Youtube

Youtube
Βρείτε το κανάλι μας στην ψηφιακή πλατφόρμα youtube.

Κυριακή 11 Ιουνίου 2023

Ιωάννα Τσιβάκου: Η αναζήτηση του Νοήματος, η λειτουργική χρησιμότητα και οι ζωντανές ανθρώπινες σχέσεις

 Ιωάννα Τσιβάκου, Περίπλους στις ακτές του Νοήματος, εκδόσεις Ι.Σιδέρης, Αθήνα Μάιος 2023, σελ.487.


 


Στο τελευταίο βιβλίο της Ι.Τσιβάκου η αναζήτηση του Νοήματος γίνεται η αιτία για να ταξιδεύσουμε στις διαδρομές που ακολούθησε ο φιλοσοφικός στοχασμός από την αφετηρία του ως την σύγχρονη εποχή.

Ο περίπλους, όπως ονομάζει η συγγραφέας το έργο της, προϋπέθεσε την εις βάθος γνώση της φιλοσοφίας, συχνά και της θεολογίας, και την ετοιμότητα να διατυπώσει έναν ώριμο κριτικό λόγο.

Με αυτό τον τρόπο ξεκινώντας από τον Αριστοτέλη και τους Πατέρες της Εκκλησίας, θα περάσει στον Σπινόζα, στον Χέγκελ, στον Μάρξ, στον Βέμπερ, στον Ζίμελ, στον Καστοριάδη  για να καταλήξει στον Μπουρντιέ, στον Φουκώ και στο Ν.Λούμαν. Προκύπτει ότι ανεξάρτητα από τις εποχές και τους επικρατούντες κοινωνικούς σχηματισμούς η ανάλυση και η γνώση του πραγματικού βαδίζει μαζί με την αναζήτηση του Νοήματος , δηλαδή τον καθορισμό των λόγων  που αποδίδουν στην ζωή σκοπό και στόχο. Δίχως την νοηματοδότηση η ζωή  και η πραγματικότητα  θα μετεωρίζονται ανάμεσα στην άνια, την πλήξη και τον μηδενισμό. Συνεπώς με σαφή τρόπο τίθεται το ζήτημα και οι υποχρεώσεις του στοχασμού: η περιγραφή της πραγματικότητας αναγκαστικά συμπλέκεται με κανονιστικές θεμελιώσεις.

Όπως επισημαίνει η συγγραφέας: «συμπερασματικά, επιδίωξη αυτού του μικρού περίπλου σε κάποιους σημαντικούς σταθμούς της σκέψης  -οι οποίοι συνέβαλαν στη δημιουργία του σύγχρονου χάσματος μεταξύ ενός νοήματος αποβλέποντας στην ερμηνεία αλλά και στη συνεκτικότητα του κόσμου κι ενός νοήματος καταφάσκοντος  στη σύγχρονη τεχνολογική του χρηση-, είναι να φανεί ότι ο ρόλος της σκέψης  είναι ισοδύναμος μ’ αυτόν των απρόσωπων   κοινωνικών θεσμίσεων ή της ανθρώπινης βούλησης, όσον αφορά την εξέλιξη των κοινωνιών⸱ επίσης η ανάλυση της λογίας και της επιστημονικής σκέψης, όπως και της τέχνης γενικότερα, να μην αξιολογείται από τη συμβολή τους στη γνώση ή στην αισθητική του καιρού τους, αλλά και ως προς τις ευθύνες τους απέναντι στις νοηματικές κατευθύνσεις ενός πολιτισμού»(σελ.60).

Η μετάβαση της σκέψης από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη στους Πατέρες της Εκκλησίας οδήγησε σε ριζικούς προβληματισμούς για την ουσία, την υπόσταση, το πρόσωπο παρέχοντας εδραία θεολογική θεμελίωση στο νόημα: «δεν ήλθε η χριστιανική διδασκαλία να συζητήσει την αλήθεια των πραγμάτων  του κόσμου ή ηθικούς κανόνες συμβατούς με την Πολιτεία και τις ανάγκες της. Ήλθε να προτείνει έναν άλλο τρόπο ζωής⸱ έναν τρόπο που φανέρωσε η ενανθρώπιση του Θείου Λόγου και η δυνατότητα της νίκης του ανθρώπου επί του θανάτου. Σε σύμπνοια μ’ αυτόν τον Λόγο, η αγάπη ως ιδιότης του θείου, αλλά και οι αξίες της προσωπικής ευθύνης και εντιμότητας, της συμπόνιας και της ευχαριστίας έδωσαν όχι μόνο νόημα ζωής, αλλά αποτέλεσαν επί μακρόν οδηγούς κοινωνικής συμπεριφοράς και κατάφασης στο μυστήριο της θεϊκής κτίσεως. Μαζί με τις αξίες, οι θεραπείες του Ευαγγελίου, σε γλώσσα κατανοητή και όχι λογία- όχι επιστημονική θα λέγαμε σήμερα- προσέτρεξαν με το φερόμενο από αυτές νόημα να θεραπεύσουν τα πάθη του σώματος και της ψυχής»(σελ.93).

Η εξέταση της νεωτερικότητας οδηγεί  στην αναμέτρηση με τον λόγο στοχαστών όπως ο Σπινόζα στον οποίο «ο Θεός αδιαφορεί για την ανθρώπινη τύχη⸱ είναι η φυσική του αναγκαιότητα που τον κινητοποιεί κι όχι κάποια αγαθή προαίρεση, γι’ αυτό μόνο από τα αποτελέσματα των επιλογών μας μπορούμε να διαπιστώσουμε πόσο κοντά ή μακριά είμαστε από τη θεϊκή Υπόσταση»(σελ.113). Ως εξέλιξη της σκέψης αυτής εμφανίζεται ο οντολογικός ατομικισμός που καθιστά το άτομο δημιουργό της κοινωνίας. Η εδραίωση του φιλελευθερισμού εναρμονίζεται με την κυριαρχία της σκέψης του Χιούμ, της φιλοσοφίας του Port Royal, της Εγκυκλοπαίδειας , του Ντεκάρτ.

Η Ι.Τσιβάκου  διακρίνει τις πνευματικές προϋποθέσεις του φιλελευθερισμού: «ο σχετικισμός στη σκέψη, ίδιον της φιλοσοφίας του φιλελευθερισμού, συντείνει στον σχετικισμό και για το νόημα της κοινωνίας. Καθώς η σκέψη εστιάζει στη σχέση ανθρώπου-κοινωνίας διερωτώμενη αν είναι ο άνθρωπος δημιουργός της κοινωνίας ή δημιούργημα της, το Είναι αποσύρεται από τη σκηνή του στοχασμού. Ο δυτικός φιλελευθερισμός τοποθετήθηκε ήδη υπέρ ενός εξατομικευμένου Εγώ, κυρίαρχου και κυριαρχούμενου από τον Ορθό Λόγο»(σελ.125). Όμως το επόμενο διάστημα, αυτό το πνευματικό σύμπαν αντιμετωπίζει αμφισβητήσεις ακόμη και από φιλελεύθερους στοχαστές όπως ο Α.Τοκβίλ ώστε ο οντολογικός ατομικισμός αντικαθίσταται σε ένα βαθμό από τον οντολογικό ολισμό  που εκπροσωπείται από το έργο του Χέγκελ και του Μαρξ. Ο τελευταίος δεν μπορεί να ερμηνευθεί δίχως να εντοπιστούν οι σημαντικές οφειλές του προς τον πρώτο. Σύμφωνα με την εμβληματική  φράση του Μαρξ ο στοχασμός δεν αρκεί να ερμηνεύσει τον κόσμο αλλά θα πρέπει να τον αλλάξει. Με αυτή την οπτική «το νόημα δεν είναι αυτό που δομεί την κοινωνία, ούτε είναι κινητήριος δύναμη της συλλογικής συνείδησης, παράγεται εντός της κοινωνίας τιθέμενο στην υπηρεσία της»(σελ.167). Τα στοιχεία που έχουν θεμελιώδη σημασία είναι οι «παραγωγικές δυνάμεις», η τεχνική ώστε «αρχής γενομένης από τα Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, όπου η τεχνική θεωρείται ως μέσον αυτοθέσμισης του ανθρώπινου εαυτού, φθάνει στο Κεφάλαιο να αντιμετωπίζεται –υπό τη μορφή των παραγωγικών δυνάμεων- ως ο πρωταγωνιστής των κοινωνικών μετασχηματισμών»(σελ.173). Στα πλαίσια αυτά η εργασία έχει την ίδια σημασία που είχε ο Θεός ή η Ιδέα στο Χέγκελ: «τη θέση τους καταλαμβάνει η εργασία, η οποία καθοδηγεί το γίγνεσθαι, δίνοντας κάθε φορά στη σύζευξη των παραγωγικών δυνάμεων και των κοινωνικών σχέσεων την ιστορική δυνατότητα να αναδεικνύουν νέες μεγα-μορφές, όπως είναι οι εκάστοτε κοινωνικοί σχηματισμοί  (π.χ., της δουλοκτησίας, της  φεουδαρχίας ή του καπιταλισμού)»(σελ.175).  Ορθά η συγγραφέας επισημαίνει: «ο Μαρξ ενώ κατηγορεί τον Χέγκελ για ιδεαλισμό, στην πραγματικότητα οι βασικοί θεμελιακοί παράγοντες της ανάλυσης του δεν είναι παρά εννοιοκρατικές κατηγορίες, οι οποίες μπορεί να στηρίζονται σε φυσικά υλικά ή άυλα αντικείμενα, όμως η γενίκευση και η μετάπλαση τους σε εννοιακές μορφές προδίδει τη χεγκελιανή καταγωγή τους»(σελ.178). Η αλλοτρίωση,  ο φετιχισμός του εμπορεύματος, έννοιες που έγιναν διάσημες μετά τον Μαρξ από μαρξιστές όπως ο Λούκατς δεν μπορούν να κατανοηθούν χωρίς ή έξω από την χεγκελιανή φιλοσοφία.

Ο Βέμπερ μάλλον θεμελιώνεται εξίσου στον μεθοδολογικό ατομικισμό και στον μεθοδολογικό ολισμό εφόσον η πρωταρχική αξία του ατόμου συνδυάζεται με την μελέτη της θρησκείας, της γραφειοκρατίας, του εργαλειακού ορθολογισμού, την χαρισματική ηγεσία, την  ηθική της ευθύνης κλπ. Το  σημαντικό έργο του εξακολουθεί να αποτελεί βασική στοιχείο για να κατανοήσουμε την νεωτερικότητα. Συνεχίζεται με το έργο του Ζίμελ  όπου το χρήμα «δεν είναι μόνο, όπως στον Μαρξ, ένα γενικό ισοδύναμο ανταλλαγής, αλλά ταυτόχρονα, ένα πολιτισμικό μέσον, ικανό να συνδέει την αντικειμενική με την υποκειμενική κουλτούρα»(σελ. 218). Ο Κ.Καστοριάδης θα δείξει τα όρια της «συνολο-ταυτιστικής λογικής» και την αξία του κοινωνικού φαντασιακού. Στον δομισμό αποκορυφώνεται η κρίση του νοήματος εφόσον  αντικαθίσταται από τον σχετικισμό: «εν προκειμένω, δεν έχουμε μόνο αποσύνδεση της σχέσεως σημαίνοντος-σημαινόμενου που ανέπτυξε ο δομισμός, αλλά κι ένα σκόρπισμα του νοήματος σε όλη την ακολουθία των σημαινόντων, έτσι που το νόημα δεν μπορεί ποτέ να ολοκληρωθεί μιας και είναι συνεχώς αναβαλλόμενο και αμφισβητούμενο»(σελ.326). Η ευθύνη της αποδομητικής θεωρίας του Ντεριντά, έγκεινται στο ότι «παραμένοντας εγκλωβισμένη στα σημαίνοντα της γλώσσας, αντικαθιστά τον πραγματικό κόσμο με σημεία, με οντότητες χωρίς ουσία, ευρισκόμενες στο έλεος μιας απροσδιοριστίας, η οποία καθώς έχει αφαιρέσει από το σημείο το συμβολικό, αφήνει τη συνείδηση έρμαιο γλωσσικών παιγνίων, άδεια από κάθε υπόσταση που θα μπορούσε να την παρηγορήσει, μετατρέποντας το μέλλον σ’ ένα ουδέποτε αφικνούμενο παρόν»(σελ.327).

Η Ι.Τσιβάκου σε αυτό τον περίπλου στον φιλοσοφικό στοχασμό, εισάγει τον αναγνώστη στον κριτικό λόγο, συμπεραίνει ότι η ερμηνεία του κόσμου δεν ήταν ποτέ ανεξάρτητη  από τον εντοπισμό του νοήματος, καταλήγει ότι σε μια πραγματικότητα όπου κυριαρχεί η λειτουργική χρησιμότητα ή πιο απλά η χρησιμότητα, η λύση είναι οι ζωντανές ανθρώπινες σχέσεις όπου «η ψυχή του κάθε ενός συντροφεύεται απ’ την ψυχή του άλλου, το νόημα της αγάπης, ζυμωμένο με τον βιωματικό χρόνο, διαστέλλεται κι αγκαλιάζει όλη την ύπαρξη»(σελ.450).    



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου