Youtube

Youtube
Βρείτε το κανάλι μας στην ψηφιακή πλατφόρμα youtube.

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010

Π.ΚΟΝΔΥΛΗΣ:Για τον ορθολογισμό και τον ανορθολογισμό και την διάκριση Είναι και Δέοντος (αποσπάσματα από την συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει)




«Για να εκφρασθώ με δογματική επιγραμματικότητα , θεωρώ αδύνατη μιαν επιστήμη πέραν του ορθολογισμού και θεωρώ αδύνατη μιαν αντίληψη περί Δέοντος , ήτοι θεμελίωση αξιών , εντός του επιστημονικού ορθολογισμού. Αυτό σημαίνει , μεταξύ άλλων , ότι ο ορθολογισμός της επιστημονικής γνώσης και ο ορθολογισμός των αξιών είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Σημαίνει επίσης ότι , ενώ η επιστημονική γνώση δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά ορθολογική , η θεμελίωση ή η υπεράσπιση των αξιών είναι δυνατή τόσο με ορθολογικά όσο και με ανορθολογικά μέσα (π.χ. επίκληση του «ηθικού αισθήματος» , της «συμπόνοιας» κ.λ.π.Ο επιστημονικός ορθολογισμός δεν έχει βέβαια καμμιά σχέση με μια νοησιαρχική άρθρωση εννοιών όπου το αποκλειστικό κριτήριο της αλήθειας είναι η λογική συνοχή. Τούτη η τελευταία είναι αυτονόητο αίτημα της επιστημονικής σκέψης , όμως έχει επιστημονική αξία μόνον εάν «σώζει τα φαινόμενα» , εάν δηλαδή κρυσταλλώνει γενικεύσεις εμπειρικών παρατηρήσεων .Εδώ είναι αδιάφορο αν οι γενικεύσεις διατυπώνονται με αφετηρία τις εμπειρικές παρατηρήσεις ή αν εκφέρονται υποθετικά για να επαληθευθούν εμπειρικά εκ των υστέρων .Στην πραγματικότητα οι δύο τούτοι modi procedendi είναι αδιαχώριστοι στην επιστημονική πρακτική…..Διαφορετικά τίθεται το πρόβλημα του ορθολογισμού και του ανορθολογισμού όταν περνάμε στο επίπεδο των κοσμοθεωρητικών αποφάσεων και των ηθικών – κανονιστικών προτιμήσεων. Εδώ η διαμάχη «ορθολογιστών» και «ανορθολογιστών» αφορά στην πραγματικότητα όχι τον αμοιβαίο έλεγχο θεωρίας και εμπειρίας , αλλά την επικράτηση αυτών ή εκείνων των συγκεκριμένων (και σιωπηρά ή όχι , προυποτιθέμενων ) θέσεων .Οι «ορθολογιστές » συνδέουν εξ ορισμού τις προσφιλείς τους ηθικές-κανονιστικές θέσεις με την «ορθή χρήση του Λόγου», για να βγάλουν κατόπιν το συμπέρασμα ότι όποιος αντιστρατεύεται τις θέσεις αυτές το κάνει μόνο και μόνο γιατί είναι ανίκανος να σκεφθεί λογικά. Όμως ανάμεσα σε μορφή και περιεχόμενο , δηλαδή ανάμεσα στην επιχειρηματολογία σύμφωνα με τους τρέχοντες λογικούς κανόνες και σε τοποθετήσεις έναντι ζητημάτων περιεχομένου , δεν υφίσταται καμμία αναγκαία σχέση .Η ίδια μορφή λογικής επιχειρηματολογίας μπορεί ως προς το περιεχόμενο να οδηγήσει σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα όταν οι προκείμενες διαφέρουν. Υπό την ελέγξιμη μορφή των λογικών κανόνων ο ορθολογισμός είναι καθαρά τυπικός .Όταν πάει να ταυτίσει τον εαυτό του με ηθικά-κανονιστικά περιεχόμενα ,τότε ξεφεύγει από την επικράτεια του τέτοιου ελέγχου και αρθρώνεται ως κοσμοθεωρητική απόφαση υπό διπλή έννοια :ως απόφαση υπέρ του «ορθολογισμού» και εναντίον του «ανορθολογισμού » , και ως απόφαση υπέρ αυτών των περιεχομένων και κατά των άλλων ……Όπως οι «ορθολογιστές» αρνούνται να δουν τον ορθολογισμό στην αντίπερα όχθη , έτσι και οι «ανορθολογιστές» σφάλλουν όταν νομίζουν ότι ο «ορθολογισμός» ξεραίνει με τις αφαιρέσεις του τις υπαρξιακές προυποθέσεις τις σκέψης .Καμμιά από τις δύο παρατάξεις δεν είναι σε θέση ούτε να πραγματώσει όσα επαγγέλεται η ίδια , ούτε καν να επαληθεύσει στο ακέραιο τους φόβους της άλλης. Η απόφαση υπέρ του «ορθολογισμού » παραμένει υπαρξιακή απόφαση και η υπεράσπιση του «ανορθολογισμού» γίνεται με ορθολογικά μέσα ……Όπως ήδη συνεπάγεται η διαστολή ανάμεσα σε επιστημονικό και σε ηθικό-κανονιστικό ορθολογισμό, διόλου δεν συνάπτω τη θέση ότι οι ηθικές αξίες είναι σχετικές (δηλαδή προϊόντα συγκεκριμένων υποκειμένων σε συγκεκριμένες καταστάσεις ) με κάποιας μορφής γνωστικό σχετικισμό και σκεπτικισμό. Στο κρίσιμο αυτό σημείο η τοποθέτηση μου αντιτίθεται σε ολόκληρη την ίσαμε τώρα φιλοσοφική παράδοση , δηλαδή στις δύο βασικές , αν και αντίρροπες , κατευθύνσεις της. Ο σκεπτικισμός συνέδεε πάντοτε , τόσο στις αρχαίες ( σοφιστική , πυρρωνισμός ) όσο και στις νεώτερες εκδοχές του , την αδυνατότητα γνώσης των πραγμάτων με τη σχετικότητα και τη μεταβλητότητα του καλού και του κακού ,ενώ ο πλατωνισμός και οι ιδεοκρατικές τάσεις γενικότερα έκαναν ακριβώς το αντίστροφο :η εδραιότητα της μεταφυσικής γνώσης στήριζε τη βεβαιότητα για το ες αεί αμετάβλητο καλό και κακό .Έτσι ο σκεπτικισμός ήταν πάντοτε αντεστραμμένος πλατωνισμός και ο πλατωνισμός αντεστραμμένος σκεπτικισμός. Κατά τη δική μου αντίληψη η γνώση των ανθρώπινων πραγμάτων είναι δυνατή ,τουλάχιστον σε πρακτικώς επαρκή βαθμό – και ακριβώς η γνώση αυτή μας επιτρέπει τη διαπίστωση ότι οι αξίες είναι σχετικές με την έννοια που ανέφερα παραπάνω. Δεν υφίσταται καμμία λογικά αναγκαία συνάφεια ανάμεσα στον γνωσιοθεωρητικό σκεπτικισμό και στον ηθικό σχετικισμό » (από Π.ΚΟΝΔΥΛΗΣ : «Το αόρατο χρονολόγιο της σκέψης , Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ ,ΑΘΗΝΑ 1998, σελ. 95,, 97, 99,100).

(Ευχαριστώ τον κ.Γ.Σταύρου για την αναδημοσίευση και τα τιμητικά του λόγια)

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010

Ένα επίκαιρο άρθρο του Π.ΚΟΝΔΥΛΗ:Ιδεολογίες και εθνική στρατηγική





Ιδεολογίες και εθνική στρατηγική
Π. ΚΟΝΔΥΛΗΣ | Κυριακή 4 Ιανουαρίου 1998

ΤΟ ΒΗΜΑ


Αφότου ήλθε στο προσκήνιο το Κυπριακό ως σήμερα ­ δηλαδή επί μισόν αιώνα ­ όχι λίγες ήττες επεσώρευσε στην Ελλάδα η πανθολογούμενη άλλωστε ανυπαρξία μιας μακροπρόθεσμης εθνικής στρατηγικής αποδεκτής από τον κύριο κορμό του πολιτικού κόσμου και επεξεργασμένης χάρη στη σύμπραξη πολιτικών, διπλωματών στρατιωτικών και επιστημόνων. Εχοντας την εμπειρία τούτη δεν χρειάζεται να διαθέτει κανείς το προφητικό χάρισμα για να προβλέψει ότι στο μέλλον πολλά θα εξαρτηθούν από το αν θα πραγματοποιηθεί τώρα ό,τι δεν έγινε στο παρελθόν. Δύο παράγοντες επέδρασαν, και εξακολουθούν να επιδρούν, αρνητικότατα: η λειτουργία του πολιτικού συστήματος και η εμπλοκή σε ιδεολογήματα. Ο πολιτικός κόσμος δεν βρέθηκε στο ύψος των περιστάσεων όχι μόνον γιατί οι α ή β εκπρόσωποί του έλαβαν συχνά τις α ή β εσφαλμένες αποφάσεις στο α ή β ζήτημα, αλλά και επειδή στο σύνολό του δεν κατάφερε να δημιουργήσει ένα πάγιο και αθόρυβο θεσμικό πλαίσιο ικανό να εξουδετερώνει κατά το δυνατόν τους πειρασμούς κομματικής εκμετάλλευσης των εθνικών θεμάτων. Η ανικανότητα προς αυτοσυγκράτηση είναι κατ’ εξοχήν γνώρισμα εφηβικής ανωριμότητας. Και το γεγονός ότι ο ένας επιρρίπτει την ευθύνη στον άλλον αποδεικνύει απλώς ότι ενέχονται όλοι.

Η επιρροή ιδεολογημάτων σε θέματα εθνικής στρατηγικής ανάγεται γενικότατα στο ότι το νεοελληνικό κρατίδιο αναγκάσθηκε εξ αρχής να αντισταθμίσει την ιστορική του καχεξία με υπεραυτάρεσκους μύθους. Γίναμε έτσι λαός που τέρπεται παράγοντας λήρους και χορταίνει καταναλίσκοντας ανεμώλια έπη. Η αιτιολογία όμως δεν αποτελεί δικαιολογία, ούτε ενδείκνυται ως πραξεολογία. Αντίθετα: επιβιώνει όποιος αντιστέκεται στους ίδιους του τους μύθους και καταποντίζεται όποιος τους πιστεύει μέχρις εσχάτων. Στη σημερινή συγκυρία, δύο αντιτιθέμενα ιδεολογήματα παρακωλύουν, κοντά στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος, την κατάστρωση και την εφαρμογή μιας νηφάλιας εθνικής στρατηγικής: ασαφή και αποδυναμούμενα στοιχεία ενός γηγενούς εθνικισμού και εξίσου ασαφή, αλλά ενισχυόμενα αναμασήματα ενός ξενόφερτου ειρηνισμού και οικουμενισμού. Οι εθνικιστικές απόψεις, των οποίων η επικράτηση σε διάφορες φάσεις του Κυπριακού και του Μακεδονικού έβλαψε ουσιαστικά τη χώρα, τείνουν π.χ. να εξηγούν τη διαμάχη Ελλάδας και Τουρκίας με το ιστορικό παρελθόν και με φυλετικούς ή πολιτισμικούς παράγοντες, αποδίδοντας τη συμπεριφορά της δεύτερης στον «ασιατικό» και «βάρβαρο» χαρακτήρα της, τον οποίο αντιπαραθέτουν στον «ελληνικό πολιτισμό» και στην «τρισχιλιετή ιστορία» του. Αρκεί μια υπόθεση για να δούμε πόσο αστήρικτα είναι όλα αυτά. Αν η ομόδοξή μας Σερβία είχε 60 εκατ. κατοίκους και ηγεμόνευε στα Βαλκάνια, ζητώντας να κατεβεί στη Θεσσαλονίκη, και η Τουρκία είχε 20 ή 30 εκατ. κατοίκους και αισθανόταν να απειλείται εξίσου από τη σερβική επέκταση, τότε η Ελλάδα και η Τουρκία θα ήσαν εγκάρδιοι φίλοι και σύμμαχοι. Οι γεωπολιτικές παράμετροι και τα εθνικά συμφέροντα καθορίζουν την εξωτερική πολιτική ­ όχι το παρελθόν, ούτε η φυλή και ο πολιτισμός. Η φυλετική και πολιτισμική υποτίμηση της Τουρκίας ενέχει τον κίνδυνο της στρατηγικής της υποτίμησης, αφού συνεπάγεται ότι η δήθεν ανώτερη ελληνική ποιότητα μπορεί να εξουδετερώσει την τουρκική ποσότητα· είναι βέβαια γνωστό πώς τιμωρείται η στρατηγική υποτίμηση του αντιπάλου όταν, π.χ., παρασύρει στην κήρυξη ενός πολέμου. Η αύξουσα γενική υπεροχή της Τουρκίας τα τελευταία χρόνια έχει εξαναγκάσει την εθνικιστική υπεροψία πολλών Ελλήνων να χαμηλώσει αισθητά τους τόνους της. Ωστόσο στο σύνολό της η ελληνική πλευρά δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει το μέγεθος και τις συνέπειες της πληθυσμιακής και οικονομικής ανόδου της Τουρκίας, και μάλιστα της βαθμιαίας μετατροπής της σε βιομηχανική δύναμη.



Οι ειρηνιστές και οικουμενιστές ή «ευρωπαϊστές» έχουν τον δικό τους τρόπο για να παρακάμπτουν τις οδυνηρές πραγματικότητες και την ψύχραιμη στρατηγική τους ανάλυση. Οι ίδιοι φαντάζονται ότι είναι πιο ρεαλιστές, αφού ξεπέρασαν τους «εθνικούς αταβισμούς» και συμπορεύονται με τη νέα παγκόσμια κατάσταση, όπου τάχα το εμπόριο και ο διάλογος θα αντικαταστήσουν τον πόλεμο. Οι θέσεις όμως αυτές διόλου δεν είναι ρεαλιστικότερες από τις πομφόλυγες του εθνικισμού, συνιστούν απλώς την αντίστροφη ιδεολογία, και μάλιστα μιαν ιδεολογία διόλου πρωτότυπη, αφού δεν περιέχει παρά κοινοτοπίες του καπιταλιστικού φιλελευθερισμού διατυπωμένες πριν από 300 χρόνια και διαψευσμένες επανειλημμένα έκτοτε. Οντας ιδεολογία, εκπληρώνουν και τις ψυχολογικές λειτουργίες της ιδεολογίας, δηλαδή επιτρέπουν σε «προοδευτικούς» διανοούμενους ελαφρών βαρών και σε αστείους δημοσιογραφίσκους να αναβαθμίζουν το μικρό τους εγώ εμφανιζόμενοι ως εκπρόσωποι υψηλών ιδεωδών· συνάμα υποθάλπουν σε μικρομεσαίους πολιτικούς την ανακουφιστική ψευδαίσθηση ότι μπορούν να συρρικνώσουν την πολιτική σε διαχείριση και διάλογο, αποτινάζοντας από τους ισχνούς ώμους τους το βάρος έσχατων ιστορικών ευθυνών. Τέτοιοι διανοούμενοι και τέτοιοι πολιτικοί επιχειρηματολογούν σε ζητήματα εθνικής στρατηγικής κάνοντας το μοιραίο λάθος να προεξοφλούν γενικότερες εξελίξεις που διόλου δεν είναι βέβαιες και που, έστω και αν ευοδωθούν, βρίσκονται ακόμη στην αρχή τους και επιφυλάσσουν πολλά απρόοπτα. Μιλούν και πράττουν, λοιπόν, σαν να υπήρχε ήδη μια ενιαία Ευρώπη, σαν να υπήρχε ήδη ένας ενιαίος κόσμος και σαν να μην ήταν δυνατόν να αντιστραφούν οι τάσεις· ιδιαίτερα ως προς την ενιαία Ευρώπη σφάλλουν ταυτίζοντας προκαταβολικά τα συμφέροντά της με τα συμφέροντα των Ελλήνων. Οταν προεξοφλούνται αισιόδοξα οι γενικότερες εξελίξεις, τότε οι στρατηγικές συζητήσεις δεν μπορούν να προχωρήσουν σε βάθος. Γι’ αυτό και πλείστοι όσοι ειρηνιστές και οικουμενιστές εκφράζουν ανοιχτά την εχθρότητά τους απέναντι σε τέτοιες συζητήσεις, ιδίως όταν υπεισέρχονται σε στρατιωτικά θέματα και πολεμικά ενδεχόμενα. Νομίζουν ότι λύνουν προβλήματα μόνο και μόνο επειδή εκστρατεύουν εναντίον του «εθνικιστικού φανατισμού». Η συχνότατα όμως μισαλλόδοξη συμπεριφορά τους αποδεικνύει για μιαν επιπλέον φορά ότι ο φανατισμός εναντίον του φανατισμού μπορεί να είναι ακόμη πιο στενοκέφαλος από τον απλό φανατισμό.

Καμία ουσιαστική στρατηγική συζήτηση δεν είναι δυνατή αν δεν αφήσει στην άκρη τόσο τα εθνικιστικά όσο και τα ειρηνιστικά ιδεολογήματα· στόχος της είναι ακριβώς η υπέρβασή τους. Η εθνική στρατηγική δεν είναι ούτε «δεξιά», ούτε «αριστερή», ούτε «εθνικιστική», ούτε «διεθνιστική». Είναι τα πάντα, ανάλογα με τις επιταγές της συγκεκριμένης κατάστασης. Αλίμονο στη χώρα και στην πολιτική της ηγεσία αν ερμηνεύει τη συγκεκριμένη κατάσταση με βάση «δεξιές» ή «αριστερές» προτιμήσεις, αντί να προσαρμόζει τις προτιμήσεις στην κατά το δυνατόν ψυχρή ερμηνεία της συγκεκριμένης κατάστασης. Κάθε εθνική στρατηγική, εφόσον περιορίζεται στον σχεδιασμό των εκάστοτε επιθυμητών εξελίξεων, είναι καταδικασμένη σε μονομέρεια και δυσκαμψία, δηλαδή σε πρακτικό αδιέξοδο. Λόγος της ύπαρξής της είναι η κάλυψη όλων των ενδεχομένων, των περισσότερο και των λιγότερο πιθανών, των περισσότερο και των λιγότερο ευχάριστων. Και το φάσμα των ενδεχομένων το καταγράφει η υπεύθυνη ηγεσία ακούγοντας χωρίς προκαταλήψεις όλο το φάσμα των απόψεων και των προτάσεων, από οποιονδήποτε και αν προέρχονται. Οπως διάφοροι «ελληνοκεντρικοί» οφείλουν να μάθουν ότι η «Δύση» δεν είναι μόνον η «τεχνική» και η «λατρεία της ύλης», στην οποία αυτή αντιτάσσουν με υπεραπλουστευτική ευκολία το «πνεύμα» και την «ψυχή» της «ορθόδοξης Ανατολής», έτσι και όσοι επείγονται να «εξευρωπαϊσθούν» καλά θα έκαναν να μην αυταπατώνται ταυτίζοντας τη Δύση με τη δυτική προπαγάνδα («ορθολογισμός», «διάλογος», «ανθρώπινα δικαιώματα» κτλ. κτλ.). Θα ωφελούσαν την Ελλάδα περισσότερο αν, π.χ., μιμούνταν τον τρόπο με τον οποίο διεξάγονται οι στρατηγικές συζητήσεις στη Γαλλία, στην Αγγλία ή στις ΗΠΑ. Τα πάντα, ακόμη και τα πιο απίθανα σενάρια πολέμου, γίνονται εδώ αντικείμενο εξέτασης και στάθμισης, και το κύριο μέλημα των αναλυτών δεν είναι να εκφράσουν τα ιδεολογικά τους γούστα (λες και δεν υπάρχει σοβαρότερο πράγμα στον κόσμο από αυτά), παρά να εξονυχίσουν δεδομένα και δυνατότητες προκειμένου να διευκολύνουν την υπεύθυνη ηγεσία στο έργο της. Η προσπάθεια επιβολής ιδεολογικής λογοκρισίας στις στρατηγικές συζητήσεις, όσο και αν καλύπτεται πίσω από υψιπετείς ηθικολογίες, δεν αποτελεί μόνον ένδειξη πνευματικού επαρχιωτισμού. Προπαντός βλάπτει τον τόπο.

Υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι για τους οποίους η εθνική μας στρατηγική είναι σήμερα υποχρεωμένη να έχει προ οφθαλμών ένα ευρύτατο φάσμα πιθανών εξελίξεων, που αρχίζει από τον συμβιβασμό, έστω και με απώλειες, και τελειώνει στον πόλεμο. Αναφέρομαι ιδιαίτερα στις σχέσεις με την Τουρκία. Η διαφορά του γεωπολιτικού δυναμικού ανάμεσα στις δύο χώρες αυξάνεται συνεχώς υπέρ της Τουρκίας, και σε 20-30 χρόνια θα είναι αβάσταχτη για την ελληνική πλευρά. Στην προοπτική αυτή μου φαίνεται προφανές ότι ένας συμβιβασμός θα αποτελούσε για την Ελλάδα το μικρότερο κακό, ακόμη και αν παραχωρούσε κάτι από ό,τι θεωρεί αυτή τη στιγμή κυριαρχικό της δικαίωμα. Ασφαλώς οι εθνικιστές θα αγανακτήσουν με μια τέτοια σκέψη, οφείλουν όμως να αναλογισθούν δύο πράγματα: ότι αργότερα η διαπραγματευτική θέση της χώρας θα είναι χειρότερη και ότι οι ολιγωρίες ή τα σφάλματα των περασμένων δεκαετιών έχουν το πικρό τους τίμημα. Αυτά όμως διόλου δεν σημαίνουν ότι οι ειρηνιστές δικαιούνται να θριαμβολογούν εκ των προτέρων. Γιατί για να συναφθεί ένας τέτοιος συμβιβασμός απαιτείται η βεβαιότητα ότι αυτός θα είναι τελειωτικός, ότι δηλαδή η άλλη πλευρά δεν θα τον χρησιμοποιήσει ως εφαλτήριο νέων αξιώσεων, οπότε σε λίγα χρόνια ή λίγους μήνες θα επιδεινωνόταν η κατάσταση σε σχέση με πριν. Οσοι προτείνουν σήμερα διάφορους συμβιβασμούς έχουν υπό γενικότατη έννοια δίκιο με βάση τα μακροπολιτικά δεδομένα (αν και οι ίδιοι λιγότερο σκέφτονται αυτά τα τελευταία και περισσότερο ελαύνονται από την επιθυμία να φανούν «πολιτισμένοι» άνθρωποι), κανείς τους όμως δεν μπορεί να εγγυηθεί πολιτικά τη βιωσιμότητα του συμβιβασμού. Και κάτι ακόμη παραβλέπουν οι ειρηνιστές: καθώς θεωρούν αφελώς τον συμβιβασμό υπαγόρευση της «λογικής» και της «ηθικής» και όχι ενός άτεγκτου συσχετισμού δυνάμεων, υποτιμούν τη σημασία της στρατιωτικής – αποτρεπτικής ισχύος ακριβώς για τη σύναψη ενός ευπρεπούς συμβιβασμού. Και οι εθνικιστές όμως, οι πατριώτες κτλ., που δεν κάνουν το λάθος να υποτιμούν την αποτρεπτική ισχύ, διέπραξαν για λόγους κομματικής ψηφοθηρίας κάτι εξαιρετικά επιζήμιο: ενίσχυσαν επί δύο δεκαετίες την οικονομική πολιτική του παρασιτικού καταναλωτισμού, με αποτέλεσμα τη γενικότερη εξάρτηση της δανειοτρεφούς χώρας και την υπονόμευση της αμυντικής της προσπάθειας. Ετσι, αν οι πρώτοι ωραιοποιούν τη σημερινή αδυναμία της Ελλάδας με ειρηνιστικά και αντιεθνικιστικά προπετάσματα, οι δεύτεροι, υποκύπτοντας στη λογική των πελατειακών σχέσεων και διαιωνίζοντας τις δυσλειτουργίες του πολιτικού συστήματος, αφαιρούν το ουσιαστικό περιεχόμενο από τις θέσεις τους. Και όπως οι δεύτεροι οφείλουν να κατανοήσουν έμπρακτα, και όχι απλώς ρητορικά, ότι μόνον η εκλογίκευση της οικονομίας σε παραγωγική βάση, δηλαδή η εξοικονόμηση και επένδυση πόρων χάρη στην υπέρβαση του παρασιτικού καταναλωτισμού και του πελατειακού συστήματος, μπορεί να στηρίξει την άμυνα της χώρας, έτσι και οι πρώτοι, όταν αντιτάσσονται με πάθος ιεροκηρύκων στα εξοπλιστικά προγράμματα, οφείλουν να αντιληφθούν ότι είναι πρακτικά το ίδιο είτε έχεις ένοπλες δυνάμεις με ανεπαρκή και απαρχαιωμένο οπλισμό είτε δεν έχεις καθόλου. Αν οι ειρηνιστές ήσαν συνεπείς, θα έπρεπε να ζητούν ρητά τη διάλυση των ενόπλων δυνάμεων, αφού έτσι κι αλλιώς αποκλείουν τον πόλεμο και πιστεύουν στην παντοδυναμία του «διαλόγου μεταξύ λογικών ανθρώπων». Είναι προφανές γιατί δεν τολμούν να το κάμουν: ακόμη και οι ηθικολόγοι φοβούνται τις λεμονόκουπες. Σε μια πραγματιστική αντίληψη, οι ένοπλες δυνάμεις μπορεί να είναι τόσο μέσο ειρήνης, δηλαδή αποτροπής, όσο και μέσο πολέμου. Μακάρι να είναι το πρώτο. Αλλά, είτε είναι το πρώτο είτε είναι το δεύτερο, απαιτείται η ίδια αρτιότητα. Και αρτιότητα δεν σημαίνει, όπως φαντάζονται πολλοί, να ξοδεύεις και να κατέχεις όσα ο αντίπαλος. Σημαίνει την ικανότητα ενός αποφασιστικού πλήγματος, έστω και από τη θέση του ασθενεστέρου. Μόνον όποιος διαθέτει την ικανότητα αυτή δεν φοβάται τον διάλογο σήμερα και δεν θα φοβηθεί αύριο να προχωρήσει σε διεθνώς εγγυημένους και πάγιους συμβιβασμούς. Αντίθετα, όσο πιο αδύνατος είναι κανείς τόσο περισσότερο πανικοβάλλεται στην ιδέα αδήριτων συμβιβασμών, φοβούμενος, και δίκαια, ότι αυτή θα είναι η αρχή του τέλους.

Τα παραπάνω δεν εισηγούνται κάποια λύση, αλλά ένα πλαίσιο και μια διαδικασία για την εύρεσή της. Επαναλαμβάνω: η χώρα μας βρίσκεται σήμερα μπροστά σε ένα ευρύ φάσμα ενδεχομένων, και το νόημα μιας στρατηγικής συζήτησης είναι η στάθμιση όλων των υπέρ και των κατά, με γνώμονα τη συγκεκριμένη κατάσταση και όχι «εθνικιστικές» ή «ειρηνιστικές» συμπάθειες. Θέλησα να δείξω, με όση συντομία επέβαλλε ο διαθέσιμος χώρος, ότι και τα δύο αυτά ιδεολογήματα ενέχουν αντιφάσεις και εσφαλμένες ερμηνείες. Το χειρότερο που θα μπορούσε να πάθει σήμερα ο τόπος θα ήταν να υποκαταστήσει τη σοβαρή στρατηγική συζήτηση με αντεγκλήσεις μεταξύ εθνικιστών και ειρηνιστών ή «ευρωπαϊστών», με κυνήγι μαγισσών και με πνευματική τρομοκρατία προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Φοβούμαι όμως εντονότατα ότι αυτό ακριβώς θα συμβεί. Γιατί όπως ο Κύριος μωραίνει ον βούλεται απολέσαι, έτσι και ένας λαός χάνει την ικανότητα της στρατηγικής σκέψης ακριβώς όταν τη χρειάζεται περισσότερο

Από :http://kondylis.wordpress.com/page/2/

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ



Ας ελπίσουμε ότι η κρίση θα φέρει άθελά της κι ένα καλό αποτέλεσμα: Ότι θα κατακάτσει ο κουρνιαχτός του καταναλωτισμού και των ιλουστρασιόν εορτασμών, κι ότι αυτή τη χρονιά, αλλά και τις επόμενες θα περάσουμε τις γιορτές με τα ‘κουρέλια’ μας, όπερ, με τους ανθρώπους που αγαπάμε και τους φίλους μας, σε χωρούς κυκλωτικούς.


Κλείστε, λοιπόν, τις τηλεοράσεις, πετάξτε τις πιστωτικές σας κάρτες, και ψάξτε στο πατάρι, ‘κείνο το παλιό σεντούκι με τις αναμνήσεις –πώς ήτανε τα χριστούγεννα πριν μας πλακώσουνε οι διαφημίσεις.

(απο την ιστοσελίδα ΙΘΑΓΕΝΕΙΣ)

Η Κύπρος δεν είναι μακριά :εκδηλώσεις του ΑΡΔΗΝ στην Κύπρο




Το Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011, ώρα 18:30 το περιοδικό Άρδην, οι Εναλλακτικές Εκδόσεις, η εφημερίδα Ρήξη και οι εκδόσεις Αιγαίον θα πραγματοποιήσουν παρουσίαση του βιβλίου Νεο-οθωμανισμός στη σύγχρονη Ελλάδα στην αίθουσα εκδηλώσεων του Ιδρύματος Αρχ. Μακαρίου Γ΄ περίβολος Καθεδρικού Ναού (Αρχιεπισκοπή) στη Λευκωσία. Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι:

Γιώργος Καραμπελιάς, συγγραφέας – εκδότης
Σταύρος Λυγερός, δημοσιογράφος – συγγραφέας
Βάσσος Λυσσαρίδης, επ. πρόεδρος ΕΔΕΚ
Συντονιστής: Άριστος Μιχαηλίδης, Διευθυντής Σύνταξης εφ. Φιλελευθέρου






Οι Ιθαγενείς στην Κύπρο

Οι Ιθαγενείς, οι νέοι και οι νέες του Άρδην και της Ρήξης, αποφασίσαμε να διοργανώσουμε ένα ταξίδι στην Κύπρο, στις αρχές του νέου χρόνου (2-5/1) μιας και πολλοί Ελλαδίτες σύντροφοι δεν έχουν επισκεφθεί τη Μεγαλόνησο. Σκοπός του ταξιδιού είναι η συναναστροφή και η συμπόρευση Ελλαδιτών και Κύπριων νέων και η όσο καλύτερη γνωριμία μας με τον ελληνικό πολιτισμό και την ιστορία της Κύπρου, καθώς και με την πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση του τόπου.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι διενεργούμε το ταξίδι μέσα στις πιο κρίσιμες στιγμές της σύγχρονης κυπριακής, αλλά και ελλαδικής ιστορίας. Από τη μια η Ελλάδα βρίσκεται στη δίνη του μνημονίου και ουσιαστικά βρίσκεται υπό κατοχή και από την άλλη η Κύπρος, με το 37% να βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή και με μια ηγεσία ανάξια των κρίσιμων στιγμών. Γι’ αυτό, λοιπόν, χρειάζεται να υπάρξει συμπόρευση Ελλαδιτών και Κυπρίων γιατί τα προβλήματα, είτε εθνικά, είτε κοινωνικά, είτε οικονομικά, αφορούν εξίσου όλους μας.

Οι 3-4 μέρες που θα βρισκόμαστε στην Κύπρο θα βοηθήσουν, όχι μόνο εμάς αλλά και Κύπριους νέους να έρθουν σε επαφή με άλλα παιδιά από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και να κατανοήσουμε από κοινού, τις πολλαπλές αντιθέσεις του Ελληνισμού.

Το πρόγραμμα της Συνάντησης:

02/01/2011: Άφιξη

Απόγευμα: Ενημερωτική Συζήτηση για την υφιστάμενη κατάσταση σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο στην Κύπρο.

Βράδυ: Δείπνο γνωριμίας Ελλαδιτών Ιθαγενών και Κύπριων νέων.

03/01/2011: Εκδρομή σε αγροτικές και ορεινές περιοχές της Κύπρου, σε χωριά που έδρασε η Ε.Ο.Κ.Α. και περπάτημα σε μονοπάτια.

Απόγευμα: Ανοικτή Συνέλευση Νέων. Συζήτηση-Εισήγηση από νέους: Η σημερινή κατάσταση στις σχέσεις Ελλαδιτών και Κύπριων νέων. Προτάσεις για τη σύσφιξη των σχέσεων και κοινών δραστηριοτήτων.

04/01/2011: Επίσκεψη στα Φυλακισμένα Μνήματα και στο Μουσείο Αγώνος. Απόγευμα: Συζήτηση-Προβληματισμοί-Συμπεράσματα.

05/01/2011: Εκδήλωση της Ανεξάρτητης Φοιτητικής Έπαλξης Πανεπιστημίου Κύπρου με θέμα: «Νεο-οθωμανισμός , Ελληνισμός & Αντιστάσεις» με ομιλητές τους Γ. Καραμπελια, Λ. Μαύρο και Λ. Καούλλα στο Πανεπιστήμιο Κύπρου στις 19.30 ,(αίθουσα Α019), Λεωφόρος Καλλιπόλεως 75 Λευκωσία.

Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2010

Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010

Κυκλοφόρησε το περιοδικό Νέος ΛΟΓΙΟΣ ΕΡΜΗΣ με ποιοτικά και ενδιαφέροντα κείμενα



ΤΕΥΧΟΣ 1 (Ιανουάριος – Απρίλιος 2011)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ



Η Εταιρεία Μελέτης Ελληνικού Πολιτισμού κυκλοφορεί το πρώτο τεύχος του νέου επιστημονικού περιοδικού νέος Ερμής ο Λόγιος. Πρόκειται για μια τετραμηνιαία έκδοση με αντικείμενο την ιστορία, τις ανθρωπιστικές επιστήμες και την τέχνη. Το πρώτο τεύχος ανοίγει με ένα εισαγωγικό κείμενο της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικού Πολιτισμού, όπου δηλώνονται οι ιδεολογικές κατευθύνσεις της και ο χαρακτήρας του περιοδικού.

Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει κείμενα ενδεικτικά των αντιλήψεων της συντακτικής ομάδας και των συνεργατών του περιοδικού. Ο Μιχάλης Μερακλής γράφει για τις ανθρωπιστικές σπουδές, ο Δημήτρης Μαυρίδης για την συνέχεια του ελληνισμού, ο Σπύρος Βρυώνης παραθέτει τις αντιλήψεις που επικρατούν στις κοινωνικές επιστήμες γύρω από το έθνος και τον εθνικισμό, ενώ ο Ερατοσθένης Καψωμένος αναφέρεται στην νεοελληνική κουλτούρα και το μεσογειακό πολιτισμικό πρότυπο.

Ακολουθεί ένα αφιέρωμα στην ελληνική Αναγέννηση, που προηγείται της ελληνικής επανάστασης του 1821. Περιλαμβάνονται 6 κείμενα: του Γιώργου Καραμπελιά (Η ελληνική Αναγέννηση), του Απόστολου Διαμαντή (Έθνος και λόγιοι στην Τουρκοκρατία), του Δημήτρη Καραμπερόπουλου (Το γνωστικό επίπεδο των ιατρικών γνώσεων κατά τη Νεοελληνική Αναγέννηση), του Στέφανου Μπεκατώρου (Ιωάννης Πρίγκος, εραστής των βιβλίων), του Αλέξανδρου Παπαδερού (Μετακένωσις) και του Τάσου Χατζηαναστασίου (Κοινοί τόποι στη βαλκανική λογοτεχνία της Τουρκοκρατίας).

Στο τρίτο μέρος υπάρχει μία ποικιλία κειμένων και θεματικών, ενδεικτικών των προθέσεων και των κατευθύνσεών μας. Ο Γιώργος Κοντογιώργης γράφει για την γνωσιολογία των συλλογικών ταυτοτήτων, η Παναγιώτα Βάσση αναλύει την θεώρηση της Ουτοπίας στο έργο του Κ. Παπαϊωάννου, ο Χρίστος Δάλκος γράφει για την ανάγκη υπέρβασης της νεωτερικής και μετανεωτερικής αντίληψης για την γλώσσα και την διδασκαλία της, ενώ ο Νίκος Βαρβατάκος αναφέρεται στον θεσμό των οικογενειακών επικέψεων στην ελληνική σωφρονιστική νομοθεσία και την κοινωνική επανένταξη των κρατουμένων.

Το περιοδικό κλείνει με δύο βιβλιοκριτικές του Δημήτρη Μπαλτά, (Χριστιανισμός και Αναρχία του Ζακ Ελύλ και Το καλό και το κακό στην τέχνη και το Δίκαιο του Βασίλη Μαρκεζίνη), μία εκτενή παρουσίαση του βιβλίου του Α. Νταβούτογλου Το στρατηγικό βάθος: η θέση της Τουρκίας από τον Σπύρο Κουτρούλη και μία συζήτηση του Γιώργου Καραμπελιά με τον Βασίλη Καραποστόλη, γύρω από την ελληνική ιδιοπροσωπία, με αφορμή το βιβλίο του τελευταίου Διχασμός και Εξιλέωση.

Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2010

Επιστολές του Σ.Πέτρουλα στον εκδότη του ΚΑΛΒΟΥ Γ.Χατζόπουλο














1

Αθήνα 8.2.64

Φίλε Γιώργη, Γεια σου

Είναι δυο μέρες που έλαβα το γράμμα σου. Θέλησα να σου γράψω αμέσως, αλλά, να, σου γράφω σήμερα, γιατί στο μεταξύ η ζωή (σε όλες τις εκδηλώσεις της και ιδιαίτερα σ' αυτές που έχουν μεγάλη κινητικότητα και των οποίων έχουμε εμείς θεώρηση)(1) κυλά ασταμάτητα. Να σου γράψω και για την στρατιωτική ζωή δεν το διακινδυνεύω αφού συ την ζεις και όχι εγώ. Σκέφτομαι πώς θα με ονομάτιζες αν σου έγραφα -σκέψου το όμως. Απ' την στρατιωτική σου ζωή είναι αρκετό το ότι είσαι καλά και έχεις βρει πολλούς γνωστούς «Πανεπιστήμιους»(2). Τι άλλο να ζητήσεις;

Γιώργη, εμείς εδώ είμαστε όλοι καλά. Ζητάς πληροφορίες και λες ότι ενδιαφέρεσαι ώς και για τις απόπειρες αυτοκτονίας. Σκέφτηκα προς στιγμή να σου στείλω -εσωκλείστως- ειδήσεις γάμων-γεννήσεων-βαφτίσεων-θανάτων-αυτοκτονίας-δεξιώσεων...

Τι λες; Είναι καλή η σκέψη μου; Γράψε μου γρήγορα εάν... επιτρέπεται για να σου στείλω.

Τι να σου γράψω, αλήθεια στα σοβαρά. Είναι τόσες οι ειδήσεις και τέτοιες που αν τις μάθεις, Γιώργο, θα σκιρτήσεις. Σου λέω αλήθεια. Από το Εθνικό Συμβούλιο της ΕΦΕΕ που έγινε, μέχρι την «Πανσπουδαστική»(3) που τώρα βγήκε -απ' την Δευτέρα- αλλά μετ' εμποδίων και μάλιστα πολύ σοβαρών. Συνδέεται με την έκθεση(4) - όχι την ίδια την έκθεση, αλλά με τον Κύριο Νίκο(5) που βγήκε ένα άρθρο του - και μέσα μπλέκονται ο Αριστείδης(6), ο Γρηγόρης(7), ο Αντρέας(8), ο Τάκης(9). Το θέμα βρίσκεται εν εξελίξει. Πάντως λόγω του χειρισμού παραιτήθηκαν ο Αρης(10) και όλα τα άλλα παιδιά εκτός απ' τον Γιάννη Γιαν(11)...

Είχα μια συζήτηση πάλι πολύ κατατοπιστική με τον Τάκη(9) που είτανε και ο Γρηγόρης(7) - για να μαθαίνει... Είτανε πράγματι ενδιαφέρουσα πολύ και αποκαλυπτική...

Ξέρουμε για την έκθεση και την είδαμε και αυτήν και αυτούς. Οπωσδήποτε δεν έχουμε να χάσουμε καθόλου.

Τι άλλο να σου γράψω ή μάλλον τι να σου πρωτογράψω. Και έτσι δεν σου γράφω τίποτε και τελειώνω περιμένοντας γράμμα σου που να μου λες πότε θα έρθεις με άδεια για να συναντηθούμε αμέσως. Σε χαιρετώ

Γεια χαρά

Σωτήρης.


2

Αθήνα, 17.4.1964

Φίλε Γιώργη, Γεια σου

Η διαφορά στις ημερομηνίες των γραμμάτων είναι 11 μέρες. Φυσικά το γράμμα σου το πήρα αργότερα -στις 10/4. Ομως η καθυστέρηση να σου γράψω καταλαβαίνεις από πού προέρχεται. Ισως να έπαιζε και δευτερεύοντα ρόλο η σχετικότητα του χρόνου, που εδώ η εβδομάδα - ιδιαίτερα αυτή την εποχή - είναι μέρα ενώ σε σας ίσως... δεν ξέρω γράψε μου εσύ για ακρίβεια Γιώργο, τώρα που σου γράφω για την σχετικότητα του χρόνου θυμήθηκα ότι διαβάζω κάτι περί χρόνου - Αϊνστάιν κ.λπ. Αν μπορείς -έχεις χρόνο, διάθεση και όχι άλλες ασχολίες- στο γράμμα σου γράψε μου πλατιά πάνω σ' αυτό το ζήτημα και αν θέλεις θα σου γράψω και εγώ.

Χαίρουμαι ιδιαίτερα που είσαι στην ιδιαίτερη Πατρίδα μου(12) αν και είσαι μόνος. Δυστυχώς επειδή, όπως ξέρεις, έφυγα μικρός απ' εκεί, δεν έχω γνωστούς καθόλου για να σε γνωρίσω.

Είναι κρίμα που λείπεις τώρα απ' την Αθήνα. Επρεπε νάσουνα εδώ. Δεν ξέρω σε τι βαθμό (ένταση) φτάνει ο απόηχος απ' τα εδώ συμβαίνοντα, πάντως αν και δεν φαίνονται απ' όλους είναι πολύ-πολύ δυνατά. Σήμερα το βράδυ γνώρισα -αν και δεν συστηθήκαμε- το φίλο σου τον Στέλιο(13) τον Δικηγόρο. Κάναμε μια συζήτηση και είτανε πολλά άτομα και έτσι τον γνώρισα. Μου έκανε πολύ καλή εντύπωση.

Είχα συναντηθεί με τον Αγγελο(14) και ίσως να σε πρόλαβε στην Κόρινθο από τότε δεν μου έγραψε γράμμα. Επίσης συνάντησα μια μέρα και τον Τάκη(15) -για τον οποίο είχα επιφυλάξεις όπως σούχα πει- και είτανε απόλαυση η συμπεριφορά του, με τα νεύρα του, τις φωνές του κτλ. Αλλο να σου γράφω, και άλλο να τον έβλεπες. Ειδικά εγώ που τον ήξερα αλλιώς.

Οταν είχες έρθει πάνω, είτανε εδώ και ο Ντίνος(16). Τον συνάντησα διαμέσου του αδελφού του Αγγελου(17), και αυτός μου είπε ότι είσουνα εδώ. Αλλά την άλλη μέρα που ήλθα για να σε βρω είχες φύγει. Μεγάλη ατυχία.

Επρεπε να κατέβαινες στην σχολή να με εύρισκες. Συζήτησα με τον Ντίνο - μου είπε ότι είχατε συζητήσει και εν κατακλείδι είπαμε να ξανασυναντηθούμε, αλλά ο Ντίνος με τις δουλειές του και εγώ με τις εκλογές της Σχολής(18) χαθήκαμε. Ομως τον συνάντησα την Τρίτη στις 14 του μηνός που είτανε εδώ περαστικός και συζητήσαμε αρκετά πλατιά...


Γιώργο, η «δουλειά»(19) πάει καλά -συζητάμε και με τον Αρη(10) - που έχει κάνει καταπληχτικές προόδους- και με τον Τάκη τον Πανύψηλο(20) και πάλι βλέπουμε. Προχωράμε όπως περίπου τάχαμε πει. Εχουνε να γίνουν μεγάλες «πλάκες»(21) μάλλον γρήγορα. Εγώ με τα 2 κορίτσια(22) (το μεγάλο το διοπτροφόρο και το μικρότερο) έχω μεγάλες «πλάκες». Μετά απ' την τελευταία συζήτηση που σούχα πει, πιάστηκαν επ' αυτοφώρω που έλεγαν εν γνώσει τους -με την θέλησή τους, συνειδητά- ψέματα. Το τι έγινε και το τι θα γίνει δεν λέγεται.

Θα 'θελα να σου γράψω πολλά ακόμη, αλλά όπως καταλαβαίνεις έχω πάρα πολλές δουλειές τώρα. Γι' αυτό τελειώνω και περιμένω γράμμα σου. Θα σου ξαναγράψω σύντομα μετά τις «πλάκες» που θάχουμε.

Αν τυχός έρθεις στην Αθήνα βρες με οπωσδήποτε. Ελα στην Σχολή και ρώτησε. Αν δεν με βρεις εκεί έλα σπίτι - Αυτοκίνητο Λόφου Σκουζέ(23). Τέρμα, ρώτησε και θα με βρεις. Στην χειρότερη περίπτωση άφησέ μου παραγγελία.

Σε χαιρετώ φιλικά

Σωτήρης

Υ.Γ.: Δεν σου έγραψα τίποτα για τον Μάκη(24) γιατί είναι αυτονόητο ότι μαζί κάνουμε τις «δουλειές»... Είναι καλά και σε χαιρετά... Σωτήρης

18.4.64. Μούπε ο Μάκης να μην το στείλω διότι αλλάζεις διεύθυνση.


3

Αθήνα 27.4.1964

Φίλε «Λοιπέ»(25), Γεια χαρά

Σου γράφω μετά ένα δεκάλεπτο που έλαβα το γράμμα σου. Αυτό για δυο λόγους. Πρώτον, εάν αφήσω για αύριο θα σου γράψω οπωσδήποτε τον άλλο μήνα και, δεύτερον, σου είχα ετοιμάσει γράμμα (στο εσωκλείω)(26), αλλά μου είπε ο Μάκης ότι άλλαξες διεύθυνση.

Γιώργο διευθύνσεις δεν ξέρω των παιδιών που ζητάς αλλά θα μάθω και θα σου γράψω. Ειδικά για τον Μπενακόπουλο(16) και τον Παπασπύρου(14).

Ο Μάκης(24) ξέρεις εκλέχτηκε Σύμβουλος του Εθνικού Συλλόγου Σπουδαστών ΑΣΟΕΕ. Είναι τώρα μήνας και πλέον.

Για τις «πλάκες» που σου γράφω στο πρώτο γράμμα (Διάβαστο πρώτο) έχουν αρχίσει και ολοένα μεγαλώνουν. Μου φαίνεται ότι θα αρχίσω να κρατάω Ημερολόγιο. Ομως ακόμα δεν φτάσανε στο ζενίθ. Ελπίζω ότι θα φτάσουν σε λίγο καιρό.


Ενα περιστατικό. Μια μέρα σε ομήγυρη είχε έρθει μαζί με το μικρότερο κορίτσι(22) και ο «Φουκαρράς»(27). Το τι έγινε δεν λέγεται. Φαντάσου ότι με έδειχνε εμένα στα κρυφά στον «Φουκαρρά» κι όλο τούλεγε - τούλεγε. Παρά λίγο ναρχόταν και το μεγάλο το διοπτροφόρο(22) όμως δεν ήρθε. Κρίμα-κρίμα! Εχεις χαιρετισμούς από το Μάκη.

Τρελαθήκαμε Γιώργο μου, στα τρεξίματα. Γιατί έχουμε και διάβασμα για τις εξετάσεις και πρέπει να φτιάξουμε δύο μελέτες για το Πανσπουδαστικό Συνέδριο(28) που θα αρχίσει στις 11 του Μάη. Επιπλέον -να μην το ξεχνάμε- έχουμε -εγώ ιδίως- τραβήγματα με τα κορίτσια. Τι να γίνει.

Φίλε «λοιπέ», μην στεναχωριέσαι καθόλου για το αξίωμα που του ξέφυγες. Είναι καλλίτερα. Σκέψου έγνοιες που θάχες. Ενώ τώρα ούτε όπλο να καθαρίζεις κλπ. Ποιος την τύχη σου. Σε ζηλεύω. Αν έχεις καιρό και όρεξη κάνε δύο ή μάλλον τρία πράγματα: 1ον ΓΥΜΝΑΣΤ1ΚΗ. 2ον Μια μελέτη για τις επιδράσεις της μοναξιάς και απομόνωσης στην ψυχολογική κατάσταση του ατόμου (θυμήσου τον Φρόυντ). 3ον Τα περί χρόνου (Αϊνστάιν) που σου γράφω στο πρώτο γράμμα.

Τίποτε άλλο δεν σου γράφω. Περιμένω απάντησή σου. Ως τότε

Γεια χαρά

Σωτήρης


4

Αθήνα, 29.5.64

Φίλε Γιώργη, Γεια σου

Μόνο δυο λόγια σου γράφω κυρίως γιατί είναι απίθανα περίπλοκες οι συνθήκες της τωρινής περιόδου που διανύω -ένας παράγοντας και οι εξετάσεις- αλλά κυρίως γιατί δεν έχω νέα σου. Σου είχα γράψει προ μηνός εκτενέστατα και δεν έχω λάβει γράμμα σου: Γράψε μου σε παρακαλώ αμέσως.

Γιώργη, δεν σου γράφω κανένα νέο και γιατί δεν έχω, αλλά κυρίως γιατί θέλω πρώτα να δω το αποτέλεσμα των εν δυνάμει καταστάσεων που διαδραματίζονται.

Σε παρακαλώ γράψε μου και κυρίως μήπως θα πάρεις καμμιά άδεια για να έρθεις κάτω στην Αθήνα.

Σε χαιρετώ φιλικώτατα

Σωτήρης

Υ.Γ. Εχεις χαιρετίσματα από το Μάκη.


5

Αθήνα, 21.7.64

Φίλε Γιώργη, σε χαιρετώ(29)

Ελαβα το γράμμα σου προ 8 περίπου ημερών και εχάρηκα αφάνταστα για δυο λόγους. Πρώτο, γιατί έλαβα το γράμμα σου και δεύτερον, γιατί όπως γράφεις, θα πάρεις άδεια και θα έρθεις κάτω. Αυξητικό -και μάλιστα κατά γεωμετρική πρόοδο- είναι και το γεγονός ότι σκέφτεσαι -έστω- διαισθητικά και προσπαθείς να προχωρήσεις. Εγώ τώρα αυτό μόνο μπορώ να σου πω. Σκέψου όσο μπορείς περισσότερο. Και τα τολμηρότερα διαισθητικά πετάγματα είμαι βέβαιος ότι δεν θα φθάνουν την πραγματικότητα, που υπάρχει σήμερα και εξελίσσεται απίθανα γρήγορα και πολύπλοκα...

Σήμερα, Γιώργο, το απόγευμα θα δώσουμε μια μεγάλη μάχη(30). Μια μάχη ζωής ή θανάτου, για την συνέχιση της ύπαρξης ή μη «του εαυτού μας» σαν τέτοιοι. Το αποτέλεσμα δεν ξέρω τι θα είναι, όχι από πλευράς δικής μας αλλά από γενικώτερης αντιμετώπισης. Προβλέπω μάλλον ότι παρά την Νικηφόρα έκβαση της δικής μας μάχης, ο αγώνας θα χαθεί από έλλειψη ενιαίας διοίκησης και συντονισμού της δράσης όλων. (Σε αρέσει η στρατιωτική ορολογία; Τα καταφέρνω ή όχι; Τι λες φίλε «Λοιπέ»!!)(25).

Πολλά θέλω να σου γράψω, όμως, μη μπορώντας τώρα τελειώνω περιμένοντας γράμμα σου για το πότε θα κατέβεις κάτω.

Κάτι τελευταίο. Ο Μήτσος(31) -ο αδελφός του Μάκη- πήγε στρατιώτης. Εχει μια βδομάδα που παρουσιάστηκε στην Κόρινθο. Διεύθυνση δεν ξέρω γι' αυτό δεν σου στέλνω - καταλαβαίνεις ότι αυτό μας σακάτεψε ώς ένα βαθμό. Τι να γίνει όμως; Αφού δεν άλλαζε γνώμη, τον χαιρετίσαμε και του είπαμε στο καλό... καλός στρατιώτης!!!

Στο προηγούμενο γράμμα σου είχα γράψει μια υποκειμενική εκτίμηση για τις εξετάσεις. Οι καθηγητές όμως έχουν διαφορετική υποκειμενική εκτίμηση, κι αφού η δικιά τους εκτίμηση ισχύει αντικειμενικά, δεν πάμε καλά στα μαθήματα. Δεν πειράζει όμως. Στα πάντα υπάρχει γιατρειά, μόνο στον θάνατο δεν υπάρχει - ή μήπως και στην αγάπη. Τι λες;!!

Εχεις πολλούς χαιρετισμούς από τον Μάκη.

Τελειώνω περιμένοντας γράμμα σου

Γεια σου Γιώργη

Σωτήρης

6

Αθήνα, 25.9.64

Αγαπημένε φίλε Γιώργο, σε χαιρετώ

Ηθελα να σου γράψω από την Δευτέρα αλλά ανέβαλλα γιατί αναβλήθηκε και το «πάρτυ»(21) που είχαμε προγραμματίσει και έτσι δεν θα είχα νέα. Το «πάρτυ» έγινε χτες βράδυ και είμασταν 9 στην αρχή και έπειτα μείναμε 8. Δεν είχε έρθει η «Μαμά» με τα γυαλιά γιατί λείπει όπως ξέρεις. Είχε έρθει όμως η «ακόλουθός της»(22).

Είχαμε μεγάλη «πλάκα», όμως εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι ότι το παιχνίδι που είχαμε σκαρώσει δεν πήγε όπως θέλαμε. Και αυτό γιατί προέκυψαν τόσες τεχνικές λεπτομέρειες που δεν είτανε δυνατόν να τις παρακάμψουμε δίχως να θιγεί η ουσία του παιχνιδιού. Τότε όμως τι να το κάνεις. Ετσι τελειώσαμε κατά τις 2.30 τη νύχτα το «πάρτυ» και τώρα σκεφτόμαστε τις λεπτομέρειες για να κάνουμε κανένα άλλο.

Γιώργο, θάθελες να σου γράψω κι άλλα, αλλά επειδή αφ' ενός διαβάζω τώρα που σου γράφω στατιστική -θέλεις αλήθεια να σου στείλω καμμιά χιλιάδα τύπους για να περνάς την ώρα σου;...- αφ' ετέρου δεν έχω πιο ενδιαφέροντα πράγματα απ' το «πάρτυ», τελειώνω εδώ.

Γεια χαρά

Σωτήρης



7

Αθήνα, 26.10.64

Φίλε Γιώργη, Γεια χαρά

Σου γράφω δυο λόγια μόλις τελείωσα τις εξετάσεις μου. Είναι αλήθεια ότι πέρασε πολύς καιρός που δεν σου έγραψα. Θα καταλαβαίνεις τους λόγους. Δεν είτανε, Γιώργο, μόνο το διάβασμα, αν και για να πούμε την αλήθεια, όπως μούγραψες, η χρονιά -δεν λέω η επιστήμη- δεν καταχτιέται με επικλήσεις. Θέλει τρομερή μάχη, δεν παραδίδει από μόνη της τα όπλα, δηλ. δεν πεθαίνει ειρηνικά... όπως δεν πεθαίνει κανείς ειρηνικά(32)... δεν συμφωνείς; Συνέπεια του διαβάσματος όλων μας είτανε και η ολοκληρωτική αδυναμία να ξανασυναντηθούμε με τα παιδιά σε κανένα «πάρτυ»(21). Σκέψου ότι απ' όσο ξέρω κανείς δεν πήγαινε σε «πάρτυ» γιατί απλούστατα δεν γινότανε. Ετσι τώρα που τελειώσαμε τις εξετάσεις έχει να καεί το πελεκούδι. Ηδη ετοιμάζουμε όχι «πάρτυ» αλλά «δεξίωση». Σύντομα πρέπει νάχω νέα.

Στις εξετάσεις μου πήγα καλά και είμαι βέβαιος ότι έχω περάσει την χρονιά κι έτσι τέλειωσαν τα βάσανα. Πάντως κουράστηκα φέτος τρομερά. Επί ένα μήνα διάβαζα μερόνυχτα - δίχως να βγαίνω απ' το σπίτι παρά για τους διαγωνισμούς. Και ο Μάκης πήγε καλά κι ελπίζω ότι κι αυτός θα ξεμπερδέψει.

Δεν ξέρω αν σούγραψε η Αννα(33) για τις φασαρίες που έγιναν. Ελπίζω να σου έχει γράψει. Πάντως έτσι πούρθανε τα πράγματα δεν γινότανε νομίζω τίποτε άλλο, αν και στην διαδικασία και στις ιδιαίτερες πλευρές θέλει τεράστια συζήτηση. Θα δούμε τώρα από δω κι εμπρός. Υπάρχει μια ωραιότατη σκέψη. Αν γίνει πράξη επιτυχημένη, θα αφήσει εποχή.

Τελειώνοντας σου γράφω ένα πρόβλημα που έχει αρχίσει να μ' απασχολεί σοβαρά. Ο καθηγητής μας ο Φουρκιώτης, μας διδάσκει ότι το «δίκαιο προϋπήρξεν της οικονομίας». Παραπέμπει δε στον Stamler - γερμανό καθηγητή του Αστικού Δικαίου αν δεν κάνω λάθος.

Αν μπορείς στείλε μου καμμιά πληροφορία για το βιβλίο του Stamler. Υπάρχει μεταφρασμένο; πού; κ.λπ. - ή ακόμα στείλε μου σκέψεις σου, γιατί προγραμματίζουμε να αντικρούσουμε αυτή την άποψη.

Σε χαιρετώ

Σωτήρης




ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Με τη διατύπωση αυτή ο Σωτήρης υπενθυμίζει τις κοινές αντιλήψεις και το ενδιαφέρον για τα προβλήματα και τις διαδικασίες που συντελούνταν στη σπουδαστική κατά κύριο λόγο οργάνωση της Νεολαίας της ΕΔΑ, αλλά αφορούσαν το κίνημα της νεολαίας γενικότερα. Για περισσότερα βλέπε τα άρθρα μου στην «Ελευθεροτυπία», 28/2/82 και ιδίως 24/3/82 (στο πλαίσιο της έρευνας για τη «γενιά του 1-1-4»).

2. Εννοεί γνωστούς και φίλους από διάφορες ανώτατες σχολές που τότε είχαν μαζικά καταταχτεί στο στρατό (ΚΕΝ Κορίνθου). Ο ιδιαίτερος λόγος για τη μαζική αυτή κατάταξη είναι η απώλεια της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας από το κόμμα της ΕΡΕ στις εκλογές της 3ης Νοέμβρη 1963, που εξελίχτηκε αργότερα σε εκλογικό θρίαμβο της Ενωσης Κέντρου στις εκλογές της 18 Φλεβάρη 1964. Δηλαδή ελπίζαμε ότι θα αλλάξει το κλίμα στο δοκιμαστήριο αυτό κάθε καταπιεστικής μεθόδου που λέγεται στρατός.

3. Πρόκειται για τη γνωστή δεκαπενθήμερη φοιτητική επιθεώρηση «Πανσπουδαστική» που εκδιδόταν στην Αθήνα από φοιτητές όλων των σχολών από το 1956 μέχρι το 1967. Αποτέλεσε το μαζικό οργανωτή του φοιτητικού κινήματος που έδωσε συνοχή και ιδέες στο κίνημα της νεολαίας τότε.

4. Εκθεση φωτογραφιών με αντιαποικιακό-αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο που οργάνωσαν οι «Φίλοι των Νέων Χωρών» (ΦΝΧ) στην αίθουσά τους, οδός Ασκληπιού 3, στην Αθήνα, το Γενάρη του 1964.

5. Νίκος Ψυρούκης, ο γνωστός συγγραφέας, ηγετικός παράγοντας τότε στους ΦΝΧ.

6. Αριστείδης Μανωλάκος, στέλεχος του φοιτητικού κινήματος και μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΝΕΔΑ τότε.

7. Γρηγόρης Γιάνναρος, στέλεχος του φοιτητικού κινήματος και μέλος του Κ.Σ. της ΝΕΔΑ τότε.

8. Αντρέας Λεντάκης, στέλεχος του φοιτητικού κινήματος και μέλος του Κ.Σ. της ΝΕΔΑ τότε.

9. Τάκης Μπενάς, ο γνωστός αντιστασιακός και γραμματέας του Κ.Σ. της ΝΕΔΑ τότε.

10. Αρης Ζεπάτος, φοιτητής Νομικής και μέλος του Γραφείου της «Σπουδάζουσας» της ΝΕΔΑ και της Συντακτικής Επιτροπής τής «Πανσπουδαστικής» τότε.

11. Γιάννης Γιαννουλόπουλος, φοιτητής φιλοσοφικής, συνδικαλιστικό στέλεχος και αρχισυντάκτης της «Πανσπουδαστικής» τότε.

12. Ο Σωτήρης γεννήθηκε στο 1942 στο Οίτυλο της Μάνης. Εγώ υπηρετούσα τότε (Απρίλης 1964) στο Γύθειο.

13. Στέλιος Μπαμπάς, νέος τότε δικηγόρος, ηγετικός παράγοντας στους ΦΝΧ.

14. Αγγελος Παπασπύρου, στρατευμένος φοιτητής της ΑΣΟΕΕ, στέλεχος της ΝΕΔΑ.

15. Τάκης Τασσόπουλος, στρατευμένος φοιτητής, στέλεχος της ΝΕΔΑ τότε.

16. Ντίνος Μπενακόπουλος, στρατευμένος φοιτητής του ΕΜΠ, στέλεχος της ΝΕΔΑ τότε.

17. Αγγελος Μπενακόπουλος, παλαιό στέλεχος της σπουδαστικής οργάνωσης της ΝΕΔΑ.

18. Εννοεί τις εκλογές για το Δ.Σ. του Συλλόγου των Σπουδαστών της ΑΣΟ και ΕΕ.

19. «Δουλειά»: εννοεί τη συστηματική προσπάθεια για τη συσπείρωση και το συντονισμό της δραστηριότητας όλων των αντιρεφορμιστικών στελεχών της αριστερής νεολαίας. Οι απαρχές της διαδικασίας αυτής βρίσκονται στις εργασίες του Β' Συνεδρίου της ΕΔΑ, το Δεκέμβριο του 1962.

20. Τάκης Παππάς, φοιτητής της Νομικής, στέλεχος της Νεολαίας και μέλος του Γραφείου της «Σπουδάζουσας» τότε.

21. «Πλάκες», «Πάρτι», «Δεξίωση»: έτσι ονομάζει συνθηματικά ο Σωτήρης τις εσωοργανωτικές συγκρούσεις στη ΝΕΔΑ. Αυτό για συνωμοτικούς λόγους, επειδή ο παραλήπτης των επιστολών ήταν στρατιώτης.

22. Πρόκειται για τους Τάκη Μπενά και Γρηγόρη Γιάνναρο. Βλέπε σημ. 7 και 9.

23. Η διεύθυνση του Σωτήρη ήτανε: Κτήμα Λουκίσα, Λόφος Σκουζέ, Τ.Τ. 210, Αθήνα.

24. Μάκης Παπούλιας, φοιτητής της ΑΣΟ και ΕΕ, μαζικό στέλεχος της νεολαίας και μέλος του Γραφείου της Σπουδάζουσας της ΝΕΔΑ.

25. «Λοιπός Οπλίτης», κάτι σαν ανθυποστρατιώτης: μειωτικός χαρακτηρισμός για ικανούς στρατιώτες από τους οποίους αφαιρούσαν ορισμένα δικαιώματα (π.χ. κατοχή όπλου). Εμένα με ονόμασαν «λοιπό» μετά τον χαρακτηρισμό μου ως Γ' κατηγορίας (δρώντα κι επικίνδυνο) κομμουνιστή με την Φ. 123.2/10/9678/8.4.64/ΓΕΣ/2ΕΓ, με έστειλαν σε πειθαρχική μονάδα κ.λπ.

26. Είναι το προηγούμενο γράμμα με ημερομηνία 17.4.1964.

27. «Φουκαρράς», συνωμοτική παραποίηση του ονόματος του Νίκου Καρρά, στελέχους της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΔΑ τότε.

28. Εννοεί το Ε' Πανσπουδαστικό Συνέδριο.

29. Το γράμμα αυτό του Σωτήρη είναι γραμμένο ένα χρόνο ακριβώς πριν τη δολοφονία του στις 21 Ιουλίου 1965. Αξίζει να προσεχτεί ιδιαίτερα το περιεχόμενό του. Εντύπωση προκαλεί ο στοχασμός του για τα θέματα του Αγώνα, του Ερωτα και του Θανάτου.

30. «Μάχη»: αναφέρεται στην επικείμενη αναμέτρηση σε κλίμακα πανσπουδαστική, ανάμεσα στην ριζοσπαστική αντίληψη που αντιπροσωπεύει ο Σωτήρης, ο Μάκης Παπούλιας και άλλοι και συμμεριζόταν η πλειοψηφία της σπουδαστικής οργάνωσης και στη ρεφορμιστική τακτική που ακολουθούσε το Κ.Σ. της ΝΕΔΑ, ως προς τη φύση και τους στόχους του κινήματος της νεολαίας. Μετά από ένα ακριβώς χρόνο έπεφτε σε μίαν άλλη μάχη, πολεμώντας τους πραιτοριανούς των ανακτόρων.

31. Δημήτριος Παπούλιας, μαθηματικός, στέλεχος της ΝΕΔΑ και μέλος του Γραφείου της Σπουδάζουσας τότε.

32. Ειρωνεύεται τις θεωρίες για την «ειρηνική συνύπαρξη», το «ειρηνικό πέρασμα στο σοσιαλισμό» και την «ειρηνική άμιλλα» που λάνσαρε τότε η ηγεσία του ΚΚΣΕ και αναμασούσε εδώ η ηγεσία της αριστεράς (ΚΚΕ-ΕΔΑ).

33. Αννα Γέμελα, στέλεχος της νεολαίας της ΕΔΑ στην Ελευσίνα και μέλος της κίνησης των ΦΝΧ τότε.



--------------------------------------------------------------------------------



Η εποχή, ο Σωτήρης κι εμείς



του ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ (*)

Βγαλμένος από τα σπλάχνα του λαού της Μάνης, γεννημένος το 1942 από αγροτική οικογένεια στο Οίτυλο, βρέθηκε μικρός (ο γιος αυτός της «Πέτρας») σε δυτική συνοικία της Αθήνας να μεγαλώνει δουλεύοντας και σπουδάζοντας σε νυχτερινό σχολείο, μικροκληρούχος κι αυτός των διωγμών, των τραυμάτων και των άλλων δεινών του μετεμφυλιακού ζόφου. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 μπήκε στην Ανωτάτη Εμπορική της Αθήνας, όπου σύντομα ξεχώρισε για την ενεργητικότητα και το ήθος του, στους αγώνες για την ικανοποίηση των σπουδαστικών και των πολιτικών αιτημάτων της ελληνικής δημοκρατικής νεολαίας, τη σκληρή και κρίσιμη εκείνη εποχή. Τα διανοητικά του προσόντα, ο σταθερός και ακέραιος χαρακτήρας του, μαζί με τη σεμνότητα, τη μειλιχιότητα και τη μαχητικότητά του, του χάρισαν την αποδοχή, τη συμπάθεια και την εμπιστοσύνη από τους συμφοιτητές του αλλά και, ευρύτερα, από τη μαχόμενη, δημοκρατική και αριστερή νεολαία.

Την περίοδο εκείνη, τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του εξήντα, βρεθήκαμε με το Σωτήρη στα ίδια χαρακώματα στην πάλη για την πολιτική ελευθερία και στον (εσωτερικό) αγώνα για την αυτογνωσία και για την ανασύνταξη των αγωνιστών της οργανωμένης αριστεράς. Προερχόμασταν από τυπικά διαφορετικούς δρόμους, αλλά είχαμε ταυτόσημη κοινωνική ομοιοπαθητική, παρόμοιες ιδέες, ίδιες αρχές και αξιακό σύστημα. Τα γεγονότα και οι σχέσεις τροφοδότησαν έντονη ψυχολογική όσμωση μεταξύ μας και επιτρέψανε την ανάπτυξη βαθιάς φιλίας και ισότιμης επικοινωνίας, παρά τη διαφορά στην ηλικία (εκείνος 21, εγώ 25 ετών τότε). Δείγμα αυτών είναι και τα εφτά γράμματα του Σωτήρη, που γίνονται, ευρύτερα, γνωστά σήμερα, σαράντα χρόνια από τότε που έπεσε, μένοντας, αλίμονο, για πάντα είκοσι τριών ετών...

Ολα τα γράμματα είναι γραμμένα την περίοδο από το Φλεβάρη μέχρι τον Οκτώβρη του 1964 και εστάλησαν (με τεθλασμένη διαδρομή) προς εμένα, σε πολιτικές (για λόγους προστασίας) διευθύνσεις, στην Κόρινθο, στο Γύθειο και στη Νεάπολη της Κοζάνης, όπου υπήρχαν οι στρατιωτικές μονάδες, στις οποίες υπηρετούσα τότε τη θητεία μου.

Το βασικό περιεχόμενο των γραμμάτων είναι πολιτικό και η γραφή τους κάπως κρυπτική, εξαιτίας των γενικών πολιτικών περιστάσεων και, κυρίως, λόγω της ειδικής κατάστασης υπό την οποία τελούσε ο αποδέκτης τους. Οι γραμμές τους ξεχειλίζουν από πληροφορίες, εκτιμήσεις και σκέψεις για το ζωτικό πρόβλημα της εποχής εκείνης, δηλαδή τους προσανατολισμούς του κινήματος της νεολαίας. Τα πρόσωπα που αναφέρονται δεν γράφονται ποτέ με το επώνυμό τους, αλλά προσδιορίζονται με παρατσούκλια, με ιδιαίτερα, γραφικά συνήθως, εξωτερικά γνωρίσματα, ενώ σε ένα μόνο σημείο κάνει ηχητική-ακουστική παραποίηση επωνύμου. Το γεγονός αυτό, δηλαδή η αναγκαία, μερική κρυπτικότητα και η αλληγορική έκφραση, με υποχρεώνει, ως αποδέκτη των επιστολών, να επιβαρύνω τον αναγνώστη με τον αναπόφευκτο, σύντομο, υπομνηματισμό τους. Ελπίζω να μην έχασα το «μέτρο» και ζητώ την κατανόηση για την άχαρη αυτή «συνθήκη».

Νομίζω πως αυτές τις ημέρες που μνημειώνουμε στο κέντρο της Αθήνας τη μορφή και τα είκοσι τρία χρόνια του αξέχαστου φίλου και μάρτυρα των αγώνων και των παθημάτων της γενιάς μας, Σωτήρη Πέτρουλα, μαζί με όλα όσα θα λάβουν χώρα, δικαιούται σοβαρής προσοχής η φωνή του ίδιου (που μπορεί, αυθεντική, να ακουστεί και από τις επιστολές αυτές). Οχι, βέβαια, τα περιστατικά και οι μερικότητες των καταστάσεων που αναφέρει, αλλά ο καμβάς, το αξιακό σύστημα, τα ιδανικά και το μεγαλείο ψυχής (όλα διακριτά από τον προσεκτικό αναγνώστη), που διέθετε και που κινούσαν τη σκέψη και τις πράξεις του υποδειγματικού αυτού νέου, με την τόσο τραγική μοίρα. Μοίρα που χάραξε ανεξίτηλα το πνεύμα και «κλείδωσε» τη συνείδηση των φίλων του και όσων άλλων τον γνώρισαν.

* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ήταν φοιτητής της Νομικής Αθηνών το 1956-62. Μέλος της παράνομης ΕΠΟΝ 1955-1958, διευθυντής-αρχισυντάκτης της «Πανσπουδαστικής» 1957-62 και μέλος του Γραφείου Σπουδάζουσας της Ν. ΕΔΑ 1958-1961. Επίσης δούλεψε ως διευθυντής της εφημερίδας των Βορείων Προαστίων «Πρωτοπορία», 1966-1967. Την περίοδο 1966-67 ήταν συντάκτης του περιοδικού των ΦΝΧ «Αντιιμπεριαλιστής» και μέλος της κίνησης. Από το 1968 μέχρι σήμερα είναι διευθυντής των εκδόσεων «Κάλβος».

Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2010

Η παρουσίαση του βιβλίου μου "Ο Κόσμος ο μικρός , ο μέγας" ,από το βιβλιοπωλείο Χωρίς όνομα





Με επιτυχία έγινε η παρουσίαση του βιβλίου μου "Ο κόσμος ο μικρός , ο μέγας :Ιδεολογίες και αισθητική στο Νεοελληνισμό", στο Χολαργό από το "ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ".Την συζήτηση διεύθυνε ο Δ.Παπαλεωνίδας .Συμμετείχαν Γ.Καραμπελιάς, Μ.Μελετόπουλος,Σ.Κουτρούλης






Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

Κυκλοφόρησε η ΡΗΞΗ τ. 69






Α’:Τα παράδοξα του Σ.Ράμφου και η πραγματικότητα της νεοελληνικής παρακμής


Το νέο βιβλίο του Σ.Ράμφου , όπως μαρτυρά ο τίτλος του «Το αδιανόητο Τίποτα – φιλοκαλικά ριζώματα του νεοελληνικού μηδενισμού – δοκίμιο φιλοσοφικής ανθρωπολογίας » (Εκδόσεις Αρμός ,Αθήνα 2010 , σελ.490), έχει μια διπλή στόχευση. Να αποτελέσει μια πρωτότυπη και γόνιμη μελέτη ενός έργου που έχει σημαδέψει , τον ανατολικό τουλάχιστον Χριστιανισμό , δηλαδή την Φιλοκαλία και κατά δεύτερο να αναδείξει τον τρόπο που επηρέασε την ελληνική κοινωνία σε μια προοπτική μηδενιστική.
Αν περιοριζόταν ,στον πρώτο στόχο , θα ήταν μια ακόμη αξιόλογη μελέτη , που σίγουρα δεν θα ενδιέφερε αποκλειστικά τους θεολόγους. Όμως δεν αρκέστηκε σε αυτό .Θέλησε να χρησιμοποιήσει μία συγκεκριμένη πλευρά της Φιλοκαλίας , την ερμηνείας της οποίας προηγουμένως απολυτοποίησε για να ερμηνεύσει με τρόπο δεσμευτικό την εξέλιξη του νεοελληνισμού .Φυσικά μία τέτοιους είδους κατανόηση προϋποθέτει τον αποκλεισμό πολλών άλλων παραγόντων , ώστε να μπορεί να εκπληρώνει τους στόχους που η ίδια έχει θέσει. Έτσι η οικονομία , η μορφή του πολιτικού συστήματος ,το δίκαιο , η εξέλιξη των διεθνών και διακρατικών σχέσεων απουσιάζουν εντελώς. Φυσικά ο Ράμφος δεν είναι Μ .Βέμπερ – που κατάφερε να συνδέσει τον προτεσταντισμό με τον καπιταλισμό - , αλλά ούτε και Μπερδιάγεφ- που έδειξε την πορεία του ρώσικου λαού από την ορθοδοξία στον ρώσικο κομμουνισμό και μηδενισμό ως μια ενιαία εξέλιξη. Το αποτέλεσμα είναι μια σειρά από παράδοξες σκέψεις που φρόντισε ο ίδιος να διαδοθούν και να διευρυνθούν ,με συνεντεύξεις , σε δημοσιογράφους που ή δεν είχαν διαβάσει το έργο του ή δεν ήθελαν -πιθανόν- να του θέσουν ορισμένες κρίσιμες και διαφωτιστικές , ερωτήσεις .
Είναι αναμφισβήτητο ότι ο Ράμφος κόπιασε με τα κείμενα της Φιλοκαλίας .Έσκυψε με πάθος και για πολλά χρόνια πάνω σε αυτά. Ερεύνησε μεθοδικά και με συγκριτικό τρόπο κάθε μελέτη που θα μπορούσε να αναδείξει τις σημασίες που περιέχουν .Όμως η προσπάθεια του να ερμηνεύσει μονοδιάστατα τον νεοελληνισμό και να χρησιμοποιήσει τα πορίσματα του ,για τρέχοντες πολιτικές επιδιώξεις (όπως την «επιχειρηματικότητα» , την «καινοτομία») , που είχε άλλωστε προαποφασίσει ,έβλαψαν συνολικά το συγκεκριμένο έργό του. Η προβληματική πλευρά του έργου επιδεινώθηκε από ένα άλλο γεγονός. Ότι θα έπρεπε να τεκμηριώσει , το λαμβάνει ως δεδομένο. Έτσι μπορεί να θεωρεί ότι ο ατομικισμός και μόνο προάγει ιστορικά τις κοινωνίες ή ότι το τέλος του Βυζαντίου προήλθε από την απουσία του ατόμου , αλλά οι σκέψεις αυτές παραμένουν ταυτολογικοί αφορισμοί , οι οποίοι δεν θεμελιώνονται πάνω στην ιστορική έρευνα και σπουδή. Επίσης γενικεύσεις ή μονομέρειες της κοινωνικής εξέλιξης της Ανατολής και της Δύσης , όπως ότι στην Δύση υπάρχει μόνο ατομισμός και στην βυζαντινή Ανατολή μόνο κοινωνισμός , παραβλέπουν ότι στην Δύση υπήρχαν συντεχνίες , κοινότητες και στην συνέχεια συνδικαλισμός , όπως και στο Βυζάντιο , ο άνθρωπος βρήκε συχνά ένα ευρύ πλαίσιο για να αναπτυχθεί – ευρύτερο μάλιστα από αυτό που συναντούμε σε άλλες κοινωνίες την ίδια εποχή. Η άποψη του Ράμφου , ότι η παραδοσιοκρατία ,σε κάθε περίπτωση δεν συνάπτεται με την εκτεχνικευμένη κοινωνία είναι πρόδηλα έωλη .Για παράδειγμα η Αλ Κάιντα δεν πήγε στην Νέα Υόρκη με τον αραμπά , αλλά με BOEING 767, ενώ δεν χρησιμοποιεί τόξα , αλλά καλάσνικοφ και πυραύλους stinger.
Ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος σε απαντητικό κείμενο με τον τίτλο «Η Φιλοκαλία , ο μηδενισμός και η κρίση» (βλέπε www.alopsis.gr) υποστηρίζει ότι η Φιλοκαλία δεν περιέχει μόνο μια ανθρωπολογία , αλλά περισσότερες. Ιδιαίτερα θεωρεί «ως εντελώς παράδοξη την θέση του Ράμφου πως ο ανατολικός χριστιανισμός δεν διαθέτει καν ανθρωπολογία: η απόλυτη ισότητα και ακεραιότητα των δύο φύσεων του Χριστού στη Δ’ Οικουμενική Σύνοδο , καθώς και ο μακρύς αντι-μονοφυσιτικός αγώνας , που κατέληξε στη λαμπρή διατύπωση της απόλυτης ελευθερίας της ανθρώπινης βούλησης , για πρώτη φορά στην Ιστορία ,στον Μάξιμο τον Ομολογητή και την Στ’ Οικουμενική Σύνοδο ,ενάντια στην παθητικότητα της βουδιστικής Ανατολής , θα αρκούσαν για να αποδείξουν αυτό. ».Αλλά ο Ράμφος κάνει και άλλες αστοχίες . Παραβλέπει το γεγονός ότι η Φιλοκαλία δεν περιέχει το σύνολο της ορθόδοξης παράδοσης .Επίσης ότι δεν δίνει πρωτοκαθεδρία στο αίσθημα αλλά «τόσο το αίσθημα όσο και ο νους περιορίζονται στην διαδικασία της προσευχής».H Φιλοκαλία δεν θεμελιώνει τον μηδενισμό , αλλά αξίες .Ο μηδενισμός κατά τον Χάιντεγκερ στηρίζεται «στην αυτοτοποθέτηση του σκεπτόμενου υποκειμένου ως προυπόθεση κάθε αντικειμενικής μεταφυσικής του Είναι και η βούληση για δύναμη που ακολουθεί » , όπως και από το γεγονός ότι το «φίλαυτο υποκείμενο » χάνει την επαφή με την κοινότητα και σχετικοποιεί κάθε αξία.
Στην ελληνική περίπτωση η απουσία κανονιστικών δεσμεύσεων ή αναφοράς σε ένα συλλογικό όραμα , όπως ήταν παλαιότερα η Μεγάλη Ιδέα και κατόπιν η Εθνική Αντίσταση , δημιουργεί ένα μηδενισμό υπό την μορφή ενός άγριου ,ανορθολογικού και αντικοινωνικού ατομικισμού, πολύ διαφορετικού από το άτομο που δημιούργησε ο προτεσταντισμός και χρησιμοποίησε ο καπιταλισμός ως την αρχική καύσιμη ύλη του. Έτσι ο υπάλληλος που τα «παίρνει» για να μην κάνει σωστά την δουλειά του , ο πολιτικός που παίρνει μίζες –από την SIEMENS για παράδειγμα- προξενώντας τεράστια ζημιά στην πατρίδα του , αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στο όφελος του ατόμου του ,χωρίς να αισθάνεται καμιά υποχρέωση απέναντι στην κοινωνία και στον τόπο του. Ένας ασκητισμός – σαν των ιερών νηπτικών - που ελέγχει τις επιθυμίες και αντικαθιστά το ίδιο όφελος από το κοινωνικό , το αύταρκες εγώ από το δόσιμο στον άλλο , προσφέρει στην κοινωνία μια έλλογη , συλλογική διέξοδο .Είναι μια απάντηση -χωρίς να είναι η μοναδική - στον μηδενισμό του ατομικισμού. Ο Ράμφος επικρίνοντας την ασκητική παράδοση-ιδιαίτερα τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά και την θεωρία του για την θεία ουσία και τις άκτιστες ενέργειες- , όπως και κάθε συλλογική ταυτότητα, σαν την οικογένεια ή την κοινότητα , συνειδητά ή όχι , προωθεί και δικαιώνει ένα ατομικισμό που είναι η μήτρα , όχι ενός υψιπετούς μηδενισμού σαν αυτού του Σιοράν , αλλά ενός μηδενισμού θλιβερού και παρακμιακού, σαν αυτόν που απηχεί ο πολιτικός που ξεροσταλιάζει μπροστά από τα ταμεία της SIEMENS για να λάβει το «δώρο» του.
Σε συνέντευξη στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (25.5.2010) , με σκοπό να παρουσιάσει το καινούργιο βιβλίο του διατυπώνει διάφορες παράδοξες σκέψεις , πολλές από τις οποίες δεν περιέχονται – τουλάχιστον με αυτή την μορφή και ένταση – στο «Αδιανόητο Τίποτα».Βεβαίως μπορεί να υπάρχει το ελαφρυντικό του προφορικού λόγου ,αλλά επιβαρύνεται από το γεγονός ότι απευθύνεται σε ένα κοινό που δεν έχει ιδιαίτερη εξοικείωση με τις φιλοσοφικές έννοιες και άρα έχει αυξημένη ευθύνη απέναντί του. Λέγει λοιπόν «Εάν δεχθούμε ότι , για να φτάσουμε στον Θεό , όπως ήθελαν οι ασκητές , πρέπει να εξοντώσουμε κάθε στοιχείο λογικό από μέσα μας , να το αφανίσουμε , τότε μένουμε στη θεότητα ως απόλυτο αίσθημα και βρισκόμαστε ένα βήμα από το μηδέν .Γιατί αν το απόλυτο είναι κενό και δεν έχει καμία λογική , τότε δεν έχεις παρά να κυνηγάς σκιές. Η διαδικασία αυτή , που απορρίπτει τη λογική , διαμορφώνει ψυχολογίες ακράτητα συναισθηματικές ,σαν αυτές που βλέπουμε στην σύγχρονη κοινωνία».Βεβαίως παραλείπει να πει ότι αυτός που ισχυρίστηκε , ότι δεν μπορούν να σταθούν οι λογικές αποδείξεις του Θεού είναι ο εισηγητής του κριτικού ορθολογισμού ο Ε. Κάντ. Όπως γράφει ο Π.Κανελλόπουλος «Λογική απόδειξη για την ύπαρξη της Ελευθερίας και για την ύπαρξη του Θεού αποκλείεται κατά τον Κάντ. Τις σελίδες του για τις «Αντινομίες » , τις ακολουθούν , στην «Κριτική του Καθαρού Λόγου», οι σελίδες , όπου αποκρούει και τις «τρείς αποδείξεις »για την ύπαρξη του Θεού » . Παραδόξως ο Ράμφος δεν στρέφεται διόλου κατά του καντιανισμού , όπως κάνει με την Φιλοκαλία , ούτε τον θεωρεί ως εμπόδιο σε αυτό που ονομάζει «νεώτερη δημοκρατική κοινωνία»
Σε δύο- τρία σημεία του έργου του (στην σελίδα 53 και αλλού) , ο Ράμφος ,αναφέρεται στο σπουδαίο βιβλίο του Λουί Ντυμόν «Δοκίμια για τον Ατομικισμό », χωρίς όμως να τον λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη του. Σύμφωνα με τον Ντυμόν ο χριστιανισμός – ανατολικός ή δυτικός – ανάπτυξε ένα ξεχωριστό ατομικισμό , που τον διαφοροποίησε από την ινδική για παράδειγμα κοινωνία «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία σχετικά με τη θεμελιώδη αντίληψη περί ανθρώπου , που πήγασε από τη διδασκαλία του Χριστού:όπως το είπε και ο Τραίλτς , ο άνθρωπος είναι ένα άτομο- σε- σχέση με –το-Θεό , πράγμα που σημαίνει , για τη δική μας χρήση , άτομο που ουσιαστικά είναι έξω από τον κόσμο…Από τη διδαχή πρώτα του Χριστού και έπειτα του Παύλου απορρέει ότι ο χριστιανός είναι «ένα άτομο- σε σχέση-με -το Θεό. Στη σχέση με το Θεό , λέει ο Τραίλτς ,υπάρχει «απόλυτος ατομικισμός και απόλυτος οικουμενισμός ( universalisme) » . Ένας τέτοιος ατομικισμός , που στρέφει τον άνθρωπο προς τα μέσα , μπορεί να στέκεται εχθρικά σε ορισμένες εξουσίες (η αγάπη είναι το κριτήριο για την αποδοχή ή την αντίσταση στην εξουσία ) , συγχρόνως όμως εντάσσει το άτομο σε κοινωνικές συσσωματώσεις , όπως είναι η κοινότητα.

Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2010

Δύο από τις τελευταίες φωτογραφίες του Μιχάλη Ράπτη και της γυναικας του Έλλης Δυοβουνιώτη


Ένα μικρό αφιέρωμα στο Στρατηγό Μακρυγιάννη απο το Δελτίο Φίλων Νέων Χωρών





Σήμερα που ο Στρατηγός Μακρυγιάννης βάλλεται από τους εθνομηδενιστές κάθε προέλευσης θυμίζουμε ένα άρθρο το οποίο δημοσιεύθηκε στο ΔΕΛΤΙΟ ΦΙΛΩΝ ΝΕΩΝ ΧΩΡΩΝ που έβγαζε η ομάδα του ιστορικού Νίκου Ψυρούκη.Είναι αξιοσημείωτο ότι συνδέεται το πνεύμα του βασανισμένου στρατηγού με τον αγώνα για ανεξαρτησία της Ελλάδας και την αυτοδιάθεση-Ένωση της Κύπρου.
Το αρχείο του ΔΕΛΤΙΟ ΦΙΛΩΝ ΝΕΩΝ ΧΩΡΩΝ είναι μια ευγενική παραχώρηση του εκδότη Γ.Χατζόπουλου τον οποίο τον ευχαριστώ.

ΠΑΝ.ΚΟΝΔΥΛΗΣ:Ανέκδοτη νεανική φωτογραφία με τον εκδότη Γ.ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟ



Ευγενική παραχώρηση του εκδότη του ΚΑΛΒΟΥ ,του αιώνιου έφηβου Γιώργου Χατζόπουλου. Στον ΚΑΛΒΟ ο Π.Κονδύλης εργάστηκε ως μεταφραστής.Μνημειώδης είναι η μεταφράση και η εισαγωγή ,του έργου του Ν.ΜΑΚΙΑΒΕΛΛΙ αλλά και πολλών άλλων , όπως του J.BYRNHAM "Η επανάσταση των διευθυντών".Η φωτογραφία έχει βγεί 2.5.1970.
Οι τίτλοι του ΚΑΛΒΟΥ είναι σημαντικοί και μπορούμε να τους βρούμε στο ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ Θεμιστοκλέους 37 Εξάρχεια.

Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010

Κυκλοφόρησε το ΑΡΔΗΝ Τ. 82


ΤΕΥΧΟΣ 82 (Οκτώβριος – Νοέμβριος 2010) ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ: ΑΔΙΕΞΟΔΑ & ΟΦΘΑΛΜΑΠΑΤΕΣ
6Η ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΑΡΔΗΝ: ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ




Για το μετεκλογικό τεύχος του Άρδην που κυκλοφορεί το σημαντικότερο μήνυμα που άφησαν οι περιφερειακές και δημοτικές εκλογές ήταν η τεράστια αποχή, που στον 2ο γύρο έφτασε το 55% πανελλαδικά. Το εντυπωσιακό ποσοστό της δεν μαρτυρά μόνο την ολοκληρωτική αποσάθρωση του πολιτικού σκηνικού, αλλά και μια αίσθηση, που κυριαρχεί στον ελληνικό λαό, ότι η τύχη της χώρας καθορίζεται πια σε αποκλειστικό βαθμό από τα ξένα κέντρα, από τη Μέρκελ, τον Γιούνκερ και το ΔΝΤ. Το αίσθημα απώλειας της εθνικής κυριαρχίας μας συνεπάγεται και απομάκρυνση από την εκλογική διαδικασία.

Το δεύτερο (αρνητικό) κρατούμενο αυτών των εκλογών ήταν η εκλογή, στα δύο πιο νευραλγικά κέντρα της χώρας, του Καμίνη στην Αθήνα και του Μπουτάρη στη Θεσσαλονίκη. Έτσι, ο Καμίνης και το επιτελείο του (ο Χριστόπουλος του ΚΕΜΟ, ο Παπαϊωάννου της Διεθνούς Αμνηστείας, ο Τάκης Καμπύλης κ.ά. ) θα κληθούν να αντιμετωπίσουν το οξύτερο κοινωνικό πρόβλημα της Αθήνας, το μεταναστευτικό. Ο δε Μπουτάρης, στη Θεσσαλονίκη, θα διαχειριστεί τα εθνικά θέματα (Μακεδονικό και την εντεινόμενη νεο-οθωμανική απειλή) για τα επόμενα τέσσερα χρόνια!

Δεν έλειψαν και τα θετικά μηνύματα, οι γνήσιοι αυτοδιοικητικοί συνδυασμοί, όπου κατάφεραν να συγκροτήσουν ψηφοδέλτια έκλεψαν τις εντυπώσεις, είτε με εντυπωσιακές νίκες, όπως του Δ. Βουνάτσου στη Λέσβο, είτε εκλέγοντας δημοτικούς συμβούλους σε νευραλγικούς δήμους, όπως της Κομοτηνής.

Το πρώτο αφιέρωμα του Άρδην ασχολείται με τη Θεσσαλονίκη, με τη χρόνια κρίση (οικονομική, πολιτική, πολιτιστική και ιδεολογική) που σοβεί στην πόλη, αλλά και τον κομβικό ρόλο που έχει για τον Ελληνισμό. Η διημερίδα που οργάνωσε το Άρδην στη Θεσσαλονίκη στις 22 και 23 Οκτωβρίου ανέδειξε αυτά τα θέματα, τις σημαντικές ομιλίες της οποίας αναπαράγουμε στο παρόν τεύχος ενώ συμπεριλαμβάνεται και μια ανάλυση του Θανάση Τζιούμπα, για τα πρόσφατα αποτελέσματα των εκλογών και το τι συνεπάγονται για τη Θεσσαλονίκη.

Δημοσιεύουμε λοιπόν την εκτενή ομιλία του Ντίνου Χριστιανόπουλου, –του σημαντικότερου ίσως ζώντος ποιητή της Θεσσαλονίκης– για την ποιητική διαδρομή της Θεσσαλονίκης και τους ποιητές της, του Κώστα Ζουράρι, για την πολιτιστική συνέχεια της Θεσσαλονίκης από τον Γρηγόριο Παλαμά έως τον Κωστή Μοσκώφ, του δημοσιογράφου Στέλιου Κούκου, για την πολιτισμική και ιδεολογική ταυτότητα της πόλης. Ακόμα, του Γ. Καραμπελιά, για τη Θεσσαλονίκη ως επικέντρου ενός νέου οράματος για τον ελληνισμό, του οικονομολόγου Γιώργου Τοζίδη, για την οικονομική οπισθοδρόμηση της Θεσσαλονίκης την τελευταία 20ετία, του διδάκτορα της αρχιτεκτονικής και συγγραφέα Δημήτρη Μάρτου, για το πώς ο γιγαντισμός της Αθήνας κατατρώγει τη Θεσσαλονίκη και την υπόλοιπη χώρα και του δικηγόρου πρώην προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης και του ΚΘΒΕ, Δ. Γαρούφα, για τη βαλκανική προοπτική της πόλης. Στο δεύτερο αφιέρωμα του περιοδικού δημοσιεύουμε σχεδόν το σύνολο των εισηγήσεων από την 6η πανελλήνια συνάντηση του Άρδην και της Ρήξης που πραγματοποιήθηκε 2 και 3 Οκτωβρίου στον Φιλοπρόοδο Όμιλο Υμηττού (Φ.Ο.Υ.) στον Υμηττό. Στα κείμενα αυτά δεν αρκούμαστε να αναδείξουμε την κρίση (εθνική, οικονομική, πολιτιστική κ.ά.) που βιώνουμε, αλλά να κάνουμε ένα ακόμα βήμα στη μετατροπή αυτής της ιδεολογικής διαύγασης σε πολιτικό- δρων υποκείμενο, που θα πολλαπλασιάσει τόσο την ιδεολογική του εμβέλεια, όσο και τις δυνατότητες άμεσης πολιτικής παρέμβασης στα πολιτικά πράγματα όπως κάναμε ήδη με τις παρεμβάσεις μας στο Κυπριακό, στα Ελληνοτουρκικά (επίσκεψη Ερντογάν), στην εξωτερική πολιτική (συμμετοχή στον στολίσκο της Γάζας), ή με την ενεργό συμμετοχή μας στο φοιτητικό κίνημα.. Θα διαβάσετε κείμενα των: Γ. Καραμπελιά, Κ. Γεώρμα, Ν. Ντάσιου, Β. Φτωχόπουλου, Ευ.Κ. Τσεκούρα, Θ. Τζιούμπα, Κ. Ντίνου, Σπ. Κουτρούλη, Τ. Χατζηαναστασίου, Θ. Ντρίνια, Δημ. Παπαλεοντίου, Γ. Ξένου κ.ά.

Στο ίδιο τεύχος του Άρδην δημοσιεύεται το δεύτερο και τελευταίο μέρος του οδοιπορικού του Γκίφορντ Χάρτμαν στην Καλιφόρνια, ο Δημήτρης Καραμπερόπουλος, παρουσιάζει το βιβλίο του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, «του εξ απορρήτων», Αναπνευστικόν όργανον της κυκλοφορίας του αίματος, ενός από τα σημαντικότερα ιατρικά βιβλία του 17ου αιώνα, το οποίο κυκλοφόρησε στα λατινικά και εκδίδεται για πρώτη φορά στα ελληνικά· ο Γιώργος Καραμπελιάς, παρουσιάζει το βιβλίο του Μιχάλη Σκουλιού, Τα ξύλινα καράβια της Κάσου, όταν η Κάσος τον 19ο αιώνα ήταν ένα από τα σημαντικότερα ναυτικά κέντρα της Μεσογείου· ενώ περιλαμβάνονται και άλλες βιβλιοπαρουσιάσεις

Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2010

Με επιτυχία έγινε η εκδήλωση για την ΘΡΑΚΗ στη Παλαιά Βουλή

Untitled from Άρδην - Ρήξη on Vimeo.







Νεοθωμανισμός και Ελληνική Θράκη»
Εκδήλωση 29ης Νοεμβρίου 2010

Ανακοίνωση περιοδικού «Άρδην» – εφημερίδας «Ρήξη»



Χθες, 29 Νοεμβρίου, πραγματοποιήθηκε με επιτυχία στην Παλαιά Βουλή η μεγάλη εκδήλωση του περιοδικού «Άρδην» και της εφημερίδας «Ρήξη» με θέμα την ελληνική Θράκη και τον Νεοθωμανισμό. Η κεντρική αίθουσα της Παλαιάς Βουλής, αλλά και η είσοδος και ο διάδρομος, ήταν ασφυκτικά γεμάτη, περισσότεροι από 600 άτομα στην πρώτη, ίσως, μεγάλη εκδήλωση που γίνεται στην Αθήνα για την Θράκη και τον νεοθωμανισμό.

Την εκδήλωση συντόνισε με επιτυχία ο Δημήτρης Αλευρομάγειρος, στρατηγός ε.α., ενώ απηύθυνε χαιρετισμό ο επιχειρηματίας Πρόδρομος Εμφιετζόγλου, που για χρόνια έχει ενισχύσει προσπάθειες αυτοπροσδιορισμού των Πομάκων και των Ρομά στη Θράκη. Ο Εμφιετζόγλου αναφέρθηκε στην ανάγκη τόνωσης του πατριωτισμού των Ελλήνων και την χρησιμότητα τέτοιων εκδηλώσεων. Μίλησε για τις προοπτικές οικονομικής και κοινωνικής ανόδου της Θράκης, διαπιστώνοντας τον αρνητικό ρόλο που διαδραματίζει η ελληνική πολιτεία. Υπενθύμισε όλες τις αξιώσεις του Νεοθωμανισμού, τονίζοντας την ανυποχώρητη στάση που πρέπει να κρατήσουμε στη Θράκη και τη Μακεδονία, το Αιγαίο και τη Κύπρο, τα ζητήματα των χωρικών υδάτων και των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών.

Πρώτος ομιλητής ήταν ο Κώστας Καραΐσκος, εκδότης του περιοδικού Αντιφωνητής της Κομοτηνής και μέλος της ανεξάρτητης δημοτικής κίνησης «Σπάρτακος», που κατάφερε στις πρόσφατες εκλογές να εκλέξει έναν δημοτικό σύμβουλο στην Κομοτηνή. Μίλησε για τις προσπάθειες που γίνονται για την «τουρκοποίηση» της μουσουλμανικής μειονότητας καθώς και τα μέτρα που μπορούν αν παρθούν για να ανακόψουν αυτή την εξέλιξη. Η εφαρμογή των νόμων και η απλή λογική είναι, κατά τον Κ. Καραΐσκο αρκετές για να εξαλείψουν τον κίνδυνο του Προξενείο, αλλά, όπως τόνισε, σκέψεις, προτάσεις και λόγια που θεωρούμε αυτονόητα στην Αθήνα, στη Θράκη είναι ταμπού και η επιρροή του Προξενείου απαγορεύει ακόμη και την αναφορά των αυτονόητων. Δυστυχώς, δήλωσε, η «κυπροποίηση» της Θράκης είναι πλέον πολύ πιθανή, αν και όχι μη αναστρέψιμη.

Τη θλιβερή αυτή πραγματικότητα μας μετέφερε και η δεύτερη ομιλήτρια, η δασκάλα του Μεγάλου Δερίου Χαρά Νικοπούλου, που περιέγραψε την πλήρη απουσία του ελληνικού κράτους από την Θράκη. Μίλησε για τους αγώνες που έκανε για τους μουσουλμάνους Πομάκους και τις προσπάθειες του Προξενείου να εκτουρκίσει την κοινότητά τους. Ακόμη και η αναφορά στη λέξη «Πομάκος», είναι στη Θράκη απαγορευμένη. Όπως και ο Κώστας Καραΐσκος, υπενθύμισε πως ο Νεοθωμανισμός δεν θα ήταν τόσο ισχυρός, αν δεν υπήρχε και ο αντίστοιχος νεοραγιαδισμός πολλών Ελλήνων, στέλνοντας ένα μήνυμα στις κυβερνήσεις, τόσο της Ελλάδας, όσο και της Κύπρου.


Ακολούθησε ο Παναγιώτης Σγουρίδης, πρώην Αντιπρόεδρος της Βουλής, που μίλησε για τον ρόλο του τουρκικού Προξενείου και την απρόσκοπτη χρηματοδότησή του από την Τουρκία, που του επιτρέπει να διατηρεί ένα εκτενές δίκτυο πρακτόρων σε ολόκληρη τη μουσουλμανική μειονότητα. Αναφέρθηκε στην εξάρτηση των κομμάτων από τον τουρκικό παράγοντα και την ψηφοθηρική λογική τους, που έχει δώσει στο Προξενείο την δύναμη και την επιρροή που διαθέτει.

Την συζήτηση έκλεισε ο Γιώργος Καραμπελιάς, συγγραφέας και εκδότης του περιοδικού Άρδην, που συνόψισε το πρόβλημα της μουσουλμανικής μειονότητας, και το συνέδεσε με το αντίστοιχο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Βουλγαρία και τον κίνδυνο δημιουργίας μιας ενιαίας αυτονομιστικής, πλέον, τουρκοποιημένης μειονότητας. Αναφέρθηκε στις ευρύτερες επιδιώξεις του Νεοθωμανισμού στην περιοχή και την ιστορική πορεία των Βαλκανίων, που αποτελούν τον μοναδικό χώρο, στον οποίο μπορεί η Ελλάδα να επιβιώσει, δημιουργώντας έναν ισχυρό πόλο, ικανό να αντισταθεί στις επιθέσεις Ανατολής και Δύσης – αυτό που δεν κατάφερε το 1204 και το 1453. Η Θράκη, η Θεσσαλονίκη και συνολικά η Βόρεια Ελλάδα, δεν έχουν απλώς κάποια εθνικά προβλήματα που αναζητούν επίλυση, αλλά αποτελούν τον χώρο όπου κρίνεται σήμερα η ίδια η επιβίωση του Ελληνισμού.

Στην εκδήλωση παρευρέθηκε ο πρώην πρόεδρος της Βουλής Απόστολος Κακλαμάνης, στον οποίο απηύθυνε ερώτημα η Χαρά Νικοπούλου, για την ανθελληνική στάση των Τούρκων βουλευτών. Ο Απ. Κακλαμάνης δεν έδωσε πειστική απάντηση, προκαλώντας σε πολλούς έντονη δυσαρέσκεια και αποδοκιμασία. Σε κάθε περίπτωση, ήταν σημαντική η παραδοχή του, ότι απαραίτητη προϋπόθεση για μια σωστή πολιτική στη Θράκη, είναι η απομάκρυνση του τουρκικού Προξενείου.

Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

8 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ:Παρουσίαση του βιβλίου μου στο "Βιβλιοπωλείο χωρίς όνομα"



Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2010, ώρα 19:00. “Ο Κόσμος ο μικρός , ο μέγας:Αισθητική και Ιδεολογίες του Νέου Ελληνισμού” Συζήτηση με τους Γ. Καραμπελιά, Μ.Μελετόπουλο και Σ. Κουτρούλη, πάνω στο ομώνυμο βιβλίο του τελευταίου. Στο Βιβλιοπωλείο «Χωρίς Όνομα», Φανερωμένης 8, Χολαργός (100 μέτρα από τον σταθμό μετρό Χολαργού)

Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Ο Νίτσε ως κριτικός της κοινωνίας του χρήματος και του κράτους



 Ο Νίτσε ως κριτικός της κοινωνίας του χρήματος και του κράτους


«Ο εκδικητικός τον λέει Νόμο,
κι ο τρελός Παιχνίδι,
Επιτακτικό , το Παιχνίδι του κόσμου,
Αναδύει το ον και την επίφαση»
Φ.ΝΙΤΣΕ




Ο τρόπος που αντιμετωπίζει ο Φ.Νίτσε την αστική κοινωνία , την κοινωνία που θέτει ως αξιακή  προτεραιότητα το χρήμα , καθορίζεται από την ποιητικότητα της γραφής του  και την απουσία συστηματικότητας στην σκέψη του.
Αν αναμένουμε απ’ αυτόν τις εκτενείς αναλύσεις της αστικής κοινωνίας , που συνδυάζουν διαφορετικούς επιστημονικούς χώρους  (όπως οικονομία , δίκαιο , ιστορία ,φιλοσοφία και συχνά θεολογία ) , σαν αυτές που συναντούμε στα έργα του Μάρξ ή του Μ.Βέμπερ , θα απογοητευτούμε. Ο λόγος του Νίτσε , υπαινικτικός ή αποφθεγματικός , περισσότερο χρησιμεύει ως έναρξη παρά ως κλείσιμο συζητήσεων. Η κριτική του κατευθύνεται προς τις αξίες , αποθεμελιώνοντας τις αξιακές προυποθέσεις του πρώιμου καπιταλισμού , ιδιαίτερα δε την εγκόσμια ασκητική του δυτικού χριστιανισμού.
Όσο επικριτικός είναι ο Νίτσε προς την κοινωνία του χρήματος, τόσο επιθετικός είναι προς τον ισχυρότερό αντίπαλό της , τον σοσιαλισμό , δίνοντας έτσι την βάση στον Λούκατς και σε άλλους να τον θεωρήσουν ως «ξεμοναχιασμένο πρόδρομο του Χίτλερ » , «θεμελιωτή του ιρασιοναλισμού της ιμπεριαλιστικής περιόδου »  και ως «εχθρό του σοσιαλιστικού ανθρωπισμού».[1]Βεβαίως , σήμερα , οι περισσότεροι συμφωνούν ότι οι κατηγορίες αυτές  είναι αβάσιμες ή αποτελούν προϊόν διαστρέβλωσης των σκέψεων του Νίτσε , από την αντισημίτρια αδελφή του Ε.Φόρστερ- Νίτσε. Ήδη  ,από το 1941, ο  Δ.Γληνός  αποφαινόταν ότι στον λόγο του γερμανού φιλοσόφου καθρεφτίζονταν και προβάλλονταν δυναμικά «οι πόθοι και τα ιδανικά ενός νέου κόσμου που εξορμούσε  για την κατάχτηση της ζωής »[2], ενώ σε ένα άλλο σημείο αναρωτιέται «στάθηκεν ο  Νίτσε ένας νοσταλγός ή ένας προφήτης ; »[3]
Οι αντιρρήσεις του Νίτσε προς τον καπιταλισμό  είναι ουσιαστικά ίδιας ποιότητας με τις αντιρρήσεις του προς τον σοσιαλισμό. Ο δεύτερος αποτελεί την λογική προέκταση και όχι την αντίθεση στον πρώτο. Τα δύο κοινωνικά ρεύματα ευνοούν την ισοπέδωση του ανθρώπου  , την λεηλασία της φύσης στο όνομα της προόδου και την αποθέωση του κράτους. Κατά τα άλλα , η νιτσεϊκή  κριτική προς την παιδεία των κερδοσκόπων ,προς την μηχανική εργασία , προς τον ασφυκτικό έλεγχο του πολιτικού από το οικονομικό , προς το πολυεθνικό κεφάλαιο αλλά και προς τον εθνικισμό, τον αντισημιτισμό και τον γερμανικό σωβινισμό είναι ανάλογη με την μαρξιστική. Συμμετέχουν συνεπώς και  οι δύο σκέψεις στο μεγάλο ρεύμα κριτικής του καπιταλισμού και της αστικής κοινωνίας , το οποίο χρωματίζεται από την ποικιλία όσο και την έλλειψη ομοφωνίας και σύμπνοιας για το τι πρόκειται ή πρέπει να διαδεχθεί τον καπιταλισμό.
Ο Νίτσε στους «Ανεπίκαιρους  Στοχασμούς», και  κυρίως στο κεφάλαιο που αναφέρεται  στον «Σοπενάουερ  ως παιδαγωγό » ,  επιτίθεται στον  «εγωισμό των κερδοσκόπων» , που στοχεύουν σ’ έναν «καταχρασμένο και εκμισθωμένο πολιτισμό».Οι κερδοσκόποι και ο χρηματοκρατούμενος πολιτισμός υπάγουν  την παιδεία  , αποκλειστικά στην  υπηρεσία του κέρδους : «Γιατί υπάρχει ένα είδος καταχρασμένου και εκμισθωμένου πολιτισμού – ας κοιτάξουμε γύρω μας !Και ακριβώς οι εξουσίες , οι οποίες τώρα υποστηρίζουν , όσο πιο δραστήρια γίνεται τον πολιτισμό , έχουν υστερόβουλες σκέψεις , και δεν επικοινωνούν μαζί του με καθαρή αφιλόκερδη διάθεση .Εδώ βρίσκεται κατ’ αρχήν , ο εγωισμός των κερδοσκόπων , ο οποίος χρειάζεται τη συνδρομή του πολιτισμού , και , για να τον ευχαριστήσει γι’ αυτό , ανταποδίδει τη βοήθεια. Όμως , στο σημείο αυτό  , θέλει βέβαια να δώσει δείγματα γραφής , συνάμα για το σκοπό και το μέτρο .Απ’ αυτήν την πλευρά προέρχεται  εκείνη η δημοφιλής πρόταση και  το αλυσιδωτό συμπέρασμα , το οποίο έχει περίπου ως εξής : όσο το δυνατό περισσότερο γνώση και εκπαίδευση , συνεπώς όσο το δυνατό μεγαλύτερη ανάγκη , γι’ αυτό όσο το δυνατό μεγαλύτερο κέρδος  και ευτυχία – έτσι ηχεί ο απατηλός τύπος .Η μόρφωση θα προσδιοριζόταν απ’ τους οπαδούς της ως φρόνηση με την οποία , κάποιος , στις ανάγκες και την ικανοποίησή τους , θα γίνεται όλο και πιο επίκαιρος , αλλά και με την οποία , συγχρόνως , θα διαθέτει κάλλιστα όλα τα μέσα και τους δρόμους , για να κερδίσει , όσο το δυνατό πιο εύκολα , χρήματα. Το να εκπαιδεύουμε όσο το δυνατό περισσότερους τρέχοντες (courante) ανθρώπους , με την έννοια εκείνου , το οποίο ονομάζουν τρέχον σ΄ ένα νόμισμα .Αυτό επομένως θα ήταν ο σκοπός και σύμφωνα  μ’ αυτήν την άποψη , τόσο πιο ευτυχισμένος θα είναι ένας λαός , όσο περισσότερο διαθέτει τέτοιους τρέχοντες ανθρώπους ».[4]
Η  Παιδεία στην  υπηρεσία της παραγωγής και η παραγωγή στην υπηρεσία των κερδοσκόπων ( ή του κεφαλαίου κατά την μαρξιστική ορολογία ), αυτή είναι η κρυφή όψη της επέκτασης της παιδείας. Ο αστικός πολιτισμός  απαιτεί να ταυτίσουμε την ευφυΐα  με την ιδιοκτησία  και τον πλούτο με τον πολιτισμό , ώστε : «  κάθε μόρφωση , η οποία οδηγεί στη μοναχικότητα , η οποία θέτει σκοπούς πέρα από τα χρήματα  και το κέρδος , η οποία καταναλώνει πολύ χρόνο , γίνεται εδώ αντικείμενο μίσους .Φροντίζουν επιμελώς να κατηγορήσουν  τα  σοβαρότερα είδη της μόρφωσης ως «λεπτότερο εγωισμό» ,  ως «ανήθικο επικουρισμό της μόρφωσης». Βέβαια , σύμφωνα με την εδώ ισχύουσα ηθικότητα ,εκτιμάται ακριβώς το αντίθετο , δηλαδή μια ταχεία μόρφωση , για να μπορέσει να γίνει μία ύπαρξη  που να κερδίζει πάρα πολλά χρήματα. Τόσο μόνο θα επιτραπεί στον άνθρωπο πολιτισμός , όσο εμπίπτει στο ενδιαφέρον της γενικής κερδοσκοπίας και της παγκόσμιας επικοινωνίας , τόσα όμως θα απαιτήσει κι αυτός   »[5] .
 Ο εγωισμός των κερδοσκόπων  εναρμονίζεται με τον εγωισμό του κράτους, «που επιθυμεί παρομοίως την όσο το δυνατό μεγαλύτερη εξάπλωση και γενίκευση του πολιτισμού , και έχει στα χέρια του το πιο αποτελεσματικό εργαλείο για να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του».[6] Χρήμα  και κράτος αποτελούν δύο στοιχεία που αλληλοτροφοδοτούνται  .Το κράτος δημιουργεί  το είδος της παιδείας «έτσι ώστε οι πνευματικές δυνάμεις να μπορέσουν να υπηρετήσουν τους υφιστάμενους θεσμούς»[7].
Κατά τον Νίτσε ο έλεγχος του πνεύματος από το κράτος , αποτελεί αιτία διαφθοράς του. Το πιο κραυγαλέο παράδειγμα είναι η διαφθορά του χριστιανισμού: «Ας φέρουμε μόνο στη μνήμη μας , τι προέκυψε βαθμιαία από τον Χριστιανισμό υπό τον εγωισμό του κράτους. Ο Χριστιανισμός είναι ασφαλώς ένα από τα πιο καθαρά φανερώματα εκείνης της τάσης προς τον πολιτισμό και , ακριβώς προς την πάντα ανανεούμενη  γέννηση του αγίου. Επειδή , αυτό, όμως , χρησιμοποιούταν εκατονταπλάσια , για να κινήσει τους μύλους των κρατικών εξουσιών , αρρώστησε βαθμιαία ως μέσα στην καρδιά , έγινε υποκριτικό και ψεύτικο και εκφυλίστηκε  ως την αντίφαση μαζί με τους αρχικούς σκοπούς του ».[8]
Ο Νίτσε έχει κατονομάσει στους «Ανεπίκαιρους  Στοχασμούς», τρείς αρνητικούς εγωισμούς : των εγωισμό των κερδοσκόπων , τον εγωισμό του κράτους καθώς και τον εγωισμό «όλων εκείνων , οι οποίοι έχουν λόγο να προσποιούνται και να κρύβονται πίσω από τη μορφή». Κοντά σε αυτούς θα προσθέσει και τον εγωισμό της επιστήμης και του λογίου .Η επιστήμη κατηγορείται  διότι «σχετίζεται με τη σοφία , όπως η αρετή με τον αγιασμό : είναι ψυχρή και πληκτική , δεν τρέφει καμιά αγάπη , και δεν ξέρει τίποτε απ’ το βαθύ συναίσθημα της ανεπάρκειας και της λαχτάρας .Είναι τόσο ωφέλιμη για τον εαυτό της , όσο είναι επιζήμια για τους υπηρέτες της στο βαθμό που μεταδίδει σ’ αυτούς το χαρακτήρα της και , έτσι , κοκαλιάζει τρόπο τινά την ανθρωπιά της  ».[9]Ο Νίτσε είναι αναγκασμένος να χαράξει  μια  γραμμή ανάμεσα στις αποδοτικές αλήθειες, που αφοσιώνονται οι πιο πολλοί  και στις μη αποδοτικές αλήθειες ,που επιλέγουν οι λίγοι. Αλλά μία δεύτερη διάκριση ,πιο σημαντική , είναι εκείνη ανάμεσα στον άνθρωπο της επιστήμης , τον λόγιο και από την άλλη τον ιδιοφυή .Οι δύο διαφορετικοί ιδεότυποι είναι σε διαρκή σύγκρουση , διότι οι  λόγιοι «θέλουν να σκοτώσουν , να διαλύσουν και κατανοήσουν τη Φύση»[10] ενώ οι ιδιοφυείς «θέλουν να ενισχύσουν τη Φύση με νέα ζωντανή Φύση»[11] .Σε κάθε εποχή αντιστοιχεί ο διαφορετικός ιδεότυπος : «Εποχές που ήταν απόλυτα ευτυχισμένες , δε χρειάζονταν και δεν ήξεραν το λόγιο .Εποχές ολοκληρωτικά άρρωστες και δύσθυμες , τον εκτιμούσαν ως τον ανώτερο και πιο αξιοσέβαστο άνθρωπο , και του έδιναν την πρώτη θέση ».[12]
Τελικά ο Νίτσε  συμπεραίνει : «Το κράτος προσφέρει τόσο μεγαλόφωνα την υπηρεσία  του , ώστε να καθιερώσει τον πολιτισμό .Τον υποστηρίζει , για να  στηρίξει τον εαυτό του , και δε συλλαμβάνει ένα σκοπό , που να βρίσκεται ψηλότερα από την ευημερία του και την ύπαρξή του .Αυτό που οι κερδοσκόποι θέλουν , όταν αδιάκοπα επιθυμούν την διδαχή  και την εκπαίδευση , είναι τελικά πάλι το κέρδος »[13]Το πλαίσιο αυτό δεν επιτρέπει να υπάρξουν ,τουλάχιστον για πολύ, ιδιοφυείς και αυθεντικές υπάρξεις .Έτσι γράφει , αν είχε γεννηθεί ο Σωκράτης στην εποχή μας «σε κάθε περίπτωση ,δε θα είχε φτάσει τα εβδομήντα χρόνια ».[14]  Είναι τόσο απαισιόδοξη η προοπτική του πολιτισμού  ώστε : «Η πίστη σε μια μεταφυσική σημασία του πολιτισμού στο τέλος δε θα ’ταν καθόλου τόσο τρομακτική : ίσως όμως να ήταν κάποια συμπεράσματα , τα οποία θα μπορούσαμε να αντλήσουμε απ’ αυτή για την αγωγή και την δημόσια εκπαίδευση ».[15]
Ενάντια στον «κοντόφθαλμο εγωισμό του κράτους , την επίπεδη σκέψη των κερδοσκόπων , την πληκτική ολιγάρκεια των  λογίων»[16] , θα προτείνει ως λύση τον «Σοπενάουερ  ως παιδαγωγό». Βεβαίως αυτός ο μεγάλος αντίπαλος του Χέγκελ , δεν θα είναι παρά μια προσωρινή διέξοδος για τον Νίτσε .Στα επόμενα κείμενα ο Σοπενάουερ, όπως και ο Βάγκνερ θα καταδικαστούν  ως μέρος μίας αρνητικής φιλοσοφίας .
Ρεαλιστική είναι η διάγνωση  που κάνει  για το είδος της φιλοσοφίας ,που ευνοεί το κράτος «Επειδή κάθε κράτος τους φοβάται και , πάντα , θα ευνοεί   μόνο τους φιλοσόφους τους οποίους δε φοβάται » [17] Η φιλοσοφία τίθεται στην υπηρεσία του κράτους  καθώς « το κράτος επιλέγει για λογαριασμό του τους φιλόσοφους υπηρέτες του , και μάλιστα τόσους , όσους χρειάζεται για τα ιδρύματά του »[18] Η αναγκαία προυπόθεση για να έχει η φιλοσοφία σοβαρότητα είναι να απαγκιστρωθεί από το κράτος και τον ακαδημαϊσμό «Όσο συνεχίζει να υφίσταται το κρατικά αναγνωρισμένο σινάφι των ψευτοστοχαστών , θα ματαιώνεται ή , τουλάχιστον , θα εμποδίζεται κάθε σημαντική επίδραση μιας αληθινής φιλοσοφίας , και μάλιστα , όχι από τίποτε άλλο , όσο από την κατάρα του γελοίου , την οποία έχουν προκαλέσει οι αντιπρόσωποι εκείνου του μεγάλου πράγματος και η οποία , όμως , έχει κτυπήσει το ίδιο το πράγμα .Γι’ αυτό , το θεωρώ μια απαίτηση του  πολιτισμού , να απαλλάξουμε τη Φιλοσοφία από κάθε κρατική και ακαδημαϊκή αναγνώριση , και , γενικά το κράτος και η Ακαδημία , να εγκαταλείψουν το άλυτο γι’ αυτά ζήτημα της διάκρισης ανάμεσα σε αληθινή και ψευδή φιλοσοφία  » .[19] Τελικά το πρόβλημα της σχέσης του κράτους με την φιλοσοφία αποσαφηνίζεται «το κράτος δεν ενδιαφέρεται ποτέ  για την αλήθεια , αλλά  πάντα , μόνο για τη χρήσιμη σ’ αυτό αλήθεια».[20]
Σε ένα κόσμο όπου  η «πορεία των ανθρωπίνων πραγμάτων καθορίζεται από βία , απάτη  και αδικία»[21]  ο Νίτσε βλέπει την ελπίδα στο γεγονός ότι δεν πεθαίνει ο τραγικός  λόγος  .Αντίθετα  «δεν υπάρχει καμιά πιο ευφραντική χαρά απ’ το να ξέρει κανείς αυτό που εμείς ξέρουμε , πώς η τραγική σκέψη γεννήθηκε και πάλι μέσα στον κόσμο».[22] Το τραγικό στοιχείο δεν επιτρέπει  στην σκέψη να εκτραπεί στην εσχατολογία  δηλαδή στην « πίστη ότι , κάποτε , η ανθρωπότητα θα βρει οριστικές ιδεώδεις διευθετήσεις»[23] Συγχρόνως θα απορρίψει τον εγελιανισμό , που είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της αρνητικής σχέσης της φιλοσοφίας και του κράτους .  Επισημαίνει ειρωνικά  ,ότι  αυτό που τελικά κατάφερε ο Χέγκελ είναι να κατανοήσει την εξέλιξη του παγκόσμιου γίγνεσθαι  ως ταύτιση με «την δική του βερολινέζικη ύπαρξη» [24].Ενώ στρέφεται κατά του ευρωκεντρισμού της εποχής του: «Άμετρα περήφανε Ευρωπαίε του δέκατου ενάτου αιώνα , παραληρείς !Η γνώση σου δεν ολοκληρώνει τη Φύση ,αλλά σκοτώνει μόνο τη δική σου » .[25]
Η άμετρη εμπιστοσύνη στις δυνατότητες του επιστημονικού λόγου  θα είναι τελικά για την σκέψη τόσο επιζήμια «όσο είναι η οικονομική θεωρία του laisser faire για τα ήθη ολόκληρων λαών» .[26]
Ο Νίτσε θεωρεί ότι  ο μοναχικός φιλόσοφος είναι ο κύριος εχθρός της κοινωνίας του χρήματος και του ισχυρού κράτους. Είναι η ύπαρξη που  έχοντας γαλβανίσει  ένα εσωτερικό εγώ, μπορεί να αντιμετωπίσει κάθε επιθετική πραγματικότητα: «Όπου υπήρξαν ισχυρές κοινωνίες , κυβερνήσεις , θρησκείες , κοινές γνώμες ,εν ολίγοις όπου υπήρχε μια τυραννία , εκεί αυτή μίσησε το μονήρη φιλόσοφο .Γιατί η φιλοσοφία εγκαινιάζει για τον άνθρωπο ένα άσυλο , όπου δεν μπορεί να εισβάλλει καμιά τυραννία , τη σπηλιά του εσώτερου , το λαβύρινθο του στήθους  και αυτό δυσαρεστεί τους τυράννους : όμως εκεί ,επίσης , παραμονεύει ο μεγαλύτερος κίνδυνος των μοναχικών. Αυτοί οι άνθρωποι , οι οποίοι έχουν φυγαδεύσει την ελευθερία τους στο εσώτερο , πρέπει επίσης να ζήσουν εξωτερικά , να γίνουν ορατοί , να εκτεθούν στη θέα των άλλων .Έχουν αναρίθμητες  επαφές μέσω καταγωγής , κατοικίας ,εκπαίδευσης , πατρίδας , σύμπτωσης , φορτικότητας των άλλων».[27]
Διαρκώς επανέρχεται σε έναν  σφοδρό αντικρατισμό, που  είναι συγχρόνως και αντιεγελιανισμός , ως φιλοσοφίας που εκπροσωπεί και δικαιώνει το πρωσικό , κατ’ αρχάς, κράτος : «Εδώ όμως , ζούμε τις συνέπειες εκείνης της διδασκαλίας , που πρόσφατα διακηρύχθηκε απ’ όλες τις στέγες , ότι,  δηλαδή , το κράτος είναι ο υψηλότερος σκοπός της ανθρωπότητας , και ότι , για έναν άνθρωπο , δεν υπάρχει κανένα υψηλότερο καθήκον , απ’ το να υπηρετεί το κράτος : στο οποίο , εγώ , δεν αναγνωρίζω μια υποτροπή στην ειδωλολατρία , αλλά στη βλακεία . Μπορεί να ισχύει , ότι ένας τέτοιος άνθρωπος , που βλέπει το ύψιστο καθήκον του στην υπηρεσία στο κράτος , δε γνωρίζει , επίσης , πραγματικά κανένα υψηλότερο καθήκον .Όμως , εξ αιτίας του , υπάρχουν άνθρωποι  και καθήκοντα  και πέρα απ’ αυτό. Και ένα απ’ αυτά τα καθήκοντα , το οποίο , για μένα τουλάχιστον , βρίσκεται ψηλότερα από την υπηρεσία στο κράτος , απαιτεί την καταστροφή της βλακείας σε κάθε μορφή , επομένως και της βλακείας αυτής    »  [28]
 Η κοινωνία του χρήματος ταυτίζεται με την βαρβαρότητα .Η επιστήμη έχοντας γίνει ενεργό στοιχείο της χρηματοκρατίας πολλαπλασιάζει το πρόβλημα .Η κριτική του Νίτσε δεν περιορίζεται στον χώρο της οικονομίας ή των παραγωγικών σχέσεων – κατά το μαρξιστικό παράδειγμα , αλλά διευρύνεται στο χώρο των αξιών και συνολικά στο χώρο που δημιουργούνται οι «αξίες»:  «Οι επιστήμες , λειτουργώντας  δίχως το οποιοδήποτε μέτρο και με το πιο τυφλό  laisser  faire,  κατακομματιάζουν και διαλύουν κάθε στερεή πεποίθηση .Οι διαμορφωμένες θέσεις και τάξεις , θα παρασυρθούν από μια μεγαλόπρεπα περιφρονητική οικονομία του χρήματος. Ουδέποτε ο κόσμος ήταν περισσότερο κόσμος , ποτέ φτωχότερος σε αγάπη και καλοσύνη … όλα υπηρετούν την επερχόμενη βαρβαρότητα , συμπεριλαμβανομένης της σύγχρονης τέχνης και επιστήμης  »[29]
Επίσης θα αναρωτηθεί :« πώς δίνουμε την καρδιά μας , βιαστικά , χάρισμα στο κράτος , στην κερδοσκοπία , στην κοινωνικότητα ή στην επιστήμη , μόνο για να μην την κατέχουμε πια , πως αφοσιωνόμαστε  στην ίδια τη βαριά ημερήσια εργασία με περισσότερο πάθος και αναισθησία , σα να ήταν απαραίτητο για να ζήσουμε  »[30] Η απάντησή  του  είναι «Η βιασύνη είναι καθολική , γιατί καθένας φεύγει μπρος στον εαυτό του .Καθολική , επίσης , η έντρομη απόκρυψη αυτής της βιασύνης , γιατί θέλουμε να δείχνουμε ικανοποιημένοι , και να ξεγελούμε τους οξυδερκέστερους παρατηρητές σχετικά  με την αθλιότητά μας ».[31]
Στην εποχή που έγραψε ο Νίτσε  το «Ανεπίκαιρους  Στοχασμούς»  την απάντηση στην κοινωνία του χρήματος την βλέπει  σε μια ισχυρή κοινότητα , που δεν θα συγκροτηθεί μέσω εξωτερικών τύπων   αλλά « κυρίως με μια ιδρυτική ιδέα  ».Έτσι γράφει « η ιδέα αυτή , είναι η ιδρυτική ιδέα του πολιτισμού , στο βαθμό που αυτός ένα μόνο καθήκον ξέρει να αναθέτει στο καθένα από μας : να υποστηρίξουμε , μέσα μας  και έξω από μας , τη γέννηση του φιλοσόφου , του καλλιτέχνη  και του αγίου , και , με τον τρόπο  αυτό , να εργαστούμε για την τελείωση της Φύσης .Γιατί  , όσο το’ χει ανάγκη η φύση του φιλοσόφου , τόσο το χρειάζεται κι αυτή του  καλλιτέχνη , να τείνει
 σ ’ένα μεταφυσικό σκοπό , δηλαδή στην ίδια της τη διαφώτιση  σχετικά με τον εαυτό της , προκειμένου τελικά , κάποτε , να έχει απέναντι της ως καθαρό και τέλειο σχήμα αυτό που , στην ταραχή του γίγνεσθαί της , δεν καταφέρνει να δει με σαφήνεια – τείνει , επομένως , στην αυτογνωσία της ».[32]
Τελικά ο Νίτσε  θα βρει στην αγάπη ,την πιο σημαντική  και πιο απαραίτητη προυπόθεση για την αυτογνωσία και για τον προσδιορισμό μίας ανώτερης αξίας , στην οποία να τείνουμε  . Χάρις αυτή θα  καταφέρουμε  να αφοσιωθούμε  με όλο μας το είναι στην Φύση: «επειδή μόνο με την αγάπη αποκτά η ψυχή  όχι μόνο το καθαρό , διαλυτικό και περιφρονητικό για τον εαυτό της βλέμμα , αλλά και εκείνη την επιθυμία να δει πέρα από την ίδια και να ψάξει μ’ όλες της τις δυνάμεις για έναν κρυμμένο ακόμα  κάπου , ανώτερο εαυτό .Επομένως μόνο αυτός , ο οποίος αφιέρωσε την καρδιά του σε κάποιο μεγάλο άνθρωπο , δέχεται το πρώτο βάπτισμα του πολιτισμού ».[33]




Παρόμοιες σκέψεις για την σκοπιμότητα και τη σύσταση  της παιδείας , καθώς επεκτείνεται  σε  μεγαλύτερα πλήθη , περιέχονται  στα «Μαθήματα για την Παιδεία»[34] ,  ένα έργο που χρονολογικά προηγείται των «Ανεπίκαιρων Στοχασμών». Βασική θέση του , είναι ότι η Παιδεία καθώς επεκτείνεται ,γίνεται συγχρόνως θεραπαινίδα του χρήματος  και των κερδοσκόπων  και αδιαφορεί για την ουσιαστική πνευματική καλλιέργεια .Εξαντλεί  το μορφωτικό της ιδεώδες σε μια ταχύρυθμη  , χρησιμοθηρική εκπαίδευση  , στην υπηρεσία του χρήματος  και του κράτους. Όπως γράφει :  «Δύο φαινομενικά αντίθετα ρεύματα με εξίσου ολέθριες συνέπειες , δύο ρεύματα  που τα αποτελέσματά τους τελικά συγχωνεύονται , κυριαρχούν σήμερα στα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα : Από τη μια η τάση για όσο το δυνατό μεγαλύτερη επέκταση και διάδοση της παιδείας κι από την άλλη η τάση για τον περιορισμό και την αποδυνάμωσή της. Η παιδεία , για διαφορετικούς λόγους , πρέπει να φτάσει σε όσο το δυνατό ευρύτερους κύκλους – αυτό επιδιώκει η μία τάση .Η άλλη προβάλλει την  αξίωση να εγκαταλείψει η παιδεία τις πιο ψηλές , τις πιο ευγενικές και ανώτερες απαιτήσεις  και να αρκεστεί να υπηρετήσει κάποιο  άλλο σχήμα , ας πούμε το κράτος .Πιστεύω ότι έχετε προσέξει από ποια πλευρά ακούγεται πιο απροσχημάτιστα η κραυγή για όσο το δυνατό μεγαλύτερη επέκταση και διάδοση της παιδείας .Η επέκταση αυτή είναι ένα από τα πιο προσφιλή εθνικοοικονομικά δόγματα της εποχής .Όσο το δυνατό περισσότερη γνώση και μόρφωση .Άρα όσο το δυνατό περισσότερη παραγωγή  και όσο το δυνατό περισσότερο ανάγκες .Άρα όσο το δυνατό περισσότερη ευτυχία – κάπως έτσι είναι η συνταγή. Ως στόχο και  σκοπό της παιδείας έχουμε εδώ τη χρησιμότητα  ή , ακόμη πιο συγκεκριμένα , την υλική απολαβή , το όσο το δυνατό μεγαλύτερο χρηματικό κέρδος .Με αυτό το πρίσμα η παιδεία θα μπορούσε περίπου να οριστεί ως η γνώση για το πώς θα κρατηθεί  κανείς στο «ύψος της εποχής του» , η γνώση των μεθόδων , με τις οποίες αποκτά κανείς όσο το δυνατό πιο άκοπα το χρήμα , η κατοχή όλων των τρόπων , με τους οποίους συντελείται η επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους  και τους λαούς. Η κατεξοχήν επομένως αποστολή της παιδείας θα ήταν να φτιάξει ανθρώπους με όσο το δυνατό μεγαλύτερη «πέραση» - ακριβώς όπως λέμε για ένα νόμισμα ότι «έχει πέραση   ».[35]
Ο Νίτσε ισχυρίζεται λοιπόν ότι η γενίκευση της Παιδείας  αποτυγχάνει να βελτιώσει τον πολιτισμό , ακριβώς  διότι στην διαδικασία της επέκτασης  της αποβάλλει τα ουσιώδη θετικά χαρακτηριστικά , για να υπηρετήσει την τρισυπόστατη θεότητα : το χρήμα , την χρησιμότητα , το κράτος . Το παιδευτικό ιδανικό θα έπρεπε να αποτελεί αυτοσκοπό . Ο μοναχικός φιλόσοφος , αυτός που δεν ταυτίζει την ευφυΐα με την περιουσία θα ‘πρεπε να μπορεί να γονιμοποιήσει τον πολιτισμό :  «  Ο « συνδυασμός  ευφυΐας και  περιουσίας» , που προβάλλεται από την πλευρά των κοσμοθεωριών  αυτών , θεωρείται πια κυριολεκτικά ηθική επιταγή .Κάθε παιδεία που οδηγεί στη μοναξιά , που βάζει στόχους πέρα από το χρήμα και την απολαβή , που απαιτεί πολύ χρόνο , προκαλεί τώρα την απέχθεια .Έχει γίνει πια συνήθεια κάθε τάση για μια τέτοια παιδεία να την απορρίπτουν ως «εγωισμό  ανώτερου βαθμού» ως  « ανήθικο μορφωτικό επικουρισμό». Γιατί βέβαια , σύμφωνα με τις ηθικές αρχές που ισχύουν εδώ , αυτό που απαιτείται είναι κάτι εντελώς αντίθετο : μια ταχύρυθμη μόρφωση , ώστε να μπορεί κανείς γρήγορα να κερδίσει πάρα πολλά χρήματα , κι ακόμη , μια γερή μόρφωση. Στον άνθρωπο γενικά  αναγνωρίζεται το δικαίωμα για τόση μόνο μόρφωση , όση είναι απαραίτητη προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα υλικά συμφέροντά του . Δεν του ζητούν τίποτα περισσότερο. »  [36]
Ο Νίτσε καταλήγει  πως η επέκταση της Παιδείας – ίσως με τον τρόπο που γίνεται ;-  συνιστά «αποβαρβάρωση» . Δεν θεραπεύει ούτε την θρησκευτική δεισιδαιμονία , ούτε απελευθερώνει τον άνθρωπο. Το κράτος  έχει την δυνατότητα να τιθασεύσει  το μορφωτικό ιδεώδες , ώστε να υπηρετεί τους δικούς του στόχους. Όμως όσο αναγκαία είναι  η παιδεία – τόσο  αυτή που συνηθίζεται να ονομάζεται «κλασσική» ή «ανθρωπιστική» όσο και αυτή χαρακτηρίζεται περισσότερο «πρακτική »-  είναι βέβαιο ότι αυτή τελικά θα υπηρετεί  τους στόχους που επιλέγει μια κοινωνία και ένα κράτος . Δεν μπορούμε συνεπώς να φανταστούμε ότι η « σύγχρονη μαζική δημοκρατία» ,θα ευνοούσε μια άλλη παιδεία από αυτή που της είναι χρήσιμη  δηλαδή αυτή που δημιουργεί ευέλικτους εργάτες και ευπροσάρμοστους καταναλωτές . Έτσι λοιπόν ο Νίτσε γράφει : «Όπου λοιπόν ακούω τις πολεμικές ιαχές της μάζας για πλατύτερη μόρφωση του λαού , συνήθως προσπαθώ να διακρίνω αν η ιαχή αυτή ξεκινά από μια πληθωρική τάση για απόκτηση και κατοχή υλικών αγαθών ή αν οφείλεται σε κάποια παλαιότερη θρησκευτική καταπίεση  ή , τέλος , στην έξυπνη αυτοπεποίθηση ενός κράτους»[37]
Όπως και ο Μάρξ , ο Νίτσε θα δει στην εξειδίκευση έναν θανάσιμο αντίπαλο της Παιδείας  όσο και του Πολιτισμού. «Έτσι ένας εξειδικευμένος επιστήμονας που ασχολείται αποκλειστικά με έναν τομέα δεν διαφέρει από τον εργάτη της βιομηχανίας που σ’ όλη  τη ζωή του δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να στρίβει μια ορισμένη βίδα ή να κάνει κάποιο χειρισμό σε κάποιο εργαλείο ή σε κάποια μηχανή , όπου ασφαλώς αποκτά τελικά μια απίστευτη επιδεξιότητα…. Επί αιώνες ολόκληρους θεωρούσαν αυτονόητο ότι μορφωμένος είναι ο σοφός επιστήμονας και μόνον αυτός. Οι εμπειρίες της εποχής μας δύσκολα θα μας οδηγούσαν σε μια τόσο απλοϊκή εξομοίωση. Γιατί τώρα η εκμετάλλευση ενός ανθρώπου για χάρη της επιστήμης αποτελεί προυπόθεση που γίνεται παντού αποδεκτή χωρίς ενδοιασμούς .Ποιος αναρωτιέται  πια τι αξία μπορεί να έχει μια επιστήμη που καταβροχθίζει σαν λάμια τα δημιουργήματα της ;Σήμερα ο καταμερισμός της εργασίας στην επιστήμη τείνει ουσιαστικά στον ίδιο στόχο που συνειδητά κατά καιρούς επιδιώκουν οι θρησκείες : στην αποδυνάμωση της παιδείας , στον αφανισμό της  ».[38]
Ο Νίτσε θα έβλεπε ως φάρμακο σε αυτή την θλιβερή κατάσταση , την μαθητεία στον τραγικό κόσμο  του αρχαίου στοχασμού  , «στον ατέλειωτο μακρινό και δυσπρόσιτο κόσμο της Ελλάδας , στην αυθεντική πατρίδα της παιδείας  ».[39] Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και ούτε η μελέτη για παράδειγμα του Σοφοκλή ή του Ηράκλειτου μπορούν να δώσουν αυτόματα ένα διέξοδο από την κυριαρχούσα ευτέλεια .Αυτό συμβαίνει ,διότι η ανοησία παραμονεύει   καθώς «  αφού ο μαθητής αυτός την άλλη ώρα θα πιάσει στα χέρια του μια εφημερίδα ή ένα σύγχρονο ρομάντζο ή έστω κάποιο από τα « μορφωτικά »  βιβλία που ήδη στο ύφος τους έχει αποτυπωθεί το αηδιαστικό έμβλημα της σύγχρονης παιδευτικής βαρβαρότητας ».[40]
Ο Νίτσε καταλήγει σε ορισμένα πρώτα συμπεράσματα :
- όπως   ακριβώς  στην ασκητική η υπακοή είναι το πρώτο στάδιο για την θέαση της αλήθειας  , παρόμοια και η παιδεία προϋποθέτει  την αυτοπειθαρχία , την μαθητεία ,  την υπακοή δίπλα  στον στοχαστή .Αντίθετα θεωρεί την κολακεία του νέου ως «ένα δείγμα εκβαρβάρωσης».
- η διεύρυνση της παιδείας , που συνοδεύεται από την εξειδίκευση ή την φλύαρη πολυμάθεια ,την εκτρέπει από τον προορισμό της  και την μεταβάλει σε ένα μέσο βιοπορισμού ή αποκόμισης κέρδους . Βεβαίως σήμερα μπορούμε να ισχυριστούμε , ότι όσο κι αν ο Νίτσε  τον περιφρονεί ,  ένας τέτοιος στόχος δεν είναι διόλου ασήμαντος. Όμως η παιδεία  δεν μπορεί να χάνει την σημασία  της , ούτε  την αυταξία  της .Μόνο έτσι θα μπορεί να διαμορφώνει  ελεύθερα πρόσωπα.
Ο Νίτσε αντιπαραθέτει την Παιδεία , στην πολυμάθεια : «το γυμνάσιο – λίγο μετά το ιστορικό ξεκίνημά του – έπαψε να προσφέρει παιδεία και προσφέρει μόνο πολυμάθεια , και ακόμη ότι τώρα τελευταία παίρνει μια κατεύθυνση όχι καν πια προς την πολυμάθεια αλλά προς τον δημοσιογραφισμό ».[41] Ως έργο  του δασκάλου  καθορίζεται «το να καταλαβαίνει κανείς να μεταχειρίζεται το ζωντανό ως κάτι ζωντανό».[42]Η αρχαία ελληνική σκέψη  και γλώσσα υμνείται πολλαπλά και θεωρείται ως αναγκαίο στάδιο για την έξοδο από την βαρβαρότητα , και «ως  επιθετικότητα η οποία εκφράζεται με ακατάπαυτη πάλη κατά του σύγχρονου κίβδηλου πολιτισμού»[43]  .Η βαθιά γνώση της  ορίζεται , ως στόχος του γερμανικού πνεύματος.
 Η σκέψη του Νίτσε θα λάβει στοιχεία ελιτισμού – αριστοκρατικότητας , καθώς ορίζεται ως στόχος της Παιδείας , όχι  «η μόρφωση της μάζας », αλλά «η μόρφωση των διαλεχτών ατόμων , αυτών που έχουν την αρματωσιά για έργα μεγάλα , προορισμένα να διαρκέσουν. Τώρα πια ξέρουμε ότι οι κατοπινές γενιές κρίνουν ακριβοδίκαια το μορφωτικό επίπεδο ενός λαού με αποκλειστικό κριτήριο τους Μεγάλους ,εκείνες τις ηρωικές μορφές που προχωρούν μοναχικά  »[44]Παρόλα αυτά θεωρεί εύλογο   και αναγκαίο ο λαός να λαμβάνει την καθολική και υποχρεωτική εκπαίδευση[45] .Όμως ως Παιδεία , που έχει μεταφυσική προέλευση και πατρίδα,  στην πιο στοχαστική και πιο βαθιά μορφή  μπορεί να κατακτήσουν  αυτοί  που ονομάζει «Διαλεχτούς »[46]  , «Αλλά ήδη το γεγονός ότι προβάλλει , ότι βγαίνει από τα σπλάχνα ενός λαού , ότι συνάμα είναι η αντανάκλαση , η ολοκληρωμένη πολύχρωμη εικόνα των ιδιαίτερων  δυνάμεων του λαού αυτού , το γεγονός ότι με την ουσία της ύπαρξης του και το αιώνιο έργό του μας δίνει τη δυνατότητα να δούμε ένα ομοίωμα του λαϊκού πεπρωμένου στην πιο υψηλή έκφρασή του , ότι ενώνει έτσι το λαό του με το Αιώνιο και τον λυτρώνει από τα δεσμά της χρονικότητας – όλα αυτά τα κατορθώνει   το διαλεχτό άτομο μόνο εφόσον ωριμάσει και μεστώσει στη μητρική αγκαλιά της λαϊκής παιδείας  »[47] Κατά αυτόν τον τρόπο ο ελιτισμός αποθεώνεται , αλλά συγχρόνως υπερβαίνεται .
Ο Νίτσε  επανέρχεται στις επιθέσεις στο Κράτος , που όμως  τις συνδυάζει με  την επίθεση  στην σκέψη που κατεξοχήν το δικαιώνει , στην φιλοσοφία  που χαρακτηρίζει το κράτος , ως τον «απόλυτα ολοκληρωμένον ηθικό οργανισμό » , δηλαδή  την «εγελιανή φιλοσοφία»: «Πρόκειται για ένα καινούργιο και εν  πάση περιπτώσει πρωτογενές φαινόμενο :Το κράτος να εμφανίζεται ως μυσταγωγός του πολιτισμού. Και ενώ ουσιαστικά εξυπηρετεί τους δικούς του σκοπούς , πειθαναγκάζει τους υπηρέτες του να παρουσιάζονται μπροστά του κρατώντας μόνο  το δαυλό της γενικής κρατικής παιδείας , που στο άστατο φεγγοβόλημά του οι υπηρέτες αυτοί θα ανακαλύψουν το ίδιο το κράτος σαν τον ύψιστο στόχο ,σαν το έπαθλο κάθε προσπάθειας τους για παιδεία .Ειδικά αυτό το φαινόμενο, θα έπρεπε να τους κάνει να μείνουν άναυδοι , θα έπρεπε να τους θυμίσει λ.χ. την ανάλογη τάση που εκδηλώθηκε στο χώρο της φιλοσοφίας και , όπως σιγά σιγά  έγινε αντιληπτό , αποσκοπούσε στην εξυπηρέτηση του ίδιου του κράτους .Εννοούμε την εγελιανή φιλοσοφία. Και δεν είναι ίσως υπερβολή , αν υποστηρίξουμε υποτάσσοντας η Πρωσσία  όλες τις μορφωτικές προσπάθειες στους δικούς της στόχους πέτυχε να προσοικειωθεί εκείνο το κομμάτι της εγελειανής φιλοσοφίας που επιδέχεται πρακτική αξιοποίηση .Έτσι λοιπόν η αποθέωση του κράτους, η εγελειανή φιλοσοφία κορυφώνεται σ’ αυτήν ακριβώς την καθυπόταξη  »  [48]
Αντίθετα με το νεωτερικό κράτος , το αρχαιοελληνικό  « δεν ήταν φρουρός , ρυθμιστής , επιτηρητής  του πολιτισμού του , αλλά ο ψυχωμένος , ο μπρατσωμένος σύντροφος και συναγωνιστής που βγαίνει με τα άρματα στη μάχη για να ανοίξει μέσα από την κακοτράχαλη πραγματικότητα το δρόμο στον Διαλεχτό , τον ευγενικό , τον ουράνιο φίλο του , και που για τούτο δρέπει ύστερα το θαυμασμό και την ευγνωμοσύνη του  ».[49]
 Ο Νίτσε τελικά μας δίνει μια εικόνα της παιδευτικής διαδικασίας στην ιδανική της μορφή : «Αν θέλετε να βάλετε κάποιον νέο στο σωστό μονοπάτι της παιδείας , προσέξτε να μη του ταράξετε την απλοϊκή , τη γεμάτη εμπιστοσύνη και ταυτόχρονα προσωπική , άμεση σχέση του με τη φύση. Σ’ αυτόν το νέο πρέπει το δάσος και ο βράχος , η θύελλα , το αρπαχτικό  πουλί , το κάθε λουλούδι , η πεταλούδα , το λιβάδι , η βουνοπλαγιά να του μιλάνε στη γλώσσα τους .Πρέπει να ξαναβλέπει σ’ αυτά τον ίδιο τον εαυτό του σαν σε αναρίθμητους κατοπτρισμούς και αντιφεγγίσματα , σε μια δίνη από ρευστές εκφάνσεις. Έτσι , στη μεγάλη αλληγορία της φύσης θα διαισθανθεί , ασύνειδα , τη μεταφυσική ενότητα όλων των όντων και ταυτόχρονα θα «ακουμπήσει» κι ο ίδιος στην ακατάλυτη συνέχεια και στην αναγκαιότητά τους. Πόσοι όμως  νέοι άνθρωποι μπόρεσαν κι ανδρώθηκαν έχοντας τόσο άμεση , σχεδόν προσωπική σχέση με τη φύση ; Οι υπόλοιποι υποχρεώνονται πολύ νωρίς να μάθουν μια άλλη αλήθεια : πώς να υποδουλώνουν τη φύση .  Εδώ είναι που  εκείνη η απλοϊκή μεταφυσική  χάνεται εντελώς  ».[50]
Η ανάδυση και η κυριαρχία της αστικής κοινωνίας αναγκαία συμπορεύτηκε με ένα κράτος , που την προστάτευε και την αναπαρήγαγε και που σε ορισμένες περιπτώσεις βρήκε στην εγελιανή φιλοσοφία ένα σπουδαίο απολογητή , ενώ αντιμετώπισε την φύση ως αντικείμενο έρευνας και στην συνέχεια εκμετάλλευσης και αποκόμισης κερδών. Σ’ αυτήν της , την δραστηριότητα , δικαιώθηκε από τις διάφορες ιδεολογίες της «προόδου» .Ανάμεσα σε αυτές υπήρξε ο μαρξισμός , που σε αυτό , όπως και σε άλλα σημεία ακολούθησε κατά πόδας την αστική ιδεολογία.

Στο «Ανθρώπινο πολύ Ανθρώπινο»[51] , ο Νίτσε , υποστηρίζει ότι ο πλούτος δίχως πνεύμα είναι δημόσιος κίνδυνος .Η ανόητη χρήση του προκαλεί την μήνιν και την οργή των μη εχόντων : « Μόνο εκείνος που έχει πνεύμα , θα έπρεπε να κατέχει αγαθά .Διαφορετικά η περιουσία είναι ένας δημόσιος κίνδυνος .Γιατί ,αυτός που την κατέχει , όταν δεν ξέρει πώς να χρησιμοποιήσει τις ευκαιρίες που του δίνει η τύχη , θα συνεχίζει πάντα , να θέλει να αποκτά αγαθά : αυτή η επιθυμία θα είναι η ψυχαγωγία του , το πολεμικό του τέχνασμα ενάντια στον εχθρό. Είναι έτσι που η  μετριοπαθής άνεση  η οποία θα ήταν αρκετή για τη ζωή του πνεύματος , μεταμορφώνεται σε αληθινό πλούτο , απατηλό αποτέλεσμα της ανεξαρτησίας και της πνευματικής  φτώχιας .Ωστόσο , ο πλούτος εμφανίζεται τελείως διαφορετικά από αυτό που θα μπορούσε να περιμένει η άθλια προέλευσή του , επειδή μπορεί  να πάρει τη μάσκα του πολιτισμού και της τέχνης :μπορεί να αγοράσει αυτή τη μάσκα .Με αυτό , προκαλεί τη ζήλια των πιο φτωχών και των αγράμματων που ζηλεύουν , γενικά , πάντα , τη μόρφωση και που δεν βλέπουν παρά αυτό που δεν είναι παρά μια μάσκα – και ετοιμάζεται , έτσι , λίγο – λίγο ,μια κοινωνική αναταραχή : γιατί η κτηνωδία κάτω από ένα λούστρο πολυτέλειας , η καυχησιολογία του υποκριτή με την οποία ο πλούσιος επιδεικνύει τις «απολαύσεις του πολιτισμένου», προκαλούν στον φτωχό την ιδέα ότι «μόνο το χρήμα αξίζει» , - ενώ στην πραγματικότητα , αν το χρήμα αξίζει κάτι , το πνεύμα αξίζει πολύ περισσότερα  » .[52]
Ο Νίτσε νιώθει το ίδια εχθρικά τόσο προς τους αστούς , όσο και προς τους αντιπάλους τους ,καθότι αποτελούν κοινωνικές καταστάσεις ,με τα ίδια τελικώς χαρακτηριστικά  και την ίδια «ποιότητα » .Από αυτό το σημείο ξεκινούν οι αδυναμίες των αστών να αντιπαρατεθούν στους υποτιθέμενους αντιπάλους τους  : «Εμπρός , πλούσιοι αστοί που αποκαλείσθε «φιλελεύθεροι », ομολογήστε το στους εαυτού σας ,είναι το ίδιο σας το αίσθημα που βρίσκετε τόσο τρομερό και τόσο απειλητικό στους σοσιαλιστές αλλά στην ίδια σας την καρδιά που παρέχετε μια αναγκαία  θέση , σα να μην ήταν το ίδιο πράγμα .Αν δεν είχατε , έτσι όπως είστε , την περιουσία σας και την έννοια της διατήρησής της ,αυτό το αίσθημα θα σας έκανε όμοιο με τους σοσιαλιστές ;Μόνο η περιουσία κάνει τη διαφορά ανάμεσα σε σας και σ’ αυτούς. Κατ’ αρχήν  , πρέπει να νικήσετε τους εαυτούς σας , αν θέλετε να θριαμβεύσετε με οποιονδήποτε τρόπο , πάνω στους εχθρούς της καλοπέρασής σας. Αν , τουλάχιστον , αυτή η καλοπέραση ανταποκρινόταν σε μια αληθινή ευημερία !Θα ήταν λιγότερο εξωτερική και θα προκαλούσε λιγότερο φθόνο , θα είχε περισσότερο ευμένεια , περισσότερη φροντίδα για την εντιμότητα και θα ήταν περισσότερο ωφέλιμη .Αλλά εκείνο που είναι ψεύτικο και κωμικό στη χαρά σας , που προέρχεται κυρίως , από ένα αίσθημα αντίθεσης  ( με άλλους που δεν έχουν αυτή τη χαρά να ζουν και  που σας φθονούν ) που με μια ορισμένη πληρότητα δύναμης και ανωτερότητας – οι απαιτήσεις του διαμερίσματος σας , τα ρούχα σας , τα εφόδια σας , τα μαγαζιά σας , οι ανάγκες του στόματος και του τραπεζιού , οι θορυβώδεις ενθουσιασμοί σας για τη συναυλία και την όπερα και τέλος , οι καλοφτιαγμένες  και καλοντυμένες γυναίκες σας αλλά που είναι από κακό μέταλλο , επιχρυσωμένες  αλλά χωρίς τον ήχο του χρυσού , διαλεγμένες από εσάς , για να παρελαύνετε μαζί τους ,φερόμενες οι ίδιες ως κομμάτια επίδειξης .Εσείς είστε οι δηλητηριασμένοι προπαγανδιστές αυτής της ασθένειας του λαού , που με τη μορφή της σοσιαλιστικής ψώρας ,εξαπλώνεται τώρα , ανάμεσα στις μάζες , με μια ολοένα και μεγαλύτερη ταχύτητα αλλά που είχε σε σας , την πρώτη έδρα και την πρώτη εστία εκκόλαψης .Και ποιος , λοιπόν , θα ήταν ακόμη ,ικανός να σταματήσει αυτή την πανούκλα;  » .[53]
Οι αστοί είναι υπεύθυνοι για την δημιουργία και την  διάδοση  της θρησκείας , που δοξάζει το Χρήμα ως τον υπέρτατο Θεό. Σε αυτήν την θεότητα θα προσέλθουν ,ως νέοι προσήλυτοι οι σοσιαλιστές. H στράτευση στα κόμματα τους δημιουργεί νέες σκλαβιές , νέες υποδουλώσεις : «Οι τυμπανοκρουσίες με τις οποίες νέοι συγγραφείς μπαίνουν στην υπηρεσία ενός κόμματος , μοιάζουν για εκείνον που δεν ανήκει στο κόμμα , με μια κλαγγή από αλυσίδες και προκαλούν περισσότερο τη συμπόνια παρά τον θαυμασμό».[54]
Ο αστισμός παράγει τον σοσιαλισμό ,για τον Νίτσε , ιδίας φύσεως και ποιότητας μεγέθη. Παρότι εκπροσώπησαν ενάντιες κοινωνικές δυνάμεις , ιστορικά τελικώς θα συναντηθούν στο πεδίο της μαζικοδημοκρατίας. Η σοσιαλδημοκρατία αποτελεί την ανιαρή όψη ενός ανίερου κόσμου. Ο Λένιν , απαιτώντας , από τους εργάτες  να γίνουν κυρίαρχοι ,συνετέλεσε στο να αποβάλουν το αίσθημα μνησικακίας , να στήσουν νέες ιεραρχίες και να μυηθούν στην  «ηθική των κυρίων » , δηλαδή στην βούληση για ισχύ. Με   μια όμως σημαντική διαφορά  το πρωτοπόρο κόμμα και η «δικτατορία του προλεταριάτου » , παρείχε τα νέα αφεντικά ,  τους νέους κύριους , που κυριάρχησαν πάνω στους εργάτες.
Βεβαίως ο Νίτσε ξεκινώντας από μία άλλη αφετηρία , διατυπώνει μια εξίσου με τον μαρξισμό ,και τον χριστιανισμό  αποθεμελιωτική  κριτική της κοινωνίας του χρήματος : «Η περιουσία σκλαβώνει. Δεν είναι παρά ως ένα ορισμένο βαθμό που η περιουσία κάνει τον άνθρωπο πιο ανεξάρτητο και πιο ελεύθερο .Ένα σκαλοπάτι παραπάνω  και η περιουσία γίνεται ο αφέντης , ο ιδιοκτήτης ο  σκλάβος : από τότε , θα πρέπει να της θυσιάσει τον χρόνο του , τη σκέψη του και να αισθάνεται υποχρεωμένος για ορισμένες συναναστροφές , συνδεδεμένες με  ένα τόπο , ενσωματωμένος  με ένα κράτος –όλα αυτά μπορούν  να είναι αντίθετα στις βαθιές και ουσιώδεις ανάγκες του» [55]
Η κριτική επεκτείνεται στην μηχανή   και  στον  «μηχανικό »  τρόπο της εργασίας: «Η μηχανή που έχει παραχθεί , ακριβώς , από την υψηλότερη διανοητική ικανότητα , δεν θέτει σε κίνηση , στα άτομα που τη χειρίζονται , παρά τις κατώτερες και αστόχαστες δυνάμεις .Είναι αλήθεια ότι η λειτουργία της αποδεσμεύει μια ποσότητα δυνάμεων που , διαφορετικά , θα παρέμεινε κοιμισμένη .Αλλά δεν παρακινεί στην εξύψωση , στο να γίνεις καλύτερος , να γίνεις καλλιτέχνης .Καθιστά δραστήριο και ομοιόμορφο αλλά αυτό προξενεί ένα αντίθετο αποτέλεσμα :μια απεγνωσμένη πλήξη  κυριεύει την ψυχή που μαθαίνει να αναπνέει με τη μηχανή , με μια άπρακτη κίνηση.»[56]
Ο Νίτσε θέλει να διοχετεύσει ορισμένα συναισθήματα , όπως η ματαιοδοξία και ο εγωισμός  σε ένα δρόμο αποκλειστικά πνευματικό και αισθητικό .Για αυτό είναι έτοιμος να αναγνωρίσει την σημασία της μικρής περιουσίας – που εξασφαλίζει στον κάτοχο της έναν αέρα ανεξαρτησίας - , αλλά επιθυμεί να αποκλείσει κάθε δυνατότητα στην συγκέντρωση πλούτου και περιουσίας : «Για να έχουν , στο μέλλον , περισσότερη εμπιστοσύνη στην ιδιοκτησία και να γίνει αυτή πιο ηθική , πρέπει να ανοίξεις όλους  τους τρόπους εργασίας που οδηγούν στη μικρή περιουσία αλλά να εμποδίσεις τον εύκολο και ξαφνικό πλουτισμό .Θα έπρεπε να βγάλεις τα χέρια απ’ όλους τους κλάδους της μεταφοράς και του εμπορίου που ευνοούν τη συγκέντρωση των μεγάλων περιουσιών .Πριν απ’ όλα , λοιπόν,  το εμπόριο του χρήματος – και να θεωρήσεις αυτούς που κατέχουν πολλά πλάσματα επικίνδυνα για τη δημόσια ασφάλεια ,ακριβώς όπως εκείνους που δεν διαθέτουν τίποτα  ».[57]
Ο Νίτσε επαναλαμβάνει την αρνητική διάσταση της εκμετάλλευσης της εργασίας και πώς αυτή πολλαπλασιάζεται με την χρήση των μηχανών .: «Η εκμετάλλευση της εργασίας ήταν , όπως αντιλαμβανόμαστε σήμερα , μια ανοησία , ένα πέταγμα  στη ζημιά του μέλλοντος , ένας κίνδυνος για την κοινωνία .Τώρα έχουμε , ήδη , φτάσει σχεδόν , στον πόλεμο : και σε κάθε περίπτωση , τα απαραίτητα έξοδα για να διατηρηθεί η ειρήνη , για να συνάψουμε συνθήκες και για να εμπνεύσουμε εμπιστοσύνη , θα είναι εξαιρετικά ανεβασμένα , εφόσον η ανοησία των εκμεταλλευτών θα είναι τόσο μεγάλη και τόσο διαρκής ».[58] Ο λόγος θυμίζει πάρα πολύ τις σκέψεις του Μάρξ στα «Χειρόγραφα του ΄44».Η μηχανή όπως γράφει ταπεινώνει ,ισοπεδώνει , αφαιρεί από τα πράγματα της αξία του προσώπου , μεταβάλει τελικά τα πρόσωπα σε πράγματα , σε αντικείμενα. Η τεχνική διατηρεί απόσταση από την τέχνη .Οι μηχανές είναι για τους εργάτες ένας αργός καθημερινός θάνατος της ύπαρξής τους. Η κριτική στην μηχανοκρατία μπορεί να λάβει την μορφή ρομαντικής εξέγερσης κατά του νεωτερικού πολιτισμού , ή να περιοριστεί στην διαπίστωση της πραγματικής θέσης του εργάτη : «Η μηχανή είναι απρόσωπη ,αφαιρεί από την εργασία την περηφάνια της , την ποιότητα και τις ελλείψεις της που είναι το προσωπικό γνώρισμα κάθε εργασίας η οποία δεν έχει δημιουργηθεί για τη μηχανή – άρα , ένα τμήμα της ανθρωπότητας .Άλλοτε ,κάθε αγορά από τους τεχνίτες ήταν μια διάκριση ,αποδιδόμενη σ’ ένα πρόσωπο , η σφραγίδα του οποίου θα περιέβαλε τον αγοραστή : έτσι που τα συνηθισμένα αντικείμενα και ρούχα γίνονταν ένα είδος συμβόλων αμοιβαίας  εκτίμησης και προσωπικής σχέσης, ενώ σήμερα , μοιάζουμε να ζούμε σε μια ανώνυμη και απρόσωπη σκλαβιά .Δεν πρέπει να αγοράζουμε πολύ ακριβά την ελάφρυνση  της  εργασίας ».[59]
Ο Νίτσε βλέπει στην  σύγχρονη δημοκρατία  ως «την ιστορική μορφή της παρακμής του κράτους»[60].Αν αυτό το αποτέλεσμα δεν ήταν πρόωρο θα έβλεπε μια θετική διάσταση. Όπως αρκετά μακρινό φαίνεται να δημιουργηθεί  ένα ενιαίο έθνος στην θέση των σημερινών.
Προφητικές είναι οι διαπιστώσεις του για την εξέλιξη του σοσιαλισμού. Τον θεωρεί ως τον «φανταστικό δευτερότοκο αδελφό του ψυχορραγούντος δεσποτισμού ,την κληρονομιά του οποίου θέλει να συλλέξει .Οι προσπάθειες του ,είναι , λοιπόν , με τη βαθύτερη έννοια, αντιδραστικές .Γιατί επιθυμεί μια πληρότητα δύναμης του κράτους , τέτοια που ποτέ δεν είχε  ο δεσποτισμός , ακόμη και αν υπερβαίνει όλα όσα δείχνει το παρελθόν ,επειδή εργάζεται  για την τυπική εκμηδένιση του ατόμου».[61] Σαν να βλέπει την εφιαλτική εξέλιξη του σταλινισμού  προβλέπει την «πλήρη καθυπόταξη όλων των πολιτών του κράτους , τέτοια που δεν έχει υπάρξει ποτέ στο παρελθόν »[62]Καθότι η θρησκεία δεν  θα χρησιμοποιείται πλέον για να οργανώνεται η κρατική συναίνεση χρειάζεται μια νέα κυριαρχία που θα στηρίζεται πάνω στον τρόμο  και στην εξάλειψη κάθε πνευματικότητας. Ένα θετικό βλέπει σε όλα αυτά. Ο σοσιαλιστικός δεσποτισμός θα προκαλέσει μια γενική άρνηση του κράτους : «Ο σοσιαλισμός μπορεί να χρησιμεύσει για να διδάξει με τρόπο κτηνώδη και χτυπητό , τον κίνδυνο όλων των συσσωρεύσεων δύναμης μέσα στο κράτος και με αυτή την έννοια , να υπαινιχθεί μια δυσπιστία εναντίον του ίδιου του κράτους. Όταν η τραχιά του φωνή αναμιχθεί με την κραυγή του πολέμου : «Όσο το δυνατόν περισσότερο κράτος » , αυτή η κραυγή θα γίνει , αρχικά , πιο θορυβώδης παρά ποτέ :αλλά σε  λίγο , θα ξεσπάσει με όχι λιγότερη δύναμη , η αντίθετη κραυγή : «Όσο το δυνατόν λιγότερο κράτος».[63]
Σε ένα από τα τελευταίο του βιβλία το «Ιδε ο  Άνθρωπος », ο Νίτσε , κάνει μια αναδρομή στα προηγούμενα έργά του , και βρίσκει την ευκαιρία  να επανέλθει στις απόψεις που είχε υποστηρίξει στους «Ανεπίκαιρους Στοχασμούς»  για την αρνητικές όψεις της επιστήμης , την απρόσωπη εργασία του τεχνίτη .Επισημαίνει ότι για αυτούς τους λόγους η εποχή του είναι άρρωστη και σε αποσύνθεση: «η ζωή είναι άρρωστη από τούτο τον απανθρωποποιημένο μηχανισμό ρολογιού , από την «απρόσωπη ύπαρξη του εργαζόμενου», από την ψεύτικη οικονομία του «καταμερισμού εργασίας».Έχει χαθεί, δηλαδή η κουλτούρα , και έχει εκβαρβαριστεί η σύγχρονη ενασχόληση με την επιστήμη..  »[64].Στο ίδιο έργο θα βρει την ευκαιρία να καταδικάσει τον γερμανικό εθνικισμό και να σημειώσει την συμπάθεια του για τους Εβραίους. Θα τονίσει ότι μετά την ήττα του Ναπολέοντα  ,η Ευρώπη, πάσχει από τον εθνικισμό και την εθνική νεύρωση  που την οδηγεί στην διαιώνιση της διαίρεσης της σε «μικρά κράτη , στην μικροπολιτική»[65].Ιδιαίτερα οι Γερμανοί παρουσιάζουν σε έξαρση αυτά τα χαρακτηριστικά «Όταν φαντάζομαι έναν τύπο ανθρώπου που αντιβαίνει σε όλα τα ένστικτά μου , αυτός είναι πάντα Γερμανός…Οι Γερμανοί όμως είναι canaille (όχλος)-αχ, είναι τόσο καλοσυνάτοι !-Υποβιβάζει κανείς τον εαυτό του όταν έχει πάρε δώσε με Γερμανούς:οι Γερμανοί τους κάνουν όλους ίσους και όμοιους…Δεν ξέρουν καθόλου πόσο χυδαίοι είναι , αλλά αυτό είναι ο υπερθετικός βαθμός της χυδαιότητας-δεν ντρέπονται που είναι Γερμανοί …Ανακατεύονται με όλα ,θεωρούν πως είναι ικανοί να αποφασίζουν για όλα , και φοβάμαι πως ήδη έχουν βγάλει απόφαση ακόμη για μένα…Όλη μου η ζωή είναι η αυστηρή απόδειξη αυτών των αρχών. Μάταια έψαξα  ανάμεσά τους για κάποιο σημάδι τaκτ , delicatesse (λεπτότητας ) απέναντί μου. Στους  Εβραίους το βρήκα , ποτέ όμως στους Γερμανούς».[66]
Τέτοιου είδους απόψεις παρουσιάζουν μια αξιοσημείωτη αντοχή στο έργο του Νίτσε .Στο «Λυκόφως των ειδώλων» θα υποστηρίξει ότι οι Γερμανοί «βαριούνται το πνεύμα»  και έχουν παρακμάσει διότι «στοιχίζει ακριβά το να αποκτάς δύναμη :η δύναμη αποβλακώνει»[67].Η αφοσίωση τους στο κράτος  και στις υποθέσεις του , τους αφυδατώνει από πνεύμα «η κουλτούρα και το κράτος – ας μην ξεγελιόμαστε επ’ αυτού είναι ανταγωνιστές :η ιδέα ενός κράτους που δημιουργεί κουλτούρα είναι απλώς μια μοντέρνα ιδέα . » [68]
Επίσης σε επιστολή προς την Μαλβίντα  φον Μευζενμπουργκ ( 12 Μαΐου 1887) , θα εξομολογηθεί το πάθος του για τον Ντοστογιέφσκι και θα επαναλάβει ότι δεν αισθάνεται καμία συγγένεια για τους Γερμανούς διανοούμενους «οι οποίοι κρίνουν τα πάντα σύμφωνα με την αρχή « Deutshland ,Deutshland uber alles !»[69]   Ενδιαφέρον είναι  ο θαυμασμός του για τον Ντοστογιέφσκι, που σε επιστολή του στον Γ.Μπραντές εξηγείται «επειδή αποτελεί το πιο πολύτιμο ψυχολογικό υλικό που γνωρίζω – κατά περίεργο τρόπο , του είμαι ευγνώμων , παρόλο που πάντα μου προκαλεί απέχθεια , αφού ξυπνάει τα πιο ταπεινά μου ένστικτα. Αυτή είναι περίπου η σχέση μου προς τον Πασκάλ , τον οποίο παρεμπιπτόντως αγαπώ , επειδή έχω διδαχτεί άπειρα πράγματα απ’αυτόν :ο μοναδικός λογικός χριστιανός  » [70]. Σε μια άλλη επιστολή του προς την Φραντζίσκα Νίτσε ( 18 Οκτωβρίου 1887) γράφει «μου λείπει πάντα και η ελάχιστη επιθυμία να κάνω παρέα με τον αντισημίτη κύριο γαμπρό μου .Οι απόψεις του και οι δικές μου διαφέρουν μεταξύ τους – και αυτό καθόλου δεν με λυπεί.»[71] Σε επιστολή στον Ρουτζέρο Μπόνγκι (Δεκέμβριος 1988) γράφει ότι «πρέπει να βάλει κανείς ένα τέλος»[72] να θεωρείται ως απαραίτητο καθήκον και υψηλή πολιτική οι εγωισμοί των λαών ,ενώ στον Φράντς Όβερμπεκ ( 4 Ιανουαρίου 1889) γράφει «μόλις έβαλα να τουφεκίσουν όλους τους αντισημίτες.» [73]
Παρόμοια και χωρίς διακυμάνσεις , είναι η αγωνία για την φύση  : «Ύβρις είναι σήμερα ολόκληρη η στάση μας απέναντι  της φύσης , η καταδυνάστευση μας της φύσης με τη βοήθεια των μηχανών και με την τόσο απερίσκεπτη εφευρετικότητα των τεχνικών και των μηχανικών».[74]
Η επίθεση στην κοινωνία του χρήματος και στο κράτος απλώνεται στα γραφτά κάθε περιόδου του Νίτσε .Στην ΑΥΓΗ  θα γράψει : «Η εποχή μας , όσο κι αν μιλάει για οικονομία , είναι σπάταλη :σπαταλάει το πιο πολύτιμο πράγμα,  το πνεύμα »[75].Στο τελευταίο του βιβλίο στη «Θέληση για δύναμη» γράφει: «οι «πλούσιοί» μας είναι οι φτωχότεροι όλων !Ο αληθινός σκοπός κάθε πλούτου είναι η λήθη».[76]
Ο Νίτσε δεν συμμερίζεται την αισιόδοξη ανθρωπολογική άποψη για την «καλή ρίζα του ανθρώπου», που διαφθείρει η κοινωνία. Γι’ αυτό δεν αποδέχεται την δυνατότητα για την οριστική διευθέτηση των κοινωνικών προβλημάτων. Ένας επίγειος παράδεισος δεν είναι μόνο ανέφικτος , αλλά και αντίθετος στην ιδιοσυγκρασία του. Η προσμονή μίας ουτοπικά τέλειας κοινωνίας ή  είναι εσχατολογικής προέλευσης  ή αποτελεί έναν ιδεαλισμό που , αντί να περπατά με το κεφάλι κάτω, περπατάει με τα πόδια (καθώς  έλεγε ο Μάρξ για τον Χέγκελ).Ο Πλάτων και οι σοσιαλιστές (της εποχής του Νίτσε βέβαια ) λανθασμένα ισχυρίζονται ότι η εξάλειψη της ιδιοκτησίας θα καταργήσει συγχρόνως την ματαιοδοξία και τον εγωισμό .Καθώς γράφει , αυτή η «βασική και ουτοπική μελωδία του Πλάτωνα , που οι σοσιαλιστές εξακολουθούν πάντα να τραγουδούν , βασίζεται σε μια ατελή γνώση του ανθρώπου :αγνοούσε την ιστορία των ηθικών αισθημάτων , του έλειπε η διορατικότητα πάνω στην προέλευση των παλιών ιδιοτήτων της ανθρώπινης ψυχής  »[77]
Ο Νίτσε αντιπροσωπεύει ένα φωτεινό πνεύμα αντίστασης , που δεν χάθηκε σε οποιοδήποτε μονοπάτι εσχατολογίας ή τέλους της ιστορίας. Ο σκεπτικισμός είναι η μέθοδος , που ταιριάζει στο ύφος και στην ιδιοσυγκρασία του: «Ένα πνεύμα που ζητάει μεγάλα πράγματα , που ζητάει επίσης τα μέσα για να φτάσει σ’ αυτά , είναι κατ’ ανάγκη ένας σκεπτικιστής .Η ελευθερία απ’ όλα τα είδη πεποιθήσεων , η ικανότητα να βλέπεις ελεύθερα , αποτελεί μέρος της δύναμης …Η πεποίθηση ως μέσο :Το μεγάλο πάθος χρειάζεται και χρησιμοποιεί τις πεποιθήσεις , αλλά δεν υποτάσσεται σ’ αυτές –νιώθει ανώτερο απ’ αυτές. Αντίθετα , η ανάγκη για πίστη , για κάποιο είδος ανεπιφύλακτου Ναι ή Όχι , αυτός ο Καρλαυσμός , αν μου επιτρέπεται η έκφραση , είναι μια ανάγκη που γεννιέται από την αδυναμία    ».[78] Γι’ αυτό είναι κατανοητό ,ο Νίτσε , να αντιτίθεται όχι μόνο σε κάθε θρησκεία  και πίστη  , αλλά και στον αστισμό ,στην δημοκρατία ,στον σοσιαλισμό , στο κράτος [79], στην εξουσία [80], στον γερμανισμό, στον εθνικισμό[81], στον αναρχισμό[82], στον αντισημιτισμό [83].
Παρόλα αυτά στο τελευταίο και πιο αμφιλεγόμενο βιβλίο την «Θέληση για Δύναμη» προβλέπει πολλά από αυτά που ακολούθησαν , ενώ αναδύεται αρκετά θολά και ασαφές ένα πολιτικό δέον.
Διέβλεψε ότι  « ανάλωση του ανθρώπου και της ανθρωπότητας γίνεται ολοένα και πιο οικονομική»[84].Ο άνθρωπος μικραίνει , μειώνει ,εμφανίζεται «η προσαρμογή , η ισοπέδωση , ο ανώτερος κινεζισμός , η μετριοπάθεια στα ένστικτα »[85], ενώ η γη «αποκτά κοινή οικονομική διαχείριση»[86] και μεταβάλλεται σε «μηχανή στην υπηρεσία της οικονομίας αυτής»[87].Συγχρόνως ο Ευρωπαίος  γίνεται «το πιο έξυπνο δουλικό ζώο , πολύ εργατικό , κατά βάθος πολύ μετριοπαθές , περίεργο μέχρι υπερβολής ,πολυειδές ,αβροδίαιτο , με αδύναμη θέληση – ένα κοσμοπολίτικο χάος  αισθημάτων και νου»[88]
Οι εργάτες μεταβάλλονται σε στρατιώτες : «Οι εργάτες πρέπει να μάθουν να αισθάνονται σαν στρατιώτες. Μια αμοιβή , ένα εισόδημα , αλλά όχι πληρωμή! Καμιά σχέση μεταξύ πληρωμής και απόδοσης !Αλλά το άτομο , το καθένα ανάλογα με το είδος του , πρέπει να τοποθετείται έτσι ώστε να μπορεί να αποδώσει το ύψιστο που μπορεί να αποδώσει. Οι εργάτες θα ζουν μια μέρα όπως οι αστοί σήμερα – αλλά πάνω απ’ αυτούς, διακρινόμενοι από την έλλειψη αναγκών τους , η ανώτερη κάστα : δηλαδή πιο φτωχοί και πιο απλοί , αλλά κάτοχοι της δύναμης ».[89]

   Οι  επισημάνσεις του Φ.Νίτσε για τον χαρακτήρα που ελάμβανε η νεωτερική κοινωνία ήδη από τον 19ο αιώνα , παρ’ ότι περιέχονται σε έναν λόγο αφοριστικό , πυκνό  και όχι ιδιαίτερα αναλυτικό και τεκμηριωμένο , αποσπασματικό – μη συστηματικό , δεν στερούνται εγκυρότητας. Αντίθετα ο προσωπικός , υποκειμενικός και ποιητικός τόνος του τον διευκολύνει σε μια ριζική και καίρια ανατομία της νεωτερικής κοινωνίας.
Στο έργό του «ΧΑΡΑΥΓΗ»[90] καταπιάνεται , ανάμεσα σε άλλα θέματα , αφοριστικά με την μοίρα του εργάτη , την θέση του εργαζόμενου μέσα στο εργοστάσιο και την κοινωνία .Βλέπει την ανθρώπινη ύπαρξη  να μετατρέπεται από πρόσωπο σε βίδα , σε γρανάζι της μηχανής .
Την αποτρόπαιη αυτή κατάσταση μπορεί , κατά τον Νίτσε , να απαλύνει η αύξηση του μισθού , αλλά δεν την αλλάζει ουσιαστικά :
« Είναι ντροπή να πιστεύουμε ότι με μια υψηλότερη αμοιβή μπορεί να αρθεί η ουσία της αθλιότητάς τους , δηλαδή η απρόσωπη υποδούλωσή τους ! Είναι ντροπή να αφήνουμε να μας πείθουν με φλυαρίες  ότι με  μια επίταση αυτής της απροσωπίας , στο εσωτερικό της μηχανικής λειτουργίας μιας  κοινωνίας , μπορεί να κάνει αρετή την ντροπή της  δουλείας ! Ντροπή να έχει μια τιμή με αντάλλαγμα το να γίνεσαι βίδα αντί να μένεις πρόσωπο ! Είστε συνεργοί στην τωρινή τρέλα των εθνών , τα οποία θέλουν να παράγουν όσο το δυνατόν περισσότερο και να γίνουν όσον το δυνατόν πλουσιότερα; Από  σας εξαρτάται να τους παρουσιάσετε έναν αντίθετο λογαριασμό : ποσό μεγάλα ποσά εσωτερικής αξίας θα πεταχτούν  για χάρη ενός τέτοιου σκοπού !Που όμως είναι η δική σας εσωτερική σας αξία , όταν δεν ξέρετε πια τι σημαίνει να αναπνέει κανείς ελεύθερα ;Όταν  δεν εξουσιάζετε ούτε σε περίπτωση ανάγκης τον εαυτό σας ; Όταν μπουχτίζετε πολύ συχνά  τον εαυτό σας όπως  ένα ποτό που έχει χάσει την φρεσκάδα του ; Όταν ακούτε τις εφημερίδες και λοξοκοιτάτε τον πλούσιο γείτονα , με ανοιγμένη την όρεξή σας λόγω της γρήγορου ανόδου και πτώσης της δύναμης , του χρήματος και των γνωμών ;Όταν δεν πιστεύετε πια στην φιλοσοφία , που φοράει κουρέλια , στην ελευθεροφροσύνη εκείνων που δεν έχουν ανάγκες ; ».[91]
Στο απόσπασμα του Νίτσε ,περιέχεται μια ουσιαστικά μεταμαρξιστική  κριτική του καπιταλισμού και της κυριαρχίας της τεχνικής :
-          στο εργοστάσιο η ανθρώπινη ύπαρξη δεν κοινωνικοποιείται αλλά μετατρέπεται από  πρόσωπο σε εξάρτημα των μηχανών.
-          ο παραγωγισμός , η συνεχής αύξηση της παραγωγής , η ανάπτυξη δίχως όρια και με κάθε κόστος αποτελεί τον χαρακτηριστικότερο ανορθολογισμό της νεωτερικότητας , την « τωρινή τρέλα των εθνών » , που συμμερίστηκε τόσο ο καπιταλισμός όσο και η μαρξιστική σκέψη.
-          Οι διαδικασίες που επιτάσσει η καπιταλιστική κοινωνία και ο νεωτερικός πολιτισμός , εντός  και εκτός του εργοστασίου , καταστρέφουν κάθε εσωτερικότητα , κάθε «εσωτερική αξία » , για χάρη της εξωτερικότητας που θεοποιεί το χρήμα , την τεχνική , την ανάπτυξη.
Η απάντηση του Νίτσε στην καταστροφή του ανθρώπινου προσώπου δεν είναι η μεθοδική αλλαγή της κοινωνίας  αλλά είτε , όπως γράφει  , « καλύτερα να μεταναστεύσω , να προσπαθήσω να γίνω κύριος σε άγριες και δροσερές περιοχές του κόσμου και προ παντός κύριος του εαυτού μου  , να αλλάζω μέρος μόλις μου γνέψει ακόμη και το πιο μικρό σημάδι δουλείας » , είτε να στραφεί στην « περιπέτεια και τον πόλεμο και , αν έρθουν τα χειρότερα , να είμαι έτοιμος να πεθάνω : καλύτερα  όλα αυτά  παρά να υπομένω κι άλλο αυτή την ανάρμοστη δουλεία , παρά να συνεχίζω να γίνομαι  σκυθρωπός , φαρμακερός και συνεργός ».[92] 
Η πρώτη επιλογή θυμίζει  ανάλογες σκέψεις ρομαντικών κοινοτιστών , όπως ο Γ.Λαντάουερ , οι οποίοι πρότειναν  ,μεταξύ άλλων ,την φυγή σε νέες χώρες και την δημιουργία νέων κοινοτήτων . Η σκέψη ότι η περιπέτεια , ο πόλεμος  μπορεί να είναι διέξοδος στην καπιταλιστική αλλοτρίωση θυμίζει ανάλογες σκέψεις του Ε.Γιούνγκερ , όπου ο πόλεμος χάνει την εφιαλτική του όψη για να γίνει μια περιπέτεια , ένα αισθητικό φαινόμενο , μια κατάφαση στον κίνδυνο.
Ο Νίτσε επιθυμεί οι στοχαστές να ζουν ως ασκητές ,  για να γίνουν απελευθερωτικά  πρότυπα για τους εργάτες , δηλαδή να ζουν με «  εθελούσια ειδυλλιακή φτώχεια » , με «αποχή από το επάγγελμα και το γάμο».[93]  Αντίθετα , η αναμονή της σοσιαλιστικής ελπίδας , η μελωδία ενός μελλοντικού παραδείσου , όταν δεν προϋποθέτει άμεσες πρακτικές αλλαγές , επιτείνει την αποδοχή της καταστροφής του ανθρώπινου προσώπου.
Η κριτική του Νίτσε ξετυλίγεται  με ριζοσπαστικό τρόπο : « Ιδού ποιο θα ήταν το σωστό φρόνημα : οι εργάτες της Ευρώπης θα έπρεπε στο εξής  να κάνουν ό,τι  είναι ανθρωπίνως  αδύνατο ως τάξη , κι όχι μόνο , όπως  συμβαίνει συνήθως , κάτι που έχει οργανωθεί  σκληρά και απρόσφορα  .Θα έπρεπε να εγκαινιάσουν μέσα στην ευρωπαϊκή  κυψέλη μια εποχή εξόδου κατά σμήνη , που , που όμοιά της δεν ξανά έγινε ποτέ , και , μ’ αυτή  την μεγαλειώδη πράξη ελεύθερης μετοικεσίας , να διαμαρτυρηθούν εναντίον της μηχανής , εναντίον του κεφαλαίου  και εναντίον του διλήμματος που τους απειλεί τώρα , να αναγκαστούν να γίνουν είτε δούλοι του κράτους , είτε δούλοι ενός ανατρεπτικού κόμματος . Μακάρι να ξαλαφρώσει η Ευρώπη από ένα τέταρτο  των κατοίκων της ! Θα είναι καλύτερο και για εκείνη  και γι’ αυτούς  !Θα είναι καλύτερο και για εκείνη και γι’ αυτούς ! Μόνο σε μακρινές χώρες και στις  επιχειρήσεις σμηνών  αποίκων θα φανεί καθαρά ποσό πολλή ορθοφροσύνη  και δικαιοσύνη  , πόσο υγιή δυσπιστία έχει δώσει στα παιδιά    της η μητέρα Ευρώπη .Σ’ αυτά τα παιδιά που δεν μπορούν πια να ζουν δίπλα σ’ αυτή τη ν μουχλιασμένη  γριά γυναίκα , που κινδυνεύουν    να  γίνουν γκρινιάρηδες  , ευερέθιστοι  και  φιλήδονοι σαν αυτήν. Έξω από την Ευρώπη θα ταξιδέψουν   μαζί με τους εργάτες και οι αρετές  της Ευρώπης  . Κι αυτό που μέσα στην πατρίδα άρχισε να εκφυλίζεται  σε επικίνδυνη δυσθυμία  και εγκληματική ροπή , θα αποκτήσει έξω μια άγρια , ωραία φυσικότητα  και θα ονομαστεί ηρωισμός. Έτσι θα φυσήξει  επιτέλους καθαρότερος αέρας στην  γέρικη  , πυκνοκατοικημένη  και απορροφημένη από τον εαυτό της Ευρώπης   ».[94]
Στο κείμενο αυτό υπάρχουν ορισμένες ευφυείς επισημάνσεις : το τέλος της εργατικής τάξης με τον τρόπο που αρχικά την είδαμε να εισβάλλει στην ιστορία , η υποδούλωση  του εργάτη στο κράτος  , στο κεφάλαιο , αλλά και στο « ανατρεπτικό κόμμα » , δηλαδή  στο κομμουνιστικό κόμμα  που μετέτρεψε την κυριαρχία των εργαζομένων σε δικτατορία του ιδίου και των στελεχών , που το απάρτιζαν. Επίσης η Ευρώπη ( ο ευρωπαϊκός πολιτισμός ) παρομοιάζετε με  « μουχλιασμένη γριά  γυναίκα»  , καθ’ ότι είχε χάσει κάθε γονιμότητα και δημιουργικότητα. Βέβαια  ο κριτικός αναστοχασμός είναι από τα στοιχεία που τελικά θα χαρακτηρίσουν την ευρωπαϊκή σκέψη , και αυτό ακριβώς  πράττει ο Νίτσε , ακόμη κι αν  είναι ο λόγος  του σκληρός και αδυσώπητος. Αυτή δε  η τεράστιας σημασίας κατάκτηση , δηλαδή  η αποδοχή  όχι μόνο της κριτικής  , αλλά και της άρνησης και της αμφισβήτησης , υπήρξε  ένα πνευματικό και κοινωνικό γεγονός που οφείλει πολλά σε στοχαστές , όπως ο Νίτσε  και ο Μάρξ.
Δίπλα λοιπόν στις ευφυείς επισημάνσεις του Νίτσε , υπάρχει ένας λόγος ποιητικός , υπερρεαλιστικός , παραληρηματικός κάποτε  , που ζητά την έξοδο των εργαζόμενων  από την Ευρώπη.
Παρότι η έξοδος αυτή , υπό άλλη μορφή , έγινε, δεν προξένησε τις αλλαγές που προσδοκούσε ο Νίτσε , ούτε στην Ευρώπη , ούτε στις Νέες Χώρες. Η μετανάστευση μετέφερε την απαλλοτρίωση της ανθρώπινης ύπαρξης από την μια χώρα στην άλλη. Σε μια εποχή ειδικότερα που η οικονομία αποκτά παγκόσμια χαρακτηριστικά , παρότι η συμμετοχή στον καπιταλισμό είναι διαφορετικού χαρακτήρα και αναλογίας σε κάθε κράτος , η αντιμετώπιση των προβλημάτων που με ριζικό τρόπο θέτει ο λόγος του Νίτσε ( και φυσικά και ο Μάρξ) μπορεί να γίνει με διαφορετικό τρόπο , δηλαδή με μια οργάνωση της εργασίας , που θα συνδυάζει την εργασία με το παιχνίδι , την δημιουργία , δεν θα θυσιάζει το ανθρώπινο πρόσωπο στον βωμό της παραγωγικότητας  και θα οδηγήσει  σταδιακά  στην μείωση του χρόνου της μισθωτής εργασίας.
Δεν μας διαφεύγει ότι η εργασία , σε μια εξιδανικευμένη της τουλάχιστον μορφή , συνδέει  το άτομο με την κοινωνία , είναι στοιχείο δημιουργικότητας , αλληλεγγύης   , ανεξαρτησίας ,αξιοπρέπειας και  βέβαια βιοπορισμού. Ο  άνεργος είναι αναγκασμένος να αποδέχεται πολλές ταπεινώσεις , να οδηγείται  στο περιθώριο της κοινωνίας  και να επιζεί από την φιλανθρωπία , γεγονός που επιτείνει τον ευτελισμό του.
Ο Νίτσε επισημαίνει ορθά ότι στον εγκώμιο της εργασίας   βλέπει  « την ίδια υστερόβουλη σκέψη όπως στον  έπαινο των κοινωφελών απρόσωπων πράξεων : εκείνη του φόβου για κάθε ατομικό ».[95]   
Πιστεύει ότι η σκληρή εργασία είναι μια μέθοδος  για να σιγάσει κάθε επιθυμία για ελευθερία , αλλά και να πάψει να υπάρχει το ανθρώπινο πρόσωπο: « Παρατηρώντας την εργασία , αισθάνεται κανείς σήμερα κατά βάθος – με την λέξη εργασία εννοείται πάντα εκείνη  η σκληρή εργατικότητα από νωρίς έως αργά  - ότι  μια τέτοια εργασία  είναι η καλύτερη  αστυνομία , ότι χαλιναγωγεί  τους πάντες και ξέρει να εμποδίζει δυναμικά την ανάπτυξη του λογικού , της επιθυμίας , του πόθου  για ανεξαρτησία. Διότι ξοδεύει εξαιρετικά πολλή νευρική δύναμη , την οποία έτσι αφαιρεί από τον στοχασμό , τον αναλογισμό , την ονειροπόληση , τις μέριμνες , την  αγάπη , το μίσος : βάζει έναν μικρό σκοπό πάντα εν όψει και εγγυάται εύκολες και κανονικές ικανοποιήσεις . Έτσι , μια κοινωνία , στην οποία θα υπάρχει συνεχής σκληρή εργασία , θα έχει μεγαλύτερη ασφάλεια : και την ασφάλεια ακριβώς λατρεύουν σήμερα ως την ανώτερη θεότητα .- Και τώρα ! Φρίκη ! Ο «εργάτης » ακριβώς έχει γίνει επικίνδυνος ! Ο τόπος βρίθει από «επικίνδυνα άτομα »! Και πίσω απ’ αυτά ο κίνδυνος των κινδύνων – το άτομο ! ».[96]
Είναι τραγικό μια κοινωνία που επαγγέλλεται , ως ιδρυτική της αρχή , την πρωτοκαθεδρία του ατόμου  απέναντι σε κάθε συλλογικότητα , να εκμηδενίζει τελικά  το ανθρώπινο πρόσωπο μέσα σε μια αγέλη , όπου η επιθυμία  για ελευθερία , για όνειρο , για βίωση αισθημάτων έχει αντικατασταθεί από την επιθυμία για ασφάλεια από εκείνους που βρίσκονται  εντός και εκτός των τειχών.
 Η κριτική του Νίτσε στην μισθωτή εργασία , η επιθυμία για διάσωση του ανθρώπινου προσώπου , για ανεξαρτησία και ονειροπόληση φέρνει τον στοχασμό του, κοντά σε κάποιους   ρομαντικούς λόγους  του Μάρξ , όπου  ο « καθένας  μπορεί να τελειοποιηθεί σε οποιονδήποτε κλάδο θέλει , η κοινωνία ρυθμίζει την γενική παραγωγή κι έτσι κάνει δυνατό για μένα να κάνω ένα πράγμα σήμερα κι άλλο αύριο , να κυνηγώ το πρωί , να ψαρεύω το απόγευμα , να φροντίζω  τα ζώα το βράδυ , να κριτική μετά το δείπνο , όπως ακριβώς μου αρέσει , χωρίς ποτέ να γίνομαι κυνηγός , ψαράς , βοσκός ή κριτικός»[97]  - που βέβαια αντιφάσκουν με τον πρωταρχικό ρόλο που αποδίδει ο ίδιος στην ανθρώπινη εργασία  σε άλλα κείμενα του[98] - όπως  και με τον γαλλικό περσοναλισμό. Βεβαίως η σκέψη του Μάρξ για την εργασία προέρχεται από τον άλλο αντίπαλο του Νίτσε , τον Χέγκελ και την σχέση κύριου-δούλου  όπου « με την εργασία ο δούλος συνειδητοποιεί την αληθινή του φύση».[99] Παρά τις επί μέρους διαφωνίες με τον Χέγκελ του αναγνωρίζει ότι «υιοθετεί την άποψη της σύγχρονης πολιτικής οικονομίας .Βλέπει την εργασία σαν ουσία , η αυτό- επιβεβαιούμενη  ουσία  του ανθρώπου. Βλέπει μόνο τη θετική και όχι την αρνητική πλευρά της εργασίας .Η  εργασία είναι ο ερχομός του ανθρώπου για τον εαυτό μέσα στην αλλοτρίωση ή ο ερχομός του σαν αλλοτριωμένου ανθρώπου»[100].Συνεπώς μπορεί ο Μάρξ διατυπώνει τις ενστάσεις  του για την αλλοτριωμένη εργασία, αλλά μαζί με τον Χέγκελ αναγνωρίζει σε αυτή την ουσία του ανθρώπου. Βεβαίως η άποψη αυτή δεν τον εμπόδισε να αναγνωρίσει , σε άλλα όπως είδαμε γραπτά του, την σημασία που έχει για τον άνθρωπο ο μη εργάσιμος χρόνος.
Σε ένα άλλο κείμενο με τον τίτλο «Το κράτος στους Έλληνες»[101] ο Νίτσε ισχυρίζεται ότι στην νεοτερικότητα  «όλοι βασανίζονται να διαιωνίσουν με άθλιο τρόπο μια άθλια ζωή .Αυτή η φοβερή ανάγκη τους οδηγεί να κάνουν μια εξουθενωτική εργασία , την οποία θαυμάζει κάθε τόσο ο εκμαυλισμένος από τη «θέληση» άνθρωπος ή ακριβέστερα ανθρώπινος νους , σαν να είναι κάτι αξιοσέβαστο.»[102]Έτσι ενώ στον σύγχρονο άνθρωπο μπορεί να συνδυάζεται ο αγώνας για την ύπαρξη με την ανάγκη της τέχνης στους αρχαίους Έλληνες «η ιδέα ότι η εργασία είναι ένα όνειδος εκφράζεται με τρομακτική ειλικρίνεια »[103]
Αντίθετα στον σύγχρονο κόσμο δεν είναι ο άνθρωπος της τέχνης , αλλά ο δούλος που καθορίζει και ονοματίζει τις σχέσεις με τον κόσμο και για αυτό έχουν έναν απατηλό χαρακτήρα «Φαντάσματα όπως η αξιοπρέπεια του ανθρώπου , η αξιοπρέπεια της εργασίας , είναι ενδεή προϊόντα της δουλείας που κρύβεται από τον ίδιο τον εαυτό της .»[104]Προχωρώντας ακόμη περισσότερο , ο Νίτσε , ισχυρίζεται ότι οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν την εργασία και την δουλεία ως   αναγκαιότητα για την οποία ένιωθαν συγχρόνως ντροπή και όνειδος. Μάλιστα η ύπαρξη στρωμάτων που εργάζονται δουλικά είναι προυπόθεση για την ανάπτυξη του πολιτισμού, ενώ ο καθένας αποκτά αξιοπρέπεια καθώς γίνεται εργαλείο της μεγαλοφυΐας. Αμφίσημη είναι σε αυτό το σημείο η θέση του Νίτσε για το κράτος .Ενώ το θεωρεί  αναγκαίο συγχρόνως επισημαίνει ότι «πρέπει να δεχτούμε ότι ένα όν που ερευνά τη γέννηση του κράτους , θα αναζητούσε στο εξής ,γεμάτο  φρίκη , τη σωτηρία του μόνο στην απομάκρυνση από αυτό»[105] Παρότι εσφαλμένα γράφει ότι η εξάπλωση της καθολικής ψηφοφορίας δείχνει τον φόβο μπροστά στον πόλεμο – μετά την Γαλλική Επανάσταση ξέσπασαν πόλεμοι με τέτοια συμμετοχή του λαού που δεν υπήρξε στο παρελθόν των δυναστικών κρατών- εντοπίζει την ανάδυση μιας αριστοκρατίας του χρήματος , που απαρτίζεται από απάτριδες κοσμοπολίτες «εκείνους τους ερημίτες του χρήματος , οι οποίοι , επειδή δεν διαθέτουν εκ φύσεως το κρατικό ένστικτο , έχουν μάθει να χρησιμοποιούν καταχρηστικά το κράτος και την κοινωνία ως μηχανισμούς για να πλουτίζουν οι ίδιοι.»[106]Κατά το παράδειγμα και πάλι ,του Ε.Γιούνγκερ, θα αναζητήσει στον πόλεμο την διέξοδο από την «τη χρησιμοποίηση της επαναστατικής σκέψης στην υπηρεσία μιας ιδιοτελούς και άνευ σχέσεων με το κράτος αριστοκρατία του χρήματος»[107] .Βεβαίως  η διατύπωση ενός δέοντος από τον Νίτσε τελεί από την ριζική σχετικότητα και την αποφασιστική άρνηση να υψώσει νέες θεότητες. Όπως γράφει «Το τελευταίο που υπόσχομαι είναι να «βελτιώσω» την ανθρωπότητα .Δεν θα στήσω καινούρια είδωλα, ας μάθουν τα παλιά τι σημαίνει να έχουν πήλινα πόδια .Το αναποδογύρισμα των ειδώλων (είδωλα είναι η λέξη μου για τα «ιδεώδη») – αυτή είναι μάλλον η δουλειά μου.»[108]
           


Ο Νίτσε αφού προηγουμένως αποθεμελίωσε όλα τα υπάρχοντα πολιτικά συστήματα , διαλέγει ως την δική του ουτοπία μια πνευματική αριστοκρατία , που θα ζει ασκητικά, μοναχικά ,με ελάχιστα αγαθά , συμφιλιωμένη με την οδύνη και τις κακουχίες[109] . Απέναντι στην τάση του εκδημοκρατισμού και των ίσων δικαιωμάτων , που κάνει  «το αγελαίο ζώο κύριο»  ,αυτός κατέχεται από το πάθος της απόστασης. Στοχεύει σε νέες ιεραρχίες που δεν είναι όμως ούτε οι ιεραρχίες του χρήματος , ούτε ιεραρχίες που αποθεώνουν το κράτος. Πρόκειται βέβαια για μια δική του επιθυμία , που δεν έχει ελπίδα να γίνει μέρος της πραγματικότητας , διότι προϋποθέτει μια βαθύτατη ανατροπή , που θα έχει γίνει πρώτα στην συνείδηση των ανθρώπων και θα έχει τέτοια ισχύ ώστε να μπορεί να επιβληθεί στην πολιτική που στηρίζεται από το κράτος και τα μέσα ενημέρωσης. Σε αντίθεση με τον Δαρβίνο θεωρεί ότι αυτοί που επικρατούν δεν είναι οι ισχυροί ,αλλά οι αδύναμοι .Οι ισχυροί είναι σπάταλοι ,ενώ αποδεκατίζονται σε μάχες μεταξύ τους ,και  τα αισθήματα που έχουν τα ξοδεύουν : «η ύπαρξή τους είναι δαπανηρή »[110].
Η δημοκρατία ισοπεδώνει τους πληθυσμούς της Ευρώπης και τις ιεραρχίες που διέπονταν ,προετοιμάζοντας μια νέα κυρίαρχη  τάξη, ώστε  «οι ίδιες συνθήκες που επισπεύδουν την εξέλιξη του  αγελαίου ζώου ,επισπεύδουν και την εξέλιξη του ηγετικού ζώου»[111].Αναρωτιέται αν  την ευρωπαϊκή δημοκρατία θα την διαδέχεται «ένα ανώτερο είδος κυριάρχων και καισαρικών πνευμάτων που θα στέκονταν πάνω σ’ αυτό, , που θα διατηρούνταν απ’ αυτό , και που θα ανυψώνονταν μέσω αυτού; » και «μια τολμηρή κυρίαρχη ράτσα πάνω στη βάση μιας εξαιρετικά έξυπνης αγελαίας μάζας.»[112] Προβλέπει ότι πλησιάζει ο καιρός που η γη θα κυβερνηθεί σαν σύνολο και αναρωτιέται «Και για ποιο σκοπό θα αναδυθεί και θα εκτραφεί ο «άνθρωπος » ως σύνολο – και όχι πια ως λαός , φυλή ;».[113] Είναι ερωτήματα που μπορεί να προοιωνίζουν την παγκοσμιοποίηση , αλλά ο Νίτσε δεν μπορεί να τα απαντήσει .  Κάποιες προυποθέσεις , που θέτει , όπως είναι η αντιστροφή των αξιών , η ανάδυση ενός «είδος ανθρώπου ύψιστης πνευματικότητας και δύναμης της θέλησης »[114], μόνο ως  παιχνίδια του νου μπορούν να ερμηνευθούν. Προς το παρόν ας συγκρατήσουμε ότι καμιά κοινωνία (καπιταλιστική , σοσιαλιστική ή οποιαδήποτε άλλη) δεν μπορεί να λειτουργήσει , αν δεν υπάρχουν κάποιοι , που μπορεί και να είναι μειοψηφία, οι οποίοι δεν έχουν ως μοναδική ή κύρια αξία τους το χρήμα , αλλά η δραστηριότητά της θα διέπεται από τις μη-εγχρήματες αξίες. 
Η κοινωνία του χρήματος και αυτή που ήθελε να φαίνεται ως αντίθετή της  , ο σοσιαλισμός (ο υπαρκτός σοσιαλισμός , η σοσιαλδημοκρατία ), συγχωνεύτηκαν  και δεν αποτελούν πλέον δύο διαφορετικές εκδοχές της νεωτερικότητας , αλλά μια  .Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να θριαμβολογούν , να θεωρούν τον εαυτό τους ως το τέλος της ιστορίας , αλλά δεν μπορούν να αναλογιστούν ούτε την μικροπολιτική  τους , ούτε την αντιαισθητική τους ευτέλεια  . Δεν συνιστούν μέρος της φυσικής τάξης ή έξοδο από τον μηδενισμό , αλλά μεταμφιέσεις του μηδενός.
Ο Νίτσε και ο Μάρξ αν δεν χρησιμοποιηθούν ,ως ιερά κείμενα  ,ή ως ιερά τέρατα  είναι το ίδιο αναγκαίοι για να κατανοήσουμε την νεωτερικότητα .Ξεκινώντας από δύο διαφορετικές αφετηρίες , ο ένας από το πάθος της ισότητας , ο άλλος από το πάθος της απόστασης γίνονται και οι  δύο κριτικοί της κοινωνίας που έχει ανάγει ως κύρια αξία και θεμέλιο της ,το χρήμα. Βεβαίως είναι ενδιαφέρον το που μπορούμε να φτάσουμε ακολουθώντας τα ερωτήματά τους και τις σκέψεις. Ο Νίτσε δίχως να το περιμένει γράφοντας ότι , «δεν υπάρχουν γεγονότα , αλλά μόνον ερμηνείες » [115], προανήγγειλε   τον μεταμοντερνισμό. Το πιο παράδοξο είναι ότι  οραματιζόμενος μια πνευματική αριστοκρατία εξέρχεται από τα όρια της πολιτικής και εισέρχεται στα όρια της ηθικής και της αισθητικής .Η σημαντικότερη συνεισφορά του , που τον φέρνει δίπλα στον Ντοστογιέφσκι , που θαύμαζε απεριόριστα  , είναι η τοποθέτηση του τραγικού στοιχείου     και του τραγικού  ανθρώπου – κι όχι μια τυφλά αισιόδοξης πίστης – στο κέντρο της μεταξίωσης όλων των αξιών ,στην  καρδιά της πορείας εξόδου από τον μηδενισμό : «Είναι τα ηρωικά πνεύματα που λένε Ναι στον εαυτό τους ,στην τραγική σκληρότητα :είναι αρκετά σκληρά για να αισθάνονται τον πόνο σαν ηδονή».[116]


[1] Γ.Λούκατς : «Φ.Νίτσε :Κάτω από το φως του μαρξισμού»,Πρόλογος-Μετάφραση Ξεν.Ι.Καράκαλου ,Εκδόσεις Μαρή ,Αθήνα 1980, σελ.9.Το  δοκίμιο του Λούκατς  για τον Νίτσε περιέχεται  στο έργο του «Η καταστροφή του Λόγου»
[2] όπως προηγούμενα σελ. 7
[3] Δ.Γληνός :Εκλεκτές σελίδες , Εκδόσεις Στοχαστής, Τόμος Α’ , σελ. 100 στο δοκίμιο του «Νοσταλγός ή προφήτης :ένα σύντομο σκίτσο για το Νίτσε  και τη φιλοσοφία », που πρωτοδημοσιεύθηκε ,ως πρόλογος στο έργο του Φ.Νίτσε «Η γενεαλογία της ηθικής », που μετέφρασε ο ίδιος με το ψευδώνυμο Δ.Αλεξάνδρου και εκδόθηκε από τις εκδόσεις Γκοβόστη στην Αθήνα το 1942.  
[4] Φ.ΝΙΤΣΕ : «Ανεπίκαιροι Στοχασμοί », ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ,Θεσσαλονίκη 1996, Εισαγωγή- μετάφραση – χρονικό Ι.Σ.Χριστοδούλου ,Πρόλογος Σ.Δεληβογιατζής σελ. 265-266. 
[5] Όπως προηγούμενα σελ.266
[6] Όπως προηγούμενα σελ 267
[7] Όπως προηγούμενα σελ 267
[8] Όπως προηγούμενα σελ 267.Σε ένα άλλο σημείο του ίδιου βιβλίου συνηγορεί υπέρ των γνήσιων χριστιανών (όπως ήταν για παράδειγμα  οι ασκητές  ) , που κράτησαν τον χριστιανισμό εκτός του κράτους : « Οι περισσότερο γνήσιοι  και αληθινοί  οπαδοί του Χριστιανισμού , την κοσμική του επιτυχία , την επονομαζόμενη «ιστορική ισχύ » του ,ανέκαθεν την αμφισβήτησαν και την εμπόδισαν περισσότερο παρά την υποστήριξαν .Γιατί φρόντιζαν να θέσουν εαυτούς εκτός «του κόσμου» , και δεν ανησυχούσαν για την «πορεία  της χριστιανικής ιδέας» γι’ αυτό κυρίως έχουν μείνει εντελώς άγνωστοι και ανώνυμοι στην Ιστορία »(σελ.193).
[9] Όπως προηγούμενα σελ 272
[10] Όπως προηγούμενα σελ 279
[11] Όπως προηγούμενα σελ279
[12] Όπως προηγούμενα σελ 279
[13] Όπως προηγούμενα σελ 279
[14] Όπως προηγούμενα σελ 279.Στους «Ανεπίκαιρους  Στοχασμούς» , ο Σωκράτης σε αντίθεση με άλλα έργα του Νίτσε , έχει μια απόλυτα θετική αντιμετώπιση.
[15] Όπως προηγούμενα σελ 280
[16] Όπως προηγούμενα σελ 284
[17] Όπως προηγούμενα σελ 294
[18] Όπως προηγούμενα σελ295
[19] Όπως προηγούμενα σελ 301
[20] Όπως προηγούμενα σελ 302
[21] Όπως προηγούμενα σελ332
[22] Όπως προηγούμενα σελ335
[23] Όπως προηγούμενα σελ 389
[24] Όπως προηγούμενα σελ 179
[25] Όπως προηγούμενα σελ 185
[26] Όπως προηγούμενα σελ 219
[27] Όπως προηγούμενα σελ 229
[28] Όπως προηγούμενα σελ 241
[29] Όπως προηγούμενα σελ 242
[30] Όπως προηγούμενα σελ 256
[31] Όπως προηγούμενα σελ 256-257
[32] Όπως προηγούμενα σελ 259.
[33] Όπως προηγούμενα σελ 263
[34]Φ.Νίτσε : «Μαθήματα για την Παιδεία », Εκδόσεις Ροές , Μετάφραση Νίκος Σκουτερόπουλος
[35] Όπως προηγούμενα σελ 47, 48
[36] Όπως προηγούμενα σελ 49
[37] Όπως προηγούμενα σελ 51
[38] Όπως προηγούμενα σελ 53
[39] Όπως προηγούμενα σελ 55
[40] Όπως προηγούμενα σελ 55
[41] Όπως προηγούμενα σελ 65
[42] Όπως προηγούμενα σελ 65
[43] Όπως προηγούμενα σελ 83
[44] Όπως προηγούμενα σελ 102
[45] Όπως προηγούμενα σελ 102
[46] Όπως προηγούμενα σελ 103
[47] Όπως προηγούμενα σελ 103,104
[48] Όπως προηγούμενα σελ 118
[49] Όπως προηγούμενα σελ 120
[50] Όπως προηγούμενα σελ 130,131. Ένας στοχαστής που προέρχεται από την ορθόδοξη  χριστιανική σκέψη  ο Σ .Γουνελάς σχολίασε εκτεταμένα   στο δοκίμιο του  «Ο Φ.Νίτσε , οι διαλέξεις για την παιδεία»  ,που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του « Η κρίση του πολιτισμού» , τις σκέψεις του Νίτσε και κατέληξε  ότι «Οι διαλέξεις του Νίτσε μας επαναφέρουν με σαφήνεια και ανιδιοτέλεια μπροστά στην πραγματικότητα , φωτίζοντας την ελληνικά , υπό ορισμένη έννοια. Ο πυρήνας από τον οποίο αντλεί και στον οποίο παραπέμπει δεν είναι μια στείρα αρχαιολατρία , αλλά η γονιμοποίηση του και των αισθήσεων στη σημερινή εποχή ή σε οποιαδήποτε άλλη, έτσι ώστε να βοηθηθεί ο άνθρωπος να ξαναβρεί το «μέγεθος», που έχασε »(σελ.127).
[51] «Ανθρώπινο πολύ Ανθρώπινο» , Εκδόσεις Μ. Δαμιανού , Μετ.Ε.Καλκάνη
[52] Όπως προηγούμενα σελ.441 (από το δεύτερο βιβλίο , κεφάλαιο 2, απόφθεγμα 310)
[53] Όπως προηγούμενα σελ.439,440 (από το δεύτερο βιβλίο , κεφάλαιο 2, απόφθεγμα 304)
[54] Όπως προηγούμενα σελ. 441 (από το δεύτερο βιβλίο , κεφάλαιο 2, απόφθεγμα 308)
[55] Όπως προηγούμενα σελ. 442 (από το δεύτερο βιβλίο , κεφάλαιο 2, απόφθεγμα 317)
[56] Όπως προηγούμενα σελ. 550,551 (από το δεύτερο βιβλίο , κεφάλαιο 3, απόφθεγμα 220)
[57] Όπως προηγούμενα σελ. 571 (από το δεύτερο βιβλίο , κεφάλαιο 3, απόφθεγμα 285)
[58] Όπως προηγούμενα σελ. 572 (από το δεύτερο βιβλίο , κεφάλαιο 3, απόφθεγμα 286)
[59] Όπως προηγούμενα σελ. 572 (από το δεύτερο βιβλίο , κεφάλαιο 3, απόφθεγμα 288)
[60] Όπως προηγούμενα σελ. 292(από το πρώτο βιβλίο , κεφάλαιο 10, απόφθεγμα 472)
[61] Όπως προηγούμενα σελ. 293 (από το πρώτο βιβλίο , κεφάλαιο 10, απόφθεγμα 473)
[62] Όπως προηγούμενα σελ. 293(από το πρώτο βιβλίο , κεφάλαιο 10, απόφθεγμα 473)
[63] Όπως προηγούμενα σελ. 293(από το πρώτο βιβλίο , κεφάλαιο 10, απόφθεγμα 473)
[64] Φ. ΝΙΤΣΕ:Ιδε ο Άνθρωπος ,Εκδόσεις Πανοπτικόν, Μετάφραση  Ζ.Σαρίκας ,σελ. 90
[65] Φ. ΝΙΤΣΕ:Ιδε ο Άνθρωπος ,Εκδόσεις Πανοπτικόν, Μετάφραση  Ζ.Σαρίκας ,σελ143
[66] Φ. ΝΙΤΣΕ:Ιδε ο Άνθρωπος ,Εκδόσεις Πανοπτικόν, Μετάφραση  Ζ.Σαρίκας ,σελ 146,147
[67] Φ. ΝΙΤΣΕ:Το λυκόφως των ειδώλων, Εκδόσεις Πανοπτικόν, Μετάφραση  Ζ.Σαρίκας ,σελ.65,66
[68] Φ. ΝΙΤΣΕ:Το λυκόφως των ειδώλων, Εκδόσεις Πανοπτικόν, Μετάφραση  Ζ.Σαρίκας ,σελ.69
[69] Φ.ΝΙΤΣΕ :Τελευταίες επιστολές 1887-1889, Εκδόσεις Άγρα, εισαγωγή J-M Rey, Μετάφραση Α.Μανούση, σελ.42
[70] Φ.ΝΙΤΣΕ :Τελευταίες επιστολές 1887-1889, Εκδόσεις Άγρα, εισαγωγή J-M Rey, Μετάφραση Α.Μανούση, σελ129
[71] Φ.ΝΙΤΣΕ :Τελευταίες επιστολές 1887-1889, Εκδόσεις Άγρα, εισαγωγή J-M Rey, Μετάφραση Α.Μανούση, σελ 50
[72] Φ.ΝΙΤΣΕ :Τελευταίες επιστολές 1887-1889, Εκδόσεις Άγρα, εισαγωγή J-M Rey, Μετάφραση Α.Μανούση, σελ 168
[73] Φ.ΝΙΤΣΕ :Τελευταίες επιστολές 1887-1889, Εκδόσεις Άγρα, εισαγωγή J-M Rey, Μετάφραση Α.Μανούση, σελ 183
[74] Φ.ΝΙΤΣΕ; «Γενεαλογία της Ηθικής»,Εκδόσεις Γκοβόστης, ,Μετάφραση Άρης Δικταίος , σελ.120
[75] Φ.ΝΙΤΣΕ: «Αυγή», Εκδόσεις Νησίδες, Μετάφραση Ζ.Σαρίκας, σελ.127
[76] Φ.ΝΙΤΣΕ: «Η θέληση για δύναμη», Εκδόσεις Νησίδες, Μετάφραση Ζ.Σαρίκας,σελ.44
[77]Φ.ΝΙΤΣΕ «Ανθρώπινο πολύ Ανθρώπινο» , Εκδόσεις Μ. Δαμιανού , Μετ.Ε.Καλκάνη, σελ.571,(από το δεύτερο βιβλίο , κεφάλαιο 3, απόφθεγμα 285)
[78] Φ.ΝΙΤΣΕ: «Ο Αντίχριστος», Εκδοτική Θεσσαλονίκης ,Μετάφραση Ζ.Σαρίκα ,σελ. 71.
[79] Στο «Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα »(Εκδόσεις Δωδώνη , Μετάφραση Α.Δικταίου ): «Κράτος λέγεται το πιο παγερό απ’ όλα τα παγερά τέρατα. Κ’ επίσης παγερά ψεύδεται. Και τα ψέματα αυτά έρπουν από το στόμά του: «Εγώ ,το κράτος ,είμαι ο λαός .Αυτό είναι ψέμα !Δημιουργοί ήσαν αυτοί που δημιούργησαν τους λαούς  και κρέμασαν από πάνω τους μια πίστη και μιαν αγάπη :έτσι υπηρέτησαν τη ζωή »(σελ. 87), στο «Θέληση για δύναμη » (Εκδόσεις Νησίδες, Μετάφραση Ζ.Σαρίκας)  γράφει «Το κράτος ή η οργανωμένη ανηθικότητα –εσωτερικά : ως αστυνομία , ποινικό δίκαιο , τάξεις ,εμπόριο , οικογένεια .Εξωτερικά :ως θέληση για δύναμη , για πόλεμο , για κατάκτηση , για εκδίκηση»(σελ.336),ενώ δικαιολογεί την εξέγερση «Το έγκλημα ανήκει στην έννοια «εξέγερση εναντίον της κοινωνικής τάξης πραγμάτων».Δεν «τιμωρούν έναν στασιαστή :τον καταστέλλουν .Ένας στασιαστής μπορεί να είναι άθλιος και αξιοπεριφρόνητος άνθρωπος .Αλλά δεν υπάρχει τίποτε μεμπτό σε μια εξέγερση καθ’ εαυτήν – και το να είσαι στασιαστής σε σχέση με το δικό μας είδος κοινωνίας  δεν μειώνει από μόνο του την αξία ενός ανθρώπου .Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις όπου οφείλει κανείς να τιμήσει έναν στασιαστή ,επειδή αυτός βρίσκει κάτι στην κοινωνία μας εναντίον του οποίου χρειάζεται να γίνει πόλεμος : όπου μας ξυπνά από τον λήθαργό μας ….Σε όλα σχεδόν τα εγκλήματα βρίσκουν επίσης έκφραση ορισμένες ιδιότητες που δεν πρέπει να λείπουν από έναν άνθρωπο .Δεν ήταν αδικαιολόγητο που ο Ντοστογιέφσκι είπε για τους τροφίμους των σιβηριανών φυλακών του  ότι αποτελούσαν το πιο ισχυρό και πιο αξιόλογο κομμάτι του ρωσικού λαού» (σελ.343 ,344)
[80] Στο «Λυκόφως των Ειδώλων», Εκδοτική Θεσσαλονίκης , Μετάφραση Ζήσης Σαρίκας : «Στοιχίζει πολύ ακριβά η άνοδος στην εξουσία :η εξουσία σε κάνει ηλίθιο »(σελ.51)
[81] Στο «Θέληση για δύναμη » (Εκδόσεις Νησίδες, Μετάφραση Ζ.Σαρίκας)  γράφει «Λίγος καθαρός αέρας !Αυτή η παράλογη κατάσταση της Ευρώπης δεν πρέπει να συνεχιστεί άλλο ! Υπάρχει καμιά ιδέα πίσω απ’ αυτόν τον βοϊδίσιο εθνικισμό ;  » (σελ. 347)
[82] Στο «Γενεαλογία της Ηθικής  » Εκδόσεις Γκοβόστης, ,Μετάφραση Άρης Δικταίος γράφει : «Μα , πρώτ’ απ’ όλα , θα πώ κάτι στο αυτί των ψυχολόγων μας , αν υποθέσουμε πως θα τους έκανε κέφι να μελετήσουν από πιο κοντά την ίδια τη μνησικακία :το φυτό αυτό ανθίζει , σήμερα , κατά τον ωραιότερο τρόπο , ανάμεσα στους αναρχικούς και στους αντισημίτες , όπως άνθιζε , πάντα , άλλωστε , σαν τον μενεξέ , μ’ όλο που το άρωμά του διαφέρει»(σελ. 75).Στο Φ.ΝΙΤΣΕ: «Ο Αντίχριστος», Εκδοτική Θεσσαλονίκης ,Μετάφραση Ζ.Σαρίκα , γράφει «Μπορούμε να εξισώνουμε πλήρως τον χριστιανό με τον αναρχικό :ο στόχος τους , το ένστικτό τους , κατευθύνεται μόνο προς την καταστροφή. Η ιστορία αποδεικνύει αυτήν την πρόταση με μια εκπληκτική σαφήνεια»(σελ.79).
[83] Στο «Γενεαλογία της Ηθικής  » Εκδόσεις Γκοβόστης, ,Μετάφραση Άρης Δικταίος γράφει : «δε μπορώ να υποφέρω μήτε κι αυτούς τους νεοφανείς εμπόρους του ιδεαλισμού , τους αντισημίτες , που σήμερα στρέφουν άλλού τα μάτια τους και χτυπούν τα χριστιανικά , άρεια , αγαθά στήθεια τους και  που με γαϊδουρινή υπομονή και   ξεθεωτική κατάχρηση  των κοινότερων δημαγωγικών μέσων, την ηθική στάση δηλαδή , ζητούν να ερεθίσουν όλα τα στοιχεία του κερασφόρου ζώου που ‘χει ένας λαός (- αν κάθε είδος πνευματικής απάτης δεν μένει χωρίς επιτυχία στη σημερινή Γερμανία , αυτό οφείλεται στο αδιάψευστο και χειροπιαστό κιόλας φτώχεμα του γερμανικού πνεύματος , που την αιτία του τη ζητώ σε μιαν υπερβολικά αποκλειστική πνευματική τροφή που του δίνεται μ’ εφημερίδες , πολιτική , μπύρα  και βαγκνερική  μουσική , συμπεριλαμβανομένου κι αυτού που αποτελεί προυπόθεση αυτής της δίαιτας : ο εθνικός αποκλειστικισμός κ’ η εθνική ματαιοδοξία , η ισχυρή , μα και στενή αρχή : «Η Γερμανία υπεράνω όλων», μα και ,αμέσως μετά , η paralysis agitans των «μοντέρνων ιδεών» ) » (σελ. 168, 169).Επίσης στο Φ.ΝΙΤΣΕ «Η περίπτωση Βάγκνερ- Νίτσε εναντίον Βάγκνερ , Εκδοτική Θεσσαλονίκης ,Μετάφραση Ζ.Σαρίκα» γράφει : «Δεν αντέχω τίποτε το διφορούμενο .Από τότε που πήγε ο Βάγκνερ στη Γερμανία ,ενέδωσε σιγά-σιγά σ’ όλα  όσα περιφρονώ εγώ –ακόμη και στον αντισημιτισμό  »(σελ.94).
Στο «Πέρα από το καλό και το κακό »(Εκδόσεις Νησίδες, Μετάφραση –Επιμέλεια Ζ.Σαρίκας), γράφει «Τι χρωστάει η Ευρώπη στους Εβραίους;- Πολλά πράγματα , καλά και κακά , και προπαντός ένα που είναι ταυτόχρονα από τα καλύτερα και από τα χειρότερα:το μεγάλο στιλ στην ηθική , τη φοβερότητα και τη μεγαλειότητα των ατέλειωτων απαιτήσεων , των ατέλειωτων σημασιών , ολόκληρο τον ρομαντισμό και την εξοχότητα των ηθικών αμφιβολιών – και κατά συνέπεια ακριβώς το πιο ελκυστικό , ύπουλο και διαλεγμένο κομμάτι  εκείνων των χρωματικών παιχνιδιών και των σαγηνών της ζωής από  από  των οποίων την τελευταία αναλαμπή ο ουρανός της ευρωπαϊκής κουλτούρας μας , ο απογευματινός της ουρανός , τώρα φλέγεται – ίσως καίγεται. Εμείς οι καλλιτέχνες μεταξύ των θεατών και των φιλοσόφων είμαστε γι’ αυτό το πράγμα ευγνώμονες – στους Εβραίους….Το ότι οι Εβραίοι θα μπορούσαν , αν το ήθελαν – ή αν αναγκάζονταν , όπως φαίνεται να θέλουν οι αντισημίτες – ακόμη και τώρα να επικρατήσουν , και μάλιστα να κυριαρχήσουν σ’ ολόκληρη την Ευρώπη είναι σίγουρο.. Εξίσου σίγουρο είναι ότι δεν δουλεύουν και δεν κάνουν σχέδια γι’ αυτό το πράγμα.. Στο μεταξύ θέλουν και επιθυμούν μάλλον , ακόμη και με κάποια φορτικότητα , να απορροφηθούν και να αφομοιωθούν από την και μέσα στην Ευρώπη , λαχταρούν να εγκατασταθούν επιτέλους μόνιμα, να γίνουν δεκτοί και σεβαστοί και να δώσουν τέλος στη νομαδική ζωή , στον «περιπλανώμενο Ιουδαίο»  »(σελ. 144,σελ.146).
Στο Φ.ΝΙΤΣΕ: «Η θέληση για δύναμη», Εκδόσεις Νησίδες, Μετάφραση Ζ.Σαρίκας : «οι αντισημίτες δεν συγχωρούν τους Εβραίους για το ότι έχουν «πνεύμα» – και χρήμα. Οι αντισημίτες – ένα άλλο όνομα για  τους «μη προνομιούχους»(σελ.403)
[84] Φ.ΝΙΤΣΕ: «Η θέληση για δύναμη», Εκδόσεις Νησίδες, Μετάφραση Ζ.Σαρίκας,σελ.406
[85] όπως προηγούμενα σελ.406
[86] όπως προηγούμενα σελ.406
[87] όπως προηγούμενα σελ.406
[88] όπως προηγούμενα σελ.407
[89] όπως προηγούμενα σελ.350
[90] Φ.Νίτσε : «Χαραυγή», Μετάφραση –Επιμέλεια Ζήσης Σαρίκας , Σκόπελος , Εκδόσεις Νησίδες , 2004.

[91] Φ.Νίτσε : «Χαραυγή», Μετάφραση –Επιμέλεια Ζήσης Σαρίκας , Σκόπελος , Εκδόσεις Νησίδες , 2004, ,Αφορισμός 206 ,σελ.147
[92] Φ.Νίτσε : «Χαραυγή», Μετάφραση –Επιμέλεια Ζήσης Σαρίκας , Σκόπελος , Εκδόσεις Νησίδες , 2004, ,Αφορισμός 206 ,σελ 147,148
[93] Φ.Νίτσε : «Χαραυγή», Μετάφραση –Επιμέλεια Ζήσης Σαρίκας , Σκόπελος , Εκδόσεις Νησίδες , 2004, ,Αφορισμός 206 ,σελ147
[94] Φ.Νίτσε : «Χαραυγή», Μετάφραση –Επιμέλεια Ζήσης Σαρίκας , Σκόπελος , Εκδόσεις Νησίδες , 2004, ,Αφορισμός 206 ,σελ 148
[95] Φ.Νίτσε : «Χαραυγή», Μετάφραση –Επιμέλεια Ζήσης Σαρίκας , Σκόπελος , Εκδόσεις Νησίδες , 2004, ,Αφορισμός  173 ,σελ.124
[96] Φ.Νίτσε : «Χαραυγή», Μετάφραση –Επιμέλεια Ζήσης Σαρίκας , Σκόπελος , Εκδόσεις Νησίδες , 2004, ,Αφορισμός  173 ,σελ.124
[97] Κ.Μάρξ – Φ.Ένγκελς : « Η Γερμανική Ιδεολογία » , μετάφραση Κ.Φιλίνη , Αθήνα ,Gutenberg  , τόμος Α’ , σελ. 78.
[98] Ο Κ.Παπαιωάννου στο έργο του «ο Μάρξ και η φιλοσοφία » επισημαίνει  «Άλλωστε , ο ώριμος Μάρξ , πιο εξοικειωμένος με την πραγματικότητα του βιομηχανικού πολιτισμού . δείχνει ένα μεγάλο σκεπτικισμό , σχετικά με τη δυνατότητα μιας τέτοιας επανεμφάνισης της παλιάς «χαράς της εργασίας».Σ’όλη του τη ζωή ο Marx ,πίστευε , ότι η βιομηχανική  εργασία φανερώνει την «ουσία» του ανθρώπου και αποτελεί την πληρέστερη πραγματοποίηση των «ουσιαστικών δυνάμεων  του ανθρώπου»! » (Κ.Παπαιωάννου:Φιλοσοφία και Τεχνική :ο διάλογος Μάρξ- Χέγκελ, Εναλλακτικές Εκδόσεις ,Εισαγωγή Γ.Καραμπελιά σελ.63)
[99] Γ.Χέγκελ: Φαινομενολογία του πνεύματος ,Εκδόσεις Δωδώνη, Εισαγωγή-μετάφραση –σχόλια Δ.Τζωρτζόπουλου, Τόμος Α’ ,σελ. 343
[100] Κ.Μάρξ:Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, Εκδόσεις Γλάρος, 1975,μετάφραση  Μπάμπη Γραμμένου, σελ.177
[101] Φ.ΝΙΤΣΕ:Κείμενα για την Ελλάδα, Εκδόσεις ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ. Μετάφραση Ζήσης Σαρίκας σελ.89-106
[102] .ΝΙΤΣΕ:Κείμενα για την Ελλάδα, Εκδόσεις ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ. Μετάφραση Ζήσης Σαρίκας σελ.89
[103] .ΝΙΤΣΕ:Κείμενα για την Ελλάδα, Εκδόσεις ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ. Μετάφραση Ζήσης Σαρίκας σελ.90
[104] .ΝΙΤΣΕ:Κείμενα για την Ελλάδα, Εκδόσεις ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ. Μετάφραση Ζήσης Σαρίκας σελ.91
[105] .ΝΙΤΣΕ:Κείμενα για την Ελλάδα, Εκδόσεις ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ. Μετάφραση Ζήσης Σαρίκας σελ.98
[106] .ΝΙΤΣΕ:Κείμενα για την Ελλάδα, Εκδόσεις ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ. Μετάφραση Ζήσης Σαρίκας σελ.102
[107] ΝΙΤΣΕ:Κείμενα για την Ελλάδα, Εκδόσεις ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ. Μετάφραση Ζήσης Σαρίκας σελ.102
[108] Φ.ΝΙΤΣΕ:ΙΔΕ ο Άνθρωπος, Εκδόσεις ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ. Μετάφραση Ζήσης Σαρίκας σελ14
[109] Φ.ΝΙΤΣΕ: Πέρα από το καλό και το κακό »,Εκδόσεις Νησίδες, Μετάφραση –Επιμέλεια Ζ.Σαρίκας : «  Νιώθουμε σαν το σπίτι μας σε πολλές χώρες του πνεύματος , ή τουλάχιστον υπήρξαμε φιλοξενούμενοι σε σ’ αυτές. Ξεφεύγαμε πάντα από τις ευχάριστες μουχλιασμένες γωνιές , στις οποίες έδειχναν να μας παραδίδουν η προτίμηση και η προκατάληψη , η νιότη , η καταγωγή , οι συγκυρίες ανθρώπων και βιβλίων , ή και η κόπωση από την  περιπλάνηση .Είμαστε γεμάτοι κακία για τα θέλγητρα της εξάρτησης , που κρύβονται  μέσα στις τιμές , στο χρήμα , στα αξιώματα ή στους ενθουσιασμούς των αισθήσεων .Είμαστε ευγνώμονες προς τη δυστυχία και τη μεταβαλλόμενη αρρώστια , επειδή πάντα μας ελευθέρωνε από κάποιον κανόνα και την  «προκατάληψή» του »(σελ. 50).
[110] Φ.ΝΙΤΣΕ : Η θέληση για δύναμη, Εκδόσεις Νησίδες ,Μετάφραση- επιμέλεια Ζ.Σαρίκας,σελ. 405
[111] όπως προηγούμενα σελ.438
[112] όπως προηγούμενα σελ.438.Παρόμοιες αντιλήψεις εκφράζει στο «Πέρα από το καλό και το κακό »(Εκδόσεις Νησίδες, Μετάφραση –Επιμέλεια Ζ.Σαρίκας) : «ο εκδημοκρατισμός της Ευρώπης είναι ταυτόχρονα μια αθέλητη διευθέτηση για τη δημιουργία τυράννων – με όλες τις έννοιες της λέξης , ακόμη και την πιο πνευματική»(σελ.138)
[113] όπως προηγούμενα σελ.438
[114] όπως προηγούμενα σελ.440
[115] όπως προηγούμενα σελ. 238
[116] όπως προηγούμενα σελ.394