Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2010

Ο Ν.Σεβαστάκης για τον Νίτσε





Στο δοκίμιο του Νικόλα Αλ. Σεβαστάκη «Φιλόξενος μηδενισμός :Μια σπουδή στον homo democraticus» (Εκδόσεις ΕΣΤΙΑΣ,Αθήνα 2008 σελ.385,πολυτονική έκδοση) στεγάζονται κατά ένα παράδοξο αρχικά τρόπο ,δύο σημαντικοί αλλά διαφορετικοί στοχαστές ο Αλέξις Τοκβίλ και ο Φ.Νίτσε .
Ο πρώτος είναι ευρύτερα γνωστός για την οξυδερκή κριτική της «Αμερικάνικης Δημοκρατίας» , που παρά την χρονική απόσταση που μας χωρίζει από τότε που διατυπώθηκε παραμένει εύστοχη στα περισσότερα σημεία. Χρήσιμο είναι να θυμόμαστε κάποιες επισημάνσεις του Τοκβίλ όπως ότι δεν υπάρχει «άλλη χώρα εκτός από την Αμερική , στην οποία να υπάρχει τόσο περιορισμένη ανεξαρτησία σκέψης και πραγματική ελευθερία του λόγου» καθότι έχει καταστήσει την καταπίεση «μία υπόθεση εντελώς εγκεφαλική» ή και ότι η αναγνώριση της νομικής ισότητας μονότροπα οδηγεί «τους ανθρώπους σε εμπορικές και παραγωγικές απασχολήσεις».
Από την άλλη ο Νίτσε «φιλοσοφώντας με το σφυρί» , με μία γραφή μη συστηματική , με έναν λόγο ποιητικό , γράφει για την αθωότητα του γίγνεσθαι , για το πιο παγερό τέρας το κράτος , και ορθώνει μία θεμελιώδη κριτική του δυτικού πολιτισμού με στόχο την «μεταξίωση όλων των αξιών».
Η σύνδεση δύο στοχαστών με διαφορετικές αφετηρίες και στοχεύσεις μας ξενίζει. Ο Σεβαστάκης όμως στηρίζεται σε πορίσματα στοχαστών όπως ο Jean-Louis Benoit ότι το « το πορτρέτο του homo democtaticus όπως το σχεδίασε ο Τοκβίλ προεικονίζει τον τελευταίο άνθρωπο του Νίτσε »(σ.305).Μα θα προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα και θα συνδέσει τον τοκβιλιανό homo democraticus και τον νιτσεικό υπεράνθρωπο: «Η περιγραφή του σύγχρονου μηδενισμού θα μπορούσε εντέλει να προτείνει μια ιστορικά ενημερωμένη ερμηνεία του παθητικού και ενεργητικού μηδενισμού .Αφετηρία αυτής της ερμηνείας είναι για μας η σχέση ανάμεσα στον τοκβιλιανό homo democraticus και στον νιτσεικό υπεράνθρωπο .Ο πρώτος εκπροσωπεί το υπόστρωμα ή την εργατική δύναμη της παραδοσιακής οικονομίας των κοινωνικών αναγκών , αυτής της οικονομίας με την οποία εκπληρώνεται η αναπαραγωγή της κοινωνίας και ένα τμήμα των λειτουργικών συντονισμών όλων των σχηματισμών που θεμελιώνονται σε δομικές ανισότητες »(σ.312,313).
Το εγχείρημα του Σεβαστάκη είναι ενδιαφέρον και από την επιτυχία του θα κριθεί κατά ποσό μπορούν να χρησιμοποιηθούν σήμερα οι νιτσεικές έννοιες όπως ο τελευταίος άνθρωπος , ο υπεράνθρωπος , ο ενεργητικός και παθητικός μηδενισμός για την ερμηνεία της σύγχρονης πραγματικότητας αλλά και κατά ποσό μπορούν να αποτελέσουν στοιχεία της κριτικής του κοινωνικού πράττειν. Για παράδειγμα στην «Θέληση για δύναμη» του Νίτσε ο ενεργός μηδενισμός νοείται ως «βίαιη δύναμη καταστροφής » ενώ ο «παθητικός μηδενισμός » αναφέρεται στα σημάδια κούρασης και εξάντλησης του πνεύματος που έχουν θρησκείες όπως ο βουδισμός και ο χριστιανισμός και στοχαστές όπως ο Σοπενχάουερ και ο Σωκράτης .Η γενεαλογία των εννοιών τελευταίος άνθρωπος και υπεράνθρωπος μας οδηγούν στο έργο του Νίτσε «Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα»(Εκδ.Δωδώνη 1983,μετ.Α.Δικταίου ,Επίμετρο παρ.46 σελ. 466):
«Το ένα από τα κινήματα είναι ανάρμοστη ισοπέδωση της ανθρωπότητας , οι μεγάλες ανθρώπινες μυρμηγκιές κλπ. Το άλλο κίνημα , το κίνημα μου είναι αντίθετα, ο τονισμός όλων των αβύσσων η κατάργηση της ισότητας , η δημιουργία παντοδύναμων όντων. Αυτό εδώ γεννά τον τελευταίο άνθρωπο , το κίνημα μου γεννά τον Υπεράνθρωπο ».
Στο βιβλίο του ο Σεβαστάκης χρησιμοποιεί τίς νιτσεικές έννοιες για να ερμηνεύσει το κοινωνικό πράττειν .Έτσι ο παθητικός μηδενισμός «αντιστοιχεί σ’ έναν σύγχρονο ησυχαστικό τρόπο στον οποίο προτείνονται πειραματισμοί με μια υγιεινή του εαυτού» και φυσικοί του φορείς είναι οι « νέοι κυρίαρχοι του κόσμου ,οι άνθρωποι των παγκόσμιων δικτύων»(σ.316).Ο δε ενεργητικός μηδενισμός «συνδέεται με τις ηγεμονικές πρακτικές των νέων Κυρίων του κόσμου» (σ.324) καθώς και «την εξώθηση όλων των μορφών ζωής στην υπερκατανάλωση ενέργειας ,σε ένα fast forward το οποίο μετατρέπει τα κοινωνικά γεγονότα σε απρόσβλητα στην έλλογη κρίση μοιραία συμβάντα » , όπως και με τις «χαμηλές και μάλλον πιο καθημερινές κλίμακες της βαρβαρότητας , της κατάργησης της διακριτικότητας στις ανθρώπινες επαφές και συνομιλίες »(σ.325).
Ο Σεβαστάκης διαπιστώνει ουσιαστικές μεταστροφές στις νιτσεικές επισημάνσεις για το διονυσιακό και το τραγικό στοιχείο: «αν στη νιτσεική μεταφορά ενός απελευθερωτή Διόνυσου η κατάφαση στον πληθυντικό της ζωής ήταν ένα νεύμα προς την «ουσία του τραγικού» στο σημερινό διονυσιακό εκλείπει κάθε σχέση με το τραγικό»(σ.328).
Κυρίαρχοι και κυριαρχούμενοι έχουν εγκλωβιστεί στο τέλμα , στην αθλιότητα .Η δε τέχνη δεν είναι πλέον εκείνο το στοιχείο ,που κατά τον Νίτσε , έδινε νόημα στην ύπαρξη: «μια ορισμένη μηδενιστική σύγχρονη τέχνη , ως ωχρή κληρονόμος των μοντερνιστικών ανατροπών του 20ου αιώνα ,μοιάζει να ολοκληρώνει τη συνάντηση του πιο ακραίου υποκειμενισμού (της απεριόριστης ελευθεριότητας του καλλιτέχνη έναντι των μορφών ) και της απονεκρωμένης ή κενής αντικειμενικής τάξης. Αυτός ο κενός υποκειμενισμός ως σημείο αναφοράς της εκφραστικής μανιέρας των Ναρκίσσων , δεν αναζητεί μια διαφορετική αλήθεια από αυτήν των υλικών τα οποία χειρίζεται. Με άλλα λόγια ,έχει ήδη παραιτηθεί από την εργασία με την αισθητοποίηση του πνευματικού και την πνευματικότητα του αισθητού για να παραδοθεί στη μαγεία της ωμότητας ή της ευφορίας των «συμβάντων» »(σ.330).
Ο Σεβαστάκης διατυπώνει με καίριο τρόπο : «Στην Ευρώπη τουλάχιστον η λεία του μηδενισμού ανήκει στο κυρίαρχο ρεύμα της δημοκρατίας των καταναλωτών : είναι περισσότερο ένας επίγονος του παραδοσιακού νοικοκύρη και μαζί ένα προιόν της «κακής άρνησης» του αστού από τον Καλλιτέχνη».
Η κυριαρχία της μαζικο-δημοκρατίας των καταναλωτών , η ανιαρή προέλαση της κοινωνίας του θεάματος έναντι κάθε άλλης αξίας συνοδεύεται με την κυριαρχία του οικονομικού επί του πολιτικού και την ιδιωτικοποίηση του κράτους : «είναι προφανές ,νομίζω ότι σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη η πλήρης μετατροπή της πολιτικής σχέσης σε οικονομικό συμφωνητικό : ο πολίτης προσκαλείται και σχεδόν εξωθείται να έλθει σε συμφωνία με τα όργανα της πολιτικής εξουσίας και τα δίκτυα της επιχειρηματικής ισχύος για να διασφαλίσει κάποια βασικά αστικά δικαιώματα και να αποκτήσει πρόσβαση στη συνεχή ροή αγαθών και υπηρεσιών»(σ.345).
Συνακόλουθα έρχεται «η μετατροπή της πολιτικής σε ιδιωτικό σύμφωνο» και η «έκπτωση της πολιτικής υποκειμενικότητας»(σ.346).
Ο Σεβαστάκης αναδεικνύει την σημαντικότητα του νιτσεικού στοχασμού καταλήγοντας ότι « οι νιτσεικές επίνοιες αφορούν καίριες πτυχές του δικού μας πεπρωμένου»(σ.385).
Ο μηδενισμός δεν είναι απλά ένα ρεύμα της σκέψης αλλά εντοπίζεται στην «υποχώρηση των συμβολικών ερεισμάτων στη βάση των οποίων ο «οποιοσδήποτε » άνθρωπος , ο πληβείος , ο δίχως κοινωνική επιφάνεια μπορούσε να νοιάζεται για το περιεχόμενο που αποδίδεται στη δημόσια ελευθερία και στο κοινό αγαθό »(σ.384) , αλλά οι πιο επιθετικές όψεις του είναι «η πενία σε μεγάλες πολιτικές εμπειρίες και η κενή λατρεία του δυναμισμού και της κίνησης »(σ.385).
Ο Σεβαστάκης μας αποδεικνύει ότι η κριτική πρόσληψη των κλασσικών κειμένων του Νίτσε και του Τοκβίλ μπορεί να ξεκλειδώσει τα νοήματα και να προσφέρει , μία αξιόπιστη και πρωτότυπη ερμηνεία του κοινωνικού πράττειν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου