιάλια γίνηκε τα θάμα.
Εδώ, μακριά απ' τους φόβους της Ανατολής,
ηχεί και τ' όνομα πιο καθαρά
του αγαπημένου της Παφίας:
Άδωνις Άδωνις-
για μας, έφηβος σύντροφος που πλάθει
το φωτεινό του σώμα στο γυμνάσιο.
Κι αν όλα τούτα είναι γνωστά
όμως καλό 'ναι να το θυμηθούμε τώρα
στις ώρες τις υγρές της φυλακής
όταν η θάλασσά μας σκοτεινιάζει
από το πλήθος των βαρβάρων
κι οι δρόμοι του μεγάλου νόστου
φαίνονται αργοί και μακρινοί
φραγμένοι από παγίδες του σατράπη
και στόλους των Φοινίκων.
Έλληνες είμαστ', από τη γενιά
που νίκησε τους ίσκιους
και δάμασε το χρόνο με το φως:
με δύναμη και πίστη καρτερούμε
μετά την τόση νύχτα
το μήνυμα του λυτρωμού να φέρουν
στα ξάρτια τους και στα γερά κουπιά
γοργόπλοες περήφανες τριήρεις της Αθήνας.
Λευκωσία, 25.10.1955

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018

Δύο μεταπτυχιακές εργασίες για τον ΊΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ

Μερικές πτυχές σχετικές μέ τό θέμα τῆς γλώσσης -Γλῶσσα, τεκμήριον διανοίας

πηγή:https://anarchypress.wordpress.com/2018/10/11/%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82-%CF%80%CF%84%CF%85%CF%87%CE%AD%CF%82-%CF%83%CF%87%CE%B5%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82-%CE%BC%CE%AD-%CF%84%CF%8C-%CE%B8%CE%AD%CE%BC%CE%B1-%CF%84%E1%BF%86/

Τά κείμενα πού κάμνουν ἀναφοράν στήν γλῶσσαν ἀφιερώνονται σ’ ὅλους ὅσους συνεχίζουν νά μάχονται γιά τήν ἀνύψωσιν τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος, ἡ ὁποία εἶναι σημαντικός συντελεστής γιά τήν ἀτο­μικήν, ἀλλά καί τήν συνολικήν ἀπελευθέρωσιν, ἀπό κάθε εἴδους καταπίεσιν καί ἐκμετάλλευσιν.
Τά κείμενα ΔΕΝ ἀφιερώνονται σ’ αὐτούς πού ὡς ὄρνεα ἐπέπεσαν νά κατασπαράξουν ἕνα ὑπέροχο δῶ­­ρο τῆς φύσεως, πού μετά κόπων καί βασάνων ἀνε­πτύχθη καί τό ὁποῖον ἔχει προσφέρει τόσα πολλά εἰς τήν ἀνάπτυξιν καί λάμπρυνσιν τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος.
ΔΕΝ ἀφιερώνονται στούς γραικύλους, οἱ ὁποῖοι τούς τελευταίους δυό αἰῶνες ἔκαναν καί κάμνουν τά πάντα γιά τήν ἐξαφάνισιν τῆς γλώσσης καί τήν ἀντικατάστασίν της ἀπό ἕνα σύστημα ἀπό-νοήσεως.
ΔΕΝ ἀφιερώνονται στἰς ἄθλιες κλίκες τῶν ἀρι­στερῶν πάσης φύσεως καί ἰδιαίτερα στήν «κυ­βερ­νώσα» συμμορία τοῦ Σύριζα καί τῶν ΑΝΕΛ, πού μέ τίς ἀποφάσεις ἑνός θλιβεροῦ δημοσιογραφίσκου, ὁ ὁποῖος προσπαθεῖ νά ὑποδυθεῖ τόν ὑπουργόν παι­δείας, ἑτοιμάζεται νά δώσει μίαν ἀκόμη ὤθησιν πρός τήν γνωσιακήν ὑποβάθμισιν τῶν νέων, ἀλλά καί τοῦ ἑλλαδικοῦ πληθυσμοῦ εὐρύτερα, συρρικνῶνον ἀκόμη περισσότερον τήν δυνατότητα κατανοήσεως καί διακρίσεως γεγονότων, καταστάσεων καί ἀπό­ψεων. Ὁ περιορισμός –εν προκειμένω– τοῦ μα­θή­­ματος τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν, ἀλλά καί τῆς ἐκ­μαθήσεως τῶν ἑλληνικῶν εὐρύτερα, ὁδηγεῖ πρός το τελικόν βῆμα: αὐτό τῆς πλήρους ἀποξενώσεως τῶν νέων γενεῶν ἀπό τήν ἱστορικήν καί γλωσσικήν ἐμπειρίαν και γνῶσιν. Ἐπειδή, ὡς γνωστόν, ἡ ὀρθή γλωσσική ἔκφρασις συ­μπορεύεται μέ τήν ὀρθήν γνῶσιν τῆς ἱστορίας (γι’ αὐτό καί τά συμβάντα στό λιμάνι τῆς Σμύρνης, τό 1922, δέν ἀποδίδονται μέ τήν λέξιν συνωστισμός ἀλλά μέ τήν ἐκδηλοῦσαν τήν ἀλήθειαν λέξιν σφαγή, οὔτε ἡ γενοκτονία εἶναι ἴδια μέ τήν ἐθνοκάθαρσιν), οἱ λεκτικές καί ἱστορικές παραποιήσεις τῶν ἐξουσιαστῶν δέν δύναται νά ἐπιβληθοῦν μέ εὐκολίαν, ἡ ὁποία τούς προσφέρεται μόνον ὅταν ὑπάρχει ἄγνοια ἤ ἀδιαφορία. Δέν εἶναι, ἑπομένως, ἄνευ σημασίας ἡ στην οὐσίαν κατάργησις τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν, ἐφ’ ὅσον καί αὐτή ἡ στοιχειώδης ἐπαφή μέ αὐτά, πού ὑφίστατο ἕως τώρα, παύει νά ἰσχύει.
 Ἡ ἐπιβολή μιᾶς γλώσσης
Ἡ ἐπί τῆς οὐσίας, συζήτησις καί ἀναζήτησις ἀναφορικά μέ τό γλωσσικόν θέμα, προϋποθέτει ὁρισμένες χρήσιμες ἐπισημάνσεις. Ἡ ἑκάστοτε μορφή ἐξουσίας, ὅταν μά­λιστα διαθέτει τά χαρακτηριστικά τῆς κυριαρχίας, ἐπιβάλλει καί ἀ­παι­τεῖ τήν ἀποκλειστικήν χρῆσιν τῆς γλώσσης της. Ἔτσι, ἡ ρωμαϊκή αὐτοκρατορία ἀπαιτοῦσε τήν γρα­φήν τῶν ἐπισήμων ἐγγράφων στήν Λατινική γλῶσσαν. Ὑπῆρξαν, βε­βαίως, καί σ’ αὐτές τίς καταστάσεις, πε­ριπτώσεις ἀσυναρτήτου γραφῆς κειμένων, ἐπιστολῶν κ.λπ. στήν λατι­νοελληνικήν.[1]
Τό γεγονός πώς αὐτή ἡ μορφή ἰώ­σεως συνεχίζει νά προσβάλη τήν γλῶσσαν δέν εἶναι τυχαῖο. Ἕνας τέ­τοιος τρόπος γραφῆς ὁδηγεῖ στήν πλή­ρη ἀποξένωσιν, ὄχι μόνον ἀπό τήν πηγήν τῆς γλώσσης ἀλλά καί ἀπό τήν τυπικήν μορφήν της, δηλαδή, στήν κατασκευή ἑνός προτύπου καθ’ ὅλα ἰσοπεδωτικοῦ. Οἱ ὑποστη­ρικτές του, ἰσχυρίζονται πώς τά φρα­­γκολεβαντίνικα (γκρήκλις) ἦλ­θαν ὡς λύσις ἀνάγκης μετά τήν ἐφαρ­μογήν τῶν ὑπολογιστῶν, τῶν ὁποίων τό λογισμικόν δέν ὑπο­στή­ριζεν, ἀρχικῶς, τήν ἑλληνικήν γλῶσ­σαν. Ἐδῶ, ὄντως, ἔχομεν ἕνα πραγ­ματικό συμβάν. Ἡ γλῶσσα πού ὑποχρεωτικῶς ἐπεβλήθη ὡς πρό­τυπον ἦταν και παραμένει ἡ Ἀγγλική. Ἄν αὐτό ἦταν τυχαῖο, ἀφήνεται στήν ἐλεύθερη ἐκτίμησιν τοῦ καθ’ ἑνός. Βεβαίως, τώρα τά λογισμικά συμπεριλαμβάνουν καί τήν ἑλλη­νι­κήν γλῶσσαν μαζί μέ ἄλλες. Ὅμως, ἤδη τά φραγκολεβαντίνικα[2] ἔχουν καθιερωθεῖ ὡς τρόπος ἐπικοινωνίας καί εἶναι γεγονός ὅτι ἡ ἀπόκτησις ἑ­νός λογαριασμοῦ ἠλεκτρονικοῦ τα­­χυ­δρομείου ἀπαιτεῖ τήν χρῆσιν λα­τινικῶν χαρακτήρων. Ὁποία ἐλευ­θερία ἐπιλογῆς!
Οἱ ὑποστηρικτές αὐτοῦ τοῦ τρό­που γραφῆς ἔχουν ἕνα «ἀτοῦ», πού ἔχει χρησιμοποιηθεῖ πολλές φορές: τήν ἁπλοποίησιν. Εἶναι τό ἴδιο ἐπι­χείρημα πού χρησιμοποιήθηκε γιά τόν σφαγιασμό τῆς γλώσσης μέ τήν καθιέρωσιν ὄχι ἁπλῶς τῆς «δημοτικῆς», ἀλλά μέ τήν ἐξαφάνισιν κλίσεων, πτώ­σεων κ.λπ. χάριν τῆς «ἁπλοποιήσεως». Τόσον τά φρα­γκολεβαντίνικα, ὅσον καί ἡ σύγχρονος ἐκδοχή τους ἐκά­λυπταν, καλύπτουν καί ἐγκαθιστοῦν τήν ἀμάθειαν καί τόν καθοδικόν ἰσοπεδωτισμόν. Ἡ δῆθεν ἐλευθερία γραφῆς, μέσα ἀπό τήν ὀρθογραφική ποικιλότητα αὐτοῦ τοῦ κατασκευάσματος, εἶναι ἡ θεσμοποίηση τῆς ἀμαθείας, ἡ ὁποία σύν τῷ χρόνῳ προβλέπεται νά ἐπισημοποιηθῆ μέ βάσιν κάποιο πρότυπο γραφῆς.[3] Ἀλλοίμονον!
Ἐπίσης, εἶναι φανερόν ὅτι τόσον ἡ ἁπλοποίησις τῆς γλώσσης ὅσον καί τά φραγκολεβαντίνικα προσέφεραν ἀνοικτόν πεδίο στήν ὀκνηρία, ἀλλά εἶναι βέβαιον ὅτι δέν ἔχουν συμβάλλει στήν ἐμπέδωσιν καί καλλιέργειαν τῆς γνώσεως καί τῆς πνευματικῆς ἀναπτύξεως, συνολικά.
Εἶναι διαπιστωμένον ὅτι αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ μετα­βολές δέν ὑλοποιοῦνται ἐάν προηγουμένως δέν ἔχουν κατασιγάσει οἱ ἐξ αὐτῶν προκαλούμενες κοινωνικές ἀνα­ταράξεις. Ὡς ἐκ τούτου, σέ καταστάσεις ἀπολυταρχίας ἀρ­κεῖ ἕνα διάταγμα προκειμένου νά ἐπιβληθεῖ ἡ χρῆσις μιᾶς γλώσσης ἤ ἑνός ἰδιώματος. Στίς συνθῆκες, ὅμως, τῶν λεγομένων δημοκρατικῶν συστημάτων, ἡ μορφή τῆς ἐπιβολῆς ποικίλλει. Ἐδῶ, ἀκολουθεῖται μία πολύπλοκος διαδρομή, ἡ ὁποία περισφίγγει πολλαπλῶς τούς ἀνθρώ­πους καί τήν σκέψιν τους. Σέ αὐτές τίς καταστάσεις οἱ μέθοδοι εἶναι ἐξουθενωτικές, παρ’ ὅτι δέν ἐκφράζουν μέ ἄμεσον τρόπον τήν ἐξουσιαστική βία.
Ἡ ἐπιστράτευσις τῶν δυνάμεων πειθαναγκασμοῦ εἶναι πράγματι κατακλυσμιαία. Οἱ διάφοροι φορεῖς, οἱ ἐπι­στήμονες, τά μέσα ἐπηρεασμοῦ, ἡ προπαγάνδα, ἡ μί­μησις, ἡ αἴσθησις (συνήθως ψευδής) ὅτι ἡ προπα­γαν­διζόμενη γλωσσική κατεύθυνσις προσδίδει κῦρος καί ἀπο­δοχήν, ἀλλά καί ἔνταξιν εἰς ἕνα κοινωνικόν σύνολον ἤ κάποια ὁμάδα, κάτι τό ὁποῖον ἐνομίζετο πώς ἦταν ἀδύ­νατο νά συμβεῖ ἐάν ἐξηκολούθη νά ὁμιλῆ, ὅπως, πρό πολλοῦ, εἶχε μάθει. Στήν προκειμένην περίπτωσιν ἔχομεν καί μίαν ἐκδήλωσιν συμμορφώσεως.
Προσέτι, ἐκτός ἀπό τήν ἔνταξιν, ἔχομεν τήν προ­σπά­θειαν προσεταιρισμοῦ ἑνός κοινωνικοῦ σώματος τό ὁποῖο εἴτε ὁμιλεῖ εἴτε τοῦ ἔχει ἀποδοθεῖ τό «χάρισμα» τῆς ὁμιλίας τοῦ γλωσσικοῦ ἰδιώματος ὑπέρ τοῦ ὁποίου ἔχει ξεσηκωθεῖ προηγουμένως ὁ κατάλληλος θόρυβος. Ὁ λαϊκισμός πού ἐμφανίζεται ὡς ὑπερασπιστής τῶν δικαιωμάτων τοῦ λαοῦ (στά ὁποῖα περιλαμβάνεται καί αὐτό τῆς ἐκφράσεως μέ ἕνα συγκεκριμένο γλωσσικόν ἰδίωμα) εἶναι τό μέσον ἐπιβολῆς τῆς πνευματικῆς καθη­λώσεως τῶν «ὑπερασπιζομένων».
Ἄς ληφθῆ ὑπ’ ὄψιν καί τοῦτο τό σημεῖο. Εἴδωμεν ὅτι ὁ τρόπος γραφῆς, πού ἔχει ἐπιβληθεῖ στό παγκόσμιο δίκτυο ἐπικοινωνίας εἶναι ὁ λατινικός, ἐνῶ εἶναι δεδο­μένη ἡ πριμοδότησις τῆς Ἀγγλικῆς, ἡ ὁποία τήν καθιστά ἀπαιτητήν στήν ἐπικοινωνία, παρά τήν τεράστιαν ἀδυ­ναμίαν της νά ἀνταποκριθῆ σέ εὐρύτερες ἀνάγκες. Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος τοῦ συνεχοῦς ἐμβολιασμοῦ της μέ λέξεις προκειμένου νά «ἐμπλουτισθεῖ», κατασκευάζοντας τήν αἴσθηση μίας αὐτάρκειας, πού ὅμως δέν ὑφίσταται.
Προφανῶς, τό νά λέγεται ἡ ἀλήθεια δέν σημαίνει κάποιου εἴδους ἐμπάθεια ἀπέναντι στήν συγκεκριμένην γλῶσσα. Ἄλλωστε, δέν εἶναι ὀλίγοι ἀπό τούς ὁμιλοῦντας αὐτήν, πού θά ὑπερθεματίσουν γιά τήν ἐν τοίς πράγμασιν ἀδυναμίαν της. Καί ὅμως, τά διεθνῆ κέντρα ἐπιβάλλουν μίαν «δύσκαμπτον καί στερημένη φαντασίας γλῶσσαν». Ὅπως, ὅμως ἐσυνήθιζον νά λέγουν οἱ προγενέστεροι ἡμῶν, «πρέπει νά τό ἔχει ἡ κούτρα σου νά κατεβάζει». Ὅσην ἀποθήκευσιν λέξεων καί ἄν κάνουν οἱ εἰδικοί της ὑποβαθμίσεως καί τῆς ἰσοπεδώσεως –πάντοτε πρός τά κατω– τῶν ἀνθρώπων εἶναι δύσκολον νά δημιουργήσουν τίς προϋποθέσεις, πού παρέχουν ἄλλες γλῶσσες, τόσον ὡς πρός τόν ἐκφραστικόν πλοῦτον, ὅσον καί ὡς πρός τήν εὐρύτητα τῶν νοημάτων καί τήν ἀκρίβειαν τῶν διατυπουμένων ἐννοιῶν.
Κάθε γλῶσσα ἔχει τήν ὀμορφιάν καί τήν χάριν της ὅταν ἀκολουθεῖ τόν δρόμον πού τῆς ἔχει ὁρισθεῖ μέσα ἀπό τήν πολύχρονη παρουσίαν καί διαδρομήν της. Ὅταν καλεῖται νά μιμηθεῖ αὐτό τό ὁποῖον ἄλλες γλῶσσες ἔ­χουν μέ χάριν δημιουργήσει καί ἀναδείξει, τότε ἔχομεν μία γλῶσσαν-καρικατούρα. «Ἕκαστος καί ἑκάστη ἐφ’ ὧ ἐτάχθησαν» μέσα στήν ἱστορικήν καί δημιουργική ροήν τῆς ἀνθρωπότητος καί τῶν συνόλων πού τήν ἀποτελοῦν καί, ἐν πάσῃ περιπτώσει, καλόν εἶναι νά ληφθῆ ὑπ’ ὄψιν ὅτι τό εὔκολον δέν σημαίνει ὅτι εἶναι ὀρθόν, οὐδέ καλόν.
Ὑπηρετώντας τήν κερδοσκοπία
Ἀπό ἀναρχικῆς ἀπόψεως δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι εἴ­μεθα ἐναντίον τῆς τεχνολογικῆς ἐξελίξεως προτείνοντες τρόπους ἀναπτύξεως ἐναρμονισμένους μέ τήν φύσιν. Ἐφ’ ὅσον εἴμεθα κατά τοῦ τεχνολογικοῦ ἰσοπεδωτισμοῦ καί τῶν συντομεύσεων πού πραγματοποιήθηκαν ἤ πραγ­ματοποιοῦνται γιά λόγους ἐμπορικούς καί οἰκο­νομικούς καί ἐν τέλει κυριαρχικούς, ἐφ’ ὅσον εἴμεθα ὑπέρ τῆς σα­φήνειας καί τῆς δυνατότητος νά κατανοοῦνται τά ὅσα ἐκφέρονται μέ τόν γραπτόν κυρίως λόγον, τότε γιά ποιό λόγο νά ἐπιζητῶμεν ἤ νά ἀποδεχώμεθα τήν ἀπογύμνωσιν τῶν λέξεων, τόσον τονικῶς ὅσον καί γραμματικῶς καί νά ἐπικροτῶμεν τήν καταστροφικήν ἀσυνταξίαν;
Θά ἀναφερθῆ ἕνα πρόσφατο χαρακτηριστικό παρά­δειγμα ἐπί τοῦ προκειμένου θέματος. Προσφάτως ἡ Δη­μο­κρατία τῆς Τσεχίας ἀποφάσισε, γιά λόγους οἰκονο­μικῆς εὐελιξίας, νά χρησιμοποιεῖ διεθνῶς τήν ὀνομασίαν Τσεχία. Ἄς σημειωθῆ ὅτι μέ τήν Σλοβακίαν ἀποτελοῦσαν ἀπό κοινοῦ τήν Λαϊκήν Δημοκρατίαν τῆς Τσεχοσλοβακίας. Τώρα ἔχομεν θυσίες στό βωμό τῶν κερδῶν καί τῆς συμ­μετοχῆς στή διεθνῆ κοινοπραξία τῶν ἐξουσιαστῶν. Εἶναι, ὅμως, μόνον αὐτό;
Εἰπώθηκε, ὅτι οἱ κυρίαρχοι ἐπιβάλλουν τήν γλῶσσαν τους μέ πολλούς τρόπους. Ἐάν λάβωμεν ὑπ’ ὄψιν τίς ἀποι­κιοκρατούμενες χῶρες θά διαπιστώσωμεν ὅτι ἡ χρῆσις τῆς γλώσσης τῶν κατακτητῶν συμπορεύεται μέ τήν ὁλο­ένα αὐξανομένη σταθερότητα τῆς ἀποικιοκρατίας. Σ’ αὐ­τές τίς χῶρες μπορεῖ νά δῆ κάποιος ὅτι οἱ πινακίδες τῶν ἐμπορικῶν καταστημάτων εἶναι δίγλωσσες, μέ τήν τοπική γλῶσσα καί αὐτήν τῶν ἀποικιοκρατῶν. Ἐδῶ, δια­πιστώνεται ὅτι ὁ ἀρχικός ἐξαναγκασμός μεταβάλλεται σταδιακά σέ ἐθελουσία ἀποδοχή τῶν ὅρων τοῦ κατα­κτη­τοῦ. Πέραν τούτου, ἄς σημειωθῆ ὅτι, ὁ κάτοικος μίας ἀποικιοκρατούμενης χώρας, ἐφ’ ὅσον γνωρίζει τήν γλῶσ­σαν τῶν κατακτητῶν ἀπολαμβάνει ἰδιαιτέρων προ­νομίων σέ σχέσιν μέ τούς ὑπολοίπους.
Ἄς ἔλθωμεν τώρα εἰς τήν μή ἀποικιακήν κατάστασιν, αὐτήν τήν ὁποίαν ὀνομάζουν παγκοσμιοποιημένην οἰκο­νομίαν. Ἐδῶ, παρ’ ὅτι οἱ συνθῆκες τῆς ἀποικιοκρατίας ἔχουν ἐκλείψει, θά διαπιστώσωμεν καί πάλιν στά κατα­στήματα διαφόρων χωρῶν, καί δή τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου, τήν ὕπαρ­ξιν πινακίδων μέ δυό γλῶσσες, οἱ ὁποῖες βαθ­μιαίως κατα­λήγουν στό νά εἶναι πινακίδες μέ μίαν ξένην γλῶσσαν.
Παρ’ ὅτι ὁ ἑλλαδικός χῶρος δέν συγκαταλέγεται στίς θεωρούμενες ὡς πρώην ἀποικιοκρατούμενες περιοχές θά παρατηρηθῆ ὅτι κατά τά τελευταῖα 50-60 χρόνια ὑπάρχει μία σταδιακή μεταβολή, ἀναφορικῶς πρός τό ἐξεταζόμενον θέμα. Τό κουρεῖον (ἀπό τό ρῆμα κείρω) ἦταν τό κατάστημα ὅπου ἐγένετο περιποίησις τῆς κόμης τῶν ἀνδρών[4] ἐνῶ κομμωτήριον ἦταν τό κατάστημα γιά τήν περιποίησιν τῆς γυναικείας κόμης. Σύν τῶ χρόνω οἱ ὀνομασίες μετεβλήθησαν. Τό κουρεῖον μετονομάσθη σέ Barber Shop καί τό κομμωτήριον σέ Coiffure.
Θά ἰσχυρισθεῖ κάποιος ὅτι αὐτό ἔγινε γιά τήν προ­σέλ­κυση τουριστῶν. Ὅμως, ἡ πραγματικότης εἶναι σα­φής καί δέν ἐπιδέχεται ἀμφισβητήσεις. Οἱ ἀλλαγές τόν ὀνομασιῶν ἔγιναν συλλήβδην καί ἰδιαίτερα σέ περιοχές πού δέν ἐνε­φανίζετο τουρίστας καί ὅπου ἀκόμη καί σήμερα σπανίζει ἡ παρουσία τουριστῶν. Ἑπομένως, οἱ λόγοι τῆς ἀλλαγῆς ὀφείλονται στήν ἐπιθυμία α) ἀποκτήσεως κάποιου κύ­ρους ἔναντι τῶν πελατῶν-πελατισσῶν, ἀπό τήν στιγμή πού θά ὑπῆρχε ἡ ξενική ὀνομασία καί β) τῆς ἐντάξεως σέ μία θεωρουμένη ὡς ἀνώτερη ἐπαγγελματική ὁμάδα. Ὁμοίως τό Παντοπωλεῖον, αὐτό δηλαδή τό ὁποῖον πωλεῖ τά πάντα, μετονομάσθη σέ Super Market (Ὑπέρ Ἀγορά).
Ὅλα αὐτά, βέβαια, γίνονται καί ἐπί τῶ σκοπῶ ἀπο­κτήσεως εὐρυτέρου κύκλου ἀγοραστῶν ἤ τουλάχιστον μέ αὐτό τό πρόσχημα ἤ τήν προσδοκία. Τό ἐρώτημα πού τίθεται ἐξ ἀρχῆς καί δέν ἀπαντᾶται, παρά μέ μισόλογα καί πρόχειρες δικαιολογίες, εἶναι γιά ποιό λόγο νά μήν ἔχει τό κατάστημα δίγλωσση ἡ πολύγλωσση πινακίδα ἀντί νά ἔχει μία μέ ξενικήν ὀνομασία, πού κατά κανόνα εἶναι στήν ἀγγλική γλῶσσα; Γιά ποιό λόγο ἡ φροντίδα ποδῶν θά πρέπη νά ὀνομάζεται pedicure καί, ἀντιστοίχως, τῶν χειρῶν manicure ἤ τό ἀρτοποιεῖον, ὁ γνωστός μας φοῦρ­νος, νά ὀνομάζεται bakery;
Θά μποροῦσαν νά ἀναφερθοῦν πολλά ἀκόμη τέτοιου εἴδους παραδείγματα, ἀλλά δέν ὑπάρχει λόγος νά κουρά­σωμεν.
Ἡ διαπίστωσις ἔρχεται σχεδόν αὐθορμήτως. Προκει­μένου νά ὑπάρξη ἕνα σχετικό οἰκονομικό ὄφελος, ἀνα­πτύσσεται ἡ διάθεσις γιά τήν ἀποδοχή καταστάσεων, οἱ ὁποῖες οὔτε κάν θά συνεζητοῦντο κάτω ἀπό ἄλλες περιστάσεις.
Ἄς σκεφθῶμεν ὅτι μέ τό κίνητρον τῆς καλύτερης ἐργα­σιακῆς ἀμοιβῆς ἄρχισε ἡ προσφυγή στά φροντιστήρια γιά τήν ἐκμάθησιν τῆς ἀγγλικῆς, κυρίως, γλώσσης στά μέσα της δεκαετίας τοῦ 1960.
Τό ἐρώτημα πού τίθεται εἶναι ἁπλόν. Ἐάν ὑπῆρχε τό κίνητρο ἤ ἡ προσδοκία καλύτερης ἀμοιβῆς στήν λεγομένην ἀγοράν ἐργασίας μέ τήν ἐκμάθησιν καί τήν λῆψιν πτυχίου στά ἀρχαῖα ἑλληνικά δέν θά ἐστέλλοντο οἱ μαθητές και οι μαθήτριες σέ φροντιστήρια ἐκμαθήσεως τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν; Προφανῶς!
Πέραν τῶν τεχνικῶν πού χρησιμοποιεῖ ἡ ἐξουσία προ­κειμένου νά ἐπιβάλλει τό γλωσσικόν καθεστώς πού ἐξυ­πηρετεῖ τίς κυριαρχικές της βλέψεις, διαπιστώνεται ὅτι ὁ δρόμος πρός τήν ἀποδοχήν συναρτᾶται μέ τήν διαδικασία ὑπακοῆς, γενικώτερον.
Ἡ γλῶσσα καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον (δέν) χρησι­μοποιεῖται, ἑπομένως, ἀσκεῖ σημαντική ἐπίδρασιν εἰς τήν διαμόρφωσιν μίας ἐπιθυμητῆς ἀπό τήν ἐξουσίαν συ­μπεριφορᾶς καί ἕναν ἀντίστοιχον τρόπον σκέψεως.
Συσπείρωσις Ἀναρχικῶν
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 162, Ιούλιος-Αύγουστος 2016
[1]. Πρόκειται γιά τό ἀντίστοιχον τῶν λεγομένων γκρήκλις, το ὁποῖον ἐφηρμόζετο ἕως καί πρόσφατα και πάντως πρίν τήν ἐφαρμογήν τῶν ὑπολογιστῶν και εἶναι γνωστόν καί ὡς φραγκολεβαντίνικη γραφή.
[2]. Ὁ ὅρος προέρχεται ἀπό τούς Λεβαντίνους τῆς Σμύρνης, οἱ ὁποῖοι ὁμιλοῦσαν ἑλληνικά, ἀλλά ἐδυσκολεύοντο νά μάθουν τήν ὀρθογραφίαν καταφεύγοντες στούς λατινικούς χαρακτῆρες προκειμένου νά γράψουν «ἑλληνικά».
[3]. Ἤδη ἐδῶ καί δεκαετίες ἔχει ἑτοιμασθεῖ τό προτύπον ISO 8432, γιά τούς χρῆστες τῶν σύγχρονων φραγκολεβαντίνικων.
[4].  Ἡ συσχέτισις μέ τόν μπαρμπέρη δέν θά πρέπει νά ὁδηγήση εἰς τήν ταύτισή τους. Ὁ μπαρμπέρης ἦταν βοηθός τοῦ κουρέα καί ἠσχολεῖτο μέ τήν περιποίησιν τῆς γενειάδος. Ἡ λέξις μπαρμπέρης προέρχεται ἀπό τήν γαλλικήν γλῶσσαν.