Από τον Χέγκελ , ο Μαρξ δεν κληρονόμησε μονάχα την εσχατολογία, την βεβαιότητα ότι η ιστορία έχει ένα τέλος, ένα Happy end όπου από το βασίλειο της ανάγκης περνάμε στο βασίλειο της ελευθερίας, αλλά και τη πεποίθηση ότι στην εργασία ενσαρκώνεται η ουσία του ανθρώπου. Το ανθρώπινο δράμα έχει ως αφετηρία το γεγονός ότι η εργασία αυτή παραμένει αλλοτριωμένη και αποξενωμένη. Όπως γράφει στα "Οικονομικά και Φιλοσοφικά χειρόγραφα", που εκδόθηκαν το 1844, η εργασία "είναι εξωτερική προς τον εργάτη, δηλαδή δεν ανήκει στην βαθύτερη ύπαρξη του"(μετ.Μ.Γραμμένου, εκδόσεις Γλάρος, σελ.98). Θα προσθέσει μάλιστα ότι η εργασία είναι ζωτική δραστηριότητα του ανθρώπου, "το ζώο είναι ταυτόσημο με τη ζωτική του δραστηριότητα. Δεν ξεχωρίζει από τη δραστηριότητα αυτή , το ζώο είναι η ίδια η δραστηριότητα"(ό,π. σελ.98) ώστε τελικά "η συνειδητή ζωτική δραστηριότητα ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τη ζωτική δραστηριότητα του ζώου. Μόνο χάρη σ' αυτή τη συνειδητή ζωτική δραστηριότητα ο άνθρωπος είναι ειδολογική ύπαρξη. Ή μάλλον είναι συνειδητό ον, δηλαδή η δική του ζωή είναι αντικείμενο γι' αυτόν μόνο επειδή είναι ειδολογική ύπαρξη. "(ο.π. σελ.98)".
Η ανθρώπινη ύπαρξη πλέον ταυτίζεται με την παραγωγή και την εργασία: "είναι ακριβώς η διαμόρφωση που επιφέρει πάνω στον αντικειμενικό κόσμο, με την οποία ο άνθρωπος αποδείχνει τον εαυτό σου σαν ειδολογική ύπαρξη. Η παραγωγή αυτή είναι η δραστήρια ζωή του σαν είδος. Μέσα από την εργασία, η φύση εμφανίζεται σαν δικό του έργο και δική του πραγματικότητα. Το αντικείμενο της εργασίας είναι επομένως η αντικειμενοποίηση της ειδολογικής ζωής του ανθρώπου: γιατί ο άνθρωπος αναπαράγει τον εαυτό του όχι μόνο πνευματικά στη συνείδησή του, αλλά δραστήρια και ουσιαστικά, και μπορεί έτσι να κοιτάζει τον εαυτό του σ' ένα κόσμο που ο ίδιος δημιούργησε"(ό.π.σελ.99). Ακριβώς επειδή η ανθρώπινη ύπαρξη διακρίνεται από την απλά ζωϊκή, από και χάρις την εργασία, η αποξενωμένη εργασία είναι αυτή που αποδίδει δραματικά χαρακτηριστικά στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Ένα χρόνο μετά , το 1845,εκδίδεται η "Γερμανική Ιδεολογία". Ένα μεγάλο μέρος του έργου αναλώνεται στην επίθεση στον Μ.Στίρνερ. Όμως εδώ υπάρχει η σφραγίδα ενός ρομαντισμού, που δίνει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στην μαρξική εσχατολογία . Πλέον θα περάσουμε από τον καταμερισμό της εργασίας στον ολικό άνθρωπο όπου "ο καθένας μπορεί να τελειοποιηθεί σε οποιοδήποτε κλάδο θέλει" ώστε να "κάνει δυνατό για μένα να κάνω ένα πράγμα σήμερα κι άλλο αύριο, να κυνηγώ το πρωϊ, να ψαρεύω το απόγευμα, να φροντίζω τα ζώα το βράδυ, να κάνω κριτική μετά το δείπνο, όπως ακριβώς μου αρέσει, χωρίς ποτέ γίνομαι κυνηγός, ψαράς, βοσκός ή κριτικός"(Η γερμανική ιδεολογία, μετάφραση - επιμέλεια Κ.Φιλίνη, εκδόσεις Gutenberg, α' τόμος σελ.80).
Στα Grundrisse (1857-1858), ο Μαρξ, ακολουθώντας τον Αριστοτέλη αποδίδει στον ελεύθερο χρόνο καίρια σημασία που επιδρά θετικά στην παραγωγή: "η εξοικονόμηση εργάσιμου χρόνου ισοδυναμεί με αύξηση του ελεύθερου χρόνου, δηλαδή του χρόνου για την πλήρη ανάπτυξη του ατόμου, κι αυτή η ανάπτυξη αντεπιδρά η ίδια με τη σειρά της, σαν η μεγαλύτερη παραγωγική δύναμη, πάνω στην παραγωγική δύναμη της εργασίας"(Grundrisse, μετάφραση-εισαγωγή Δ.Διβάρης, β' τόμος, εκδόσεις Στοχαστής, σελ.544). Πλέον ο ελεύθερος χρόνος και όχι ο εργάσιμος έχει καθοριστική σημασία για την ανθρώπινη ύπαρξη και την δημιουργία πλούτου: "τότε μέτρο του πλούτου δεν θα είναι πια καθόλου ο χρόνος εργασίας, αλλά ο διαθέσιμος χρόνος"(ό.π. σελ.541).
Βέβαια οι σκέψεις αυτές δεν θέτουν καθόλου το ερώτημα αν ο ελεύθερος χρόνος αναλώνεται δημιουργικά ή αντίθετα και αυτός είναι σε κάποιο βαθμό ελεγχόμενος.Όμως τα πορίσματα αυτά θα έχει ενδιαφέρον να συγκριθούν με αυτά που τελικά κυριάρχησαν στο διάστημα που περάσαμε από τον θεωρητικό λόγο, στην πρακτική δραστηριότητα , των επιγόνων και όλων όσων επικαλούνταν τον Μαρξ.
Στα Grundrisse όμως ο Μαρξ επανέρχεται στην χεγκελιανή έννοια της αποξένωσης και της αλλοτρίωσης, που χρησιμοποίησε για πρώτη φορά στα "Οικονομικά και φιλοσοφικά χειρόγραφα", μετά την παραδοχή ότι η σημασία της ζωντανής εργασίας υποχωρεί μπροστά στην αντικειμενοποιημένη εργασία, δηλαδή στο σταθερό κεφάλαιο, η πιο συγκεκριμένα από την ανάπτυξη των μηχανών, συγκεκριμένα: "η έμφαση βρίσκεται όχι στην αντικειμενοποίηση αλλά στην αποξένωση, αλλοτρίωση, εκποίηση. στο ότι η τεράστια αντικειμενική δύναμη που η ίδια η κοινωνική εργασία όρθωσε απέναντι στον εαυτό της, σαν ένα από τα συνθετικά της στοιχεία, δεν ανήκει στον εργάτη αλλά στους προσωποποιημένους όρους της παραγωγής, δηλαδή στο κεφάλαιο. Καθώς στη βάση του κεφαλαίου και της μισθωτής εργασίας η παραγωγή αυτού του κοινωνικού σώματος της δραστηριότητας γίνεται σε αντίθεση προς το άμεσο εργατικό δυναμικό -αυτή η διαδικασία αντικειμενοποίησης εμφανίζεται πραγματικά σαν διαδικασία αλλοτρίωσης, από τη σκοπιά της εργασίας, η ιδιοποίηση της ξένης εργασίας, από τη σκοπιά του κεφαλαίου-, αυτή η διαστρέβλωση και αντιστροφή είναι πραγματική, όχι απλή άποψη, υπαρκτή μόνο στη φαντασία των εργατών και των καπιταλιστών"(ό.π. σελ.641, 642).
Ο Κ.Αξελός ορθά συμπεραίνει ότι ο Μαρξ αποδίδει στην πλανητική τεχνική το κλειδί για να περάσουμε από το βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας ώστε "η προϋπόθεση της μαρξικής σκέψης και το οροθετημένο μεγαλείο του οράματος του είναι μεταφυσικά, αποτελούν, μάλιστα, την έκβαση της δυτικής μεταφυσικής, η οποία γέννησε την επιστήμη και την τεχνική που ετοιμάζονται να κατακτήσουν ολόκληρο τον πλανήτη στο όνομα του εργαζόμενου, για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του ανθρώπου"(Κ.Αξελός, Ο Μαρξ στοχαστής της τεχνικής, μετάφραση Τάκης Αθανασόπουλος, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2000, σελ.298,299).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου