Σάββατο 31 Ιουλίου 2010
"Κάποια μάνα αναστενάζει, μέρα νύχτα ανησυχεί":Το τραγούδι του ελληνικού εμφυλίου πολέμου
Ορισμένα εκτενή αποσπάσματα από το σημείο της «ΠΥΡΑΜΙΔΑΣ 67 » (Έκδοση ΕΣΤΙΑΣ 2006, σελ. 48,49,50).) , όπου ο Ρένος Αποστολίδης εικονογραφεί το ζειμπέκικο στον εμφύλιο πόλεμο:«Στους νυχτερινούς δρόμους των πόλεων , μεθυσμένοι στις ταβέρνες και στα καφενεία , στις παράγκες και στα βουνά , στ’ αμπριά των υψωμάτων και στα φυλάκια των γεφυρών , μια τριετία ολάκερη τούτη η σπαραγμένη χώρα , η ματωμένη , σε φριχτό βυθό πεσμένη , στην απόγνωση φτασμένη , δίχως ένα φέγγος από πουθενά , μητ’ ελπίδα – παντού όπου υπήρχε στρατός , παντού όπου υπήρχε αντάρτικο , παντού όπου καπνός , χαλασμός κ’ ερείπια !- η χώρα τούτη ολάκερη , μια ολάκερη τριετία , τραγούδησε ένα τραγούδι , το ίδιο και πάλι το ίδιο , μ ‘ επιμονή , με άφατο πόνο , με σπαραγμό και δάκρυα σ’όλα τα μάτια : Κάποιο απλό , λαικό , σερέτικο. ..Στα σκοτεινά μπουντρούμια των απομονωτηρίων , τα δάκρυα έσταζαν , στις ξύλινες παράγκες και στ' αντίσκηνα των εξοριών , τα δάκρυα έσταζαν , στα υψώματα πάνω , τα δάκρυα έσταζαν , στις ταβέρνες των κωμοπόλεων και στα καπηλειά των χωριών , τα δάκρυα έσταζαν , στους θαλάμους των νοσοκομείων τα δάκρυα έσταζαν Στρατιώτες κλαίγαν , κλαίγαν αντάρτες , εξόριστοι , άμαχοι , άνθρωποι των πόλεων !Κλαίγαν χωριάτες , κλαίγαν γυναίκες , κλαίγαν παιδιά – όλοι έκλαιγαν !.. Κι όταν στις ταβέρνες σηκωνόταν άξαφνα κάποιος να το χορέψη , δέος τους κάτεχε όλους – εξομολόγηση ομαδική !.. Το απαγόρεψαν , το κυνήγησαν – διατάξαν πια να μην πάιζεται , να μην ακούεται πια , στόμα που φοράει χακί να μην το τραγουδήση , στόμα κανένα να μην το ξαναπή !.. Μα εκείνο ανίκητο ! Σ’ όλα τα στόματα είχε κολλήσει , σ΄ όλα τ’ αφτιά είχε βιδωθή , μ’ όλους τους ήχους είχε δεθή – μ’όλους τους χτύπους , μ ‘όλες τις καρδιές !Το κλάμα του είχε ριζώσει – σαν κισσός είχε απλώσει κ’είχε όλους τους πόνους σφιχταγκαλιάσει !Μια ολάκερη χώρα , με δαύτο τάλεγε όλα :την κούρασή της , την οδύνη , την απόγνωσή της !Τ'" όχι" της ήταν - το ανένδοτο !.. Δεν υποστήριζε ιδέες , δεν αμφισβητούσε πίστεις ,δεν έκανε θεωρία .Μόνο έλεγε πως μ'όλ'αυτά που κάνετε , που κάνετε όλοι σας , τόσο άσπλαχνα όλοι σας .. Στα όσα πράξατε , ο λαός αυτός , σοφώτερός σας , δε σας αντέτασσε τα όπλα , που όλοι του βάζατε στα χέρια , παρά ένα τραγούδι , ένα πόνο τον πιο βαθύ του ανθρώπου !Δεν σας έλεγε να πάτε να πεθάνετε - καθώς τον στέλνατε σείς.Σας θύμιζε μόνο τη μάνα σας , τη δικιά σας τη μάνα , που όμοια και για σας θα πονούσε , όσο ένοχοι κι άν είσαστε ! .....Πάνω στα υψώματα , απ΄ τα μεγάφωνα των Μονάδων , που ήταν στημένα για την προπαγάνδα , κι απ΄τα χωνιά τ’ αντάρτικα , που ήταν για τη «διαφώτιση» , τρία ολάκερα χρόνια , σαν τελειώναν τα διαταγμένα λόγια τους , οι «επίτροποι » και οι «Α2» τραγουδούσαν οι άλλοι το ίδιο τραγούδι :
«Κάποια μάνα αναστενάζει , μέρα νύχτα ανησυχεί»
.............
Το τραγούδι αυτό , που σας το σιγοτραγουδούσαν όλοι μες στ' αυτιά και σείς δεν το θέλατε να τ'ακούτε , κ' είπατε να μην τραγουδιέται !... Αλλά εγώ σας λέω : των μητέρων ο πόνος θα νικήση τα όπλα σας !Αυτό το απλό και ασήμαντο τραγούδι είν ' η ντροπή σας ! Συλλογιστήτε : πόσα παλληκάρια κλάψαν πάνω στα λόγια του ! .. Έπρεπε ν ' ακούατε τον ήχο του - όχι τα λόγια του .Τα λόγια του είναι τίποτα - κοινά και τετριμμένα .Μα ν ' ακούατε τον ήχο του : μοιρολόι παράτονο ... Φταίγατε σεις - όχι εκείνοι - που το τραγουδούσαν !.. Α, ν' ακουάτε το κλάμα του, το μήνυμα που έφερνε .... Μα εσείς κωφεύατε!.. Τι σας κάναν οι μάνες και τους δώσατε τοσον πόνο ; Πήρατε τα παιδιά τους και δεν τους τα φέρατε πίσω, ή τους τα φέρατε στα χέρια , με κομμένα πόδια απ' τα χιόνια , ή απ' τις νάρκες , με διάτρητα τα σώματα απ' τις ρίπες , με παραμορφωμένα πρόσωπα απ' τις φλόγες , με κρανία σπασμένα , με μυαλά χαμένα , μ΄ ένα χαμόγελο νεκρού ...» .
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου