Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2019

Σπύρος Γεωργίου, Όψεις του Νέου Ελληνισμού στον Χρήστο Μαλεβίτση, εκδόσεις Ντουντούμη, Αθήνα , Μάιος 2019.





Το βιβλίο του Σπύρου Γεωργίου αποτελεί μια πυκνή και άρτια αναφορά στον τρόπο που ο Χρήστος Μαλεβίτσης ερμήνευσε τον νέο ελληνισμό.
Παρότι ποτέ δεν επεδίωξε τα φώτα δημοσιότητας, αλλά συνειδητά ακολούθησε μια χαμηλόφωνη πορεία ο Χρήστος Μαλεβίτσης μας άφησε ένα σπουδαίο δοκιμιακό και μεταφραστικό έργο.
Καταγόταν από μια περιοχή, γειτονική του Διστόμου, το χωριό Καλοσκοπή του Παρνασσού όπου ο γερμανικός στρατός διέπραξε ένα από τα ειδεχθέστερα εγκλήματα του β’ παγκοσμίου πολέμου. Παρόλα αυτά βρήκε την δύναμη να διακρίνει κάποιους Γερμανούς ποιητές και φιλοσόφους από τις βαρβαρότητες που διέπραξε η Γερμανία υπό την ηγεσία του ναζιστικού κόμματος. Κατ’ αυτό τον τρόπο εκτός από τις κλασσικές μεταφράσεις του Μπερντιάγεφ, του Ζαν Βαλ, του Μποχένσκι, του Ορτέγα Υ Γκάσσετ, του Πάουλ Τίλλιχ μετάφρασε και έγραψε εκτεταμένη εισαγωγή σε έργα του Κ.Γιάσπερ και του Μ.Χαιντεγκερ που μπορούν από μόνες τους να αποτελέσουν ανεξάρτητα βιβλία.
Ένα από τα πρώτα χρονικά έργα του Χ.Μαλεβίτση έχει ως τίτλο «Η τραγωδία της ιστορίας». Μεταγενέστερα έγραψε αναλυτικά για το τραγικό ακριβώς γιατί αυτό δεν αποτελεί παροδικό ιστορικό φαινόμενο αλλά συνιστά καταστατική συνθήκη της ανθρώπινης ύπαρξης.
Πολλά από τα κείμενα που μνημονεύει ο Σπύρος Γεωργίου δημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά στο περιοδικό «Ευθύνη». Σε αυτό μαζί με τον Κώστα Τσιρόπουλο,ο Χ.Μ., για αρκετές δεκαετίες είχε μια έντονη δραστηριότητα δίνοντας του μια απαράμιλλη ποιότητα και ένα διακεκριμένο ύφος και ήθος.
Σε ένα από τα πρώτα κείμενα του ο Χ.Μ. εξομολογείται ότι η ανάγνωση και η μελέτη της φιλοσοφίας υπήρξε διέξοδος για τις οδύνες των πρώτων του χρόνων. Γράφει λοιπόν «στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής, οι κάτοικοι του χωριού έσπευδαν να κρυφτούν στα δάση. Έπαιρναν μαζί τους λίγα τρόφιμα και ρούχα για να συντηρηθούν. Εγώ κουβαλούσα και ένα σακκίδιο με βιβλία. Έτσι, κυνηγημένος από τους συμπατριώτες του Γκαίτε και του Εγέλου, στη σιγαλιά του αρχέγονου δάσους, άνοιγα τα βιβλία μου και βυθιζόμουν στον κόσμο τους…Τον Αύγουστο του ’44 επιστρέφοντας από νέο διωγμό προς τα βουνά, βρήκαμε το χωριό μας πυρπολημένο. Το σπίτι που γεννήθηκα κειτόνταν στάχτη και μαυρισμένες πέτρες. Ατμίδες καπνού ανέθρωσκαν ακόμη από τα ερείπια. Η μάνα μου έσκυψε επάνω τους και έσυρε θρήνο σπαραχτικό. Ήμασταν πέντε ψυχές σε τόπο ορεινό, χωρίς στέγη. Τον πατέρα μου τον είχαν εκτελέσει οι Γερμανοί, την άνοιξη του ίδιου χρόνου» (σελ.12).
Κατ’ αρχήν ο Χ.Μαλεβίτσης συμπεραίνει ότι η δημιουργία του νεοελληνικού κράτους συνοδεύθηκε με ένα τραυματικό γεγονός: ο ευρωπαϊκός πολιτισμός και η λόγια παράδοση δεν συζεύχθηκαν αλλά συγκρούστηκαν με τον νεοελληνικό πυρήνα ζωής με αποτέλεσμα «να παραγκωνιστούν βαρύτιμες αξίες που έδιναν νόημα στο βίο και συνιστούσαν ένα σαφές «παιδευτικό πλαίσιο»(σελ.21) και να επιλεχθούν πρότυπα κράτους και κοινωνίας που δημιουργήθηκαν από Βόρειους λαούς και αντιστοιχούν περισσότερο στις δικές τους ανάγκες.
Βεβαίως ο Σ.Γεωργίου αναλύοντας τις σκέψεις του Χ.Μαλεβίτση για τον ελληνισμό , εντοπίζει τις διαφορές ανάμεσα σε ένα λαό ποιμένων και σε ένα λαό γεωργικό. Συμμερίζεται την αξιόλογησή του ότι τα «ψυχικά-πνευματικά υποστρώματα του λαού αυτού του τόπου παρέμεινα απαρασάλευτα ως έμπεδη αντίληψη της ζωής»( σελ.20). Σωστά επιλέγει και μας παρουσιάζει την σκέψη του Μαλεβίτση για το νόημα της πατρίδας: «Πατρίδα μας είναι ο νεοελληνικός πυρήνας ζωής που στις μέρες μας πάει να εξαφανισθεί παντελώς. Είναι Πατρίδα μας ο πνευματικός πυρήνας που μας συνέθεσε , η πνοή που μας μορφοποίησε έξω απ’ αυτόν είμαστε ανέστιοι – αφού Πατρίδα είναι ο εαυτός μας στην αυθεντικότερη εκδοχή του. Κατ’ επέκταση λοιπόν για να ζήσουμε (στη σύγχρονη συγκυρία) μια αυθεντική ζωή πρέπει να ζήσουμε της Ευρώπη σαν Έλληνες και όχι την Ελλάδα σαν Ευρωπαίοι»(σελ. 21). Συνεπώς η πατρίδα έχει ένα πνευματικό και όχι φυλετικό περιεχόμενο και για συνιστά ένα αυθεντικό, δηλαδή αληθινό τρόπο ύπαρξης. Με αυτό τον τρόπο μπορεί επίσης να ερμηνευθεί η σχέση του ελληνισμού με την Ευρώπη. Ο ελληνισμός δεν καταλύεται , δεν καταργείται αλλά είναι η προϋπόθεση της μετοχής στην Ευρώπη. Όμως οι προϋποθέσεις για να υπάρξει ακέραιη η νεοελληνική συνείδηση είναι η «νεοελληνική ιστορία, η επανάσταση, όλη η νεοελληνική γραμματεία, το δημοτικό τραγούδι(σελ.21).
Ο Σ.Γεωργίου συμπεραίνει ότι οι όροι γένος, έθνος, φυλή, λαός, κοινωνία έχουν το ίδιο υποκείμενο , ενώ η μετοχή στο έθνος έχει υπαρξιακά χαρακτηριστικά ώστε «η ιδέα του έθνους δεν ξεπερνιέται εύκολα ή δεν έχει ακόμη ξεπερασθεί ιστορικώς –επειδή το έθνος εξακολουθεί να συνιστά κατηγορία υπάρξεως. Και εδώ βρίσκεται η δύναμή του⸱ (δηλαδή στο ότι) είναι τρόπος του»(σ.23).
Ο Χ.Μαλεβίτσης πιο συγκεκριμένα σε δοκίμιο του που δημοσιεύθηκε στην «ΕΥΘΥΝΗ» το 1981 γράφει: « το περιεχόμενο του εθνικώς ζην συνιστά αλήθεια υπαρξιακή. Ο άνθρωπος περισσότερο από ζώο κοινωνικό ή πολιτικό ή ταξικό είναι προεχόντως ζώο μιας εθνότητας. Πρόκειται για εσωτερική αλήθεια με βάθος και πλάτος «ιστορικό». Και όταν λέμε «ιστορικό» δεν εννοούμε την εξωτερική ιστορία αλλά την εσωτερική «ιστορικότητα» της υπάρξεως, ατομικής και εθνικής ταυτοχρόνως, η οποία είναι αυτόχρημα πνευματική και διεκτραγωδεί την περιπέτεια του υπάρχειν. Ουσιώδης δε διάσταση της εθνότητας είναι και ο τόπος της το χαρακτηριστικό του εθνικώς ζην είναι η εντοπιότητα. Ο τόπος (βεβαίως) δεν είναι μόνο η φυσική και η πολιτική γεωγραφία ενός κράτους. Ο τόπος προεχόντως έχει σημασία υπαρξιακή⸱ είναι στοιχείο της ενσάρκωσης της εθνότητας, είναι συνισταμένη της εγκοσμιότητας της»(σελ.23). Δίχως αμφιβολία ο Μαλεβίτσης μας έδωσε ίσως την πιο εύστοχη οριοθέτηση της σημασίας του έθνους. Σε αντίθεση με όσους προβλέπουν το ιστορικό τέλος του έθνους και του εθνικού κράτους στην χοάνη της παγκοσμιοποίησης, το έθνος παραμένει μια ισχυρή συσσωμάτωση που θεμελιώνεται όχι μόνο σε συναισθηματικούς λόγους αλλά και σε λογικές σκοπιμότητες αφού αποτελεί την απαραίτητη μεσολάβηση ανάμεσα στα άτομα και την διεθνή κοινότητα.
Ο Σπύρος Γεωργίου επισημαίνει ότι ο Μαλεβίτσης εντόπισε στον κομματισμό το θεμέλιο της νεοελληνικής κακοδαιμονίας: « ο λαός των δεξιών και των αριστερών κινημάτων τελεί δεινά παγιδευμένος σε συμπλέγματα, τα οποία εξαντλούν τον δυναμισμό τους στον κομματισμό. Ο κομματισμός είναι το χείριστο και το ολεθριότερο υποκατάστατο της ανάγκης του ανθρώπου για ασφάλεια, για ιδανικά, για κοινοτική ζωή, για ελπίδα. Έτσι ο νεοέλληνας ζητάει την βεβαίωση του εαυτού του από την αντίθεση του προς τον άλλον. Πράγμα που σημαίνει πως ο νεοέλληνας δεν διαθέτει τον έρωτα της αυτοδημιουργίας, ώστε να διαγράψει τη δική του μορφή. Αντίθετα τη μορφή του τη σχηματίζει από τα όρια της αντιπαράθεσης του προς τον άλλον(σελ.25). Τίποτε σωστό δεν πρόκειται να πετύχουμε «χωρίς συνειδήσεις δουλεμένες από την ελευθερία της προσωπικής απόφασης και της έσχατης ευθύνης, χωρίς πνευματικούς πυρήνες αντιστάσεως, χωρίς συναίσθηση ιστορικής ευθύνης για το πνευματικό πρόσωπο αυτού του ιστορικού λαού που κατοικεί σ’ αυτόν τον ιστορικό τόπο»(σελ.42). Η έξαρση της σημασίας της απόφασης είναι μια από τις σημασίες που χαρακτηρίζουν την φιλοσοφία του υπαρξισμού αλλά και την πολιτική θεωρία στοχαστών όπως ο Π.Κονδύλης.
Θεμελιώδης είναι η κριτική προσέγγιση του δημοτικού τραγουδιού από τον Χ.Μαλεβίτση, που ο Σ.Γεωργίου συμπεραίνει ότι χαρακτηρίζεται από «απαράμιλλη στοχαστική διεισδυτικότητα». Γράφει ο Χ.Μαλεβίτσης : « το δημοτικό τραγούδι συνιστά το «περιεχόμενο της συνειδήσεως του ελληνικού λαού». Δηλαδή είναι ο τρόπος που ο ελληνικός λαός έχει είδηση του κόσμου. Είναι ο τρόπος που ο ελληνικός λαός αφομοίωσε το φαινόμενο του κόσμου και αξιολόγησε το «υπάρχειν εν τω κόσμω». Το δημοτικό τραγούδι κομίζει μαρτυρίες βαθιάς ιστορικής ζωής που φθάνουν μέχρι την αρχαιότητα και τη μυθολογία»(σελ.31).
Ο Σπύρος Γεωργίου θα αναδείξει εν προκειμένω ορισμένα κρίσιμα στοιχεία της σκέψης του Χ.Μαλεβίτση, δηλαδή ότι η υπαρξιακή αλήθεια έχει εντοπιότητα, που είναι αφεύκτως ενοριακή, προϋποθέτει το «αληθώς ζην», και κοινωνικά είναι υπερταξική ώστε «η εθνική πατρίδα τοποθετείται υψηλότερα από όλες τις άλλες κοινωνικές προβληματικές»(σελ34). Κρίσιμος είναι ο ρόλος στις «δημιουργικές συνειδήσεις», δηλαδή σε εκείνες που μπορούν να διατηρήσουν τον πολιτισμό σε εγρήγορση και να τον οπλίσουν με τη δύναμη που χρειάζεται για ν’ αντιμετωπίσει τις επικίνδυνες προκλήσεις αλλά ακόμη περισσότερο με το πνευματικό έργο τους και την παρουσία του ήθους των θα μεγαλύνουν την αλήθεια του (σελ.36).
Ο Σπύρος Γεωργίου παραθέτει το δοκίμιο του Μαλεβίτση με τίτλο «Το μέλλον του Ελληνισμού» που δημοσιεύθηκε στην Ευθύνη τεύχος 252, 1992, όπου σε ένα μείγμα αισιοδοξίας και παρακμής επισημαίνει τους κινδύνους της παρακμής καθώς γράφει: «ο ελληνικός λαός δεν πρόκειται να πεθάνει ποτέ, όμως ο Ελληνισμός ως ιδιοφυής πραγμάτωση ενός εκπάγλου τρόπου υπάρξεως, μπορεί να πεθάνει»(σελ.47).
Ο συγγραφέας τελειώνοντας θα μας θυμίσει την σημασία της ευθύνης που ιστορικά συνδέεται με την αρχαία Ελλάδα και την υποχρέωση των αρχόντων να λογοδοτούν, κατά την έκφραση «λόγο διδόναι». Η προϋπόθεση όμως που τίθεται ότι το μέτρο να είναι εκείνο που κατευθύνει τις πράξεις αρχόντων και αρχομένων. Η ευθύνη και η λογοδοσία είναι «άρρηκτα συνδεδεμένη με το προσωπικό και το συλλογικό γνώθι σαυτόν δεν μπορεί παρά να είναι από τους κύριους οδοδείκτες της Παιδείας κάθε κοινωνίας»(σελ.60).Η κυριαρχία όμως των πελατειακών σχέσεων και του πελατειακού κράτους ακυρώνουν την έννοια της λογοδοσίας. Νομίζω όμως ότι η τυπολογία του Π.Λη Φέρμορ που διακρίνει τον ελληνισμό από την ρωμισοσύνη, ταυτίζοντας τον πρώτο με την κυριαρχία της τυπικής λογικής και την δεύτερη με το συναίσθημα, το πάθος και το ένστικτο είναι υπερβολικά σχηματική ώστε στην πραγματικότητα, ούτε στα άτομα, ούτε στις κοινωνίες συναντάμε αντιθέσεις με τέτοιο αποσαφηνισμένο και ξεκάθαρο τρόπο.
Το δοκίμιο του Σπύρου Γεωργίου άρτιο, με πυκνά νοήματα, γραμμένο σε στρωτή και εύληπτη γλώσσα, προσφέρει την έγκυρη και έντιμη προσέγγιση στο έργο του Χ.Μαλεβίτση που αφορά τον νέο ελληνισμό, αλλά και με ορθά παιδαγωγικό τρόπο προσφέρει στον αναγνώστη τα αναγκαία ερεθίσματα για να το μελετήσει ο ίδιος πλέον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου