Κυριακή 11 Ιουνίου 2023

Πολιτική Θεολογία-εσχατολογία: Ιστορία και το μυστήριο των εσχάτων, εκδόσεις Αρμός , Αθήνα , Φεβρουάριος 2023, σελ.428 (Δ.Γερούκαλης, Κ.Γκίνης, Αθ.Μουστάκης, Δ.Ούλης, επιμέλεια Δημήτριος Γερούκαλης)

 



 

Από την Κω και με την επίνευση και την φροντίδα  του Δημήτρη Γερούκαλη μας έρχεται το ανά χείρας βιβλίο που ερευνά τις διαστάσεις που λαμβάνει η πολιτική θεολογία.

Η σχέση της εκκλησίας, της πολιτικής, της εξουσίας  είναι ένα ενδιαφέρον και πολυσήμαντο κεφάλαιο του χριστιανισμού  που οι διαφορετικές ερμηνείες τους επέτρεψαν να υπηρετηθούν  τελείως διαφορετικά πολιτικά προγράμματα και καθεστώτα. Από τον ευαγγελικό λόγο που ορίζει ότι όποιος επιθυμεί να είναι πρώτος θα πρέπει να είναι λειτουργεί ως έσχατος και διάκονος των υπολοίπων, ως την επιστολή του Απόστολου Παύλου που ορίζει μεν την εξουσία «εκ Θεού» αλλά να της αποδίδουμε ότι της αξίζει αλλά και ως την αποδοκιμασία του πλούτου στην επιστολή του Ιάκωβου του Αδελφόθεου  σχηματίζεται ένα φάσμα νοημάτων που μπορεί να συμβιβαστεί με ένα καθεστώς μοναρχικής εξουσίας, με ένα δημοκρατικό καθεστώς αλλά και μια «θεολογία της απελευθέρωσης».  Ειδικά μετά το βιβλίο του Χάντιγκτον για  την σύγκρουση των πολιτισμών, όπου οι τελευταίοι καθορίζονται δεσμευτικά από την επικρατούσα θρησκεία, η σημασία της τελευταίας στις διεθνείς σχέσεις έχει αποκτήσει αυξημένη βαρύτητα. Ο χριστιανισμός, όμως δεν μπορεί να αφομοιωθεί σε καμίας μορφής πολιτική εσχατολογία, ακριβώς γιατί η δική του εσχατολογία ταυτίζεται με την Ανάσταση και την νίκη πάνω στον θάνατο.

Από αυτή την οπτική ο προβληματισμός που αναπτύσσεται είναι εξαιρετικά αναγκαίος,  χρήσιμος, και όχι αποκλειστικά  για αυτόν που είναι ενεργό μέλος της εκκλησίας.

Το δοκίμιο του Κωνσταντίνου Γκίνη «Θρησκεία, θρησκευτική αναγέννηση και διεθνής πολιτική» εστιάζει σε θέματα όπως η εκκοσμίκευση  της εκκλησίας και η επίδραση των θρησκειών στις διεθνείς σχέσεις. Μεταξύ άλλων επισημαίνει ότι «τα κράτη πρέπει να εκπονούν εθνικές στρατηγικές για την επιβίωση, την ασφάλεια και την προάσπιση των εθνικών τους συμφερόντων. Αυτό επιβάλει να συμπεριλάβουν μεταξύ των άλλων παραγόντων και τη θρησκεία σε συνδυασμό με το ρόλο που διαδραματίζει, στη διαμόρφωση του ισοζυγίου ισχύος στις περιοχές του εθνικού τους ενδιαφέροντος»(σελ.63).

Το δοκίμιο του Δημήτρη Γερούκαλη αποτελεί παράδειγμα ολοκληρωμένου φιλοσοφικού και θεολογικού λόγου που συνδυάζεται με άρτια γνώση της επιστημολογίας και των κατευθύνσεων των θετικών επιστημών. Ξεκινά με μια βαρυσήμαντη επισήμανση  για τον χαρακτήρα του σύγχρονου κόσμου και την θέση του ελληνισμού ανάμεσα σε ανατολή και δύση: «ο ελληνικός πολιτισμός μας καθοδηγεί ούτως ώστε να θεωρούμε και άλλοτε να αναζητούμε τα όντα και τον κόσμον πέρα από τον χρησιμοθηρισμόν και τον ωφελισμόν. Να θεωρούμε δηλαδή τα όντα ως όντα και ως «φορείς» αληθείας, την οποίαν καλείται ασκητικοερωτικώς να αποκωδικοποιήσει ο άνθρωπος. Αυτός είναι και ο βαθύτερος πυρήν και η κινητήριος δύναμις της ελληνικής επιστήμης. Άλλοι πολιτισμοί, αρχαιότεροι ή σύγχρονοι του αρχαιοελληνικού, μυούσαν τον άνθρωπον εις την μεταφυσικήν φυγήν από τον κόσμον προς την ιδεατήν περιοχήν της «ψυχικής γαλήνης». Δηλαδή μυούσαν τον άνθρωπον εις την μεταφυσικήν αδιαφορίαν ως προς τον ορατόν και αισθητόν κόσμον»(σελ.87).

Η αποφατική θεολογία συναντά την σύγχρονη επιστήμη καθώς «ο Θεός δεν υπόκειται εις την απόφασιν κάθε λογικής κατηγορίας. Επομένως δεν είναι δυνατή η απόφασις υπάρξεως ή μη υπάρξεως του . Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής αναφέρει ότι το αποφατικόν «μη είναι» θα ταίριαζε περισσότερον εις το Θεόν. Προχωρώντας εν βήμα περαιτέρω  θα μπορούσαμε να δώσουμε μιαν αναλογίαν και να πούμε ότι ο Θεός είναι όπως το κενόν σύνολον: Είναι μοναδικόν, και παρά το ότι είναι κενόν, θεμελιώνει τα Μαθηματικά (βλέπε δια παράδειγμα τον ορισμόν των φυσικών αριθμών με την χρήσιν της θεωρίας τύπων του B.Russell)»(σελ.112). Έχω κάποιες επιφυλάξεις όμως για μια επισήμανση, που είναι αρκετά διαδεδομένη ανάμεσα στους ορθόδοξους θεολόγους και στοχαστές, καθώς προϋποθέτει την ύπαρξη, ένθεν και ένθεν, μιας μονοδιάστατης πραγματικότητας: «ο πολιτισμός της Ρωμανίας, (ο συνήθως λεγόμενος Βυζαντινός), καθώς και όλοι οι πολιτισμοί που προηγήθηκαν του δυτικοευρωπαϊκού, είναι κατεξοχήν οντολογικός  πολιτισμός, δηλαδή πολιτισμός της σχέσεως και της κοινωνίας ή μετοχής. Αντιθέτως, συμφώνως προς όσα προηγήθηκαν, ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός μετά τον 10ον αιώνα εξελίσσεται εις οντικόν πολιτισμόν όπου κυριαρχεί η εξατομίκευσις και ο υποκειμενισμός»(σελ.140). Σημαντικά είναι όσα αναφέρονται για το έργο του Ιωάννη Δαμασκηνού.

Το δοκίμιο του Δ.Ουλή  εξετάζει το έργο δύο σπουδαίων θεολόγων του δυτικού χριστιανισμού του I.B.Metz και του Jurgen Moltmann. Ο συγγραφέας επισημαίνει την σκέψη του Metz ότι «το Άουσβιτς δεν συνιστά κάποιο ατυχές «λοξοδρόμισμα» από  το πρόγραμμα της Νεωτερικότητας, αλλά μάλλον την έσχατη λογική απόληξη – και την ολοκληρωτική αποτυχία- αυτού του προγράμματος»(σελ.235). Ο Metz αναγνωρίζει ως πρόδρομο της Νέας Πολιτικής Θεολογίας τον Κάντ του Πρακτικού Λόγου, αλλά και τον K.Barth και τον D.Bonhoeffer(σελ.250).

Ο Α.Μουστάκης στο δοκίμιο του με τον τίτλο «Ατενίζοντας τα έσχατα: Θεός και άνθρωπος σε διάλογο» συμπεραίνει ότι «ο Χριστός είναι ο έσχατος Αδάμ. Στο μυστήριο του προσώπου Του η εσχατολογία βρίσκει την τελική ερμηνεία. Έτσι η ορθή χριστολογία οδηγεί σε ορθή εσχατολογία και θεολογικά ορθή κατανόηση της ιστορίας.  Η ένωση των  δύο φύσεων δίνει στην εσχατολογία την αληθινή της διάσταση και θέτει την εσχατολογική προοπτική του ανθρώπου και του κόσμου σε σωστή βάση»(σελ.294). Επίσης επισημαίνει τις αρνητικές επιρροές από τον «συντηρητικό αμερικάνικο προτεσταντισμό, τη ρώσικη ιδιότυπη (συχνά προβληματική) ευσέβεια, τον πανταχού παρόντα θαλερό γεροντισμό, την αναζήτηση ορθόδοξων «γκουρού», «προφητολόγων» και «καθοδηγητών»(σελ.298).

Τα δοκίμια που απαρτίζουν το ανά χείρας έργο αποτελούν σημαντική συνεισφορά στον προβληματισμό, ιδιαίτερα επίκαιρο, για την σχέση της πολιτικής και της θεολογίας, της εκκλησίας του κόσμου και της εξουσίας, της θέσης του ανθρώπου στον σύγχρονο κόσμο και την πορεία προς τα έσχατα. Σίγουρα αν η εκκλησία προσπαθήσει να υποκαταστήσει την πολιτική θα αποτύχει, όπως και οι πολιτικές που ενδύθηκαν εσχατολογίες δημιούργησαν τερατουργήματα. Ο λόγος των συγγραφέων είναι ώριμος, ενδιαφέρον και για αυτό μπορεί να δημιουργεί ταυτίσεις με όσα ισχυρίζονται αλλά και ίσως    σε ορισμένες περιπτώσεις αποκλίσεις Μα αυτό συνιστά ένα πρόσθετο λόγο, μια πρόσθετη απόδειξη ότι έχουμε μπροστά μας όχι έναν νεκρό αλλά ζωντανό λόγο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου