Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2022

Γεώργιος Α. Μούρτος: Η γεωπολιτική της ελληνικής γλώσσας- οδηγός για τον Πρακτικό Νου, εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2020


 


Αφετηρία του συγγραφέα είναι το γνήσιο ενδιαφέρον του για το μέλλον του ελληνισμού. Που οδηγείται ένα ιστορικό έθνος, καθώς φαίνεται να έχει απωλέσει ουσιώδη χαρακτηριστικά της εθνικής ανεξαρτησίας του και έχει εγκλωβιστεί στην διελκυστίνδα ανάμεσα στους εκ δυσμάς δανειστές και στον εξ ανατολών νέο οθωμανισμό; Ποιοι είναι οι λόγοι που δεν μας επιτρέπουν να διαμορφώσουμε εκείνες τις πολιτικές αποτελεσματικής αντίστασης;
Ο συγγραφέας απαντά με τρόπο κατηγορηματικό: η αιτία όλων των προβλημάτων του εντοπίζεται στην παρακμή του γλωσσικού αισθητηρίου, δηλαδή τελικά σε ένα λόγο πνευματικό και παιδείας. Το συμπέρασμά του υποστηρίζεται από την πλούσια και σε βάθος παιδεία του, τον συνδυασμό στοχαστών όπως η Σ.Βέιλ, ο Α.Παπαδιαμάντης, ο Π.Κονδύλης.
Η ελληνική γλώσσα παρουσίασε μια αξιοσημείωτη αντοχή. Όταν η χώρα κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, αυτή δεν χάθηκε, όπως συνέβη με άλλους λαούς, αλλά γοήτευσε τους κατακτητές της, αλλά και άλλους λαούς της Μεσογείου όπως τους Εβραίους οι οποίοι σε ένα διάστημα της ιστορίας τους κατά πλειοψηφία μιλούσαν και έγραφαν την ελληνική. Για μια περίοδο πολλοί ελληνικοί πληθυσμοί υπήρξαν δίγλωσσοι χωρίς όμως να χάσουν την εθνική τους ταυτότητα. Επίσης πολλοί ελληνικοί πληθυσμοί κατά την ιστορική τους πορείας έχασαν την γλώσσα τους αλλά διατήρησαν την ιστορική τους συνείδηση χάρις την ορθόδοξη εκκλησία.
Στις τελευταίες δεκαετίες έγινα μια προσπάθεια για γλωσσική απλοποίηση με σημαντικότερο γεγονός την κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων. Το γεγονός αυτό συνδυάστηκε με τον περιορισμό της μέριμνας για σημαντικά κείμενα του νεοελληνικού λόγου. Η κατάληξη ήταν ότι η λεξιπενία συνδυάστηκε με τον μαρασμό της σκέψης, δηλαδή οι λιγότερες λέξεις σήμαιναν και τις λιγότερες σκέψεις.
Ο συγγραφέας μας φέρνει το παράδειγμα της Ιαπωνίας και της Κίνας που η εμμονή τους σε σύνθετα γλωσσικά παραδείγματα όχι μόνο δεν εμπόδισε την τεχνική πρόοδο αλλά της έθεσε σε πιο γερά θεμέλια. Το ίδιο και το Ισραήλ το οποίο ανέστησε μια εντελώς νεκρή γλώσσα και την έβαλε στο κέντρο της ύπαρξης του και της τεχνικής εξέλιξης.
Βεβαίως μπορεί να υπάρχουν ορισμένες επιμέρους αντιρρήσεις, που δεν αναιρούν την συνολικά θετική αποτίμηση, όπως η ταύτιση του Βάγκνερ με τον Νίτσε καθώς ο πρώτος υπήρξε αντισημίτης ενώ ο δεύτερος εχθρός του αντισημιτισμού και του εθνικισμού. Αλλά και η εύστοχη κριτική στην μεταπολιτευτική δημοκρατία δεν πρέπει να ξεχνά ότι διαδέχθηκε ένα καθεστώς διαρκούς έκτακτης ανάγκης, όπου κυριαρχούσε το παρακράτος, οι ξένοι πράκτορες και απείχε πολύ από το κράτος Δικαίου.
Ο συγγραφέας τέλος ορθά δικαιώνει τα συμπεράσματα του Νεοκλή Σαρρή και αποδοκιμάζει την παραχάραξη της ιστορίας είτε με την μορφή του εθνομηδενισμού είτε «με την πρόταξη σχημάτων ελληνοτουρκισμού, δηλαδή της γεωπολιτικής αναδιευθέτησης του Αιγαιακού χώρου διαμέσου μια μορφής πολιτικής ένωσης μεταξύ των δύο χωρών με την δημιουργία ελληνοτουρκικής ομοσπονδίας»(σελ.86).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου